Ο Απόστολος Παύλος γράφει στην Επιστολή του προς τον Τίτο, « Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι »( Τιτ. β’,11-12 ). Ενώ χαρακτηρίζει τη χάρη του Θεού σωτήρια για όλους τους ανθρώπους, στη συνέχεια αναφέρεται στο τι πρέπει να κάνουν και πώς πρέπει να ζήσουν, όσοι βέβαια δέχονται την καθοδήγησή της, γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να μείνει η χάρη κενή. Αυτόν τον κίνδυνο ο Παύλος τον επισημαίνει και αλλού με τα εξής λόγια, « Συνεργοῦντες δὲ καὶ παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς »( Β’ Κορ. στ’, 1). Αναφερόμενος δε στον ίδιο τον εαυτό του, γράφει, « χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δὲ, ἀλλ' ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί »( Α’ Κορ. ιε’, 10).
Σύμφωνα λοιπόν με αυτά, αλλά και με άλλα πολλά, τα οποία χάριν συντομίας δεν αναφέρθηκαν, ο κάθε ευσυνείδητος χριστιανός, αν και έχει τη χάρη του Θεού, πρέπει να εργάζεται και εξωτερικά και εσωτερικά. Εξωτερικά να εργάζεται τα λεγόμενα καλά έργα σύμφωνα με την παραγγελία του Παύλου, « μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι » ( Τιτ. γ’, 14). Εσωτερικά δε να εργάζεται τον λεγόμενο πνευματικό αγώνα σύμφωνα πάλι με το παράδειγμα του Παύλου, « τὰ γὰρ ὅπλα τῆς στρατείας ἡμῶν οὐ σαρκικὰ, ἀλλὰ δυνατὰ τῷ Θεῷ πρὸς καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων· λογισμοὺς καθαιροῦντες καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ »( Β’ Κορ. ι’, 4-5).
Βεβαίως όλα τα λεγόμενα καλά έργα τα έχει ετοιμάσει ο Θεός τα οποία όμως καλούνται οι πιστοί να εργασθούν σύμφωνα πάλι με τα λόγια του Αποστόλου Παύλου, « αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν »( Εφ. β’, 10). Λέει να περιπατήσουμε και όχι να ξαπλώσουμε σαν να μη χρειάζεται να κάνουμε τίποτα. Ο Παύλος τέλος δίνει τόσο μεγάλη σημασία στην όλη εργασία που πρέπει να κάνουν οι πιστοί ώστε να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου με τα εξής λόγια, «Ὥστε, ἀγαπητοί μου, καθὼς πάντοτε ὑπηκούσατε, μὴ ὡς ἐν τῇ παρουσίᾳ μου μόνον, ἀλλὰ νῦν πολλῷ μᾶλλον ἐν τῇ ἀπουσίᾳ μου, μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε· ὁ Θεὸς γάρ ἐστιν ὁ ἐνεργῶν ἐν ὑμῖν καὶ τὸ θέλειν καὶ τὸ ἐνεργεῖν ὑπὲρ τῆς εὐδοκίας »( Φιλ. β’, 12-13). Δεν είναι επιτρεπτό, ενώ ο Θεός εργάζεται μέσα στον άνθρωπο την ανακαίνισή του, αυτός να μη κάνει το καλό, δηλαδή να αμαρτάνει. Και πώς όχι αφού, « εἰδότι οὖν καλὸν ποιεῖν καὶ μὴ ποιοῦντι, ἁμαρτία αὐτῷ ἐστιν » (Ιακ. δ’, 17).
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών