ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
(Μτθ. κε΄, 31-46)
Τὴ σημερινή Κυριακή, ἀγαπητοί μου
ἀδελφοί, ἡ Ἐκκλησία τήν ὀνομάζει Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω, γιατί στή διάρκεια
τῆς ἑβδομάδας πού ἀκολουθεῖ ἀρχίζει μιά περιορισμένη νηστεία, «ἀποχή
κρέατος» ὅπως παραγγέλλουν τά λειτουργικά βιβλία. Αὐτή ἡ παραγγελία
γίνεται κατανοητή μόνο μέσα στό φῶς τῆς παιδαγωγίας τῆς Ἐκκλησίας γιά
τούς πιστούς. Ἀρχίζει νά μᾶς «προσαρμόζει» στή μεγάλη προσπάθεια πού
θά ἀπαιτήσει ἀπό ’μᾶς ἑπτά μέρες ἀργότερα. Σταδιακά μᾶς βάζει στό μεγάλο
ἀγώνα, γιατί γνωρίζει τήν εὐπάθειά μας καί προβλέπει τήν πνευματική μας
ἀδυναμία.
Ἐπίσης, τήν παραμονή τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σέ μιά παγκόσμια ἀνάμνηση ὅλων «τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ᾽ ἐλπίδι ἀναστάσεως, ζωῆς αἰωνίου».
Αὐτή πραγματικά εἶναι ἡ μεγάλη μέρα τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν ὁποία
προσευχόμαστε γιά τά μέλη της πού ἔχουν κοιμηθεῖ. Γιά νά καταλάβουμε τό
νόημα πού ὑπάρχει στή σχέση τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί τῆς προσευχῆς γιά
τούς κοιμηθέντες θά πρέπει νά θυμηθοῦμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι ὁ
τρόπος τῆς ἀγάπης. Ὁ Χριστός δέν ἄφησε στούς μαθητές Του μιά διδασκαλία
ἀτομικῆς σωτηρίας, ἀλλά τήν καινούργια ἐντολή τοῦ «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους»
καί πρόσθεσε: «Ἔτσι θά φαίνεται ὅτι εἶστε μαθητές μου, ἐάν ἔχετε ἀγάπη
μεταξύ σας» (Ἰω. 13,35). Ἡ ἀγάπη ἑπομένως εἶναι τό θεμέλιο καί ἡ οὐσία
τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία, κατά τόν ἅγιο Ἰγνάτιο Ἀντιοχείας, εἶναι
«ἑνότητα πίστεως καί ἀγάπης». Ἁμαρτία εἶναι πάντοτε ἡ ἀπουσία τῆς
ἀγάπης, καί ἑπομένως εἶναι ὁ χωρισμός, ἡ ἀπομόνωση, ὁ πόλεμος ὅλων
ἐναντίον ὅλων. Ἡ νέα ζωή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός καί πού μεταβιβάζεται
σέ μᾶς μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα μιά ζωή συνδιαλλαγῆς,
«συναγωγῆς ὅλων τῶν διασκορπισμένων σέ ἑνότητα», ἡ ἀποκατάσταση τῆς
σπασμένης ἀπό τήν ἁμαρτία ἀγάπης.
Ἡ προσευχή γιά τούς «κεκοιμημένους»
εἶναι μιά βασική ἔκφραση τῆς Ἐκκλησίας σάν ἀγάπης. Ζητᾶμε ἀπό τό Θεό νά
θυμηθεῖ αὐτούς πού κι ἐμεῖς θυμόμαστε καί τούς θυμόμαστε ἀκριβῶς γιατί
τούς ἀγαπᾶμε. Προσευχόμενοι γι᾽ αὐτούς τούς συναντᾶμε «ἐν Χριστῷ», ὁ
ὁποῖος εἶναι ἀγάπη, καί πού -ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι Ἀγάπη- ξεπερνάει τό
θάνατο πού εἶναι ἡ τελική νίκη τοῦ χωρισμοῦ καί τῆς ἔλλειψης τῆς ἀγάπης.
Μέσα στό Χριστό δέν ὑπάρχουν ζωντανοί καί πεθαμένοι γιατί ὅλοι εἶναι «ζῶντες ἐν Αὐτῷ». Αὐτός εἶναι ἡ Ζωή καί αὐτή ἡ Ζωή εἶναι τό φῶς τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγαπώντας τό Χριστό ἀγαπᾶμε ὅλους ἐκείνους πού βρίσκονται ἐν Αὐτῷ.
Αὐτή ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τό θέμα τῆς
σημερινῆς Κυριακῆς. Τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας εἶναι ἡ παραβολή
τοῦ Χριστοῦ γιά τήν Τελευταία Κρίση. Μιά παραβολική ἱστορία, πού ὅπως
καί ὅλες οἱ ἄλλες πού ἀφηγήθηκε ὁ Χριστός, εἶναι ἁπλή στή γλώσσα,
σύντομη, σαφής καί δανείζεται καί πάλι εἰκόνες ἀπό τόν κόσμο τῶν
ἀκροατῶν του.
Ὁ Χριστός θά ἔρθει καί πάλι στόν κόσμο,
αὐτή τή φορά γιά νά κρίνει τόν κόσμο. Ποιό θά εἶναι τό κριτήριό Του; Ἡ
παραβολή μᾶς δίνει τήν ἀπάντηση· τό κριτήριο θά εἶναι ἡ ἀγάπη – ὄχι ἕνα
ἁπλό ἀνθρωπιστικό ἐνδιαφέρον γιά μιά ἀφηρημένη δικαιοσύνη καί γιά
κάποιους ἀνώνυμους «φτωχούς», ἀλλά ἡ συγκεκριμένη καί προσωπική ἀγάπη
γιά τόν ἄνθρωπο, γιά κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο μέ τό ὁποῖο ὁ Θεός μᾶς
φέρνει σέ ἐπαφή στή ζωή μας.
Αὐτή ἡ διάκριση εἶναι πολύ σημαντική,
γιατί σήμερα ὅλο καί περισσότεροι χριστιανοί ἔχουν τήν τάση νά ταυτίζουν
τή χριστιανική ἀγάπη μέ τίς πολιτικές, οἰκονομικές καί κοινωνικές
φροντίδες. Μέ ἄλλα λόγια, ἔχουν τήν τάση νά μετατοπίζουν τό ἐνδιαφέρον
ἀπό τό μοναδικό πρόσωπο καί τό μοναδικά προσωπικό προορισμό του στίς
ἀνώνυμες ὀντότητες, ὅπως εἶναι οἱ «ἐθνότητες», οἱ «φυλές» κ.λ.π. Ὄχι
ὅτι αὐτές οἱ φροντίδες εἶναι λανθασμένες.
Ὅλα αὐτά, σίγουρα, προέρχονται ἀπό τή
χριστιανική ἀγάπη. Ἀλλά ἡ χριστιανική ἀγάπη, αὐτή καθαυτή εἶναι κάτι
διαφορετικό καί αὐτή ἡ διαφορά θά γίνει κατανοητή καί θά διαφυλαχθεῖ ἄν ἡ
Ἐκκλησία διατηρήσει τή μοναδική ἀποστολή της, πού εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ
σωτηρία τοῦ κόσμου, καί δέ γίνει μιά συνηθισμένη «κοινωνική ὑπηρεσία»
πού ἀσφαλῶς δέν εἶναι στή φύση της. Ἡ χριστιανική ἀγάπη κάνει δυνατό τὸ
ἀδύνατο, νά βλέπω δηλαδή τό Χριστό στό πρόσωπο κάθε ἀνθρώπου,
ὁποιοσδήποτε κι ἄν εἶναι αὐτός, καί τόν ὁποῖο ὁ Θεός, μέσα στό αἰώνιο
καί μυστηριῶδες σχέδιό Του, ἔχει ἀποφασίσει νά φέρει μέσα στή ζωή μου
ἔστω καί γιά λίγες στιγμές νά τόν φέρει κοντά μου, ὄχι σάν μιά εὐκαιρία
γιά «καλή πράξη» ἡ γιά ἐξάσκηση τῆς φιλανθρωπίας μου, ἀλλά σάν ἀρχή μιᾶς
ἀδιάκοπης συντροφιᾶς μέσα στόν ἴδιο τὸ Θεό. Ἡ χριστιανική ἀγάπη
ξεπερνάει τήν ἐξωτερική ἐμφάνιση, τήν κοινωνική θέση, τήν ἐθνική
καταγωγή, τή διανοητική ἱκανότητα καί φτάνει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τή
μοναδική καί μοναδικά προσωπική «ρίζα» τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, τό
ἀληθινό κομμάτι τοῦ Θεοῦ μέσα του. Ἄν ὁ Θεός ἀγαπάει κάθε ἄνθρωπο εἶναι
ἀκριβῶς γιατί Αὐτός μόνο γνωρίζει τόν ἀτίμητο καί ἀπόλυτα μοναδικό
θησαυρό, τήν «ψυχή» ἤ τό «πρόσωπο», πού ἔδωσε στόν κάθε ἄνθρωπο. Ἡ
χριστιανική ἀγάπη λοιπόν εἶναι ἡ συμμετοχή σ᾽ αὐτή τή θεϊκή γνώση, εἶναι
τό δῶρο αὐτῆς τῆς θεϊκῆς ἀγάπης. Δέν ὑπάρχει «ἀπρόσωπη» ἀγάπη, γιατί
ἀγάπη εἶναι ἡ ὑπέροχη ἀνακάλυψη τοῦ «προσώπου» στόν «ἄνθρωπο», ἡ
ἀνακάλυψη τοῦ συγκεκριμένου καί μοναδικοῦ προσώπου μέσα στό σύνολο
γενικά.
Ἀπό αὐτή τήν ἄποψη ἡ χριστιανική ἀγάπη
εἶναι μερικές φορές τό ἀντίθετο ἀπό τήν «κοινωνική δραστηριότητα» μέ τήν
ὁποία συχνά σήμερα ταυτίζεται ὁ Χριστιανισμός. Γιά ἕναν ἄνθρωπο μέ
κοινωνική δραστηριότητα τό ἀντικείμενο τῆς ἀγάπης δέν εἶναι τό «πρόσωπο»
ἀλλά ὁ «ἄνθρωπος, μιά δηλαδή ἀφηρημένη μονάδα μιᾶς, ὄχι λιγότερο,
ἀφηρημένης Ἀνθρωπότητας». Ἀλλά γιά τό Χριστιανισμό, ὁ ἄνθρωπος εἶναι
«ἀξιαγάπητος» ἀκριβῶς γιατί εἶναι πρόσωπο. Ἐκεῖ τὸ πρόσωπο χάνεται μέσα
στόν ἄνθρωπο· ἐδῶ ὡς ἄνθρωπος θεωρεῖται μόνο τὸ πρόσωπο, τό ὁποῖο στό
σημερινό εὐαγγέλιο καί ὄχι μόνο ταυτίζεται μέ τό πρόσωπο τοῦ ἴδιου του
Χριστοῦ. Ὁ «κοινωνικός ἐργάτης» δέν ἐνδιαφέρεται γιά τά συγκεκριμένα
πρόσωπα καί ἄνετα τὰ θυσιάζει γιά τό «γενικό συμφέρον». Ὁ Χριστιανισμός
μπορεῖ νά φαίνεται ὅτι εἶναι -καί σέ μερικές περιπτώσεις πραγματικά
εἶναι- μᾶλλον διστακτικός γι᾽ αὐτὴ τήν ἀόριστη Ἀνθρωπότητα, ἀλλά
διαπράττει θανάσιμη ἁμαρτία ἐναντίον τοῦ ἐαυτοῦ του κάθε φορὰ πού
ἀδιαφορεῖ καί δέν ἀγαπάει τό κάθε συγκεκριμένο πρόσωπο.
Ἡ παραβολή πού ἀκούσαμε σήμερα γιά τήν Τελευταία Κρίση ἀναφέρεται στή χριστιανική ἀγάπη. Οἱ ἄνθρωποι βρίσκονται «ἐν φυλακῇ»,
εἶναι «πεινῶντες καί διψῶντες» ἀκριβῶς γιατί τούς λείπει αὐτή ἡ
προσωπική ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι δῶρο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Γιά τήν
ἄσκηση αὐτῆς τῆς ἀγάπη ἔχουμε προσωπική εὐθύνη. Ἔτσι εἴτε ἔχουμε εἴτε
δέν ἔχουμε ἀποδεχτεῖ αὐτή τήν εὐθύνη, εἴτε ἀγαπήσαμε εἴτε ἀρνηθήκαμε τήν
ἀγάπη, πρόκειται νά κριθοῦμε. Ὁ Χριστός μᾶς βεβαιώνει «ἐφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε». Ἀμήν.
ΑΙΚ.Π.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου