Δευτέρα 30 Μαΐου 2011

Ὁ παπαγάλος

Σὰν ἔμαθε τὴ λέξη καλησπέρα
ὁ παπαγάλος, εἶπε ξαφνικά:
«Εἶμαι σοφός, γνωρίζω ἑλληνικὰ
τὶ κάθομαι ἐδῶ πέρα!»
Τὴν πράσινη ζακέτα του φορεῖ
καὶ στὸ συνέδριο τῶν πουλιῶν πηγαίνει,
γιὰ νὰ τοὺς πεῖ μιὰ γνώμη φωτισμένη.
Παίρνει μιὰ στάση λίγο σοβαρή,
ξεροβήχει, κοιτάζει λίγο πέρα
καὶ τοὺς λέει: καλησπέρα!
Ὁ λόγος του θαυμάστηκε πολύ.
Τὶ διαβασμένος, λένε, ὁ παπαγάλος!
Θἆναι σοφὸς αὐτὸς πολὺ μεγάλος,
ἀφοῦ μπορεῖ κι ἀνθρώπινα μιλεῖ!
Ἀπ᾿ τὶς Ἰνδίες φερμένος, ποιὸς τὸ ξέρει
πόσα βιβλία μαζί του νἄχει φέρει,
μὲ τὶ σοφοὺς ἐμίλησε, καὶ πόσα
νὰ ξέρει στῶν γραμματικῶν τὴ γλώσσα!
«Κυρ-παπαγάλε, θἄχουμε τὴν τύχη
ν᾿ ἀκούσουμε τὶ λὲς καὶ πάρα πέρα;»
Ὁ παπαγάλος βήχει, ξεροβήχει,
μὰ τὶ νὰ πεῖ; Ξανάπε: καλησπέρα!

Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940): Λογοτέχνης,
δημοσιογράφος καὶ ἀκαδημαϊκὸς ἀπὸ τὸ Καρπενήσι

Σάββατο 28 Μαΐου 2011

Ο φθονερός και ο φιλάργυρος


Ένας βασιλιάς θέλησε να δοκιμάσει τη φύση του Φθονερού και του Φιλάργυρου, και διέταξε να φέρουν μπροστά του δυο ανθρώπους από τους οποίους ο ένας ήταν πολύ φθονερός και ο άλλος φιλάργυρος, και τους είπε. Ο πρώτος από εσάς που θα μου ζητήσει κάποιο χάρισμα , εγώ θα του το δώσω μετά χαράς. Ο άλλος όμως μετά, θα λάβει το διπλάσιο από αυτό που μου ζήτησε ο πρώτος. Και μάλωναν οι δύο τους πολλή ώρα μη θέλοντας να ζητήσει ο ένας για να μη λάβει ο άλλος το διπλάσιο.

Τότε προστάζει ο Βασιλιάς τον φθονερό , να ζητήσει πρώτος το χάρισμα, ο οποίος ζήτησε να του βγάλει το ένα μάτι , για να βγάλει του άλλου και τα δύο μάτια, προτιμώντας το δικό του κακό , για να ζημιώσει τον άλλο από τον φθόνο του, παρά να ζητήσει λάβει κανένα μεγάλο δώρο , για να μη λάβει διπλό δώρο ο άλλος. 

Αμαρτωλών Σωτηρία
Αγάπιος Μοναχός

Ορθόδοξη σύγχρονη μουσική(χιπ-χοπ)

Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

Δούκας Μιχαήλ-Ιστορία

1828-1897,_CSHB,_20_Ducas_Historia_Byzantina-Bekkeri_Editio,_GR

Την περιγραφη της  Άλωση της Πόλης απο το Δούκα μπορείτε να διαβάσετε σε απόδοση στη διεύθυνση
Άλωση της Πόλης 

http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/maxes/alosi%20Konstantinoupolis.Doukas.htm#%CE%A5%CF%80%CE%BF%CF%83%CF%87%CE%AD%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%9C%CF%89%CE%AC%CE%BC%CE%B5%CE%B8

Γεώργιος Φραντζής-Χρονογραφία

Τετάρτη 25 Μαΐου 2011

Θαυμαστή διήγηση απο τις περιοδείες του Απόστολου Θωμά στις Ινδίες

Ο Απόστολος Θωμάς πωλήθηκε κατά παραχώρηση Κυρίου στον έμπορο Αμβάνη ως δούλος και πολύ ικανός και έμπειρος οικοδόμος. Ο Αμβάνης έφερε τον δούλο στις Ινδίες και τον παρουσίασε στον Βασιλέα ως μέγα αρχιτέκτονα και οικοδόμο. Εκείνος τον δέχθηκε και του πρόσφερε πολλά χρήματα για να του οικοδομήσει καινούργια παλάτια.

Ο Απόστολος του Χριστού μόλις πήρε τα χρήματα τα μοίρασε στους πτωχούς και στους έχοντας ανάγκη.

Μετά από λίγο χρόνο έστειλε ο Βασιλεύς τους αυλικούς του για να δουν πως πηγαίνουν οι νέες οικοδομές. Όταν είδαν κατάπληκτοι ότι ούτε τα θεμέλια δεν έχει τοποθετήσει ο οικοδόμος και μαθαίνοντας ότι τα χρήματα τα μοίρασε στους πτωχούς, έτρεξαν στον βασιλέα και του ανήγγειλαν το γεγονός. Εκείνος διέταξε να δέσουν τον Απόστολο οπισθάγκωνα και να τον φέρουν μπροστά του . Αφού ήλθε , του είπε με οργή:

-Μου έκτισες το παλάτι;

-Ναι , απάντησε με ηρεμία ο Απόστολος και μάλιστα είναι πολύ ωραίο

-Εμπρός λοιπόν , είπε ο βασιλιάς, πάμε να το δω και εγώ

-Δεν είναι δυνατόν , βασιλιά να δεις αυτό το ανάκτορο σ' αυτή την ζωή. Μετά την αναχώρηση σου απο τον κόσμο αυτό θα το απολαύσεις και θα αγαλλιασθεί η ψυχή σου.

Τα λόγια αυτά του αληθινού δούλου του Θεού , θεώρησε ο βασιλιάς Γουνδαφόρος , διότι αυτό ήταν το όνομά του , ως εμπαιγμό και χλεύη. Και επειδή έμαθε ότι αυτός ο άνθρωπος είναι πτωχός και δεν έχει τις οικονομικές δυνατότητες να του επιστρέψει τα σπαταληθέντα χρήματα, σκέφθηκε ότι όνο ο θάνατος του θα ικανοποιήσει κάπως τον θυμό του. Γι' αυτό διέταξε να τον γδάρουν ζωντανό και ύστερα να τον ρίξουν στην φωτιά να καεί.

Τι κάνει όμως ο Παντοδύναμος Θεός; ο αδελφός του βασιλιά οργίστηκε περισσότερο κατα του Αποστόλου και βίαζε τον βασιλιά να τον τιμωρήσει .Ξαφνικά όμως πέθανε και ο θάνατος του αγίου Θωμά ματαιώθηκε. Έτσι όλοι πλέον ασχολούνταν με την εκφορά του νεκρού.

Ο Θεός όμως που δεν επιθυμεί τον θάνατο του αμαρτωλού , επιτέλεσε εδώ καταπληκτικό θαύμα. Μόλις πέθανε ο Γάδ, αυτό ήταν το όνομά του, παρέλαβαν την ψυχή του άγγελοι και την έδειχναν τις αιώνιες κατοικίες των ανθρώπων που σώθηκαν από την αμαρτία ή μετανόησαν. Η ψυχή του Γάδ κυριεύθηκε από θαυμασμό για το έξοχο κάλλος εκείνης της ουράνιας έπαυλης που ξεχώριζε από τις άλλες και παρακαλούσε τους συνοδούς αγγέλους της να την αφήσουν να κατοικήσει σ' ένα απ' αυτά τα μικρά δωμάτια που έβλεπε. Οι άγγελοι όμως δεν δέχονταν την παράκληση του λέγοντας ότι αυτό το παλάτι ανήκει στον αδελφό του Γουνδαφόρο και το έκτισε ένας ξενόφερτος άνθρωπος ονόματι Θωμάς.

Μόλις πληροφορήθηκε αυτό ο Γάδ παρακαλούσε επίμονα τους αγγέλους να του επιτρέψουν να γυρίσει στον κόσμο για ν' αγοράσει αυτό το λαμπρό παλάτι από τον αδελφό του.

Με το θέλημα λοιπόν του Θεού επανήλθε η ψυχή του Γάδ στο σώμα της για να λυτρωθεί έτσι ο Απόστολος από τον θάνατο και πολλοί άνθρωπο να σωθούν από το θαύμα της αναστάσεως του Γάδ.

Ενώ οι συγγενείς του ετοίμαζαν το νεκρό σώμα του Γάδ για τον ενταφιασμό , ξαφνικά άρχισε να αναπνέει. Όλοι εξεπλάγησαν και φώναξαν τον βασιλιά στον οποίο είπε ο αναστημένος αδελφός του:

-Αν με αγαπάς , αδελφέ μου, έχω την αξίωση να μου πουλήσεις αυτό το ωραίο παλάτι που σου έκτισε στον ουρανό ο χριστιανό Θωμάς.

Ακούγοντας τα λόγια αυτά ο βασιλιάς φωτίστηκε εκ Πνεύματος Αγίου ότι ο Θωμάς είναι αληθινός Απόστολος του Θεού και φωτισμένος στην ψυχή είπε στον αδελφό του:

-Αδελφέ μου , δεν μπορώ να σου πουλήσω αυτό το παλάτι γιατί η απόκτηση του δεν επιτυγχάνεται εύκολα. Θεωρώ προτιμότερο να συστήσω σε εσένα τον τεχνίτη που , ο οποίος ζει ακόμη, και εκείνος προς χάριν σου θα οικοδομήσει παρόμοιο ανάκτορο.

Αμέσως διέταξε ν' αποφυλακίσουν και φέρουν ενώπιόν του τον Θωμά. Όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους, εκείνοι έπεσαν και οι δύο γονατιστοί στα πόδια του ζητώντας συγχώρεση διότι από άγνοια, διέπραξαν το κακό σε βάρος του και τον παρακάλεσαν να κηρύξει στην χώρα τους τον αληθινό Θεό που λατρεύει και την διδασκαλία του , ώστε όλοι οι άνθρωποι να απολαύσουν τα αιώνια και άφθαρτα αγαθά, τα οποία αξιώθηκε να γνωρίσει ο Γάδ.

Με κατάπληξη άκουσε όλα αυτά ο Απόστολος Θωμάς και ευχαρίστησε εκ βάθους καρδίας τον Θεό για τα θαυμάσια του και την Θεία Πρόνοιά Του. Αμέσως τους κατήχησε και τους βάπτισε όλους και άλλα αναρίθμητα πλήθη ινδών, στο Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

Απο το βιβίο "Ψυχωφελείς Οπτασίες και Διηγήσεις"
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"

Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

Παράκληση σε εκείνους που ήταν πλούσιοι και πτώχευσαν

Φτάνουν όσα γράψαμε παραπάνω να παρηγορηθεί κάθε φτωχός να μη γογγύζει στην ανάγκη του. Όμως επειδή είναι κάποιοι που θλίβονται περισσότερο, γιατί ήταν πλούσιοι πρωτύτερα, έπειτα ήλθαν σε έσχατη φτώχεια , και ενθυμούμενοι την αυτάρκεια που είχαν παραπονιούνται και κλαίνε θα γράψουμε κάτι στο παρόν κεφάλαιο για παρηγοριά τους και παράκληση.
Όποιος είναι σε αυτόν τον αριθμό ας μην θυμάται τις αιτίες της δυστυχίας του, πως του ήλθαν , ότι αυτό του δίνει μεγαλύτερη θλίψη και αγανάκτηση, αλλά ας στοχάζεται το πλήθος των αμαρτημάτων του και να ευχαριστεί τον Κύριο την λίγη παίδευση που του έδωσε εδώ πρόσκαιρα για να μη τον κολάσει αιώνια. Πες μου Χριστιανέ, που θλίβεσαι και έχεις τόση λύπη πως στερήθηκες τον πλούτο. Τα χρήματα , τα χωράφια σπίτια και άλλα όμοια, που ζημιώθηκες ποιος σου τα έδωσε; που τα βρήκες; πως τα απόκτησες; Δεν ήξερες ότι όταν ήλθες σε αυτόν τον κόσμο δεν είχες τίποτα από αυτά, ούτε καν ένα κομμάτι παλιόρουχο, να σκεπάσεις την ντροπή σου; και αυτά όλο που απέκτησες σου τα έδωσε δανεικά ο πανάγαθος , να τα εξουσιάζεις και να τα χαίρεσαι έως να του φανεί να τα πάρει.

Αλλά γιατί θλίβεσαι και σου κακοφαίνεται να δώσεις το δάνειο; γιατί δεν μιμήσαι τον Ιώβ τον πολύαθλο, τον Ευστάθιο τον Πλακίδα, και άλλους ενάρετους δούλους του Ποιητού, που ζημιώθηκαν περισσότερο απο σένα χίλιες φορές, και δεν αγανάκτησαν ούτε είπαν άπρεπο λόγο; αλλά γνωρίζοντας ότι ο Θεός τους τον χάρισε, έλεγαν με ευχαριστία. Ο Κύριος τα έδωσε ο Κύριος τα πήρε. Όπως άρεσε τον Κύριο έτσι και έγινε. Ας είναι το όνομα του ευλογημένο.

Πες μου εσύ που δεν έχεις γνώση αν κάποιος Άρχοντας έδινε δανεικά χρήματα αμπελώνες χωράφια και άλλα έσοδα να τρώει και να ωφελείται έως ότου να του πάρει πάλι πίσω μετά από λίγα χρόνια ο Άρχοντας το δάνειο, ήταν σωστό να γογγύζει κατά του πλούσιου πως τον αδίκησε ή μάλλον να τον ευχάριστα όπου τον άφησε τόσο καιρό και χαιρόσουν; Αχάριστε άνθρωπε όταν σου δίνει πλούτο ο Κύριος και αυξάνουν τα πράγματα σου , τον ευλογείς και τον ευχαριστείς και όταν ψοφήσουν τα ζώα σου ή τσακιστείς στην θάλασσα ή πεθάνει ο συγγενής και φίλος σου ή σου έλθουν άλλες ζημιές διαφορετικές, παραπονιέσαι κατά του Θεού και τον ατιμάζεις άθλιε;Όταν σου δίνει το πράγμα, τον γνωρίζεις για Αφέντη και Κύριο και όταν το πάρει, γογγύζεις και τον κατακρίνεις; και μάλιστα όταν το κάνει για καλό σου, και σου στερεί το πράγμα, όταν δει ότι είναι η αιτία της απώλειας σου. Καθώς ο σωματικός γιατρός, όταν γνωρίσει , πως ένας άνθρωπος έχει περισσότερο αίμα, και κινδυνεύει από την υπερβολή να τον πνίξει και να τον φέρει σε θάνατον, τον φλεβοτομεί και του βγάζει το κακό αίμα, και το ρίπτει. Έτσι και ο Θεός ο πάνσοφος ιατρός γνωρίζοντας ότι το πράγμα που είχες, μπορούσε να σε θανατώσει στην ψυχή , από την πολλή αγάπη και προσπάθεια που είχες γι' αυτό, σου το πήρε και το έβγαλε ως το κακό αίμα, που σε έβλαπτε. Γιαυτό ευχαρίστησε την πρόνοια και σοφία του στην ευσπλαχνία και ευεργεσία ,που σου έκανε.


Διαβάζεται στις ιστορίες των Ρωμαίων για ένα Φιλόσοφο Έλληνα , ότι γνωρίζοντας ως φρόνιμος την ζημιά που του έδινε ο πλούτος του και τα υπάρχοντα τα μάζεψε όλα και τα έριχνε στην θάλασσα, λέγοντας. Καλύτερα να σας πνίξω εγώ, παρά εσείς να πνίξετε εμένα. Εάν λοιπόν ο Έλληνας έκανε έτσι , δια να μην έχει φροντίδα και μέριμνα στην φιλοσοφία του πόσο πρέπει να κάνεις εσύ Χριστιανέ, που γνωρίζεις πόση ζημιά σου δίνει ο πλούτος στην αρετή, και πόσο μακαρίζει ο δεσπότης του φτωχούς. Και επειδή δεν είχες τέτοια θερμότητα να δώσεις τον πλούτο σου ελεημοσύνη στους φτωχούς με τα χέρια σου, ευχαρίστησε τον Θεό, που σου πήρε τον κόπο και έκανε όσο έπρεπε να πράξεις εσύ και πήρε εκείνο που σε έβλαπτε, και σου στέρησε από τα πρόσκαιρα αγαθά για να κληρονομήσεις τα Ουράνια. Κατάλαβε ακόμη ότι σε αυτόν τον κόσμο είμαστε περαστικοί και περπατούμε σαν δρομείς να φτάσουμε στην Πατρίδα μας την Ουράνια, και όσο είμαστε φορτωμένοι με βαριά πράγματα, τόσο δυσκολότερα περπατούμε τον δρόμο μας. Και αν βρίσκαμε κάποιον να μας σηκώσει ένα μέρος από το φορτίο μας , θα τον ευχαριστούσαμε στην καλοσύνη που μας έκανε. Λοιπόν μη παραπονιέσαι του Δεσπότη Χριστού , που σε πήρε το βάρος , για να φθάσεις ταχύτερα στην Πατρίδα σου, στερημένος από την περιουσία σου , και ευχαρίστησε τον περισσότερο τον ευεργέτη σου.

Να ξέρεις και αυτό , ότι αντί των επίγειων πραγμάτων που έχασες τα οποία με κάθε τρόπο θα τα άφηνες εδώ μετά τον θάνατον , σου είναι ετοιμασμένα άλλα αγαθά τελειότερα και αξιότερα από αυτά που μπορείς να επιθυμήσεις , τα οποία θα κληρονομήσεις εάν λάβεις λίγη υπομονή να ευχαριστείς το Θεό στην φτώχεια σου. Αν όμως γογγύζεις και βλασφημάς κάνεις μεγαλύτερη ζημιά, ότι αφού έχασες αυτά τα πρόσκαιρα αγαθά στερείσαι και τα αιώνια και ζημιώνεσαι τον Ουράνιο εκείνο και πολύτιμο Μαργαρίτη του Ματθαίου στο Κεφ. ιγ΄, που έδωσε ο φρόνιμος έμπορος εκείνος όσα και αν είχε και τον αγόρασε. Ω και να ήξεραν αυτοί που είναι θλιμμένοι την αξία του τίμιου αυτού Μαργαριταριού , δηλαδή της φτώχειας, ότι δεν χρειάζονται λόγους παρηγοριάς γι' αυτήν , αλλά μάλλον θα έπρεπε να χαίρονται , γνωρίζοντας τον μεγάλο θησαυρό που έχουν. Γιατί παραπονιέσαι Χριστιανέ, και γογγύζεις στην πτώχεια σου που αυτή είναι μια κληρονομιά χωρίς κρίση και εναντιότητα; μια ειρηνική κατάσταση που δεν φθονείται από κανένα, μια ατάραχη ελευθερία, άφοβη και αμέριμνη; Εάν η φτώχεια μας κάνει να απολαύσουμε μέγα πλούτο , πλησμονή και αυτάρκεια, γιατί να μη την ποθούμε περισσότερο από τους πρόσκαιρους θησαυρούς; ο Χριστός λέγει, Μακάριοι όσοι πεινούν εδώ πρόσκαιρα, ότι θα χορτάσουν αιώνια. Και πάλι αλλού Ουαί σε εσάς που είστε εμπεπλησμένοι , και χορτάτοι ότι θα πεινάσετε αιώνια. Ποιος λοιπόν να μη προτιμήσει το παντοτινό αγαθό και το Ουράνιο; Εάν λοιπόν θέλεις να έχεις Χριστιανέ , υπομονή στις θλίψεις σου ερεύνησε επιμελώς την ανάπαυση και τη ζημιά τόσο του πλούτου που στερείσαι όσο και της φτώχειας που έχεις, και θα γνωρίσεις ότι μπορεί οι περισσότεροι άνθρωποι να μισούν τη φτώχεια ως σαρκικοί και αμόρφωτοι, όμως αυτήν έπρεπε να τιμούν όλοι περισσότερο παρά τον μάταιο πλούτο , που καμιά ωφέλεια δεν τους δίνει αλλά μάλλον αιώνια κόλαση. 

ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ
Κεφάλαιο ΚΖ
Αγάπιος Μοναχός ο Κρής.
Έτος 1641

Πώς να ξεκινάς πνευματικά τη μέρα σου!!!




  • Πίεζε τον εαυτό σου να ξυπνάς νωρίς το πρωί με σταθερό ωράριο.

  • Μόλις ξυπνήσεις, στρέψε το νου σου στο Θεό: κάνε το Σημείο του Σταυρού και ευχαρίστησέ Τον για τη νύχτα που πέρασε και όλους τους οικτιρμούς Του προς εσένα. Ζήτησέ Του να καθοδηγεί όλες σου τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις επιθυμίες, ώστε οτιδήποτε λες ή κάνεις να είναι ευάρεστο σε Αυτόν.

  • Καθώς ντύνεσαι, να θυμάσαι ότι είναι παρών ο Κύριος και ο Φύλακας Άγγελός σου. Ζήτησε από τον Κύριο Ιησού Χριστό να σου φορέσει το χιτώνα της σωτηρίας.

  • Αφού πλυθείς, ξεκίνα την πρωινή προσευχή. Να προσεύχεσαι γονατιστός, με συγκέντρωση, σεβασμό και πραότητα, όπως αρμόζει μπροστά στα μάτια του Παντοδυνάμου.
  • Ζήτησέ Του να σου δώσει πίστη, ελπίδα και ευσπλαχνία, καθώς και την ήρεμη δύναμη για να αποδεχθείς όλα όσα μπορεί να σου φέρει η νέα ημέρα – τις δυσκολίες και τα προβλήματα. Ζήτησέ Του να ευλογεί τους κόπους σου.
  • Ζήτησε βοήθεια, για να ολοκληρώσεις κάποιο συγκεκριμένο έργο που εκτελείς, για να καταφέρεις να μείνεις αλώβητος από κάποια συγκεκριμένη αμαρτία.

  • Αν γνωρίζεις ανάγνωση, διάβασε κάτι από την Αγία Γραφή, ειδικά από την Καινή Διαθήκη και τους Ψαλμούς. Διάβασε με προσήλωση για να λάβεις τον πνευματικό φωτισμό, που θα φέρει την καρδιά σου στη μετάνοια. Αφού διαβάσεις λίγο, να σταματάς και να συλλογίζεσαι αυτά που διάβασες, και έπειτα να συνεχίζεις παρακάτω και να αφουγκράζεσαι όσα ο Κύριος λέει στην καρδιά σου.

  • Προσπάθησε να αφιερώσεις τουλάχιστον δεκαπέντε λεπτά συλλογιζόμενος τις διδασκαλίες της Πίστης μας και την ψυχική ωφέλεια από αυτά που διάβασες.

  • Πάντοτε να ευχαριστείς τον Κύριο που δε σε άφησε να χαθείς μέσα στις αμαρτίες σου, αλλά φροντίζει για σένα και με κάθε πιθανό τρόπο σε οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών.

  • Με αυτά που σου είπα, να ξεκινάς κάθε πρωί σαν μόλις εκείνη τη στιγμή να αποφάσισες να γίνεις Χριστιανός και να ζήσεις σύμφωνα με τις εντολές του Θεού.

  • Του Αρχιεπισκόπου Κοστρομά κυρού Πλάτωνα


Κυριακή 22 Μαΐου 2011

Παρακληση στους άπορους και φτωχούς

Μία από τις μεγάλες θλίψεις, που βασανίζουν τον άνθρωπο σε αυτόν τον Κόσμο είναι η φτώχεια, και η στέρηση των αναγκαίων πραγμάτων , και περισσότερο όταν βλέπει στους άλλους να περισσεύουν όσα αυτός στερείται . Βλέπει πως άλλοι όμοιοι και μικρότεροι του έχουν χρήματα, αμπελώνες χωράφια και άλλα πολλά. Βλέπει τους άλλους χορτάτους και τον εαυτό του πεινασμένο. Οι άλλοι να είναι καλά ντυμένοι και αυτός γυμνός και αυτοί να έχουν όλα όσα χρειάζονται και αυτός να μην έχει καν ψωμί για να χορτάσει. Και γι' αυτό θλίβεται τόσο που μισεί την ζωή και παρακαλεί να του έλθει ο θάνατος. Αυτό γεννιέται από την λίγη γνώση μας γιατί δεν γνωρίζουμε τα αληθινά αγαθά και τα κακά όπου μας δίνουν βλάβη, ότι τότε θα έχουμε χαρά μέσα στις θλίψεις και στην ευτυχία πρέπει να λυπούμαστε. Θαρρούν  αυτοί που δεν έχουν γνώση ότι ο πλούτος είναι μεγάλο αγαθό και γι' αυτό εχθρεύονται την φτώχεια και δεν σκέφτονται ότι κάνουν λάθος.

Ερεύνησε Χριστιανέ μου από που είναι ο πλούτος που ποθείς και θλίβεσαι τόσο για τη στέρησή του. Ο Κύριος τον παρομοιάζει με τα αγκάθια γιατί αγκυλώνει εκείνους που τον έχουν. Και αληθινά τι άλλο είναι εκείνοι οι διαλογισμοί και οι φροντίδες που έχουν οι πλούσιοι πως να αυξήσουν και να πληθύνουν τον πλούτο τους και πως να τον φυλάξουν από διάφορους κινδύνους παρά αγκίδες και πληγές που λαμβάνουν απο αυτά τα αγκάθια της καρδιάς τους; Ο Παύλος λέγει προς τον Τιμόθεο ότι όσοι ποθούν πλούτον πέφτουν σε πειρασμούς και παγίδες του Δαίμονα και σε πολλές επιθυμίες ανωφελείς που οδηγούν τους ανθρώπους στον θάνατο και την απώλεια. Το ίδιο και ο Δαβίδ συμβουλεύει όσους έχουν πλούτο, να μη βάζουν την καρδιά τους σε αυτόν για να μη κινδυνεύσουν, και ελέγχει τους ανθρώπους πως ποθούν την ματαιότητα και ζητούν το ψεύδος. Διότι ως λογικοί έπρεπε να κυβερνιούνται από το λογικό μέρος και όχι από το επιθυμητικό όπως τα ζώα, ποθώντας αισθητά και φαινόμενα πράγματα τα οποία ως μάταια και φθαρτά δεν μπορούν να δώσουν αληθινό χορτασμό αλλά μάλλον πείνα και δυστυχία ανείκαστη. Αυτήν την αλήθεια γνώριζαν και οι φιλόσοφοι των Ελλήνων με το φως μόνο της φύσεως όπως ο Διογένης , ο Πλάτωνας , ο Ισοκράτης και άλλοι πολλοί , και γι' αυτό δεν φρόντισαν για επίγειο πλούτο ούτε τον πόθησαν . Και εσύ Χριστιανέ , φωτισμένος από το φως της πίστεως, και διδαγμένος με τόσες νουθεσίες και διάφορα παραδείγματα να μη γνωρίσεις αυτό που εκείνοι οι φιλόσοφοι γνώρισαν;

Ο χρυσός ο άργυρος , οι τίμιοι λίθοι και άλλα όσο ο Κόσμος ορέγεται δεν είναι άλλο παρά λίγη γη ανώφελη. Γιατί λοιπόν ποθείς τέτοια ανάξια πράγματα και λυπάσαι όταν σου λείπει αυτή η κοπριά της γής; Να χαίρεσαι και να αγάλλεσαι περισσότερο όταν είσαι φτωχός γιατί τότε δεν έχεις φροντίδες και κινδύνους που έχουν οι πλούσιοι , ψυχικές φροντίδες αλλά και σωματικές. Μεγαλύτερη ευτυχία είναι η κατά Θεόν φτώχεια παρά να εξουσιάζεις όλους του θησαυρούς του κόσμου. Δεν σου φαίνεται μεγάλη χάρη να είσαι συνοδοιπόρος και μιμητής του Δεσπότη σου , και μέτοχος των Παθημάτων του; Ερεύνησε τον τρόπο που έζησε , να δεις , πως υπέμενε φτώχεια έσχατη. Γεννήθηκε σε πενιχρό σπήλαιο. Ανεκλήθη στη φάτνη των αλόγων. Πέρασε όλη του τη ζωή με φτώχεια ανείκαστη. Και τέλος πέθανε στον Σταυρό ολόγυμνος χωρίς να έχει που την κεφαλήν κλίναι, ούτε καν ένα ποτήρι νερό στη δίψα του. Και αυτής της φτώχειας θέλησε να γίνει μέτοχος η άχραντη Μητέρα του, οι Απόστολοι, και όλοι οι φίλοι και δούλοι του. Ο Κύριος διάλεξε τους φτωχούς για να τους κάνει μετόχους της Βασιλείας του. Εάν λοιπόν θέλεις να συναριθμηθεις με αυτού, και να τον μιμηθεί εν μέρει , έπρεπε να τον ευχαριστάς στις θλίψεις σου. Κατάλαβε λοιπόν την ασφάλειά σου και αξιότητα και την ειρήνη που έχεις , και μη λυπάσαι στην φτώχεια σου, επειδή έχεις πλούτο πνευματικό που είναι του σωματικού καλλίτερος. Εάν είσαι φτωχός στα ενδύματα, να ξέρεις πως από τον Θεό είσαι πολύ αγαπημένος και τα μάτια Του προσέχουν στις δεήσεις των δίκαιων. Και ξέροντας την χάρη σου , πως βλέπουν τα μάτια Του στην ψυχή σου, δεν σου δίνει το πλήθος των πραγμάτων που ζητά η επιθυμία σου. 

Όμως δεν θέλει να σου λείψουν τίποτα από αυτά που είναι αναγκαία για τη σωτηρία σου καθώς μας έταξε στο κατά Ματθαίον λέγοντας. Ζητείτε πρώτα την Βασιλεία των Ουρανών και όλα αυτά, δηλαδή τα αναγκαία του σώματος , εγώ σας τα δίνω. Φρόντισε λοιπόν να μη σου λείψει αυτή η Πίστη, ότι αυτό είναι φτώχεια χειρότερη. Εάν όμως πιστεύεις τον λόγο του , δεν θα σε εγκαταλείψει. Και έτσι χωρίς να ζητάς και χωρίς να ποθείς πλούτο που ρέει, θα είσαι πλουσιότερος παρά να τον είχες να και να ήσουν φιλάργυρος. Ότι πλουσιότατος είναι όποιος ευχαριστιέται στο λίγο, παρά εκείνος που δεν χορταίνει στο πολύ , και συγχύζεται. Επιμελή σου λοιπόν , αδελφέ , να ξεριζώσεις αυτήν την επιθυμία των επίγειων πραγμάτων από την καρδιά σου και ευχαρίστησε τον Θεό για την φτώχεια σου.

Οτι μια ημέρα θα πεθάνεις εσύ και ο πλούσιος και τότε τελειώνει ο πλούτος του και η φτώχεια σου και μένετε γυμνοί και οι δύο , καθώς γεννηθήκατε και σας θάβουν χωρίς κάποια διαφορά στην σωματική κατάσταση , όμως με πολλή μεγάλη διαφορά στην ψυχή. Και η διαφορά είναι ότι ο πλούσιος θα κολάζεται αιώνια και εσύ θα πας στον κόλπο του Αβραάμ με τον φτωχό Λάζαρο , να αγάλλεσαι ευφραινόμενος να δοξάζεις τον Κύριο πάντοτε , να τον ευχαριστείς, πως δεν σου έδωσε πλούτο σε αυτόν τον κόσμο, ότι εάν ήσουν πλούσιος, δεν θα σωζόσουν. 

Ω μακάρια φτώχεια, και να σε γνώριζαν όσοι σε έχουν , και θλίβονται, να ήξεραν των ωφέλεια που σου αξιώνονται. Ω ανοησίας μας, πως δεν γνωρίζουμε οι άμυαλοι ης ευεργεσία που μας κάνει ο Κύριος με την φτώχεια, ο οποίος είπε, ότι των πτωχών είναι η Βασιλεία των Ουρανών, την οποία δεν κληρονομούν οι πλούσιοι. Όταν ένας Βασιλιάς χαρίσει σε κάποιον άνθρωπο ένα κάστρο να το κυβερνά, του χαρίζει μια επιστολή γραμμένη από το χέρι του Βασιλιά, χωρίς να του δίνει αργυρό και χρυσό. Ότι με την Επιστολή αυτή την Βασιλική λαμβάνει την επαρχία της Πόλεως, με τα χρήματα όμως δεν θα μπορούσε να αγοράσει τέτοιο Βασίλειο. Η φτώχεια είναι σαν την επιστολή του Κυρίου, με την οποία κληρονομείς πτωχέ, τον Παράδεισο, ότι αυτός είπε. Μακάριοι οι πτωχοί , ότι αυτών εστίν η Βασιλεία των Ουρανών. Ώστε ευκολότερα εισέρχεσαι με την Επιστολή αυτή στον Παράδεισο, παρά με όλο τον πρόσκαιρο πλούτο. Ας ποθεί λοιπόν το πλούτο ο ειδωλολάτρης, που δεν πιστεύει στον Κύριο. Ας τον ζητά ο Ιουδαίος. Όμως εσύ Χριστιανέ, έχεις την Βασιλεία των Ουρανών, και δεν χρειάζεσαι πρόσκαιρα. Ουαί σας, πλούσιοι κακοδαίμονες, ότι εις τον πλούτο έχετε την ευδαιμονία σας για παρηγοριά. 

Εάν θέλεις την Βασιλεία των Ουρανών πλούσιε, πήγαινε στο σπίτι του φτωχού να την αγοράσεις με την ελεημοσύνη, που θα του δώσεις. Ότι δική του λογίζεται , και γίνεσαι κληρονόμος της, εάν υπομείνεις εδώ την φτώχεια με ευχαρίστηση. Να χαίρεσαι λοιπόν φτωχέ, και να αναγαλλιάζεις ότι σε τέτοια κατάσταση είσαι περισσότερο πλούσιος, επειδή η Βασιλεία των Ουρανών είναι δική σου, και μπορείς να την πουλήσεις στους ευεργέτες σου, χωρίς εσύ να ζημιωθείς καθόλου από τέτοιο πλούτο Μακαριότητας. Η φτώχεια είναι ελεύθερη από την φοβερή εκείνη απόφαση, που μέλλει να πει κατά των πλουσίων ο Κύριος. Πείνασα και δεν μου δώσατε να φάγω. Διότι ο πτωχός επειδή δεν έχει να δώσει κάτι, δεν οφείλει να κάνει έργα ελεημοσύνης. Η πείνα δεν χρειάζεται επίγεια και πρόσκαιρα πράγματα. Μόνο εκείνος που ποθεί να αποκτήσει όσα δεν έχει είναι πτωχός  και όποιος δεν επιθυμεί τίποτα είναι πλούσιος. Ότι δεν είναι πτωχός όποιος ευχαριστιέται στην φτώχεια του και δοξάζει τον Κύριο. Μακάριος ο φτωχός εκείνος που έχει τον Θεό βοηθό στις θλίψεις του , στην στενοχώρια του και παρηγοριά και θάρρος, δόξα και στεφάνι στην Βασιλεία της Μακαριότητας. Μακάρια η φτώχεια , ότι αφανίζει την υπερηφάνεια, την αιτία πολλών εγκλημάτων , ανοίγει τις πόρτες των Ουρανών , και αξιώνεται μαζί με τους αγίους Μάρτυρες, να λάβει το στεφάνι της υπομονής. Να χαίρεσαι λοιπόν φτωχέ, και να ευφραίνεσαι και να αγωνίζεσαι να συνοδεύσεις τον Δεσπότη , πτωχό , γυμνό, προσηλωμένο στο ξύλο για να απολαύσεις τον πλούτο της ένδοξης του Ανάστασης στην Βασιλεία την Επουράνια 

ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ
Αγάπιος Μοναχός ο Κρής.
Έτος 1641

Τετάρτη 18 Μαΐου 2011

Προσευχή των υποψηφίων των εξετάσεων


...









"Kύριε Ἰησοῦ Χριστέ,Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Ζωντανοὺ Θεοῦ, ἡ Σοφία τοῦ Πατέρα που δεν ἔχει ἀρχή, ἡ Πηγὴ καὶ ὁ Χορηγὸς τῆς γνώσεως ∙Ἐσύ που δημιούργησες μὲ Σοφία ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στῇ γῆ καὶ τὸν ἄνθρωπο∙Ἐσύ που γέμισες μὲ σοφία τοὺς ἀγραμμάτους Μαθητές Σου καὶ τοὺς ἀνέδειξες Κήρυκες καὶ Ἀποστόλους τοῦ Εὐαγγελίου Σου σὲ ὁλοκλήρη τὴν Οἰκουμένη ∙ Ἐσύ που ἔδωσες στους Μάρτυρες καὶ στους Ἁγίους Σου λόγο ἀγαθό που ἄνοιξε τὰ στόματα τοὺς ∙ Ἐσύ που γνωρίζεις καθέναν ἀπὸ ἐμᾶς ἀπὸ τὴν κοιλία τῆς μητέρας τοῦ∙ Ἐσύ που ὁδηγεὶς ὀρθὰ καὶ σωστὰ τὴν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ συμφέρον τοῦ ∙Ἐσύ που εἶσαι ὁ Κύριος καὶ ὁ Θεὸς μας σκύψε αὐτὴν τὴν ὥρα μὲ μάτι συμπαθείας σὲ ὅλους ἐμᾶς που ἀποτελοῦμε τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν τῆς Πατρίδος μας καὶ Σὲ παρακαλῶ ἰδιαιτέρως καὶ για μένα που αὐτὴν τὴν ὥρα στέκομαι μπροστά Σου λαχταρώντας καὶ περιμένωντας τὴν ἐπιτυχία στις ἐξετάσεις, φώτισε με καὶ δυνάμωσε με। Ἀπομάκρυνε ἀπὸ ἐμένα κάθε κακὴ σκέψῃ, τὸ θόλωμα τοῦ μυαλοῦ που ὁδηγεὶ στην ἀγνωσία καὶ διῶξε μακριά μου τὴν τεμπελιὰ τὴν ἀπογνώση καὶ τὴν ἀπελπισία। Φώτισε τὸ νοῦ μου, ἔτσι ὥστε να μπορὼ να καταλάβω σωστὰ καὶ ὀρθὰ αὐτά που σκέφτομαι καὶ αὐτά που χρειάζεται να γράφω στις ἐξετάσεις। Δεν ζητῶ ἀπὸ Σένα Θεέ μου μόνο τὴν δική μου ἐπιτυχία ἀλλὰ σὲ παρακαλῶ καὶ για ὅλους τοὺς συμμαθητές μου που αὐτές τις ἡμέρες συναγωνίζονται για να πετύχουν στις ἐξετάσεις τοὺς να τοὺς κάνεις ἀξίους τοῦ Θελήματός Σου καὶ σωστοὺς ἐργάτες τῶν δικῶν Σου Ἐντολῶν। Διότι γνωρίζω πολὺ καλὰ ὅτι Ἐσὺ εἶσαι ὁ πιστὸς Φίλος καὶ ὁ Ἀδελφὸς ὅλων τῶν νέων ἀνθρώπων που ἐλπίζουμε στο δικό Σου Ἔλεος καὶ στην δικὴ Σοῦ Ἀγάπη. Γι ’αυτό ὅλοι δοξάζουμε καὶ Σένα τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, καὶ τώρα καὶ πάντοτε, καὶ στους ἀτελείωτους αἰῶνες .Ἀμήν. Καλὴ δύναμη καὶ καλή ἐπιτυχία στους κόπους καὶ στις προσπάθειές σου."

,Πηγή :ekdoseisxrysopigi.blogspot.com

 Μέσω:  http://ayioi-pantes.blogspot.com/2011/05/blog-post_18.html  

Αν πραγματικά πιστεύεις, όλα διορθώνονται!


Πριν από μερικές δεκαετίες ο μετέπειτα διάσημος γαλλορουμάνος θεατρικός συγγραφέας Ευγένιος Ιονέσκο επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Άγιον Όρος. Εκεί συνέβη το εξής περιστατικό, όπως ο ίδιος το διηγήθηκε σε συνέντευξή του στο περιοδικό Paris match πριν από αρκετά χρόνια:
«Είχα γεννηθεί σε ορθόδοξη οικογένεια και ζούσα στο Παρίσι. Είκοσι πέντε χρονών, γνήσιος νέος της κοσμικής εποχής του τότε Παρισιού. Μου ήρθε η ιδέα να επισκεφθώ το Άγιον Όρος λόγω της θέσης που είχε -και έχει βέβαια- ως τόπος ασκήσεως στην ορθόδοξη Εκκλησία. Και εκεί, μου ήρθε ακόμη μία σκέψη στο μυαλό: να εξομολογηθώ. Επήγα λοιπόν και βρήκα ένα ιερομόναχο -πνευματικό. Τί του είπα; Τα συνηθισμένα αμαρτήματα ενός κοσμικού νέου πού ζει χωρίς γνώση Θεού. Ο Ιερομόναχος, αφού με άκουσε, μου είπε:
-Στον Χριστό πιστεύεις παιδί μου;
-Ναι, ναι, λέει ο Ίονέσκο. Πιστεύω πάτερ. Άλλωστε είμαι βαπτισμένος χριστιανός ορθόδοξος.
-Βρε παιδάκι μου, του λέει εκείνος ο διακριτικός πνευματικός, πιστεύεις, το αποδέχεσαι πλήρως, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός και δημιουργός του κόσμου και δικός μας;
Τα έχασα, λέει ο συγγραφέας. Γιατί πρώτη φορά με έβαζε ένας άνθρωπος μπροστά σ’ αυτό το ερώτημα, στο οποίο έπρεπε να απαντήσω με ειλικρίνεια και να πάρω θέση. Όχι απλώς αν πιστεύω ότι κάποιος έφτιαξε τον κόσμο. Αλλά ότι αυτός ο Θεός, ο δημιουργός του κόσμου, έχει να κάνει με μένα. Και εγώ έχω προσωπική σχέση μαζί του! Του απάντησα:
-Πιστεύω πάτερ, αλλά βοηθήστε με να το καταλάβω καλά αυτό το γεγονός,
-Αν πραγματικά πιστεύεις, τότε όλα διορθώνονται».
Το περιστατικό αυτό υπήρξε η αιτία της μεταστροφής του Ιονέσκο, ο οποίος μέχρι τα βαθειά του γεράματα, όντας διάσημος και περιβόητος, έζησε ως ευλαβής και βαθειά πιστός ορθόδοξος χριστιανός.
Τα λόγια του αγιορείτη γέροντα «αν πραγματικά πιστεύεις, τότε όλα διορθώνονται» σημαίνουν ότι: η πίστη στο Χριστό δεν είναι μια αφηρημένη θεωρία ούτε «λόγια του αέρα».
-Πίστη στο Χριστό σημαίνει απόλυτη εμπιστοσύνη και υπακοή σε ένα συγκεκριμένο Πρόσωπο, που είναι ο Δημιουργός και ο Σωτήρας μου!
-Άρα πίστη στο Χριστό δεν είναι μόνο λόγια αλλά κυρίως είναι έργα συνειδητής μετανοίας και συνεχούς επιστροφής στο θέλημα του Χριστού και στην αγκαλιά του Χριστού, που είναι η Εκκλησία Του.

(Αρχιμ. Νίκων Κουτσίδης, «Μαρτυρίες φωτός», Ι.Μ.Προφήτου Ηλιού-Πρέβεζα)

ΠΗΓΗ: http://fdathanasiou.wordpress.com/
Μέσω:   http://koinoniaagion.blogspot.com/2011/05/blog-post_18.html#ixzz1MjQEkKJR

Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Βίος οσίου Παχώμιου.

Απο ραδιοφωνικό σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος

Ἡ γνωριμία μὲ τὸν Θεό


Καθένας μας μπορεῖ νὰ κρίνει γιὰ τὸ Θεὸ κατὰ τὸ μέτρο τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ γνώρισε. Γιατί πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ σκεφτόμαστε καὶ νὰ κρίνουμε γιὰ πράγματα ποὺ δὲν εἴδαμε ἢ δὲν ἀκούσαμε καὶ δὲν ξέρουμε; Οἱ ἅγιοι λένε πὼς εἶδαν τὸ Θεό. Ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ ἄνθρωποι ποὺ λένε ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Εἶναι φανερὸ πὼς μιλοῦν ἔτσι, γιατί δὲν Τὸν γνώρισαν, αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει καθόλου πὼς ὁ Θεὸς δὲν ὑπάρχει.

Οἱ ἅγιοι μιλοῦν γιὰ πράγματα ποὺ πραγματικὰ εἶδαν καὶ γνωρίζουν. Δὲν λένε, γιὰ παράδειγμα, πὼς εἶδαν ἕνα ἄλογο μήκους ἑνὸς χιλιομέτρου ἢ ἕνα πλοῖο δέκα χιλιομέτρων, ποὺ δὲν ὑπάρχουν. Κι ἐγὼ νομίζω, πώς, ἂν δὲν ὑπῆρχε Θεός, δὲν θὰ μιλοῦσαν κὰν γι' Αὐτὸν στὴ γῆ. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως θέλουν νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ δικό τους θέλημα καὶ γι' αὐτὸ λένε πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός, βεβαιώνοντας ἔτσι μᾶλλον πὼς ὑπάρχει.

Ὅλων τῶν λαῶν ἡ ψυχὴ αἰσθανόταν πὼς ὑπάρχει ὁ Θεός, ἂν καὶ δὲν ἤξεραν νὰ λατρεύουν τὸν ἀληθινὸ Θεό. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅμως δίδαξε πρῶτα τοὺς προφῆτες, ἔπειτα τοὺς ἀποστόλους, ὕστερα τοὺς ἁγίους πατέρες καὶ ἐπισκόπους μας, κι ἔτσι ἔφτασε ὡς ἐμᾶς ἡ ἀληθινὴ πίστη. Ἐμεῖς γνωρίσαμε τὸν Κύριο μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, Καὶ ὅταν Τὸν γνωρίσαμε, τότε στερεώθηκε σ' Αὐτὸν ἡ ψυχή μας.

Ὅσιου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου

ΠΗΓΗ:orthodoxfathers

Κυριακή 15 Μαΐου 2011

Κυριάκος Ασίκογλου: Internet εξάρτημα ή εξάρτηση;

4E-ΤV

AΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ

Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ ΕΟΡΤΑΖΕΤΑΙ 15 ΜΑΪΟΥ

ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ

Με τις θαυματουργικές του ικανότητες,γιάτρευε αρρώστους με ένα απλό άγγιγμα του χεριού του.Με τις προσευχές του,έδιωχνε από την επικράτεια τους κλέφτες και ληστές που λυμαίνονταν τα μέρη της Θεσσαλίας.Μάλιστα όταν κάποτε έπεσε μεγάλη ανομβρία και ξηρασία στον τόπο,με τις προσευχές και τη Χάρη του,έφερε βροχη.έκανε πολλά και θαυμάσια έργα για το ποίμνιό του.Προέβλεπε και προέλεγε το μέλλον και απέκτησε την ικανότητα να διαβάζει και να αποκαλύπτει τις σκέψεις των ανθρώπων.

Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ ΕΟΡΤΑΖΕΤΑΙ 15 ΜΑΊΟΥ

Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

Η φήμη του πέρσε τα σύνορα της Ελλάδας και έγινε γνωστή σ’ όλη την Βυζαντινή αυτοκρατορία. Βρισκόμαστε στο 320 μ.Χ. και βασιλεύει ο Κωνσταντίνος ο Μέγας.Φιλόχριστος και θερμός υποστηρικτής των Χριστιανών και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος,μαθαίνοντας για το έργο ,την αρετή και τα θαύματα του Επισκόπου Λάρισας,ήθελε να τον δει και να τον ακούσει προσωπικά.

Έτσι και έγινε με την βοήθεια του Θεού.Θέλοντας ο αυτικράτορας Κωνσταντίνος να λύσει τις διαφορές μεταξύ του αιρετικού Αρείου και των Αρχιερέων,συγκάλεσε το 325 ..Χ. στη Νίκαια,την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Εκκλησίας.Συγκεντρώθηκαν εκεί με θεία πρόνοια και βασιλική διαταγή 318 Αρχιερείς.Αναμεσά τους και ο Αρχιεπίσκοπος Λάρισας Αχίλλιος προς μεγάλη χαρά του Κωνσταντίνου,ο οποίος τον τίμησε ιδιαίτερα.Μα και απ’όλους τους συγκεντρωμένους Αρχιερείς τιμήθηκε ιδιαίτερα.Λόγω των αρετών,της σοφίας και της φρόνησής του,έλαμπε ανάμεσά τους σαν ήλιος.Ξεκίνησαν έτσι όλοι μία μεγάλη συζήτηση σχετικά με αυτό το θέμα,η οποία δεν οδηγούσε πουθενα.

Τότε σηκώνεται όρθιος ο Όσιος Αχίλλιος,κάνει νεύμα σε όλους να σωπάσουν και με δυνατή φωνή λέει:

-<<Εσύ Άριε και οι υποστηρικτές αυτού,εάν έχετε δίκαιο που λέτε ότι ο Υιός του Θεού είναι κτίσμα και ποίημα Θεού,πες τότε σ’ αυτην την πέτρα που βρίσκεται εδώ μπροστά μας,να αναβλύσει έλαιον και τότε θα σας πιστέψουμε.Αλλοιώς κάθε συζήτηση είναι μάταιη και δεν οδηγεί πουθενά>>.

Οι Αρειανοί ξαφνιάστηκαν και για λίγη ώρα έμειναν σιωπηλοί.Κατ’οπιν γυρίζουν και λένε στον Όσιο Αχίλλιο:

-<<Εσύ που είπες αυτό,εσύ και να το κάνεις>>.

Λέγοντας αυτό πίστευαν ότι ο Επίσκοπος δεν θα μπορούσε ποτέ να κάνει τέτοιο θαύμα.Θεώρησαν τα λόγια του σαν προπέτεια και όχι σαν Θεϊκή έμπνευση από το Άγιο Πνεύμα.

Ο Όσιος Αχίλλιος όμως,χωρίς φόβο και χωρίς να δειλιάσει λεπτό,σηκώθηκε και στάθηκε μπροστά στον βασιλέα και τους Αρχιερείς.Με πίστη στον Χριστό,αφού πρώτα προσευχήθηκε,τους λέει:

-<< Εάν ο Υιός του Θεού υπάρχει ομοούσιος και ομόδοξος του Πατρός,όπως εμείς πιστεύουμε,ομολογούμε και κηρύσσουμε,ας αναβλύσει η πέτρα αυτή έλαιον,για να πιστεύψουν και να βεβαιωθούν οι αιρετικοί>>.

