Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012
Η προσευχή ως θεραπευτικό μέσο για τον άνθρωπο
Γέροντος Πορφυρίου Αγιορείτου
Ο σατανάς, επεσήμαινε ο Γέροντας Πορφύριος, απομακρύνεται με την
πραότητα και την προσευχή. Πρέπει να τον περιφρονούμε. Οι λογισμοί
αντιμετωπίζονται με την περιφρόνηση και με τη, όσο γίνεται ταχύτερα, στροφή στον
Χριστό. Δίδασκε ο άριστος πνευματικός μαχητής: «Η επικοινωνία με τον Χριστό,
όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει το διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν
φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή.
Υποχωρεί, όταν δει την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον
Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να την υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν,
όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σάς παίρνει είδηση και σάς πολεμάει. Μην
ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να
φύγει, τόσο σάς αγκαλιάζει.
Τον
διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον. Όταν πολεμάς με
πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρις, σαν αγριόγατα. Όταν
του ρίχνεις σφαίρα, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου
ρίχνει πύραυλο. Μην κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να
πέφτετε μές στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε. Να Του δοθείτε, να Τον αγαπήσετε
τον Χριστό, να ζείτε με εγρήγορση...
Όταν σάς ενοχλήσει κάτι, ένας λογισμός, ένας πειρασμός, μία επίθεση,
περιφρονώντας όλ' αυτά, θα στρέφετε την προσοχή σας, το βλέμμα σας στον Χριστό.
Εκείνος μετά θα αναλάβει να σάς ανεβάσει. Εκείνος θα σάς πιάσει απ' το χέρι και
θα σάς δώσει πλούσια τη θεία Του χάρι... Το σκέπτεσθε κι έρχεται το Άγιον
Πνεύμα. Δεν κάνετε τίποτα. Κινείσθε προς τα εκεί κι έρχεται αμέσως η θεία χάρις.
Μόλις στενάξετε, έρχεται, ενεργεί. Τι λέει ο Απόστολος Παύλος: «...υπερεντυγχάνει
υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις» (Ρωμ. 8, 26)...Όταν δείτε το αντίθετο πνεύμα να
έρχεται να σάς βουτήξει, εσείς δεν τρομοκρατείσθε, ούτε το κοιτάζετε, ούτε
προσπαθείτε να το βγάλετε από μέσα σας. Τι κάνετε; Ο καλύτερος τρόπος είναι η
περιφρόνηση. Δηλαδή ανοίγετε την αγκαλιά σας, ανοίγετε τα χέρια σας στον Χριστό,
όπως το παιδάκι που βλέπει κάποιο θηρίο άγριο και δεν φοβάται, γιατί είναι δίπλα
ο πατέρας του και πέφτει στην αγκαλιά του. Αυτόν τον τρόπο να χρησιμοποιείτε σε
κάθε προσβολή του πονηρού και σε κάθε λογισμό, δηλαδή την περιφρόνηση.
Εκείνη τη στιγμή, που έχει ανάγκη η ψυχή σας και αγωνίζεσθε, να
φωνάζετε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όλα να τα προλαμβάνετε με την
προσευχή. Αυτό είναι μεγάλο μυστικό. Την ώρα του πειρασμού, εκεί που πάτε να τον
περιφρονήσετε, ο πονηρός σάς βουτάει, σάς καθηλώνει και σάς σφίγγει και κάνει το
δικό του κι όχι αυτό που θέλετε εσείς. Πρέπει να προλάβετε να κάνετε το άνοιγμα
στον Θεό. Για να το πετύχετε όμως αυτό, πρέπει να σάς φωτίσει η θεία χάρις. Αν
αυτό δεν γίνει αμέσως, τότε σάς αρπάζει ο πονηρός κι ενώ προσπαθείτε να τον
διώξετε, σάς έχει ήδη συλλάβει...Την ώρα του πειρασμού, η ευκολία είναι να
στραφείτε προς το αγαπώμενο πρόσωπο, να στραφείτε προς τον Θεό και προς κεί να
κοιτάξετε ζωηρά και καλά κι επιθυμητά και θα σάς έλθει αμέσως η δύναμη, θα σάς
έλθει το καλό. Δηλαδή, ενώ βλέπετε ότι έρχεται το κακό να σάς καταλάβει, εσείς
μόλις το αντιληφθείτε από μακριά, το περιφρονείτε και τρέχετε στην αγκαλιά του
Θεού. Αρκεί να προλάβετε να στραφείτε πρώτα εκεί. Οπότε, όταν θα πάτε στο καλό,
δεν θυμάστε το κακό. Εδώ είναι το μυστικό, να περιφρονήσετε το κακό. Αλλά δεν
μπορείτε να το κάνετε αυτό, αν δεν στραφείτε στον Χριστό. Λέμε καμιά φορά:
«Περιφρόνησέ το το κακό!». Έ, αυτό είναι εύκολο να το λέμε, αλλά δεν είναι
εύκολο να το κάνομε. Αυτή η περιφρόνηση έχει μεγάλη τέχνη. Η περιφρόνηση του
κακού πνεύματος γίνεται μόνο με την χάρι του Θεού. Γυρίζετε προς τον Χριστό,
τρέχετε προσπαθείτε να γνωρίσετε τον Χριστό, ν' αγαπήσετε τον Χριστό, να
αισθανθείτε τον Χριστό και σ' αυτή σας την προσπάθεια, όταν τα ελατήρια σας
είναι αγνά και καθαρά και ειλικρινή, ανοίγει η χάρις την ψυχή σας και σάς λέει:
«Έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών και επιφαύσει σοι ο Χριστός» (Εφ.
5,14). Εκεί, μέσα στο θείο φως, θα ζούμε πάντοτε, εφόσον θ' αγαπάει και θα
λαχταράει η ψυχή μας τον Θεό. Έτσι, με την χάρι του Χριστού, είναι όλα εύκολα κι
όλα αληθινά τα λόγια του Χριστού, που είπε: «Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το
φορτίον μου ελαφρόν εστιν» (Ματθ. 11, 30)».
Δεν μπορεί, δίδασκε ο Γέροντας, ο άνθρωπος να αποφύγει τον παλαιό
άνθρωπο χωρίς τη χάρι. Μόλις μας προσβάλλει πρέπει να προσευχόμαστε. Έλεγε: «Δεν
μου αρέσει να συζητώ με τον παλαιό άνθρωπο. Δηλαδή με τραβάει από πίσω, απ' το
ράσο, αλλ' αμέσως ανοίγω τα χέρια προς τον Χριστό κι έτσι τον περιφρονώ με τη
θεία χάρι, δεν τον σκέπτομαι. Όπως το μωρό παιδί ανοίγει τα χέρια και πέφτει
στην αγκαλιά της μάνας του, έτσι κάνω κι εγώ. Είναι μυστήριο, δεν ξέρω αν
καταλαβαίνετε τη λεπτότητα του θέματος. Όταν προσπαθείτε ν' αποφύγετε τον παλαιό
άνθρωπο χωρίς τη χάρι, τον ζείτε. Με τη χάρι, όμως, δεν σάς απασχολεί πια.
Υπάρχει στο βάθος. Όλα μένουν μέσα μας, και τα άσχημα· δεν χάνονται. Με την χάρι,
όμως, μετουσιώνονται, μεταποιούνται, μεταστοιχειώνονται».
Οι άγγελοι δοξάζουν συνεχώς το Θεό· πρέπει να είναι το πρότυπό μας.
Η δοξολογία πρέπει να είναι η προσευχή μας. Έλεγε ο αεί δοξάζων τον Θεόν
Γέροντας: «Ο Θεός θέλει να ομοιωθούμε με τους αγγέλους. Οι άγγελοι μόνο
δοξολογούν τον Θεό. Αυτή είναι η προσευχή τους, μόνο η δοξολογία. Είναι λεπτό
πράγμα η δοξολογία· ξεφεύγει απ' τα ανθρώπινα. Εμείς είμαστε άνθρωποι πολύ
υλικοί και χαμερπείς, γι' αυτό και προσευχόμαστε στον Θεό ιδιοτελώς. Τον
παρακαλούμε να μας τακτοποιήσει τα θέματά μας, να πάνε καλά τα καταστήματά μας,
οι υποθέσεις μας, η υγεία μας, τα παιδιά μας. Προσευχόμαστε, όμως ανθρώπινα και
με ιδιοτέλεια. Η δοξολογία είναι ανιδιοτελής προσευχή. Οι άγγελοι δεν
προσεύχονται, για να κερδίσουν κάτι, είναι ανιδιοτελείς. Ο Θεός έδωσε και σ'
εμάς αυτή τη δυνατότητα, να είναι η προσευχή μας μία διαρκής δοξολογία, προσευχή
αγγελική. Εδώ βρίσκεται το μεγάλο μυστικό. Όταν μπούμε σ' αυτή την προσευχή, θα
δοξάζομε τον Θεό συνεχώς, αφήνοντάς τα όλα σ' Αυτόν, όπως εύχεται η Εκκλησία
μας: «πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Αυτά είναι τα «ανώτερα
μαθηματικά» της θρησκείας μας!».
Η τελειότερη προσευχή, έλεγε, είναι η σιωπηλή. Δίδασκε ο αδιαλείπτως
ευχόμενος Γέροντας: «Ο τελειότερος τρόπος προσευχής είναι ο σιωπηλός. Η σιγή. «Σιγησάτω
πάσα σαρξ βροτεία» (Χερουβικόν Μεγάλου Σαββάτου). Αυτός ο τρόπος, της σιγής,
είναι ο πιο τέλειος. Έτσι θεούσαι. Μπαίνεις στα μυστήρια του Θεού. Δεν πρέπει
εμείς να μιλάμε πολύ. Ν' αφήνομε να μιλάει η χάρις. Έλεγα το «Κύριε Ιησού
Χριστέ, ελέησόν με» και νέοι ορίζοντες άνοιγαν. Δάκρυα χαράς κι ευφροσύνης
κυλούσαν απ' τα μάτια μου για την αγάπη και τη σταυρική θυσία του Χριστού.
Λαχτάρα! Εδώ κρύβεται το μεγαλείο, ο Παράδεισος. Επειδή αγαπάεις τον Χριστό,
λέεις τα λόγια αυτά, αυτές τις πέντε λέξεις λαχταριστά, με καρδιά. Και σιγά σιγά
τα λόγια χάνονται. Είναι τόσο γεμάτη η καρδιά, που αρκεί να πεις μία λέξη,
«Ιησού μου!», και τέλος καμία λέξη. Η αγάπη εκφράζεται καλύτερα χωρίς λόγια.
Όταν μία ψυχή όντως ερωτευθεί τον Κύριο, προτιμά τη σιωπή και τη νοερά προσευχή.
Η πλημμύρα της θείας αγάπης γεμίζει τη ψυχή από χαρά κι αγαλλίαση».
Μας δίδεται ό,τι επιθυμούμε, έλεγε πάλι, όταν δεν το ζητάμε· μας δίδεται όταν
δεν το σκεφτόμαστε αλλά ζητάμε μόνο την Βασιλεία Του. Να πως τα διατυπώνει
ακριβώς: «Να ζητάμε στην προσευχή μόνο τη σωτηρία της ψυχής μας. Δεν είπε ο
Κύριος: «Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού...και ταύτα πάντα
προστεθήσεται υμίν»; (Ματθ. 6, 33· Λουκ. 12, 31). Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός
μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι
να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το
μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε,
«δώσ' μου τούτο, εκείνο...». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν
με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση από μας για τις διάφορες ανάγκες μας.
Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη
Του. Το θέμα είναι ν' ανταποκριθούμε σ' αυτή την αγάπη με την προσευχή και την
τήρηση των εντολών Του. Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο
συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας
τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα».
Γέροντος Πορφυρίου Αγιορείτου
Πηγή:
Ιερομόναχος Σάββας Αγιορείτης.
Απόσπασμα από τη μελέτη: "Η ανθρωπολογία του
Γέροντος Πορφυρίου του Αγιορείτου"
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ
Τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
ΚΥΡΙΑΚΗ 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ «Σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων»
(Νὰ μᾶς προστατεύει, διότι ἐξ αἰτίας τῆς ἀποστασίας μας ἀπὸ τὸν δρόµο τοῦ Θεοῦ ἔχουμε παραδοθεῖ στὰ χέρια ἐχθρῶν ἀδίστακτων, ποὺ ἐπιδιώ
ΚΥΡΙΑΚΗ 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ «Σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων»
(Νὰ μᾶς προστατεύει, διότι ἐξ αἰτίας τῆς ἀποστασίας μας ἀπὸ τὸν δρόµο τοῦ Θεοῦ ἔχουμε παραδοθεῖ στὰ χέρια ἐχθρῶν ἀδίστακτων, ποὺ ἐπιδιώ
κουν τὴν ὑποδούλωση καὶ τὸν ἐξευτελισμό μας.)
Ἠλεκτρονικὸ Παράρτημα τοῦ ὁμωνύμου τριμηνιαίου περιοδικοῦ
Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία
Ἠλεκτρονικὸ Παράρτημα τοῦ ὁμωνύμου τριμηνιαίου περιοδικοῦ
Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία
ηλιας χαιντουτης 29 0κτ 2012
Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012
Προσοχή στήν διόγκωση τῶν σφαλμάτων πού κάνει ὁ πονηρός.
Προσοχή στήν διόγκωση τῶν σφαλμάτων πού κάνει ὁ πονηρός.
Ὁ διάβολος προσπαθεῖ πάντα νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν ἀπόγνωση καί τήν ἀπελπισία. Γι’ αὐτό καί διογκώνει τά σφάλματα μας- πού μπορεῖ νά εἶναι καί πάρα πολύ μικρά- μέ σκοπό νά μᾶς
Ὁ διάβολος προσπαθεῖ πάντα νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν ἀπόγνωση καί τήν ἀπελπισία. Γι’ αὐτό καί διογκώνει τά σφάλματα μας- πού μπορεῖ νά εἶναι καί πάρα πολύ μικρά- μέ σκοπό νά μᾶς
γεμίσει μέ μελαγχολία.
Ρώτησαν κάποτε τό Γέροντα Παΐσιο: « Γέροντα, ποῦ ὀφείλεται ἡ μελαγχολία πού ἔρχεται πολλὲς φορὲς στὴν ψυχή;». Καί ἀπάντησε:
« Ἡ μελαγχολία καὶ τὸ πλάκωμα τῆς ψυχῆς ὀφείλονται συνήθως σὲ τύψεις ἀπὸ εὐαισθησία, καὶ τότε ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ ἐξομολογηθῆ, γιὰ νὰ μπόρεση νὰ βοηθηθῆ ἀπὸ τὸν πνευματικό. Γιατί, ἂν εἶναι εὐαίσθητος, μπορεῖ τὸ σφάλμα πού ἔκανε νὰ εἶναι πολὺ μικρό, ἄλλα ὁ ἐχθρὸς διάβολος νὰ τὸ μεγαλοποιῆ νὰ τοῦ τὸ δείχνη μὲ μικροσκόπιο, γιὰ νὰ τόν ρίξη στὴν ἀπελπισία καὶ νὰ τόν ἀχρηστέψη. Μπορεῖ νὰ τοῦ πῆ λ.χ. ὅτι τάχα στενοχώρησε πολύ τούς ἄλλους, ὅτι τοὺς δυσκόλεψε κ.λπ., καὶ νὰ τὸν κάνη νὰ στενοχωριέται πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο ἀντέχει. Ἀφοῦ ἐνδιαφέρεται ὁ διάβολος, γιατί δὲν πηγαίνει νὰ πειράξη τὴν συνείδηση ἑνὸς ἀναίσθητου ἄνθρωπου; Ἀλλά τὸν ἀναίσθητο τὸν κάνει νὰ θεωρῆ μηδαμινὸ ἕνα μεγάλο σφάλμα του, γιὰ νὰ μὴν ἔρθη σὲ συναίσθηση.
Πρέπει ὁ ἀνθρωπος νὰ γνωρίση τόν ἑαυτὸ του ὅπως εἶναι, καὶ ὄχι ὅπως τὸν παρουσιάζει ὁ ἐχθρός διάβολος, διότι αὐτός ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ κακό μας. Ποτὲ νὰ μὴν ἀπελπίζεται, ἀρκεῖ νὰ μετανοῆ, γιατί καὶ οἱ ἁμαρτίες του εἶναι λιγώτερες ἀπό τοῦ διαβόλου καὶ ἐλαφρυντικὰ ἔχει, ἐπειδὴ πλάσθηκε ἀπό χῶμα καὶ ἀπό ἀπροσεξία γλίστρησε καὶ λασπώθηκε.Γιὰ νὰ γίνη σωστὸς ἀγώνας, πρέπει νὰ γυρίζουμε τὴν ρόδα ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖ πού τὴν γυρίζει ὁ διάβολος. Ἂν μᾶς λέη ὅτι εἴμαστε κάτι, νὰ καλλιεργοῦμε τὴν αὐτομεμψία. Ἂν μᾶς λέη ὄτι δέν εἴμαστε τίποτε, νὰ λέμε: Ὁ Θεός θὰ μὲ ἐλέηση. Ἔτσι ἁπλᾶ ἄν κινῆται ὁ ἄνθρωπος, μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα στόν Θεό, μπαίνει στήν ζωὴ του ἡ μετάνοια, ἡ ταπείνωση, καὶ ἀνεβαίνει σὲ πνευματικὰ ὕψη
Γεροντας παισιος
Ρώτησαν κάποτε τό Γέροντα Παΐσιο: « Γέροντα, ποῦ ὀφείλεται ἡ μελαγχολία πού ἔρχεται πολλὲς φορὲς στὴν ψυχή;». Καί ἀπάντησε:
« Ἡ μελαγχολία καὶ τὸ πλάκωμα τῆς ψυχῆς ὀφείλονται συνήθως σὲ τύψεις ἀπὸ εὐαισθησία, καὶ τότε ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ ἐξομολογηθῆ, γιὰ νὰ μπόρεση νὰ βοηθηθῆ ἀπὸ τὸν πνευματικό. Γιατί, ἂν εἶναι εὐαίσθητος, μπορεῖ τὸ σφάλμα πού ἔκανε νὰ εἶναι πολὺ μικρό, ἄλλα ὁ ἐχθρὸς διάβολος νὰ τὸ μεγαλοποιῆ νὰ τοῦ τὸ δείχνη μὲ μικροσκόπιο, γιὰ νὰ τόν ρίξη στὴν ἀπελπισία καὶ νὰ τόν ἀχρηστέψη. Μπορεῖ νὰ τοῦ πῆ λ.χ. ὅτι τάχα στενοχώρησε πολύ τούς ἄλλους, ὅτι τοὺς δυσκόλεψε κ.λπ., καὶ νὰ τὸν κάνη νὰ στενοχωριέται πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο ἀντέχει. Ἀφοῦ ἐνδιαφέρεται ὁ διάβολος, γιατί δὲν πηγαίνει νὰ πειράξη τὴν συνείδηση ἑνὸς ἀναίσθητου ἄνθρωπου; Ἀλλά τὸν ἀναίσθητο τὸν κάνει νὰ θεωρῆ μηδαμινὸ ἕνα μεγάλο σφάλμα του, γιὰ νὰ μὴν ἔρθη σὲ συναίσθηση.
Πρέπει ὁ ἀνθρωπος νὰ γνωρίση τόν ἑαυτὸ του ὅπως εἶναι, καὶ ὄχι ὅπως τὸν παρουσιάζει ὁ ἐχθρός διάβολος, διότι αὐτός ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ κακό μας. Ποτὲ νὰ μὴν ἀπελπίζεται, ἀρκεῖ νὰ μετανοῆ, γιατί καὶ οἱ ἁμαρτίες του εἶναι λιγώτερες ἀπό τοῦ διαβόλου καὶ ἐλαφρυντικὰ ἔχει, ἐπειδὴ πλάσθηκε ἀπό χῶμα καὶ ἀπό ἀπροσεξία γλίστρησε καὶ λασπώθηκε.Γιὰ νὰ γίνη σωστὸς ἀγώνας, πρέπει νὰ γυρίζουμε τὴν ρόδα ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖ πού τὴν γυρίζει ὁ διάβολος. Ἂν μᾶς λέη ὅτι εἴμαστε κάτι, νὰ καλλιεργοῦμε τὴν αὐτομεμψία. Ἂν μᾶς λέη ὄτι δέν εἴμαστε τίποτε, νὰ λέμε: Ὁ Θεός θὰ μὲ ἐλέηση. Ἔτσι ἁπλᾶ ἄν κινῆται ὁ ἄνθρωπος, μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα στόν Θεό, μπαίνει στήν ζωὴ του ἡ μετάνοια, ἡ ταπείνωση, καὶ ἀνεβαίνει σὲ πνευματικὰ ὕψη
Γεροντας παισιος
ΗΛΙΑΣ ΧΑΙΝΥΟΥΤΗΣ 26 ΟΚΤ 2012
Γέροντα, δυὸ ἄνθρωποι ποὺ κάνουν τὴν ἴδια δουλειά, πῶς γίνεται ὁ ἕνας νὰ βγαίνη ὠφελημένος πνευματικὰ ἀπὸ ποὺ κάνει καὶ ὁ ἄλλος ζημιωμένος;
Γέροντα,
δυὸ ἄνθρωποι ποὺ κάνουν τὴν ἴδια δουλειά, πῶς γίνεται ὁ ἕνας νὰ βγαίνη
ὠφελημένος πνευματικὰ ἀπὸ ποὺ κάνει καὶ ὁ ἄλλος ζημιωμένος;
- Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πῶς ὁ καθένας κάνει αὐτὴν τὴν δουλειὰ καὶ τὶ ἔχει μέσα του. Ἄν ἐργάζεται μὲ τ
- Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πῶς ὁ καθένας κάνει αὐτὴν τὴν δουλειὰ καὶ τὶ ἔχει μέσα του. Ἄν ἐργάζεται μὲ τ
απείνωση καὶ ἀγάπη, ὅλα θὰ εἶναι φωτισμένα, λαμπικαρισμένα, χαριτωμένα, καὶ θὰ νιώθη ἐσωτερικὴ ξεκούραση.
Ἄν ὅμως βάζη ὑπερήφανο λογισμό, ὅτι κάνει τὴν δουλειὰ καλύτερα ἀπὸ τὸν ἄλλον, μπορεῖ νὰ νιώθη μιὰ ἱκανοποίηση, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἱκανοποίηση δὲν γεμίζει τὴν καρδιὰ του, γιατὶ ἡ ψυχή του δὲν πληροφορεῖται, δὲν ἔχει ἀνάπαυση.
Ὕστερα, ὅταν κανεὶς δὲν κάνη τὴν δουλειά του μὲ ἀγάπη, κουράζεται. Ἕνας, καὶ μόνον ποὺ βλέπει ὅτι πρέπει νὰ ἀνεβῆ μιὰ ἀνηφόρα, γιὰ νὰ τελειώση κάποια δουλειά, κουράζεται, γιατὶ δὲν ἀγαπάει αὐτὴν τὴν δουλειά.
Ἐνῶς ἕνας ἄλλος ποὺ τὴν κάνει μὲ τὴν καρδιὰ του, πάει καὶ ἔρχεται στὴν ἀνηφόρα, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνη. Ὧρες μπορεῖ λ.χ. νὰ σκαλίζη ἕνας ἐργάτης μέσα στὸν ἥλιο καὶ νὰ μὴν κουράζεται, ἄν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του. Ἐνῶ, ἄν δὲν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του, ὅλο σταματάει, χαζεύει, γκρινιάζει: «ὤ, πολλὴ ζέστη κάνει», λέει, καὶ ὑποφέρει.
-Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ τὸν ἀπορροφήση κάποιον ἡ ἐπιστήμη του, ἡ δουλειά του, καὶ νὰ ἀδιαφορῆ γιὰ τὴν οἰκογένειά του κ.λ.π.;
-Τὴν δουλειά του θὰ τὴν ἀγαπάη ἁπλά· δὲν θὰ τὴν ἐρωτευθῆ. Ἄν δὲν ἀγαπήση τὴν δουλειά του, θὰ κουράζεται διπλά, καὶ σωματικά καὶ ψυχικά, ὁπότε καὶ ἡ σωματικὴ ἀνάπαυση δὲν θὰ τὸν ξεκουράζη, γιατὶ ψυχικὰ θὰ εἶναι κουρασμένος. Ἡ ψυχικὴ κούραση εἶναι αὐτὴ ποὺ καταβάλλει τὸν ἄνθρωπο.
Ὅταν δουλεύη κανεὶς μὲ τὴν καρδιά του καὶ εἶναι χαρούμενος, εἶναι ψυχικὰ ξεκούραστος καὶ ἐξαφανίζεται ἡ σωματικὴ κούραση.
Ἡ εὐχαρίστηση ποὺ νιώθη ὅποιος κάνει φιλότιμα τὴν δουλειά του εἶναι καλὴ εὐχαρίστηση. Τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς, γιὰ νὰ μὴν κουράζεται τὸ πλάσμα Του. Αὐτὴ εἶναι ξεκούραση ἀπὸ τὴν κούραση.
Ἀπόσπασμα ἀπό τίς σελίδες 168-171 τοῦ βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Δ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
Ἄν ὅμως βάζη ὑπερήφανο λογισμό, ὅτι κάνει τὴν δουλειὰ καλύτερα ἀπὸ τὸν ἄλλον, μπορεῖ νὰ νιώθη μιὰ ἱκανοποίηση, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἱκανοποίηση δὲν γεμίζει τὴν καρδιὰ του, γιατὶ ἡ ψυχή του δὲν πληροφορεῖται, δὲν ἔχει ἀνάπαυση.
Ὕστερα, ὅταν κανεὶς δὲν κάνη τὴν δουλειά του μὲ ἀγάπη, κουράζεται. Ἕνας, καὶ μόνον ποὺ βλέπει ὅτι πρέπει νὰ ἀνεβῆ μιὰ ἀνηφόρα, γιὰ νὰ τελειώση κάποια δουλειά, κουράζεται, γιατὶ δὲν ἀγαπάει αὐτὴν τὴν δουλειά.
Ἐνῶς ἕνας ἄλλος ποὺ τὴν κάνει μὲ τὴν καρδιὰ του, πάει καὶ ἔρχεται στὴν ἀνηφόρα, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνη. Ὧρες μπορεῖ λ.χ. νὰ σκαλίζη ἕνας ἐργάτης μέσα στὸν ἥλιο καὶ νὰ μὴν κουράζεται, ἄν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του. Ἐνῶ, ἄν δὲν τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του, ὅλο σταματάει, χαζεύει, γκρινιάζει: «ὤ, πολλὴ ζέστη κάνει», λέει, καὶ ὑποφέρει.
-Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ τὸν ἀπορροφήση κάποιον ἡ ἐπιστήμη του, ἡ δουλειά του, καὶ νὰ ἀδιαφορῆ γιὰ τὴν οἰκογένειά του κ.λ.π.;
-Τὴν δουλειά του θὰ τὴν ἀγαπάη ἁπλά· δὲν θὰ τὴν ἐρωτευθῆ. Ἄν δὲν ἀγαπήση τὴν δουλειά του, θὰ κουράζεται διπλά, καὶ σωματικά καὶ ψυχικά, ὁπότε καὶ ἡ σωματικὴ ἀνάπαυση δὲν θὰ τὸν ξεκουράζη, γιατὶ ψυχικὰ θὰ εἶναι κουρασμένος. Ἡ ψυχικὴ κούραση εἶναι αὐτὴ ποὺ καταβάλλει τὸν ἄνθρωπο.
Ὅταν δουλεύη κανεὶς μὲ τὴν καρδιά του καὶ εἶναι χαρούμενος, εἶναι ψυχικὰ ξεκούραστος καὶ ἐξαφανίζεται ἡ σωματικὴ κούραση.
Ἡ εὐχαρίστηση ποὺ νιώθη ὅποιος κάνει φιλότιμα τὴν δουλειά του εἶναι καλὴ εὐχαρίστηση. Τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς, γιὰ νὰ μὴν κουράζεται τὸ πλάσμα Του. Αὐτὴ εἶναι ξεκούραση ἀπὸ τὴν κούραση.
Ἀπόσπασμα ἀπό τίς σελίδες 168-171 τοῦ βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Δ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΗΛΙΑΣ ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ 26 ΟΚΤ 2012
Όταν καθαρίσουμε την πονηρή μας καρδιά,
Όταν καθαρίσουμε την πονηρή μας καρδιά, «εκ της οποίας εξέρχονται όλα τα κακά», θα γίνουμε καθαρά και ταπεινά δοχεία
της θείας Χάριτος και Θα αναπαύεται πλέον μέσα μας η Αγία Τριάδα.
Θα εύχωμαι κι εγώ για σας, καθώς κι εσείς να εύχεσθε για μένα ,να βοηθήσουν ο Χριστός και η Παναγία να καθαρισθούν οι καρδιές μας, για να δούμε τον Θεό. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Αμήν.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
της θείας Χάριτος και Θα αναπαύεται πλέον μέσα μας η Αγία Τριάδα.
Θα εύχωμαι κι εγώ για σας, καθώς κι εσείς να εύχεσθε για μένα ,να βοηθήσουν ο Χριστός και η Παναγία να καθαρισθούν οι καρδιές μας, για να δούμε τον Θεό. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Αμήν.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
ΗΛΙΑΣ ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ 26 ΟΚΤ 2012
Μετάνοια χωρίς την προαίρεση μαςΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
Μετάνοια χωρίς την προαίρεση μας
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
Υπάρχει μετάνοια χωρίς την προαίρεση μας;
-Ναι, είναι ή αναγκαστική μετάνοια. Σου ζητάω δηλαδή να με συγχώρεσης για ένα κακό πού σου έκανα, για να γλυτώσω από τις συνέπειες, αλλά εσωτερικά δεν αλλάζω. Ό διαβολεμένος άνθρωπος κάνει δήθεν ότι μετάνιωσε και πηγαίνει με πονηριά, βάζει μετάνοιες με προσποιητή καλοσύνη, για να πλανέσει τούς άλλους. Αλλά και το να πάει κανείς να πει τις αμαρτίες του στον πνευματικό, γιατί φοβάται μήπως πάει στην κόλαση, και αυτό δεν είναι μετάνοια.
Γιατί δεν είναι ότι μετανοεί για τις αμαρτίες του, αλλά το θέμα είναι να μην πάει στην κόλαση! Μετάνοια πραγματική είναι πρώτα να συναισθανθεί ο άνθρωπος το σφάλμα του, να πονέσει, να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό και μετά να εξομολογηθεί. Έτσι θα έρθει ή θεία παρηγοριά. Γι’ αυτό πάντα συνιστώ μετάνοια και εξομολόγηση. Μόνον εξομολόγηση ποτέ δεν συνιστώ.
Να, και όταν γίνεται ένας σεισμός, βλέπει κανείς ότι όσοι έχουν καλή προαίρεση συγκλονίζονται, μετανοούν και αλλάζουν ζωή. Οι άλλοι, οι περισσότεροι, έρχονται προς στιγμήν σε συναίσθηση, μόλις όμως περάσει ο κίνδυνος, πάλι γυρίζουν στην παλιά τους ζωή. Γι’ αυτό, όταν μου είπε κάποιος ότι στην πόλη πού μένει έγινε δυνατός σεισμός, του είπα: Σας κούνησε δηλαδή γερά σας ξύπνησε όμως;. Μάς ξύπνησε, μάς ξύπνησε, μου λέει. Πάλι όμως θα κοιμηθείτε, του είπα.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
-Ναι, είναι ή αναγκαστική μετάνοια. Σου ζητάω δηλαδή να με συγχώρεσης για ένα κακό πού σου έκανα, για να γλυτώσω από τις συνέπειες, αλλά εσωτερικά δεν αλλάζω. Ό διαβολεμένος άνθρωπος κάνει δήθεν ότι μετάνιωσε και πηγαίνει με πονηριά, βάζει μετάνοιες με προσποιητή καλοσύνη, για να πλανέσει τούς άλλους. Αλλά και το να πάει κανείς να πει τις αμαρτίες του στον πνευματικό, γιατί φοβάται μήπως πάει στην κόλαση, και αυτό δεν είναι μετάνοια.
Γιατί δεν είναι ότι μετανοεί για τις αμαρτίες του, αλλά το θέμα είναι να μην πάει στην κόλαση! Μετάνοια πραγματική είναι πρώτα να συναισθανθεί ο άνθρωπος το σφάλμα του, να πονέσει, να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό και μετά να εξομολογηθεί. Έτσι θα έρθει ή θεία παρηγοριά. Γι’ αυτό πάντα συνιστώ μετάνοια και εξομολόγηση. Μόνον εξομολόγηση ποτέ δεν συνιστώ.
Να, και όταν γίνεται ένας σεισμός, βλέπει κανείς ότι όσοι έχουν καλή προαίρεση συγκλονίζονται, μετανοούν και αλλάζουν ζωή. Οι άλλοι, οι περισσότεροι, έρχονται προς στιγμήν σε συναίσθηση, μόλις όμως περάσει ο κίνδυνος, πάλι γυρίζουν στην παλιά τους ζωή. Γι’ αυτό, όταν μου είπε κάποιος ότι στην πόλη πού μένει έγινε δυνατός σεισμός, του είπα: Σας κούνησε δηλαδή γερά σας ξύπνησε όμως;. Μάς ξύπνησε, μάς ξύπνησε, μου λέει. Πάλι όμως θα κοιμηθείτε, του είπα.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
Ηλιας Χαιντουτης 26 0κτ 2012
O άγιος Δημήτριος ο Μυροβλήτης
Ο ΒΙΟΣ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Στη θεοφύλακτη μητρόπολη των Θεσσαλονικέων, γεννήθηκε το 280 και μεγάλωσε ο Μεγαλομάρτυρας του Χριστού Δημήτριος ο ωραιότερος της καρπός, πανέμορφος στην μορφή και την ψυχή, γλυκύς στα λόγια του και στους τρόπους του. Τότε Καίσαρας της Αχαιας και Μακεδονίας ήταν Μαξιμιανός Γαλέριος (284-305 μ.Χ.). Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Διοκλητιανός παρακινούμενος από τον Καίσαρα Γαλέριο, μέλος της Τετραρχίας, εξαπέλυσε αληθινό πόλεμο εναντίον των χριστιανών. Ο χριστιανισμός, που είχε εξαπλωθεί από την Παλαιστίνη ως τον Πόντο και από τη Μικρασία, ως την Ελλάδα και την Ιταλία, έχει να επιδείξει την εποχή αυτή αναρίθμητες
θυσίες και μαρτυρικούς θανάτους, με αποτέλεσμα, η εποχή αυτή να μείνει γνωστή στην ιστορία σαν εποχή μαρτύρων του χριστιανισμού.
Με τον ερχομό του 4ου αι. ο χριστιανισμός είχε ήδη εδραιωθεί στην πόλη της Θεσσαλονίκης, με πολυάριθμους χριστιανούς και Εκκλησίες οργανωμένες κατά τα πρότυπα της διδασκαλίας των Αγίων Αποστόλων. Εκλεκτό μέλος της Εκκλησίας των Θεσσαλονικέων ήταν και ο Αγιος Δημήτριος. Προερχόταν από ευσεβείς γονείς, τους πλέον επισήμους άρχοντες των Μακεδόνων. Ο πατέρας του καταγόταν από ξεχωριστό γένος, ήταν όμως και στην ψυχή ακόμη πιο ξεχωριστός. Ο Δημήτριος είχε προικιστεί από τον Δωρεοδότη κάθε άγαθού με πλήθος σωματικών και πνευματικών χαρισμάτων. Είχε εντυπωσιακή σεμνότητα, άφθονη περιουσία, μεγάλη σωματική δύναμη, ομορφιά μοναδική, και ευγένεια στο ήθος του. Στα χαρίσματα αυτά προστέθηκε η μόρφωση και η παιδεία. Με την πνευματική του υπεροχή, την ωραία του εμφάνιση, την ευσέβεια και την ήθική του γενναιότητα ο Δημήτριος έγινε πολύ γρήγορα γνωστός σε ολόκληρη την πόλη, και προβλήθηκε ως το ιδεώδες τελείου ανθρώπου. Καταγινόταν κυρίως στο να μαθαίνει το καλό και να γυμνάζεται στην πολεμική τέχνη, διότι έτσι συνδύαζε άριστα τη φρόνηση και την ανδρεία με την στρατηγική πείρα. Η φήμη του έφθασε και μέχρι το βασιλιά Μαξιμιανό Γαλέριο, ο όποιος εκτιμώντας τις αρετές του τον προσέλαβε αρχικώς ως μέλος της συγκλήτου της πόλεως και στη συνεχεια τον τίμησε με το αξίωμα του Δούκα, διορίζοντας τον στρατηγό όλης της Θεσσαλίας.
Ως χριστιανός ο Δημήτριος, δεν περιορίστηκε μόνο στη λατρεία του μόνου και άληθινού Θεού, άλλα προχώρησε με ζέση και ζήλο στο ιεραποστολικό έργο, φωτίζοντας και διδάσκοντας τόσο με τη φωτεινή παρουσία του, όσο και με τους κατηχητικούς λόγους του, σπείροντας τον σπόρο του Ευαγγελίου στην αγαθή γη των Θεσσαλονικέων.
Μ’ αυτό τον τρόπο ο σοφός, παρθένος και όσιος, πάγκαλος και παναμώμητος Δημήτριος, αναδείχθηκε διδάσκαλος και απόστολος. Η μόρφωση και η παιδεία, που είχε άναμιγμένη με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, κατέστη όπλο και αμυντήριο και οικοδομικό εργαλείο και γεωργική σκαπάνη και άροτρο και αλιευτική σαγήνη, ώστε κανείς δεν μπορούσε να άντισταθεί στη σοφία του Δημητρίου. Καλλιεργώντας έτσι ο Δημήτριος τον αμπελώνα του Κυρίου της αγαπημένης του πόλεως, καταγράφοντας τα ρήματα της αιωνίου ζωής στις καρδιές των Θεσσαλονικέων ειδωλολατρών, περιέλαβε στη σαγήνη του κηρύγματος του εκτός από τη Θεσσαλονίκη, την Αττική και την Αχαια, ώστε να καταστεί από τότε ακόμη με τα θεία του λόγια θαύμα και εύωδία Χρίστου. Ο Μάρτυς συνήθιζε να διδάσκει στη Χαλκευτική Στοά, σε υπόγειο του Ναού της Αειπαρθένου Θεομήτορος, που ονομαζόταν Καταφυγή, κοντά στο δημόσιο λουτρό.
Ηδη ο αυτοκράτωρ Μαξιμιανός καθώς βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη, για να συγκεντρώσει στρατό εναντίον των Ίσαύρων, εκτιμώντας το λαμπρό, περίδοξο και περίβλεπτο γένος του Δημητρίου, οπως επίσης και τις αρετές που συγκέντρωνε, τον είχε ανακηρύξει ανθύπατο όλης της Ελλάδος δίνοντάς του την ανάλογη στρατιωτική στολή, το δακτυλίδι και το υπατικό διάδημα, τα όποια έφερε ως διακριτικά της στρατιωτικής εξουσίας του, αλλά και ως μυστικά σύμβολα της διδασκαλικής αξίας και προεδρίας, που μυστικά του χάρισε ο αληθινός και ουράνιος Βασιλεύς του, ο Χριστός.
Ο βασιλιάς Μαξιμιανός, αφού υπέταξε τους Σκύθες και τους Σαυρομάτες, επέστρεψε νικητής και τροπαιούχος θυσιάζοντας στα είδωλα από όσες πόλεις διέβαινε. Ήλθε και στη Θεσσαλονίκη και μερικοί από τους ειδωλολάτρες της πόλης, έχοντας στην καρδιά τους τον διάβολο και επιθυμώντας να τιμηθούν από τον βασιλιά του είπαν:
- Μεγαλειώτατε, σε παρακαλουμε να μας ακούσεις, διότι επιθυμούμε το συμφέρον της βασιλείας σου. Γνώρισε λοιπόν, πως ο Δημήτριος, ο όποιος τιμήθηκε με το βαθμό του ηγεμόνος της Θεσσαλίας, αρνήθηκε την παραδοσιακή θρησκεία και πιστεύει στον Χριστό, εκείνον τον όποιο σταύρωσαν οι Εβραίοι. Επιπλέον, κηρύττει φανερά αυτόν τον Χριστό ως Θεό αληθινό. Και καθημερινώς ακούνε τους πλανημένους λόγους του οι άνθρωποι, αφήνουν την θρησκεία τους και γίνονται Χριστιανοί.
Ο βασιλιάς, οταν άκουσε αυτά τα λόγια, αρχικά λυπήθηκε, διότι θα έχανε τέτοιο άνθρωπο, έπειτα όμως, θέλοντας να διαπιστώσει και ο ίδιος την αλήθεια, διέταξε να τον φέρουν μπροστά του. Πήγαν οι άνθρωποι του βασιλιά στην Καταφυγή και βρηκαν τον Άγιο να κάθεται και να διδάσκει το λόγο του Θεού, οπότε τον άρπαξαν αμέσως και τον παρουσίασαν στον βασιλιά. Ο Αγιος δεν αντιστάθηκε καθόλου, αλλά με χαρά στάθηκε μπροστά του.
Ο βασιλιάς λέει προς τον Δημήτριο:
— Τέτοια τιμή περίμενα να μου δώσεις; Ετσι έλπιζα να με τιμάς και σε ανεβίβασα σε τέτοιο βαθμό; Εγώ σε ανέδειξα ηγεμόνα της Θεσσαλονίκης και συ δεν βγήκες από την πόλη ούτε ένα μίλι για να με προυπαντήσεις;
Αφού άκουσε αυτά ο Αγιος απάντησε:
— Βασιλιά μου, εγώ τιμώ τη βασιλεία σου, τιμώ όμως περισσότερο άπό εσένα τον Θεό του ουρανού και της γης, ο όποιος είναι βασιλιάς όλου του κόσμου.
— Και ποιος ειναι ο Θεός σου και βασιλεύς;.
Ο Αγιος απάντησε:
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, εκείνος είναι Θεός αληθινός και Βασιλεύς Παντοκράτωρ.
Ο βασιλιάς του λέγει πάλι:
— Λοιπόν αυτόν πιστεύεις εσύ και γι’ αυτό δεν μας καταδέχεσαι, ανάξιε της τιμής; Και τι καλό είδες άπό τον Χριστό σου και τον έχεις Θεό και Βασιλέα; Δεν είναι θεός ο Δίας, ο Απόλλων και οι υπόλοιποι, αλλ ο Χριστός σου; Δεν σε τίμησα εγώ και σε διόρισα ηγεμόνα της Θεσσαλίας; Αυτά αποδίδεις σε μας αχάριστε άνθρωπε; Τέτοιος φαίνεσαι στους μεγάλους θεούς και μας; Έγώ λοιπόν θα σου ανταποδώσω κατά τη μολυσμένη γνώμη σου. Θα βασανισθείς και θα τιμωρηθείς με πολλά βασανιστήρια για να μάθεις ποιος είμαι εγώ και ποιος είσαι έσύ, και τι μπορεί να κάνει ο Θεός σου για σένα.
Ο Αγιος άποκρίθηκε:
— Βασιλιά, τις τιμωρίες και τα βάσανα με τα όποια με απειλείς, έγώ τα θεωρώ ως χαρά και αγαλλίαση διότι αυτά θα μου χαρίσουν τη βασιλεία των ουρανών και ατελείωτη τιμή.
Ο βασιλιάς θύμωσε υπερβολικά εναντίον του Δημητρίου. Επειτα όμως, θέλοντας να δείξει κάποια υποχωρητικότητα, πρόσταξε να τον φυλακίσουν, συλλογιζόμενος ότι, αν εξευτελισθεί και φυλακισθεί, θ’ αναγκασθεί να αλλάξει γνώμη. Πήραν οι στρατιώτες το Αγιο και τον οδήγησαν σε τόπο ακάθαρτο δηλαδή σε παλαιό λουτρό στα υπόγεια του οποίου χύνονταν απόνερα. Καθώς μπήκε ο Αγιος στον τόπο εκείνο, είδε μπροστά του ένα μεγάλο σκορπιό ο όποιος προσπαθούσε να τον κεντρήσει. Ο Αγιος έκανε το σημείο του Τιμίου Σταύρου και είπε:
— Στο όνομα του Ίησού Χρίστου, ο όποιος είπε να πατάμε πάνω σε φίδια και σκορπιούς και σ’ όλη τη δύναμη του εχθρού.
Αυτό είπε και πάτησε εκείνο τον σκορπιό, και αμέσως εμφανίσθηκε Αγγελος Κυρίου πάνω του, κρατώντας στεφάνι χρυσό, και του είπε:
— Χαίρε Δημήτριε στρατιώτη του Χριστού, έχε θάρρος, γέμισε με τη δύναμη του Χριστού και νίκα τους εχθρούς σου.
Και έβαλε το στεφάνι στο κεφάλι του μάρτυρα. Ο Αγιος παρέμεινε στον βρωμερό εκείνο τόπο, στερημένος από τη συναναστροφή ανθρώπων, έχοντας όμως την παρηγορία από τον Θεό.
Ο παράνομος βασιλιάς, χαιρόταν να βλέπει στις θυσίες των ειδώλων αιματοχυσίες και φόνους ανθρώπων. Πρόσταξε τότε να εκτελέσουν τον άγωνα του πεντάθλου, διότι οι βασιλείς των Ελλήνων είχαν αυτή την συνήθεια. Σε όποια πόλη πήγαιναν για πρώτη φορά, έβαζαν τους ανθρώπους και έτρεχαν, πάλευαν, έριχναν τον λίθο, πηδούσαν και σκόπευαν με τα δόρατα συγκεκριμένους στόχους. Αυτά τα πέντε αγωνίσματα τα ονόμαζαν πένταθλο και όποιος νικούσε σε ένα άπό αυτά, τον τιμούσαν οι βασιλείς και του πρόσφεραν δώρα. Ο βασιλιάς κάθησε σε τόπο υψηλό για να βλέπει τα αγωνίσματα. Ενας άπό αυτούς που πάλευαν ήταν άνθρωπος του βασιλιά και ονομαζόταν Λυαίος και ήταν από τη Σκυθία. Ηταν ψηλός και δυνατός και ο βασιλιάς τον είχε μαζί του για να του προξενεί τιμή και έπαινο. Ο βασιλιάς για τις νίκες του του χάριζε πλούσια δώρα.
Κάποιος νέος από την Θεσσαλονίκη, ωραίος στην όψη, ο Αγιος Νέστορας, ο όποιος ήταν κρυφός χριστιανός και γνωστός του Αγίου Δημητρίου, βλέποντας τον Λυαιο να σκοτώνει τους ανθρώπους και ο βασιλιάς να ευχαριστείται για τις νίκες του, αλλά και θέλοντας να δει τη δύναμη του αληθινού Χριστού του Θεου, πήγε στο λουτρό που ήταν κλεισμένος ο Αγιος Δημήτριος και του ειπε:
Δούλε του Θεού, του Κυρίου ημων Ιησού Χριστού και αφέντη μου, ο μιαρός βασιλιάς χαίρεται με τις πράξεις του Λυαίου. Η ψυχή μου επιθυμεί να παλέψει μαζί του. Μόνο ευλόγησέ με και ενδυνάμωσέ με να πάω να τον νικήσω. Τότε ο Αγιος Δημήτριος έκανε το σημείο του σταυρού στο μέτωπο του Νέστορος και του είπε:
— Πήγαινε. Και το Λυαίο θα νικήσεις και για τον Χριστό θα μαρτυρήσεις.
Αναχώρησε λοιπόν ο Νέστορας και πήγε στον τόπο που γινόταν ο αγώνας της πάλης και αμέσως φώναξε:
— Ω Λυαιε, έλα να παλέψουμε οι δυο.
Ο βασιλιάς, ο όποιος καθόταν σε ψηλότερο μέρος, μόλις ειδε τον Νέστορα, νέο στην ηλικία, 20 ετων, μήνυσε σ’ αυτόν να πάει μπροστά του και του είπε:
— Νεανία, δεν λυπήθηκες τη ζωή σου, αλλ ήλθες να παλαίψεις με τον Λυαιο; Δεν βλέπεις πόσους νίκησε; Δεν βλέπεις πόσα αίματα έχυσε; Δεν λυπάσαι την ομορφιά και τα νειατα σου; Μήπως αναγκάζεσαι από τη φτώχεια να επιθυμείς τον θάνατο σου; Δεν πρέπει όμως να συμπλακεις με τον Λυαιο για να μη θανατωθείς. Αν δε εισαι πτωχός, να σε πλουτίσω εγώ, μόνο να μη χάσεις τη ζωή σου.
Ο Νέστορας απάντησε στο βασιλιά:
— Εγώ πτωχός δεν είμαι, ούτε καταφρονώ τη ζωή μου, άλλα και πλούτο έχω και τη ζωή μου άγαπω. Θέλω όμως να παλέψω με τον Λυαιο για να λάβω τιμή· διότι και αν είμαι πλούσιος, τιμή όμως δεν έχω, επομένως τι θέλω τον άτιμο πλουτο; Αγαπω λοιπόν να τιμηθώ και να φάνω καλύτερος άπό τον Λυαιο, γι’ αυτό αποφασίζω να κινδυνεύσω. Οταν ο βασιλιάς ειδε ότι ο νέος δεν ακούει, τον άφησε.
Ο Αγιος Νέστωρ, αμέσως πλησίασε τον Λυαιο, εριξε το πανωφόρι του και φώναξε:
— Ο Θεός του Δημητρίου, βοήθει μοι.
Αμέσως με το σπαθί του χτύπησε τον Λυαιο στο κέντρο της καρδίας του, οπότε αυτός έπεσε νεκρός. Ο βασιλιάς ταράχθηκε. Κάλεσε τον Νέστορα και του είπε:
— Νέε, με ποιες μαγείες νίκησες τον Λυαιο; Αυτός σκότωσε τόσους ανθρώπους δυνατότερους άπό εσένα και έσύ πως τον θανάτωσες;
Ο Αγιος Νέστορας αποκρίθηκε:
— Έγώ βασιλιά μου δεν νίκησα το Λυαιο με μαγείες, αλλά με τη δύναμη του Ιησου Χριστού, του αληθινού Θεού.
Ο βασιλιάς εξοργίστηκε και διέταξε έναν άπό τους άρχοντες, τον Μαρκιανό, να βγάλει τον Νέστορα έξω άπό τη Χρυσή Πύλη και να τον αποκεφαλίσει με το σπαθί του. Και έτσι τελειώθηκε ο Αγιος Νέστωρ κατά τον λόγο του Αγίου Δημητρίου.
Ο βασιλιάς με λύπη αναχώρησε για το παλάτι, μονολογώντας:
— Μα τη δύναμη των μεγάλων θεών, από μαγείες σκοτώθηκε σήμερα ο φίλος μου ο Λυαιος.
Μόλις έμαθε ότι ο Λυαΐος φονεύθηκε με οδηγίες του Δημητρίου, πρόσταξε τους στρατιώτες να πάνε στο λουτρό και να σκοτώσουν τον Αγιο Δημήτριο.
— Οποιος με αγαπά, να φύγει αμέσως να σκοτώσει τον Δημήτριο.
Πήγαν οι στρατιώτες και λόγχευσαν τον Αγιο με τις λόγχες τους σε όλο του το σώμα. Η πρώτη λόγχευση ήταν στη δεξιά του πλευρά, διότι μόλις τους είδε ο Αγιος, ύψωσε μόνος του το δεξί του χέρι για να τον λογχεύσουν. Με αυτό το μαρτύριο τελειώθηκε ο Αγιος Δημήτριος.
Κάποιοι ευλαβείς χριστιανοί ήλθαν στο λουτρό εκείνο κρυφά, επειδή φοβόταν το βασιλιά και ενταφίασαν το λείψανο στο μέρος στο όποιο τελειώθηκε.
Κάποιος φίλος του Αγίου, ο Λούπος, ο όποιος βρισκόταν έκει κατά την ώρα του μαρτυρίου, έβγαλε το δαχτυλίδι του Αγίου άπό το δεξί του δάκτυλο και πήρε το μαντήλι του και το πανωφόρι του από τους ώμους του και τα έβαψε στο αίμα του Μεγαλομάρτυρος και μ αυτά ενεργούσε θαύματα πολλά. Αρρώστους γιάτρευε, δαιμονισμένους θεράπευε.
Ο βασιλιάς, μόλις τα έμαθε αυτά, έστειλε στρατιώτες και αποκεφάλισαν τον Λούπο σε κάποιο τόπο που λεγόταν Τριβουνάλιο.
Μ’αυτό τον τρόπο τελειώθηκε ο Πολιούχος μας, ο θαυματουργός και Μυροβλήτης Δημήτριος. Ο αγαπημένος μαθητής και φίλος του Χριστού, μιμήθηκε πολύ τόν Χριστό στα μαρτυρία τα οποία υπέστη, στην απέραντη καρτερία του και στη διδαχή την οποία έκανε. Ο μαρτυρικός του θάνατος ονομάσθηκε Χριστομίμητος σφαγή.
Από το βιβλίο: Άγιος Δημήτριος Πολιούχος Θεσσαλονίκης,
σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαγκαδά κ. Ιωάννη
http://www.oikad.gr/BFEF7583.el.aspx
Απολυτίκιον Αγίου Δημητρίου
Μέγαν εὕρατο ἐv τοῖς κιvδύvοις, σὲ ὑπέρμαχοv, ἡ οἰκουμένη, Ἀθλοφόρε τὰ ἔθνη τροπούμενον. Ὡς οὖν Λυαίου καθεῖλες τὴν ἔπαρσιν, ἐν τῷ σταδίῳ θαῤῥύvας τὸν Νέστορα, οὕτως Ἅγιε, Μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012
τὸ μεγάλο ὅπλο τοῦ Χριστιανοῦ, εἶνε ἡ προσευχή,
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Θέλω νὰ κρατήσετε ἕνα πρᾶγμα. Ὅτι τὸ μεγάλο ὅπλο τοῦ Χριστιανοῦ, εἶνε ἡ προσευχή, κι ὅτι ἡ
προσευχὴ κάνει θαύματα. Ποιά προσευχὴ ὅμως εἰσακούεται; Ἡ προσευχὴ ποὺ ἔχει τὰ γνωρίσματα τῆς προσευχῆς τῆς Χαναναίας.
⃝ Ἡ Χαναναία τί ἔλεγε; τὸ «Κύριε, ἐλέησον» ποὺ ψάλλουμε κ᾽ ἐμεῖς. Πῶς τὸ λέμε ὅμως ἐμεῖς; Χωρὶς νὰ τὸ αἰσθάνεται ἡ καρδιά μας. Ἂν πᾶτε στὴ ῾Ρωσία, στὶς ἐκκλησίες λατρεύουν μὲ συναίσθησι. Ἦρθε κάποιος, ποὺ πῆγε ἐκεῖ, καὶ μοῦ εἶπε· Τί νὰ σοῦ πῶ, πάτερ, ὁ ῾Ρωσικὸς λαὸς πιστεύει· ἐνῷ ἐμεῖς χασμουριώμαστε, αὐτοὶ λένε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ κλαῖνε. «Κύριε ἐλέησον», εἶπε ἡ Χαναναία, ἀλλὰ μὲ πίστι. Πίστευε, ὅτι μόνο ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ κάνῃ καλὰ τὸ παιδί. Καὶ ἔτσι ἔγινε τὸ θαῦμα.
⃝ Ἄλλο γνώρισμα. Ἡ Χαναναία ἔλεγε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» μὲ ἐπιμονή. Ὄχι μιὰ φορὰ ἀλλὰ πολλές. Ὄχι σὰν μερικὰ ἀλητόπαιδα, ποὺ χτυπᾶνε τὰ κουδούνια τῶν σπιτιῶν μιὰ φορὰ καὶ μετὰ φεύγουν γιατὶ φοβοῦνται μήπως κατεβῇ ὁ νοικοκύρης καὶ τὰ κυνηγήσῃ, ἀλλὰ μὲ ἐπιμονή. Ὅταν θέλῃς πολὺ νὰ συναντήσῃς ἢ νὰ μιλήσῃς μὲ κάποιον, χτυπᾷς συνεχῶς τὸ κουδούνι ἢ τὸ τηλέφωνό του, μέχρι ν᾽ ἀπαντήσῃ. Ἔτσι καὶ ἡ Χαναναία· πῆρε τηλέφωνο καὶ χτυποῦσε ἀδιάκοπα. Τηλέφωνο καὶ κουδούνι εἶνε ἡ προσευχή, μία ποθητὴ συνδιάλεξι μὲ τὸ Θεό, καὶ γιὰ νὰ τὴν ἐπιτύχουμε χρειάζεται ἐπιμονή, ὄχι ἀπογοήτευσι. Τότε θὰ λάβουμε ἐκεῖνο ποὺ ζητοῦμε.
⃝ Μὲ πίστι λοιπὸν ἡ προσευχή, μὲ ἐπιμονὴ ἡ προσευχή, καὶ ―τὸ ἀκόμη πιὸ σπουδαῖο― μὲ ταπείνωσι. Εἴδατε τὴ Χαναναία; Σκυλάκι τὴν εἶπε ὁ Χριστός, κι αὐτὴ λέει· Ναί, Κύριε, σκυλάκι εἶμαι, δὲν ἀξίζει νὰ λέγωμαι ἄνθρωπος. Ποιός σήμερα ἔχει τέτοιο ταπεινὸ φρόνημα; Ἂν ψάξῃς, δὲ βρίσκεις ταπεινὸ Χριστιανό. Πολὺ σπάνια. Πενήντα χρόνια κηρύττω, βουνὰ καὶ λαγκάδια περπάτησα, χωριὰ καὶ πολιτεῖες πέρασα, στὴν ἐπαρχία καὶ στὴν πρωτεύουσα. Τί ὑπερηφάνεια ὑπάρχει σὲ γυναῖκες καὶ ἄντρες! Ἐγώ, σοῦ λέει, εἶμαι ὁ καλύτερος χριστιανός!… Ἔ, ἅμα μοῦ λὲς ὅτι εἶσαι ὁ καλύτερος χριστιανός, εἶσαι γιὰ τὴν κόλασι. Κάποτε περιοδεύοντας ἔφθασα σ᾽ ἕνα χωριὸ πέρα ἀπὸ τὸ Κιλκίς. Καθὼς πλησίαζα βλέπω κάποιον καὶ τὸν χαιρετῶ· ―Καλησπέρα, συναμαρτωλέ. ―Τί εἶπες; μοῦ λέει· ἐσεῖς οἱ παπᾶδες εἶστε ἁμαρτωλοί, ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύτερος ἄνθρωπος… Παρὰ λίγο νὰ μὲ σκοτώσῃ στὸ δρόμο. Τὸν σημάδεψα καὶ ρώτησα στὸ χωριὸ. Τί ἔμαθα· ἦταν ὁ χειρότερος· κλέφτης καὶ ἀπατεώνας, δὲν εἶχε ἀφήσει κοττέτσι· κι ὅμως θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του τὸν καλύτερο. Αὐτὴ εἶνε ἡ ἁμαρτία μας. Πότε θὰ εἶσαι Χριστιανός· ὅταν θὰ λές, Δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ λέγωμαι οὔτε Χριστιανὸς οὔτε ἄνθρωπος. Γέμισε ὁ κόσμος ὑπερηφάνεια, ποὺ εἶνε τὸ χειρότερο ἀπ᾽ ὅλα τὰ ἁμαρτήματα, κι ἀπὸ τὴν πορνεία καὶ τὴ μοιχεία καὶ κάθε ἄλλο. Ταπεινὸς νὰ εἶσαι, σὰν τὴ Χαναναία. Τότε ἔρχεται τὸ ἔλεος. Τὴν ἄλλη Κυριακὴ εἶνε τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου· θὰ δοῦμε ὅτι ὁ ἁμαρτωλὸς τελώνης δικαιώθηκε μὲ τὴν ταπείνωσί του. Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ ἔφτασε μέχρι τὰ οὐράνια, τί λέει· ὅτι «Ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο νὰ σώσῃ τοὺς ἁμαρτωλούς, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ πρῶτος εἶμαι ἐγώ» (Α΄ Τιμ. 1,15).
Ἂς ἔχουμε τὴ συναίσθησι καὶ ἂς ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ἀδέρφια μου, ―μὴ σᾶς πικράνω― δὲ βλέπω καλὰ τὰ χρόνια· τὰ σημάδια δὲν εἶνε καλά. Ἔρχονται μεγάλα κακὰ στὸν κόσμο. Τέτοιοι ποὺ εἴμαστε (βλάστημοι, ἄδικοι, ἀχάριστοι, πόρνοι, μοιχοί, μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό), πρέπει νὰ φουσκώσουν τὰ ποτάμια καὶ ἡ θάλασσα νὰ μᾶς πνίξουν, νὰ πέσουν τὰ ἄστρα νὰ μᾶς κάψουν, νὰ σειστῇ ἡ γῆ καὶ νὰ μᾶς καταπιῇ. Ὁλόκληρη ἡ βουλή, δεξιοὶ καὶ ἀριστεροί, ὅλοι σύμφωνοι, ψηφίζουν νόμους ἀντιχριστιανικούς, ὅπως εἶνε τὸ αὐτόματο διαζύγιο, γιὰ νὰ διαλυθῇ ἡ οἰκογένεια.
Ἂν δὲν πίστευα, θὰ ἔσπαζα τὴν ἀρχιερατικὴ ῥάβδο ποὺ κρατῶ καὶ θὰ προτιμοῦσα νὰ γίνω λοῦστρος γιὰ νὰ ζήσω. Πιστεύω στὸ Θεὸ καὶ στὸ Εὐαγγέλιο, καὶ σᾶς μιλάω μὲ πόνο γιὰ τὴν πατρίδα μας. Μείνετε πιστοὶ στὶς ἱερὲς παραδόσεις, καὶ ὁ Θεὸς τῶν πατέρων μας διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων θά ᾽νε πάντα μαζί σας.
Θέλω νὰ κρατήσετε ἕνα πρᾶγμα. Ὅτι τὸ μεγάλο ὅπλο τοῦ Χριστιανοῦ, εἶνε ἡ προσευχή, κι ὅτι ἡ
προσευχὴ κάνει θαύματα. Ποιά προσευχὴ ὅμως εἰσακούεται; Ἡ προσευχὴ ποὺ ἔχει τὰ γνωρίσματα τῆς προσευχῆς τῆς Χαναναίας.
⃝ Ἡ Χαναναία τί ἔλεγε; τὸ «Κύριε, ἐλέησον» ποὺ ψάλλουμε κ᾽ ἐμεῖς. Πῶς τὸ λέμε ὅμως ἐμεῖς; Χωρὶς νὰ τὸ αἰσθάνεται ἡ καρδιά μας. Ἂν πᾶτε στὴ ῾Ρωσία, στὶς ἐκκλησίες λατρεύουν μὲ συναίσθησι. Ἦρθε κάποιος, ποὺ πῆγε ἐκεῖ, καὶ μοῦ εἶπε· Τί νὰ σοῦ πῶ, πάτερ, ὁ ῾Ρωσικὸς λαὸς πιστεύει· ἐνῷ ἐμεῖς χασμουριώμαστε, αὐτοὶ λένε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ κλαῖνε. «Κύριε ἐλέησον», εἶπε ἡ Χαναναία, ἀλλὰ μὲ πίστι. Πίστευε, ὅτι μόνο ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ κάνῃ καλὰ τὸ παιδί. Καὶ ἔτσι ἔγινε τὸ θαῦμα.
⃝ Ἄλλο γνώρισμα. Ἡ Χαναναία ἔλεγε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» μὲ ἐπιμονή. Ὄχι μιὰ φορὰ ἀλλὰ πολλές. Ὄχι σὰν μερικὰ ἀλητόπαιδα, ποὺ χτυπᾶνε τὰ κουδούνια τῶν σπιτιῶν μιὰ φορὰ καὶ μετὰ φεύγουν γιατὶ φοβοῦνται μήπως κατεβῇ ὁ νοικοκύρης καὶ τὰ κυνηγήσῃ, ἀλλὰ μὲ ἐπιμονή. Ὅταν θέλῃς πολὺ νὰ συναντήσῃς ἢ νὰ μιλήσῃς μὲ κάποιον, χτυπᾷς συνεχῶς τὸ κουδούνι ἢ τὸ τηλέφωνό του, μέχρι ν᾽ ἀπαντήσῃ. Ἔτσι καὶ ἡ Χαναναία· πῆρε τηλέφωνο καὶ χτυποῦσε ἀδιάκοπα. Τηλέφωνο καὶ κουδούνι εἶνε ἡ προσευχή, μία ποθητὴ συνδιάλεξι μὲ τὸ Θεό, καὶ γιὰ νὰ τὴν ἐπιτύχουμε χρειάζεται ἐπιμονή, ὄχι ἀπογοήτευσι. Τότε θὰ λάβουμε ἐκεῖνο ποὺ ζητοῦμε.
⃝ Μὲ πίστι λοιπὸν ἡ προσευχή, μὲ ἐπιμονὴ ἡ προσευχή, καὶ ―τὸ ἀκόμη πιὸ σπουδαῖο― μὲ ταπείνωσι. Εἴδατε τὴ Χαναναία; Σκυλάκι τὴν εἶπε ὁ Χριστός, κι αὐτὴ λέει· Ναί, Κύριε, σκυλάκι εἶμαι, δὲν ἀξίζει νὰ λέγωμαι ἄνθρωπος. Ποιός σήμερα ἔχει τέτοιο ταπεινὸ φρόνημα; Ἂν ψάξῃς, δὲ βρίσκεις ταπεινὸ Χριστιανό. Πολὺ σπάνια. Πενήντα χρόνια κηρύττω, βουνὰ καὶ λαγκάδια περπάτησα, χωριὰ καὶ πολιτεῖες πέρασα, στὴν ἐπαρχία καὶ στὴν πρωτεύουσα. Τί ὑπερηφάνεια ὑπάρχει σὲ γυναῖκες καὶ ἄντρες! Ἐγώ, σοῦ λέει, εἶμαι ὁ καλύτερος χριστιανός!… Ἔ, ἅμα μοῦ λὲς ὅτι εἶσαι ὁ καλύτερος χριστιανός, εἶσαι γιὰ τὴν κόλασι. Κάποτε περιοδεύοντας ἔφθασα σ᾽ ἕνα χωριὸ πέρα ἀπὸ τὸ Κιλκίς. Καθὼς πλησίαζα βλέπω κάποιον καὶ τὸν χαιρετῶ· ―Καλησπέρα, συναμαρτωλέ. ―Τί εἶπες; μοῦ λέει· ἐσεῖς οἱ παπᾶδες εἶστε ἁμαρτωλοί, ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύτερος ἄνθρωπος… Παρὰ λίγο νὰ μὲ σκοτώσῃ στὸ δρόμο. Τὸν σημάδεψα καὶ ρώτησα στὸ χωριὸ. Τί ἔμαθα· ἦταν ὁ χειρότερος· κλέφτης καὶ ἀπατεώνας, δὲν εἶχε ἀφήσει κοττέτσι· κι ὅμως θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του τὸν καλύτερο. Αὐτὴ εἶνε ἡ ἁμαρτία μας. Πότε θὰ εἶσαι Χριστιανός· ὅταν θὰ λές, Δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ λέγωμαι οὔτε Χριστιανὸς οὔτε ἄνθρωπος. Γέμισε ὁ κόσμος ὑπερηφάνεια, ποὺ εἶνε τὸ χειρότερο ἀπ᾽ ὅλα τὰ ἁμαρτήματα, κι ἀπὸ τὴν πορνεία καὶ τὴ μοιχεία καὶ κάθε ἄλλο. Ταπεινὸς νὰ εἶσαι, σὰν τὴ Χαναναία. Τότε ἔρχεται τὸ ἔλεος. Τὴν ἄλλη Κυριακὴ εἶνε τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου· θὰ δοῦμε ὅτι ὁ ἁμαρτωλὸς τελώνης δικαιώθηκε μὲ τὴν ταπείνωσί του. Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ ἔφτασε μέχρι τὰ οὐράνια, τί λέει· ὅτι «Ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο νὰ σώσῃ τοὺς ἁμαρτωλούς, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ πρῶτος εἶμαι ἐγώ» (Α΄ Τιμ. 1,15).
Ἂς ἔχουμε τὴ συναίσθησι καὶ ἂς ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ἀδέρφια μου, ―μὴ σᾶς πικράνω― δὲ βλέπω καλὰ τὰ χρόνια· τὰ σημάδια δὲν εἶνε καλά. Ἔρχονται μεγάλα κακὰ στὸν κόσμο. Τέτοιοι ποὺ εἴμαστε (βλάστημοι, ἄδικοι, ἀχάριστοι, πόρνοι, μοιχοί, μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό), πρέπει νὰ φουσκώσουν τὰ ποτάμια καὶ ἡ θάλασσα νὰ μᾶς πνίξουν, νὰ πέσουν τὰ ἄστρα νὰ μᾶς κάψουν, νὰ σειστῇ ἡ γῆ καὶ νὰ μᾶς καταπιῇ. Ὁλόκληρη ἡ βουλή, δεξιοὶ καὶ ἀριστεροί, ὅλοι σύμφωνοι, ψηφίζουν νόμους ἀντιχριστιανικούς, ὅπως εἶνε τὸ αὐτόματο διαζύγιο, γιὰ νὰ διαλυθῇ ἡ οἰκογένεια.
Ἂν δὲν πίστευα, θὰ ἔσπαζα τὴν ἀρχιερατικὴ ῥάβδο ποὺ κρατῶ καὶ θὰ προτιμοῦσα νὰ γίνω λοῦστρος γιὰ νὰ ζήσω. Πιστεύω στὸ Θεὸ καὶ στὸ Εὐαγγέλιο, καὶ σᾶς μιλάω μὲ πόνο γιὰ τὴν πατρίδα μας. Μείνετε πιστοὶ στὶς ἱερὲς παραδόσεις, καὶ ὁ Θεὸς τῶν πατέρων μας διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων θά ᾽νε πάντα μαζί σας.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου Φλαμπούρου – Φλωρίνης 8-2-1976)
ΗΛΙΑΣ ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ 26 ΟΚΤ 2012
Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει μεγάλο ἐγωισμό θέλει νά εἶναι τό ἐπίκεντρο τῆς προσοχῆς ὅλων.
Ὁ
ἄνθρωπος πού ἔχει μεγάλο ἐγωισμό θέλει νά εἶναι τό ἐπίκεντρο τῆς
προσοχῆς ὅλων. Ἐπίσης ζηλεύει ὅταν ἀγαποῦν ἄλλους, αὐτοί, πού περιμένει
νά ἀγαποῦν αὐτόν.
Ὁ σοφός π. Πορφύριος ἔλεγε σέ πνευματική του θυγατέρα, γιά τήν ὁποίαν νόμιζαν ὅτι
Ὁ σοφός π. Πορφύριος ἔλεγε σέ πνευματική του θυγατέρα, γιά τήν ὁποίαν νόμιζαν ὅτι
πάσχει ἀπό κρίσεις ἐπιληψίας: «Ἐσύ ἔχεις μεγάλο ἐγωισμό μέσα σου,
θέλεις νά σ’ ἀγαποῦνε ὅλοι. Καί πολλές φορές, ὅταν δεῖς τούς γονεῖς σου
νά περιποιοῦνται κάποιον ἀδερφό σου, ἔ! Τό κάνεις μόνη σου. Ξεύρεις πῶς
γίνεται αὐτό τά πράγμα, καί κάνεις ἔτσι καί τό κάνεις. Δηλαδή, ἀνοίγεις,
σέ κυριεύει ὁ δαίμονας καί ἀπό κεῖ καί πέρα τά χάνεις. Πέφτεις κάτω,
ἀφρίζεις, χτυπιέσαι, δαγκάνεις τά χείλη σου, γιά θυμήσου το, τῆς λέω, ρέ
κόρη; Ἔ! αὐτό τό κάνω, μοῦ λέει. Λέω, πῶς τό κάνεις, γιατί τό κάνεις;
Νά ὅταν μέ στενοχωρήσουν δέν ἔχω τίποτ’ἄλλο νά κάνω, κάνω αὐτό γιά νά τό
καταλάβουν νά μή μέ στενοχωροῦν, νά μ’ ἀγαποῦν καί νά μοῦ φέρνουνε
ἐκεῖνο πού θέλω»[2]. Οἱ φαινομενικά κρίσεις ἐπιληψίας σ’ αὐτήν τήν
κοπέλα δέν ἦταν παρά ἐκδηλώσεις ζήλειας καί πληγωμένου ἐγωισμοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος δέν τό καταλαβαίνει πολλές φορές, ὅτι ἐνεργεῖ μέ πολύ ἐγωισμό διότι καταλαμβάνεται καί αἰχμαλωτίζεται ἀπό τόν πονηρό. Ἀρχικά ὅμως ἑκούσια ὑποχωρεῖ στόν πονηρό. Ὁ πνευματικά ὑγιής δέν ἀποζητᾶ τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων, οὔτε τό ἐνδιαφέρον τους γιαυτόν, ὁπότε καί δέν πάσχει ὅταν ἀδιαφοροῦν γι’ αὐτόν ἤ ἀκόμη καί ὅταν τόν ἀδικοῦν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ
Ὁ ἄνθρωπος δέν τό καταλαβαίνει πολλές φορές, ὅτι ἐνεργεῖ μέ πολύ ἐγωισμό διότι καταλαμβάνεται καί αἰχμαλωτίζεται ἀπό τόν πονηρό. Ἀρχικά ὅμως ἑκούσια ὑποχωρεῖ στόν πονηρό. Ὁ πνευματικά ὑγιής δέν ἀποζητᾶ τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων, οὔτε τό ἐνδιαφέρον τους γιαυτόν, ὁπότε καί δέν πάσχει ὅταν ἀδιαφοροῦν γι’ αὐτόν ἤ ἀκόμη καί ὅταν τόν ἀδικοῦν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ
HΛΙΑΣ XAINTOYTH Σ 25 ΟΚΤ 2012
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)