Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

Το Βάρος του Ποτηριού και τα Άγχη της Ζωής


Ένας γέροντας μιλούσε σε κάτι νεαρά παιδιά…
Κάποια στιγμή σήκωσε ένα ποτήρι νερό, και όλοι υπέθεσαν ότι θα τους απευθύνει την κλασική ερώτηση «είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο».
Αντί αυτού, με ένα χαμόγελο στο πρόσωπο, ρώτησε:
«Πόσο βαρύ είναι αυτό το ποτήρι νερό;»
Οι απαντήσεις που ακούστηκαν κυμαίνονταν από 250 σε 600 γραμμάρια.
Εκείνος όμως απάντησε:
«Το απόλυτο βάρος δεν έχει σημασία… Εξαρτάται από το πόσο διάστημα το κρατάω.
Εάν το κρατήσω για ένα λεπτό, δεν είναι ένα πρόβλημα.
Εάν το κρατήσω για μια ώρα, θα έχω έναν πόνο στον βραχίονά μου.
Αν το κρατήσω για μία μέρα, το χέρι μου θα μουδιάσει και θα αρχίσει να παραλύει.
Σε κάθε περίπτωση, το βάρος του γυαλιού δεν αλλάζει, αλλά όσο πιο πολύ το κρατάω, τόσο πιο βαρύ γίνεται.»
Ο γέροντας συνέχισε λέγοντας,
«Τα άγχη και οι ανησυχίες της ζωής είναι σαν το ποτήρι του νερού. Αν τα σκέφτεστε για ένα μικρό χρονικό διάστημα, δεν συμβαίνει τίποτα κακό. Αν τα σκεφτείτε λίγο περισσότερο, αρχίζουν να σας βλάπτουν.
Και αν τα σκέφτεστε όλη την ημέρα για μεγάλο χρονικό διάστημα, μπορεί να αισθανθείτε ότι σας παραλύουν και ότι σας καθιστούν ανίκανους να κάνετε οτιδήποτε άλλο».
Είναι σημαντικό να θυμάστε να διώχνετε τα άγχη και τους φόβους σας. Όσο πιο νωρίς μέσα στην ημέρα, αφήστε όλα τα βάρη σας στον Χριστό. Μην τα κουβαλάτε όλο το απόγευμα και όλο το βράδυ μαζί σας. Προσευχηθείτε και πείτε τα πρώτα στο Χριστό!
Έπειτα, αν οι φοβίες σας, γίνουν εμμονές ή αιτία να αμαρτάνετε, είτε με ολιγοπιστίες και με αμφιβολίες προς τον Θεό είτε με άσχημους λογισμούς προς τους γύρω σας, τότε όποτε μπορέσετε επισκεφθείτε τον πνευματικό σας πατέρα και εξομολογηθείτε…
Μην το αναβάλετε.
Θυμηθείτε να αφήσετε το ποτήρι σας, όσο πιο γρήγορα μπορείτε!
Για να ξεκουραστείτε…

 Περιοδικό ΟΝΙΣΙΜΟΣ

Πανηγυρίζει ο Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Αγίου Νικολάου Κοζάνης, το μεταβυζαντινό μνημείο της πόλης,



παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου







Τον πολιούχο και προστάτη της Άγιο Νικόλαο τιμά με τη δέουσα λαμπρότητα και θρησκευτική κατάνυξη η Κοζάνη και σύμπασα η Ιερά Μητρόπολη Σερβίων και Κοζάνης, στον ομώνυμο Ιερό Μητροπολιτικό και Καθεδρικό Ναό της πόλης.
Τις φετινές εορταστικές – λατρευτικές εκδηλώσεις θα λαμπρύνει με την παρουσία του ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, συνοδευόμενος από άλλους Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Τη Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου, στις 5.30 μ.μ., θα τελεστεί ο Μέγας Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας, στον οποίο θα χοροστατήσει και θα κηρύξει ο Μακαριώτατος.
Μετά τον Εσπερινό θα τελεσθεί σύντομη Ι. Αγρυπνία μετά των χαιρετισμών του εορταζόμενου Αγίου.
Την Τρίτη 6 Δεκεμβρίου, στις 7.00 π.μ., θα τελεστεί ο Όρθρος και η Πανηγυρική πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου, ο οποίος θα εκφωνήσει τον πανηγυρικό θείο Λόγο. Στη συνέχεια (10.30 π.μ.) θα πραγματοποιηθεί η πάνδημη λιτάνευση της Ιεράς Εικόνας του Αγίου Νικολάου (μέσω των οδών: Ξενοφώντος Τριανταφυλλίδη (ΟΤΕ), Παύλου Μελά, Κεντρικής Πλατείας, Ειρήνης, Πλατείας Ελευθερίας, Παύλου Χαρίση και δια της οδ. Ξενοφ. Τριανταφυλλίδη επιστροφή στον Ιερό Ναό).
Για αυτό καλούνται όλοι οι ευσεβείς χριστιανοί της πόλεως και της Μητροπόλεως, που επικαλούνται καθημερινά την ζωντανή και προστατευτική χάρη του πολιούχου τους «παππού» Αγίου Νικολάου, να παρευρεθούν και να συμμετέχουν στις λατρευτικές εκδηλώσεις της τοπικής Εκκλησίας.

Σύντομο ιστορικό του Ναού
Ο Ιερός Μητροπολιτικός και Καθεδρικός Ναός του Αγίου Νικολάου με το κωδωνοστάσιό του αποτελούν το σήμα κατατεθέν της πόλης της Κοζάνης και σημείο αναφοράς και συνάντησης κατοίκων και επισκεπτών της. Είναι ο τρίτος σε αρχαιότητα Ναός της πόλης αλλά πρωτεύον κέντρο λατρείας των Κοζανιτών και μνημείο με μεγάλη ιστορική και εθνική αξία.
Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική καμαροσκέπαστη με δάπεδο μαρμαρόστρωτο και δίριχτη στέγη, σκεπασμένη με πλάκες σχιστόλιθου πρώτα και με κεραμίδια αργότερα. Η (πρώτη) ανέγερση του Ναού έγινε στα 1664 και για να μην προκαλεί τους μουσουλμάνους κατασκευάστηκε κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Η χωρητικότητά του ανταποκρινόταν στην πληθυσμιακή κατάσταση της πόλης που είχε τότε περί τις δύο χιλιάδες κατοίκους.
Η μεγάλη ανάπτυξη της Κοζάνης στις αρχές του 18ου αιώνα προέβαλε επιτακτική την ανάγκη για ανέγερση νέου, μεγαλύτερου και ευπρεπέστερου ναού. Έτσι το 1721 με νέο φιρμάνι που εξασφαλίστηκε από την Υψηλή Πύλη για δήθεν επισκευές από σεισμό, ο Ναός ανακαινίστηκε εκ βάθρων (κατεδαφίστηκε και χτίστηκε εξ’ αρχής, σε μεγαλύτερες αυτή τη φορά, στις σημερινές του διαστάσεις). Το έργο εκτελέστηκε επί επισκόπου Ζαχαρία στα 1721, η δε ιστόρηση των τοιχογραφιών έγινε στα 1730. Ο γυναικωνίτης προστέθηκε στον κεντρικό Ναό κάποια χρόνια αργότερα, όπως φανερώνουν και οι διαφορές στην αρχιτεκτονική, την τοιχοποιία και τις τοιχογραφίες. Μεταγενέστερη είναι και η ανέγερση του παρεκκλησίου του τιμίου Προδρόμου στη δυτική πλευρά του Ναού, με την οποία ο Ναός πήρε την οριστική του μορφή.
Στα 1916 ο Μητροπολίτης Φώτιος (Μανιάτης) έκανε κάποιες επεμβάσεις στο κτίσμα, με κυριώτερη τη διάνοιξη δύο τρούλων στην οροφή του μεσαίου κλίτους, οι οποίοι αφαιρέθηκαν το 1974.
Με το Προεδρικό Διάταγμα της 27ης Όκτωβρίου / 6ης Νοεμβρίου 1926 «Περί ανακηρύξεως ιστορικών και αρχαιολογικών μνημείων» ο Ναός του Αγίου Νικολάου Κοζάνης ανακηρύχτηκε «προέχον ιστορικόν και αρχαιολογικόν μνημείον διατηρητέον».
Οι φθορές του χρόνου οδήγησαν το 1986 σε εργασίες επισκευής, αναπαλαίωσης και αποκατάστασης του Ναού εξωτερικά και εσωτερικά, χάρη στις οποίες το μνημείο αναδεικνύει ακόμη περισσότερο την κατανυκτικότητά του. Ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου απέκτησε έτσι μορφή αντάξια της ιστορίας του και της ιερής αποστολής του. Έγινε οίκος Κυρίου με ευπρέπεια και «τόπος σκηνώματος δόξης» του Θεού.
Εξωτερικά ο Ναός, όπως και όλες σχεδόν οι μεταβυζαντινές εκκλησίες της βόρειας Ελλάδας, δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Εκείνο, όμως, που ιδιαίτερα εντυπωσιάζει και συναρπάζει είναι ο εσωτερικός διάκοσμος στο σύνολο του, ακίνητος και φορητός. Ιδιαίτερα αναφέρουμε:
-                Τις τοιχογραφίες, με ολόκληρη την εσωτερική επιφάνεια του Ναού να είναι καλυμμένη με ζωγραφική διακόσμηση, πλούσια και εντυπωσιακή, φιλοτεχνημένη το 1730 από τους αδελφούς Θεόδωρο και Νικόλαο εξ Ιωαννίνων. Για το μεταγενέστερο γυναικωνίτη εικάζεται λαϊκός αγιογράφος από τη Σαμαρίνα.
-                Το τέμπλο, τον επισκοπικό θρόνο, τον βασιλικό θρόνο, τον άμβωνα και το κιβώριο (κουβούκλιο) της Αγίας Τράπεζας, ξυλόγλυπτα με ορισμένα σαφή τεχνικά γνωρίσματα, που τα κατατάσσουν στην τεχνοτροπία του 17ου και 18ου αιώνα. Έχουν συνεχή εναλλαγή μορφών και θεμάτων που παρέχουν θέαμα γοητευτικό με σύμμεικτα στοιχεία της αστικής και της ποιμενικής ξυλογλυπτικής.
Το συγκρότημα συμπληρώνει το επιβλητικό κωδωνοστάσιο, ύψους 26 μέτρων, στη βόρειο - ανατολική πλευρά το Ναού, πλησίον και του Δημαρχείου της πόλης. Το πρώτο μέρος του κωδωνοστασίου χτίστηκε το 1855. Ο έβδομος όροφος προστέθηκε το 1939, οπότε και τοποθετήθηκε το νέο ρολόι τεσσάρων όψεων, ενώ το 1954 επανεγκαταστάθηκε ο τρούλος.
Η επιλογή του Αγίου Νικολάου, του Αγίου των ναυτικών, ως προστάτη του νέου Ναού της Κοζάνης ήτανε επιλογή του τοπικού προύχοντα Χαρισίου Τράντα, ο οποίος είχε την πρωτοβουλία και τη φροντίδα της ανεγέρσεως του Ναού το 1664. Ζώντας για χρόνια στη Ρωσία, όπου ευλαβούνται ιδιαίτερα τον Άγιο Νικόλαο, ο Τράντας ακολούθησε πιθανώς αυτήν την παράδοση επιστρέφοντας στην γενέτειρά του και τον επέλεξε ως προστάτη του νέου Ναού, παρ’ όλο που η πόλη δεν σχετίζεται με τη ναυτοσύνη.
Με Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Απριλίου 1953 ο Άγιος Νικόλαος καθιερώθηκε ως πολιούχος και προστάτης της Κοζάνης και η μνήμη του εορτάζεται την 6η Δεκεμβρίου με κάθε μεγαλοπρέπεια κι επισημότητα και πάνδημη την συμμετοχή των Κοζανιτών. Εκείνη η ημέρα, γενική αργία για την πόλη, λαμπρύνεται ακόμη περισσότερο με την περιφορά της εικόνας του Αγίου στους κεντρικούς δρόμους, περιφορά που πραγματοποιείται πάντοτε, παρά τις δύσκολες καιρικές συνθήκες που επικρατούν συνήθως.
Για αιώνες ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου αποτελεί τον πυρήνα του εθνικού βίου των Κοζανιτών και δέθηκε με όλα τα γεγονότα πού συνθέτουν τη νεότερη ιστορία της πόλης. Χαρακτηριστικό είναι ότι από τότε που χτίστηκε και μέχρι σήμερα δεν πέρασε μια μέρα χωρίς να λειτουργηθεί. Εκεί οι Κοζανίτες γιόρταζαν την Ανάσταση του Χριστού και συγχρόνως προσεύχονταν για την ανάσταση του Γένους και εκεί πανηγύρισαν την απελευθέρωσή τους με τη συγκινητική Δοξολογία της 12ης Οκτωβρίου 1912.
Στον ιερό αυτό χώρο η ευσέβεια των ανθρώπων θεωρεί παρούσα, ζωντανή και προστατευτική τη χάρη του πολιούχου τους «παππού», όπως με σεμνή οικειότητα αποκαλούν τον Άγιο Νικόλαο οι Κοζανίτες. Και είναι συγκινητικό το φαινόμενο που άνθρωποι κάθε τάξης και κάθε ηλικίας διέρχονται κάθε μέρα από το Ναό για ένα κερί στη χάρη του προστάτη τους και για μια μικρή ή μεγάλη επικοινωνία με τον Άγιό τους. Χαρακτηριστικό δε είναι ότι την περίοδο της εορτής του Αγίου, που ρίχνει συνήθως το πρώτο χιόνι του χειμώνα, οι Κοζανίτες αναφέρουν πως χιονίζει γιατί «ο Αϊ-Νικόλας χτενίζει τα γένια του».
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να ανατρέξετε στην ιστοσελίδα του Ι. Ναού: http://www.agiosnikolaoskozanis.gr



Από την Ιερά Μητρόπολη

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Ο Απόστολος της Κυριακής 27 Νοεμβρίου

proseuxi_0100 

(᾿Εφεσ. β´ 4-10)
Αδελφοί, ὁ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι· καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ. Τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. Αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν.
Άποδοση σέ ἁπλή γλώσσα
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς μᾶς ἀγάπησε, γιατὶ εἶναι πλούσιος σὲ ἔλεος κι ἔχει ἀπέραντη ἀγάπη. Κι ἐνῶ ἤμασταν πνευματικὰ νεκροὶ ἐξαιτίας τῶν παραπτωμάτων μας, μᾶς ξανάδωσε ζωὴ μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἔχετε σωθεῖ. Μᾶς ἀνέστησε μαζὶ μὲ τὸν ᾿Ιησοῦ Χριστὸ καὶ μᾶς ἔβαλε νὰ καθήσουμε μαζὶ μ’ αὐτὸν στὰ οὐράνια. ῎Ετσι, μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ μᾶς ἔδειξε διὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, φανερώνει στὶς μελλοντικὲς γενιὲς πόσο ὑπερβολικὰ γενναιόδωρη εἶναι ἡ χάρη του. Πραγματικά, μὲ τὴ χάρη του σωθήκατε διὰ τῆς πίστεως. Κι αὐτὸ δὲν εἶναι δικό σας κατόρθωμα ἀλλὰ δῶρο Θεοῦ. Δὲν σωθήκατε μὲ τὰ δικά σας ἔργα κι ἔτσι κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ γι’ αὐτό. Εἴμαστε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος διὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔκανε καινούριους ἀνθρώπους, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ κάνουμε καλὰ ἔργα, ποὺ τὰ προετοίμασε ὁ Θεός, γιὰ νὰ εἶναι μ’ αὐτὰ γεμάτη ἡ ζωή μας.

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 27 Νοεμβρίου – ΙΓ´ Λουκά

slepia_chora 
(Λουκ. ιη´ 18-27)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄρχων τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ λέγων· Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. Τὰς ἐντολὰς οἶδας· «μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου». ῾Ο δὲ εἶπε· Ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. ᾿Ακούσας δὲ ταῦτα ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ῎Ετι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. ῾Ο δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. ᾿Ιδὼν δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· Πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! Εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ῥαφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. Εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· Καὶ τίς δύναται σωθῆναι; ῾Ο δὲ εἶπε· Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.
Ἀπόδοση σέ ἁπλή γλώσσα
Ἐκεῖνο τὸν καιρό, κάποιος ἄρχοντας πλησίασε τὸν ᾿Ιησοῦ καὶ τοῦ εἶπε· «᾿Αγαθὲ Διδάσκαλε, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;» ῾Ο ᾿Ιησοῦς τοῦ ἀπάντησε· «Γιατί μὲ ἀποκαλεῖς “ἀγαθό”; Κανένας δὲν εἶναι ἀγαθός, παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Ξέρεις τὶς ἐντολές· μὴ μοιχεύσεις, μὴ σκοτώσεις, μὴν κλέψεις, μὴν ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου». Κι ἐκεῖνος τοῦ εἶπε· «῞Ολα αὐτὰ τὰ τηρῶ ἀπὸ τὰ νιάτα μου». ῞Οταν τ’ ἄκουσε ὁ ᾿Ιησοῦς τοῦ εἶπε· «῞Ενα ἀκόμη σοῦ λείπει· πούλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καὶ δῶσε τὰ χρήματα στοὺς φτωχούς, κι ἔτσι θὰ ἔχεις θησαυρὸ κοντὰ στὸν Θεό· κι ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις». Μόλις ἐκεῖνος τ’ ἄκουσε αὐτά, πολὺ στενοχωρήθηκε, γιατὶ ἦταν πάμπλουτος. ῞Οταν ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν εἶδε τόσο στενοχωρημένον, εἶπε· «Πόσο δύσκολα θὰ μποῦν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα! Εὐκολότερο εἶναι νὰ περάσει καμήλα μέσα ἀπὸ βελονότρυπα, παρὰ νὰ μπεῖ πλούσιος στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». ῞Οσοι τὸν ἄκουσαν εἶπαν· «Τότε ποιὸς μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» Κι ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε· «Αὐτὰ ποὺ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἀδύνατα, γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι δυνατά».

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ – 27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2016

