Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009
Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Του πρ. Γεωργ. Κουγιουμτζόγλου
Κατά το Συνοδικό της Ορθοδοξίας, Άγιοι είναι οι γνήσιοι θεράποντες του Χριστού. «Άγιοι είναι οι ευσεβείς ορθόδοξοι χριστιανοί, οι όποιοι δια μεν της τελείας αγάπης τους προς τον Θεόν καί της ακριβεστέρας υπακοής των είς τον Νόμoν Του εύηρέστησαν ενώπιον Του, δια δε της δωρεάς του Άγιου Πνεύματος ήγιά-σθησαν, εθεώθησαν καί έδοξάσθησαν υπό του Θεού, και ζώντες καί μετά την κοίμησίν των... και δια της δοθείσης εις αυτούς παρρησίας πρεσβεύουν υπέρ ζώντων και κεκοιμημένων» (Επισκόπου Μελετίου, Αγιολογία).Ή ονομασία Άγιος δίδεται κατ' αρχάς στους Μάρτυρες πού ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό και γι' αυτό τους έθανάτωσαν (μαρτύρησαν). Μετά το τέλος των διωγμών ή ονομασία δίνεται και σ' αυτούς πού διακρίθηκαν για την άγια ζωή τους.Τα μέλη της Εκκλησίας σέβονται και τιμούν τους Αγίους «εν λόγοις, εν συγγραφαίς, εν νοήμασι (με ύμνους και τροπάρια), εν θυσίαις (θ. Λειτουργίες), εν ναοίς, εν εικονίσμασι» (Συνοδικό Ζ Όίκουμενικής Συνόδoυ), επειδή αυτοί απολαμβάνουν τιμή καί δόξα στη Βασιλεία των ουρανών, έχουν παρρησία στο θρόνο του θεού και μεσιτεύουν υπέρ ημών.Προσφέρουμε την τιμή μας στους Αγίους όλους και στην Παναγία καί στους αγίους Αγγέλους, αλλά λατρεία προσφέρουμε μόνο στον Τριαδικό Θεό, τον Πατέρα, τον Υίό καί το Αγιο Πνεύμα. Προσκυνούμε καί ασπαζόμαστε τις Άγιες εικόνες των Αγίων τιμητικά (ή προσκύνηση διαβαίνει στο πρωτότυπο, το εικονιζόμενο πρόσωπο και όχι στο υλικό της εικόνας) και του Θεού λατρευτικά (τιμητική - λατρευτική προσκύνηση).
Ή Εκκλησία μας την τιμή αυτή στους Άγιους την εκδηλώνει:
α.
Με ανέγερση Ναών στο όνομα τους και την τοποθέτηση ιερών λειψάνων τους στην Άγία Τράπεζα.
β.
Με προσκύνηση των Ιερών εικόνων και λειψάνων τους.
γ.
Με θέσπιση εορτών προς τιμή τους.
δ.
Με συγγραφή άσματικών ακολουθιών, εγκωμίων κ.λπ.
ε.
Με επίκληση των πρεσβειών τους και πίστη στην αποτελεσματικότητα της μεσιτείας τους. Συγχρόνως μας προτρέπει να τους μιμηθούμε στο φρόνημα και τη ζωή τους, υπενθυμίζοντας μας το «Αγιοι γίνεσθε ότι εγώ Άγιος ειμί» (Α' Πέτρ. α', 16) και ότι «Μνήμη Αγίου, μίμηση Αγίου» (Πατέρες της Εκκλησίας).Σ' αυτή τη μίμηση διευκολύνει ή Εκκλησία τους πιστούς με την καθιέρωση εορτών προς τιμή τους. Και υπάρχουν;α. Επέτειοι του Μαρτυρίου ή της κοιμήσεως των Αγίων. Ή ήμερα αυτή ονομάζεται «μνήμη Αγίου» ή «γενέθλιος ήμερα» του Αγίου (εισήλθε - γεννήθηκε στην αιώνια ζωή)
1.
β. Συνάξεις. Πρόκειται για εορτές πού τελούνται την επόμενη ήμερα μιας Δεσποτικής ή Θεομητορικής εορτής. Συνάζονται οί πιστοί για να τιμήσουν το πρόσωπο το όποιο συμμετείχε ή συνέβαλε στην εορτή. "Ετσι έχουμε; Σύναξη της Θεοτόκου στίς 26 Δεκεμβρίου (αυτή έγέννησε τον Χριστό), Σύναξη του Προδρόμου στίς 7 Ιανουαρίου (αυτός βάπτισε τον Χριστό), Σύναξη του αρχαγγέλου Γαβριήλ στίς 26 Μαρτίου κ,λπ.γ.
Ευρέσεις καί άνακομιδές ή μετακομιδές αγίων λειψάνων.δ.
Επέτειοι θαυμάτων καί σπουδαίων γεγονότων από τη ζωή της Εκκλησίας ή των Αγίων.Έπι πλέον για να τιμηθούν όλοι μαζί οί Αγιοι, γνωστοί καί άγνωστοι, θεσπίστηκε καί ή εορτή «Των Αγίων Πάντων», πού εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την Πεντηκοστή.Καί οί πιστοί ανταποκρινόμενοι στη φροντίδα αυτή καί αγάπη της Εκκλησίας προστρέχουν στους Ναούς για να τους τιμήσουν, αλλά καί για να ζητήσουν την πρεσβεία καί μεσιτεία τους: «Αγιε του Θεού... πρέσβευε υπέρ ημών». Αυτό το πνεύμα εκφράζει καί το τροπάριο του Μεγάλου Αποδείπνου; «Κύριε, εί μη τους
αγίους σου εϊχομεν πρεσβευτάς καί την αγαθότητα σου συμπαθούσαν ύμιν, πώς έτολμώμεν, Σωτήρ ύμνήσαι σε...».
1.Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ
Αρχίζουμε την απαρίθμηση των Αγίων από την Θεοτόκο, ή οποία είναι καί ΠΑΝ-ΑΓΙΑ.Το κύριο όνομα της Μητέρας του Θεού είναι Μαρία (Μαριάμ). Όλα τα αλλά είναι επίθετα - προσωνυμίες πού δείχνουν ιδιότητες ή χαρίσματα της.Θεοτόκος λέγεται γιατί εγέννησε τον Χριστό πού είναι Θεός. Παναγία λέγεται γιατί συγκεντρώνει όλη την αγιότητα σε όλη τη ζωή της και στον υπέρτατο βαθμό.Άειπάρθενος λέγεται γιατί συνέλαβε έκ Πνεύματος Αγίου καί γέννησε υπερφυσικά Θεό καί Άνθρωπο μυστήριο πού γίνεται κατανοητό μόνο με πίστη. Αυτό δηλώνεται στην Αγιογραφία με τά τρία αστέρια πού έχει στο μέτωπο καί ώμους της καί σημαίνουν οτι ή Παναγία ήταν Παρθένος προ του τόκου, κατά τον τόκο καί μετά τον τόκο (τη γέννα).Ή Δέσποινα του κόσμου καί Βασίλισσα των Ουρανών υπερέχει όχι μόνο των Άγιων όλων, αλλά καί των άγιων Αγγέλων. Γι' αυτό χαιρετίζεται καί τιμάται ως «Τιμιωτέρα των Χερουβείμ καί ενδοξότερα άσυγκρίτως των Σεραφείμ». Μόνο ή Αγία Τριάδα ύπερέχει της Παναγίας. Γι' αυτό:
α.
Κατέχει τα «Δευτερεία της Αγίας Τριάδος».
β.
Στήν Αγία Πρόθεση πριν από τους Αγγέλους καί τους Αγίους αίρεται (βγαίνει) μερίδα πρώτα για την Παναγία.
γ.
Εορτάζεται κάθε χρόνο περισσότερο από εννέα φορές: (1) 25 Μαρτίου - Ευαγγελισμός (2) 2 Ιουλίου - Κατάθεση άγιας Έ-σθήτος της (3) 15 Αυγούστου - Κοίμηση (4) 33 Αυγούστου - Κατάθεση αγίας Ζώνης της (5) 8 Σεπτεμβρίου - Γενέσιο (6) 28 Όκτωβρίου - Άγία Σκέπη (7) 21 Νοεμβρίου - Εισόδια (8) 9 Δεκεμβρίου -Σύλληψη Άγιας Αννας (9) 26 Δεκεμβρίου - Σύναξη της Πανα-γίας κ.α.
δ.
Ή Τετάρτη κάθε Εβδομάδας είναι αφιερωμένη στη Θεοτόκο.
ε.
Υπάρχει πλήθος εορτών προς τιμή της ανευρέσεως παλαιών άπωλεσθέντων εικόνων της.
στ.
Υπάρχει μέγα πλήθος Εκκλησιών αφιερωμένων στη Χάρη της
2.ζ.
Καθιερώθηκαν οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου πού ψάλλονται ολόκληρο το χρόνο, ιδιαίτερα όμως τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή ως Ακάθιστος Ύμνος με τέσσερις Στάσεις.
η.
Ολόκληρος ό Αύγουστος είναι αφιερωμένος στην Παναγία μας: με την Κοίμηση της, τις Παρακλήσεις, τα Μεθεόρτια, τα Έννιάμερα και στις 31 με την κατάθεση της Άγιας Ζώνης με εορτή της Παναγίας τελειώνει το εκκλησιαστικό έτος!
θ.
Οί ακολουθίες όλων των εορτών της Εκκλησίας περιέχουν πλήθος τροπαρίων προς τιμή της Παναγίας καί δεν υπάρχει ωδή Κανόνος Αγίου πού να μην καταλήγει σε Θεοτόκιο δηλ. τροπάριο πού υμνεί την Παναγία μας.Είναι κατά συνέπεια πλήρως δικαιολογημένη ή απεριόριστη ευλάβεια καί τιμή που έχει ό ορθόδοξος Λαός στη Θεοτόκο Παναγία, και ή καταφυγή του στις σωστικές μεσιτείες της προς τον Υίόν της. Καί ό Χριστός, ό Υιός της, πάντοτε εισακούει τίς αιτήσεις της και τις ικανοποιεί. Γι' αυτό λέγουμε ότι οί πρεσβείες της Παναγίας μας είναι σωστικές και αιτούμενοι την πρεσβεία της λέγουμε ή ψάλλουμε «Ύπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς».
2. ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Οι Άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν από τον άνθρωπο και πριν από τη δημιουργία του ορατού κόσμου. Είναι «Λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν» (Έβρ. α', 14), Ως πνεύματα είναι αυλοί και ασώματοι, δε διακρίνονται σε φύλα, δεν πολλαπλασιάζονται ούτε αποθνήσκουν. Ό αριθμός τους είναι αναρίθμητος και χωρίζονται σε εννέα αγγελικά τάγματα:Άγγελοι - Αρχάγγελοι - Δυνάμεις Αρχαί - Έξουσίαι - Θρόνοι
Κυριότητες - Χερουβείμ - ΣεραφείμΠίστη της Εκκλησίας είναι ότι για κάθε άνθρωπο, Εκκλησία και πόλη υπάρχει Άγγελος φύλακας - προστάτης.Το έργο των Αγγέλων είναι να υμνούν καί να δοξολογούν τον Θεό ακατάπαυστα καί να πρεσβεύουν σ' Αυτόν υπέρ των ανθρώπων. Επίσης αποστέλλονται από τον Θεό για να ενισχύουν, να βοηθήσουν ή να σώσουν ατομικά ή ομαδικά τους ανθρώπους πού έχουν ανάγκη. Γενικά, είναι λειτουργοί της Θείας Πρόνοιας καί στίς εμφανίσεις τους, όταν ποτέ συμβεί (Αγγελοφάνειες) προσλαμβάνουν ανθρώπινη μορφή ανδρική, ή νεανική. Ετσι εμφανιζόταν ό Αρχάγγελος Μιχαήλ (στην εποχή κυρίως της Π. Διαθήκης) καί ό Αρχάγγελος Γαβριήλ (στην εποχή της Κ. Διαθήκης)
3.
Ή Εκκλησία μας κατεδίκασε τη λατρευτική τους προσκύνηση καί τιμάει τους Αγγέλους όπως καί τους Αγίους:
α
. Με γιορτές προς τιμή τους.
β.
Αφιερώνοντας τη Δευτέρα κάθε Εβδομάδας υμνολογικό σ' αυτούς.
γ.
Βγάζοντας μερίδα «εις τιμήν καί μνήμην τους» καί μάλιστα αμέσως μετά τη μερίδα της Παναγίας.
δ.
Με την ειδική ευχή του Αποδείπνου «Εις φύλακα 'Αγγελον», τον Παρακλητικό Κανόνα στο φύλακα Άγγελο και άλλο ένα στους Άγιους Αγγέλους.Με αυτούς τους τρόπους δίδεται αφορμή στους πιστούς να ζητούν τη βοήθεια καί τη μεσιτεία τους.
3. Ο ΤΙΜΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
«Ενας είναι ό Κύριος, δεύτερη 'ναι ή Παναγιά, τρίτος ειν' ό Πρόδρομος,.». Ό άγιος Ιωάννης ό Πρόδρομος ακολουθεί μόνο την Παναγία καί βρίσκεται πάνω από κάθε άλλο Αγιο της Εκκλησίας μας, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου «...ουκ έγήγερται εν γεν-νητοΐς γυναικών μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού» (Ματ. ια', 110).
α.
Αναγνωρίζεται ως ό μεγαλύτερος των Προφητών όπως αναφέρεται στο Απολυτίκιο του.
β.
Υπήρξε Πρόδρομος του Κυρίου καί προετοίμασε ζωντανούς καί νεκρούς, όπως πάλι αναφέρεται στο Απολυτίκιο του, για να δεχθούν τον Χριστό.
γ.
Όνομάστηκε καί Βαπτιστής του λαού καί του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό.
δ.
Υπήρξε καί Μάρτυρας γιατί αποκεφαλίστηκε επισφραγίζοντας το έργο του με το αίμα του.
ε.
Εικονίζεται στα εικονοστάσια των Ναών (τέμπλο) κατά κανόνα αριστερά του Κυρίου.
στ.
Ή Εκκλησία βγάζει ειδική μερίδα στην Άγία Πρόθεση στο όνομα του.
ζ.
Κάθε Τρίτη είναι υμνολογικά αφιερωμένη στη μνήμη του.
η.
Τιμάται ή μνήμη του έξι φορές το χρόνο (1) 7 Ιανουαρίου - Σύναξη (2) 24 Φεβρουαρίου - α'καί β'εύρεση της τιμίας Κεφαλής του (3) 25 Μαΐου - γ' εύρεση της τιμίας Κεφαλής του (4) 24 Ιουνίου - Γενέθλια (5) 29 Αυγούστου - Απότομη τιμίας Κεφαλής του και (6) 23 Σεπτεμβρίου - Σύλληψη.
4. ΑΓΙΟΙΑΠΟΣΤΟΛΟΙ
Οι Αγιοι Απόστολοι εξελέγησαν από τον Κύριο και Τον υπηρέτησαν μέχρι θανάτου. "Εγιναν φορείς της εν Χριστώ άποκαλύψεως, φωτίστηκαν από το Άγιο Πνεύμα με όλα τα Χαρίσματα καί αποτελούν τα θεμέλια της Εκκλησίας, ή όποια γι' αυτό καλείται και «Αποστολική». Θεωρούνται ανώτεροι όλων των άλλων Αγίων.Έκτος από τους δώδεκα Αποστόλους πού αποτέλεσαν το στενό κύκλο των Μαθητών Του, ό Χριστός έδιάλεξε καί άλλους έβδομήκοντα οί όποιοι συμπλήρωναν το έργο των δώδεκα.Ή Εκκλησία τους τιμά τον καθένα σε ιδιαίτερη ημερομηνία του έτους αλλά καί όλους μαζΐ τους δώδεκα στη Σύναξη των Αγίων Αποστόλων στίς 30 Ιουνίου καί τους Έβδομηκοντά στη Σύναξη των Έβδομήκοντα στίς 4 Ιανουαρίου.Εχει αφιερώσει υμνολογικό την ημέρα Πέμπτη της Εβδομάδας για να τιμήσει αυτούς για το μεγάλο έργο τους, ένω εξάγει ιδιαίτερη μερίδα στην Ιερά Πρόθεση για τους δώδεκα καί έβδομηκοντα.
5. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙΠΑΤΕΡΕΣ
Αποστολικοί λέγονται οι Πατέρες πού αποτέλεσαν την πρώτη μεταποστολική γενιά στην κορυφή της Εκκλησιαστικής Ίεραρχίας. Υπήρξαν Μαθητές των Αποστόλων συνοδοί, αυτόπτες καί αύτήκοοι των Αποστόλων.Τα γραπτά τους έργα έχουν μεγάλο κύρος, γιατί γράφτηκαν στους χρόνους αμέσως μετά τους Αποστόλους καί διατηρούν πολλές Αποστολικές παραδόσεις.Οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι:-Άγιος Κλήμης, επίσκοπος Ρώμης-Αγιος Ιγνάτιος, επίσκοπος Αντιοχείας-Αγιος Πολύκαρπος, επίσκοπος Σμύρνης-Ό Έρμάς πού έγραψε το έργο «Ποιμήν» καί ό Πάπιας, πού έγραψε το έργον «Λογίων Κυριακών Εξηγήσεις».6. ΟΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΙ
Τον τίτλο του Ίσαποστόλου ή Εκκλησία τον απένειμε σε Αγίους πού αφιέρωσαν τη ζωή τους στη διάδοση του Χριστιανισμού.Τέτοιοι ισαπόστολοι είναι:-Ή Άγία Φωτεινή ή Σαμαρείτιδα (26 Φεβρουαρίου καί Ε' Κυριακή από του Πάσχα).-Ή Άγία Μαγδαληνή ή Μυροφόρα (22 Ιουλίου).-Οι Άγιοι Θεόστεπτοι Βασιλείς Κων/ντίνος καί Ελένη (21 Μαίου).- Ή Άγία Θέκλα (24 Σεπτεμβρίου).-Οι Θεσσαλονικείς Φωτιστές των Σλάβων Κύριλλος καί Μεθόδιος (11 Μαίου).-Ό Άγιος Κοσμάς ό Αιτωλός (24 Αυγούστου).-Ή Άγία Νίνα της Γεωργίας.-Ό Άγιος Βλαδίμηρος Βασιλιάς των Ρώσων.-Ή Άγία ΟΛΓΑ κ.α.
7. ΟΙ ΙΕΡΑΡΧΕΣ - ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζονται όσοι από τους κληρικούς της Εκκλησίας, κυρίως Επίσκοποι, διακρίθηκαν για:-Την αγιότητα του βίου τους, ακολουθώντας πιστά τα ίχνη Χριστού.-Την Ορθόδοξη διδασκαλία τους. Συστηματικά καί ορθά ερμήνευσαν καί εδίδαξαν την Άγία Γραφή.-Την κοινή αναγνώριση τους από το πλήρωμα της Εκκλησίας.Οι περισσότεροι από αυτούς έλαβαν μέρος στις Οικουμενικές ή Τοπικές Συνόδους, αγωνίστηκαν σθεναρά εναντίον των αίρέσεων καί πρωτοστάτησαν στον αγώνα υπέρ της Ορθοδοξίας. Αυτοί συστηματοποίησαν τη διδασκαλία της Εκκλησίας με τους Όρους, (Δογματικές αποφάσεις), των Οικουμενικών καί Τοπικών Συνόδων, καθώς καί με τους Κανόνες των συγγραμμάτων τους
.8. ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Οι Χριστιανοί πού διώχτηκαν καί βασανίστηκαν για την πίστη τους στο Χριστό καί τελικά μαρτύρησαν, ονομάζονται Μάρτυρες.Το μαρτύριο πού είναι αποτέλεσμα ομολογίας της πίστεως στο Χριστό καί την Ορθοδοξία είναι εθελούσια μίμηση του πάθους του Χριστού. Από την πρώτη Εκκλησία θεωρήθηκε ως βάπτισμα, «βάπτισμα δι' αίματος» καί μάλιστα ανώτερο από το βάπτισμα «δι' ύδατος». Το μαρτύριο, όταν ό μάρτυρας έχει τίς απαραίτητες προϋποθέσεις σωτηρίας, παρέχει πλήρη άφεση των αμαρτιών.Μέγα νέφος Μαρτύρων δημιουργήθηκε στους τρεις πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού από τους διωγμούς των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων, οι όποιοι με δαιμονική μανία εκκίνησαν τον ένα διωγμό μετά τον άλλο εναντίον των Χριστιανών, φέροντες τα αντίθετα ακριβώς αποτελέσματα.Οι Μάρτυρες διακρίνονται σε:
α.
Μεγαλομάρτυρες (λόγω αντοχής καί διαρκείας των βασανιστηρίων, λαϊκοί ή κληρικοί).
β.
Ίερομάρτυρες (όσοι ήσαν ιερωμένοι).
γ.
Όσιομάρτυρες καί Όσιοπαρθενομάρτυρες (άνδρες ή γυναίκες μοναχοί ή ασκητές).
δ.
Μάρτυρες (οι λαϊκοί).
ε.
Παρθενομάρτυρες (οι νέες πού ζούσαν στον κόσμο).
στ.
Νεομάρτυρες (λαϊκοί καί κληρικοί που μαρτύρησαν στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, μετά από αυτή καί όσοι θα μαρτυρούν μέχρι της συντέλειας του κόσμου
9. ΟΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΕΣ
Όσοι ομολόγησαν τον Χριστό, αλλά δεν μαρτύρησαν - είτε γιατί οί διώκτες τους δεν τους βασάνισαν τόσο ώστε να αποθάνουν, είτε γιατί έπαυσαν τη δίωξη τους καί απέθαναν τελικά με φυσικό θάνατο - ονομάζονται Όμολογητές.Ή Εκκλησία τιμάει τους Όμολογητές βασιζόμενη στη διαβεβαίωση του Κυρίου «Πας όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω κάγώ εν αύτω έμπροσθεν του Πατρός μου» (Ματ. ι', 32).10. ΟΙ ΑΠΟΛΟΓΗΤΕΣ
Ό Χριστιανισμός με την εμφάνιση του ανατάραξε τους θεσμούς της εποχής του καί γι' αυτό θεωρήθηκε «Ίουδαίοις μεν σκάνδαλον, Ελλησι δε μωρία...» (Α'Κορ. α', 23) καί κατηγορήθηκε καί διώχθηκε.Όσοι υπερασπίστηκαν θεωρητικά το Χριστιανισμό καί προέβαλλαν την αλήθεια του μπροστά σε Αυτοκράτορες καί γενικότερα μπρος στην πολιτική ρωμαϊκή εξουσία ή μπρος στην ιουδαϊκή ιεραρχία ονομάστηκαν Απολογητές.Μετά τους Απολογητές των πρώτων αιώνων, Απολογητές εμφανίστηκαν καί μετά την εξάπλωση του Μωαμεθανισμού καί άνέζησαν στους νεώτερους χρόνους προς απόκρουση των αθεϊστικων κηρυγμάτων.Οι πιο γνωστοί Απολογητές των πρώτων αιώνων ήσαν οι Αθηναίοι Κοδράτος, Άθηναγόρας καί Αριστείδης, ό Παλαιστίνος Ίουστίνος ό φιλόσοφος καί μάρτυς, Κλήμης ό Άλεξανδρεύς, Ώριγένης καί οί Αφρικανοί Λατίνοι Τερτυλλιανός καί Κυπριανός. Μετά τους διωγμούς απολογητικά έργα συνέγραψαν οι μεγάλοι θεολόγοι Πατέρες του Δ'και Ε'αιώνα.
11.ΟΙ ΟΣΙΟΙ
Μετά το τέλος των διωγμών επεκράτησε ή άποψη ότι ή ενάρετη ζωή εν Χριστώ είναι ισάξια με το μαρτυρικό θάνατο. "Ετσι, έφαρμόζοντες το λόγιο «διό εξέλθετε έκ μέσου αυτών καί άφορίσθητε (αποχωριστείτε)» (Β' Κορ. στ', 17), πολλοί εγκατέλειπαν τόν κόσμο καί αφιερώθηκαν στον Χριστό εξ ολοκλήρου. Αυτό θεωρήθηκε «μαρτύριο της συνειδήσεως» καί εξομοιώθηκε με το «-μαρτύριον του αίματος». «Μάρτυρες τη βουλήσει άνευ μαστιγών καί διωγμών» (Μέγας Βασίλειος).Αυτοί είναι οι Μοναχοί, οι Ασκητές καί οι Αναχωρητές, πού έζησαν ή σε Κοινόβια Μοναστήρια ή σε σπηλιές. Αποτέλεσμα της αυστηρής καί ασκητικής αυτής ζωής είναι ή κάθαρση, ό φωτισμός, καί ή χαρίτωσή τους με τίς δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Ή προσφορά τους προς τον κόσμο με τις δεήσεις τους υπέρ του σύμπαντος κόσμου, τίς ποικίλες θαυματουργικές επεμβάσεις τους, τίς θεόπνευστες συγγραφές τους, τίς όποιες καί σήμερα απολαμβάνουμε καί τους ποικίλους αγώνες τους υπέρ της Όρθοδοξίας, οδήγησε την Εκκλησία στην αναγνώριση τους ως εμπροσθοφυλακής του Σώματός της κατά των εχθρών της πίστεως καί τους τιμάει ως Όσιους καί Θεοφόρους Πατέρες.Μερικοί από τους επιφανέστερους Όσιους είναι ό Μ. Αντώνιος, ό Παχώμιος, Σάββας ό ήγιασμένος, ό Ευθύμιος, Θεοδόσιος ό Κοινοβιάρχης, Μακάριος ό Αιγύπτιος, Αθανάσιος ό Άθωνίτης κ.λπ.
12.ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ
Όλοι όσοι έζησαν προ Χρίστου σύμφωνα με το θειο Νόμο καί με την ελπίδα της έλεύσεως του Μεσσία: Προπάτορες, Θεοπάτορες, Προφήτες, Πατριάρχες, Βασιλείς κ.λπ. λέγονται Δίκαιοι, (δηλαδή Αγιοι προ Χριστού).***************1. Όλοι μας πρέπει να εορτάζουμε τη μνήμη του Αγίου μας καί όχι τα γενέθλια μας. (Ή Άγία μας Εκκλησία καθόρισε να τελούνται τρία μόνον γενέθλια: του Χριστού, της Παναγίας καί του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου). Εμείς οί Όρθόδοξοι τιμούμε τον Αγιο μας, τον έχουμε προστάτη, μεσίτη καί βοηθό καί αγωνιζόμαστε να Τον μιμηθούμε, ζώντας με κέντρο πάντοτε τον Θεάνθρωπο Χριστό, δηλ. ζούμε θεανθρωποκεντρικά. Οί Παπικοί ζουν με κέντρο τον άνθρωπο, δηλαδή ανθρωποκεντρικά (εξ καί ό εορτασμός των γενεθλίων), ενώ οι Προτεστάντες (Ευαγγελικοί, Πεντηκοστιανοί κ.λπ.) εορτάζουν τα γενέθλια επειδή δεν έχουν Άγιους. Ή συνήθεια λοιπόν εορτασμού των γενεθλίων ήλθε από τη Δύση και είναι άντορθόδοξη.
2. Στήν Κύπρο προ της εισβολής είχαν καταγραφεί σε βιβλίο οί Ναοί, Παρεκκλήσια, έξωκκλήσια κ.λπ. της νήσου καί οι Αγιοι στους οποίους ήσαν αφιερωμένοι. Την πρώτη θέση κατείχε ή Παναγία.3. Αρχάγγελος ήταν καί ό Εωσφόρος με το τάγμα των Αγγέλων του. Λόγω όμως της αλαζονείας καί του εγωισμού του θέλησε να γίνει Θεός, με αποτέλεσμα την πτώση του καί τη μετάπτωση των Αγγέλων σε πονηρά καί κακοποιά πνεύματα σε Διάβολο καί Δαίμονες. Από τότε αντιμάχονται τον Θεό καί επιδιώκουν καί την απομάκρυνση του ανθρώπου από το νόμο Του. Τον παρασύρουν στην αποστασία, την απώλεια, την κόλαση, «εις το πυρ το αιώνιον το ήτοιμασμένον τω διαβόλω καί τοις άγγέλοις αυτού» (Ματ, κε', 41).
Η εικόνα είναι απο : www.rel.gr
Κατά το Συνοδικό της Ορθοδοξίας, Άγιοι είναι οι γνήσιοι θεράποντες του Χριστού. «Άγιοι είναι οι ευσεβείς ορθόδοξοι χριστιανοί, οι όποιοι δια μεν της τελείας αγάπης τους προς τον Θεόν καί της ακριβεστέρας υπακοής των είς τον Νόμoν Του εύηρέστησαν ενώπιον Του, δια δε της δωρεάς του Άγιου Πνεύματος ήγιά-σθησαν, εθεώθησαν καί έδοξάσθησαν υπό του Θεού, και ζώντες καί μετά την κοίμησίν των... και δια της δοθείσης εις αυτούς παρρησίας πρεσβεύουν υπέρ ζώντων και κεκοιμημένων» (Επισκόπου Μελετίου, Αγιολογία).Ή ονομασία Άγιος δίδεται κατ' αρχάς στους Μάρτυρες πού ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό και γι' αυτό τους έθανάτωσαν (μαρτύρησαν). Μετά το τέλος των διωγμών ή ονομασία δίνεται και σ' αυτούς πού διακρίθηκαν για την άγια ζωή τους.Τα μέλη της Εκκλησίας σέβονται και τιμούν τους Αγίους «εν λόγοις, εν συγγραφαίς, εν νοήμασι (με ύμνους και τροπάρια), εν θυσίαις (θ. Λειτουργίες), εν ναοίς, εν εικονίσμασι» (Συνοδικό Ζ Όίκουμενικής Συνόδoυ), επειδή αυτοί απολαμβάνουν τιμή καί δόξα στη Βασιλεία των ουρανών, έχουν παρρησία στο θρόνο του θεού και μεσιτεύουν υπέρ ημών.Προσφέρουμε την τιμή μας στους Αγίους όλους και στην Παναγία καί στους αγίους Αγγέλους, αλλά λατρεία προσφέρουμε μόνο στον Τριαδικό Θεό, τον Πατέρα, τον Υίό καί το Αγιο Πνεύμα. Προσκυνούμε καί ασπαζόμαστε τις Άγιες εικόνες των Αγίων τιμητικά (ή προσκύνηση διαβαίνει στο πρωτότυπο, το εικονιζόμενο πρόσωπο και όχι στο υλικό της εικόνας) και του Θεού λατρευτικά (τιμητική - λατρευτική προσκύνηση).
Ή Εκκλησία μας την τιμή αυτή στους Άγιους την εκδηλώνει:
α.
Με ανέγερση Ναών στο όνομα τους και την τοποθέτηση ιερών λειψάνων τους στην Άγία Τράπεζα.
β.
Με προσκύνηση των Ιερών εικόνων και λειψάνων τους.
γ.
Με θέσπιση εορτών προς τιμή τους.
δ.
Με συγγραφή άσματικών ακολουθιών, εγκωμίων κ.λπ.
ε.
Με επίκληση των πρεσβειών τους και πίστη στην αποτελεσματικότητα της μεσιτείας τους. Συγχρόνως μας προτρέπει να τους μιμηθούμε στο φρόνημα και τη ζωή τους, υπενθυμίζοντας μας το «Αγιοι γίνεσθε ότι εγώ Άγιος ειμί» (Α' Πέτρ. α', 16) και ότι «Μνήμη Αγίου, μίμηση Αγίου» (Πατέρες της Εκκλησίας).Σ' αυτή τη μίμηση διευκολύνει ή Εκκλησία τους πιστούς με την καθιέρωση εορτών προς τιμή τους. Και υπάρχουν;α. Επέτειοι του Μαρτυρίου ή της κοιμήσεως των Αγίων. Ή ήμερα αυτή ονομάζεται «μνήμη Αγίου» ή «γενέθλιος ήμερα» του Αγίου (εισήλθε - γεννήθηκε στην αιώνια ζωή)
1.
β. Συνάξεις. Πρόκειται για εορτές πού τελούνται την επόμενη ήμερα μιας Δεσποτικής ή Θεομητορικής εορτής. Συνάζονται οί πιστοί για να τιμήσουν το πρόσωπο το όποιο συμμετείχε ή συνέβαλε στην εορτή. "Ετσι έχουμε; Σύναξη της Θεοτόκου στίς 26 Δεκεμβρίου (αυτή έγέννησε τον Χριστό), Σύναξη του Προδρόμου στίς 7 Ιανουαρίου (αυτός βάπτισε τον Χριστό), Σύναξη του αρχαγγέλου Γαβριήλ στίς 26 Μαρτίου κ,λπ.γ.
Ευρέσεις καί άνακομιδές ή μετακομιδές αγίων λειψάνων.δ.
Επέτειοι θαυμάτων καί σπουδαίων γεγονότων από τη ζωή της Εκκλησίας ή των Αγίων.Έπι πλέον για να τιμηθούν όλοι μαζί οί Αγιοι, γνωστοί καί άγνωστοι, θεσπίστηκε καί ή εορτή «Των Αγίων Πάντων», πού εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την Πεντηκοστή.Καί οί πιστοί ανταποκρινόμενοι στη φροντίδα αυτή καί αγάπη της Εκκλησίας προστρέχουν στους Ναούς για να τους τιμήσουν, αλλά καί για να ζητήσουν την πρεσβεία καί μεσιτεία τους: «Αγιε του Θεού... πρέσβευε υπέρ ημών». Αυτό το πνεύμα εκφράζει καί το τροπάριο του Μεγάλου Αποδείπνου; «Κύριε, εί μη τους
αγίους σου εϊχομεν πρεσβευτάς καί την αγαθότητα σου συμπαθούσαν ύμιν, πώς έτολμώμεν, Σωτήρ ύμνήσαι σε...».
1.Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ
Αρχίζουμε την απαρίθμηση των Αγίων από την Θεοτόκο, ή οποία είναι καί ΠΑΝ-ΑΓΙΑ.Το κύριο όνομα της Μητέρας του Θεού είναι Μαρία (Μαριάμ). Όλα τα αλλά είναι επίθετα - προσωνυμίες πού δείχνουν ιδιότητες ή χαρίσματα της.Θεοτόκος λέγεται γιατί εγέννησε τον Χριστό πού είναι Θεός. Παναγία λέγεται γιατί συγκεντρώνει όλη την αγιότητα σε όλη τη ζωή της και στον υπέρτατο βαθμό.Άειπάρθενος λέγεται γιατί συνέλαβε έκ Πνεύματος Αγίου καί γέννησε υπερφυσικά Θεό καί Άνθρωπο μυστήριο πού γίνεται κατανοητό μόνο με πίστη. Αυτό δηλώνεται στην Αγιογραφία με τά τρία αστέρια πού έχει στο μέτωπο καί ώμους της καί σημαίνουν οτι ή Παναγία ήταν Παρθένος προ του τόκου, κατά τον τόκο καί μετά τον τόκο (τη γέννα).Ή Δέσποινα του κόσμου καί Βασίλισσα των Ουρανών υπερέχει όχι μόνο των Άγιων όλων, αλλά καί των άγιων Αγγέλων. Γι' αυτό χαιρετίζεται καί τιμάται ως «Τιμιωτέρα των Χερουβείμ καί ενδοξότερα άσυγκρίτως των Σεραφείμ». Μόνο ή Αγία Τριάδα ύπερέχει της Παναγίας. Γι' αυτό:
α.
Κατέχει τα «Δευτερεία της Αγίας Τριάδος».
β.
Στήν Αγία Πρόθεση πριν από τους Αγγέλους καί τους Αγίους αίρεται (βγαίνει) μερίδα πρώτα για την Παναγία.
γ.
Εορτάζεται κάθε χρόνο περισσότερο από εννέα φορές: (1) 25 Μαρτίου - Ευαγγελισμός (2) 2 Ιουλίου - Κατάθεση άγιας Έ-σθήτος της (3) 15 Αυγούστου - Κοίμηση (4) 33 Αυγούστου - Κατάθεση αγίας Ζώνης της (5) 8 Σεπτεμβρίου - Γενέσιο (6) 28 Όκτωβρίου - Άγία Σκέπη (7) 21 Νοεμβρίου - Εισόδια (8) 9 Δεκεμβρίου -Σύλληψη Άγιας Αννας (9) 26 Δεκεμβρίου - Σύναξη της Πανα-γίας κ.α.
δ.
Ή Τετάρτη κάθε Εβδομάδας είναι αφιερωμένη στη Θεοτόκο.
ε.
Υπάρχει πλήθος εορτών προς τιμή της ανευρέσεως παλαιών άπωλεσθέντων εικόνων της.
στ.
Υπάρχει μέγα πλήθος Εκκλησιών αφιερωμένων στη Χάρη της
2.ζ.
Καθιερώθηκαν οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου πού ψάλλονται ολόκληρο το χρόνο, ιδιαίτερα όμως τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή ως Ακάθιστος Ύμνος με τέσσερις Στάσεις.
η.
Ολόκληρος ό Αύγουστος είναι αφιερωμένος στην Παναγία μας: με την Κοίμηση της, τις Παρακλήσεις, τα Μεθεόρτια, τα Έννιάμερα και στις 31 με την κατάθεση της Άγιας Ζώνης με εορτή της Παναγίας τελειώνει το εκκλησιαστικό έτος!
θ.
Οί ακολουθίες όλων των εορτών της Εκκλησίας περιέχουν πλήθος τροπαρίων προς τιμή της Παναγίας καί δεν υπάρχει ωδή Κανόνος Αγίου πού να μην καταλήγει σε Θεοτόκιο δηλ. τροπάριο πού υμνεί την Παναγία μας.Είναι κατά συνέπεια πλήρως δικαιολογημένη ή απεριόριστη ευλάβεια καί τιμή που έχει ό ορθόδοξος Λαός στη Θεοτόκο Παναγία, και ή καταφυγή του στις σωστικές μεσιτείες της προς τον Υίόν της. Καί ό Χριστός, ό Υιός της, πάντοτε εισακούει τίς αιτήσεις της και τις ικανοποιεί. Γι' αυτό λέγουμε ότι οί πρεσβείες της Παναγίας μας είναι σωστικές και αιτούμενοι την πρεσβεία της λέγουμε ή ψάλλουμε «Ύπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς».
2. ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Οι Άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν από τον άνθρωπο και πριν από τη δημιουργία του ορατού κόσμου. Είναι «Λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν» (Έβρ. α', 14), Ως πνεύματα είναι αυλοί και ασώματοι, δε διακρίνονται σε φύλα, δεν πολλαπλασιάζονται ούτε αποθνήσκουν. Ό αριθμός τους είναι αναρίθμητος και χωρίζονται σε εννέα αγγελικά τάγματα:Άγγελοι - Αρχάγγελοι - Δυνάμεις Αρχαί - Έξουσίαι - Θρόνοι
Κυριότητες - Χερουβείμ - ΣεραφείμΠίστη της Εκκλησίας είναι ότι για κάθε άνθρωπο, Εκκλησία και πόλη υπάρχει Άγγελος φύλακας - προστάτης.Το έργο των Αγγέλων είναι να υμνούν καί να δοξολογούν τον Θεό ακατάπαυστα καί να πρεσβεύουν σ' Αυτόν υπέρ των ανθρώπων. Επίσης αποστέλλονται από τον Θεό για να ενισχύουν, να βοηθήσουν ή να σώσουν ατομικά ή ομαδικά τους ανθρώπους πού έχουν ανάγκη. Γενικά, είναι λειτουργοί της Θείας Πρόνοιας καί στίς εμφανίσεις τους, όταν ποτέ συμβεί (Αγγελοφάνειες) προσλαμβάνουν ανθρώπινη μορφή ανδρική, ή νεανική. Ετσι εμφανιζόταν ό Αρχάγγελος Μιχαήλ (στην εποχή κυρίως της Π. Διαθήκης) καί ό Αρχάγγελος Γαβριήλ (στην εποχή της Κ. Διαθήκης)
3.
Ή Εκκλησία μας κατεδίκασε τη λατρευτική τους προσκύνηση καί τιμάει τους Αγγέλους όπως καί τους Αγίους:
α
. Με γιορτές προς τιμή τους.
β.
Αφιερώνοντας τη Δευτέρα κάθε Εβδομάδας υμνολογικό σ' αυτούς.
γ.
Βγάζοντας μερίδα «εις τιμήν καί μνήμην τους» καί μάλιστα αμέσως μετά τη μερίδα της Παναγίας.
δ.
Με την ειδική ευχή του Αποδείπνου «Εις φύλακα 'Αγγελον», τον Παρακλητικό Κανόνα στο φύλακα Άγγελο και άλλο ένα στους Άγιους Αγγέλους.Με αυτούς τους τρόπους δίδεται αφορμή στους πιστούς να ζητούν τη βοήθεια καί τη μεσιτεία τους.
3. Ο ΤΙΜΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
«Ενας είναι ό Κύριος, δεύτερη 'ναι ή Παναγιά, τρίτος ειν' ό Πρόδρομος,.». Ό άγιος Ιωάννης ό Πρόδρομος ακολουθεί μόνο την Παναγία καί βρίσκεται πάνω από κάθε άλλο Αγιο της Εκκλησίας μας, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου «...ουκ έγήγερται εν γεν-νητοΐς γυναικών μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού» (Ματ. ια', 110).
α.
Αναγνωρίζεται ως ό μεγαλύτερος των Προφητών όπως αναφέρεται στο Απολυτίκιο του.
β.
Υπήρξε Πρόδρομος του Κυρίου καί προετοίμασε ζωντανούς καί νεκρούς, όπως πάλι αναφέρεται στο Απολυτίκιο του, για να δεχθούν τον Χριστό.
γ.
Όνομάστηκε καί Βαπτιστής του λαού καί του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό.
δ.
Υπήρξε καί Μάρτυρας γιατί αποκεφαλίστηκε επισφραγίζοντας το έργο του με το αίμα του.
ε.
Εικονίζεται στα εικονοστάσια των Ναών (τέμπλο) κατά κανόνα αριστερά του Κυρίου.
στ.
Ή Εκκλησία βγάζει ειδική μερίδα στην Άγία Πρόθεση στο όνομα του.
ζ.
Κάθε Τρίτη είναι υμνολογικά αφιερωμένη στη μνήμη του.
η.
Τιμάται ή μνήμη του έξι φορές το χρόνο (1) 7 Ιανουαρίου - Σύναξη (2) 24 Φεβρουαρίου - α'καί β'εύρεση της τιμίας Κεφαλής του (3) 25 Μαΐου - γ' εύρεση της τιμίας Κεφαλής του (4) 24 Ιουνίου - Γενέθλια (5) 29 Αυγούστου - Απότομη τιμίας Κεφαλής του και (6) 23 Σεπτεμβρίου - Σύλληψη.
4. ΑΓΙΟΙΑΠΟΣΤΟΛΟΙ
Οι Αγιοι Απόστολοι εξελέγησαν από τον Κύριο και Τον υπηρέτησαν μέχρι θανάτου. "Εγιναν φορείς της εν Χριστώ άποκαλύψεως, φωτίστηκαν από το Άγιο Πνεύμα με όλα τα Χαρίσματα καί αποτελούν τα θεμέλια της Εκκλησίας, ή όποια γι' αυτό καλείται και «Αποστολική». Θεωρούνται ανώτεροι όλων των άλλων Αγίων.Έκτος από τους δώδεκα Αποστόλους πού αποτέλεσαν το στενό κύκλο των Μαθητών Του, ό Χριστός έδιάλεξε καί άλλους έβδομήκοντα οί όποιοι συμπλήρωναν το έργο των δώδεκα.Ή Εκκλησία τους τιμά τον καθένα σε ιδιαίτερη ημερομηνία του έτους αλλά καί όλους μαζΐ τους δώδεκα στη Σύναξη των Αγίων Αποστόλων στίς 30 Ιουνίου καί τους Έβδομηκοντά στη Σύναξη των Έβδομήκοντα στίς 4 Ιανουαρίου.Εχει αφιερώσει υμνολογικό την ημέρα Πέμπτη της Εβδομάδας για να τιμήσει αυτούς για το μεγάλο έργο τους, ένω εξάγει ιδιαίτερη μερίδα στην Ιερά Πρόθεση για τους δώδεκα καί έβδομηκοντα.
5. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙΠΑΤΕΡΕΣ
Αποστολικοί λέγονται οι Πατέρες πού αποτέλεσαν την πρώτη μεταποστολική γενιά στην κορυφή της Εκκλησιαστικής Ίεραρχίας. Υπήρξαν Μαθητές των Αποστόλων συνοδοί, αυτόπτες καί αύτήκοοι των Αποστόλων.Τα γραπτά τους έργα έχουν μεγάλο κύρος, γιατί γράφτηκαν στους χρόνους αμέσως μετά τους Αποστόλους καί διατηρούν πολλές Αποστολικές παραδόσεις.Οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι:-Άγιος Κλήμης, επίσκοπος Ρώμης-Αγιος Ιγνάτιος, επίσκοπος Αντιοχείας-Αγιος Πολύκαρπος, επίσκοπος Σμύρνης-Ό Έρμάς πού έγραψε το έργο «Ποιμήν» καί ό Πάπιας, πού έγραψε το έργον «Λογίων Κυριακών Εξηγήσεις».6. ΟΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΙ
Τον τίτλο του Ίσαποστόλου ή Εκκλησία τον απένειμε σε Αγίους πού αφιέρωσαν τη ζωή τους στη διάδοση του Χριστιανισμού.Τέτοιοι ισαπόστολοι είναι:-Ή Άγία Φωτεινή ή Σαμαρείτιδα (26 Φεβρουαρίου καί Ε' Κυριακή από του Πάσχα).-Ή Άγία Μαγδαληνή ή Μυροφόρα (22 Ιουλίου).-Οι Άγιοι Θεόστεπτοι Βασιλείς Κων/ντίνος καί Ελένη (21 Μαίου).- Ή Άγία Θέκλα (24 Σεπτεμβρίου).-Οι Θεσσαλονικείς Φωτιστές των Σλάβων Κύριλλος καί Μεθόδιος (11 Μαίου).-Ό Άγιος Κοσμάς ό Αιτωλός (24 Αυγούστου).-Ή Άγία Νίνα της Γεωργίας.-Ό Άγιος Βλαδίμηρος Βασιλιάς των Ρώσων.-Ή Άγία ΟΛΓΑ κ.α.
7. ΟΙ ΙΕΡΑΡΧΕΣ - ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζονται όσοι από τους κληρικούς της Εκκλησίας, κυρίως Επίσκοποι, διακρίθηκαν για:-Την αγιότητα του βίου τους, ακολουθώντας πιστά τα ίχνη Χριστού.-Την Ορθόδοξη διδασκαλία τους. Συστηματικά καί ορθά ερμήνευσαν καί εδίδαξαν την Άγία Γραφή.-Την κοινή αναγνώριση τους από το πλήρωμα της Εκκλησίας.Οι περισσότεροι από αυτούς έλαβαν μέρος στις Οικουμενικές ή Τοπικές Συνόδους, αγωνίστηκαν σθεναρά εναντίον των αίρέσεων καί πρωτοστάτησαν στον αγώνα υπέρ της Ορθοδοξίας. Αυτοί συστηματοποίησαν τη διδασκαλία της Εκκλησίας με τους Όρους, (Δογματικές αποφάσεις), των Οικουμενικών καί Τοπικών Συνόδων, καθώς καί με τους Κανόνες των συγγραμμάτων τους
.8. ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Οι Χριστιανοί πού διώχτηκαν καί βασανίστηκαν για την πίστη τους στο Χριστό καί τελικά μαρτύρησαν, ονομάζονται Μάρτυρες.Το μαρτύριο πού είναι αποτέλεσμα ομολογίας της πίστεως στο Χριστό καί την Ορθοδοξία είναι εθελούσια μίμηση του πάθους του Χριστού. Από την πρώτη Εκκλησία θεωρήθηκε ως βάπτισμα, «βάπτισμα δι' αίματος» καί μάλιστα ανώτερο από το βάπτισμα «δι' ύδατος». Το μαρτύριο, όταν ό μάρτυρας έχει τίς απαραίτητες προϋποθέσεις σωτηρίας, παρέχει πλήρη άφεση των αμαρτιών.Μέγα νέφος Μαρτύρων δημιουργήθηκε στους τρεις πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού από τους διωγμούς των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων, οι όποιοι με δαιμονική μανία εκκίνησαν τον ένα διωγμό μετά τον άλλο εναντίον των Χριστιανών, φέροντες τα αντίθετα ακριβώς αποτελέσματα.Οι Μάρτυρες διακρίνονται σε:
α.
Μεγαλομάρτυρες (λόγω αντοχής καί διαρκείας των βασανιστηρίων, λαϊκοί ή κληρικοί).
β.
Ίερομάρτυρες (όσοι ήσαν ιερωμένοι).
γ.
Όσιομάρτυρες καί Όσιοπαρθενομάρτυρες (άνδρες ή γυναίκες μοναχοί ή ασκητές).
δ.
Μάρτυρες (οι λαϊκοί).
ε.
Παρθενομάρτυρες (οι νέες πού ζούσαν στον κόσμο).
στ.
Νεομάρτυρες (λαϊκοί καί κληρικοί που μαρτύρησαν στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, μετά από αυτή καί όσοι θα μαρτυρούν μέχρι της συντέλειας του κόσμου
9. ΟΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΕΣ
Όσοι ομολόγησαν τον Χριστό, αλλά δεν μαρτύρησαν - είτε γιατί οί διώκτες τους δεν τους βασάνισαν τόσο ώστε να αποθάνουν, είτε γιατί έπαυσαν τη δίωξη τους καί απέθαναν τελικά με φυσικό θάνατο - ονομάζονται Όμολογητές.Ή Εκκλησία τιμάει τους Όμολογητές βασιζόμενη στη διαβεβαίωση του Κυρίου «Πας όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω κάγώ εν αύτω έμπροσθεν του Πατρός μου» (Ματ. ι', 32).10. ΟΙ ΑΠΟΛΟΓΗΤΕΣ
Ό Χριστιανισμός με την εμφάνιση του ανατάραξε τους θεσμούς της εποχής του καί γι' αυτό θεωρήθηκε «Ίουδαίοις μεν σκάνδαλον, Ελλησι δε μωρία...» (Α'Κορ. α', 23) καί κατηγορήθηκε καί διώχθηκε.Όσοι υπερασπίστηκαν θεωρητικά το Χριστιανισμό καί προέβαλλαν την αλήθεια του μπροστά σε Αυτοκράτορες καί γενικότερα μπρος στην πολιτική ρωμαϊκή εξουσία ή μπρος στην ιουδαϊκή ιεραρχία ονομάστηκαν Απολογητές.Μετά τους Απολογητές των πρώτων αιώνων, Απολογητές εμφανίστηκαν καί μετά την εξάπλωση του Μωαμεθανισμού καί άνέζησαν στους νεώτερους χρόνους προς απόκρουση των αθεϊστικων κηρυγμάτων.Οι πιο γνωστοί Απολογητές των πρώτων αιώνων ήσαν οι Αθηναίοι Κοδράτος, Άθηναγόρας καί Αριστείδης, ό Παλαιστίνος Ίουστίνος ό φιλόσοφος καί μάρτυς, Κλήμης ό Άλεξανδρεύς, Ώριγένης καί οί Αφρικανοί Λατίνοι Τερτυλλιανός καί Κυπριανός. Μετά τους διωγμούς απολογητικά έργα συνέγραψαν οι μεγάλοι θεολόγοι Πατέρες του Δ'και Ε'αιώνα.
11.ΟΙ ΟΣΙΟΙ
Μετά το τέλος των διωγμών επεκράτησε ή άποψη ότι ή ενάρετη ζωή εν Χριστώ είναι ισάξια με το μαρτυρικό θάνατο. "Ετσι, έφαρμόζοντες το λόγιο «διό εξέλθετε έκ μέσου αυτών καί άφορίσθητε (αποχωριστείτε)» (Β' Κορ. στ', 17), πολλοί εγκατέλειπαν τόν κόσμο καί αφιερώθηκαν στον Χριστό εξ ολοκλήρου. Αυτό θεωρήθηκε «μαρτύριο της συνειδήσεως» καί εξομοιώθηκε με το «-μαρτύριον του αίματος». «Μάρτυρες τη βουλήσει άνευ μαστιγών καί διωγμών» (Μέγας Βασίλειος).Αυτοί είναι οι Μοναχοί, οι Ασκητές καί οι Αναχωρητές, πού έζησαν ή σε Κοινόβια Μοναστήρια ή σε σπηλιές. Αποτέλεσμα της αυστηρής καί ασκητικής αυτής ζωής είναι ή κάθαρση, ό φωτισμός, καί ή χαρίτωσή τους με τίς δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Ή προσφορά τους προς τον κόσμο με τις δεήσεις τους υπέρ του σύμπαντος κόσμου, τίς ποικίλες θαυματουργικές επεμβάσεις τους, τίς θεόπνευστες συγγραφές τους, τίς όποιες καί σήμερα απολαμβάνουμε καί τους ποικίλους αγώνες τους υπέρ της Όρθοδοξίας, οδήγησε την Εκκλησία στην αναγνώριση τους ως εμπροσθοφυλακής του Σώματός της κατά των εχθρών της πίστεως καί τους τιμάει ως Όσιους καί Θεοφόρους Πατέρες.Μερικοί από τους επιφανέστερους Όσιους είναι ό Μ. Αντώνιος, ό Παχώμιος, Σάββας ό ήγιασμένος, ό Ευθύμιος, Θεοδόσιος ό Κοινοβιάρχης, Μακάριος ό Αιγύπτιος, Αθανάσιος ό Άθωνίτης κ.λπ.
12.ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ
Όλοι όσοι έζησαν προ Χρίστου σύμφωνα με το θειο Νόμο καί με την ελπίδα της έλεύσεως του Μεσσία: Προπάτορες, Θεοπάτορες, Προφήτες, Πατριάρχες, Βασιλείς κ.λπ. λέγονται Δίκαιοι, (δηλαδή Αγιοι προ Χριστού).***************1. Όλοι μας πρέπει να εορτάζουμε τη μνήμη του Αγίου μας καί όχι τα γενέθλια μας. (Ή Άγία μας Εκκλησία καθόρισε να τελούνται τρία μόνον γενέθλια: του Χριστού, της Παναγίας καί του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου). Εμείς οί Όρθόδοξοι τιμούμε τον Αγιο μας, τον έχουμε προστάτη, μεσίτη καί βοηθό καί αγωνιζόμαστε να Τον μιμηθούμε, ζώντας με κέντρο πάντοτε τον Θεάνθρωπο Χριστό, δηλ. ζούμε θεανθρωποκεντρικά. Οί Παπικοί ζουν με κέντρο τον άνθρωπο, δηλαδή ανθρωποκεντρικά (εξ καί ό εορτασμός των γενεθλίων), ενώ οι Προτεστάντες (Ευαγγελικοί, Πεντηκοστιανοί κ.λπ.) εορτάζουν τα γενέθλια επειδή δεν έχουν Άγιους. Ή συνήθεια λοιπόν εορτασμού των γενεθλίων ήλθε από τη Δύση και είναι άντορθόδοξη.
2. Στήν Κύπρο προ της εισβολής είχαν καταγραφεί σε βιβλίο οί Ναοί, Παρεκκλήσια, έξωκκλήσια κ.λπ. της νήσου καί οι Αγιοι στους οποίους ήσαν αφιερωμένοι. Την πρώτη θέση κατείχε ή Παναγία.3. Αρχάγγελος ήταν καί ό Εωσφόρος με το τάγμα των Αγγέλων του. Λόγω όμως της αλαζονείας καί του εγωισμού του θέλησε να γίνει Θεός, με αποτέλεσμα την πτώση του καί τη μετάπτωση των Αγγέλων σε πονηρά καί κακοποιά πνεύματα σε Διάβολο καί Δαίμονες. Από τότε αντιμάχονται τον Θεό καί επιδιώκουν καί την απομάκρυνση του ανθρώπου από το νόμο Του. Τον παρασύρουν στην αποστασία, την απώλεια, την κόλαση, «εις το πυρ το αιώνιον το ήτοιμασμένον τω διαβόλω καί τοις άγγέλοις αυτού» (Ματ, κε', 41).
Η εικόνα είναι απο : www.rel.gr
Ο βίος του Αγίου Νικολάου αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας
Άγιος Νικόλαος
* 1 Η ζωή του
* 2 Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος
* 3 Η κοίμησή του
* 4 Υμνολογία
* 5 Εξέταση λειψάνων για ανάπλαση προσώπου
* 6 Προστάτης ναυτικών - Λαογραφία
* 7 Άγιος Νικόλαος και Άγιος Βασίλης (Santa Claus)
* 8 Παραπομπές
* 9 Βιβλιογραφία
Η ζωή του
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από γονείς ευσεβείς και πλουσίους, την εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού, Μαξιμιανού και έτυχε επιμελημένης μόρφωσης. Όμως, σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας. Από πολύ νωρίς είχε αφιερωθεί στα Θεία όπου και μετά την ματάβασή του στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό και τον Πανάγιο Τάφο, όταν επέστρεψε στην πατρίδα του χειροτονήθηκε ιερέας στα Πάταρα. Στην αρχή αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο κι έγινε ηγούμενος της Μονής Σιών στα Μύρα της Λυκίας. Όταν απεβίωσε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας, οι επίσκοποι, δια θεϊκής αποκαλύψεως, έκαναν Αρχιεπίσκοπο τον Νικόλαο.
Από την θέση αυτή ανέπτυξε έντονη δράση και επεξέτεινε τους αγώνες του για την προστασία των φτωχών και των απόρων ιδρύοντας νοσοκομεία και διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Προικισμένος με υψηλό χριστιανικό φρόνημα, ακαταμάχητο θάρρος και ζωτικότητα εμψύχωνε τους διωκόμενους από τους Ρωμαίους χριστιανούς διωκόμενος και εξοριζόμενος και ο ίδιος για τη στάση του αυτή.
Κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού υπέστη βασανιστήρια. Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν προικισμένος με το χάρισμα της θαυματουργίας και έσωσε πολλούς ανθρώπους, και όσο ήταν εν ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του.
Αναφέρονται πλείστα θαύματα του Αγίου όπως η απελευθέρωση των τριών στρατηλάτων, θεραπείες νοσούντων και αποκαταστάσεις φτωχών μεταξύ των οποίων και η περίπτωση που έγινε πολύ γνωστή, παρά τη θέληση του Νικολάου, όταν ένας φτωχός οικογενειάρχης, που κατοικούσε στην περιοχή της πατρίδας του Αγίου, και δεν είχε χρήματα να προικίσει τις τρεις κόρες του, σκόπευε πάνω στην απελπισία του να τις στείλει να γίνουν πόρνες σε οίκο ανοχής, προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα. Όταν το έμαθε αυτό ο Νικόλαος, άρχισε να πηγαίνει μυστικά έξω από το σπίτι εκείνο τις νύχτες και να αφήνει σακούλια με χρήματα. Σε τρεις νύχτες εξασφάλισε την προίκα των τριών κοριτσιών, αφήνοντας 100 χρυσά νομίσματα στην κάθε μία. Την τρίτη φορά όμως, ο πατέρας είχε παραφυλάξει για να δει ποιος ήταν ο άγνωστος ευεργέτης, κι αντελήφθηκε τον Άγιο, που τον παρακάλεσε να μην το αποκαλύψει σε κανέναν. Έτσι, οι τρεις κόρες παντρεύτηκαν κι ο πατέρας μετανόησε για την πρόθεσή του.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος
Το 325 μ.Χ έλαβε μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, και καταπολέμησε τις διδασκαλίες του Αρείου. Λέγεται ότι κατά τη Σύνοδο χαστούκισε τον Άρειο και ο Μέγας Κωνσταντίνος τον έβαλε στη φυλακή. Όταν επέστρεψε απο τη Σύνοδο, συνέχισε το ποιμαντικό του έργο μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Η κοίμησή του
Ο άγιος Νικόλαος πέθανε ειρηνικά στις 6 Δεκεμβρίου του έτους 330 μ. Χ. (Κατ’ άλλους του 345 ή 352 μ.Χ.) Μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλύτης», καθώς τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν άγιο μύρο, όπως και άλλων αγίων. Τα λείψανά του διατηρήθηκαν στα Μύρα έως και τον ενδέκατο αιώνα, όπου το 1087 κάποιοι ναύτες τα αφαίρεσαν και τα μετέφεραν στην Ιταλία, στην πόλη Μπάρι, όπου τοποθετήθηκαν στο Ναό του Αγίου Στεφάνου. Λέγεται ότι κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας άρχισε να αναβλύζει τόσο πολύ μύρο από τα ιερά λείψανα, που οι πιστοί το μάζευαν σε δοχεία για θεραπεία από διάφορες αρρώστιες, ενώ αρκετοί λιποθυμούσαν από την ευωδία του μύρου αυτού.
Η μνήμη του γιορτάζεται στις 6 Δεκεμβρίου τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Ο Άγιος Νικόλαος, φορητή εικόνα του 15ου αιώνα, Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών
Υμνολογία
Απολυτίκιο Αγίου Νικολάου (ήχος δ΄)
"Κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος
εγκρατείας διδάσκαλον ανέδειξέ σε
τη ποίμνη σου η των πραγμάτων αλήθεια
δια τούτω εκτείσω τη ταπεινώσει τα υψηλά
τη πτωχεία τα πλούσια.
Πάτερ ιεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ
σωθήναι τας ψυχάς ημών".
Κοντάκιο Αγίου Νικολάου (ήχος γ΄)
"Εν τοις Μύροις Άγιε, ιερουργός ενεδείχθης,
του Χριστού γαρ όσιε, το ευαγγέλιο πληρώσας,
έθηκας την ψυχήν σου υπέρ λαού σου,
έσωσας τους αθώους εκ του θανάτου,
δια τούτο ηγιάσθεις,
ως μέγας μύστης του Θεού της χάριτος".
Μεγαλυνάριο του Αγίου Νικολάου
"Μύρων ιεράρχης προχειρισθείς
μυριπνόοις έργοις κατεμύρισας
αληθώς Μύρων επαρχίαν,
διό και μύρα βλύζειν,
Νικόλαε τρισμάκαρ,
όντως ηξίωσαι.
Εξέταση λειψάνων για ανάπλαση προσώπου
Σύγχρονη εικόνα του Αγίου Νικολάου από μέταλλο, έργο του Βούλγαρου καλλιτέχνη Γκεόργκι "Τσάπα" Τσαπκάνοβ, που εικονίζει τον προστάτη των αλιέων να κρατά ψάρια. Gilbert House, Στάνλεϊ, Νήσοι Φώκλαντ.
Ο νέος τάφος του αγίου Νικολάου στο Μπάρι ανοίχτηκε τη νύχτα της 5ης προς την 6η Μαΐου του 1953, επειδή έπρεπε να γίνουν αναστηλωτικά και αναπαλαιωτικά έργα στη Βασιλική του αγίου Στεφάνου. Με την ευκαιρία αυτή έγινε αναγνωριστικός έλεγχος και καταμέτρηση των οστών που βρέθηκαν στον τάφο από τον καθηγητή της Ανατομίας του Πανεπιστημίου του Bari Luigi Martino, με τη βοήθεια του Δρ. Venezia Luigi. Μετά, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε γυάλινη κάψα και τέθηκαν σε προσκύνημα στη Βασιλική του Αγίου. Το1957, ο ίδιος καθηγητής, με τον ίδιο βοηθό πραγματοποίησαν μια δεύτερη εξέταση των λειψάνων, τα οποία αμέσως μετά τοποθετήθηκαν στη σαρκοφάγο από όπου τα είχαν βγάλει αρχικά. Επρόκειτο για μια «ανατομική ανθρωπολογική μελέτη, που απέβλεπε στον προσδιορισμό και την αποτύπωση της εικόνας και των χαρακτηριστικών των οστών και κυρίως στην ανασύνθεση της φυσικής εμφάνισης ή ακόμη και της εικονογραφικής μορφής του ατόμου, στο όποιο άνηκαν τα υπό εξέταση οστικά λείψανα».[1] Η εξέταση απέδειξε ότι πολλά τμήματα των οστών έλειπαν, και ότι η κάρα είχε διατηρηθεί καλύτερα από τα υπόλοιπα. Παράλληλα, όταν ανοίχτηκε ή σαρκοφάγος, τα οστά βρέθηκαν βουτηγμένα σ’ ένα υγρό διαυγές, άχρωμο και άοσμο, σαν νερό που βγαίνει από βράχο. Όσα οστά βρίσκονταν πάνω από τη στάθμη του υγρού, που έφτανε στα 2-3 εκ. μ. από τον πυθμένα της σαρκοφάγου, ήταν υγρά όπως και τα εσωτερικά τοιχώματα της. Επίσης από αυτό το υγρό ήταν γεμάτες οι μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστών. Η εξέταση του υγρού στα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Bari έδειξε ότι επρόκειτο για νερό καθαρό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς. Οι ρωμαιοκαθολικοί του έχουν δώσει τη χαρακτηριστική ονομασία «Manna». Τα σχετικά Αγιολογικά κείμενα λένε ότι και όταν οι βαρηνοί ναύτες έσπασαν την πλάκα, του τάφου του Αγίου στα Μύρα, για να πάρουν τα λείψανα, τα βρήκαν μέσα σε «Θείο μύρο», (άλλοι γράφουν Sanctus liguor ή oleum). Σύμφωνα με τον ερευνητή καθηγητή, η ύπαρξη του υγρού αυτού στη σαρκοφάγο επέδρασε ευεργετικά στην καλύτερη συντήρηση των οστών όλους αυτούς τους αιώνες που πέρασαν. Η μελέτη των οστών έδειξε ότι ο κάτοχός τους έπασχε από αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα και διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση. Θεωρείται ότι αυτά πρέπει να κληροδοτήθηκαν στον Άγιο από κάποια υγρή φυλακή, όπου θα πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία, όπως μαρτυρούν τα σχετικά αγιολογικά κείμενα. Ο ίδιος καθηγητής εκτέλεσε ανάπλαση της μορφής του αγίου Νικολάου με βάση τα οστά της κάρας του, και το αποτέλεσμα έμοιαζε με τη μορφή του αγίου όπως εικονίζεται στο Παρεκκλήσιο του Άγ. Ισιδώρου της Βασιλικής του Άγ. Μάρκου Βενετίας.[2]
Προστάτης ναυτικών - Λαογραφία
Η εικόνα του Αγίου Νικολάου του ομώνυμου Ι. Ναού στον Πειραιά
Ο Άγιος Νικόλαος , θεωρείται ο κατ' εξοχήν προστάτης των Ναυτικών καθώς και του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος, γιατί στον βίο του αναφέρονται θαύματα που έχουν σχέση με τη θάλασσα. Για το λόγο αυτό, όλα τα πλοία του πολεμικού ναυτικού, καθώς και όλα τα εμπορικά, φέρουν την εικόνα του [1]. Επίσης θεωρείται και προστάτης της πόλης του Αγίου Νικολάου Κρήτης όπου τιμάται με την ημέρα που εορτάζεται (9 Δεκεμβρίου) ως επίσημη αργία σε όλη την πόλη. Παρεκκλήσια που φέρονται επί πλοίων είναι αφιερωμένα στον Άγιο Νικόλαο, όπως και εκείνο στο ιστορικό Θ/Κ Γ. Αβέρωφ. Επίσης πολλά πλεούμενα παίρνουν το όνομά του και ως προστάτης των ναυτικών αναφέρεται και σε πολλά νησιώτικα τραγούδια.
* Η ημέρα τιμής του Αγίου Νικολάου είναι επίσημη αργία σε όλα τα ελληνικά πλοία, λιμένες, Υπηρεσίες λιμένων και ναυτιλιακές εταιρείες. Επίσημη επίσης αργία είναι για το Πολεμικό Ναυτικό, το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και το Λιμενικό Σώμα.
Άγιος Νικόλαος και Άγιος Βασίλης (Santa Claus)
Στη Δύση η γιορτή του αγίου Νικολάου, που λέγεται Santa Claus, συνδέεται με τα Χριστούγεννα και με την ανταλλαγή δώρων που γίνεται τότε. Και στην Ελλάδα ταυτίζεται η μορφή του Άγιου Βασίλη (Santa Claus) που φοράει κόκκινα ρούχα και έχει λευκή γενειάδα με τον άγιο Βασίλειο, στην ουσία όμως ο συμβολισμός αναφέρεται στον άγιο Νικόλαο και περιέχει στοιχεία από παγανιστικές, προχριστιανικές δοξασίες για τον "πατέρα του χιονιού" κτλ.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια(http://el.wikipedia.org)
Η εικόνα του αγίου Νικολάου είναι απο www.synaxarion.gr
* 1 Η ζωή του
* 2 Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος
* 3 Η κοίμησή του
* 4 Υμνολογία
* 5 Εξέταση λειψάνων για ανάπλαση προσώπου
* 6 Προστάτης ναυτικών - Λαογραφία
* 7 Άγιος Νικόλαος και Άγιος Βασίλης (Santa Claus)
* 8 Παραπομπές
* 9 Βιβλιογραφία
Η ζωή του
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από γονείς ευσεβείς και πλουσίους, την εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού, Μαξιμιανού και έτυχε επιμελημένης μόρφωσης. Όμως, σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας. Από πολύ νωρίς είχε αφιερωθεί στα Θεία όπου και μετά την ματάβασή του στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό και τον Πανάγιο Τάφο, όταν επέστρεψε στην πατρίδα του χειροτονήθηκε ιερέας στα Πάταρα. Στην αρχή αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο κι έγινε ηγούμενος της Μονής Σιών στα Μύρα της Λυκίας. Όταν απεβίωσε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας, οι επίσκοποι, δια θεϊκής αποκαλύψεως, έκαναν Αρχιεπίσκοπο τον Νικόλαο.
Από την θέση αυτή ανέπτυξε έντονη δράση και επεξέτεινε τους αγώνες του για την προστασία των φτωχών και των απόρων ιδρύοντας νοσοκομεία και διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Προικισμένος με υψηλό χριστιανικό φρόνημα, ακαταμάχητο θάρρος και ζωτικότητα εμψύχωνε τους διωκόμενους από τους Ρωμαίους χριστιανούς διωκόμενος και εξοριζόμενος και ο ίδιος για τη στάση του αυτή.
Κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού υπέστη βασανιστήρια. Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν προικισμένος με το χάρισμα της θαυματουργίας και έσωσε πολλούς ανθρώπους, και όσο ήταν εν ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του.
Αναφέρονται πλείστα θαύματα του Αγίου όπως η απελευθέρωση των τριών στρατηλάτων, θεραπείες νοσούντων και αποκαταστάσεις φτωχών μεταξύ των οποίων και η περίπτωση που έγινε πολύ γνωστή, παρά τη θέληση του Νικολάου, όταν ένας φτωχός οικογενειάρχης, που κατοικούσε στην περιοχή της πατρίδας του Αγίου, και δεν είχε χρήματα να προικίσει τις τρεις κόρες του, σκόπευε πάνω στην απελπισία του να τις στείλει να γίνουν πόρνες σε οίκο ανοχής, προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα. Όταν το έμαθε αυτό ο Νικόλαος, άρχισε να πηγαίνει μυστικά έξω από το σπίτι εκείνο τις νύχτες και να αφήνει σακούλια με χρήματα. Σε τρεις νύχτες εξασφάλισε την προίκα των τριών κοριτσιών, αφήνοντας 100 χρυσά νομίσματα στην κάθε μία. Την τρίτη φορά όμως, ο πατέρας είχε παραφυλάξει για να δει ποιος ήταν ο άγνωστος ευεργέτης, κι αντελήφθηκε τον Άγιο, που τον παρακάλεσε να μην το αποκαλύψει σε κανέναν. Έτσι, οι τρεις κόρες παντρεύτηκαν κι ο πατέρας μετανόησε για την πρόθεσή του.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος
Το 325 μ.Χ έλαβε μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, και καταπολέμησε τις διδασκαλίες του Αρείου. Λέγεται ότι κατά τη Σύνοδο χαστούκισε τον Άρειο και ο Μέγας Κωνσταντίνος τον έβαλε στη φυλακή. Όταν επέστρεψε απο τη Σύνοδο, συνέχισε το ποιμαντικό του έργο μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Η κοίμησή του
Ο άγιος Νικόλαος πέθανε ειρηνικά στις 6 Δεκεμβρίου του έτους 330 μ. Χ. (Κατ’ άλλους του 345 ή 352 μ.Χ.) Μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλύτης», καθώς τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν άγιο μύρο, όπως και άλλων αγίων. Τα λείψανά του διατηρήθηκαν στα Μύρα έως και τον ενδέκατο αιώνα, όπου το 1087 κάποιοι ναύτες τα αφαίρεσαν και τα μετέφεραν στην Ιταλία, στην πόλη Μπάρι, όπου τοποθετήθηκαν στο Ναό του Αγίου Στεφάνου. Λέγεται ότι κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας άρχισε να αναβλύζει τόσο πολύ μύρο από τα ιερά λείψανα, που οι πιστοί το μάζευαν σε δοχεία για θεραπεία από διάφορες αρρώστιες, ενώ αρκετοί λιποθυμούσαν από την ευωδία του μύρου αυτού.
Η μνήμη του γιορτάζεται στις 6 Δεκεμβρίου τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Ο Άγιος Νικόλαος, φορητή εικόνα του 15ου αιώνα, Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών
Υμνολογία
Απολυτίκιο Αγίου Νικολάου (ήχος δ΄)
"Κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος
εγκρατείας διδάσκαλον ανέδειξέ σε
τη ποίμνη σου η των πραγμάτων αλήθεια
δια τούτω εκτείσω τη ταπεινώσει τα υψηλά
τη πτωχεία τα πλούσια.
Πάτερ ιεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ
σωθήναι τας ψυχάς ημών".
Κοντάκιο Αγίου Νικολάου (ήχος γ΄)
"Εν τοις Μύροις Άγιε, ιερουργός ενεδείχθης,
του Χριστού γαρ όσιε, το ευαγγέλιο πληρώσας,
έθηκας την ψυχήν σου υπέρ λαού σου,
έσωσας τους αθώους εκ του θανάτου,
δια τούτο ηγιάσθεις,
ως μέγας μύστης του Θεού της χάριτος".
Μεγαλυνάριο του Αγίου Νικολάου
"Μύρων ιεράρχης προχειρισθείς
μυριπνόοις έργοις κατεμύρισας
αληθώς Μύρων επαρχίαν,
διό και μύρα βλύζειν,
Νικόλαε τρισμάκαρ,
όντως ηξίωσαι.
Εξέταση λειψάνων για ανάπλαση προσώπου
Σύγχρονη εικόνα του Αγίου Νικολάου από μέταλλο, έργο του Βούλγαρου καλλιτέχνη Γκεόργκι "Τσάπα" Τσαπκάνοβ, που εικονίζει τον προστάτη των αλιέων να κρατά ψάρια. Gilbert House, Στάνλεϊ, Νήσοι Φώκλαντ.
Ο νέος τάφος του αγίου Νικολάου στο Μπάρι ανοίχτηκε τη νύχτα της 5ης προς την 6η Μαΐου του 1953, επειδή έπρεπε να γίνουν αναστηλωτικά και αναπαλαιωτικά έργα στη Βασιλική του αγίου Στεφάνου. Με την ευκαιρία αυτή έγινε αναγνωριστικός έλεγχος και καταμέτρηση των οστών που βρέθηκαν στον τάφο από τον καθηγητή της Ανατομίας του Πανεπιστημίου του Bari Luigi Martino, με τη βοήθεια του Δρ. Venezia Luigi. Μετά, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε γυάλινη κάψα και τέθηκαν σε προσκύνημα στη Βασιλική του Αγίου. Το1957, ο ίδιος καθηγητής, με τον ίδιο βοηθό πραγματοποίησαν μια δεύτερη εξέταση των λειψάνων, τα οποία αμέσως μετά τοποθετήθηκαν στη σαρκοφάγο από όπου τα είχαν βγάλει αρχικά. Επρόκειτο για μια «ανατομική ανθρωπολογική μελέτη, που απέβλεπε στον προσδιορισμό και την αποτύπωση της εικόνας και των χαρακτηριστικών των οστών και κυρίως στην ανασύνθεση της φυσικής εμφάνισης ή ακόμη και της εικονογραφικής μορφής του ατόμου, στο όποιο άνηκαν τα υπό εξέταση οστικά λείψανα».[1] Η εξέταση απέδειξε ότι πολλά τμήματα των οστών έλειπαν, και ότι η κάρα είχε διατηρηθεί καλύτερα από τα υπόλοιπα. Παράλληλα, όταν ανοίχτηκε ή σαρκοφάγος, τα οστά βρέθηκαν βουτηγμένα σ’ ένα υγρό διαυγές, άχρωμο και άοσμο, σαν νερό που βγαίνει από βράχο. Όσα οστά βρίσκονταν πάνω από τη στάθμη του υγρού, που έφτανε στα 2-3 εκ. μ. από τον πυθμένα της σαρκοφάγου, ήταν υγρά όπως και τα εσωτερικά τοιχώματα της. Επίσης από αυτό το υγρό ήταν γεμάτες οι μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστών. Η εξέταση του υγρού στα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Bari έδειξε ότι επρόκειτο για νερό καθαρό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς. Οι ρωμαιοκαθολικοί του έχουν δώσει τη χαρακτηριστική ονομασία «Manna». Τα σχετικά Αγιολογικά κείμενα λένε ότι και όταν οι βαρηνοί ναύτες έσπασαν την πλάκα, του τάφου του Αγίου στα Μύρα, για να πάρουν τα λείψανα, τα βρήκαν μέσα σε «Θείο μύρο», (άλλοι γράφουν Sanctus liguor ή oleum). Σύμφωνα με τον ερευνητή καθηγητή, η ύπαρξη του υγρού αυτού στη σαρκοφάγο επέδρασε ευεργετικά στην καλύτερη συντήρηση των οστών όλους αυτούς τους αιώνες που πέρασαν. Η μελέτη των οστών έδειξε ότι ο κάτοχός τους έπασχε από αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα και διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση. Θεωρείται ότι αυτά πρέπει να κληροδοτήθηκαν στον Άγιο από κάποια υγρή φυλακή, όπου θα πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία, όπως μαρτυρούν τα σχετικά αγιολογικά κείμενα. Ο ίδιος καθηγητής εκτέλεσε ανάπλαση της μορφής του αγίου Νικολάου με βάση τα οστά της κάρας του, και το αποτέλεσμα έμοιαζε με τη μορφή του αγίου όπως εικονίζεται στο Παρεκκλήσιο του Άγ. Ισιδώρου της Βασιλικής του Άγ. Μάρκου Βενετίας.[2]
Προστάτης ναυτικών - Λαογραφία
Η εικόνα του Αγίου Νικολάου του ομώνυμου Ι. Ναού στον Πειραιά
Ο Άγιος Νικόλαος , θεωρείται ο κατ' εξοχήν προστάτης των Ναυτικών καθώς και του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος, γιατί στον βίο του αναφέρονται θαύματα που έχουν σχέση με τη θάλασσα. Για το λόγο αυτό, όλα τα πλοία του πολεμικού ναυτικού, καθώς και όλα τα εμπορικά, φέρουν την εικόνα του [1]. Επίσης θεωρείται και προστάτης της πόλης του Αγίου Νικολάου Κρήτης όπου τιμάται με την ημέρα που εορτάζεται (9 Δεκεμβρίου) ως επίσημη αργία σε όλη την πόλη. Παρεκκλήσια που φέρονται επί πλοίων είναι αφιερωμένα στον Άγιο Νικόλαο, όπως και εκείνο στο ιστορικό Θ/Κ Γ. Αβέρωφ. Επίσης πολλά πλεούμενα παίρνουν το όνομά του και ως προστάτης των ναυτικών αναφέρεται και σε πολλά νησιώτικα τραγούδια.
* Η ημέρα τιμής του Αγίου Νικολάου είναι επίσημη αργία σε όλα τα ελληνικά πλοία, λιμένες, Υπηρεσίες λιμένων και ναυτιλιακές εταιρείες. Επίσημη επίσης αργία είναι για το Πολεμικό Ναυτικό, το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και το Λιμενικό Σώμα.
Άγιος Νικόλαος και Άγιος Βασίλης (Santa Claus)
Στη Δύση η γιορτή του αγίου Νικολάου, που λέγεται Santa Claus, συνδέεται με τα Χριστούγεννα και με την ανταλλαγή δώρων που γίνεται τότε. Και στην Ελλάδα ταυτίζεται η μορφή του Άγιου Βασίλη (Santa Claus) που φοράει κόκκινα ρούχα και έχει λευκή γενειάδα με τον άγιο Βασίλειο, στην ουσία όμως ο συμβολισμός αναφέρεται στον άγιο Νικόλαο και περιέχει στοιχεία από παγανιστικές, προχριστιανικές δοξασίες για τον "πατέρα του χιονιού" κτλ.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια(http://el.wikipedia.org)
Η εικόνα του αγίου Νικολάου είναι απο www.synaxarion.gr
Ο Βίος του Αγίου Ιωάννη Δαμασκηνού
Χρήστος Μπακογιάννης
Αντίβαρο, Νοέμβριος 2007
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
ΒΙΟΣ. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός είναι από τους σπου-δαιότερους Πατέρες που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο τον 8ου αιώνα, εξαιτίας των ιερών εικόνων, αλλά και του όλου έργου του. Υπήρξε μοναχός και πρεσβύτερος της Μονής του αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη, περιοχή εκτός της επικράτειας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και εντός του Αραβικού Χαλιφάτου. Ο Ιωάννης διακρίθηκε κυρίως ως ο μέγας αποταμιευτής και ερμηνευτής της ορθόδοξης πατερικής Παράδοσης.
Καταγόταν από επιφανή ελληνοσυριακή οικογένεια της Δαμασκού, πρωτεύουσας του Χαλιφάτου από το 661 στην οποία και γεννήθηκε. Τα στοιχεία των πηγών για τη γέννηση, τις σπουδές και γενικότερα τη ζωή του δεν είναι πλήρη, διότι οι Βίοι του παρουσιάζουν πολλά κενά. Οι πρώτες γνωστές βιογραφίες ανάγονται το 10ο αιώνα. Η αντιπαραβολή των βιογραφιών και το σύνολο των γνησίων στοιχείων ευνοούν την υπόθεση ότι ο Ιωάννης γεννήθηκε το 680 και πέθανε το 749. Ο παππούς του ονομαζόταν Μανσούρ (=νικηφόρος) και ήταν διοικητής της βυζαντινής ελληνικής φρουράς της Δαμασκού, κατά την αραβική επίθεση, όπου και παρέδωσε την πόλη με συνθήκη το 634. ο πατέρας του Σέργιος ήταν «πραγμάτων ἐπίτροπος» ή λογοθέτης στην κυβέρνηση του Χαλίφη Αβιμέλεχ (685-705), θέση αντίστοιχη με αυτή του υπουργού επί των υποθέσεων του υπόδουλου χριστιανικού πληθυσμού και κυρίως της κατανομής και καταβολής των φόρων.
Η μόρφωση του Ιωάννη επεκτάθηκε πέρα από τα καθιερω-μένα πλαίσια. Ο πατέρας του ελευθέρωσε τον αιχμάλωτο μοναχό Κοσμά, άριστο διδάσκαλο από τη Νότια Ιταλία και του ανέθεσε την εκπαίδευση του γιου του. Ο Κοσμάς του δίδαξε αριθμητική, γεωμετρία, μουσική, αστρονομία, ρητορική, διαλεκτική και ηθική κατά Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Μαζί παρακολούθησε τα μαθήματα και ο νεαρός Κοσμάς, ο οποίος είχε υιοθετηθεί από το Σέργιο και έγινε αργότερα γνωστός ως γνωστός ως Κοσμάς ο Μελωδός ή Κοσμάς ο Μαϊουμά, λόγω των ύμνων και των κανόνων που συνέταξε.
Ο Ιωάννης διαδέχθηκε τον πατέρα του στην υπηρεσία του χαλιφάτου επί Ουαδίθ (705-715) και κατέλαβε παρόμοιο ή το ίδιο αξίωμα. Αργότερα αποσύρθηκε στη μονή του αγ. Σάββα, άγνωστο πότε και υπό ποιες συνθήκες, όπου και εγκαταβίωσε ως μοναχός και επεδόθηκε στη μελέτη και στη συγγραφή. Σύμφωνα με την παράδοση, η αναχώρησή του οφειλόταν σε σύγκρουση με τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ για τις εικόνες. Για το λόγο αυτό τιμωρήθηκε με αποκοπή της δεξιάς χειρός, αλλά αυτή συγκολλήθηκε διά θαύματος της Θεοτόκου. Το πιθανότερο είναι ότι αναχώρησε πριν την έναρξη της Εικονομαχίας, διότι, πρώτον, μπορούσε να παραιτηθεί από το αξίωμα και, δεύτερον, στην υπηρεσία του χαλιφάτου δεν μπορούσε εύκολα να ασχολείται με θέματα, όπως η χρήση των εικόνων.
Στη Μονή του αγ. Σάββα διακρίθηκε μεταξύ των μοναχών λόγω της μόρφωσης και του ασκητικού ιδεώδους. Χειροτονήθη-κε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Ιεροσολύμων Ιωάννη Ε’ (706-735), συνεχίζοντας την άσκηση και το συγγραφικό έργο μέχρι το θάνατό του.
Το 754 ασχολήθηκε μαζί του η εικονομαχική σύνοδος της Ιερείας. Τον αναθεμάτισε ως επιρρεπή στο Μωαμεθανισμό , εχθρό της αυτοκρατορίας, διδάσκαλο της ασέβειας και δια-στρεβλωτή των Γραφών. Η σκληρότητα των εκφράσεων της συνόδου καταδεικνύει ότι είχε κατανοηθεί πλήρως η σημασία της προσωπικότητάς του, η οποία είχε σοβαρές επιπτώσεις στους εικονομάχους. Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος (787) ακύρωσε τις αποφάσεις της συνόδου της Ιερείας και θεμελίωσε την περί εικόνων διδασκαλία στη θεολογία των σχετικών έργων του Δαμασκηνού, αναγνωρίζοντας έτσι την προσφορά του. Η μνήμη του τιμάται την 4η Δεκεμβρίου.
ΕΡΓΑ. Ο Ιωάννης μας παρέδωσε πλουσιότατο έργο σε όλους τους τομείς της Θεολογίας. Αφιερωμένος στη συχνή μελέτη της Πατερικής Παράδοσης και της ελληνικής φιλοσοφίας κατέγραψε άνετα τον πλούτο της εμπειρίας του. Οι κριτικοί σήμερα αρνούνται την πρωτοτυπία , αλλά αυτό δεν αφορά σε όλα τα έργα του. Εκείνο που δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί είναι η αυστηρότητα στη μέθοδο και τη διαίρεση. Η υπεροχή του συστηματικού στοιχείου έναντι του πρωτοτύπου, υπήρξε αυστηρή στην επιλογή, η οποία εναρμονιζόταν άριστα και προς την αντίστοιχη αξίωση της Εκκλησίας.
Τα έργα διακρίνονται σε δογματικά, αντιρρητικά, απολογητικά, ηθικά, ομιλίες, ερμηνευτικά, αγιολογικά και υμνογραφικά.
I) Δογματικά: α) το σπουδαιότερο δογματικό σύγγραμμα είναι η τριλογία «Πηγή γνώσεως». Διαιρείται σε τρία μέρη, όπου αναπτύσσονται οι φιλοσοφικές προϋποθέσεις, οι παρεκκλίσεις των αιρέσεων και τα δόγματα της Εκκλησίας. Το πρώτο μέρος ονομάζεται «Φιλοσοφικά Κεφάλαια» και αποτελεί φιλοσοφική εισαγωγή στη χριστιανική θεολογία. Στο μέρος «Περί τῶν αἱρέσεων» εξετάζονται σύντομα εκατό αιρέσεις σε εκατό κεφάλαια. Το τρίτο μέρος είναι η «Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως», το οποίο διαιρείται σε εκατό κεφάλαια και αποτελεί σύστημα δογματικής θεολογίας της Ορθοδοξίας. Γράφοντας το έργο αυτό ο Ιωάννης, όπλισε τους υπερασπιστές της τιμής των εικόνων με ένα ισχυρό όπλο στον αγώνα με τους αντιπάλους τους· όπλο που τους έλειπε κατά την έναρξη της Εικονομαχίας. Εδώ θέλει να προσφέρει εκκλησιαστικό και όχι προσωπικό δογματικό σύστημα. Από τους Πατέρες κυριαρχεί ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ακολουθούν οι Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης, Διονύσιος Αρεοπαγίτης κά.
β) «Λίβελλος περί ὀρθοῦ φρονήματος». Ανακεφαλαιώνει τα θεμελιώδη δόγματα της Ορθοδοξίας με βάση το Σύμβολο της Πίστεως.
γ) «Εἰσαγωγή δογμάτων στοιχειώδης». Εξετάζει τους βασικούς όρους και τις κύριες διακρίσεις της χριστιανικής δογματικής.
δ) «Περί τῶν ἐν πίστει κεκοιμημένων».
II) Ἀντιρρητικά. Σώζονται δύο πραγματείες εναντίον των Νεστοριανών, τρεις εναντίον των Μονοφυσιτών και εναντίον του Μονοθελητισμού. Οι περίφημες τρεις πραγματείες «Περί εἰκόνων» απετέλεσαν την πιο πολύτιμη πηγή των εικονοφίλων για την υπεράσπιση των ι. εικόνων. Γράφθηκαν σταδιακά στην πρώτη φάση της Εικονομαχίας και, συγκεκριμένα, από το 726 ως το 731. Εξετάζουν με μετριοπάθεια το πρόβλημα, δίδοντας το ορθό νόημα στη χρήση των εικόνων. Στο έργο αυτό παρουσιάζεται κατά τρόπο και η πολιτική του Λέοντα Γ’ για το θέμα.
III) Ἀπολογητικά. α) «Διάλογος κατά Μανιχαίων», ο οποίος είναι ερωταποκρίσεις ενός ορθοδόξου με οπαδό της παλιάς αίρεσης των Μανιχαίων.
β) Στο «Διάλεξις χριστιανοῦ καί σαρακηνοῦ» γίνεται λόγος για την αιτία του καλού και του κακού.
IV) Ἠθικά. α) «Ἱερά παράλληλα». Είναι μια ογκώδης ανθολογία Βιβλικών και Πατερικών χωρίων, η οποία αναφέρε-ται στο θρησκευτικό και ηθικό βίο.
β) «Περί τῶν ἁγίων νηστειῶν πρός Κομητᾶν». Εξετάζει το θέμα της διάρκειας της νηστείας της Τεσσαρακοστής.
V) Ὁμιλίες. Μία «Εἰς τό Γενέσιον » και τρεις «Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου». Ακόμη «Εἰς τήν Μεταμόρφωσιν τοῦ Κυρίου», «Εἰς τήν ξηρανθεῖσαν συκῆν» και «Εἰς τό Μέγα Σάββατον». Τέλος, οι ψευδεπίγαφες ομιλίες είναι πολυάριθμες.
VI) Ἑρμηνευτικά. Η ενασχόληση του Δαμασκηνού με την ερμηνεία των Γραφών υπήρξε περιορισμένη. Έχουμε μόνο την ερμηνεία «Εἰς τάς ἐπιστολάς τοῦ Παύλου», που αποτελεί επιτομή της εκτενούς ομιλητικής ερμηνείας του Ιωάννου Χρυσοστόμου.
VII) Ἁγιολογικά. α) «Ἐγκώμιον εἰς Ἰωάννην τόν Χρυσόστομον». β) «Ἐγκώμιον εἰς τήν ἁγίαν Βαρβάραν». γ) «Μαρτύριον τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης». δ) Ο «Βίος Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ» είναι το σπουδαιό-τερο αγιογραφικό κείμενο του Ιωάννη, διότι γνώρισε μεγάλη διάδοση ως διήγημα.
VIII) Ὑμνογραφικά. Ο Δαμασκηνός είναι επίσης ένας από τους σπουδαιότερους μελωδούς της Εκκλησίας. Το ποιητικό του έργο θεωρείται από τα σημαντικότερα στην ορθόδοξη υμνογραφική παράδοση. Είναι ένας από τους εισηγητές του ποιητικού είδους των Κανόνων. Σώζονται 90 Κανόνες του, από τους οποίους οι 14 έχουν συμπεριληφθεί στα λειτουργικά βιβλία. Περίφημος είναι ο «Κανών εἰς τό ἅγιον Πάσχα» και το υμνογραφικό τμήμα των Κυριακών στο βιβλίο της Παρακλητικής· γνωστό ως Ὀχτώηχος της Κυριακής. Οι ύμνοι του επηρέασαν τους μεταγενέστερους ποιητές και απετέλεσαν τον πυρήνα των ακολουθιών της εβδομάδος.
Ο Ιωάννης Δαμασκηνός, με το πολύπλευρο έργο του, έχει επιβληθεί με τρεις ιδιότητες· ως απολογητής των εικόνων, ως υμνογράφος και ως δογματικός θεολόγος. Στον τεράστιο όγκο υλικού των συγγραμμάτων υπερασπίζεται το θεσμό των εικόνων, πράγμα που απετέλεσε και τη βάση για την επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας.
Αντίβαρο, Νοέμβριος 2007
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
ΒΙΟΣ. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός είναι από τους σπου-δαιότερους Πατέρες που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο τον 8ου αιώνα, εξαιτίας των ιερών εικόνων, αλλά και του όλου έργου του. Υπήρξε μοναχός και πρεσβύτερος της Μονής του αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη, περιοχή εκτός της επικράτειας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και εντός του Αραβικού Χαλιφάτου. Ο Ιωάννης διακρίθηκε κυρίως ως ο μέγας αποταμιευτής και ερμηνευτής της ορθόδοξης πατερικής Παράδοσης.
Καταγόταν από επιφανή ελληνοσυριακή οικογένεια της Δαμασκού, πρωτεύουσας του Χαλιφάτου από το 661 στην οποία και γεννήθηκε. Τα στοιχεία των πηγών για τη γέννηση, τις σπουδές και γενικότερα τη ζωή του δεν είναι πλήρη, διότι οι Βίοι του παρουσιάζουν πολλά κενά. Οι πρώτες γνωστές βιογραφίες ανάγονται το 10ο αιώνα. Η αντιπαραβολή των βιογραφιών και το σύνολο των γνησίων στοιχείων ευνοούν την υπόθεση ότι ο Ιωάννης γεννήθηκε το 680 και πέθανε το 749. Ο παππούς του ονομαζόταν Μανσούρ (=νικηφόρος) και ήταν διοικητής της βυζαντινής ελληνικής φρουράς της Δαμασκού, κατά την αραβική επίθεση, όπου και παρέδωσε την πόλη με συνθήκη το 634. ο πατέρας του Σέργιος ήταν «πραγμάτων ἐπίτροπος» ή λογοθέτης στην κυβέρνηση του Χαλίφη Αβιμέλεχ (685-705), θέση αντίστοιχη με αυτή του υπουργού επί των υποθέσεων του υπόδουλου χριστιανικού πληθυσμού και κυρίως της κατανομής και καταβολής των φόρων.
Η μόρφωση του Ιωάννη επεκτάθηκε πέρα από τα καθιερω-μένα πλαίσια. Ο πατέρας του ελευθέρωσε τον αιχμάλωτο μοναχό Κοσμά, άριστο διδάσκαλο από τη Νότια Ιταλία και του ανέθεσε την εκπαίδευση του γιου του. Ο Κοσμάς του δίδαξε αριθμητική, γεωμετρία, μουσική, αστρονομία, ρητορική, διαλεκτική και ηθική κατά Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Μαζί παρακολούθησε τα μαθήματα και ο νεαρός Κοσμάς, ο οποίος είχε υιοθετηθεί από το Σέργιο και έγινε αργότερα γνωστός ως γνωστός ως Κοσμάς ο Μελωδός ή Κοσμάς ο Μαϊουμά, λόγω των ύμνων και των κανόνων που συνέταξε.
Ο Ιωάννης διαδέχθηκε τον πατέρα του στην υπηρεσία του χαλιφάτου επί Ουαδίθ (705-715) και κατέλαβε παρόμοιο ή το ίδιο αξίωμα. Αργότερα αποσύρθηκε στη μονή του αγ. Σάββα, άγνωστο πότε και υπό ποιες συνθήκες, όπου και εγκαταβίωσε ως μοναχός και επεδόθηκε στη μελέτη και στη συγγραφή. Σύμφωνα με την παράδοση, η αναχώρησή του οφειλόταν σε σύγκρουση με τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ για τις εικόνες. Για το λόγο αυτό τιμωρήθηκε με αποκοπή της δεξιάς χειρός, αλλά αυτή συγκολλήθηκε διά θαύματος της Θεοτόκου. Το πιθανότερο είναι ότι αναχώρησε πριν την έναρξη της Εικονομαχίας, διότι, πρώτον, μπορούσε να παραιτηθεί από το αξίωμα και, δεύτερον, στην υπηρεσία του χαλιφάτου δεν μπορούσε εύκολα να ασχολείται με θέματα, όπως η χρήση των εικόνων.
Στη Μονή του αγ. Σάββα διακρίθηκε μεταξύ των μοναχών λόγω της μόρφωσης και του ασκητικού ιδεώδους. Χειροτονήθη-κε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Ιεροσολύμων Ιωάννη Ε’ (706-735), συνεχίζοντας την άσκηση και το συγγραφικό έργο μέχρι το θάνατό του.
Το 754 ασχολήθηκε μαζί του η εικονομαχική σύνοδος της Ιερείας. Τον αναθεμάτισε ως επιρρεπή στο Μωαμεθανισμό , εχθρό της αυτοκρατορίας, διδάσκαλο της ασέβειας και δια-στρεβλωτή των Γραφών. Η σκληρότητα των εκφράσεων της συνόδου καταδεικνύει ότι είχε κατανοηθεί πλήρως η σημασία της προσωπικότητάς του, η οποία είχε σοβαρές επιπτώσεις στους εικονομάχους. Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος (787) ακύρωσε τις αποφάσεις της συνόδου της Ιερείας και θεμελίωσε την περί εικόνων διδασκαλία στη θεολογία των σχετικών έργων του Δαμασκηνού, αναγνωρίζοντας έτσι την προσφορά του. Η μνήμη του τιμάται την 4η Δεκεμβρίου.
ΕΡΓΑ. Ο Ιωάννης μας παρέδωσε πλουσιότατο έργο σε όλους τους τομείς της Θεολογίας. Αφιερωμένος στη συχνή μελέτη της Πατερικής Παράδοσης και της ελληνικής φιλοσοφίας κατέγραψε άνετα τον πλούτο της εμπειρίας του. Οι κριτικοί σήμερα αρνούνται την πρωτοτυπία , αλλά αυτό δεν αφορά σε όλα τα έργα του. Εκείνο που δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί είναι η αυστηρότητα στη μέθοδο και τη διαίρεση. Η υπεροχή του συστηματικού στοιχείου έναντι του πρωτοτύπου, υπήρξε αυστηρή στην επιλογή, η οποία εναρμονιζόταν άριστα και προς την αντίστοιχη αξίωση της Εκκλησίας.
Τα έργα διακρίνονται σε δογματικά, αντιρρητικά, απολογητικά, ηθικά, ομιλίες, ερμηνευτικά, αγιολογικά και υμνογραφικά.
I) Δογματικά: α) το σπουδαιότερο δογματικό σύγγραμμα είναι η τριλογία «Πηγή γνώσεως». Διαιρείται σε τρία μέρη, όπου αναπτύσσονται οι φιλοσοφικές προϋποθέσεις, οι παρεκκλίσεις των αιρέσεων και τα δόγματα της Εκκλησίας. Το πρώτο μέρος ονομάζεται «Φιλοσοφικά Κεφάλαια» και αποτελεί φιλοσοφική εισαγωγή στη χριστιανική θεολογία. Στο μέρος «Περί τῶν αἱρέσεων» εξετάζονται σύντομα εκατό αιρέσεις σε εκατό κεφάλαια. Το τρίτο μέρος είναι η «Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως», το οποίο διαιρείται σε εκατό κεφάλαια και αποτελεί σύστημα δογματικής θεολογίας της Ορθοδοξίας. Γράφοντας το έργο αυτό ο Ιωάννης, όπλισε τους υπερασπιστές της τιμής των εικόνων με ένα ισχυρό όπλο στον αγώνα με τους αντιπάλους τους· όπλο που τους έλειπε κατά την έναρξη της Εικονομαχίας. Εδώ θέλει να προσφέρει εκκλησιαστικό και όχι προσωπικό δογματικό σύστημα. Από τους Πατέρες κυριαρχεί ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ακολουθούν οι Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης, Διονύσιος Αρεοπαγίτης κά.
β) «Λίβελλος περί ὀρθοῦ φρονήματος». Ανακεφαλαιώνει τα θεμελιώδη δόγματα της Ορθοδοξίας με βάση το Σύμβολο της Πίστεως.
γ) «Εἰσαγωγή δογμάτων στοιχειώδης». Εξετάζει τους βασικούς όρους και τις κύριες διακρίσεις της χριστιανικής δογματικής.
δ) «Περί τῶν ἐν πίστει κεκοιμημένων».
II) Ἀντιρρητικά. Σώζονται δύο πραγματείες εναντίον των Νεστοριανών, τρεις εναντίον των Μονοφυσιτών και εναντίον του Μονοθελητισμού. Οι περίφημες τρεις πραγματείες «Περί εἰκόνων» απετέλεσαν την πιο πολύτιμη πηγή των εικονοφίλων για την υπεράσπιση των ι. εικόνων. Γράφθηκαν σταδιακά στην πρώτη φάση της Εικονομαχίας και, συγκεκριμένα, από το 726 ως το 731. Εξετάζουν με μετριοπάθεια το πρόβλημα, δίδοντας το ορθό νόημα στη χρήση των εικόνων. Στο έργο αυτό παρουσιάζεται κατά τρόπο και η πολιτική του Λέοντα Γ’ για το θέμα.
III) Ἀπολογητικά. α) «Διάλογος κατά Μανιχαίων», ο οποίος είναι ερωταποκρίσεις ενός ορθοδόξου με οπαδό της παλιάς αίρεσης των Μανιχαίων.
β) Στο «Διάλεξις χριστιανοῦ καί σαρακηνοῦ» γίνεται λόγος για την αιτία του καλού και του κακού.
IV) Ἠθικά. α) «Ἱερά παράλληλα». Είναι μια ογκώδης ανθολογία Βιβλικών και Πατερικών χωρίων, η οποία αναφέρε-ται στο θρησκευτικό και ηθικό βίο.
β) «Περί τῶν ἁγίων νηστειῶν πρός Κομητᾶν». Εξετάζει το θέμα της διάρκειας της νηστείας της Τεσσαρακοστής.
V) Ὁμιλίες. Μία «Εἰς τό Γενέσιον » και τρεις «Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου». Ακόμη «Εἰς τήν Μεταμόρφωσιν τοῦ Κυρίου», «Εἰς τήν ξηρανθεῖσαν συκῆν» και «Εἰς τό Μέγα Σάββατον». Τέλος, οι ψευδεπίγαφες ομιλίες είναι πολυάριθμες.
VI) Ἑρμηνευτικά. Η ενασχόληση του Δαμασκηνού με την ερμηνεία των Γραφών υπήρξε περιορισμένη. Έχουμε μόνο την ερμηνεία «Εἰς τάς ἐπιστολάς τοῦ Παύλου», που αποτελεί επιτομή της εκτενούς ομιλητικής ερμηνείας του Ιωάννου Χρυσοστόμου.
VII) Ἁγιολογικά. α) «Ἐγκώμιον εἰς Ἰωάννην τόν Χρυσόστομον». β) «Ἐγκώμιον εἰς τήν ἁγίαν Βαρβάραν». γ) «Μαρτύριον τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης». δ) Ο «Βίος Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ» είναι το σπουδαιό-τερο αγιογραφικό κείμενο του Ιωάννη, διότι γνώρισε μεγάλη διάδοση ως διήγημα.
VIII) Ὑμνογραφικά. Ο Δαμασκηνός είναι επίσης ένας από τους σπουδαιότερους μελωδούς της Εκκλησίας. Το ποιητικό του έργο θεωρείται από τα σημαντικότερα στην ορθόδοξη υμνογραφική παράδοση. Είναι ένας από τους εισηγητές του ποιητικού είδους των Κανόνων. Σώζονται 90 Κανόνες του, από τους οποίους οι 14 έχουν συμπεριληφθεί στα λειτουργικά βιβλία. Περίφημος είναι ο «Κανών εἰς τό ἅγιον Πάσχα» και το υμνογραφικό τμήμα των Κυριακών στο βιβλίο της Παρακλητικής· γνωστό ως Ὀχτώηχος της Κυριακής. Οι ύμνοι του επηρέασαν τους μεταγενέστερους ποιητές και απετέλεσαν τον πυρήνα των ακολουθιών της εβδομάδος.
Ο Ιωάννης Δαμασκηνός, με το πολύπλευρο έργο του, έχει επιβληθεί με τρεις ιδιότητες· ως απολογητής των εικόνων, ως υμνογράφος και ως δογματικός θεολόγος. Στον τεράστιο όγκο υλικού των συγγραμμάτων υπερασπίζεται το θεσμό των εικόνων, πράγμα που απετέλεσε και τη βάση για την επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας.
ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ
Άγιος Σάββας
1. Παιδική Ηλικία του Αγίου Σάββα, και αποταγή του κόσμου. Ασκητικοί αγώνες εις την Μονήν των Φλαβιανών (439-456)
Ο Όσιος Πατήρ ημών Σάββας ο Ηγιασμένος εγεννήθη κατά το έτος 439 από της Χριστού Γεννήσεως υπό γονέων ευσεβών και πλουσίων, του Ιωάννου και της Σοφίας, εις την κώμην Μουταλάσκην της Καππαδοκίας. Ο πατήρ του, στρατιωτικός ων και αναγκασθείς να μεταβή μετά της συζύγου του Σοφίας εις την Αλεξάνδρειαν δια υπηρεσιακούς λόγους, ανέθεσε την ανατροφήν του μικρού Σάββα εις τον εκ μητρός θείον του Ερμίαν, ότε ο Άγιος ήτο πέντε μόλις ετών.
Μετ' ολίγον καιρόν, δυσαρεστηθείς ο Σάββας από την συμπεριφορά της συζύγου του θείου του και από την επακολουθήσαν διαμάχην μεταξύ των θείων του Ερμίου και Γρηγορίου δια την ανατροφήν του και την διαχείρισιν της περιουσίας των γονέων του περιφρόνησε τον κόσμον και ενετάγη εις μοναστήριον πλησιόχωρον της γενέτειράς του ονομαζόμενον «Φλαβιαναί». Εκεί επεδόθη αφ' ενός εις την εκμάθησιν του ψαλτηρίου και των μοναχικών υποχρεώσεων, αφ' ετέρου εις την άσκησιν των θεοειδών αρετών και διέπρεψεν εις την εγκράτειαν, την σωματικήν κακοπάθειαν, την ταπεινοφροσύνην και την υπακοήν, δια των οποίων εφάνη υπέρτερος πάντων των συμοναστών του, εξήκοντα ή και εβδομήκοντα τον αριθμόν. Θέλων δε ο Θεός να προμηνύση την αγιότητα, εις την οποίαν θα έφθανεν ο Σάββας, τον εχαρίτωσε με ακράδαντον και θαυματουργόν πίστην: κάποτε εισήλθεν εις ανημμένον φούρνον, αφού καθωπλίσθη δια του σημείου Σταυρού, και σώος και αβλαβής εξήγαγε αβλαβή τα ενδύματα, τα οποία ο αρτοποιός είχεν λησμονήσει.
2. Μετάβασις εις Παλαιστίνην. Άσκησις εις το κοινόβιον του Αγ. Θεοκτίστου και πλησίον του Μ. Ευθυμίου (456-473)
Έχων συμπληρώσει εν ταις Φλαβιαναίς δέκα έτη αγώνων, εζήτησε από τον Ηγούμενον ευλογίαν, δια να απέλθη οριστικώς εις την Αγίαν Πόλιν Ιερουσαλήμ, καθόσον επεθύμει να αναβαίνη διαρκώς από δόξης εις δόξαν, ησυχάζων εις την έρημον. Ο Ηγούμενος του παρέσχε την άδειαν έπειτα από θεϊκήν οπτασίαν, και ούτως ο Σάββας, εις ηλικίαν δεκαοχτώ ετών, αφίχθη εις Ιεροσόλυμα και εφιλοξενήθη εις την Μονήν του Αγίου Πασσαρίωνος, όπου και διήλθε τον χειμώνα του έτους 456 προς 457 μ.Χ. Παρά τας προτροπάς του Αρχιμανδρίτου Ελπιδίου και ετέρων αδελφών να μείνη πλησίον των, ο Σάββας είχε διαρκώς κατά νουν να συναριθμηθή με τους αναχωρητάς, οι οποίοι ησκούντο υπό την εποπτείαν του θαυματουργού και λάμποντος φωστήρος Ευθυμίου του Μεγάλου, δια τούτου δε έλαβε την ευλογία από τον Ελπίδιον και μετέβη προς συνάντησιν του Μ. Ευθυμίου.
Ο Ευθύμιος αρνήθη να κρατήση τον Σάββαν εις την Λαύραν του, αντιθέτως απέστειλεν αυτόν εις την Μονήν του Αββά Θεοκτίστου, μηνύων εις εκείνον να φροντίση τον Σάββαν, διότι ούτος θα εγίνετο διαπρεπής εις την μοναστικήν ζωήν, αυτό το έπραξεν ο Μ. Ευθύμιος, δια να δώση και εν υπόδειγμα εις τον Σάββαν να μη δέχηται νέους αγενείους, όταν θα ίδρυε την ιδικήν του περιφανή Λαύραν και θα καθίστατο νομοθέτης και αρχηγός πάντων των κατά Παλαιστίνην αναχωρητών. Ο νεαρός Σάββας εδέχθη την οδηγίαν του Μ. Ευθυμίου ως θέλημα θεού και εισελθών εις την υπακοήν του Αββά Θεοκτίστου ενέτεινε τους προτέρους του αγώνας, εις την νηστείαν, αγρυπνίαν, ταπεινοφροσύνην και υπακοήν προσέθεσε την αγάπην και επιτηδειότητα εις τας εκκλησιαστικάς ακολουθίας, την αποδοτικωτάτην διακονίαν και εξυπηρέτησιν των λοιπών μοναχών, εν γένει δε διαγωγήν παντελώς άψογον.
Με τοιάυτην θαυμαστήν πολιτείαν διήνυσεν ο Άγιος Σάββας δέκα έτη, μέχρι θανάτου του αγίου Θεοκτίστου, και ακόμη δύο, μέχρι της κοιμήσεως του διαδόχου του θεοκτίστου, Μάριδος. Από τον νέον Ηγούμενον Λογγίνον ο Άγιος εζήτησε να του επιτρέψη την ησυχαστικήν ζωήν, έχων ο Λογγίνος κατά νούν την υψηλοτάτην αρετήν του Σάββα, λαβών δε και την σύμφωνον γνώμην του Μ. Ευθυμίου του την επέτρεψεν, έκτοτε και επί πέντε έτη ο Άγιος Σάββας διέμενε κατά τας πέντε ημέρας της εβδομάδας νήστις εις εν σπήλαιον νοτίως της Μονής, εις το οποίον προσηύχετο και ειργάζετο, μόνον δε κατά τα Σάββατα και τας Κυριακάς επέστρεφεν εις την Μονήν, δια να μεταφέρη το προϊόν του εργοχείρου του και να λάβη μέρος εις τας κοινάς προσευχάς. Καθ' όλην την Τεσσαρακοστήν, ο Άγιος Σάββας διέμενε μετά του Μ. Ευθυμίου και του μακαρίου Δομετιανού, μαθητού εκείνου, εις την πανέρημον του Ρουβά, μεταξύ του χειμάρρου των Κέδρων και της Νεκράς θάλασσας, εν νηστεία, ολιγοποσία, προσευχή και αγρυπνία. Την συμήθειαν αυτήν διετήρησεν ο Άγιος και εις τα μετέπειτα έτη. Εις τας 20 Ιανουαρίου του 473 ο μέγας πατήρ ημών Ευθύμιος εκοιμήθη εν ειρήνη.
3. Απομόνωσις του Αγίου Σάββα εις την έρημον. Ίδρυσις της Ιεράς Λαύρας και ανάδειξις του Αγίου εις αρχηγών των αναχωρητών (473-493)
Τότε ο Άγιος Σάββας, κατά το τριακοστόν πέμπτον έτος της ηλικίας του, δεν ηθέλησε να επιστρέψη εις το κοινόβιον, άλλ' απήλθε προς την ανατολικήν έρημον του Ρουβά και Κουτυλά, την ιδίαν περίοδον κατά την οποίαν ο Άγιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης έλαμπεν εν τη ερήμω του Ιορδάνου. Εις την έρημον ταύτην, όπου συνεδέθη πνευματικώς και με τον Άγιον Θεοδόσιον τον Κοινοβιάρχην μέσω του μοναχού Άνθου, διέμεινεν ο Άγιος Σάββας τέσσερα έτη. Τότε εκέρδισε την κατά των δαιμόνων και των θηρίων πλήρη αφοβίαν, άλλα και το σέβας των βαρβάρων, χάρις εις την εις Θεόν πίστην του και την αρετήν του. Μετά ταύτα, προσταχθείς υπό αγγέλου επάνω εις το όρος της Ευδοκίας, μετώκησεν εις την ανατολικήν πλευράν του Χειμάρρου των Κεδρών, εις σπήλαιον, το οποίον εως σήμερον δείκνυται ως το Σπήλαιον του Άγίου Σάββα, έναντι της Λαύρας. Μετά πέντε έτη, ήρχισαν να συναθροίζονται πλησίον του οι ερημίται και αναχωρηταί, ως εβδομήκοντα τον αριθμόν, άνδρες ουράνιοι και χαριτοφόροι, οι οποίοι απετέλεσαν και την πρώτην συνοδείαν της Λαύρας, εν έτει 483. Μετά την πρώτην οργάνωσιν της Λαύρας και την ανάβλυσιν αγιάσματος θαυματουργικώς, διά της προσευχής του Αγίου, ο άγιος Σάββας είδεν εις την δυτικήν όχθην, απέναντι του σπηλαίου του, να υψώνεται εώς τον ουρανόν στύλος πυρός. Ερευνήσας τον τόπον του θαύματος αυτού την επόμενη ημέραν, ανεύρε το θεόκτιστον σπήλαιον, το οποίον είχε κατάλληλον μορφήν δια να γίνη ναός. Αυτόν κατέστησε κέντρον της Λαύρας ο Αγ. Σάββας, οργανώσας και τας υπολοίπους υπηρεσίας. Η συνοδεία του έφθανε τότε τους εκατόν πενήντα μοναχούς.
Θα ήτο όμως αδύνατον να μη ενταθώσιν οι πειρασμοί και τα σκάνδαλα του διαβόλου, εναντίον ενός τόσον Θεϊκού έργου. Ο Άγιος Σάββας υπέστη την περιφρόνησιν και συκοφαντίαν εκ μέρους ιδικών του μοναχών, οι οποίοι εζήτησαν από τον πατριάρχην Σαλλούστιον την αντικατάστασιν του εις την ηγουμενίαν. Ο πατριάρχης Σαλλούστιος αντ' αυτού, γνωρίζων την αγιότητα του Σάββα, τον εχειροτόνησε πρεσβύτερον, και ενεκαινίασε την Θεόκτιστον Εκκλησία την 12ην Δεκεμβρίου του 491.
Η επί γής ουράνιος πολιτεία του Αγ. Σάββα εσυνεχίζετο: η προσέλευσις μοναχών, και δή Αρμενίων, ελκόμενων από το παράδειγμα του Αγίου, ηύξανε, το ίδιον και η άσκησις και τα θαύματα του Αγίου, ο οποίος κατά τας Μ. Τεσσαρακοστάς διήνυε εις την πανέρημον ζωήν υπεράνθρωπον. Εις την Λαύραν προσήλθεν ο οσιώτατος Ιωάννης, επίσκοπος Κολωνίας, ως απλούς μοναχός, ο οποίος αργότερον κατέστη περιβόητος δια την αρετήν του. Το 492 ο Άγιος Σάββας ήλθεν εις το φρούριον του Καστελλίου, εν τη ερήμω βορειοανατολικώς της Λαύρας και αφού εξεδίωξε τους δαίμονας, οι οποίοι ενεφώλευον εκεί, ωκοδόμησε κοινόβιον και ετοποθέτησε μοναστικήν αδελφότητα. Μετ' ολίγον καιρόν ο πατριάρχης Σαλλούστιος ανέδειξε τον μέν Σάββαν άρχοντα και νομοθέτην πάντων των αναχωρητών και κελλιωτών, των υπαγομένων εις την Αγίαν Πόλιν, τον δε Θεοδόσιον τον Κοινοβιάρχην αρχηγόν και αρχιμανδρίτην πάντων των κοινοβίων. Δια τούτο ο Άγιος Σάββας έλεγε χαριέντως προς τον Θεοδόσιον ότι ο ίδιος ήτο «ηγούμενος ηγουμένων», ενώ ο Θεοδόσιος «ηγούμενος παιδίων», δηλαδή αρχαρίων.
1. Παιδική Ηλικία του Αγίου Σάββα, και αποταγή του κόσμου. Ασκητικοί αγώνες εις την Μονήν των Φλαβιανών (439-456)
Ο Όσιος Πατήρ ημών Σάββας ο Ηγιασμένος εγεννήθη κατά το έτος 439 από της Χριστού Γεννήσεως υπό γονέων ευσεβών και πλουσίων, του Ιωάννου και της Σοφίας, εις την κώμην Μουταλάσκην της Καππαδοκίας. Ο πατήρ του, στρατιωτικός ων και αναγκασθείς να μεταβή μετά της συζύγου του Σοφίας εις την Αλεξάνδρειαν δια υπηρεσιακούς λόγους, ανέθεσε την ανατροφήν του μικρού Σάββα εις τον εκ μητρός θείον του Ερμίαν, ότε ο Άγιος ήτο πέντε μόλις ετών.
Μετ' ολίγον καιρόν, δυσαρεστηθείς ο Σάββας από την συμπεριφορά της συζύγου του θείου του και από την επακολουθήσαν διαμάχην μεταξύ των θείων του Ερμίου και Γρηγορίου δια την ανατροφήν του και την διαχείρισιν της περιουσίας των γονέων του περιφρόνησε τον κόσμον και ενετάγη εις μοναστήριον πλησιόχωρον της γενέτειράς του ονομαζόμενον «Φλαβιαναί». Εκεί επεδόθη αφ' ενός εις την εκμάθησιν του ψαλτηρίου και των μοναχικών υποχρεώσεων, αφ' ετέρου εις την άσκησιν των θεοειδών αρετών και διέπρεψεν εις την εγκράτειαν, την σωματικήν κακοπάθειαν, την ταπεινοφροσύνην και την υπακοήν, δια των οποίων εφάνη υπέρτερος πάντων των συμοναστών του, εξήκοντα ή και εβδομήκοντα τον αριθμόν. Θέλων δε ο Θεός να προμηνύση την αγιότητα, εις την οποίαν θα έφθανεν ο Σάββας, τον εχαρίτωσε με ακράδαντον και θαυματουργόν πίστην: κάποτε εισήλθεν εις ανημμένον φούρνον, αφού καθωπλίσθη δια του σημείου Σταυρού, και σώος και αβλαβής εξήγαγε αβλαβή τα ενδύματα, τα οποία ο αρτοποιός είχεν λησμονήσει.
2. Μετάβασις εις Παλαιστίνην. Άσκησις εις το κοινόβιον του Αγ. Θεοκτίστου και πλησίον του Μ. Ευθυμίου (456-473)
Έχων συμπληρώσει εν ταις Φλαβιαναίς δέκα έτη αγώνων, εζήτησε από τον Ηγούμενον ευλογίαν, δια να απέλθη οριστικώς εις την Αγίαν Πόλιν Ιερουσαλήμ, καθόσον επεθύμει να αναβαίνη διαρκώς από δόξης εις δόξαν, ησυχάζων εις την έρημον. Ο Ηγούμενος του παρέσχε την άδειαν έπειτα από θεϊκήν οπτασίαν, και ούτως ο Σάββας, εις ηλικίαν δεκαοχτώ ετών, αφίχθη εις Ιεροσόλυμα και εφιλοξενήθη εις την Μονήν του Αγίου Πασσαρίωνος, όπου και διήλθε τον χειμώνα του έτους 456 προς 457 μ.Χ. Παρά τας προτροπάς του Αρχιμανδρίτου Ελπιδίου και ετέρων αδελφών να μείνη πλησίον των, ο Σάββας είχε διαρκώς κατά νουν να συναριθμηθή με τους αναχωρητάς, οι οποίοι ησκούντο υπό την εποπτείαν του θαυματουργού και λάμποντος φωστήρος Ευθυμίου του Μεγάλου, δια τούτου δε έλαβε την ευλογία από τον Ελπίδιον και μετέβη προς συνάντησιν του Μ. Ευθυμίου.
Ο Ευθύμιος αρνήθη να κρατήση τον Σάββαν εις την Λαύραν του, αντιθέτως απέστειλεν αυτόν εις την Μονήν του Αββά Θεοκτίστου, μηνύων εις εκείνον να φροντίση τον Σάββαν, διότι ούτος θα εγίνετο διαπρεπής εις την μοναστικήν ζωήν, αυτό το έπραξεν ο Μ. Ευθύμιος, δια να δώση και εν υπόδειγμα εις τον Σάββαν να μη δέχηται νέους αγενείους, όταν θα ίδρυε την ιδικήν του περιφανή Λαύραν και θα καθίστατο νομοθέτης και αρχηγός πάντων των κατά Παλαιστίνην αναχωρητών. Ο νεαρός Σάββας εδέχθη την οδηγίαν του Μ. Ευθυμίου ως θέλημα θεού και εισελθών εις την υπακοήν του Αββά Θεοκτίστου ενέτεινε τους προτέρους του αγώνας, εις την νηστείαν, αγρυπνίαν, ταπεινοφροσύνην και υπακοήν προσέθεσε την αγάπην και επιτηδειότητα εις τας εκκλησιαστικάς ακολουθίας, την αποδοτικωτάτην διακονίαν και εξυπηρέτησιν των λοιπών μοναχών, εν γένει δε διαγωγήν παντελώς άψογον.
Με τοιάυτην θαυμαστήν πολιτείαν διήνυσεν ο Άγιος Σάββας δέκα έτη, μέχρι θανάτου του αγίου Θεοκτίστου, και ακόμη δύο, μέχρι της κοιμήσεως του διαδόχου του θεοκτίστου, Μάριδος. Από τον νέον Ηγούμενον Λογγίνον ο Άγιος εζήτησε να του επιτρέψη την ησυχαστικήν ζωήν, έχων ο Λογγίνος κατά νούν την υψηλοτάτην αρετήν του Σάββα, λαβών δε και την σύμφωνον γνώμην του Μ. Ευθυμίου του την επέτρεψεν, έκτοτε και επί πέντε έτη ο Άγιος Σάββας διέμενε κατά τας πέντε ημέρας της εβδομάδας νήστις εις εν σπήλαιον νοτίως της Μονής, εις το οποίον προσηύχετο και ειργάζετο, μόνον δε κατά τα Σάββατα και τας Κυριακάς επέστρεφεν εις την Μονήν, δια να μεταφέρη το προϊόν του εργοχείρου του και να λάβη μέρος εις τας κοινάς προσευχάς. Καθ' όλην την Τεσσαρακοστήν, ο Άγιος Σάββας διέμενε μετά του Μ. Ευθυμίου και του μακαρίου Δομετιανού, μαθητού εκείνου, εις την πανέρημον του Ρουβά, μεταξύ του χειμάρρου των Κέδρων και της Νεκράς θάλασσας, εν νηστεία, ολιγοποσία, προσευχή και αγρυπνία. Την συμήθειαν αυτήν διετήρησεν ο Άγιος και εις τα μετέπειτα έτη. Εις τας 20 Ιανουαρίου του 473 ο μέγας πατήρ ημών Ευθύμιος εκοιμήθη εν ειρήνη.
3. Απομόνωσις του Αγίου Σάββα εις την έρημον. Ίδρυσις της Ιεράς Λαύρας και ανάδειξις του Αγίου εις αρχηγών των αναχωρητών (473-493)
Τότε ο Άγιος Σάββας, κατά το τριακοστόν πέμπτον έτος της ηλικίας του, δεν ηθέλησε να επιστρέψη εις το κοινόβιον, άλλ' απήλθε προς την ανατολικήν έρημον του Ρουβά και Κουτυλά, την ιδίαν περίοδον κατά την οποίαν ο Άγιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης έλαμπεν εν τη ερήμω του Ιορδάνου. Εις την έρημον ταύτην, όπου συνεδέθη πνευματικώς και με τον Άγιον Θεοδόσιον τον Κοινοβιάρχην μέσω του μοναχού Άνθου, διέμεινεν ο Άγιος Σάββας τέσσερα έτη. Τότε εκέρδισε την κατά των δαιμόνων και των θηρίων πλήρη αφοβίαν, άλλα και το σέβας των βαρβάρων, χάρις εις την εις Θεόν πίστην του και την αρετήν του. Μετά ταύτα, προσταχθείς υπό αγγέλου επάνω εις το όρος της Ευδοκίας, μετώκησεν εις την ανατολικήν πλευράν του Χειμάρρου των Κεδρών, εις σπήλαιον, το οποίον εως σήμερον δείκνυται ως το Σπήλαιον του Άγίου Σάββα, έναντι της Λαύρας. Μετά πέντε έτη, ήρχισαν να συναθροίζονται πλησίον του οι ερημίται και αναχωρηταί, ως εβδομήκοντα τον αριθμόν, άνδρες ουράνιοι και χαριτοφόροι, οι οποίοι απετέλεσαν και την πρώτην συνοδείαν της Λαύρας, εν έτει 483. Μετά την πρώτην οργάνωσιν της Λαύρας και την ανάβλυσιν αγιάσματος θαυματουργικώς, διά της προσευχής του Αγίου, ο άγιος Σάββας είδεν εις την δυτικήν όχθην, απέναντι του σπηλαίου του, να υψώνεται εώς τον ουρανόν στύλος πυρός. Ερευνήσας τον τόπον του θαύματος αυτού την επόμενη ημέραν, ανεύρε το θεόκτιστον σπήλαιον, το οποίον είχε κατάλληλον μορφήν δια να γίνη ναός. Αυτόν κατέστησε κέντρον της Λαύρας ο Αγ. Σάββας, οργανώσας και τας υπολοίπους υπηρεσίας. Η συνοδεία του έφθανε τότε τους εκατόν πενήντα μοναχούς.
Θα ήτο όμως αδύνατον να μη ενταθώσιν οι πειρασμοί και τα σκάνδαλα του διαβόλου, εναντίον ενός τόσον Θεϊκού έργου. Ο Άγιος Σάββας υπέστη την περιφρόνησιν και συκοφαντίαν εκ μέρους ιδικών του μοναχών, οι οποίοι εζήτησαν από τον πατριάρχην Σαλλούστιον την αντικατάστασιν του εις την ηγουμενίαν. Ο πατριάρχης Σαλλούστιος αντ' αυτού, γνωρίζων την αγιότητα του Σάββα, τον εχειροτόνησε πρεσβύτερον, και ενεκαινίασε την Θεόκτιστον Εκκλησία την 12ην Δεκεμβρίου του 491.
Η επί γής ουράνιος πολιτεία του Αγ. Σάββα εσυνεχίζετο: η προσέλευσις μοναχών, και δή Αρμενίων, ελκόμενων από το παράδειγμα του Αγίου, ηύξανε, το ίδιον και η άσκησις και τα θαύματα του Αγίου, ο οποίος κατά τας Μ. Τεσσαρακοστάς διήνυε εις την πανέρημον ζωήν υπεράνθρωπον. Εις την Λαύραν προσήλθεν ο οσιώτατος Ιωάννης, επίσκοπος Κολωνίας, ως απλούς μοναχός, ο οποίος αργότερον κατέστη περιβόητος δια την αρετήν του. Το 492 ο Άγιος Σάββας ήλθεν εις το φρούριον του Καστελλίου, εν τη ερήμω βορειοανατολικώς της Λαύρας και αφού εξεδίωξε τους δαίμονας, οι οποίοι ενεφώλευον εκεί, ωκοδόμησε κοινόβιον και ετοποθέτησε μοναστικήν αδελφότητα. Μετ' ολίγον καιρόν ο πατριάρχης Σαλλούστιος ανέδειξε τον μέν Σάββαν άρχοντα και νομοθέτην πάντων των αναχωρητών και κελλιωτών, των υπαγομένων εις την Αγίαν Πόλιν, τον δε Θεοδόσιον τον Κοινοβιάρχην αρχηγόν και αρχιμανδρίτην πάντων των κοινοβίων. Δια τούτο ο Άγιος Σάββας έλεγε χαριέντως προς τον Θεοδόσιον ότι ο ίδιος ήτο «ηγούμενος ηγουμένων», ενώ ο Θεοδόσιος «ηγούμενος παιδίων», δηλαδή αρχαρίων.
Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009
Ο δρόμος.
Ήταν ένας φτωχός βεδουίνος, που έδειχνε στα καραβάνια τον δρόμο μέσα στην έρημο. Κάποτε , όμως παρασυρμένοι από το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού έβλεπαν οάσεις στον αντίθετο δρόμο. Άρχισαν να τον υποψιάζονται ότι τους παραπλανά. Και σε κάποια στιγμή του επιτέθηκαν και τον αιματοκύλισαν. Πρόλαβε , όμως, εκείνος, ύψωσε το χέρι κατά τον ορίζοντα και τους έδειξε: «Αυτός είναι ο δρόμος! Ακολουθήστε τον, γιατί αλλιώς χαθήκατε», είπε και ξεψύχισε…
Κατάπληκτοι εκείνοι από την ύστατη αυτή χειρονομία αναρωτήθηκαν. Ένας , που επιμένει μέχρι θανάτου, μπορεί να λέει ψέματα; Ας ακολουθήσουμε , λοιπόν , το δρόμο του…Έπειτα από κάμποσα μίλια έφτασαν στην όαση. Μετανοιωμένοι ξαναγύρισαν στον τόπο του εγκλήματος και έστησαν εκεί μνημείο ευγνωμοσύνης. Ένα χέρι που τρεμοσβήνοντας δείχνει τον δρόμο
Και η Εκκλησία υψώνει ένα άλλο μνημείο. Δύο χέρια απλωμένα στον Σταυρό , αιμόφυρτα, να δείχνουν δείχνουν στον πλανεμένο άνθρωπο τον σωστό δρόμο.
Από το βιβλίο «Στάχυα» του Κωνσταντίνου Κούρκουλα
Αντιγραφή από το 10ο τεύχος του περιοδικού Φίλοι Φυλακισμένων του συλλόγου ΟΝΙCIMOC
Κατάπληκτοι εκείνοι από την ύστατη αυτή χειρονομία αναρωτήθηκαν. Ένας , που επιμένει μέχρι θανάτου, μπορεί να λέει ψέματα; Ας ακολουθήσουμε , λοιπόν , το δρόμο του…Έπειτα από κάμποσα μίλια έφτασαν στην όαση. Μετανοιωμένοι ξαναγύρισαν στον τόπο του εγκλήματος και έστησαν εκεί μνημείο ευγνωμοσύνης. Ένα χέρι που τρεμοσβήνοντας δείχνει τον δρόμο
Και η Εκκλησία υψώνει ένα άλλο μνημείο. Δύο χέρια απλωμένα στον Σταυρό , αιμόφυρτα, να δείχνουν δείχνουν στον πλανεμένο άνθρωπο τον σωστό δρόμο.
Από το βιβλίο «Στάχυα» του Κωνσταντίνου Κούρκουλα
Αντιγραφή από το 10ο τεύχος του περιοδικού Φίλοι Φυλακισμένων του συλλόγου ΟΝΙCIMOC
Η "΄μάχη" του Σταυρού ξεσπά και στην Ισπανία
Η Ισπανία έκανε το πρώτο βήμα προς την απαγόρευση του σταυρού στα σχολεία, βήμα που ξεκίνησε από τους βουλευτές ενός μικρού κόμματος της αριστεράς, του Καταλανικού Κόμματος (ERC), εγκρίθηκε από την κοινοβουλευτική επιτροπή με 20 ψήφους υπέρ και 16 κατά, με την υποστήριξη βουλευτών του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSOE) και των Εθνικιστών της Γαλικίας (BNG).
Αυτή η εξέλιξη φυσικά και δεν ικανοποίησε την ισπανική εκκλησία, καθώς ο πρόεδρος του Επισκοπικού Συνεδρίου Αντόνιο Μαρία Ρούκο Βαρέλα, δήλωσε ότι λυπάται γι' αυτή την πρωτοβουλία και ελπίζει να μείνει «στο στάδιο της επιτροπής».
Η απόσυρση των σταυρών θα «στερήσει από τις οικογένειες και τα παιδιά που είναι εγγεγραμένα στα δημόσια σχολεία το δικαίωμα να βλέπουν το πιο χαρακτηριστικό και βασικό σύμβολο της πίστης τους, μία πίστη που διαμορφώνει την προσωπική τους ιστορία, την ιστορία της οικογένειας και του λαού τους», είπε ο ο πρόεδρος του Επισκοπικού Συνεδρίου
www.amen.gr
Αυτή η εξέλιξη φυσικά και δεν ικανοποίησε την ισπανική εκκλησία, καθώς ο πρόεδρος του Επισκοπικού Συνεδρίου Αντόνιο Μαρία Ρούκο Βαρέλα, δήλωσε ότι λυπάται γι' αυτή την πρωτοβουλία και ελπίζει να μείνει «στο στάδιο της επιτροπής».
Η απόσυρση των σταυρών θα «στερήσει από τις οικογένειες και τα παιδιά που είναι εγγεγραμένα στα δημόσια σχολεία το δικαίωμα να βλέπουν το πιο χαρακτηριστικό και βασικό σύμβολο της πίστης τους, μία πίστη που διαμορφώνει την προσωπική τους ιστορία, την ιστορία της οικογένειας και του λαού τους», είπε ο ο πρόεδρος του Επισκοπικού Συνεδρίου
www.amen.gr
Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009
Οι χριστιανοί σήμερα
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Οι χριστιανοί σήμερα»
του Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου
Όταν ο σύγχρονος χριστιανός μιλάει για τον Θεό, εννοεί, λίγο-πολύ, κάτι που βρίσκεται πέρα μακριά στον ουρανό, άγνωστο, ακατανόητο, φοβερό, απλησίαστο, που απλά το αποδέχεται, χρήσιμο για ώρα ανάγκης, μερικές φορές του αποδίδει μαγικές ιδιότητες και συχνά επαναλαμβάνει το ανορθόδοξο «πίστευε και μη ερεύνα».
Κατά τ΄ άλλα αυτή η πίστη στο Θεό δεν επιφέρει ουσιαστική αλλαγή στη ζωή του χριστιανού. Μπορεί να εκκλησιάζεται μερικές Κυριακές, να έχει στη βιβλιοθήκη του σύγχρονα πνευματικά βιβλία, παλιές εικόνες στο σαλόνι, κάποιο κομποσκοίνι στο χέρι, να δίνει και λίγη ελεημοσύνη. Όμως παραμένει ανυπόμονος στ΄ ότι οι άλλοι δεν είναι όπως τους θέλει, μίζερος για τα χρήματα, βυθισμένος στον ατομισμό, στην καλοπέραση, στο άγχος, στον ανταγωνισμό. Αυτό όμως δεν είναι ζωή εν Χριστώ. Μυρίζει θάνατο. Σε τι διαφέρει ο χριστιανός σήμερα από τον υπόλοιπο κόσμο; Όταν δεν έχει μακροθυμία, πραότητα, χαρά, απλότητα και κυρίως ταπείνωση, σημαίνει ότι δεν έχει νοιώσει τίποτε από την εν Χριστώ ζωή. Ζωή που ανακαινίζει, μεταμορφώνει και ωραιοποιεί τον άνθρωπο και μέσα από τις καθημερινές δυσκολίες.
Η ζωή των χριστιανών μη διαφέροντας καταντά επιβίωση δίχως νόημα, ανόητη, αφού δεν μπορείς να ζεις μόνο για μια σύνταξη ή για ένα δεύτερο διαμέρισμα ή για ένα καινούριο αυτοκίνητο. Δεν καρτεράμε μια ουσιαστική αλλαγή, κινούμεθα δίχως ελπίδα. Έτσι, τρέχουμε συνέχεια, υφαίνοντας κατά κάποιο τρόπο το σάβανο μας. Η ζωή, λέμε και εμείς, είναι μαύρη, άχαρη, τα ίδια και τα ίδια, μουντή, θολή, ρουτίνα.
Ο χριστιανός πρώτα-πρώτα καλείται να σκύψει και να ακούσει τη φωνή του Ευαγγελίου, που τον καλεί σε μία συνεχή διακινδύνευση της αυτάρκειας που τον διακατέχει, που πονηρού λογισμού εκείνου, που τον κινεί να λέει: ε εμείς, δόξα τω Θεώ, δεν κάνουμε τα φοβερά και αισχρά, που βλέπουμε καθημερινά στην τηλεόραση. Η σκέψη αυτή είναι μάλλον δαιμονοκίνητη και ο εφησυχασμός που δίνει δεν είναι ασφαλώς καθόλου αγαθός. Δεν θα δώσουμε λόγο στο Θεό μόνο γιατί δεν πράξαμε το κακό, αλλά και γιατί δεν πράξαμε το καλό, δεν αγαπήσαμε τρυφερά την αρετή.
Οι χριστιανοί σήμερα έχουν διπλή ζωή, δεν είναι ακέραιοι, ενοειδείς, οι αυτοί πάντα. Ο διχασμός αυτός είναι μια μεγάλη ταλαιπωρία. Ο χριστιανός δεν μπορεί άλλος να είναι και άλλος να φαίνεται, άλλα να λέει και άλλα να ενεργεί. Αυτή η ηθοποιΐα, καλή ή κακή, δεν μπορεί να ανήκει σε κανέναν χριστιανό. Η αληθινή σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, χαρακτηρίζει και τις σχέσεις του με τους ανθρώπους. Δεν είναι άλλος ο κυριακάτικος χριστιανός και άλλος ο καθημερινός. Παρατηρείται, όπως και άλλοτε έχω πει, μια ευσεβής μασκοφορία. Μια ερμηνεία της μανιώδους σπουδής του ανθρώπου για την τέλεια εξωτερική του εμφάνιση, είναι τα φύλλα της συκής, για να καλύψει την εσωτερική του κενότητα και γυμνότητα. Στ΄ ακριβότερα και ωραιότερα ενδύματα δεν αντιστοιχεί το κάλλος και η τελειότητα του εσωτερικού κόσμου.
Ο χριστιανός παρασύρεται στις πολλές βιοτικές μέριμνες, τυρβάζει περί πολλά, αποσπάται στη μερικότητα, απολυτοποιεί το λίγο, το μικρό, αρέσκεται και προτιμά τους απαγορευμένους καρπούς, οι οποίοι του παρουσιάζονται ωραίοι, γλυκείς και ευχάριστοι, δεν θέλει να διαφέρει, δεν θέλει να αγωνίζεται, δεν θέλει να μειώνεται η ελευθερία του, λέει, να περιορίζεται. Έτσι, σίγουρα οδηγείται στη αξιοποίηση πραγμάτων δευτερευόντων, που τα θεωρεί πρώτα. Επανέρχεται ο δαίμονας της Εδέμ και προτείνει το γυαλιστερό που θαμπώνει και όχι το πολύτιμο, το εύκολα βλεπόμενο, το φθηνό, το διαφημιζόμενο, το των πολλών, το παραποιημένο, το μεταχειρισμένο, το αποδεκτό, το καταναλώσιμο. Η απόκτηση αυτή δεν είναι κατάκτηση, δεν περιέχει γνησιότητα, αγωνιστικότητα, μόχθο υπομονής και αγάπης. Εδώ έγκειται η παραπληροφόρηση, ο αποπροσανατολισμός, η παραπλάνηση στην υιοθεσία δαιμονικού ήθους, ύποπτου, ύπουλου, δόλιου τρόπου προσεγγίσεως του κόσμου. Με τον τρόπο αυτό δίνονται σφαλερές προτεραιότητες, πλανερές, πλασματικές, αποσπασματικές αλήθειες, ωραιοποίηση της ακοσμίας, απομονωτισμός επικίνδυνος, ναρκισσισμός νοσηρός, μετάθεση του προβλήματος, πολυχρωματισμός του κελύφους. Υπερβάλλω;
Έχουμε μια μαγική αντίληψη περί Εκκλησίας εμείς οι χριστιανοί σήμερα. Λέμε: «Αν έρθεις στην Εκκλησία οι δουλειές σου θα πάνε καλά». Μα υπάρχουν χριστιανοί πιστοί που είναι άνεργοι, νέοι επιστήμονες αδιόριστοι, έμποροι πτωχεύσαντες. Λέμε: «Αν δεν έλθεις στην Εκκλησία θα καταστραφείς». Μα ο Χριστός δεν πίεσε ερχόμενος καμία συνείδηση. Δεν έχουμε το δικαίωμα να απειλούμε, να φοβερίζουμε τον κόσμο, παιανίζοντας μάλιστα ένα σκοπό που μιλά για ένα Θεό ανύπαρκτο, ένα Θεό δηλαδή τιμωρό, εκδικητή, τρομοκράτη, φθονερό, αντίδικο. Ένα Θεό που μοιράζει καλές θέσεις εργασίας, παχυλούς μισθούς, υψηλές συντάξεις, επιδόματα, ευζωΐα, μακροζωΐα και λοιπά. Μοιάζουμε με διαφημιστές νέων προϊόντων ομορφιάς η συνήγορους του αδικημένου Θεού. Δεν έχουμε νοιώσει ακόμη εμείς οι χριστιανοί του δύστροπου εικοστού αιώνος ότι η Εκκλησία είναι ο Χριστός που σώζει και δεν σώζεται από κανέναν μας. Ο Χριστός είπε· αν θέλουμε από την καρδιά μας την τελειότητα ας τον ακολουθήσουμε. Οι σημερινοί χριστιανοί γίνονται εισαγγελείς, βασιλικότεροι του βασιλέως, με ζήλο ανεπίγνωστο, με σπουδή αδιάκριτη, με νόθο ιεραποστολισμό.
Μα, αγαπητοί μου, όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας ήταν άρρωστοι, φτωχοί οι πιο πολλοί, συχνά κυνηγημένοι, ανήμποροι, καταφρονεμένοι, δεν τους έπιανε το μάτι σου. Ο Χριστός δοξάσθηκε στον Γολγοθά. Ο πόνος είναι συνοδοιπόρος μας στη ζωή. Το σύμβολο του χριστιανισμού είναι ο σταυρός. Δεν επιτρέπεται η παραπληροφόρηση. Στην Εκκλησία μέσα συνεχίζεται, ενυπάρχει ο πόνος, αλλά έχει νόημα, έχει διέξοδο, οδηγεί σε ανάσταση. Δεν έχουμε το δικαίωμα ως ορισμένοι υποψήφιοι πολιτικοί να ξεγελάμε το λαό, υποσχόμενοι επίγειους παραδείσους. Ο Χριστός είπε ότι θα έχουμε στον κόσμο αυτό θλίψη. Δεν μακαρίζει όσους χασομερούν στα γέλια. Επιθυμούμε και δημιουργούμε ένα νεοχριστιανισμό στα μέτρα μας, στις ανάγκες μας, άκοπο, άμοχθο, πρόχειρο, εύκολο, δίχως κανέναν κόστος, αντιασκητικό, τελικά αντιευαγγελικό. Σε αυτή την προοπτική η θ. Λειτουργία στο ναό είναι μια απλή ακρόαση των λεγομένων, μία θέαση των τελουμένων, που θα μπορείς να την παρακολουθείς πιο ήσυχα και από την πολυθρόνα σου στο σπίτι από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο στο αυτοκίνητο. Δεν είναι θυσία, συμμετοχή, εγρήγορση, επί τω αυτώ πάντων των αδελφών συγκοινωνούντων και θερμά δεομένων.
Εντός των χριστιανικών κοινοτήτων ο ανέστιος, ο ανέραστος, ο αφιλόξενος, ο απομονωμένος και ταλαίπωρος άνθρωπος ζητά να θερμανθεί από την αγάπη και την αλήθεια. Αν ερχόμενος συναντήσει τη δική μας απροθυμία, αφιλοξενία κι αδιαφορία, την κόπωση, την αναβολή, την αδιαθεσία και αναποφασιστικότητα, τότε θα είναι τραγικό και για εμάς και για εκείνον. Αν δεν έχουμε φως και χαρά, βίωμα και ζωή, τι να προσφέρουμε; Τ΄ άλλα τα βρήκε αλλού κι ίσως καλύτερα. Αν εμείς οι χριστιανοί δεν έχουμε τη χαρά της προσωπικής συναντήσεώς μας με τον Χριστό τότε τι νόημα έχει η αναγραφή της χριστιανικής μας ιδιότητας στην ταυτότητα κι ένας τυπικός εκκλησιασμός; Λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης πως αν δεν γνωρίσουμε τι μας έπλασε ο Θεός, δεν θα κατανοήσουμε τι μας έκανε η αμαρτία. Αν δεν γνωρίσουμε το φως της χάριτος, λέμε ότι είμαστε καλά και στο ημίφως. Στο φως αποκαλύπτεται η πραγματικότητά μας. Μέσα στο φως θ΄ αποκαλυφθεί η Αλήθεια της Εκκλησίας. Η Εκκλησία δεν είναι αυτό που φανταζόμαστε, που νομίζουμε, που θα θέλαμε να είναι. Η Εκκλησία είναι μία μητρική αγκάλη, που όλους θέλει να σώσει, αν θελήσουν να σωθούν. Δεν είναι θεσμός, δεν είναι ιδεολογία, δεν είναι παράταξη, δεν είναι σύστημα, δεν είναι μέρος. Η Εκκλησία δεν δικάζει, δεν τιμωρεί, δεν ψάχνει για οπαδούς, δεν μετασχηματίζεται, δεν διαιρεί, δεν κουράζεται, δεν ξεκουράζεται, δεν ανησυχεί να πείσει αποστομωτικά, να υποδουλώσει και να κατατροπώσει κανένα και ποτέ. Προσέξτε το παρακαλώ.
Οι χριστιανοί σήμερα πρέπει να γίνουμε οι άνθρωποι των καθαρών βιωμάτων, να μιλά πιο βροντερά η ζωή μας η ίδια από τα πολλά λόγια μας, να μη απαιτούμε με προπέτεια το θαύμα, να μη βιαζόμαστε στην προσευχή, ν΄ ακούμε και τον άλλο, όποιος κι αν είναι, να υπομένουμε την αντίδραση, την αντίσταση του άλλου, να συνεργασθούμε με το Θεό. Εμείς θα του δώσουμε τον εκούσιο κόπο μας, την άσκηση, κι Εκείνος τη χάρη Του και το έλεός του, αφού πάντοτε η σωτηρία του ανθρώπου είναι συνεργία Θείας Χάριτος κι ανθρώπινης ενέργειας. Ο άνθρωπος πλάσθηκε κατ΄ εικόνα Θεού κι ο σκοπός της δημιουργίας του είναι η θέωση. Η αποστολή της Εκκλησίας είναι η σωτηρία του κόσμου, τα μυστήρια της Εκκλησίας αγιάζουν τον αγωνιζόμενο άνθρωπο, ο οποίος καθαριζόμενος φωτίζεται και θεώνεται. Αυτή είναι η οθρόδοξη θεολογία, η ανθρωπολογία, η εκκλησιολογία και η ασκητική της Εκκλησίας μας. Μη ψάχνουμε γι΄ άλλες ατραπούς, όταν μία είναι η οδός της σωτηρίας, της θεώσεως, της τελειότητος.
www.imsamou.gr
«Οι χριστιανοί σήμερα»
του Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου
Όταν ο σύγχρονος χριστιανός μιλάει για τον Θεό, εννοεί, λίγο-πολύ, κάτι που βρίσκεται πέρα μακριά στον ουρανό, άγνωστο, ακατανόητο, φοβερό, απλησίαστο, που απλά το αποδέχεται, χρήσιμο για ώρα ανάγκης, μερικές φορές του αποδίδει μαγικές ιδιότητες και συχνά επαναλαμβάνει το ανορθόδοξο «πίστευε και μη ερεύνα».
Κατά τ΄ άλλα αυτή η πίστη στο Θεό δεν επιφέρει ουσιαστική αλλαγή στη ζωή του χριστιανού. Μπορεί να εκκλησιάζεται μερικές Κυριακές, να έχει στη βιβλιοθήκη του σύγχρονα πνευματικά βιβλία, παλιές εικόνες στο σαλόνι, κάποιο κομποσκοίνι στο χέρι, να δίνει και λίγη ελεημοσύνη. Όμως παραμένει ανυπόμονος στ΄ ότι οι άλλοι δεν είναι όπως τους θέλει, μίζερος για τα χρήματα, βυθισμένος στον ατομισμό, στην καλοπέραση, στο άγχος, στον ανταγωνισμό. Αυτό όμως δεν είναι ζωή εν Χριστώ. Μυρίζει θάνατο. Σε τι διαφέρει ο χριστιανός σήμερα από τον υπόλοιπο κόσμο; Όταν δεν έχει μακροθυμία, πραότητα, χαρά, απλότητα και κυρίως ταπείνωση, σημαίνει ότι δεν έχει νοιώσει τίποτε από την εν Χριστώ ζωή. Ζωή που ανακαινίζει, μεταμορφώνει και ωραιοποιεί τον άνθρωπο και μέσα από τις καθημερινές δυσκολίες.
Η ζωή των χριστιανών μη διαφέροντας καταντά επιβίωση δίχως νόημα, ανόητη, αφού δεν μπορείς να ζεις μόνο για μια σύνταξη ή για ένα δεύτερο διαμέρισμα ή για ένα καινούριο αυτοκίνητο. Δεν καρτεράμε μια ουσιαστική αλλαγή, κινούμεθα δίχως ελπίδα. Έτσι, τρέχουμε συνέχεια, υφαίνοντας κατά κάποιο τρόπο το σάβανο μας. Η ζωή, λέμε και εμείς, είναι μαύρη, άχαρη, τα ίδια και τα ίδια, μουντή, θολή, ρουτίνα.
Ο χριστιανός πρώτα-πρώτα καλείται να σκύψει και να ακούσει τη φωνή του Ευαγγελίου, που τον καλεί σε μία συνεχή διακινδύνευση της αυτάρκειας που τον διακατέχει, που πονηρού λογισμού εκείνου, που τον κινεί να λέει: ε εμείς, δόξα τω Θεώ, δεν κάνουμε τα φοβερά και αισχρά, που βλέπουμε καθημερινά στην τηλεόραση. Η σκέψη αυτή είναι μάλλον δαιμονοκίνητη και ο εφησυχασμός που δίνει δεν είναι ασφαλώς καθόλου αγαθός. Δεν θα δώσουμε λόγο στο Θεό μόνο γιατί δεν πράξαμε το κακό, αλλά και γιατί δεν πράξαμε το καλό, δεν αγαπήσαμε τρυφερά την αρετή.
Οι χριστιανοί σήμερα έχουν διπλή ζωή, δεν είναι ακέραιοι, ενοειδείς, οι αυτοί πάντα. Ο διχασμός αυτός είναι μια μεγάλη ταλαιπωρία. Ο χριστιανός δεν μπορεί άλλος να είναι και άλλος να φαίνεται, άλλα να λέει και άλλα να ενεργεί. Αυτή η ηθοποιΐα, καλή ή κακή, δεν μπορεί να ανήκει σε κανέναν χριστιανό. Η αληθινή σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, χαρακτηρίζει και τις σχέσεις του με τους ανθρώπους. Δεν είναι άλλος ο κυριακάτικος χριστιανός και άλλος ο καθημερινός. Παρατηρείται, όπως και άλλοτε έχω πει, μια ευσεβής μασκοφορία. Μια ερμηνεία της μανιώδους σπουδής του ανθρώπου για την τέλεια εξωτερική του εμφάνιση, είναι τα φύλλα της συκής, για να καλύψει την εσωτερική του κενότητα και γυμνότητα. Στ΄ ακριβότερα και ωραιότερα ενδύματα δεν αντιστοιχεί το κάλλος και η τελειότητα του εσωτερικού κόσμου.
Ο χριστιανός παρασύρεται στις πολλές βιοτικές μέριμνες, τυρβάζει περί πολλά, αποσπάται στη μερικότητα, απολυτοποιεί το λίγο, το μικρό, αρέσκεται και προτιμά τους απαγορευμένους καρπούς, οι οποίοι του παρουσιάζονται ωραίοι, γλυκείς και ευχάριστοι, δεν θέλει να διαφέρει, δεν θέλει να αγωνίζεται, δεν θέλει να μειώνεται η ελευθερία του, λέει, να περιορίζεται. Έτσι, σίγουρα οδηγείται στη αξιοποίηση πραγμάτων δευτερευόντων, που τα θεωρεί πρώτα. Επανέρχεται ο δαίμονας της Εδέμ και προτείνει το γυαλιστερό που θαμπώνει και όχι το πολύτιμο, το εύκολα βλεπόμενο, το φθηνό, το διαφημιζόμενο, το των πολλών, το παραποιημένο, το μεταχειρισμένο, το αποδεκτό, το καταναλώσιμο. Η απόκτηση αυτή δεν είναι κατάκτηση, δεν περιέχει γνησιότητα, αγωνιστικότητα, μόχθο υπομονής και αγάπης. Εδώ έγκειται η παραπληροφόρηση, ο αποπροσανατολισμός, η παραπλάνηση στην υιοθεσία δαιμονικού ήθους, ύποπτου, ύπουλου, δόλιου τρόπου προσεγγίσεως του κόσμου. Με τον τρόπο αυτό δίνονται σφαλερές προτεραιότητες, πλανερές, πλασματικές, αποσπασματικές αλήθειες, ωραιοποίηση της ακοσμίας, απομονωτισμός επικίνδυνος, ναρκισσισμός νοσηρός, μετάθεση του προβλήματος, πολυχρωματισμός του κελύφους. Υπερβάλλω;
Έχουμε μια μαγική αντίληψη περί Εκκλησίας εμείς οι χριστιανοί σήμερα. Λέμε: «Αν έρθεις στην Εκκλησία οι δουλειές σου θα πάνε καλά». Μα υπάρχουν χριστιανοί πιστοί που είναι άνεργοι, νέοι επιστήμονες αδιόριστοι, έμποροι πτωχεύσαντες. Λέμε: «Αν δεν έλθεις στην Εκκλησία θα καταστραφείς». Μα ο Χριστός δεν πίεσε ερχόμενος καμία συνείδηση. Δεν έχουμε το δικαίωμα να απειλούμε, να φοβερίζουμε τον κόσμο, παιανίζοντας μάλιστα ένα σκοπό που μιλά για ένα Θεό ανύπαρκτο, ένα Θεό δηλαδή τιμωρό, εκδικητή, τρομοκράτη, φθονερό, αντίδικο. Ένα Θεό που μοιράζει καλές θέσεις εργασίας, παχυλούς μισθούς, υψηλές συντάξεις, επιδόματα, ευζωΐα, μακροζωΐα και λοιπά. Μοιάζουμε με διαφημιστές νέων προϊόντων ομορφιάς η συνήγορους του αδικημένου Θεού. Δεν έχουμε νοιώσει ακόμη εμείς οι χριστιανοί του δύστροπου εικοστού αιώνος ότι η Εκκλησία είναι ο Χριστός που σώζει και δεν σώζεται από κανέναν μας. Ο Χριστός είπε· αν θέλουμε από την καρδιά μας την τελειότητα ας τον ακολουθήσουμε. Οι σημερινοί χριστιανοί γίνονται εισαγγελείς, βασιλικότεροι του βασιλέως, με ζήλο ανεπίγνωστο, με σπουδή αδιάκριτη, με νόθο ιεραποστολισμό.
Μα, αγαπητοί μου, όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας ήταν άρρωστοι, φτωχοί οι πιο πολλοί, συχνά κυνηγημένοι, ανήμποροι, καταφρονεμένοι, δεν τους έπιανε το μάτι σου. Ο Χριστός δοξάσθηκε στον Γολγοθά. Ο πόνος είναι συνοδοιπόρος μας στη ζωή. Το σύμβολο του χριστιανισμού είναι ο σταυρός. Δεν επιτρέπεται η παραπληροφόρηση. Στην Εκκλησία μέσα συνεχίζεται, ενυπάρχει ο πόνος, αλλά έχει νόημα, έχει διέξοδο, οδηγεί σε ανάσταση. Δεν έχουμε το δικαίωμα ως ορισμένοι υποψήφιοι πολιτικοί να ξεγελάμε το λαό, υποσχόμενοι επίγειους παραδείσους. Ο Χριστός είπε ότι θα έχουμε στον κόσμο αυτό θλίψη. Δεν μακαρίζει όσους χασομερούν στα γέλια. Επιθυμούμε και δημιουργούμε ένα νεοχριστιανισμό στα μέτρα μας, στις ανάγκες μας, άκοπο, άμοχθο, πρόχειρο, εύκολο, δίχως κανέναν κόστος, αντιασκητικό, τελικά αντιευαγγελικό. Σε αυτή την προοπτική η θ. Λειτουργία στο ναό είναι μια απλή ακρόαση των λεγομένων, μία θέαση των τελουμένων, που θα μπορείς να την παρακολουθείς πιο ήσυχα και από την πολυθρόνα σου στο σπίτι από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο στο αυτοκίνητο. Δεν είναι θυσία, συμμετοχή, εγρήγορση, επί τω αυτώ πάντων των αδελφών συγκοινωνούντων και θερμά δεομένων.
Εντός των χριστιανικών κοινοτήτων ο ανέστιος, ο ανέραστος, ο αφιλόξενος, ο απομονωμένος και ταλαίπωρος άνθρωπος ζητά να θερμανθεί από την αγάπη και την αλήθεια. Αν ερχόμενος συναντήσει τη δική μας απροθυμία, αφιλοξενία κι αδιαφορία, την κόπωση, την αναβολή, την αδιαθεσία και αναποφασιστικότητα, τότε θα είναι τραγικό και για εμάς και για εκείνον. Αν δεν έχουμε φως και χαρά, βίωμα και ζωή, τι να προσφέρουμε; Τ΄ άλλα τα βρήκε αλλού κι ίσως καλύτερα. Αν εμείς οι χριστιανοί δεν έχουμε τη χαρά της προσωπικής συναντήσεώς μας με τον Χριστό τότε τι νόημα έχει η αναγραφή της χριστιανικής μας ιδιότητας στην ταυτότητα κι ένας τυπικός εκκλησιασμός; Λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης πως αν δεν γνωρίσουμε τι μας έπλασε ο Θεός, δεν θα κατανοήσουμε τι μας έκανε η αμαρτία. Αν δεν γνωρίσουμε το φως της χάριτος, λέμε ότι είμαστε καλά και στο ημίφως. Στο φως αποκαλύπτεται η πραγματικότητά μας. Μέσα στο φως θ΄ αποκαλυφθεί η Αλήθεια της Εκκλησίας. Η Εκκλησία δεν είναι αυτό που φανταζόμαστε, που νομίζουμε, που θα θέλαμε να είναι. Η Εκκλησία είναι μία μητρική αγκάλη, που όλους θέλει να σώσει, αν θελήσουν να σωθούν. Δεν είναι θεσμός, δεν είναι ιδεολογία, δεν είναι παράταξη, δεν είναι σύστημα, δεν είναι μέρος. Η Εκκλησία δεν δικάζει, δεν τιμωρεί, δεν ψάχνει για οπαδούς, δεν μετασχηματίζεται, δεν διαιρεί, δεν κουράζεται, δεν ξεκουράζεται, δεν ανησυχεί να πείσει αποστομωτικά, να υποδουλώσει και να κατατροπώσει κανένα και ποτέ. Προσέξτε το παρακαλώ.
Οι χριστιανοί σήμερα πρέπει να γίνουμε οι άνθρωποι των καθαρών βιωμάτων, να μιλά πιο βροντερά η ζωή μας η ίδια από τα πολλά λόγια μας, να μη απαιτούμε με προπέτεια το θαύμα, να μη βιαζόμαστε στην προσευχή, ν΄ ακούμε και τον άλλο, όποιος κι αν είναι, να υπομένουμε την αντίδραση, την αντίσταση του άλλου, να συνεργασθούμε με το Θεό. Εμείς θα του δώσουμε τον εκούσιο κόπο μας, την άσκηση, κι Εκείνος τη χάρη Του και το έλεός του, αφού πάντοτε η σωτηρία του ανθρώπου είναι συνεργία Θείας Χάριτος κι ανθρώπινης ενέργειας. Ο άνθρωπος πλάσθηκε κατ΄ εικόνα Θεού κι ο σκοπός της δημιουργίας του είναι η θέωση. Η αποστολή της Εκκλησίας είναι η σωτηρία του κόσμου, τα μυστήρια της Εκκλησίας αγιάζουν τον αγωνιζόμενο άνθρωπο, ο οποίος καθαριζόμενος φωτίζεται και θεώνεται. Αυτή είναι η οθρόδοξη θεολογία, η ανθρωπολογία, η εκκλησιολογία και η ασκητική της Εκκλησίας μας. Μη ψάχνουμε γι΄ άλλες ατραπούς, όταν μία είναι η οδός της σωτηρίας, της θεώσεως, της τελειότητος.
www.imsamou.gr
Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
Περὶ ἀγάπης, ἐλπίδος καὶ πίστεως
ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ‐ ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ
ΝΥΝΙ ΔΕ λοιπὸν ‐ ὕστερα ἀπὸ ὅλα τὰ προηγούμενα ‐ μένει τὰ τρία ταῦτα – τὰ ὁποῖα σφίγγουν καὶ
διατηροῦν τὸν σύνδεσμο ὅλων – πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη· μείζων δὲ πάντων ἡ ἀγάπη» (πρβλ. Α´ Κορ. ιγ´
13), διότι καὶ ὁ Θεὸς ἀγάπη ὀνομάζεται (πρβλ. Α´ Ἰωάν. δ´ 16). Ἐγὼ ὅμως τὴν μία τὴν βλέπω σὰν
ἀκτίνα, τὴν ἄλλη σὰν φῶς καὶ τὴν Τρίτη σὰν ἡλιακὸ δίσκο, καὶ ὅλες μαζὶ σὰν ἕνα φωτεινὸ ἀπαύγασμα
καὶ μία καὶ τὴν αὐτὴν λαμπρότητα. Ἡ μία, ἡ πίστις, δύναται νὰ ἐπιτελέση τὰ πάντα. Ἡ ἄλλη, ἡ ἐλπίς,
περικυκλώνει μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν καταισχύνει τὸν ἐλπίζοντα. Καὶ ἡ Τρίτη, ἡ ἀγάπη, δὲν
πέφτει ποτὲ ἀπὸ τὸ ὕψος της οὔτε σταματᾶ ἀπὸ τὸ τρέξιμό της οὔτε ἐπιτρέπει σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἐπλήγωσε
μὲ τὰ βέλη της νὰ ἠρεμήση ἀπὸ τὴν «μακαρίαν μανίαν» ποὺ τοῦ ἐπροξένησε.
2. Αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ ὁμιλῆ γιὰ τὴν ἀγάπη εἶναι σὰν νὰ ἐπιχειρῆ νὰ ὁμιλῆ γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Θεόν. Ἡ
ἀνάπτυξις ὅμως ὁμιλίας περὶ Θεοῦ εἶναι πράγμα ἐπισφαλὲς καὶ ἐπικίνδυνο σὲ ὅσους δὲν προσέχουν.
Γιὰ τὴν ἀγάπη γνωρίζουν νὰ ὁμιλοῦν οἱ Ἄγγελοι, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἀνάλογα μὲ τὸν βαθμὸ τῆς θείας
ἐλλάμψεώς τους. Ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός, καὶ ὅποιος προσπαθεῖ νὰ δώση ὁρισμὸ τοῦ Θεοῦ ὁμοιάζει μὲ
τυφλὸ ποὺ μετρᾶ στὴν ἄβυσσο τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου.
3. Ἡ ἀγάπη, ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της εἶναι ὁμοίωσις μὲ τὸν Θεόν, ὅσο βέβαια εἶναι δυνατὸν στοὺς
ἀνθρώπους. Ὡς πρὸς τὴν ἐνέργειά της, μέθη τῆς ψυχῆς. Ὡς πρὸς δὲ τὶς ἰδιότητές της, πηγὴ πίστεως,
ἄβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως.
4. Ἡ ἀγάπη κυρίως εἶναι ἡ ἀπόρριψις κάθε ἐχθρικῆς καὶ ἀντιθέτου σκέψεως, ἐφ᾿ ὅσον «ἡ ἀγάπη οὐ
λογίζεται τὸ κακόν» (Α´ Κορ. ιγ´ 5). Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἀπάθεια καὶ ἡ υἱοθεσία μόνο στὴν ὀνομασία
διαφέρουν. Ὅπως ταυτίζεται ἡ ἐνέργεια στὸ φῶς, στὴν φωτιὰ καὶ στὴν φλόγα, ἔτσι νὰ σκέπτεσαι ὅτι
συμβαίνει καὶ σ᾿ αὐτές. Ὅσο ποσὸν ἀγάπης λείπει, τόσο ποσὸν φόβου ὑπάρχει. Διότι ὅποιος δὲν ἔχει
φόβο ἢ εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀγάπη ἢ εἶναι νεκρωμένος ψυχικά.
5. Δὲν εἶναι ἀπρεπὲς ἐὰν ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα πράγματα χρησιμοποιήσωμε παραδείγματα γιὰ τὸν πόθο
καὶ τὸν φόβο καὶ τὴν ἐπιμέλεια καὶ τὸν ζῆλο καὶ τὴν δουλεία καὶ τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἀπέκτησε τέτοιο πόθο πρὸς τὸν Θεόν, ὡσὰν αὐτὸν ποὺ ἔχει ὁ μανιώδης ἐραστὴς
πρὸς τὴν ἐρωμένη του.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἐφοβήθηκε τὸν Κύριον, ὅσο οἱ ὑπόδικοι τὸν δικαστή.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἔδειξε τόση ἐπιμέλεια καὶ φροντίδα στὰ πνευματικά, ὅσο οἱ εὐγνώμονες δοῦλοι
στὸν κύριό τους.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἔδειξε τόση ζηλοτυπία γιὰ τὶς ἀρετές, ὅση οἱ σύζυγοι ποὺ προσέχουν ζηλότυπα
τὶς γυναῖκες τους.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ἵσταται ἐμπρὸς στὸν Κύριον ὅπως οἱ ὑπηρέτες ἐμπρὸς
στὸν βασιλέα.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ προσπαθεῖ συνεχῶς νὰ περιποιῆται καὶ νὰ ἀναπαύη τὸν Κύριον ὅπως ἔτυχε νὰ
περιποιηθῆ καὶ νὰ ἀναπαύση (σεβαστούς) ἀνθρώπους.
Δὲν προσκολλᾶται τόσο πολὺ ἡ μητέρα στὸ βρέφος ποὺ θηλάζει, ὅσο ὁ υἱὸς τῆς ἀγάπης στὸν Κύριον.
6. Ὁ πραγματικὸς ἐραστὴς φέρνει πάντοτε στὸν νοῦ του τὸ πρόσωπο τοῦ ἀγαπημένου του καὶ τὸ
ἐναγκαλίζεται μυστικὰ μὲ ἡδονή. Αὐτὸς ποτέ, οὔτε καὶ στὸν ὕπνο του δὲν μπορεῖ νὰ ἡσυχάση, ἀλλὰ
καὶ ἐκεῖ βλέπει τὸ ποθητὸ πρόσωπο καὶ συνομιλεῖ μαζί του. Ἔτσι συμβαίνει στὸν σωματικὸ ἔρωτα.
Ἔτσι συμβαίνει καὶ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἂν καὶ ἔχουν σῶμα εἶναι ἀσώματοι (καὶ ἀσκοῦν τὸν πνευματικὸ
ἔρωτα).
7. Κάποιος ποὺ ἐκτυπήθηκε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βέλος ἔλεγε γιὰ τὸν ἑαυτό του ‐ πράγμα ποὺ μὲ κάνει νὰ
θαυμάζω ‐ : «Ἐγὼ καθεύδω» ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τῆς φύσεως, «ἡ δὲ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» ἀπὸ τὸ πλῆθος
τοῦ ἔρωτος (πρβλ. Ἆσμα ε´ 2).
8. Πρέπει νὰ σημειώσης καὶ τοῦτο, ὡς ἀφωσιωμένε φίλε, ὅτι ἀφοῦ ἡ ψυχὴ σὰν ἄλλη ἔλαφος ἐξοντώση
τὰ δηλητηριώδη ἑρπετὰ τῶν παθῶν, τότε «ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει πρὸς Κύριον» (πρβλ. Ψαλμ. πγ´ 3),
διότι πληγώνεται σὰν μὲ δηλητήριο ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς ἀγάπης.
9. Ἐκεῖνο ποὺ προξενεῖ ἡ πείνα εἶναι κάτι ποὺ δὲν φαίνεται καὶ δὲν ἐκδηλώνεται. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ
προξενεῖ ἡ δίψα εἶναι κάτι τὸ ἔντονο καὶ φανερὸ ποὺ κάνει ἔκδηλο σὲ ὅλους τὸν ἐσωτερικὸ φλογισμό.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἐπόθει τὸν Θεὸν ἔλεγε: «Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν, τὸν ἰσχυρόν,
τὸν ζῶντα» (Ψαλμ. μα´ 3).
10. Ἐὰν τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαποῦμε γνήσια, μᾶς μεταβάλλη ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὴν παρουσία του καὶ μᾶς
κάνη φαιδροὺς καὶ χαρωποὺς καὶ χωρὶς λύπη, τί δὲν θὰ προξενῆ ἄραγε τὸ πρόσωπο τοῦ Δεσπότου,
ὅταν ἐπισκέπτεται μυστικὰ τὴν καθαρὴ ψυχή;
11. Ὁ φόβος, ὅταν εἰσχωρήση πραγματικὰ σὲ μία ψυχή, λυώνει καὶ κατατρώγει τὰ ρυπαρὰ πάθη τῆς
σαρκός. «Καθήλωσον ἐκ τοῦ φόβου σου τὰς σάρκας μου», λέγει σχετικὰ ὁ Ψαλμῳδὸς (Ψαλμ. ριη´ 120).
Ἐνῷ ἡ ὁσία ἀγάπη, ἄλλους συνηθίζει νὰ τοὺς κατατρώγη, ὅπως εἶπε ὁ σοφός: «Ἐκαρδίωσας ἡμᾶς,
ἐκαρδίωσας»· δηλαδὴ «μᾶς ἐπλήγωσες στὴν καρδιά» (Ἆσμα δ´ 9). Ἄλλους τοὺς κάνει ὡρισμένες φορὲς
νὰ ἀγάλλωνται καὶ νὰ λάμπουν ἀπὸ χαρά, ὅπως πάλι ἀναφέρεται στὴν Γραφή: «Ἐπ᾿ αὐτῷ ἤλπισεν ἡ
καρδία μου καὶ ἐβοηθήθην καὶ ἀνέθαλεν ἡ σάρξ μου» (Ψαλμ. κζ´ 7). Καί· «Καρδίας εὐφραινομένης
πρόσωπον θάλλει» (Παρ. ιε´ 13).
Ὅταν λοιπὸν ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος συγχωνευθῆ κάπως μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε καὶ ἐξωτερικὰ
στὸ σῶμα του σὰν σὲ καθρέπτη δείχνει τὴν ἐσωτερικὴ λαμπρότητα τῆς ψυχῆς. Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο
ἐδοξάσθη καὶ ἐκεῖνος ὁ θεόπτης, ὁ Μωϋσῆς. Ὅσοι κατέκτησαν τὴν ἰσάγγελη αὐτὴ βαθμίδα, ξεχνοῦν
πολλὲς φορὲς τὴν σωματικὴ τροφή. Καὶ νομίζω ὅτι δὲν τὴν ἐπιθυμοῦν καὶ τόσο συχνά, πράγμα ὄχι
ἀπίστευτο, ἀφοῦ συμβαίνει καὶ ὁ μὴ κατὰ Θεὸν πόθος νὰ κόβη πολλὲς φορὲς τὴν ἐπιθυμία τοῦ
φαγητοῦ.
Αὐτῶν ποὺ ἔφθασαν πλέον σὲ τέτοια ἀφθαρσία νομίζω ὅτι καὶ τὸ σῶμα τους δὲν θὰ ἀσθενῆ τόσο
εὔκολα. Διότι κατὰ κάποιον τρόπο ἐξαγνίσθηκε πλέον καὶ ἀφθαρτοποιήθηκε. Ἡ φλόγα δηλαδὴ τῆς
ἁγνότητος ἔσβησε τὴν φλόγα τῶν σαρκικῶν παθῶν καὶ ἀσθενειῶν. Νομίζω ἀκόμη ὅτι καὶ τὸ φαγητὸ
ποὺ τρώγουν δὲν τοὺς προξενεῖ καμμία εὐχαρίστησι. Διότι ὅπως οἱ ὑπόγειες φλέβες τοῦ νεροῦ
ποτίζουν μυστικὰ τὶς ρίζες τῶν φυτῶν, ἔτσι καὶ τὶς ψυχὲς αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τὶς τρέφει μυστικὰ τὸ
οὐράνιο πῦρ.
12. Ἡ αὔξησις τοῦ φόβου εἶναι ἀρχὴ τῆς ἀγάπης. Καὶ τὸ τέλος τῆς ἁγνείας εἶναι προϋπόθεσις τῆς
θεολογίας. Ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τελείως τὶς αἰσθήσεις του μὲ τὸν Θεόν, μυσταγωγεῖται στὴν θεολογία
ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεόν. Ἐὰν ὅμως οἱ αἰσθήσεις δὲν ἔχουν ἑνωθῆ μὲ τὸν Θεόν, εἶναι δύσκολο καὶ
ἐπικίνδυνο νὰ θεολογῆ κανείς.
13. Ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός, σὲ ἐκεῖνον ποὺ θὰ κατοικήση, θὰ χαρίση τελεία ἁγνότητα
καὶ καθαρότητα, νεκρώνοντας τὸν θάνατο, (δηλαδὴ τὰ πάθη ποὺ νεκρώνουν τὴν ψυχή). Μετὰ ἀπὸ τὴν
νέκρωσι αὐτή, ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ φωτίζεται καὶ γίνεται γνώστης τῆς θεολογίας. (Ὁ ἁγνὸς γνωρίζει
τὸν Ἁγνόν), ἐφ᾿ ὅσον «ὁ Λόγος Κυρίου, δηλαδὴ ὁ Υἱὸς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἁγνός (ἐστι) διαμένων εἰς
αἰώνα αἰῶνος» (πρβλ. Ψαλμ. ια´ 7, ιη´ 10). Καὶ ὅποιος δὲν ἐγνώρισε κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν Θεόν,
ὁμιλεῖ περὶ Θεοῦ «στοχαστικῶς».
14. Ἡ ἁγνεία ἀνέδειξε θεολόγο τὸν μαθητή, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἁγνεία του αὐτὴ ἀξιώθηκε νὰ κηρύξη καὶ
νὰ στερεώση τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
15. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριον, ἔχει προηγουμένως ἀγαπήσει τὸν ἀδελφό του. Τὸ δεύτερο
ὁπωσδήποτε εἶναι ἀπόδειξις τοῦ πρώτου. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον του, ποτὲ δὲν θὰ ἀνεχθῆ
ἀνθρώπους ποὺ καταλαλοῦν. Θὰ φύγη δὲ μακρυὰ ἀπὸ αὐτοὺς σὰν ἀπὸ φωτιά. Ἐκεῖνος ποὺ λέγει ὅτι
ἀγαπᾶ τὸν Κύριον καὶ συγχρόνως ὀργίζεται κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ του, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ τρέχει
στὸν ὕπνο του!
16. Ἡ δύναμις τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἐλπίς, διότι μὲ αὐτὴν περιμένομε τὸν μισθὸ τῆς ἀγάπης. Ἡ ἐλπὶς
εἶναι «ἀδήλου πλούτου πλοῦτος», (δηλαδὴ πλοῦτος ἑνὸς πλούτου ποὺ δὲν φαίνεται). Ἡ ἐλπὶς εἶναι
ἀσφαλὴς ἀπόκτησις θησαυροῦ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπόκτησί του. Αὐτὴ εἶναι ἀνάπαυσις καὶ ἀνακούφισις
ἀπὸ τοὺς κόπους. Αὐτὴ εἶναι ἡ θύρα τῆς ἀγάπης. Αὐτὴ φονεύει τὴν ἀπόγνωσι. Αὐτὴ εἰκονίζει ἐμπρός
μας τὰ πράγματα ποὺ εὑρίσκονται μακρυά. Ἔλλειψις τῆς ἐλπίδος σημαίνει ἀφανισμὸς τῆς ἀγάπης. Σ᾿
αὐτὴν εἶναι δεμένοι οἱ πόνοι, σ᾿ αὐτὴν εἶναι κρεμασμένοι οἱ κόποι, αὐτὴν περικυκλώνει τὸ ἔλεος τοῦ
Θεοῦ.
17. Ὁ εὔελπις μοναχὸς εἶναι σφάκτης τῆς ἀκηδίας, τὴν ὁποία κατανικᾶ μὲ τὴν μάχαιρα τῆς ἐλπίδος. Ἡ
ἐλπὶς γεννᾶται ἀπὸ τὴν γεῦσι καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν δώρων τοῦ Κυρίου. Διότι αὐτὸς ποὺ δὲν τὰ
ἐγεύθηκε, ἔχει δισταγμούς. Τὴν ἐλπίδα τὴν ἐξαφανίζει ὁ θυμός, διότι ὅπως λέγει ἡ Γραφή, «ἡ ἐλπὶς οὐ
καταισχύνει» (Ρωμ. ε´ 5), ἐνῷ «ἀνὴρ θυμώδης οὐκ εὐσχήμων» (Πάρμ. ια´ 25).
18. Ἡ ἀγάπη χορηγεῖ τὴν χάρι τῆς προφητείας, ἡ ἀγάπη παρέχει τὴν δύναμι τῆς θαυματουργίας, ἡ
ἀγάπη εἶναι ἡ ἄβυσσος τῆς θείας ἐλλάμψεως, ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ θεϊκοῦ πυρὸς – ὅσο
περισσότερο πῦρ ἀναβλύζει, τόσο περισσότερο καταφλέγει ἐκεῖνον ποὺ διψᾶ. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ στάσις
καὶ ἡ ἑδραίωσις τῶν Ἀγγέλων, ἡ πρόοδος εἰς τοὺς αἰῶνες ὅλων τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ.
