Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

ΣΥΝΑΝΤΗΘΗΚΕ Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΕ ΤΟΝ Γ.Γ. ΤΟΥ ΚΚΕ ΚΚΕ - ΕΚΚΛΗΣΙΑ: Δύο «ξένοι» που αποφάσισαν να «σπάσουν» τον πάγο

ΚείμενοΛουδάρος ΑνδρέαςΦωτογραφίεςΧρήστος Μπόνης

Οι δυο άνδρες μίλησαν για αρκετή ώρα και όπως δήλωσαν οι ίδιοι, τους απασχόλησαν θέματα σχετικά με την οικονομική και ανθρωπιστική κρίση με σημαντικότερο το θέμα των πολιτών που αντιμετωπίζουν πρόβλημα διαβίωσης. Στις δηλώσεις του ο Αρχιεπίσκοπος φρόντισε να είναι ιδιαίτερα συγκρατημένος.

«Μην ξεχνάμε πως και το Κ.Κ.Ε. είναι ένα κόμμα με τη δική του ιδεολογία, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει με την Εκκλησία» είπε χαρακτηριστικά, για να συμπληρώσει πως «Η Εκκλησία δεν είναι ιδεολογία, είναι πράξη είναι βίωμα που σημαίνει ότι κάθε μέρα κάθε στιγμή είμαστε υποχρεωμένοι να ανοιγόμαστε στον άλλο άνθρωπο που έχει ανάγκη».

Όπως τόνισε ο κ. Ιερώνυμος «Ήταν μια συνάντηση συζητήσεως γενικών θεμάτων και νομίζω ότι θα μας δοθεί η ευκαιρία να συζητήσουμε στο μέλλον κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο» δείχνοντας με τον τρόπο του πως η συνάντηση ήταν περισσότερο «αναγνωριστική».

Εκτός από τα θέματα της οικονομικής κρίσεως, ο κ. Ιερώνυμος έθεσε στον κ. Κουτσούμπα και το θέμα της Συρίας και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής όχι μόνο σε γεωστρατηγικό επίπεδο αλλά και σε αυτό της προστασίας των Χριστιανών της περιοχής.

Από την πλευρά του ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. μίλησε για διακριτούς ρόλους μεταξύ Εκκλησίας και κομμάτων και για συνέχιση της προσπάθειας του Κ.Κ.Ε να στηρίξει τους αδύναμους Έλληνες.

Οι σχέσεις του Κ.Κ.Ε με την Εκκλησία είναι λίγο έως πολύ γνωστές. Σε επίπεδο συναντήσεων, μετά την γνωστή σε όλους φιλική σχέση του ιστορικού ηγέτη του Κ.Κ.Ε Χαρίλαου Φλωράκη με τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ και την πρώτη επίσκεψη Αρχιεπισκόπου στο «σπίτι του λαού» που πραγματοποίησε ο μακαριστός Χριστόδουλος ήταν η «σειρά» του κ. Δημήτρη Κουτσούμπα να κάνει αυτήν την πρώτη κίνηση.  

Λάδι και κερί



Και το λάδι με το οποίο ανάβουμε το καντήλι στην εκκλησία , ήταν κι αυτό εν χρήσει στο Ναό της Παλαιάς Διαθήκης. Οι ιερείς πρωί- βράδυ, κατ’ εντολή Θεού, άναβαν με λάδι την ακοίμητη λυχνία, που είχε τοποθετηθεί στα «Άγια» ( Έξοδ. 27:21).
Και πάλι: Το λάδι έπρεπε να ήταν γνήσιο και καθαρό! Ήταν εντολή Θεού! ( Έξοδ. 27:20 ).
Το λάδι τότε εκπλήρωνε ένα πρακτικό σκοπό: «ες φς κασαι» ( Έξοδ. 27:20 ) ∙ φώτιζε το Ναό. Τον ίδιο σκοπό εκπλήρωνε και στα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού. Έτσι, όταν ο  Παύλος μεσάνυχτα , Σάββατο προς Κυριακή,τελούσε τη Λειτουργία, το υπερώον, (που γινόταν η Λειτουργία) ήταν γεμάτο από λυχνίες  «σαν δ λαμπάδες (λυχνίες) κανα ν τ περῴῳ οὗ ἦμεν συνηγμένοι» ( Πράξεις 20:8 ).
Όταν σιγά-σιγά εισήλθαν οι εικόνες στη λατρεία, άναβαν κανδήλια μπροστά στις εικόνες «ες φς κασαι», για να βλέπουν μέσα στο σκοτάδι ( οι ακολουθίες γίνονταν νύχτα ) το πρόσωπο του Χριστού , της Μητέρας Του, που εικονίζονταν στις εικόνες , σχηματίζοντας μια κατανυκτική ατμόσφαιρα.
Οι ακολουθίες συν τω χρόνω γίνονταν την ημέρα, εισήλθε και ο ηλεκτρισμός , πότε η αρχική «αποστολή» του κανδηλιού, έχει πια εκλείψει. Παρέμεινε μόνο ως προσφορά, ως θυσία στον Κύριο. Για αυτό συνεχίζουμε να ανάβουμε τα κανδήλια, λαμβάνοντας έτσι από τον Κύριο «ευλογία» (συγχώρηση αμαρτιών) . Μέγα το έλεός Του!
Όπως με το πρόσφορο, με το λάδι, το θυμίαμα (που προσφέρουμε στο Ναό )  λαμβάνουμε και την ανάλογη «ευλογία» από τον Κύριο, έτσι και με το κερί, που ανάβουμε στο Ναό. «Όσον γαρ αυταί (οι λαμπάδες ) ανάπτουσιν εις τον Θεόν και εις τους Αγίους, τοσούτον συγχωρούνται αι αμαρτίαι εκείνων» είπε ο άγιος μεγαλομάρτυς Δημήτριος σε κάποιον νεωκόρο (Αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου, Ερμηνεία εις τον Κανόνα του Πάσχα, ωδή ε ΄ ) .
Συγχωρούνται και οι αμαρτίες των νεκρών μας αδελφών. Το είδε εν οράματι ο αγιορείτης ιερομόναχος Εφραίμ Κατουνακιώτης (+1998)∙ «Όση ώρα ήταν αναμμένο το κερί της «Προσκομιδής», οι κολασμένοι έβγαζαν το κεφάλι τους έξω από τη φωτιά της Κολάσεως!». Χάρη στο άπειρο έλεος του Κυρίου!


Από το βιβλίο: «ΝΑΟΣ, ΙΕΡΕΑΣ,
Θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ, Θ.ΚΟΙΝΩΝΙΑ»
ΑΡΧΙΜ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΗ
Εκδόσεις «Θαβώρ» 2012



Κρεμάστε τους παπάδες!

του Απόστολου Διαμαντή
Παρατηρώ με απορία το μένος εναντίον των θρησκευτικών. Πρόκειται για έναν άγονο και ξεπερασμένο αντικληρικαλισμό, ξένο εντελώς τόσο με την ελληνική παράδοση και τις πεποιθήσεις του λαού -ο οποίος είναι ο μόνος αρμόδιος να αποφασίζει τι θα διδάσκεται στο σχολείο, πώς θα είναι το Σύνταγμά του και σε τι Θεό θα πιστεύει- όσο και με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Όσοι ανακινούν με αυτόν τον φανατισμένο τρόπο το ζήτημα των θρησκευτικών δεν γνωρίζουν όχι μόνο το ίδιο το ζήτημα, αλλά ούτε καν την ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία και πραγματικότητα.
Το μάθημα των θρησκευτικών που διδάσκεται στα ελληνικά σχολεία δεν είναι μάθημα κατήχησης, όπως λέει η κα Ρεπούση και ως βουλευτής θα όφειλε να το γνωρίζει. Πού την είδε την κατήχηση; Κατήχηση κάνουμε στο κατηχητικό. Στο σχολείο ο θεολόγος διδάσκει συνήθως εκκλησιαστική ιστορία -Οικουμενικές Σύνοδοι, Καινή Διαθήκη κ.λπ.- και στο Λύκειο ένα μείγμα θρησκειολογίας. Αυτό ακριβώς είναι και το πρόβλημα. Το μάθημα των θρησκευτικών, το οποίο η κα Ρεπούση θέλει να το κάνει θρησκειολογία, είναι ήδη θρησκειολογία και μάλιστα της κακιάς ώρας. Ορθόδοξη κατήχηση δεν υπάρχει φυσικά πουθενά και δεν υπάρχει ούτε καν ορθόδοξη δογματική. Στην ουσία είναι ένας καλά κρυμμένος προτεσταντισμός, με μια αφόρητη ηθικολογία, την οποία φυσικά τα παιδιά ούτε να ακούσουν δεν θέλουν. Κατήχηση εξάλλου δεν υπάρχει ως έννοια στην ορθόδοξη παράδοση, αυτά είναι προτεσταντικές λογικές. Κατηχητικό υπήρχε στην Ελλάδα πριν 50 χρόνια, ως αποτέλεσμα της δράσης παραεκκλησιαστικών οργανώσεων προτεσταντικού τύπου, καθώς η ελληνική εκκλησία είχε στις παρυφές της τέτοιες τάσεις. Όσοι ασχολούνται με τα ζητήματα αυτά γνωρίζουν καλά τη δράση της Ζωής και των άλλων οργανώσεων. Τέτοια παρέμβαση δεν υφίσταται στο ελληνικό σχολείο, εδώ και μισό αιώνα. Κατηχητικό δεν υπάρχει.
Επομένως το βασικό επιχείρημα των φανατικών αντικληρικαλιστών στην Ελλάδα είναι σαθρό. Το μάθημα των θρησκευτικών όμως δεν είναι ένα μάθημα δευτερεύον, ούτε είναι εκείνο το οποίο μας εμποδίζει να μάθουμε φυσική και χημεία. Είναι ένα αντικείμενο κρίσιμο για την κατανόηση τόσο της βυζαντινής γραμματείας και φιλοσοφίας, όσο και της δυτικής μεσαιωνικής σκέψης. Ποια θα είναι τα εφόδια ενός βυζαντινολόγου και μεσαιωνολόγου, εάν στο Λύκειο δεν έχει διδαχθεί η πατερική γραμματεία; Πώς θα αντιληφθεί ο ειδικός της μεσαιωνικής και της βυζαντινής ιστορίας τη σύζευξη ελληνισμού και χριστιανισμού, που αποτελεί το θεμέλιο του δυτικού πολιτισμού; Πώς θα διαβάσει ο φιλόλογος Παπαδιαμάντη, εάν δεν γνωρίζει την εκκλησιαστική γλώσσα; Πώς θα γίνει αντιληπτή η σύγκρουση του πλατωνικού Πλήθωνα με τον αριστοτελικό Σχολάριο, εάν ο μαθητής δεν έχει έρθει σε επαφή με το έργο τους; Πώς θα κατανοήσει ο ιστορικός την ιστορία του μοναχισμού που καθόρισε τη βυζαντινή ιστορία, αλλά και την περίοδο της τουρκοκρατίας, εάν δεν μπορεί να διαβάσει τον Νικόδημο Αγιορίτη και τον Γρηγόριο Παλαμά; Πώς θα καταλάβει ο φιλόλογος τον Ουμπέρτο Έκο που είναι ειδικός στον Ακινάτη, εάν δεν ξέρει τον αριστοτελισμό των Ελλήνων Πατέρων, του Ιωάννη Δαμασκηνού, του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου Νύσσης; Πώς θα κατανοήσει τον Σεφέρη που μιλάει για τους μυστικούς πατέρες; Πώς θα διαβάσει Λορεντζάτο και Κόντογλου, εάν δεν ξέρει ορθόδοξη θεολογία; Πώς θα καταλάβει τη βυζαντινή τέχνη; Ποιος θα του τα μάθει αυτά; Η Ρεπούση με τον Ψαριανό;
Δυστυχώς η εκπαίδευση στην Ελλάδα έχει κόψει οριστικά τους δεσμούς της με την ελληνική γραμματεία. Τα θρησκευτικά που διδάσκονται στο σχολείο, αντί να είναι ένα μάθημα πρόσβασης στα κείμενα των Ελλήνων Πατέρων, είναι ένα μάθημα ηθικολογικής υφής, μια θρησκειολογία που δεν ενδιαφέρει κανέναν. Τι νόημα έχει να ξέρει ο πιτσιρικάς από τα Τρίκαλα τι λέει στην προσευχή του ο βουδιστής, όταν δεν έχει διαβάσει ούτε μια σειρά από τον Γρηγόριο τον Θεολόγο; Όταν δεν ξέρει τι λέει η λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου;
Αυτός ο μανιακός ελληνικός αντικληρικαλισμός, που ξαφνικά θυμήθηκε να τα βάλει με τους παπάδες -τους Έλληνες μάλιστα παπάδες, που είναι και αξιαγάπητοι και σεβαστοί από όλους- δεν συνάδει ούτε καν με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Στις μεγάλες πόλεις της Δύσης υπάρχουν πανεπιστήμια ολόκληρα για θεολογικές σπουδές, τα οποία ανθίζουν. Οι συζητήσεις για τις σχέσεις του λόγου με την πίστη είναι σήμερα στη δύση το πιο φλέγον ζήτημα, με κορυφαίο παράδειγμα τον διάλογο του Χάμπερμας με τον Πάπα. Και, φυσικά, κανένας Ιταλός ή ακόμη και Γάλλος δεν διανοήθηκε να βγάλει από την εκπαίδευσή του τον Αυγουστίνο ή τον Ακινάτη.
Μόνον εμείς θέλουμε να βγάλουμε από τα σχολεία μας τον Μέγα Βασίλειο και στη θέση του να βάλουμε την κα Ρεπούση και το έργο της.
* Ο Απόστολος Διαμαντής είναι Πανεπιστημιακός και συγγραφέας.

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

Κριτική εναντίων των ομοφυλόφιλων και των «συμφώνων συμβιώσεως»από τον Βαρθολομαίο

 

Βαρθολομαίος

Από την Εσθονία όπου βρίσκετε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος άσκησε αιχμηρή κριτική σε ότι αφορά τους γάμους των ομοφυλοφίλων και τα σύμφωνα συμβίωσης, κάνοντας λόγο για «καταδικαστέες σύγχρονες εφευρέσεις» οι οποίες είναι απόρροια αμαρτίας και όχι χαράς.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος κατά την ομιλία του μετά το πέρας του εσπερινού στο καθεδρικό Ναό του Αγίου Συμεών της Εσθονίας αναφέρθηκε στις δυσκολίες της εποχής και κάλεσε τους πιστούς να προσεύχονται.
Αναλυτικά η ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχη:
«Ἐκφράζομεν τήν ἰδιαιτέραν χαράν καί συγκίνησιν τῆς ἡμετέρας Μετριότητος ὑπό τήν ἰδιότητα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καί πνευματικοῦ πατρός τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν, διότι ὁ Κύριος μᾶς δίδει σήμερον τήν εὐλογίαν καί συγκίνησιν τῆς προσωπικῆς ταύτης ἐπικοινωνίας μαζί σας, μέ τάς ἐκλεκτάς οἰκογενείας σας, αἱ ὁποῖαι ἀποτελοῦν τό παρόν καί τό μέλλον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἰς τήν Ἐσθονίαν.
Εὑρισκόμενοι διά τρίτην φοράν εἰς τήν ὡραίαν χώραν σας, τήν Ἐσθονίαν, διαπιστοῦμεν τήν καταβαλλομένην προσπάθειαν διά νά ἔχητε χάριν καί ἔλεος καί νά βιώνητε πάντοτε τήν χαράν τοῦ Χριστοῦ κατά τήν σύγχρονον ἐποχήν, ἰδιαιτέρως μετά τήν πτῶσιν τοῦ ἀθεϊστικοῦ καθεστῶτος, τό ὁποῖον προσεπάθησε νά ἀμβλύνῃ τόν θεσμόν τῆς οἰκογενείας, τάς ἀρχάς καί τάς ἀξίας της καί τήν δυναμικήν της εἰς τήν ζωήν τῶν ἀνθρώπων καί τῶν κοινωνιῶν, καί μάλιστα τῶν χριστιανικῶν.
Κατανοοῦμεν ἐκ βιωματικῶν ἐμπειριῶν, ὅτι ἡ ἀνθρωπίνη π ρ ο σ π ά θ ε ι α εἰς κάθε τομέα δέν εἶναι εὔκολος καί δέν ἀρκεῖ μόνη διά νά ἀποδώσῃ καρπούς. Ἰδιαιτέρως μάλιστα εἰς τήν σύγχρονον ἐποχήν τῆς ἐπικρατήσεως μιᾶς ὑλιστικῆς ἀντιμετω-πίσεως τῆς ζωῆς καί τῆς προσπαθείας ἑρμηνείας «πάντων τῶν γεγονότων» διά τῆς ἀνθρωπίνης λογικῆς.
Ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μας γονεῖς καί παιδιά, καί κατ’ ἐπέκτασιν ἡ οἰκογένεια, ἡ ὁποία συνιστᾶται νομίμως καί κατά τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ ἐξ ἀνδρός καί γυναικός, καί τά ἀποκτώμενα τέκνα, δέν εἶναι ἵδρυμα ἤ σωματεῖον ἤ ἁπλοῦς ὀργανισμός, ἀλλά ἕ ν σ ῶ μ α, ὅπως θαυμασίως διαζωγραφίζεται ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Καί εἶναι ὁ παραλληλισμός αὐτός εὔστοχος καί ἀληθινός. Ἐ κ κ λ η σ ί α καί γ ά μ ο ς. Νυμφίος καί Νύμφη. Σῶμα καί μέλη ἐκ μέρους.
Ἡ κοινωνία αὐτή, ἐν μυστηρίοις σημαινομένη καί ἐν ὑπακοῇ πίστεως, τόσον εἰς τήν Ἐκκλησίαν ὅσον καί εἰς τήν οἰκογένειαν, ἱερουργουμένη καί μυσταγωγουμένη διά τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, ὁ ὁποῖος, κατά τούς Πατέρας, εἶναι τό μυστήριον τῆς συνδημιουργίας, καί ὁ ἐν ἀγάπῃ ὀντολογικός σύνδεσμος μέ τήν κεφαλήν τοῦ σώματος, ἐξασφαλίζει ὑγείαν καί ζωήν, δηλαδή σ ω- τ η ρ ί α ν καί ἁ γ ι α σ μ ό ν.
Ὅπως εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, οὐδέν μέλος συγχωρεῖται νά συμπεριφέρηται ἰδιομόρφως καί αὐτογνωμόνως καί νά λυμαίνηται τήν εὔρυθμον λειτουργίαν καί εἰλικρινῆ κοινωνίαν ἀγάπης καί ἑνότητος πίστεως τῶν ὑπολοίπων μελῶν, ἤ νά περιφρονῇ καί νά ἀγνοῇ αὐτά, διότι τότε δημιουργοῦνται καρκινώματα ἀταξίας, ταραχῆς, διχοστασίας, σχίσματος, αἱρέσεων, τοιουτοτρόπως καί εἰς τήν ἐν μικρογραφίᾳ ἐ κ κ λ η σ ί α ν, τήν οἰκογένειαν, ἀπαιτεῖται σύμπνοια, ἀγάπη, ἑνότης, διά νά οἰκοδομηθῇ τό ο ἰ κ ο δ ό μ η μ α, εἰς τό ὁποῖον ὁ πατήρ καί ἡ μήτηρ καί τά τέκνα ἔχουν θέσιν ἀλληλοπεριχωρήσεως χαρισμάτων, εὐθυνῶν καί δικαιωμάτων, εἶναι «μέλη ἐκ μέρους».
Ὁ Θεός εὐλογεῖ κάθε προσπάθειαν ἐκπληρώσεως τοῦ θελήματος Αὐτοῦ, κάθε ἀγῶνα ζωῆς, κατά τά ἐμπιστευθέντα εἰς τόν καθένα καί εἰς τήν καθεμίαν τάλαντα. Ἀρκεῖ νά συνειδητοποιήσωμεν ἐγκαίρως τό δοθέν τάλαντον καί τό χάρισμα καί ἑπομένως τάς ὑποχρεώσεις καί τόν προσωπικόν ἑκάστου ρόλον, τόν ὁποῖον ὁ Θεός ἀναμένει νά διαδραματίσωμεν εἰς τό ἐκκλησιαστικόν καί εἰς τό οἰκογενειακόν σῶμα ὡς Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἐνεργοῦντες τά τῆς θεανθρωπίνης φύσεως, «ἀθλοῦντες νομίμως ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσωμεν», δηλαδή ἐντός τῶν πλαισίων τῶν ὑπό Θεοῦ ταχθέντων ὅρων καί ὁρίων, ὅτι «ἄρσεν καί θῆλυ ἔπλασε» τόν ἄνθρωπον ὁ Θεός, ὥστε νά μή ὁμοιάσωμεν πρός αὐτούς οἱ ὁποῖοι «τά σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς, οἵτινες μετήλλαξαν τήν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καί ἐσεβάσθησαν καί ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρά τόν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας» (Ρωμ. 1, 24-26).
Εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τόν εὐλογήσαντα τήν οἰκογένειαν διά τοῦ μυστηρίου τοῦ ἐν Κανᾷ τῆς Γαλιλαίας γάμου ἐκείνου καί μεταβαλόντα τό ὕδωρ εἰς οἶνον, δηλαδή εἰς χαράν καί εὐωχίαν, καί εἰς τό Σῶμα Αὐτοῦ, τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, εἶναι ἄγνωστοι καί κατακριτέαι συζυγίαι μετ’ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου, καταδικάζονται δέ αἱ σύγχρονοι ἐφευρέσεις τῶν λεγομένων «συμφώνων συμβιώσεως», τά ὁποῖα εἶναι ἀπόρροια ἁμαρτίας καί οὐχί κατά νόμον χαρᾶς, ἐνεργειῶν κατά τάς ὁποίας αἱ θήλειαι «μετήλλαξαν τήν φυσικήν χρῆσιν εἰς τήν παρά φύσιν, ὁμοίως δέ καί οἱ ἄρσενες ἀφέντες τήν φυσικήν χρῆσιν τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τήν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι καί τήν ἀντιμισθίαν ἥν ἔδει τῆς πλάνης αὐτῶν ἐν ἑαυτοῖς ἀπολαμβάνοντες» (Ρωμ. 1, 26-28). Μή οὕτω δέ γενέσθω ἐν ὑμῖν, τοῖς Ὀρθοδόξοις ἐσθονοῖς, ἀδελφοί καί τέκνα.
***

Ἡ καθημερινότης ἐντός τοῦ κόσμου περιλαμβάνει ἀναμφιβόλως τήν ἐργασίαν καί τήν συνεχῆ μέριμναν διά τά οἰκονομικά καί τά μικρά πράγματα, τήν φροντίδα διά τήν οἰκογένειαν καί ἰδίως διά τά παιδιά καί τό ἄγχος νά γίνουν πολλά ἐντός ὀλίγου χρόνου. Ἡ ἐπίγειος ζωή χαρακτηρίζεται ἀπό ἀνησυχίαν καί ἀβεβαιότητα διά τό μέλλον, ἀπό προβλήματα εἰς τόν ἐργασιακόν χῶρον, οἰκονομικά, οἰκογενειακά, τά ὁποῖα περισφίγγουν τάς καρδίας καί δημιουργοῦν περιβάλλον πνιγηρόν καί ἀσφυκτικόν, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀναζητῶνται «διαφυγαί», «ἀποδράσεις» εἰς ἄλλα πράγματα ἤ τόπους, καί ὄχι εἰς τόν Χριστόν, τόν κύριον τοῦ σώματός μας.
Ἡ καθημερινότης τῶν πιστῶν ὅμως ὀφείλει νά ἔχῃ μίαν ἄλλην ὀπτικήν θεώρησιν, ἑτέραν ἀντιμετώπισιν ἐκείνης τοῦ ὑπολοίπου κόσμου. Ἀντιμετώπισιν, ἡ ὁποία προσδίδει νόημα καί μεταμορφώνει τήν ζωήν εἰς μαρτυρίαν τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι καλόν ἡ προσευχή νά γίνῃ ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῆς ἡμέρας, ἀλλά καί ἡ εὔκαιρος καταφυγή ἐντός τῆς χρονικῆς περιόδου τῆς ἡμέρας. Ἡ πίεσις βεβαίως τοῦ χρόνου καί αἱ ἀναπόφευκτοι ἐντάσεις καί αἱ ἀνθρώπιναι μέριμναι ἐμποδίζουν τήν προσευχήν καί τήν συνομιλίαν μετά τοῦ Θεοῦ.
Ὁ προφήτης Δαυΐδ, μολονότι εἶχε τά σκῆπτρα καί τήν εὐθύνην ἑνός ὁλοκλήρου λαοῦ, «ἑπτάκις τῆς ἡμέρας» ἐδοξολόγει τόν Κύριον, ὁ Ὁποῖος μᾶς προτρέπει νά γρηγορῶμεν καί νά προσευχώμεθα διά νά μή εἰσέλθωμεν εἰς πειρασμόν καί διασπασθῇ ἡ ἑνότης τοῦ Σώματός Του, τοῦ ὁποίου τό σημαντικώτερον κύτταρον εἶναι ἡ οἰκογένεια, ἡ ὁποία ἐν τῇ μικρογραφίᾳ της διατηρεῖ τήν «μνήμην τοῦ Θεοῦ», εἰς τόν ὁποῖον ἀνήκει καί προσφέρεται ἡ ἀπαρχή καί ἡ κατακλείς τῆς ἡμέρας. Ἄν θέλωμεν χρόνον θά τόν εὕρωμεν. Ἀρκεῖ νά μή «εἰσερχώμεθα εἰς πειρασμόν» καί νά μᾶς ἐλευθερώνῃ ὁ Κύριος «ἐκ τοῦ πονηροῦ», τοῦ πολλάκις ἐνεργοῦντος διά τῶν συνανθρώπων μας ἐναντίον μας.
Βεβαίως προβλήματα πάντοτε ὑπάρχουν ἐφ᾿ ὅσον διαβιοῦμεν ἐντός τῆς εὐρυτέρας ἀνθρωπίνης κοινωνίας. Δέν πρέπει νά λησμονῆται ὅμως ὅτι τά οἱαδήποτε προβλήματα μιᾶς οἰκογενείας, τοῦ ἀνδρός καί τῆς γυναικός καί τῶν παιδίων, οὐδέποτε ἐπιτρέπεται νά κλονίζουν τόν ἱερόν δεσμόν, τόν ὁποῖον ηὐλόγησεν ὁ Θεός διά τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, τοῦ μυστηρίου τῆς συνδημιουργίας καί τῆς διαιωνίσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Ἄν ἀναλογισθῶμεν ὅτι ὁ Δημιουργός Θεός μᾶς καθιστᾷ, τούς ἐρχομένους εἰς γάμου κοινωνίαν καί νομίμως ἀθλοῦντας καί στεφανουμένους (πρβλ. Ἐπιστολήν πρός Ἐφεσίους), συνδημιουρ-γούς Του, κατανοοῦμεν τήν σημασίαν καί τήν ἀξίαν τοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογενείας καί τήν ἱερότητά της.
Ἐντός τοῦ στίβου τούτου τῆς δημιουργίας καί τῆς συνδημιουργίας ὀφείλει νά ζῇ καί νά κινῆται κάθε Ὀρθόδοξος οἰκογένεια, κάθε γάμος καί ὁ σύζυγος καί ἡ συμβία καί τά τέκνα νά βαστάζουν ἀλλήλων τά βάρη, ἀναπληροῦντες τοιουτοτρόπως τόν νόμον τοῦ Χριστοῦ διά τῆς ὑπομονῆς, τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς ἀρετῆς, ἡ ὁποία μετά βεβαιότητος καταλήγει εἰς τήν ἐπίγειον εὐφροσύνην καί ἐν συνεχείᾳ εἰς τήν αἰωνίαν χαράν καί σωτηρίαν.
Ἡ φύσις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι ἀγωνιστική. Παρομοίως καί ἡ φύσις τῆς οἰκογενείας εἶναι ἕνας συνεχής ἀγών, ὁ ὁποῖος πραγματοποιεῖται ἐντός τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται συνεχῶς νά ἐπιλέξῃ τό καλόν ἤ τό κακόν. Ὅ,τι ἀγαθόν σημαίνει στροφήν τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν οὐρανόν. Ὅ,τι κακόν ἀποτελεῖ συνήθως βιαίαν ὁρμήν τῆς σαρκός καί τοῦ φρονήματος αὐτῆς πρός τήν ἄβυσσον καί τήν κόλασιν τῆς ὕλης.
Ζῶντες ἐν ἐκκλησίᾳ καί ἐν οἰκογενείᾳ οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, κατά τό πρότυπον τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔχομεν ὡς ὅπλα κατά τῶν ἐπιβουλῶν τοῦ «κακοῦ» τήν ἄσκησιν: δηλαδή τήν ἐγκράτειαν, τήν προσευχήν καί τήν νῆψιν, τήν ἐγρήγορσιν. Δέν ὑπάρχει δυνατότης εἰς τόν ἄνθρωπον καθάρσεως ἐκ τῶν παθῶν καί ἀνυψώσεως πρός τό ὕψιστον ἀγαθόν, τόν Θεόν, χωρίς τά ἐφόδια αὐτά.
Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Ἐκκλησία μαρτύρων καί ἡρώων. Ὁ Χριστός πρῶτος μᾶς ἐδίδαξε τό πολύμοχθον καί ἀνηφορικόν τῆς ζωῆς μας ἐν Αὐτῷ. Ἄς ἀγωνισθῶμεν ὅμως μέ ὅλας τάς δυνάμεις μας διά νά συγκαταλεχθῶμεν μεταξύ αὐτῶν τῶν ἐκλεκτῶν Του. «Ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι• νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν … Ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός.» (Ρωμ. 13, 11-12).
Ἀδελφοί πατέρες καί ἀδελφαί σύζυγοι καί εὐλογημένα ἔκγονα αὐτῶν, φωτόμορφα τέκνα τῶν Ὀρθοδόξων οἰκογενειῶν τῆς Ἐσθονίας,
Σᾶς ἀγαπῶμεν. Σᾶς καμαρώνομεν. Σᾶς εὐλογοῦμεν. Αὐτό ἤλθομεν ἐκ τῆς μακρυνῆς Κωνσταντινουπόλεως τῆς Ἀνατολῆς εἰς τήν χώραν σας τοῦ Βορρᾶ, τήν ὡραίαν καί ἀειθαλῆ Ἐσθονίαν, νά σᾶς εἴπωμεν. Καί νά σᾶς παρακαλέσωμεν, ὡς Ὀρθοδόξους οἰκογενείας: Εἰς τάς πρός ἀλλήλους σχέσεις σας ἐντός τῆς οἰκογενείας σας ἕκαστος καί ἑκάστη καί εἰς τάς πρός τά λοιπά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Κύριος καί ἡ Ἐκκλησία μας, ὁ Πατριάρχης σας, ἀναμένομεν νά περιπατῆτε ἐν κοινωνίᾳ ἀγάπης καί ἐν ἀλληλοσεβασμῷ, μέ πλήρη συναίσθησιν ἀλληλεγγύης, εἰς τρόπον ὥστε ἡ χαρά τοῦ ἑνός νά εἶναι καί ἰδική σας, ἡ ἀγωνία, ἡ θλῖψις, ἡ ἀνάγκη, ὁ πόνος τῶν ἄλλων νά εἶναι καί ἰδικά σας. Ὄχι τυπικῶς καί κατά συγκατάβασιν, ἀλλ᾿ ἐν ἀγάπῃ ἀληθινῇ καί ἀνυποκρίτῳ.
Ἀδελφοί καί ἀδελφαί καί τέκνα,
Ὁ Κύριός μας εἰς τόν Μυστικόν Δεῖπνον, ἀπευθυνόμενος πρός τόν ἄναρχον Πατέρα τῆς μεγάλης κοινωνίας τῆς ἀνθρωπότητος, τόν Θεόν, ἐβεβαίωσε καί προσηυχήθη: «Ἐγώ δέδωκα αὐτοῖς τόν λόγον σου, καί ὁ κόσμος ἐμίσησεν αὐτούς, ὅτι οὐκ εἰσίν ἐκ τοῦ κόσμου, καθώς ἐγώ οὐκ εἰμί ἐκ τοῦ κόσμου. Οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρῃς αὐτούς ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλ᾿ ἵνα τηρήσῃς αὐτούς ἐκ τοῦ πονηροῦ» (Ἰωάν. 17,14-15).
Ἡ Ὀρθόδοξος χριστιανική ἰδιότης μας ὡς μελῶν τῆς μικρᾶς φυσικῆς μας οἰκογενείας καί ὡς μελῶν συγχρόνως τῆς Μιᾶς Οἰκογενείας τοῦ αἰωνίου Θεοῦ, μᾶς ἐπιβάλλει νά εἴμεθα νομοταγεῖς εἰς ὁ,τιδήποτε δέν ἔρχεται εἰς σύγκρουσιν πρός τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, ἡ στάσις σας ἀπέναντι εἰς τάς ὑποθέσεις τοῦ βίου, δέν εἶναι ἡ ἀποχή ἐκ τῶν τοῦ κόσμου, ἀλλά ἡ ἀποφυγή ἐκ τοῦ πονηροῦ, διότι «…ὁ καιρός συνεσταλμένος τό λοιπόν ἐστιν, ἵνα καί οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μή ἔχοντες ὦσι, καί οἱ κλαίοντες ὡς μή κλαίοντες, καί οἱ χαίροντες ὡς μή χαίροντες, καί οἱ ἀγοράζοντες ὡς μή κατέχοντες, καί οἱ χρώμενοι τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μή καταχρώμενοι∙ παράγει γάρ τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου» (Α΄Κορ. 7,29-31).
Δέν πρέπει νά λησμονῆτε τά μέλη τῆς Ὀρθοδόξου οἰκογενείας, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι «ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», κατά τήν μαρτυρίαν τοῦ ἀποκεφαλισθέντος ὑπό τοῦ ἀνόμου Ἡρώδου δικαίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ (Ἰωάν. 1,29-30), καί παρεδόθη «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» (Ἰωάν. 6,52) ἵνα «ζωήν ἔχωμεν καί περισσόν ἔχωμεν» (πρβλ. Ἰωάν. 10,10-11). Οἱ θεῖοι οὗτοι λόγοι δημιουργοῦν ἀναλόγους ὑποχρεώσεις καί εἰς ὑμᾶς τούς γονεῖς καί εἰς τά παιδία, διότι ἔχετε κληθῆ νά εἶσθε τό «φῶς τοῦ κόσμου». Σταθῆτε, λοιπόν, μέ ὑψηλόν αἴσθημα εὐθύνης καί ὀρθόδοξον φρόνημα ἔναντι τοῦ κόσμου.
Μή ἐκκοσμικεύεσθε καί μή ταυτίζεσθε μέ τόν κόσμον καί τήν ἁμαρτίαν του, μή γίνεσθε καί σεῖς «κόσμος», ἀλλά κάμετε «εὐχαριστιακήν χρῆσιν τοῦ κόσμου».
Σᾶς εὐχαριστοῦμεν διά τήν προσοχήν σας καί ἐκφράζομεν τόν ἔπαινον καί τήν εὐαρέσκειάν μας πρός πάντας, οἱ ὁποῖοι εἴτε ἐμφανῶς, εἴτε ἐκ τοῦ ἀφανοῦς, καθ᾿οἱονδήποτε τρόπον συμβάλλετε εἰς τήν προαγωγήν τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας μας ἐδῶ ὑπό τήν ἐμπνευσμένην καθοδήγησιν τοῦ Ἱερωτάτου ποιμενάρχου σας Μητροπολίτου Ταλλίνης καί πάσης Ἐσθονίας κυρίου Στεφάνου, τόν ὁποῖον ἀγαπῶμεν, ἐκτιμῶμεν καί συγχαίρομεν διά τό ἔργον τοῦτο καί διότι παρουσιάζει τόσον ἐκλεκτάς καί Ὀρθοδόξους χριστιανικάς οἰκογενείας ὡς τάς ἰδικάς σας.
Εἴθε ὁ Κύριος νά σᾶς εὐλογῇ ὅπως ηὐλόγησε τάς χεῖρας τοῦ δεχθέντος εἰς τάς ἀγκάλας αὐτοῦ τήν Θεότητα μακάριον Συμεών τόν Θεοδόχον, τόν προστάτην τῆς ἱστορικῆς αὐτῆς Ἐνορίας, ὥστε μετ᾿ αὐτοῦ καί ἡμεῖς ὁ καυχώμενος διά τήν Ὀρθόδοξον Χριστιανικήν Ἐσθονικήν οἰκογένειαν Πατριάρχης νά ἀναφωνῶμεν ἀπόψε ἀναλογικῶς «νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν Σου, Δέσποτα, ὅτι εἶδον τό σωτήριόν Σου», τάς εὐλογημένας συζυγίας καί οἰκογενείας σας.

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Το ευαγγέλιο της Κυριακής 8-9-2013


ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ
κεφ. γ΄( 3)
Στιχ. 13-17

13 κα οδες ναβέβηκεν ες τν ορανν ε μ κ το ορανο καταβάς, υἱὸς το νθρώπου ν ν τ οραν.
14 κα καθς Μωϋσς ψωσε τν φιν ν τ ρήμ, οτως ψωθναι δε τν υἱὸν το νθρώπου,
15 να πς πιστεύων ες ατν μ πόληται, λλ' χ ζων αἰώνιον.
16 οτω γρ γάπησεν Θες τν κόσμον, στε τν υἱὸν ατο τν μονογεν δωκεν, να πς πιστεύων ες ατν μ πόληται, λλ' χ ζων αἰώνιον.
17 ο γρ πέστειλεν Θες τν υἱὸν ατο ες τν κόσμον να κρίν τν κόσμον, λλ' να σωθ κόσμος δι' ατο.

Σύντομη ερμηνεία

13 Κι όμως μόνο από μένα θα μάθετε τα επουράνια αυτά μυστήρια. Διότι κανείς από τους ανθρώπους δεν έχει ανέβει στον ουρανό για να μάθει τα επουράνια και να σας τα διδάξει, παρά μόνο εκείνος που κατέβηκε απ’ τον ουρανό και έγινε με την ενανθρώπησή του υιός του ανθρώπου. Αυτός, ενώ τώρα είναι στη γη, εξακολουθεί να είναι και στον ουράνιο ως Θεός πανταχού παρόν.
14 Άκουσε τώρα και μιαν άλλη άγνωστη και ψυχοσωτήρια αλήθεια,  που θα σου αποκαλύψω: Όπως κάποτε ο Μωυσής στην έρημο κρέμασε ψηλά το χάλκινο φίδι για να σώζονται μ’ αυτό οι Ισραηλίτες από τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών, έτσι σύμφωνα με το μυστηριώδες σχέδιο του Θεού πρέπει να κρεμασθεί ψηλά πάνω στο σταυρό ο υιός του ανθρώπου και να προσλάβει έτσι το ομοίωμα της αμαρτίας, χωρίς όμως να έχει καμία πραγματική σχέση μ’ αυτή.
15 Και θα υψωθεί πάνω στο σταυρό , για να μη χαθεί στον αιώνιο θάνατο κανένας απ’ όσους πιστεύουν σ’ αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια.
16 Και μη σου φαίνεται παράδοξο ότι ο υιός του ανθρώπου πρόκειται να υψωθεί πάνω στο σταυρό για τη σωτηρία σας. Διότι τόσο πού αγάπησε ο Θεός τον κόσμο των ανθρώπων που ζούσε στην αμαρτία, ώστε παρέδωσε σε θάνατο τον μονάκριβο Υιό του, για να μη χαθεί σε αιώνιο θάνατο κάθε άνθρωπος που πιστεύει σ’ αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια.
17 Διότι δεν απέστειλε ο Θεός τον Υιό του στο αμαρτωλό γένος των ανθρώπων για να κατακρίνει και να καταδικάσει το γένος αυτό. Εσείς βέβαια οι Ιουδαίοι αυτό πιστεύετε για τον Μεσσία, ότι θα σώσει μόνο τους Ιουδαίους και θα κατακρίνει όλα τα υπόλοιπα έθνη. Όμως ο Θεός απέστειλε τον Υιό του για να σωθεί ολόκληρος ο κόσμος των ανθρώπων διαμέσου αυτού.