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ   ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ
(Λκ. ιη΄ 18-27)
Ὁ νέος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ἀγαπητοί ἀδελφοί, έχει ἕναν πόθο, πού ἔχουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κι ἄς μήν τό ὁμολογοῦν οἱ περισσότεροι. Ποθεί τήν αἰώνια ζωή. «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσω ἵνα ζωήν αἰώνιον κληρονομήσω;», ρωτάει. Καί ὁ Χριστός τόν παραπέμπει στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. «Τίς ἐντολές τίς γνωρίζεις», τοῦ λέει. «Νά μήν πειράξεις ξένη γυναίκα, νά μή σκοτώσεις, νά μήν κλέψεις, νά μήν πάρεις ψεύτικο ὅρκο, νά τιμᾶς τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου». «Ὅλα αὐτά τά τήρησα ἀπό τά μικρά μου χρόνια», ἡ ἀπάντηση τοῦ νέου, ὁ ὁποῖος περιμένει ἀπόλυτα σίγουρος, τή δικαίωση ἀπό τόν Κύριο, ἀφοῦ τόν διαβεβαιώνει ὅτι ἐφαρμόζει καλά τό νόμο. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ δείχνει ἕναν ἄλλο δρόμο, τόν τέλειο νόμο τῆς ἀγάπης πρός τό Θεό καί τό συνάνθρωπο. Γιατί ἡ σωτηρία ἀπαιτεῖ ὁλοκληρωτικό δόσιμο τοῦ ἀνθρώπου στό Θεό καί αὐτό περνᾶ ἀπαραίτητα μέσα ἀπό τό ὁλοκληρωτικό δόσιμο πρός τό συνάνθρωπο.
«Ἕνα σου λείπει ἀκόμα», τοῦ λέει, «πούλησε τά ὑπάρχοντά σου, μοίρασέ τα στούς φτωχούς καί ἀκολούθησέ με». Αὐτό τό δρόμο τόν ἀκολούθησαν οἱ Ἀπόστολοι πού τ’ ἄφησαν ὅλα κι ἔγιναν μαθητές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἀσκητές πού ἀφιέρωσαν ὅλη τή ζωή τους σ’ αὐτόν, οἱ μάρτυρες πού θυσίασαν τά πάντα στό ὄνομά Του. Τώρα εἶναι ἡ στιγμή, πού ὁ πλούσιος νέος καλεῖται ἀπό τόν Κύριο νά τόν ἀκολουθήσει, ἀφοῦ γίνει πρῶτα εὐεργετικός στό συνάνθρωπο. Συγκρούεται όμως μέσα του, ἡ ἀγάπη πρός τό Θεό καί ἡ ἀγάπη πρός τά πλούτη. Προφανῶς ἡ ἀγάπη του γιά τόν πλοῦτο εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τήν ἀγάπη του γιά τό Θεό. Γι’ αὐτό φεύγει μακριά ἀπό τό Χριστό λυπημένος. Ὁ πλοῦτος τόν δεσμεύει στή γῆ καί δέν τόν ἀφήνει νά πετάξει στόν οὐρανό γιά νά κερδίσει τήν αἰώνια ζωή. Δέ μπορεῖ νά καταλάβει ὅτι πρέπει νά ἀνυψωθεῖ πάνω ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά γιά νά εἶναι πλήρης ἡ χαρά του, ἡ χαρά τῆς αἰώνιας ἀγάπης πού προσφέρει ἡ κοινωνία με τό Θεό.
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὅτι τά ὑλικά ἀγαθά εἶναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὅλα εὐλογημένα καί ὁ Θεός τά ἔχει δώσει ὅλα γιά ὅλους. Τονίζει ὡστόσο, ὅτι ἡ συσσώρευση τοῦ πλούτου στούς λίγους εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πτώσης τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀπομάκρυνσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό Θεό. Μακριά ἀπό τό Θεό αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά ἔχει κάτι δικό του, τά χρήματα, τά κτήματα, τήν περιουσία του. Συσσωρεύει πλοῦτο, ἀλλά ὁ πλοῦτος δέ φέρνει τήν εὐτυχία, ἐνέχει πολλούς κινδύνους. Καλλιεργεῖ τά πάθη στόν ἄνθρωπο, τή φιλαργυρία, τόν ἐγωισμό, τήν πλεονεξία, «ἤτις ἐστίν εἰδωλολατρία», κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἡ καρδιά τοῦ πλούσιου εἶναι κλειστή, βουτηγμένη στήν ἀγωνία καί στήν ἐρημιά της. Ἴσως εἶναι καί ἄδεια, κολλημένη στά ὑλικά ἀγαθά, ἀδύναμη νά προσφέρει καί νά μοιράσει. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός στή συνέχεια μᾶς λέει πώς «δυσκόλως οἱ τά χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Γιά νά καταλήξει ἀπαντώντας στήν ἐρώτηση τῶν μαθητῶν Του, «τίς δύναται σωθῆναι;», στή φράση «τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῶ ἐστι». Ἐκεῖνα πού εἶναι ἀδύνατο νά γίνουν μέ τήν ἀσθενική δύναμη τοῦ ἀνθρώπου, αὐτά εἶναι κατορθωτά μέ την παντοδυναμία καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ.
Θά πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε ὅλοι μας ὅτι, στό δρόμο πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, χρειαζόμαστε τή χάρη Του. Μόνο μέ τίς δικές μας δυνάμεις τίποτε δέν μποροῦμε νά πετύχουμε, δέ μποροῦμε νά ξεπεράσουμε τά πάθη μας. Εἶναι σαφής ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Ἡ θεία χάρη μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τά πάθη, μᾶς κινεῖ σέ μετάνοια, μᾶς καθαρίζει, μᾶς ἁγιάζει, μᾶς ζωογονεῖ, ἐνισχύει τήν ψυχή μας. Καί ἐκεῖνο πού φαίνεται ἀκατόρθωτο στήν ἀνθρώπινη προσπάθεια καί τά ἀνθρώπινα μέτρα ἐπιτυγχάνεται μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ.
Ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ζητήσει τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί νά δείξει τήν ἀγαθή προαίρεσή του. Τότε ἔρχεται ὁ Κύριος, με τή χάρη Του ὑπερνικᾶ ὅλα τά ἐμπόδια, νικᾶ τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται δυνατός. Ἀπαλλάσσεται σιγά σιγά ἀπό τά δεσμά, ἐξαγιάζεται, σκορπᾶ γύρω του τήν ἀγάπη καί τήν καλοσύνη, προχωρεῖ στό δρόμο τῆς ἀρετῆς.
Ἔτσι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπελευθερώνεται ὁ πιστός πλούσιος ἀπό τή δουλεία τοῦ πλούτου καί τόν χρησιμοποιεῖ στήν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν καί τῶν πονεμένων. Τότε βρίσκει θησαυρό καλύτερο, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τήν ἀγάπη πού γεμίζει τήν καρδιά του. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ πάλι, ὁ φτωχός πιστός ξέρει πῶς νά ἀντιμετωπίσει τή φτώχειά του. Γιατί δέ θά σωθεῖ ὁ φτωχός λόγω τῆς φτώχειάς του, οὔτε θά καταδικαστεῖ ὁ πλούσιος λόγω τοῦ πλούτου του. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπαλλάσσεται ὁ ἄνθρωπος, πλούσιος ἤ φτωχός, ἀπό τά πάθη του καί ὁ δρόμος πρός τή σωτηρία εἶναι ἀνοιχτός. «Ἡ θεία χάρις, ἡ σωτήριος πάσιν ἀνθρώποις εἴη μετά πάντων ὑμῶν» καί τότε «τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῶ ἐστι». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Εορτή Αγ. Αικατερίνης

Ιερά Μητρόπολις Σερβίων & Κοζάνης

 Πανηγυρίζει το  Επισκοπικό  Παρεκκλήσιο

της  Αγίας  Αικατερίνης


Την Παρασκευή 25η Νοεμβρίου 2016, εορτή της Αγίας Αικατερίνης της μεγαλομάρτυρος, πανηγυρίζει το ομώνυμο Παρεκκλήσιο του Επισκοπείου Κοζάνης.
Οι πανηγυρικές ιερές ακολουθίες, ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Παύλου, θα τελεσθούν στον Ιερό Καθεδρικό και Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου, όπου θα εκτίθεται προς προσκύνηση τίμιο λείψανο της Αγίας Αικατερίνης.
Το πρόγραμμα των ιερών ακολουθιών έχει ως εξής:
- Πέμπτη 24η Νοεμβρίου, ώρα 6.00 μ.μ.: Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός μετά αρτοκλασίας.
- Παρασκευή 25η Νοεμβρίου, ώρα 7.00 π.μ.: Όρθρος, Πανηγυρική Θεία Λειτουργία.
 Από την Ιερά Μητρόπολη

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2016

Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ



Ο σύγχρονος Γέροντας της Εύβοιας*
            Ο Γέρο-Ιάκωβος εγεννήθη το 1920 στα ματωμένα χώματα της Μικράς Ασίας, εις το Λιβίσι της Μάκρης, απέναντι από τη γειτονική μας νήσο Ρόδο-Καστελλόριζο.
            Ένεκεν αυτής της γειτονίας, ένιωθε πάντοτε μια ιδιαίτερη αγάπη για την Κύπρο. Η μάνα του Θεοδώρα, όταν ήθελε να παρακαλέσει την Παναγία, εγύριζε κατά τα βουνά του Κύκκου και φώναζε: «Παναγία του Κύκκου μου. Φύλαγε τα παιδιά του κόσμου και τα δικά μου». Αυτή τη σχέση της μάνας του με την Παναγία του Κύκκου, με την Κύπρο, θα την κληρονομήσει ο Γέροντας μαζί με όλη τη μικρασιατική παράδοση και θα τη μεταφέρει πρόσφυγας το 1922 στη βόρεια Εύβοια.
            Όταν τα καράβια της προσφυγιάς έφτασαν το 1922 στον Πειραιά, με τους πονεμένους πρόσφυγες να παρηγορούνται με τη σκέψη ότι θα τους αγκάλιαζε η μητέρα Ελλάδα, τότε άκουσαν τους ανθρώπους του λιμανιού να βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία: «Για τους δικούς μας ανθρώπους», έλεγε ο Γέροντας, «ήταν πρωτάκουστα ακούσματα, και όλοι φωνάξαμε· ‘‘παρά να βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία μας, καλύτερα πίσω στους Τούρκους’’». Οι κυνηγημένοι πρόσφυγες ήταν φορείς μιας άλλης παράδοσης, αυστηρής, καλογερικής. Και ο Γέροντας ένιωθε πάντοτε, ότι ήταν απόγονος αγίων ανδρών, αφού άκουε από τη μάνα του ότι καταγόταν από εφτά γενεές ιερέων. Ένας από αυτούς ήτο ασκητής στα Ιεροσόλυμα, την ίδια δε τη μάνα του Θεοδώρα ο π. Ιάκωβος τη χαρακτήριζε ως ασκήτρια. Είχε τόση αρετή η ευλογημένη αυτή γυναίκα, που προείδε τον θάνατό της πολλές μέρες πριν και τον ανακοίνωσε στα παιδιά της, για να τα προετοιμάσει.
            Την προσφυγική οικογένεια του Τσαλίκη τη δέχτηκαν τα φιλόξενα χώματα της βορείου Ευβοίας, συγκεκριμένα το χωριό Φαράκλα. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα στο δημοτικό σχολείο του χωριού, τα οποία ήσαν και τα τελευταία. Δεν συνέχισε ο Γέροντας στο γυμνάσιο. Ο πατέρας του, ένεκεν της φτώχειας, που είχαν τότε, τον έβγαλε από το σχολείο και τον έπαιρνε μαζί του στα κτίσματα, για να τον βοηθά.
Ο Γέροντας Ιάκωβος και η αγία Παρασκευή
            Τα βράδια, όταν όλοι κοιμόντουσαν στο σπίτι, έβγαινε κρυφά και πήγαινε σε ένα ξωκκλήσι του χωριού, για να προσευχηθεί, στην Αγία Παρασκευή. Εκεί έκανε πολλές μετάνοιες, όπως τον συνήθισε η μάνα του Θεοδώρα, και προσευχόταν για ώρες πολλές. Μετά γύριζε στο σπίτι, χωρίς να καταλαβαίνει κανείς τίποτα.
            Ένα βράδυ εκεί στο ξωκκλήσι, που γονατιστός ο μικρός Ιάκωβος προσευχόταν, είδε μια σκιά μέσα στο ιερό. Αυτός φοβήθηκε και το πρωί το είπε στη μάνα του. Η διακριτική κυρία Δωρούλα του λέει: «Μη φοβάσαι, Ιακωβάκο μου, το ράσο του παπά θα είναι και το φεγγάρι του κάνει σκιά.» Έτσι διασκέδασε το λογισμό του Ιακωβάκου της. Το βράδυ πήγε πάλι ο μικρός Ιάκωβος στο ξωκκλήσι για τον κανόνα του. Όταν τέλειωσε και εξερχόταν από το ταπεινό ξωκκλήσι, είδε κάτω από ένα μεγάλο δένδρο μια ψηλή μαυροφορεμένη γυναίκα να του κάνει νόημα να την πλησιάσει.
            Πήγε κοντά της και τον ρωτά:
            «Τι θέλεις, Ιάκωβέ μου, να σου χαρίσω για τις τόσες προσευχές, που κάνεις στο σπίτι μου;»
            «Ποια είσαι εσύ, καλή μου κυρία;»
            «Εγώ είμαι η αγία Παρασκευή και ό,τι μου ζητήσεις θα στο δώσω.»
            «Εγώ είμαι μικρός και δεν ξέρω τι θέλω, θα ρωτήσω όμως τη μάνα μου και ό,τι μου πει θα στο ζητήσω.»
            Το πρωί λέει στην ευλογημένη μάνα: «Μάνα, ψες έξω από το ξωκκλήσι είδα την αγία Παρασκευή και μου είπε, ό,τι της ζητήσω θα μου το δώσει. Τι να της ζητήσω, μάνα;» Άνοιξε τότε η μάνα τα δυο της χέρια διάπλατα, σαν να ’θελε να χωρέσουν όλον τον ουρανό, και έκραξε φωνή μεγάλη: «Την τύχη μου, αγία Παρασκευή, να μου δώσεις, την τύχη μου.»
            Την επομένη ο μικρός Ιάκωβος επανέλαβε, σαν γνήσιος υποτακτικός, τα λόγια της γερόντισσάς του στην αγία. Η αγία Παρασκευή, στην απλοϊκή απάντηση της μάνας Θεοδώρας απάντησε προφητικά: «Θα σου δώσω εγώ τύχη, να τη ζηλέψουν πολλοί.»
            Έλεγε αργότερα σ’ εμάς ο Γέροντας: «Και μήπως ψέματα μου είπε, παιδάκι μου, η αγία Παρασκευή; Μικρή τύχη μου έδωκε; Με έκαμε ιερέα των μυστηρίων του Θεού!» Και θυμόταν και μας διηγιόταν με το ιδιαίτερο γεροντικό του χιούμορ. «Όταν λειτουργούσε ο παπάς του χωριού, την ώρα, που οι ψάλτες έψαλλαν, ‘‘Οι τα Χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες’’, εγώ άκουα φτερουγίσματα γύρω από την Αγία Τράπεζα. Ο παπάς ενόμιζα ότι δεν έχει σώμα. Είναι άγγελος. Έλεγα έχει δυο κόκαλα στους ώμους, σαν κρεμάστρα, και κρέμονται τα ράσα απ’ εκεί.»
            Έτσι έβλεπαν την ιερωσύνη τα παιδικά μάτια της ψυχής του, και έτσι στ’ αλήθεια τα θεία πράγματα είναι. Έβλεπε τον παπά, σαν επίγειο άγγελο, που λειτουργεί με τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Από μικρός απόκτησε χερουβικούς οφθαλμούς, να θεωρεί τα επουράνια μυστήρια.
            Όταν μια μέρα ο παπάς του χωριού τον πήρε μαζί του στα μελίσσια, που είχε στο δάσος, κάπου πιάστηκαν τα ράσα του παπά και φάνηκε το παντελόνι από κάτω από το αντερί. Τότε για πρώτη φορά άρχισε να υποψιάζεται ότι και ο παπάς είναι άνθρωπος, «σάρκα φορών και τον κόσμο οικών».
            Στο χωριό γιατρός τα χρόνια εκείνα δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως ο πατήρ Ιάκωβος. Από τον καιρό, που ήτο δεκαπενταετής, όλοι οι κάτοικοι του χωριού έβλεπαν ότι ο Ιάκωβος του Τσαλίκη ήταν άνθρωπος του Θεού, σκεύος εκλογής, γι’ αυτό και τον φώναζαν, πάτερ Ιάκωβε. Όποιος αρρώσταινε, καλούσαν τον πατέρα Ιάκωβο, του διάβαζε μια ευχή και γινόταν καλά. Πολλές γυναίκες, που είχαν δυσκολίες στη γέννα, καλούσαν τον πατέρα Ιάκωβο να κάνει προσευχή, και αυτές αμέσως γεννούσαν. Έτσι μια μέρα ο παπάς του χωριού κάλεσε τον πατέρα Ιάκωβο, που ήτο τότε δώδεκα ή δεκατριών ετών, να διαβάσει την ετοιμόγεννη παπαδιά. «Επήρα και εγώ μια παλαιά εκκλησιαστική φυλλάδα προσευχών, που είχα, και με μεγάλη ντροπή γονάτισα σε μια γωνιά και έκανα την προσευχή για την παπαδιά.» Μόλις βγήκε ο Ιάκωβος από την πόρτα, η παπαδιὰ γέννησε το Βαγγελάκη.
Η μάνα του Γέροντα, Θεοδώρα
            Η μητέρα του Θεοδώρα «διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία αυτής», και βλέποντας αυτά τα σημεία στον Ιάκωβό της, αντελήφθη ότι το παιδί αυτό έχει ιερά αποστολή να επιτελέσει. Η μάνα του Γέροντα δεν ήτο μια οποιαδήποτε συνηθισμένη γυναίκα του λαού. Ο ίδιος ο Γέροντας την αποκαλούσε ασκήτρια. Περνούσε τη ζωή της με υπομονή στις θλίψεις, συνεχή νηστεία, αδιάλειπτη προσευχή, χαμαικοιτία. Μικρασιάτισσα. Γυναίκα της Ανατολής. Για τον π. Ιάκωβο ήτο η Γερόντισσά του, κι υποτασσόταν σ’ αυτή μέχρι την κοίμησή της. Μια μέρα βροχερή της είπε: «Μάνα πάλι βρέχει!» Και η αυστηρή Γερόντισσα του απάντησε επιτιμητικά: «Παιδί μου, Θεός είναι, ό,τι θέλει κάνει.»
            Η μάνα Θεοδώρα προείδε το θάνατό της πολλές μέρες πριν και προετοίμασε τα παιδιά της, για να μη λυπηθούν υπερβαλλόντως. Παρ’ όλα αυτά, ο ευαίσθητος π. Ιάκωβος κόντεψε να ξεψυχήσει και αυτός πάνω στον τάφο της αγίας μητέρας του. Ένεκεν αυτής του της στάσεως στον θάνατο της μάνας του, πάντα μας τόνιζε να είμεθα εγκρατείς στις θλίψεις και ότι η υπερβολική στενοχωρία ή λύπη είναι αμαρτία.
            Το 1952, αφού υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία, ο Γέροντας πήγε στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ, όπου έμεινε επί τριάντα εννέα έτη, δηλαδή μέχρι της κοιμήσεώς του. Είχε ήδη περάσει το τριακοστό έτος της ηλικίας ο Γέροντας, όταν έφτασε στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ. Εδώ έμελλε να επιτελέσει την ιερά αποστολή του, κατά τα προφητικά λόγια της μάνας Θεοδώρας.
            Στην είσοδο της μονής τον περίμενε ο ίδιος ο όσιος Δαβίδ. Όπως η αγία Παρασκευή υποσχέθηκε στο μικρό Ιακωβάκο μία ουράνια τύχη, έτσι και τώρα ο μέγας Γέροντας Δαβίδ υποδεχόταν τον αρτιγέννητο Γέρο-Ιάκωβο με την υπόσχεση: «Αν φυλάξεις ακτημοσύνη, παρθενία και υπακοή, παραμένοντας άχρι τέλους στη μονή, θα σε προσκυνήσουν αρχιερείς, οι πατριάρχες θα σε ευλαβούνται, πλούτος πολύς θα περάσει από μπροστά σου, αλλά δεν θα τον αγγίξεις.»
            Αυτή η πρώτη συνομιλία με τον όσιο Δαβίδ έμοιαζε με ακολουθία κουράς, όπου ο Γέροντας εισάγει τον υποτακτικό στον μυστικό κήπο της βασιλείας του Θεού. Ο όσιος Δαβίδ θα είναι πλέον ο Γέροντας του πατρός Ιακώβου, όπως άλλοτε η μάνα του Θεοδώρα. Εξάλλου έτσι ήταν και είναι γνωστός ο όσιος σ’ όλη την Εύβοια: Ο Γέροντας. Και το μοναστήρι του, η μονή του Οσίου Δαβίδ του Γέροντος.
            Η μονή είναι κτισμένη τον 16ο αιώνα, ένα αιώνα καρποφόρο για την Εκκλησία, παρόλα τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ο αιώνας αυτός προσέφερε πολλούς αγίους, τον άγιο Γεράσιμο, τον όσιο Διονύσιο τον εν Ολύμπω, τον άγιο Τιμόθεο, κτήτορα της μονής Πεντέλης, την οσιομάρτυρα Φιλοθέη την Αθηναία, τον όσιο Δαβίδ και άλλους, οι οποίοι έκτισαν μοναστήρια, απ’ όπου αντλούσε ο λαός του Θεού πίστη και ελπίδα.
Ο Γέροντας Ιάκωβος στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ
          Το 1952, έτος, που ο π. Ιάκωβος εισήλθε στη μονή του Οσίου Δαβίδ του  Γέροντος, το μοναστήρι ήτο ένα ετοιμόρροπο κτίριο, που επιζητούσε τον ανακαινιστή του. Έμεναν τότε στη μονή δύο τρεις αμόναχοι μοναχοί, ιδιορρυθμίτες, που δεν είδαν με καλό μάτι τον νέο μικρασιάτη καλόγερο. Του έδωσαν ένα ανώγειο κελί με τρύπιο πάτωμα, όπου στο ισόγειό του έβαζαν τα γίδια της μονής. Σ’ αυτό το περιβάλλον έζησε την αρχή της καλογερικής του ζωής, μόνος με το Μόνο Θεό, προσευχόμενος νυχθημερόν, ως επίγειος άγγελος, προσφέροντας τη λογική λατρεία, έχοντας τα άλογα ζώα στο ισόγειο. Τις καθημερινές Ακολουθίες στο καθολικό της μονής τις κάνει με τον ευλαβή και απλοϊκό μοναχό π. Ευθύμιο.
            Στα νότια της μονής και σε απόσταση είκοσι λεπτών οδοιπορικώς, πλάι σε χαράδρα, μέσα σε βράχο, βρίσκεται ένα μικρό σπήλαιο, γνωστό ως ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ. Σ’ αυτό ο όσιος Δαβίδ παρέμενε όλη τη βδομάδα, και το Σάββατο ανέβαινε στη μονή να λειτουργηθεί και να δώσει τις σοφές συμβουλές του. Αυτό το ασκητήριο στην τωρινή εποχή μας, όπου εψυχράνθη ο ζήλος των πολλών, δεχόταν τα βράδια ένα νεαρό επισκέπτη, ένα νέο ευχέτη, να δέεται υπέρ της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου. Ως γνήσιος υποτακτικός του Γέροντος οσίου Δαβίδ, ακολουθεί το παράδειγμά του, νηστεύων, αγρυπνών, προσευχόμενος «εν σπηλαίοις και όρεσι και ταις οπαίς της γης».
Ο Γέροντας προσεύχεται στο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ
            Όπως τότε ο μικρός Ιάκωβος πήγαινε κρυφά από τους δικούς του στο ταπεινό ξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, έτσι και τώρα μυστικά, όταν οι λίγοι της μονής κοιμόντουσαν, αυτός επήγαινε στο αγιασμένο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ για τη νυχτερινή του προσευχή.
            Έλεγε ο Γέροντας: «Τότε, παιδί μου, δεν υπήρχε δρόμος, ένα στενό μονοπάτι ήτο, και εμείς, μακριά από τον κόσμο, δεν είχαμε τον τρόπο μας να κινηθούμε τη νύχτα. Ούτε ένα φανάρι δεν είχαμε. Τόσο πόθο όμως είχα να πηγαίνω τα βράδια στο ασκητήριο του αγίου μας, και ας είμαι εκ φύσεως δειλός, που τολμούσα να πάω. Καθ’ οδόν όμως, αφού δεν έβλεπα, έπεφτα μέσα σε αυλάκια και χαράδρες και έτσι ήτο αδύνατο να φτάσω. Τότε παρακάλεσα: ‘‘Θεέ μου, φώτισέ μου τον δρόμο να φτάσω στο ασκητήριο.’’ Και ο καλός Θεός άκουσε το αίτημά μου. Από τα πολλά άστρα του ουρανού, μου έδωσε κι εμένα ένα. Αυτό πήγαινε μπροστά και μού ᾽φεγγε τον δρόμο. Εγώ, από πίσω του. Έτσι έφτανα στο ασκητήριο. Εκεί, ‘‘ελθών ο αστήρ, έστη επάνω του σπηλαίο’’· έκανα την προσευχή μου και μετά πάλιν μπροστά ο αστέρας μου φέγγει μέχρι την πόρτα της μονής. Οι πατέρες εκάθευδον και τίποτα δεν καταλάβαιναν από όλα αυτά.»
            Ένα βράδυ εκεί στο ασκητήριο οι δαίμονες, στην προσπάθειά τους να εκφοβίσουν τον Γέροντα, για να εμποδίσουν τις πυρφόρες αναβάσεις του στον ουρανό, μετασχηματίσθηκαν σε ένα σμήνος από σκορπιούς. Τον περικύκλωσαν από όλες τις πλευρές, ακόμη κι από την οροφή του σπηλαίου κρεμόντουσαν, σαν τσαμπιά από σταφύλι. Ο Γέροντας, επικαλούμενος τις πρεσβείες του οσίου Δαβίδ και πιστεύοντας ακράδαντα στην αψευδή δωρεά του Κυρίου στους μαθητές του, που τους έδωσε την εξουσία «του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων», διέλυσε τις μηχανές και φαντασίες του νοερού εχθρού.
            Αυτά είναι μερικά περιστατικά, ενδεικτικά των ασκητικών αγώνων του Γέροντα, που τον αναδεικνύουν εφάμιλλο συνεχιστή των παλαιών οσίων του Γεροντικού και της ερήμου.
            Τα χρόνια περνούσαν, οι παλαιοί πατέρες της μονής απήρχοντο εκ του κόσμου τούτου, και δύο νέοι μοναχοί έρχονται βοηθοί του Γέροντος στην αναστήλωση της μονής, αναστήλωση πνευματική και κτιριακή. Το 1962 ήρθε στη μονή ο π. Κύριλλος και αργότερα, μετά τον θάνατο της συζύγου του, ο π. Σεραφείμ. Το 1975 ο Γέροντας χειροθετεῖται ηγούμενος και πνευματικός. Η πνευματική πατρότης στο πρόσωπο του π. Ιακώβου δεν ήτο ψιλός τίτλος, αλλά χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, που το γευόταν κάθε πονεμένη ψυχή, όταν τον πλησίαζε, και ξεδιψούσε τη δίψα της. Η μονή επί των ημερών του διπλασιάζεται κτιριακά με ξενώνες, τραπεζαρία για τους προσκυνητές, καμπαναριό κλπ., ενώ ταυτόχρονα ο ναός ευπρεπίστηκε έτσι, που να ξαναβρεί η μονή το αρχέγονο κάλλος της.
Το μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ
            Η φήμη της μονής, για τα θαύματα του οσίου Δαβίδ, τον αγιασμένο ηγούμενό της, και την αβραμιαία φιλοξενία των πατέρων της ξεπερνά τα όρια της Εύβοιας. Γίνεται πανελλήνιο προσκύνημα, πανορθόδοξη αναφορά του αιώνα μας. Από όλα τα μέρη της Ελλάδας φτάνουν προσκυνητές, για να αποθέσουν στο πετραχήλι του Γέροντα τον πόνο και τις αμαρτίες τους. Πολλές φορές έκπληκτοι ακούαμε από τον διορατικό Γέροντα την αμαρτία ή το πρόβλημά μας, πριν ακόμα το εκφράσουμε. Ο προσεκτικός προσκυνητής θα έπρεπε να αντιληφθεί, ότι οι διάφορες διηγήσεις του Γέροντα – ιστορίες της μάνας του από τη Μικρά Ασία και της κατοπινής μοναχικής του ζωής – τον αφορούσαν προσωπικά. Ο Γέροντας, ως γνήσιος ανατολίτης, που ήτο, μιλούσε και φώτιζε τις πικραμένες ψυχές με ιστορίες και παραβολές, για να ακούγονται γλυκύτερα οι ιαματικές του συμβουλές. Στην τράπεζα, στην κουζίνα, στη μεγάλη αυλή της μονής, παντού και πάντοτε είχε κάτι να διηγηθεί από τη ζωή του. Και αυτό το κάτι συχνά αφορούσε τη δική μας ζωή. Όλα αυτά τα διηγιόταν με ιδιαίτερη χάρη, αφού τον χαρίτωνε το Άγιο Πνεύμα, με απαράμιλλη παραστατικότητα, με τις ανάλογες κινήσεις και φωνές, που απαιτούσε η κάθε διήγηση. Είχε μιμητική ικανότητα, που τον καθιστούσε χάρμα ακοής και οφθαλμών.
Ο φιλακόλουθος Γέροντας Ιάκωβος
            Αυτός ήτο ο Γέρο-Ιάκωβος πριν την Ακολουθία, απλούς και χαριέστατος. Μέσα στον ναό, στη λατρεία, γινόταν άλλος άνθρωπος. Επίγειος άγγελος, «συλλειτουργών», όπως ο ίδιος έλεγε, «με Χερουβίμ και Σεραφίμ». Χωρίς να είναι ιδιαίτερα ψηλός, έδινε την αίσθηση ενός μεγαλοπρεπούς άρχοντα, που με ύφος υψηλού κηρύγματος κατά την ανάγνωση του εξάψαλμου και ευαγγελίου αναγγέλλει την παρουσία του Κυρίου στην κάθε Λειτουργία. Ήταν, όπως λέμε, μεγαλοπρεπής εν απλότητι.
            Κατά τη διάρκεια των Ακολουθιών του συνέβαιναν πολλά πνευματικά γεγονότα, τα οποία μετά μας διηγείτο. Όταν εμνημόνευε στην προσκομιδή, έβλεπε πολλές φορές τις ψυχές των παλαιών πατέρων της μονής να ζητούν τις προσευχές του. Πόση θλίψη είχε, όταν μας περιέγραψε αργότερα τη μετά θάνατο κατάσταση μερικών εξ αυτών.
            Όταν εκάλυπταν τα Τίμια Δώρα ευλαβείς ιερείς την ώρα, που έθεταν τον αστερίσκο επάνω του αμνού, έβλεπε ένα φωτοειδή αστέρα επάνω από το κεφάλι του ιερουργούντος ιερέως. Κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας την περισσότερη ώρα, όταν το επέτρεπε η στιγμή, ήτο γονυπετής.
            Εντύπωση προκαλούσε η άμεση σχέση, που είχε με τον όσιο Δαβίδ. Όταν κάποτε οι κάτοικοι του χωριού Λιβανάτες ήρθαν, για να πάρουν την κάρα του οσίου στο χωριό τους με σκοπό να κάνουν παράκληση για να βρέξει εκείνη την άνυδρη χρονιά, ο Γέροντας πήγε μπροστά στην εικόνα του οσίου και του μίλησε, μάλλον τον διέταξε μετά παρρησίας: «Γέρο, ήρθαν οι χωριανοί σου να σε πάνε στους Λιβανάτες για την ανομβρία. Σε παρακαλώ τώρα, που θα πάμε, να μπουμπουνίσεις. Πρόσεξε, μη με προσβάλεις!» Και ο όσιος Δαβίδ τον άκουσε αμέσως. Μετά την παράκληση, άρχισαν δυνατές βροχές. Αυτή την άμεση σχέση, που είχε με τον όσιο Δαβίδ, την περιέγραφε σανμία τηλεφωνική κλήση: «Εγώ, παιδί, τα λέγω στο αυτί του αγίου, και αυτός ανοίγει γραμμή με τον Χριστό μας!»
            Ο όσιος Δαβίδ εξεπλήρωσε στο ακέραιο τις υποσχέσεις, που έδωκε στον Γέροντα, όταν πρωτοεισερχόταν στη μονή. Πατριάρχες και αρχιερείς εξομολογήθηκαν κοντά του και ζητούσαν τις αποτελεσματικές ευχές του. Ο μακαριστός οικουμενικός πατριάρχης Δημήτριος του έστειλε επιστολές και ο νυν πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος τον επισκέφθηκε. Ο Αλεξανδρείας Νικόλαος επίσης. Οι ένδοξοι της γης μπροστά του εταπεινώθησαν, όπως ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας Ανδρέας Παπανδρέου, όταν συναντήθηκαν σε νοσοκομείο των Αθηνών. Ο ταπεινός Ιακωβάκος, που δεν πήγε γυμνάσιο, για να βοηθά τον φτωχό πατέρα του στα κτίσματα, έγινε διαχειριστής πολλών εκατομμυρίων δραχμών. Κατά το προφητικό λόγιο του οσίου Δαβίδ, δεν τα άγγιξε τα χρήματα. Τα πήρε, για να τα σκορπίσει, ως άλλος Ιωάννης Ελεήμων, σε φτωχούς και άπορους. Αυτό όμως, που πλούσια έδωσε σ’ εμάς τους φτωχούς τότε φοιτητές, είναι η ζωντανή πίστη ότι –όπως τακτικά ο ίδιος ομολογούσε– «ζει Κύριος ο Θεός μου», ποιών στις δύσκολες μέρες μας στο πρόσωπο του αγιασμένου θεράποντα Του ένδοξά τε και εξαίσια.
            Ήταν τέτοιας θέρμης η ζέση της πίστεώς του, που το Πάσχα πήγαινε στο κοιμητήριο της μονής και έλεγε, «Χριστός Ανέστη» στους κεκοιμημένους πατέρες, τα δε Χριστούγεννα η ευαίσθητη καρδία του συνέχιζε τον εορτασμό και την πανήγυρη της ημέρας μέσα στο γειτονικό δάσος. Εκεί όλως τυχαία και ξαφνικά ακούσαμε φωνή να ψάλλει: «Χριστός γεννάται δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε… Άσατε τω Κυρίω πάσα η γη…». Ήταν η φωνή του Γέροντα, που έψαλλε με τα χέρια αναπεπταμένα στον εορτάζοντα ουρανό ανάμεσα στα γέρικα πλατάνια, ενώ σμήνος πουλιών συνεόρταζε τριγύρω του.
            Αυτές τις καταβασίες έψαλλε την ημέρα των Εισοδίων της Παναγίας κατά το παρελθόν έτος 1991. Μετά εξομολόγησε τον αδελφό Γεννάδιο και τον παρεκάλεσε να μείνει, γιατί «το απόγευμα θα χρειαστεί», όπως είπε, «να τον αλλάξει». Πράγματι το απόγευμα εκοιμήθη, για να κάνει μαζί με τα Εισόδια της Θεοτόκου τη δική του είσοδο στον εορτάζοντα ουρανό.
            Ο Γέροντας Πορφύριος, που ετοίμαζε εκείνες τις μέρες τη δική του έξοδο από αυτό τον κόσμο, είπε: «Εκοιμήθη ο Γέρο-Ιάκωβος, ένας από τους μεγαλύτερους αγίους του αιώνα μας. Είχε μέγα διορατικό και προορατικό χάρισμα, το οποίο έκρυβε επιμελώς, για να μη δοξάζεται.»
             Κύριε Παντοκράτορ, ο Θεός των πατέρων ημών Ιακώβου και Πορφυρίου, «γένου ίλεως επί ταις αμαρτίας ημών, και ελέησον ημάς».


* Το παρόν κείμενο του Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου, πνευματικού τέκνου του οσιακής μνήμης Γέροντος Ιακώβου, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» του Συλλόγου «Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους» της Κύπρου. Το κείμενο συνέγραψε ο Μητροπολίτης Μόρφου, όταν ήταν ακόμη διάκονος στην ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου του Κοντού, στη Λάρνακα. Αποτελεί στην ουσία το πρώτο δημοσιευμένο κείμενο, που αναφέρεται στον βίο του Γέροντος Ιακώβου. Το κείμενο γράφτηκε τό 1992, λίγους μήνες μετά την κοίμηση του Γέροντος Ιακώβου.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...