«Ἀνάγγειλέ μας, ὦ σὺ ἡ ὡραία ἀνάμεσα στὶς ἀρετές, ποῦ βόσκεις τὰ πρόβατά σου; Ποῦ κατασκηνώνεις
τὸ μεσημέρι;» (πρβλ. Ἆσμα α´ 7). «Φώτισον ἡμᾶς, πότισον ἡμᾶς, ὁδήγησον ἡμᾶς, χειραγώγησον ἡμᾶς».
Ἐπιθυμοῦμε πιὰ νὰ ἀνεβοῦμε κοντά σου. Διότι ἐσὺ κυριαρχεῖς σὲ ὅλα. Τώρα μοῦ ἐπλήγωσες τὴν
καρδία καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἀνθέξω στὴν φλόγα σου. Γι᾿ αὐτὸ θὰ σὲ ὑμνήσω καὶ θὰ προχωρήσω: Ἐσὺ
κυριαρχεῖς ἐπάνω στὴν δύναμι τῆς θαλάσσης, ἐσὺ καταπραΰνεις καὶ νεκρώνεις τὴν ταραχὴ τῶν
κυμάτων της. Ἐσὺ ταπεινώνεις καὶ καταρρίπτεις ὡς τραυματία τὸν ὑπερήφανο λογισμό. Μὲ τὸν ἰσχυρό
σου βραχίονα διασκορπίζεις τοὺς ἐχθρούς σου (πρβλ. Ψαλμ. πη´ 10‐11) καὶ ἀναδεικνύεις ἀνικήτους
τους ἰδικούς σου ἐραστὰς.
» Καὶ βιάζομαι νὰ μάθω πῶς σὲ εἶδε ὁ Ἰακὼβ ἐπάνω στὴν κορυφὴ τῆς κλίμακος. Ἐρωτῶ νὰ μάθω γι᾿
αὐτὴν τὴν ἀνάβασι. Πές μου, πῶς ἦταν ὁ τρόπος καὶ ἡ σύνθεσις στὴν διάταξι τῶν βαθμίδων; Τῶν
βαθμίδων τῆς ἀναβάσεως ἐκείνης, τὴν ὁποία ἔβαλε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδία του νὰ ἐπιχειρήση ὁ
ἐραστής σου; (πρβλ. Ψαλμ. πγ´ 6). Διψῶ ἀκόμη νὰ μάθω, ποιὸς ἦταν ὁ ἀριθμὸς τῶν βαθμίδων, καὶ
πόσος χρόνος ἐχρειαζόταν γιὰ τὴν ἀνάβασι. Διότι τοὺς μὲν χειραγωγοὺς τῆς ἀναβάσεως, (τοὺς
Ἀγγέλους δηλαδή), τοὺς ἀνήγγειλε αὐτὸς ποὺ σὲ εἶδε καὶ ἐπάλαιψε μαζί σου, ἀλλὰ γιὰ τίποτε ἄλλο δὲν
θέλησε ἢ μᾶλλον δὲν κατώρθωσε νὰ μᾶς διαφωτίση».
Ἐκείνη δὲ ‐ἂν καὶ θεωρῶ καλύτερο νὰ εἰπῶ Ἐκεῖνος‐ ἡ βασίλισσα, σὰν νὰ ἔσκυψε ἀπὸ τὸν οὐρανό,
ἔλεγε στὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μου:
«Ἐάν, ὦ ἐραστά, δὲν λυθῆς ἀπὸ τὴν παχύτητα τοῦ σώματος, δὲν θὰ μπορέσης νὰ γνωρίσης τὸ κάλλος
τοῦ προσώπου μου. Ἡ κλίμαξ ἂς σὲ διδάσκη τὴν πνευματικὴ σύνθεσι τῶν ἐπὶ μέρους ἀρετῶν. Στὴν
κορυφὴ δὲ αὐτῆς τῆς κλίμακος εἶμαι στηριγμένη ἐγώ, καθὼς τὸ εἶπε ὁ μεγάλος μύστης μου, (ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος): «Νυνὶ δὲ μένει τὰ τρία ταῦτα· πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη· μείζων δὲ πάντων ἡ
ἀγάπη» (Α´ Κορ. ιγ´ 13).
ΝΥΝΙ ΔΕ λοιπὸν ‐ ὕστερα ἀπὸ ὅλα τὰ προηγούμενα ‐ μένει τὰ τρία ταῦτα – τὰ ὁποῖα σφίγγουν καὶ
διατηροῦν τὸν σύνδεσμο ὅλων – πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη· μείζων δὲ πάντων ἡ ἀγάπη» (πρβλ. Α´ Κορ. ιγ´
13), διότι καὶ ὁ Θεὸς ἀγάπη ὀνομάζεται (πρβλ. Α´ Ἰωάν. δ´ 16). Ἐγὼ ὅμως τὴν μία τὴν βλέπω σὰν
ἀκτίνα, τὴν ἄλλη σὰν φῶς καὶ τὴν Τρίτη σὰν ἡλιακὸ δίσκο, καὶ ὅλες μαζὶ σὰν ἕνα φωτεινὸ ἀπαύγασμα
καὶ μία καὶ τὴν αὐτὴν λαμπρότητα. Ἡ μία, ἡ πίστις, δύναται νὰ ἐπιτελέση τὰ πάντα. Ἡ ἄλλη, ἡ ἐλπίς,
περικυκλώνει μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν καταισχύνει τὸν ἐλπίζοντα. Καὶ ἡ Τρίτη, ἡ ἀγάπη, δὲν
πέφτει ποτὲ ἀπὸ τὸ ὕψος της οὔτε σταματᾶ ἀπὸ τὸ τρέξιμό της οὔτε ἐπιτρέπει σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἐπλήγωσε
μὲ τὰ βέλη της νὰ ἠρεμήση ἀπὸ τὴν «μακαρίαν μανίαν» ποὺ τοῦ ἐπροξένησε.
2. Αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ ὁμιλῆ γιὰ τὴν ἀγάπη εἶναι σὰν νὰ ἐπιχειρῆ νὰ ὁμιλῆ γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Θεόν. Ἡ
ἀνάπτυξις ὅμως ὁμιλίας περὶ Θεοῦ εἶναι πράγμα ἐπισφαλὲς καὶ ἐπικίνδυνο σὲ ὅσους δὲν προσέχουν.
Γιὰ τὴν ἀγάπη γνωρίζουν νὰ ὁμιλοῦν οἱ Ἄγγελοι, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἀνάλογα μὲ τὸν βαθμὸ τῆς θείας
ἐλλάμψεώς τους. Ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός, καὶ ὅποιος προσπαθεῖ νὰ δώση ὁρισμὸ τοῦ Θεοῦ ὁμοιάζει μὲ
τυφλὸ ποὺ μετρᾶ στὴν ἄβυσσο τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου.
3. Ἡ ἀγάπη, ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της εἶναι ὁμοίωσις μὲ τὸν Θεόν, ὅσο βέβαια εἶναι δυνατὸν στοὺς
ἀνθρώπους. Ὡς πρὸς τὴν ἐνέργειά της, μέθη τῆς ψυχῆς. Ὡς πρὸς δὲ τὶς ἰδιότητές της, πηγὴ πίστεως,
ἄβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως.
4. Ἡ ἀγάπη κυρίως εἶναι ἡ ἀπόρριψις κάθε ἐχθρικῆς καὶ ἀντιθέτου σκέψεως, ἐφ᾿ ὅσον «ἡ ἀγάπη οὐ
λογίζεται τὸ κακόν» (Α´ Κορ. ιγ´ 5). Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἀπάθεια καὶ ἡ υἱοθεσία μόνο στὴν ὀνομασία
διαφέρουν. Ὅπως ταυτίζεται ἡ ἐνέργεια στὸ φῶς, στὴν φωτιὰ καὶ στὴν φλόγα, ἔτσι νὰ σκέπτεσαι ὅτι
συμβαίνει καὶ σ᾿ αὐτές. Ὅσο ποσὸν ἀγάπης λείπει, τόσο ποσὸν φόβου ὑπάρχει. Διότι ὅποιος δὲν ἔχει
φόβο ἢ εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀγάπη ἢ εἶναι νεκρωμένος ψυχικά.
5. Δὲν εἶναι ἀπρεπὲς ἐὰν ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα πράγματα χρησιμοποιήσωμε παραδείγματα γιὰ τὸν πόθο
καὶ τὸν φόβο καὶ τὴν ἐπιμέλεια καὶ τὸν ζῆλο καὶ τὴν δουλεία καὶ τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἀπέκτησε τέτοιο πόθο πρὸς τὸν Θεόν, ὡσὰν αὐτὸν ποὺ ἔχει ὁ μανιώδης ἐραστὴς
πρὸς τὴν ἐρωμένη του.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἐφοβήθηκε τὸν Κύριον, ὅσο οἱ ὑπόδικοι τὸν δικαστή.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἔδειξε τόση ἐπιμέλεια καὶ φροντίδα στὰ πνευματικά, ὅσο οἱ εὐγνώμονες δοῦλοι
στὸν κύριό τους.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἔδειξε τόση ζηλοτυπία γιὰ τὶς ἀρετές, ὅση οἱ σύζυγοι ποὺ προσέχουν ζηλότυπα
τὶς γυναῖκες τους.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ἵσταται ἐμπρὸς στὸν Κύριον ὅπως οἱ ὑπηρέτες ἐμπρὸς
στὸν βασιλέα.
Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ προσπαθεῖ συνεχῶς νὰ περιποιῆται καὶ νὰ ἀναπαύη τὸν Κύριον ὅπως ἔτυχε νὰ
περιποιηθῆ καὶ νὰ ἀναπαύση (σεβαστούς) ἀνθρώπους.
Δὲν προσκολλᾶται τόσο πολὺ ἡ μητέρα στὸ βρέφος ποὺ θηλάζει, ὅσο ὁ υἱὸς τῆς ἀγάπης στὸν Κύριον.
6. Ὁ πραγματικὸς ἐραστὴς φέρνει πάντοτε στὸν νοῦ του τὸ πρόσωπο τοῦ ἀγαπημένου του καὶ τὸ
ἐναγκαλίζεται μυστικὰ μὲ ἡδονή. Αὐτὸς ποτέ, οὔτε καὶ στὸν ὕπνο του δὲν μπορεῖ νὰ ἡσυχάση, ἀλλὰ
καὶ ἐκεῖ βλέπει τὸ ποθητὸ πρόσωπο καὶ συνομιλεῖ μαζί του. Ἔτσι συμβαίνει στὸν σωματικὸ ἔρωτα.
Ἔτσι συμβαίνει καὶ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἂν καὶ ἔχουν σῶμα εἶναι ἀσώματοι (καὶ ἀσκοῦν τὸν πνευματικὸ
ἔρωτα).
7. Κάποιος ποὺ ἐκτυπήθηκε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βέλος ἔλεγε γιὰ τὸν ἑαυτό του ‐ πράγμα ποὺ μὲ κάνει νὰ
θαυμάζω ‐ : «Ἐγὼ καθεύδω» ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τῆς φύσεως, «ἡ δὲ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» ἀπὸ τὸ πλῆθος
τοῦ ἔρωτος (πρβλ. Ἆσμα ε´ 2).
8. Πρέπει νὰ σημειώσης καὶ τοῦτο, ὡς ἀφωσιωμένε φίλε, ὅτι ἀφοῦ ἡ ψυχὴ σὰν ἄλλη ἔλαφος ἐξοντώση
τὰ δηλητηριώδη ἑρπετὰ τῶν παθῶν, τότε «ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει πρὸς Κύριον» (πρβλ. Ψαλμ. πγ´ 3),
διότι πληγώνεται σὰν μὲ δηλητήριο ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς ἀγάπης.
9. Ἐκεῖνο ποὺ προξενεῖ ἡ πείνα εἶναι κάτι ποὺ δὲν φαίνεται καὶ δὲν ἐκδηλώνεται. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ
προξενεῖ ἡ δίψα εἶναι κάτι τὸ ἔντονο καὶ φανερὸ ποὺ κάνει ἔκδηλο σὲ ὅλους τὸν ἐσωτερικὸ φλογισμό.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἐπόθει τὸν Θεὸν ἔλεγε: «Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν, τὸν ἰσχυρόν,
τὸν ζῶντα» (Ψαλμ. μα´ 3).
10. Ἐὰν τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαποῦμε γνήσια, μᾶς μεταβάλλη ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὴν παρουσία του καὶ μᾶς
κάνη φαιδροὺς καὶ χαρωποὺς καὶ χωρὶς λύπη, τί δὲν θὰ προξενῆ ἄραγε τὸ πρόσωπο τοῦ Δεσπότου,
ὅταν ἐπισκέπτεται μυστικὰ τὴν καθαρὴ ψυχή;
11. Ὁ φόβος, ὅταν εἰσχωρήση πραγματικὰ σὲ μία ψυχή, λυώνει καὶ κατατρώγει τὰ ρυπαρὰ πάθη τῆς
σαρκός. «Καθήλωσον ἐκ τοῦ φόβου σου τὰς σάρκας μου», λέγει σχετικὰ ὁ Ψαλμῳδὸς (Ψαλμ. ριη´ 120).
Ἐνῷ ἡ ὁσία ἀγάπη, ἄλλους συνηθίζει νὰ τοὺς κατατρώγη, ὅπως εἶπε ὁ σοφός: «Ἐκαρδίωσας ἡμᾶς,
ἐκαρδίωσας»· δηλαδὴ «μᾶς ἐπλήγωσες στὴν καρδιά» (Ἆσμα δ´ 9). Ἄλλους τοὺς κάνει ὡρισμένες φορὲς
νὰ ἀγάλλωνται καὶ νὰ λάμπουν ἀπὸ χαρά, ὅπως πάλι ἀναφέρεται στὴν Γραφή: «Ἐπ᾿ αὐτῷ ἤλπισεν ἡ
καρδία μου καὶ ἐβοηθήθην καὶ ἀνέθαλεν ἡ σάρξ μου» (Ψαλμ. κζ´ 7). Καί· «Καρδίας εὐφραινομένης
πρόσωπον θάλλει» (Παρ. ιε´ 13).
Ὅταν λοιπὸν ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος συγχωνευθῆ κάπως μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε καὶ ἐξωτερικὰ
στὸ σῶμα του σὰν σὲ καθρέπτη δείχνει τὴν ἐσωτερικὴ λαμπρότητα τῆς ψυχῆς. Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο
ἐδοξάσθη καὶ ἐκεῖνος ὁ θεόπτης, ὁ Μωϋσῆς. Ὅσοι κατέκτησαν τὴν ἰσάγγελη αὐτὴ βαθμίδα, ξεχνοῦν
πολλὲς φορὲς τὴν σωματικὴ τροφή. Καὶ νομίζω ὅτι δὲν τὴν ἐπιθυμοῦν καὶ τόσο συχνά, πράγμα ὄχι
ἀπίστευτο, ἀφοῦ συμβαίνει καὶ ὁ μὴ κατὰ Θεὸν πόθος νὰ κόβη πολλὲς φορὲς τὴν ἐπιθυμία τοῦ
φαγητοῦ.
Αὐτῶν ποὺ ἔφθασαν πλέον σὲ τέτοια ἀφθαρσία νομίζω ὅτι καὶ τὸ σῶμα τους δὲν θὰ ἀσθενῆ τόσο
εὔκολα. Διότι κατὰ κάποιον τρόπο ἐξαγνίσθηκε πλέον καὶ ἀφθαρτοποιήθηκε. Ἡ φλόγα δηλαδὴ τῆς
ἁγνότητος ἔσβησε τὴν φλόγα τῶν σαρκικῶν παθῶν καὶ ἀσθενειῶν. Νομίζω ἀκόμη ὅτι καὶ τὸ φαγητὸ
ποὺ τρώγουν δὲν τοὺς προξενεῖ καμμία εὐχαρίστησι. Διότι ὅπως οἱ ὑπόγειες φλέβες τοῦ νεροῦ
ποτίζουν μυστικὰ τὶς ρίζες τῶν φυτῶν, ἔτσι καὶ τὶς ψυχὲς αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τὶς τρέφει μυστικὰ τὸ
οὐράνιο πῦρ.
12. Ἡ αὔξησις τοῦ φόβου εἶναι ἀρχὴ τῆς ἀγάπης. Καὶ τὸ τέλος τῆς ἁγνείας εἶναι προϋπόθεσις τῆς
θεολογίας. Ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τελείως τὶς αἰσθήσεις του μὲ τὸν Θεόν, μυσταγωγεῖται στὴν θεολογία
ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεόν. Ἐὰν ὅμως οἱ αἰσθήσεις δὲν ἔχουν ἑνωθῆ μὲ τὸν Θεόν, εἶναι δύσκολο καὶ
ἐπικίνδυνο νὰ θεολογῆ κανείς.
13. Ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός, σὲ ἐκεῖνον ποὺ θὰ κατοικήση, θὰ χαρίση τελεία ἁγνότητα
καὶ καθαρότητα, νεκρώνοντας τὸν θάνατο, (δηλαδὴ τὰ πάθη ποὺ νεκρώνουν τὴν ψυχή). Μετὰ ἀπὸ τὴν
νέκρωσι αὐτή, ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ φωτίζεται καὶ γίνεται γνώστης τῆς θεολογίας. (Ὁ ἁγνὸς γνωρίζει
τὸν Ἁγνόν), ἐφ᾿ ὅσον «ὁ Λόγος Κυρίου, δηλαδὴ ὁ Υἱὸς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἁγνός (ἐστι) διαμένων εἰς
αἰώνα αἰῶνος» (πρβλ. Ψαλμ. ια´ 7, ιη´ 10). Καὶ ὅποιος δὲν ἐγνώρισε κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν Θεόν,
ὁμιλεῖ περὶ Θεοῦ «στοχαστικῶς».
14. Ἡ ἁγνεία ἀνέδειξε θεολόγο τὸν μαθητή, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἁγνεία του αὐτὴ ἀξιώθηκε νὰ κηρύξη καὶ
νὰ στερεώση τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
15. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριον, ἔχει προηγουμένως ἀγαπήσει τὸν ἀδελφό του. Τὸ δεύτερο
ὁπωσδήποτε εἶναι ἀπόδειξις τοῦ πρώτου. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον του, ποτὲ δὲν θὰ ἀνεχθῆ
ἀνθρώπους ποὺ καταλαλοῦν. Θὰ φύγη δὲ μακρυὰ ἀπὸ αὐτοὺς σὰν ἀπὸ φωτιά. Ἐκεῖνος ποὺ λέγει ὅτι
ἀγαπᾶ τὸν Κύριον καὶ συγχρόνως ὀργίζεται κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ του, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ τρέχει
στὸν ὕπνο του!
16. Ἡ δύναμις τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἐλπίς, διότι μὲ αὐτὴν περιμένομε τὸν μισθὸ τῆς ἀγάπης. Ἡ ἐλπὶς
εἶναι «ἀδήλου πλούτου πλοῦτος», (δηλαδὴ πλοῦτος ἑνὸς πλούτου ποὺ δὲν φαίνεται). Ἡ ἐλπὶς εἶναι
ἀσφαλὴς ἀπόκτησις θησαυροῦ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπόκτησί του. Αὐτὴ εἶναι ἀνάπαυσις καὶ ἀνακούφισις
ἀπὸ τοὺς κόπους. Αὐτὴ εἶναι ἡ θύρα τῆς ἀγάπης. Αὐτὴ φονεύει τὴν ἀπόγνωσι. Αὐτὴ εἰκονίζει ἐμπρός
μας τὰ πράγματα ποὺ εὑρίσκονται μακρυά. Ἔλλειψις τῆς ἐλπίδος σημαίνει ἀφανισμὸς τῆς ἀγάπης. Σ᾿
αὐτὴν εἶναι δεμένοι οἱ πόνοι, σ᾿ αὐτὴν εἶναι κρεμασμένοι οἱ κόποι, αὐτὴν περικυκλώνει τὸ ἔλεος τοῦ
Θεοῦ.
17. Ὁ εὔελπις μοναχὸς εἶναι σφάκτης τῆς ἀκηδίας, τὴν ὁποία κατανικᾶ μὲ τὴν μάχαιρα τῆς ἐλπίδος. Ἡ
ἐλπὶς γεννᾶται ἀπὸ τὴν γεῦσι καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν δώρων τοῦ Κυρίου. Διότι αὐτὸς ποὺ δὲν τὰ
ἐγεύθηκε, ἔχει δισταγμούς. Τὴν ἐλπίδα τὴν ἐξαφανίζει ὁ θυμός, διότι ὅπως λέγει ἡ Γραφή, «ἡ ἐλπὶς οὐ
καταισχύνει» (Ρωμ. ε´ 5), ἐνῷ «ἀνὴρ θυμώδης οὐκ εὐσχήμων» (Πάρμ. ια´ 25).
18. Ἡ ἀγάπη χορηγεῖ τὴν χάρι τῆς προφητείας, ἡ ἀγάπη παρέχει τὴν δύναμι τῆς θαυματουργίας, ἡ
ἀγάπη εἶναι ἡ ἄβυσσος τῆς θείας ἐλλάμψεως, ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ θεϊκοῦ πυρὸς – ὅσο
περισσότερο πῦρ ἀναβλύζει, τόσο περισσότερο καταφλέγει ἐκεῖνον ποὺ διψᾶ. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ στάσις
καὶ ἡ ἑδραίωσις τῶν Ἀγγέλων, ἡ πρόοδος εἰς τοὺς αἰῶνες ὅλων τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ.
«Ἀνάγγειλέ μας, ὦ σὺ ἡ ὡραία ἀνάμεσα στὶς ἀρετές, ποῦ βόσκεις τὰ πρόβατά σου; Ποῦ κατασκηνώνεις
τὸ μεσημέρι;» (πρβλ. Ἆσμα α´ 7). «Φώτισον ἡμᾶς, πότισον ἡμᾶς, ὁδήγησον ἡμᾶς, χειραγώγησον ἡμᾶς».
Ἐπιθυμοῦμε πιὰ νὰ ἀνεβοῦμε κοντά σου. Διότι ἐσὺ κυριαρχεῖς σὲ ὅλα. Τώρα μοῦ ἐπλήγωσες τὴν
καρδία καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἀνθέξω στὴν φλόγα σου. Γι᾿ αὐτὸ θὰ σὲ ὑμνήσω καὶ θὰ προχωρήσω: Ἐσὺ
κυριαρχεῖς ἐπάνω στὴν δύναμι τῆς θαλάσσης, ἐσὺ καταπραΰνεις καὶ νεκρώνεις τὴν ταραχὴ τῶν
κυμάτων της. Ἐσὺ ταπεινώνεις καὶ καταρρίπτεις ὡς τραυματία τὸν ὑπερήφανο λογισμό. Μὲ τὸν ἰσχυρό
σου βραχίονα διασκορπίζεις τοὺς ἐχθρούς σου (πρβλ. Ψαλμ. πη´ 10‐11) καὶ ἀναδεικνύεις ἀνικήτους
τους ἰδικούς σου ἐραστὰς.
» Καὶ βιάζομαι νὰ μάθω πῶς σὲ εἶδε ὁ Ἰακὼβ ἐπάνω στὴν κορυφὴ τῆς κλίμακος. Ἐρωτῶ νὰ μάθω γι᾿
αὐτὴν τὴν ἀνάβασι. Πές μου, πῶς ἦταν ὁ τρόπος καὶ ἡ σύνθεσις στὴν διάταξι τῶν βαθμίδων; Τῶν
βαθμίδων τῆς ἀναβάσεως ἐκείνης, τὴν ὁποία ἔβαλε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδία του νὰ ἐπιχειρήση ὁ
ἐραστής σου; (πρβλ. Ψαλμ. πγ´ 6). Διψῶ ἀκόμη νὰ μάθω, ποιὸς ἦταν ὁ ἀριθμὸς τῶν βαθμίδων, καὶ
πόσος χρόνος ἐχρειαζόταν γιὰ τὴν ἀνάβασι. Διότι τοὺς μὲν χειραγωγοὺς τῆς ἀναβάσεως, (τοὺς
Ἀγγέλους δηλαδή), τοὺς ἀνήγγειλε αὐτὸς ποὺ σὲ εἶδε καὶ ἐπάλαιψε μαζί σου, ἀλλὰ γιὰ τίποτε ἄλλο δὲν
θέλησε ἢ μᾶλλον δὲν κατώρθωσε νὰ μᾶς διαφωτίση».
Ἐκείνη δὲ ‐ἂν καὶ θεωρῶ καλύτερο νὰ εἰπῶ Ἐκεῖνος‐ ἡ βασίλισσα, σὰν νὰ ἔσκυψε ἀπὸ τὸν οὐρανό,
ἔλεγε στὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μου:
«Ἐάν, ὦ ἐραστά, δὲν λυθῆς ἀπὸ τὴν παχύτητα τοῦ σώματος, δὲν θὰ μπορέσης νὰ γνωρίσης τὸ κάλλος
τοῦ προσώπου μου. Ἡ κλίμαξ ἂς σὲ διδάσκη τὴν πνευματικὴ σύνθεσι τῶν ἐπὶ μέρους ἀρετῶν. Στὴν
κορυφὴ δὲ αὐτῆς τῆς κλίμακος εἶμαι στηριγμένη ἐγώ, καθὼς τὸ εἶπε ὁ μεγάλος μύστης μου, (ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος): «Νυνὶ δὲ μένει τὰ τρία ταῦτα· πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη· μείζων δὲ πάντων ἡ
ἀγάπη» (Α´ Κορ. ιγ´ 13).
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)