Πηγή: «Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ»
+ΠΑΝ. Ν . ΤΡΕΜΠΕΛΑ
ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ»


Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ;



Ο άνθρωπος μπερδεύει «το φάντη με το ρετσινόλαδο»!
Η ψυχανάλυση, καρπός της ψυχιατρικής, είναι έργο ανθρώπινο, ατελέστατο, όπως όλα τ’ ανθρώπινα κατασκευάσματα. Η ψυχανάλυση, κύριο έργο του Φρόυντ, του θεμελιωτή της Ψυχαναλύσεως, ερευνά «ψυχονευρωτικές» καταστάσεις, εξετάζει άτομα με ψυχολογικά προβλήματα.
Η εξομολόγηση είναι ουρανόσταλτο μυστήριο, δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο και χαρίζει «δωρεάν», «άκοπα», «αστραπιαία» ό,τι πιο πολύτιμο αναζητά ο άνθρωπος : χαρά και ψυχική γαλήνη!
Ο ίδιος ο Φρόυντ γράφει στους στοχασμούς του: «Πιστεύω πως η ψυχανάλυση είναι το τρίτο από τα δυσχερέστατα εκείνα επαγγέλματα , όπου είναι κανείς από πριν βέβαιος ότι θα αποτύχει». Το ιταλικό περιοδικό «Κινγκ», προλογίζοντας μια μεγάλη έρευνα για την ψυχιατρική ,γράφει: « Σήμερα η ψυχανάλυση δεν αποτελεί όργανο θεραπείας , γνώσεως , απελευθερώσεως του ανθρώπου, αλλά ένα νέο ναρκωτικό που υποτίθεται ότι αποενοχοποιεί τον άνθρωπο, δικαιολογεί τα πάντα και λύνει τα πάντα. Είμαστε αντίθετοι στον πειρασμό να χρησιμοποιούμε την ψυχανάλυση, για να ερμηνεύομε τον κόσμο ολόκληρο. Είμαστε αντίθετοι στο «βεντετισμό» των θεραπειών, αντίθετοι στις χρήσεις και καταχρήσεις της σκέψεως του Φρόυντ, αντίθετοι στο «ναρκισσισμό» των ασθενών. Είμαστε αντίθετοι στους «πειρατές του είναι».
Η ταραγμένη συνείδηση γαληνεύει μ’ ουράνια φάρμακα, όχι μ’ ανθρώπινα κατασκευάσματα! Η εξομολόγηση χαροποιεί μόνιμα τον άνθρωπο, γιατί τον  συμφιλιώνει με τον ίδιο τον εαυτό του, τον συνάνθρωπό του, με το Θεό. Όσοι μετανοούν και εξομολογούνται, δεν «μετανιώνουν». Αντίθετα, όσοι δεν εξομολογούνται , στενάζουν, υποφέρουν, αργοσέρνουν θλίψεις , απελπισίες, άγχη, καταλήγουν σε αυτοκτονίες!


Πηγή: «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΙΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ»
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΓΟΝΤΖΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ 8ΟΝ
Εκδόσεις : «ΛΥΧΝΙΑ»

ΑΘήνα

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

Η απάντηση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών στην τοποθέτηση της βουλευτού της ΔΗΜΑΡ κ. Μαρίας Ρεπούση για το μάθημα των Θρησκευτικών

Σχετικά με την τοποθέτηση της βουλευτού της ΔΗΜΑΡ, κ. Μαρίας Ρεπούση, ενώπιον
της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής για τη διδασκαλία του μαθήματος των
Θρησκευτικών, ο διευθυντής Τύπου Ενημέρωσης και Επικοινωνίας της Ιεράς
Αρχιεπισκοπής Αθηνών, κ. Χάρης Κονιδάρης, έκανε την ακόλουθη δήλωση
απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων.

«Ειλικρινά απορώ πώς σε καιρούς τόσο κρίσιμους για την πατρίδα και το έθνος, κατά τους οποίους η
 Εκκλησία στέκεται με όλες της τις δυνάμεις αρωγός στην κοινωνία,
ιδιαίτερα μάλιστα στα πιο αδύναμα μέλη της, η κ. Ρεπούση έχει την
πολυτέλεια να ασχολείται τόσο παθιασμένα με τις βαθύτατες προκαταλήψεις
της. Τέτοιες ιδεοληπτικές αγκυλώσεις και τέτοιος συνωστισμός εμμονών
νομίζω ότι δεν έχουν θέση σε μία σύγχρονη κοινωνική και προοδευτική
Ελλάδα».
01
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...