Βαλαχάδες ή Βαλαάδες λέγονταν οι εξισλαμισθέντες Έλληνες των επαρχιών της Ανασελίτσας( Βοΐου) , Καστοριάς, Γρεβενών, Ελασσόνας. Πήραν το όνομα αυτό από τον όρκο τους στην τουρκική γλώσσα: ( Βαλαχί), μα το Θεό.

Από την τουρκική γλώσσα γνώριζαν ορισμένες λέξεις και φράσεις:{ Αλλάχ μπουγιούκ} , ο Θεός μεγάλος, { Αλλάχ κερίμ} ο Θεός έχει, { σελαμαλέκουμ} χαίρετε, το { μέρχαμπα} καλωσόρισες και μερικές λέξεις ακόμα.

Τα τουρκικά ονόματα που πήραν μετά τον εξισλαμισμό τους, τα έδωσαν ελληνικές καταλήξεις, όπως Σουλεϊμάν – Σούλιος, Αχμέτ – Μέτκος, Ιμπραήμ – Μπράχος κ.λ.π.

Στη Δυτική Μακεδονία πήρε μεγάλη έκταση ο εξισλαμισμός από το 1700 και μάλιστα όταν ήταν σουλτάνος ο Χαμίτ Α` και συνεχίστηκαν μέχρι τα χρόνια του Αλήπασα και πιο πέρα.
Πιστεύουμε πως οι Βαλαάδες των χωριών της Ανασελίτσας ( Βοΐου) εξισλαμίστηκαν στα χρόνια του Αλήπασα των Ιωαννίνων, τότε που βρισκόταν στην παντοδυναμία του και επεδίωκε να ιδρύσει δικό του κράτος , ανεξάρτητο από το Σουλτάνο.

Οι επιδρομές , οι λεηλασίες, οι ασυδοσίες, οι βιασμοί, οι ληστείες των Τουρκαλβανών είχαν αποτέλεσμα πολλοί Χριστιανοί, μη μπορώντας να υπομείνουν τις φοβερές καταπιέσεις, δέχτηκαν τον Ισλαμισμό

Εκείνο που ενισχύει ότι οι Βαλαάδες της Ανασελίτσας εξισλαμίστηκαν στα χρόνια του Αλήπασα των Ιωαννίνων είναι και η μαρτυρία του Μητροπολίτη Σισανίου, Νεοφύτου, ο οποίος το 1797 συνέταξε τον κατάλογο των χωριών της Μητροπόλεώς του, στον οποίο διαχωρίζει ποιά χωριά κατοικούνταν από Τούρκους, ( Βαλαάδες), ποιά ήταν μεικτά( Χριστιανοί και Βαλαάδες) και ποιά από χριστιανούς.

Οι Βαλαάδες άλλαξαν μόνον όνομα. Δεν έπαψαν μέχρι την ημέρα του εκπατρισμού τους το 1924, να μιλούν ελληνικά, να σκέπτονται ελληνικά, να τηρούν τα ελληνικά ήθη και έθιμα , να διασκεδάζουν με ελληνικά τραγούδια.

Λάτρευαν και σέβονταν τις χριστιανικές εκκλησίες , ορκίζονταν στο Χριστό και στην Παναγία και κρυφά στα σπίτια τους φύλαγαν την εικόνα κάποιου αγίου.

Αυτοί ήταν οι Βαλαάδες σε μια σύντομη αναφορά.

Οι Βαλαάδες ήταν απλοί στις σκέψεις και στους τρόπους, εργατικοί, λιτοδίαιτοι και ευκολόπιστοι.

Με την απλή ζωή τους και την αφέλεια και ευκολοπιστία τους μας άφησαν πολλά και χαριτωμένα ανέκδοτα.

Παρακάτω θα σας αφηγηθώ μερικά από τα ανέκδοτα, που είτε τα διάβασα είτε τα γνωρίζω από τον αείμνηστο πατέρα μου ,το δάσκαλο του Βοΐου, Γιάννη Βασιλόπουλο.

Το Ξύγκι
Πολλές φορές οι Βαλαάδες, που κάθονταν το απόγευμα στο μεσοχώρι, ρωτούσε ο ένας τον άλλο, τί καλό φαγητό έφαγε το μεσημέρι.
Κάθε φορά που ρωτούσαν το Νουρεντίν απαντούσε: – Σήμιρα έφαγα κριάς και χάϊδευε τα μουστάκια του που γυάλιζαν.
Ο Νουρεντίν προτού βγει στο μεσοχώρι άλειφε τα μουστάκια του με ένα κομμάτι ξύγκι.
Οι άλλοι Βαλαάδες απορούσαν πού έβισκε τα χρήματα, για ν αγοράζει κάθε μέρα κρέας, ενώ εκείνοι έτρωγαν κρέας στις μεγάλες γιορτές όταν έσφαζαν καμιά παλιοπροβατίνα .
Κάποτε εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι στο μεσοχώρι ,έφτασε τρέχοντας το παιδί του.
Ώ, μπάμπα.
Τί γιαβρούμ;
Τ αξούγκ απ’ αλείφεις του μουστάκ` τό φαγιν η γάτα.
Ου, να χαθείς, γουρούν` , μ ` αντρόπιασις στου μισουχώρ` .
Οι Βαλαάδες κατάλαβαν γιατί γιάλιζε το μουστάκι του Νουρεντίν και τον πήραν στο ψιλό.
Ο Νουρεντίν από τη ντροπή του κλείστηκε στου σπίτι, αφού έδωσε ένα ( σουλτάν μερεμέτ) στο γιο του.
Σ ένα μεικτό χωριό έπαιζαν τα παιδιά.Μαζί τους και ο Μεχμέτ.
– Τούρκος είσαι, για χριστιανός, Μεχμέτ; τον ρώτησαν . –
– Τούρκους είμι, μα την Παναγία.

Άλλη φορά περισσότερα.

Πηγή: Οι Βαλαάδες και τα ανέκδοτά τους.
Αλέξανδρου Αδαμίδη. Θεσσαλονίκη 1989.
Ο αείμνηστος δάσκαλος από το Βόϊο ,Δαμασκηνιά, ήταν για πολλά χρόνια συνεργάτης του Περιοδικού : Βοϊακή Ζωή.
Έγραψε την ιστορία πολλών χωριών του Βοϊου.

Πηγή fb:Ερμιόνη Βασιλοπούλου