Παρασκευή 19 Μαρτίου 2010

Στην εκκλησία









Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

Την εκκλησία αγαπώ - τα εξαπτέρυγά της,
τ' ασήμια των σκευών, τα κηροπήγιά της,
τα φώτα, τες εικόνες της, τον άμβωνά της.

Εκεί σαν μπω, μες σ' εκκλησία των Γραικών·
με των θυμιαμάτων της τες ευωδίες,
με τες λειτουργικές φωνές και συμφωνίες,
τες μεγαλοπρεπείς των ιερέων παρουσίες
και κάθε των κινήσεως τον σοβαρό ρυθμό-
λαμπρότατοι μες στων αμφίων τον στολισμό-
ο νους μου πιαίνει σε τιμές μεγάλες της φυλής μας,
στον ένδοξό μας Βυζαντινισμό.

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

Εκκλησιαστική περιουσία. Ιστορική αναδρομή. Νέα πρόταση

http://www.parembasis.gr/2009/09_10_13.htm

Εισήγηση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου ενώπιον της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Δημοσιεύουμε αποσπάσματα της εισηγήσεως του Μακαριωτάτου στην Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας μας σχετικά με το θέμα της Εκκλησιαστικής περιουσίας, για την ενημέρωση των αναγνωστών μας.
Στην εισαγωγή της εισηγήσεώς του ο Μακαριώτατος μίλησε για «μία άλλη θέαση του θέματος, τέτοια, που μακρυά από λαϊκισμούς, ιδιοτέλειες και προπαγάνδα, να συντελέση σε μια ειδική ανάπτυξη προς ωφέλεια της κοινωνίας μας και ιδιαίτερα των δοκιμαζομένων συνανθρώπων μας».
Και αφού, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην πρώτη προσπάθεια από την Κυβέρνηση Καποδίστρια δημιουργίας «γαζοφυλακίου» από τις εισφορές των Μοναστηριών για την βελτίωση και συντήρηση των Εκκλησιών και της Παιδείας (ιερατικές σχολές, σχολεία, ορφανοτροφεία, τυπογραφεία κλπ.), συνέχισε:
* * *
... Στίς δεκαοκτώ Ιανουαρίου 1833 φθάνει στην Ελλάδα ο Βασιλεύς Όθων και η μετ’ αυτού τριανδρία της Αντιβασιλείας. Ένας άλλος άνεμος πνέει πλέον επηρεασμένος από τα εκκλησιαστικά γεγονότα της Βαυαρίας του 1803 και με τάση η μέχρι τώρα περιέχουσα το γένος Εκκλησία να γίνη μια ασήμαντη κρατική υπηρεσία του κρατικού οργανισμού.
Στις 23 Ιουλίου (4 Αυγούστου) 1833 δημοσιεύθηκε η ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ περί της ανεξαρτησίας της Ελληνικής Εκκλησίας, στις 25 του ιδίου μηνός διορίσθηκε το «προσωπικόν της Ιεράς Συνόδου» και στις 19 Δεκεμβρίου 1833 υλοποιείται η σχεδιασμένη των Μοναστηρίων καταστροφή. Έτσι ορίσθηκαν τα εξής:
α. «Όλα τα εγκαταλελειμμένα και έρημα μοναστήρια, όσα δηλαδή δεν έχουν κανένα μοναχόν, τον αριθμόν εκατόν δέκα εξ, ήτοι 116, και μοναστηριακά κτήματα θέλουν εισοδεύεσθαι από του νυν δια των γενικών Εφόρων εις λογαριασμόν του δημοσίου και προς την σκοπουμένην βελτίωσιν των Εκκλησιαστικών και της Παιδείας».
β. Υπό την αυτήν κατηγορίαν υπάγονται και 119 μοναστήρια, εν οις ολίγοι τινες μονάζουν ακόμη και νυν, όχι πλέον των 6 μοναχών, αφ' ου ούτοι μετατεθώσιν εις άλλα μοναστήρια.
γ. Τα υποβαλλόμενα εις φόρον μοναστήρια διακόσια είκοσι εξ, ήτοι 226, καθυποβάλλονται εις έρανον τακτόν συμποσουμένου του όλου κεφαλαίου τούτου εις δραχμάς τετρακοσίας και πέντε χιλιάδας και εξακοσίας πεντήκοντα, ήτοι 405.650.
......
Κατά το άρθρον 9 «Η διαχείρισις των προς βελτίωσιν των Εκκλησιαστικών και των σχολείων προσδιωρισμένων τούτων εισοδημάτων ανήκει αποκλειστικώς εις την Υμετέραν επί των Εκκλησιαστικών και την Παιδείαν Γραμματείαν» (25/Σεπτεμβρίου 1833).
...
Ο επί των Εκκλησιαστικών Γραμματεύς Σπ. Τρικούπης στέλνει προς την Σύνοδον σχέδιον του Διατάγματος για το Εκκλησιαστικόν Ταμείον, εις το οποίον είναι σαφέστατος:
«Η ανάγκη συστάσεως του Ταμείου τούτου» γράφει «κρίνεται τοσούτω μάλλον κατεπείγουσα, καθ’ όσον, εκτός της εις αυτό αποκειμένης καταλλήλου των Επισκόπων προικοδοτήσεως και της μισθοδοσίας του κλήρου, τα σχολεία του Κράτους, παραμεληθέντα τοσούτους ήδη μήνας δι ?λλειψιν χορηγίας διαρκούς, κινδυνεύουν να παραλύσουν».
Στις 13 Δεκεμβρίου 1838 δημοσιεύεται το Διάταγμα συστάσεως του Εκκλησιαστικού Ταμείου, το οποίον χαρακτηρίζεται ανεξάρτητον και ειδικόν.
...
Στο θέμα αυτό αναφερόμενος ο Charles A. Frazee γράφει:
Την 1η Δεκεμβρίου 1834 η Κυβέρνηση ίδρυσε ένα εκκλησιαστικό ταμείο, που προοριζόταν να συλλέξη τα εισοδήματα από την ενοικίαση των κτημάτων των μοναστηριών που κλείστηκαν, τα χρήματα από την πώληση εκκλησιαστικών γαιών και από όλα τα κληροδοτήματα και τις δωρεές προς την Εκκλησία. Επίσης θα φρόντιζε να βρίσκονται υπό τον αυστηρό έλεγχο της πολιτείας τα εκκλησιαστικά έξοδα. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε, ότι ο προϋπολογισμός της Κυβέρνησης το 1833 έδειχνε, ότι τα συνολικά έξοδα του Υπουργείου Εκκλησιαστικών ήταν 114.836 δραχμές. Το Εκκλησιαστικό ταμείο, όταν ιδρύθηκε (13 Δεκεμβρίου 1834) εισέπραττε κάτι λιγότερο από 190.000 δρχ. τον χρόνο.
....
Δύο προσπάθειες των Συνόδων των ετών 1836 και 1839 που ζητούν «παρά της Κυβερνήσεως Σχολεία Εκκλησιαστικά εις Εκπαίδευσιν του Κλήρου» δεν βρήκαν ανταπόκριση.
...
Ο Αρχιεπίσκοπος Μελέτιος Μεταξάκης πολύ αργότερα θα ζητήση εξηγήσεις για την τύχη της εκκλησιασιαστικής αυτής περιουσίας, για την αξιοποίηση και εκδαπάνηση των συλλεγέντων χρημάτων ως και στοιχεία για την εξέλιξη του Εκκλησιαστικού Ταμείου, για να πάρη την απάντηση: «Η προ τινων ετών εκσπάσασα πυρκαϊά εις το Υπουργείον Παιδείας κατέστρεψε τα αρχεία αυτού και ως εκ τούτου δεν δυνάμεθα να σας πληροφορήσωμεν».
Όσοι προσδοκούσαν την βελτίωσιν των εκκλησιαστικών πραγμάτων μετά την χορήγηση του Αυτοκεφάλου στην Εκκλησία της Ελλάδος απογοητεύθηκαν με την έκδοσιν των σχετικών Νόμων Ξ καί ΞΑ . Η διοικούσα Εκκλησία συνέχισε να ζη την Βαβυλώνεια αιχμαλωσία και ομηρεία της. Επί εβδομήντα τρία χρόνια τα μέλη της Ιεραρχίας της δεν είχαν το δικαίωμα να συνέρχονται εις σώμα και ο βασιλικός η Κυβερνητικός Εκπρόσωπος ήταν καθοριστικός παράγων στην λειτουργία της Συνόδου αφού τα πρακτικά της Ιεράς Συνόδου άνευ της υπογραφής του καθίσταντο άκυρα.
Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή (1922) άρχισε η ληστρική απαλλοτρίωση των μοναστηριακών κτημάτων από το ελληνικό κράτος χωρίς να λαμβάνεται αντίστοιχη φροντίδα για τα οικονομικά προβλήματα της Εκκλησίας. Από το 1917 έως το 1930 απαλλοτριώθηκαν εκκλησιαστικές εκτάσεις αξίας άνω του ενός δισεκατομμυρίου προπολεμικών δραχμών και το Κράτος αντ’ αυτών κατέβαλε τότε στο «Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο» μόνο το 4% (40 εκατομμύρια δραχμές). Τα υπόλοιπα 960 εκατομμύρια δραχμές οφείλονται ακόμη.
Με το Ν. 4684/1931 η Μοναστηριακή περιουσία διαιρέθηκε σε διατηρητέα και εκποιητέα. Τα έσοδα της εκποιηθείσης περιουσίας κατατέθηκαν ως κεφάλαιο, από τους τόκους του οποίου θα λαμβάνονταν οι πόροι για την διοίκηση, τις οικονομικές ανάγκες της Εκκλησίας και την μισθοδοσίαν του εφημεριακού Κλήρου. Τα έσοδα αυτά βάσει του νόμου 18/1944 τοποθετήθηκαν σε «εθνικά χρεόγραφα και χρηματόγραφα» τα οποία εξανεμίσθηκαν στο σύνολό τους, όταν καταποντίσθηκε η εθνική μας οικονομία εξ αιτίας του Β Παγκοσμίου Πολέμου και των γεγονότων που ακολούθησαν.
Η επομένη επίθεση κατά της Εκκλησιαστικής περιουσίας θα γίνει με την σύμβαση του 1952 «περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Εκκλησίας προς αποκατάστασιν ακτημόνων καλλιεργητών και ακτημόνων μικρών κτηνοτρόφων…».
Σύμφωνα με την σύμβαση, η Εκκλησία παραχωρεί στο Δημόσιο 750.000 στρέμματα καλλιεργούμενης γης και βοσκοτόπων στο 1/3 της αξίας των και έπρεπε να λάβη έναντι αυτών 626 ακίνητα και 45.000.000 δρχ. νέας τότε εκδόσεως, τα οποία δεν της εδόθησαν.
Επειδή υπήρξαν διαφορές από τα δύο μέρη Εκκλησίας και Πολιτείας στην εφαρμογή της συμβάσεως αυτής, συνεστήθη ειδική επιτροπή δια της υπ’ αριθμ. 312/23-9-1972 κοινής αποφάσεως των Υφυπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων προς ρύθμισιν των διαφορών αυτών. Πέρασαν από τότε 37 χρόνια χωρίς η επιτροπή να λύση ένα θέμα, η δε ρύθμισίς των ακόμη εκκρεμεί.
Μετά την υπ’ αριθμ. 10/1993/405/483/484/9-12-1994 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου εξ αφορμής των νόμων 1700/1987 και 1811/1988, με την οποία διαπιστώθηκε, ότι παραβιάστηκαν θεμελιώδη δικαιώματα των Ιερών Μονών σε ο,τι αφορά στα περιουσιακά τους κεκτημένα, ανετράπη η μέχρι τότε υπέρ του Κράτους νομολογία των Ελληνικών Δικαστηρίων και επεβλήθη εις αυτά πλήρης συμμόρφωσις προς την Σύμβασιν της Ρώμης. Ως εκ τούτου η Πολιτεία δεν έχει πλέον την παλαιότερη άνεση αυθαιρέτων επεμβάσεων σε ζητήματα εκκλησιαστικής περιουσίας.
Σήμερα πέρα από την περιουσία εκείνη της Εκκλησίας, τα έσοδα από την αξιοποίηση της οποίας καλύπτουν τα τεράστια έξοδα της λειτουργίας της, υπάρχει και άλλη σημαντική περιουσία που αδρανεί η βρίσκεται σε αιχμαλωσία. Μία σοβαρή συνεργασία Εκκλησίας και Πολιτείας στο θέμα αυτό με ειλικρίνεια, τιμιότητα, διαφάνεια, συνέπεια και δεσμευτικές εγγυήσεις της Πολιτείας για την αξιοποίηση αυτής θα ήταν επωφελής και η ενδεδειγμένη μπροστά στην σημερινή κοινωνική πραγματικότητα.
Στόχος της συνεργασίας αυτής θα τεθεί εξ αρχής όχι η μονομερής ωφέλεια του Οικονομικού Οργανισμού της Εκκλησίας ούτε η αύξησις των εσόδων των ταμείων του Κράτους, αλλά η σύστασις του ΤΑΜΕΙΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ. Σκοπός η δημιουργία ενός δικτύου προνοιακών έργων με σύγχρονες προδιαγραφές, που λείπουν εμφανέστατα από την κοινωνία μας, προς διακονίαν των συνανθρώπων μας.
Με όσα ελέχθησαν μέχρι τώρα επισημάνθηκαν τα εξής:
1. Η περιουσία της Εκκλησίας μας στην πορεία του Γένους μας και ιδιαίτερα στις αμέτρητες εθνικές περιπέτειες στάθηκε πέρα απ' όλα τα άλλα και οικονομικός αιμοδότης του Έθνους.
2. Ελάχιστη ανταπόδοσις και ένδειξις των αυθαιρέτων η συμβατικών απαλλοτριώσεων η συμπεφωνημένων αποφάσεων είναι η μισθοδοσία του Κλήρου και η λειτουργία των Εκκλησιαστικών Σχολείων για την σπουδήν, εκπαίδευσιν των υποψηφίων και την επιμόρφωσιν των Κληρικών της Εκκλησίας μας.
3. Τα εγκληματικά λάθη του παρελθόντος, οι αστοχίες, η ασυνέπεια και η ιδιοτέλεια στην πορεία των δύο αιώνων που πέρασαν δεν πρέπει να επαναληφθούν αλλά να γίνουν μάθημα.
4. Τα έξοδα των λειτουργικών αναγκών του Διοικητικού και Ποιμαντικού έργου της Εκκλησίας είναι τεράστια και είναι φυσικό να αυξάνουν μπροστά στις σύγχρονες απαιτήσεις.
5. Η έντιμη συνεργασία Εκκλησίας και Πολιτείας στο κεφάλαιο αυτό γεννά μία ελπίδα στην κοινωνία μας για καλύτερες μέρες σε ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ειδικά προβλήματα. …
… Η αποστολή της Εκκλησίας μας ιδιαίτερα στην εποχή μας είναι «όχι μόνο να λειτουργή την Αγία Τράπεζα, αλλά και να την προεκτείνη μέσα στον κόσμο»…

Τα χρήματα της Εκκλησίας

Απο : www.amen.gr

Κληθείς από τον δημοσιογράφο του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος ο γενικός διευθυντής της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών (ΕΚΥΟ) κ. Αντώνης Ζαμπέλης, τόνισε: «Πως γίνεται να προσφερθούν στο κράτος οι μετοχές της Εθνικής Τράπεζας; Είναι περιουσία των μονών. [...] Όσοι προσέφεραν και συνεχίζουν να προσφέρουν στην Εκκλησία έχουν την απαίτηση τα χρήματά τους να γίνουν κοινωνικό έργο. Να επιστρέψουν πίσω στον λαό. Το ζητούμενο είναι να αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο το έργο της Εκκλησία», διευκρίνισε.
Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που «πρεσάρει» την Εκκλησία δείχνει να επαναφέρει παράλληλα την κόντρα με την Εθνική Τράπεζα για τα μερίσματα: «Δε λαμβάνουμε μερίσματα από την Εθνική Τράπεζα. Διαθέτουμε έναν ικανό αριθμό μετοχών, από την περιουσία των μονών, και προσβλέπουμε στα έσοδα από τα μερίσματα αλλά δεν τα λαμβάνουμε», είπε συγκεκριμένα ο κ. Ζαμπέλης, επαναλαμβάνοντας τη θέση που εξέφρασε πρόσφατα. Οι υπολογισμοί πάντως της ΕΚΥΟ αναφέρουν πως «το ποσό που θα πρέπει να καταβάλλουμε θα είναι στα 2,5 εκατομμύρια ευρώ και θα μεγαλώσει και άλλο τον προϋπολογισμό μας», σημείωσε ο Αντώνης Ζαμπέλης και προσέθεσε: «Μη λησμονούμε ότι η Εκκλησία της Ελλάδος έχει προϋπολογισμό 20 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, από τα οποία καλύπτει μισθοδοσίες, δραστηριότητες, κοινωνικά έργα και υποδομές. Φέτος έχουμε ελλειμματικό προϋπολογισμό. Τα έσοδά μας είναι 12 εκατομμύρια».
Ο διευθυντής της ΕΚΥΟ χαρακτήρισε ακολούθως «επαχθές και εξωπραγματικό» το γεγονός ότι η φορολόγηση με συντελεστή 20% θα είναι επί των ακαθάριστων εσόδων, και προέβλεψε ότι καθώς ο προϋπολογισμός της Εκκλησίας θα μεγαλώσει «θα οδηγηθούμε στον Καιάδα των χρεών».
Ο κ. Ζαμπέλης είπε ότι υπάρχουν πολλά ακόμη θέματα που πρέπει να ξεκαθαρίσουν όπως ο ΦΜΑΠ. «Θα έρθει η πολιτεία και θα βάλει ΦΜΑΠ για εκτάσεις που δε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε;», αναρωτήθηκε συγκεκριμένα και προσέθεσε πως «πρέπει να δούμε με την Πολιτεία, ποια είναι η εκκλησιαστική περιουσία. Ποιο ποσοστό της είναι ελεύθερο και γιατί δεν είναι ελεύθερο. Ο στόχος δεν είναι να έχουμε ακίνητα ανενεργά και να έχουμε και τη ρετσινιά της τεράστιας εκκλησιαστικής περιουσίας».
          Ερωτηθείς, τέλος, αν υπάρχουν σκέψεις για να κινηθεί νομικά η Εκκλησία ο κ. Ζαμπέλης σημείωσε πως «εάν δε δούμε την ολοκληρωμένη πρόταση δε μπορούμε να κάνουμε κάτι. Υπάρχει ωστόσο η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, υπάρχει και η Ιεραρχία».

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου με θέμα: "Θεολογική θεώρηση της οικονομικής κρίσεως"

Εγκύκλιος υπ. αριθμ. 2894: «Θεολογική θεώρηση της οικονομικής κρίσεως»

Προς
Το Χριστεπώνυμο Πλήρωμα
Της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Την περιόδο αυτή γίνεται ευρύτατος λόγος για την παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία δυστυχώς άγγιξε και την πατρίδα μας, ίσως σε μεγαλύτερη ένταση, από διάφορα αίτια. Και αυτό δημιουργεί συζητήσεις, προβληματισμούς και κατατίθενται προτάσεις για την έξοδο από αυτήν την κρίση.

Το σημαντικό όμως είναι ότι η προσπάθεια για την αντιμετώπιση της καταστάσεως αυτής δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα στον λαό και προκαλεί θλίψη και μερικές φορές και απόγνωση. Πράγματι, οι χαμηλόμισθοι συνάνθρωποί μας προβληματίζονται έντονα για το πως θα κατορθώσουν να συντηρήσουν την οικογένειά τους, πως θα ανταποκριθούν στα ποικίλα έξοδα για την μόρφωση των παιδιών τους, πως θα τα αποκαταστήσουν επαγγελματικά.

Ως ποιμένες του λαού του Θεού βλέπουμε αυτές τις κοινωνικές πληγές και ακούμε την έντονη ανησυχία των συνανθρώπων μας. Καθημερινώς στις Ιερές Μητροπόλεις και τις Ενορίες έρχονται άνθρωποι πονεμένοι, βασανισμένοι, πληγωμένοι, απελπισμένοι και ζητούν στήριξη από την Εκκλησία, την οποία θεωρούν πνευματική τους μητέρα.

Η Εκκλησία ενώ δεν προέρχεται από τον κόσμο, εργάζεται στον κόσμο• ενώ είναι πνευματική, δρα στην ιστορία• νοηματοδοτεί την ζωή των ανθρώπων και αντιμετωπίζει τα βιολογικά προβλήματά τους, αφού ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματικό ον. Όμως η Εκκλησία εργάζεται στην κοινωνία, χωρίς να κάνη πολιτική. Ελέγχει και κρίνει την αμαρτία, αλλά αγαπά τον αμαρτωλό άνθρωπο. Επειδή η κρίση είναι πολυποίκιλη, οι πολιτικοί εξετάζουν τα πολιτικά αίτια που την προκάλεσαν, αλλά η Εκκλησία βλέπει τα θεολογικά αίτια και προσπαθεί να θεραπεύσει τα συμπτώματα. Οι οικονομολόγοι ελέγχουν τους νόμους της αγοράς, ώστε να λειτουργούν με δικαιοσύνη, αλλά η Εκκλησία περιγράφει τα θεολογικά πλαίσια μέσα στα οποία θα κινείται ο άνθρωπος, θέτει πνευματικούς στόχους, αλλά και απαλύνει τις πληγές των ανθρώπων, χρησιμοποιώντας κρασί και λάδι, υλικά που πράγματι καθαρίζουν και θεραπεύουν τις πληγές, όπως δείχνει η παραβολή του καλού Σαμαρείτου.
Είναι φυσικό ότι η Εκκλησία έχει τον δικό της θεολογικό-πνευματικό λόγο και την δική της θεραπευτική πράξη. Μέσα από αυτήν την προοπτική βλέπει τα πράγματα και θέλει με απλότητα και αγάπη να διατυπώσει τον λόγο Της στο πλήρωμά της, Κληρικούς και λαϊκούς, για την κρίση που διερχόμαστε.

1. Η Εκκλησία, όπως το κάνει πάντα, απευθύνει τον παρηγορητικό, παρακλητικό και ελπιδοφόρο λόγο Της σε κάθε άνθρωπο που υποφέρει και πονά. Ο Χριστός όταν πλησίαζε πονεμένους ανθρώπους, το πρώτο που τους συνιστούσε ήταν το: «θάρσει, τέκνον», «θάρσει, θύγατερ», και τους ζητούσε να έχουν πίστη στον Θεό. Το θάρρος και η αισιοδοξία, η ελπίδα και η πίστη είναι τα απαραίτητα εφόδια στην ζωή μας. Όταν όλα τα πράγματα φαίνονται σκοτεινά, υπάρχει ελπίδα. Ο άνθρωπος που πιστεύει στον Θεό δεν φοβάται τίποτε, ούτε και αυτόν τον θάνατο. Η πίστη, το θάρρος, η ελπίδα, η αισιοδοξία, το νόημα ζωής, ο ψυχικός και πνευματικός πλούτος πρέπει να είναι τα βασικά μας εφόδια. Με αυτά ως Ορθόδοξοι Έλληνες, αλλά και με φιλότιμο αντιμετωπίσαμε όλες τις δυσκολίες της ζωής μας στο παρελθόν και εξήλθαμε νικητές από τις διάφορες κρίσεις που περάσαμε και με αυτά και πάλι θα νικήσουμε.

2. Αυτήν την περίοδο πρέπει να αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό η φιλαλληλία, η φιλανθρωπία, η αλληλεγγύη, η προσφορά στους αδελφούς μας που έχουν ανάγκη. Κανείς δεν μπορεί να προφασισθεί ότι δεν τους γνωρίζει. Είναι δίπλα μας και τους συναντούμε καθημερινά. Είναι η χήρα γυναίκα, που ξενοδουλεύει για να μεγαλώσει τα παιδιά της• είναι ο άνεργος πατέρας, που πονάει επειδή δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες της οικογένειάς του• είναι ο ασθενής που δεν έχει ικανή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη• είναι ο μαθητής, ο φοιτητής, που δεν μπορεί να ικανοποιήσει τον πόθο του να σπουδάσει, όπως θα ήθελε• είναι ο πτυχιούχος που δεν μπορεί να αποκατασταθεί επαγγελματικά και να προσφέρει στην κοινωνία• είναι ο συνταξιούχος που στερείται τα αναγκαία για να αισθανθεί την θαλπωρή στην τρίτη ηλικία που βρίσκεται, και τόσοι άλλοι.
Έτσι, όσοι έχουν επάρκεια υλικών αγαθών πρέπει να προσφέρουν αυτοπροαίρετα ό,τι μπορούν περισσότερο στους αδελφούς τους εν Χριστώ που υποφέρουν. Πως μπορεί κανείς να αισθάνεται τον Θεό ως Πατέρα, όταν δεν αισθάνεται τον πλησίον του ως αδελφό; Οι Πατέρες της Εκκλησίας στα κηρύγματά τους, σε περιστάσεις παρόμοιες με τις δικές μας, ήλεγξαν δριμύτατα εκείνους που πλουτίζουν σε βάρος του λαού, αλλά και τους προέτρεψαν με δύναμη να βοηθούν τους πτωχούς συνανθρώπους τους. Αν διαβάσει κανείς τους λόγους του Μεγάλου Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και άλλων Πατέρων εναντίον των πλουσίων, των τοκογλύφων, των σκληροκαρδίων, τότε θα διαπιστώσει την οξύτητα του πατερικού λόγου, αλλά και την ευαισθησία της εκκλησιαστικής ζωής. Για παράδειγμα, ο Μέγας Βασίλειος ελέγχει τους πλουσίους, που συγκεντρώνουν υλικά αγαθά αδικώντας τον λαό.

3. Τα πάθη της φιληδονίας, της φιλοδοξίας, της φιλαργυρίας-φιλοκτημοσύνης είναι εκείνα που οδηγούν τους ανθρώπους σε οικονομικές κρίσεις. Η ευμάρεια, η ευδαιμονία, η υπερκατανάλωση, είναι τα γενεσιουργά αίτια των οικονομικών κρίσεων. Βεβαίως, είναι σημαντικό να ζει κανείς «αξιοπρεπώς», από πλευράς υλικών αγαθών, αλλά όλα έχουν και τα όριά τους. Η εκκλησιαστική ζωή συνδέεται στενά με την ασκητικότητα και την ολιγάρκεια. Και οι Χριστιανοί πρέπει να ζουν με λιτότητα. Δυστυχώς όμως σε υπερκαταναλωτικές κοινωνίες δεν βιώνεται η άσκηση, που είναι η βάση της χριστιανικής ζωής. Λέγοντας δε άσκηση εννοούμε την καλή χρήση των υλικών αγαθών που είναι αναγκαία για την ζωή και όχι την συσσώρευση και την υπερκατανάλωση αυτών.
Επίσης, εκείνο που παρατηρείται στην σύγχρονη κοινωνία είναι ότι υφίσταται μεγάλη διάσταση μεταξύ της κατανάλωσης και της παραγωγής. Όταν μια χώρα αυξάνει τον βιοτικό τρόπο ζωής, χωρίς να παράγει, είναι φυσικό να οδεύει σε οικονομική κρίση. Αυτό συμβαίνει και στην οικογενειακή και την προσωπική μας ζωή. Όταν τα έξοδα είναι περισσότερα από τα έσοδα, όταν δαπανούμε χρηματικά ποσά σε ευδαιμονιστικές καταστάσεις και μάλιστα με δανεισμένα χρήματα, τότε δημιουργούνται οικονομικές κρίσεις.
4. Η ευθύνη της οικονομικής κρίσεως ανήκει και σε όσους κατά καιρούς διαχειρίζονται τα κοινά πράγματα, όταν δεν δίνουν σωστές κατευθύνσεις στον λαό, αλλά τον προκαλούν ακόμη περισσότερο• όταν δεν διαχειρίζονται καλά τους εισπραττόμενους φόρους, οι οποίοι πρέπει να είναι ανταποδοτικοί• όταν δεν ομιλούν την αλήθεια, δεν σέβονται τους ανθρώπους που τους εμπιστεύθηκαν και δεν λαμβάνουν μέτρα με υψηλό αίσθημα δικαιοσύνης. Η ευθύνη τους είναι μεγάλη, διότι κατά τον Μέγα Βασίλειο: «τα των αρχόντων κακά, συμφορά τοις αρχομένοις γίνεται».

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Η Ιερά Σύνοδος αυτήν την περίοδο απευθύνεται σε όλους, Κληρικούς και λαϊκούς, άρχοντες και αρχομένους, και προσφέρει μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας, θάρρους και πίστεως. Επί πλέον, παρακαλεί όλους να αποκτήσουν τον τρόπο της ζωής των πρώτων Χριστιανών που ζούσαν με κοινοκτημοσύνη και κοινοχρησία και προσέφεραν το περίσσευμά τους για τις ανάγκες των αδελφών τους. Συγχρόνως, η Ιερά Σύνοδος προσεύχεται στον Θεό να δίνη στους πολιτικούς οι οποίοι χειρίζονται τα δημόσια πράγματα, ιδίως αυτήν την κρίσιμη περίοδο, δύναμη, έμπνευση, σύνεση, εφευρετικότητα, αγωνιστικότητα, όχι μόνον για να βρουν λύσεις και να αντιμετωπίσει η Πατρίδα μας την κρίση, αλλά και για να βελτιώσουν και να εκσυγχρονίσουν τους κοινωνικούς θεσμούς, όπως και να αντιμετωπίσουν με περισσότερη ευαισθησία και δικαιοσύνη τους ανθρώπους εκείνους που είναι αναγκασμένοι να σηκώνουν δυσβάσταχτα φορτία.

Είναι δε ευνόητον ότι η Εκκλησία, που είναι ο μεγαλύτερος φιλανθρωπικός φορέας της Πατρίδας μας, με τα Ιδρύματα που λειτουργεί και την φιλανθρωπία που ασκεί, θα συνεχίσει, όσον είναι δυνατόν, να εργάζεται εντατικά για την ανακούφιση του λαού.

Ευχόμαστε στον Θεό, δια πρεσβειών της Παναγίας μας, να μας προστατεύει από κάθε κακό και να κατευθύνει τα διαβήματά μας «προς παν έργον αγαθόν».
Καλή Ανάσταση.

† Ο Αθηνών Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
† Ο Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου Ιερόθεος
† Ο Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου Δημήτριος
† Ο Βεροίας και Ναούσης Παντελεήμων
† Ο Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Ανδρέας
† Ο Ξάνθης και Περιθεωρίου Παντελεήμων
† Ο Νικαίας Αλέξιος
† Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
† Ο Ελασσώνος Βασίλειος
† Ο Φθιώτιδος Νικόλαος
† Ο Γυθείου και Οιτύλου Χρυσόστομος
† Ο Δημητριάδος και Αλμυρού Ιγνάτιος
† Ο Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων Κύριλλος

Ο Αρχιγραμματεύς

† Αρχιμ. Κύριλλος Μισιακούλης

Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

Διαχωρισμός σιαμαίων στο Βυζάντιο

Τυχαία βρήκαμε ότι η πρώτη εγχείρηση διαχωρισμού σιαμαίων έγινε στην Κωνσταντινούπολη τον 11ο αιώνα. Το αναφέρει ο χρονικογράφος Ιωάννης Σκυλίτζης

Το άρθρο βρίσκεται εδώ:
http://www.perceptum.gr/index2.php?option=com_content&do_pdf=1&id=27



Ενα αποσπασμα απο το άρθρο:

Η παραπάνω χειρουργική επέμβαση διαχωρισμού συμφυών παίδων που αναφέραμε, αποτελεί την πρώτη
ιστορικά καταγεγραμμένη περίπτωση εγχείρησης σιαμαίων παίδων. Δεν υπήρξε καμία άλλη αντίστοιχη
περίπτωση χειρουργικού διαχωρισμού σιαμαίων στην αρχαία και τη βυζαντινή ιατρική. Ακόμη και στη σύγχρονη
ιατρική θεωρείται εγχείρηση υψηλού ρίσκου, με μεγάλα ποσοστά θνησιμότητας. Πρόκειται για επέμβαση που
πραγματοποιείται σε λίγα ανά τον κόσμο εξειδικευμένα νοσοκομεία, είναι πολύωρη και απαιτεί τη συνεργασία
ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων. Η πραγματοποίηση της συγκεκριμένης χειρουργικής επέμβασης περίπου στα
944-948 μΧ. (το 944 μΧ. ο Κων/νος Ζ΄ αναλαμβάνει την εξουσία) πιστοποιεί το υψηλό επίπεδο της Βυζαντινής
Χειρουργικής αλλά και της Ιατρικής επιστήμης γενικότερα, κάτι που μπορεί εύκολα να συμπεράνει κανείς
μελετώντας τα ιατρικά έργα του Ορειβασίου, του Αετίου, του Αλέξανδρου Τραλλιανού, του Παύλου Αιγινήτη
και των άλλων κορυφαίων εκπροσώπων της Βυζαντινής Ιατρικής επιστήμης.

M. Νίκων-Οι άλλοι

Μπορείτε να κατεβάσετε την ομιλία ανοίγοντας την παρακάτω διεύθυνση

http://rapidshare.com/files/363159693/O_____________.wma
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...