Ο Ψυχικός Θάνατος
Αμαρτία: η σκληρή πραγματικότητα θανάτου
Μία
τραγική πραγματικότητα για κάθε άνθρωπο είναι το γεγονός της αμαρτίας.
Το ζει μόνιμα∙ βλέπει να τον επισκέπτεται , να κατρακυλά και να πέφτει.
Έρχεται σαν πειρασμός , σαν θέαμα, σαν λογισμός, σαν μία εξωτερική
προσβολή , γίνεται ενήδονη φαντασία και επιθυμία και καταλήγει στην
πράξη της αμαρτίας. Είναι, όπως λέγει ο Αδελφόθεος Ιάκωβος, «μία άνομη
κυοφορία που αποκυεί τον θάνατο». Η ποικιλόμορφη αμαρτία ξεπηδά και
γεννιέται απειλητικά μέσα από δύο παράγοντες, πρώτον , από τον πειρασμό
του αρχέκακου δαίμονος, που ως λιοντάρι ωρυόμενο ζητά ποιόν να καταπιεί ,
και δεύτερον, από την εσωτερική επιθυμία, που δελεάζει και θέλγει. Ο
Απ. Παύλος περιγράφει με τραγικότητα την πτώση και την παραπλάνηση. Εκεί
που πάω να κάνω το καλό, λέγει, βλέπω έναν άλλο εαυτό μου να με
παρασύρει και να κάνω τελικά το κακό, και ποιος άραγε μπορεί να με
γλιτώσει από τον θάνατο αυτό; «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Τις με ρύσεται
εκ του σώματος του θανάτου τούτου;».
Ο ίδιος Απόστολος πολύ
ξεκάθαρα λέγει ότι αυτό που τελικά ο άνθρωπος κερδίζει από την αμαρτία
είναι ο θάνατος, «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος». Άραγε τι να σημαίνει ο
όρος θάνατος στην σκέψη του Αποστόλου ; Θάνατος εδώ σημαίνει τρία
πράγματα:
πρώτον , η αμαρτία διαλύει τις διαπροσωπικές σχέσεις, είναι ο θάνατος της αγάπης,
δεύτερον, διαλύει το ανθρώπινο σώμα, διότι «τα πλείονα των αρρωστημάτων εξ ιδίων αμαρτημάτων εισίν» και
τρίτον,
διαλύει και απορρυθμίζει όλο τον ψυχικό κόσμο με τη παρουσία
ψυχολογικών προβλημάτων και μάλιστα καταθλιπτικών καταστάσεων.
Κανείς
δεν μπορεί να ξεφύγει από την πειρασμό και την αμαρτία. Η αμαρτία είναι
μία σκληρή πραγματικότητα, η πιο σκληρή πραγματικότητα στην ζωή όλων.
Όμως το πρόβλημα γεννιέται μετά από την αμαρτία. Πως μπορεί να ξεφύγει
κανείς από τον τριπλό αυτό θάνατο; Πως πρέπει να σταθεί λυτρωτικά ο
άνθρωπος απέναντι στο μέγεθος αυτό; Ανάλογα με την στάση του οδηγείται ή
στον ψυχικό θάνατο ή στην χαρά της λύτρωσης. Ο λυτρωτικός μονόδρομος
είναι η μετάνοια στην γλυκύτατη αγκάλη του Θεού. Η παραδοχή των λαθών , η
ομολογία και η συγχώρηση του Θεού γεμίζει τον άνθρωπο με την χαρά της
νέας ζωής μέσα στην ελπίδα της αιωνιότητας και στην ειρήνη της καρδιάς
την «πάντα νούν υπερέχουσαν». Όμως αυτόν τον ταπεινό δρόμο είτε δεν τον
γνωρίζει , είτε τον φοβάται, είτε δεν έχει χειραγωγό αγάπης και, χωρίς
να αντιληφθεί ,πέφτει μέσα στην δίνη του πνευματικού αυτού θανάτου. Η
μετάνοια δεν νοείται ως μία απλή αναγκαστική μεταμέλεια, αλλά ως μία νέα
ζωή εν Χριστών.
Ηδονή και οδύνη
Η αμαρτία κουβαλά πάνω
της την ηδονή και παρασύρει τον άνθρωπο με το θέλγητρό της, αλλά, όταν
τελεσθεί, έρχεται αμέσως η μεγάλη οδύνη για τα πεπραγμένα. Είναι φοβερό
πράγμα η γρήγορη αυτή εναλλαγή από την ηδονή στην οδύνη. Είναι ένα
μαρτύριο εσωτερικό και μία πνευματική σχιζοφρένεια αδιανόητη. Είναι ο
ψυχικός θάνατος που ζει ο άνθρωπος κατά την αμαρτία. Οι ενοχές στέκονται
σαν δήμιος και σφοδρός κατήγορος και οδηγούν σον αμαρτωλό στην
απελπισία. Πως μπορεί να ξεφύγει από τον φοβερό αυτό θάνατο; «ταλαίπωρος
εγώ άνθρωπος! Τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;»
αναφωνεί ο Απ. Παύλος.
Πολύ όμορφα περιγράφει την κατάσταση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος:
Αυτός
είναι ο τρόπος της αμαρτίας∙ από την μία μεριά, προτού προχωρήσει και
γίνει πράξη , σκοτίζει τον λογισμό και απατά στη σκέψη∙ όταν όμως πλέον
έχει τελεστεί , τότε παρουσιάζει μπροστά μας πολύ έντονα την αθλιότητα
της, και η σύντομη εκείνη και άνομη ηδονή γίνεται συνεχής οδύνη, και του
αφαιρεί την καθαρότητα της συνείδησης και περιβάλλει με ντροπή τον
πεπτωκότα αμαρτωλό. Ο φιλάνθρωπος Δεσπότης φύτεψε μέσα μας αυτόν τον
κατήγορο, ώστε ποτέ να μην ησυχάζει , αλλά αδιάλειπτα να είναι παρών και
να φωνάζει και να δικάζει απαιτώντας ευθύνες για τα λάθη.
Κι
αυτό μπορεί να το δει με σαφήνεια από την ίδια την πραγματικότητα. Ο
πόρνος ή ο μοιχός, ή αυτός με τέτοιου είδους πτώσεις, ακόμη κι αν
διαφεύγει όλων την προσοχή ,ούτε πάλι όμως είναι ήσυχος, διότι έχοντας
μέσα του αυτόν τον «σφοδρό κατήγορο» ζει διαρκώς μέσα στους φόβους των
υποψιών, τρέμει τις σκιές, φοβάται στην σκέψη αν τον είδαν ή δεν τον
είδαν, έχοντας συνεχή φουρτούνα μες στην ψυχή του και αλλεπάλληλα
κύματα.
Και ούτε χαίρεται τον ύπνο του, είναι δε γεμάτος από
φόβους και αγωνίες∙ ούτε και το φαγητό του δεν μπορεί να το απολαύσει,
ούτε και η παρέα και ο λόγος των φίλων μπορεί να του δώσει χαρά, ή να
τον απαλλάξει από τον πόλεμο αυτό∙ αλλά σαν να περιφέρει έναν δήμιο, που
τον ξεσχίζει και τον μαστιγώνει συνεχώς, έτσι ομοιάζει να ζει μετά από
την αμαρτία∙ ακόμη και να μη τον είδε κανείς σηκώνει τις αφόρητες αυτές
τιμωρίες και γίνεται δικαστής και κατήγορος του εαυτό του.
Αλλά
αυτός που έπεσε σε τέτοιες αμαρτίες , αν θέλει πραγματικά να βοηθηθεί
από την συνείδηση του, τότε να σπεύσει σε εξομολόγηση των αμαρτημάτων
του και να δείξει την πληγή του στον γιατρό, που θεραπεύει και δεν
κοροϊδεύει, και να δεχθεί τα φάρμακα και μόνο μ’ αυτόν να ομιλήσει, και,
χωρίς να ξέρει κανείς άλλος, να τα πει όλα με ακρίβεια και έτσι γρήγορα
θα διορθώσει τα λάθη του. Η εξομολόγηση των αμαρτημάτων είναι ο
αφανισμός των αμαρτημάτων.
Κατάθλιψη και ενοχές
Μέσα
στον άνθρωπο κατοικεί ο λόγος του Θεού γραμμένος σε σάρκινη πλάκα, την
καρδιά του , και είναι γραμμένος από το χέρι Του. Από γεννησιμιού του
είναι πλασμένος για την αιωνιότητα και τον παράδεισο, εικόνα Θεού και
μικρόθεος για να φθάσει στο καθ’ ομοίωση. Μέγα πρόβλημα γεννιέται μετά
από την αμαρτία. Απειλητικές έρχονται οι ενοχές στον άνθρωπο. Πως θα
μπορέσει να ξεφύγει από το πέπλο της απελπισίας , που τον σκεπάζει με
όλες τις ενοχές αυτές και τις τύψεις; Ο Ιερός Χρυσόστομος πολύ
συγκεκριμένα τονίζει ότι ο διάβολος δεν χαίρεται τόσο με την πτώση του
ανθρώπου, όσο χαίρεται με την απελπισία, η οποία στ’ αλήθεια είναι
λατρεία του διαβόλου. Ο Ιερός Πατήρ αναφέρει την απελπισία σαν ένα
τεχνικό όρο που θέλει να δηλώσει τα πολλά και ποικίλα ψυχολογικά
προβλήματα που γεννιούνται μέσα στον άνθρωπο από την εγκατάλειψη του
εαυτού του και την έλλειψη της υγιούς αντιμετώπισης της κρίσης της
συνειδήσεως μετά από την αμαρτία.
Σήμερα μία μεγάλη μερίδα
ανθρώπων ζουν με τα φάρμακα μόνιμα στην τσέπη τους. Ένας ψυχικός θάνατος
πλανιέται μέσα στον άνθρωπο που είναι εικόνα Θεού Παντοκράτορος. Παντού
, όπου κι αν σταθείς, θα ακούσεις να μιλούν για άγχος και αγωνίες, για
κατάθλιψη και μελαγχολία και για ανάγκη ηρεμίας και χαράς. Η λέξη
κατάθλιψη και μόνο με το άκουσμα της μας δίνει την υπόστασή της. Μία
ψυχική ασθένεια μοντέρνα στην μεγάλη εξάπλωσή της στον σημερινό κόσμο,
αλλά και πολύ παλαιά: χρονολογείται η εμφάνισή της με τη δημιουργία του
ανθρώπου.
Πολλοί πιστεύουν πως με γιατροσόφια και ψεύτικα
δεκανίκια μπορούν να ξεφύγουν από την απειλή αυτή του μεγάλου κενού και
της εποχικότητας και της ανίας. Και ψάχνουν την λύση και την χαρά μέσα
στις διακοπές και στην χαλάρωση των μυστικών θεραπειών καθώς και στο
ξέδομα της νύχτας και του ποτού και του χορού. Και όσο κανείς ψάχνει για
να βρεί την ψαρά σε έναν σκόρπισμα και σε μια εξωτερίκευση , τούτο το
κενό ακόμη πιο πολύ μεγαλώνει και διογκώνεται. Και άραγε που πρέπει να
ψάξει κανείς για να βρει την αληθινή χαρά και την ανάσταση; Πρέπει να το
ψάξει μόνο μέσα του. Πίσω από κάθε μορφή θανάτου υπάρχει πάντα κρυμμένο
σαν κατακάθι ένα μεγάλο κακό, που είναι η αμαρτία. Πίσω από μία
ψυχολογική απορρύθμιση (φοβίες και καταθλίψεις), πίσω από μία σωματική
αρρώστια, πίσω από μία διαταραχή σχέσεων στέκεται πάντοτε ως αιτία και
ρίζα η πολυποίκιλη αμαρτία με τον εγωισμό της. Η εξωτερική αυτή κλινική
εικόνα της κατάθλιψης δείχνει ένα άλλο βάθος εσωτερικής αμαρτίας. Από
την ρίζα της η αμαρτία έχει την φθορά. Πολλές ψυχικές αρρώστιες είναι τα
τέκνα, που γεννά ο ίδιος ο άνθρωπος από τον συγχρωτισμό του με τον
πειρασμό και την σπορά της αμαρτίας. Προέρχονται από την σύγκρουση του
ανθρώπου με την ηθική συνείδηση , τον νόμο του Θεού. Πολλά ψυχολογικά
προβλήματα μπορούν να θεωρηθούν ως ασθένειες της συνειδήσεως.
Το
τραγικό είναι ότι κανείς δεν θέλει βλέποντας αυτόν τον θάνατο να
ξαπλώνεται πάνω του να σκύψει και να δει τα λάθη του και λυτρωτικά να
ζητήσει την συγχώρηση. Είναι ο πιο σκληρός φόβος να δει τον εαυτό του
κατάματα και να αποδεχθεί την αμαρτία του. Φοβάται μήπως διαλυθεί το
είδωλο του προσώπου του που λατρεύει. Ένα μεγάλο τέρας έρχεται να
καταφάει την ύπαρξη του, ο εγωισμός , που είναι η κοινή ρίζα όλων των
αμαρτιών και συνάμα όλων των ψυχικών ασθενειών που ακολουθούν ως άμεσο
παρεπόμενο. Είναι ακριβή τα λόγια «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος».
Η ευθύνη του ανθρώπου
Και
εδώ είναι η μεγάλη ευθύνη του ανθρώπου, να σκύψει ευθυνοκεντρικά και να
δει την αμαρτία που φωλιάζει μέσα του. Ο άνθρωπος που δεν έχει
συναίσθηση του εαυτύ του και επίγνωση των αμαρτιών του , λέγει ο Χριστός
στην Αποκάλυψη του Ιωάννου , έχει όνομα ότι ζει αλά είναι νεκρος.
Πολλές φορές ψάχνει την λύτρωση του από τον ψυχικό θάνατο μέσα από
φάρμακα και συνεδρίες και μοντέρνες ψυχοθεραπείες, χωρίς βέβαια να
αποκλείονται κι αυτά, και δεν σκύβει υπεύθυνα να δει την αμαρτία του,
που είναι η μόνη αιτία και η ρίζα του ψυχικού θανάτου που ζει. Την
αμαρτία του ή την αμνηστεύει ή την απωθεί δοξολογούμενος ποικιλοτρόπως.
Πιο εύκολα είναι να παίρνει κανείς αντικαταθλιπτικά και ηρεμιστικά
φάρμακα παρά να μετανοήσει και να αλλάξει τρόπο ζωής μέσα στην απέραντη
αγάπη και γλυκύτητα του Θεού και την θυσιαστική αγάπηη του στον πλησίον.
Εκεί τον εαυτό του με όλη την ειλικρίνειά του πρέπει να σκύψει και να
τον δει. Είναι το πιο δύσκολο έργο να τον δει σαν σε καθρέφτη ενώπιον
του Θεού. Όμως και τόσο λυτρωτικό! Πολλές φορές, μην μπορώντας να
αποτινάζει το γλυκό δέσιμο με την αμαρτία και να απορρίψει το σώμα της,
βρίσκει σαν μία εύκολη λύση τον δρόμο της απενοχοποίησης. Κάνει τα πάντα
για να απενοχοποιηθεί. Έχοντας κύριο σκοπό αυτόν είτε δικαιολογεί τον
εαυτό του και ρίχνει το βάρος στους άλλους ή προσπαθεί να ξεχάσει, είτε
απομακρύνεται από τον Θεό, είτε καταλήγει σε ψυχοθεραπείες. Οι επιστήμες
της ψυχιατρικής ή και της ψυχολογίας, όταν εξασκούν το έργο τους
απρόσωπα και μόνο δια των φαρμάκων , όταν αγνοούν τον Θεό της αγάπης,
όταν αγνοούν ακόμη πιο πολύ την διεργασία της αμαρτίας και αμνηστεύουν
και απενοχοποιούν τον άνθρωπο καταργώντας τον ηθικό νόμο του Θεού,
αδυνατούν να θεραπεύσου το πρόσωπο.
Η λυτρωτική στάση
Ποια
όμως πρέπει να είναι η λυτρωτική στάση του ανθρώπου μπροστά στο μεγάλο
μέγεθος αυτό της αμαρτίας και του επερχόμενου ψυχικού θανάτου;
Ο
ασφαλής δρόμος, πρώτον , είναι η μετάνοια και η αποδοχή ταπεινά της
πτώσης. Θέλει δύναμη και ελευθερία, ταπείνωση προσωπική και γενναιότητα
για να σκύψει κανείς ευθυνοκεντρικά στο λάθος του.
Χρειάζεται , δεύτερον , και μεγάλη γνώση και αίσθηση της αγάπης του Θεού.
Από
την μία μεριά, στέκεται το μέγεθος της αμαρτίας, για την οποία εξ
ολοκλήρου φέρει την ευθύνη προσωπικά ο άνθρωπος και από την άλλη είναι ο
Χριστός με την αγάπη Του , που δεν ήρθε να δικάσει τον κόσμο ,αλλά να
στον σώσει. Υπάρχει και ένας άλλος-χώρος , της απελπισίας με όλο το
πέπλο του θανά του που τον προβάλλει και προωθεί ο διάβολος και ου
εξαιτίας του έχασε τον παράδεισο.
Τι φοβόταν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ο
αυτοκράτορας Αρκάδιος σε συμβούλιο με τους αξιωματούχους του
προσπαθούσε να βρει μία τιμωρία που πραγματικά θα έπληττε τον
Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, τον Ιωάννη Χρυσόστομο. Προτάθηκε η
εξορία, η δήμευση , ο θάνατος, αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά δεν μπορούσε
πραγματικά να είναι η τιμωρία που θα φοβόταν , διότι ούτε πλούτη είχε,
ούτε και τον θάνατο φοβόταν και παντού πατρίδα ήταν γι’ αυτόν. Τότε
κάποιος απ ο τους αυλικούς του πρότεινε τα εξής:
Βρείτε κάποιον τρόπο ώστε να αμαρτήσει ο Ιωάννης. Η μεγαλύτερη του δυστυχία είναι μόνο αυτό. Μόνο την αμαρτία φοβάται.
Αρχ.Σεβαστιανού Τοπάλη
Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης Πρεσπών και Εορδαίας
Το Πρωτάτο στις Καρυές, με τη μνημειακή εικονογράφηση του Μανουήλ Πανσέληνου, είναι σχεδόν πάντα η πρώτη ουσιαστική επαφή του επισκέπτη με το Άγιον Όρος. Ένας ναός που χτίστηκε στο πρώτο μισό του 10ου αιώνα στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής, με πολλές μετατροπές στη διάρκεια των αιώνων, φιλοξενεί τα έργα του κορυφαίου, μυθικού ζωγράφου της παλαιολόγειας αναγέννησης. Σε τέσσερις επάλληλες ζώνες ορίζεται η εικονογράφηση, την κατώτερη και ανώτερη καταλαμβάνουν ολόσωμες μορφές νεαρών στρατιωτικών αγίων, μαρτύρων, προφητών και ασκητών και στις δύο ενδιάμεσες παρατάσσονται ευαγγελικές σκηνές χωρίς διαχωριστικά πλαίσια σαν μια συνεχής ζωγραφική ζωφόρος.
Οι μορφές στον ναό του Πρωτάτου έχουν κανονικές αναλογίες με σωματικό εύρος που έχει όγκο και βάρος, αλλά ταυτόχρονα η ιδιάζουσα τεχνοτροπία του καλλιτέχνη αντιμάχεται τη ρεαλιστική κατεύθυνση. Ο ζωγράφος με εκπληκτική άνεση παρουσιάζει προσωπογραφική διαφοροποίηση εξατομικευμένης έκφρασης, γραμμή με σχεδιαστική καθαρότητα και σαφήνεια, θεματική οργάνωση ισορροπημένη, χρησιμοποιώντας κάθετους άξονες, κατανεμημένη σε γενικά ισοδύναμους όγκους.
Αλλά η ισορροπία λειτουργεί τελικά στην κατεύθυνση να απελευθερώσει τα επί μέρους στοιχεία, που το καθένα ξεχωριστά διεκδικεί την προσοχή του θεατή και τον καθηλώνει. Το χρώμα είναι καίριο στοιχείο της ζωγραφικής ταυτότητας του Πανσέληνου, και για πολλούς δυσερμήνευτο.
Ο Γιάννης Τσαρούχης, που είχε μελετήσει ιδιαίτερα τις τοιχογραφίες του Πρωτάτου, μας άφησε μερικές πολύ διεισδυτικές παρατηρήσεις: «Φαίνεται ότι αυτό το σκούρο γαλάζιο είναι καμωμένο με μαύρο και άσπρο και νομίζω πως και τα ρούχα που είναι γαλάζια, όπως του Χριστού λόγου χάρη που είναι στο δεξί μέρος του τέμπλου, είναι κι αυτά καμωμένα με μαύρο και άσπρο. Νομίζω το μαύρο του φόντου είναι καμωμένο από ένα μαύρο θερμό, δηλαδή έχει μέσα του από φυσικό του λίγο κίτρινο, ενώ το μπλε των ρούχων είναι καμωμένο με άσπρο κι ένα μαύρο ψυχρό. (...) Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί σε ό,τι αφορά τη χρωματική κλίμακα του Πανσέληνου, η οποία είναι πολύ ντελικάτη και άξια να μελετηθεί από ντελικάτους καλλιτέχνες».
Λίγο μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και την άφιξη του ελληνικού στρατού στο Άγιον Όρος, ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Άγγελος Σικελιανός ταξιδεύουν μαζί στην αθωνική πολιτεία, τον τελευταίο μήνα του 1914, αναζητώντας, μάταια, στο δικό τους βλέμμα, τη βυζαντινή αίγλη. Στις 6 Δεκεμβρίου, ο Καζαντζάκης σημειώνει:
«Σήμερα, τη γιορτή μου την περάσαμε στο περίφημο ζωγραφικό αργαστήρι των Ιωσαφαίων. Είναι δέκα καλόγεροι ζωγράφοι, κάθε βδομάδα ένας κάνει τη λάτρα του σπιτιού, σκουπίζει, πλένει, μαγειρεύει, κι οι άλλοι ζωγραφίζουν. Από το αργαστήρι ετούτο βγαίνουν και παν στα πέρατα της ορθοδοξίας οι καλοχτενισμένοι, καλοθρεμμένοι Χριστοί, οι όμορφες πλουσιοντυμένες Παναγίες, οι ροδομάγουλοι ευχαριστημένοι άγιοι χωρίς καμιάν αγιότητα. Χαλκομανίες. Αγαθοί καλοπροαίρετοι καλόγεροι, φιλόξενοι, φιλότιμοι, αγαπούν το καλό φαΐ, το καλό κρασί, τους μουνουχισμένους γάτους.
Ώρες μετά το δείπνο, καθούμενοι γύρα από το μεγάλο αναμμένο τζάκι, κουβεντιάζαμε εμείς για τα εγκόσμια, αυτοί για τα υπερκόσμια (...) Το πρωί, στην τζαμωτή βεράντα της Σκήτης, μέσα στους ζωγραφισμένους ροδομάγουλους αγίους και τις παχουλές Παναγίες, πίναμε με τους δέκα ρασοφόρους ζωγράφους το γάλα και μασουλίζαμε το νόστιμο σιταρένιο παξιμάδι και τα πλούσια προσφάγια.
Από τα μεγάλα παράθυρα έμπαινε πράος πολύ ο χειμωνιάτικος ήλιος κι η μελένια μυρωδιά του πεύκου. Μιλούσαμε, γελούσαμε, δεν ήταν τούτο Άγιο Όρος, ο Χριστός εδώ είχε αναστηθεί και γελούσε κι αυτός μαζί μας. Στορούσαν οι καλόγεροι τα θάματα των αγίων και το μάτι τους έπαιζε, σα να πίστευαν, σα να μην πίστευαν, κι έλαμπαν τα πρόσωπά τους από ένα μακρινό αντιφέγγισμα».
Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Χρήστος Χρηστοβασίλης περιέγραφε στην εφημερίδα «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη (15.5.1895), την περιπλάνησή του στον Άθω: Αφού πρώτα είχε περάσει μια νύχτα στη σπηλιά ενός ασκητή: «Τον ευχαρίστησα, τον αποχαιρέτησα... Γιωμάτισα σ' ένα καλογεροχώρι, την Αγία Άννα, το πλειο παράξενο χωριό που μπορούσα να φανταστώ, και το βράδυ κατάντησα στο Μοναστήρι του Γρηγορίου, πούχει γούμενο έναν Τριπολιτσιώτη, Συμεών λεγόμενο, όπου πέρασα σαν στο ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρεταννίας. Από την τρώγλη στο παλάτι! Αυτός ο γούμενος Συμεών μπορούσε να δώση τα καλλίτερα οικονομολογικά και διοικητικά μαθήματα σ' όλους τους υπουργούς και πρωθυπουργούς της Ελλάδας, από Κωλέττη και δώθε!».
Μερικά πράγματα μένουν αναλλοίωτα μέσα στο χρόνο: Θυμάμαι ότι στην πρώτη μου επίσκεψη στην (ιδιόρρυθμη ακόμη τότε) μονή Βατοπεδίου, το 1986, ήμουν παρών σε μια συζήτηση του αρχοντάρη με τους επισκέπτες, όπου το κύριο θέμα ήταν η εξέλιξη της μετοχής της Εθνικής Τράπεζας στο Χρηματιστήριο Αθηνών...
Τον Μάρτιο του 1994 ο Αμερικανός ποιητής και πεζογράφος Κρίστοφερ Μέριλ φτάνει στο Άγιον Όρος για πρώτη φορά, καταρρακωμένος ηθικά και ψυχολογικά, καθώς μόλις έχει καλύψει δημοσιογραφικά το σφαγείο του πολέμου στη γειτονική Γιουγκοσλαβία. Διανυκτερεύοντας στο σέρβικο μοναστήρι, το Χιλανδάρι, οι μοναχοί που τον φιλοξενούν κάνουν έρευνα για τον συγγραφέα επισκέπτη τους στο Διαδίκτυο και ανακαλύπτουν ότι έχει δημοσιεύσει ένα βιβλίο για τους πρόσφυγες των Βαλκανίων.
Θεωρείται ανεπιθύμητος και αποφασίζουν να τον διώξουν από το μοναστήρι μέσα στη νύχτα -«η θερμοκρασία ήταν υπό το μηδέν και τα τσακάλια να ουρλιάζουν έξω από τα τείχη». Η τραυματική εμπειρία ωστόσο δεν αποθαρρύνει τον Μέριλ, που επιστρέφει ξανά και ξανά στο Άγιον Όρος, με πολύτιμο καρπό των ταξιδιών του το βιβλίο του «Ταξίδι στον Άθω» που κυκλοφόρησε το 2004 (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο).
«Θεός είναι η φωτιά που κατακαίει το κακό»: Σε μια από τις επισκέψεις του στα μοναστήρια, ο Μέριλ ανακαλύπτει τα βιβλία του Νικόδημου του Αγιορείτη (1748-1809). Η «Φιλοκαλία» είναι καθοριστικό έργο για την αναγέννηση του μοναχισμού στον Άθω κατά τον 19ο αιώνα. Στα 1951, στην Αγγλία, ο Τ.Σ. Έλιοτ έρχεται σε σύγκρουση με το εκδοτικό συμβούλιο του οίκου Faber and Faber επιμένοντας ότι η «Φιλοκαλία» πρέπει να εκδοθεί στα αγγλικά, έστω και με οικονομική ζημία. Πέρα από τις προβλέψεις του συμβουλίου, η έκδοση αποδείχθηκε ιδιαίτερα κερδοφόρα και το έργο ανατυπώνεται συνεχώς από τότε.
«Αργά το απόγευμα που φτάνω, η Σκήτη της Αγίας Αννας σφύζει από ζωή. Σε ένα τραπεζάκι της αυλής ένας γέροντας κόβει κρεμμύδια για το γλέντι. Μερικοί προσκυνητές ξεδιαλέγουν τα σαλατικά και κόβουν το μαϊντανό και τον άνηθο, άλλοι μεταφέρουν καυσόξυλα στην κουζίνα όπου η ψαρόσουπα σιγοβράζει μέσα σε μεγάλα τσίγκινα δοχεία. (...) Κάποιος κρατά έναν γέροντα από το χέρι βοηθώντας τον να ανηφορίσει το μονοπάτι... Ακούμε τους μοναχούς να ψέλνουν στην αυλή του ξωκλησιού τους. Οι ερημίτες ψάλλουν απαντώντας τους... Χριστός Ανέστη!!».