Αμέσως ,πριν τελειώσει καλά καλά τα λόγια του,’εγινε το μεγάλο και καταπληκτικό θαύμα.Κάτω από την πέτρα,άρχισε να βγαίνει έλαιο τόσο ώστε κάλυψε όλο το έδαφος.Βλέποντάς το ο βασιλιάς και οι Αρχιερείς,θαύμασαν τη δυναμη της πίστης,δόξασαν το Θεό και επαίνεσαν τον Όσιο Αχίλαιο.Οι Αρειανοί αντίθετα ντροπιάστηκαν και λυπήθηκαν..

Στην Σύνοδο αυτή έκανε και ο Άγιος Σπυρίδωνας ένα θαύμα που αφορούσε επίσης την Αγία Τριάδα.Αφού κατατρόπωσε με τα λόγια του τον οπαδό και ρήτορα του Αρείου,έπιασε στα χέρια του ένα κεραμίδι και θέλοντας να δείξει ότι ορισμένα πράγματα δεν τα φτάνει το μυαλό του ανθρώπου, είπε:

-<< Αν σας ρωτήσω πόσα πράγματα κρατάω στο χέρι μου ,θα μου πέιτε,ένα κεραμίδι.Αυτό όμως δεν είναι ένα και θα σας το φανερώσω αμέσως τώρα>>.

Ενώ με το αριστερό χέρι κρατούσε το κεραμίδι,με το δεξί έκανε το Σταυρό του και είπε:

- <<Εις το όνομα του Πατρός>>.

Από το χέρι του Αγίου που κρατούσε το κεραμίδι,βγαίνει φωτιά με την οποία είχε ψηθεί.Και ενώ όλοι κοιτούν συγκλονισμένοι,ο Άγιος συνέχισε:

-<<Και του Υιού>>.

Τότε από το κεραμίδι έτρεξε νερό.

-<<Και του Αγιού Πνεύματος>>.

Και τότε,στο χέρι του Αγίου,από το κεραμίδι έμεινε μόνο χώμα.

Aυτά και άλλα θαυμαστά έγιναν κατά την διάρκεια της Συνόδου.

Με τα θαύματά του ο Θεός,τίμησε την δύναμη των Ορθοδόξων,φανέρωσε περίτρανα το ομοούσιο της Αγίας Τριάδος και ταπείνωσε τους αιρετικούς.Έλαμψε το φως της αλήθειας και οι παρευρισκόμενοι δόξασαν τον Κύριο.

Από τους οπαδούς του Αρείου δε,άλλοι δέχτηκαν την Τριαδικότητα και ακολούθησαν την Ορθοδοξία,μερικοί όμως,ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Άρειος,εμμένοντας πεισματικά στις απόψεις τους,εξορίστηκαν.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος ευχαριστημένος από τα αποτελεσματα της Συνόδου,κάλεσε όλους τους Πατέρες να τον συνοδεύσουν στην βασιλεύουσα,για να τελέσουν τα εγκαίνια της νεόκτιστης πόλης.Όλοι,συμπεριλαμβανομένου και του Αγίου Αχιλλίου,δέχτηκαν και τον ακολούθησαν.Φτάνοντας στην πόλη που έφερε το όνομα του αυτοκράτορα,όλοι οι Ιερείς δεήθηκαν προς τον Θεό,να μείνει η πόλη στερεά και ανίκητη απέναντι στους εχθρούς της και τους βαρβάρους.

Στη λιτανεία που ακολούθησε,προεξέχοντος του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη,η πόλη αφιερώθηκε στην Υπεραγία Θεοτόκο που την έθεσε υπό την προστασία Της.Γιά 12 αιώνες περίπου,η Πανάχραντος Δέσποινα σε διαφόρους καιρούς και με πολλούς τρόπους διαφύλασσε αυτήν από τους κινδύνους.

Aπό τότε η Εκκλησία μας γιορτάζει κάθε χρόνο στις 11 Μαϊου την ανάμνηση των γενεθλίων της Κωνσταντινούπολης.

Ο Πατριάρχης Μητροφάνης,ο οποίος λόγω της μεγάλης του ηλικίας δεν είχε παρευρεθεί στη Σύνοδο μα είχε που είχαν συμβεί,ευχαρίστησε όλους τους Ιερείς για τους κόπους τους.Συνομίλησε έπειτα για αρκετή ώρα με τον Άγιο Αχίλλιο και αφού τον τίμησε και τον επαίνεσε ιδιαίτερα για τα έργα του,στο τέλος του είπε:

-<<Υπέρμαχε της αλήθειας Αχίλλιε,πήγαινε στο καλό εν ειρήνη και ο Θεός να είναι πάντα μαζί σου,η δε ειρήνη και η δε αμοιβή σου ας είναι μεγάλη στους Ουρανούς>>.

Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος,αφού τίμησε και αυτός ιδιαίτερα τον Άγιο Αχίλλιο,του έδωσε όπως και στους άλλους Αρχιερείς χρυσό και ασήμι για την ανέγερση Εκκλησιών και άλλων αγαθών έργων.Ο Άγιος,ευχήθηκε στον βασιλέα και σε όλον τον οίκο,αποχαιρέτησε όλους τους Ιερείς και πήρε τον δρόμο της επιστροφής προς την επαρχία του,χαρούμενος και νικητής.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΛΑΡΙΣΑ

Πλησιάζοντας ο Άγιος στην πόλη,είδε ότι είχαν βγει να τον υποδεχτούν Ιερείς,Μοναχοί και πλήθος κόσμου,άντρες γυναίκες και παιδιά,απ’ όλη την πόλη και τα περίχωρα.Δημιουργήθηκε έτσι μεγάλη σύγχυση καθώς όλοι χαρούμενοι που έβλεπαν ξανά τον δικό τους Πατέρα και δάσκαλο,προσπαθούσαν ταυτόχρονα να τον πλησιάσουν,ν’ ασπαστούν τις άκρες από των ράσων του και να λάβουν την ευλογία του.

Όλοι οι Χριστιανοί της επαρχίας του χαίρονταν την επιστροφή του και έψελναν ύμνους προς τον Θεό και τον Άγιο.Ο Αχίλλιος,αφού τους ευλόγησε όλους και τους ευχήθηκε τα καλύτερα,κάθισε στον θρόνο του και άρχισε να διηγείται τα της Συνόδου.Χάρηκαν όλοι και ευχαριστήθηκαν ιδιαίτερα μαθαίνοντας τα λόγια και τα έργα του δικού τους Ποιμένα,ειδικά για το θαύμα της πέτρας και του ελαίου.Δόξασαν στην συνέχεια το Θεό πιστεύοντας βαθύτερα από πριν.

ΠΗΓΗ:Ο ΑΓΙΟΣ ΑΧΙΛΛΙΟΣ,ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΘΕΟΣ ΒΙΟΣ

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

Σεβασμιώτατου Μητροπολίτου Εδέσσης κ Ιωήλ-Περί πλούτου -απόσπασμα εκπομπής 4Ε

ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Εχ Γ'

Ὁ λέγων αὐτήν τὴν Εὐχήν κάθε ἑσπέρας, μετὰ κατανύξεως, ἐὰν ἐπέλθη ἐπ' αὐτὸν ἡ φοβερά ὥρα τοῦ θανάτου ἐν τῇ νυκτί ταύτη, λυτροῦται τῆς κολάσεως, ἐλέει Θεοῦ.
Προσευχή
Εὔσπλαγχνε καὶ πολυέλεε Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ, ἐλέησόν με πρὸ τῆς ἐμῆς τελευτῆς.
Οἶδα γὰρ ὅτι φρικτὸν καὶ φοβερὸν ἀναμένει με δικαστήριον ἐνώπιον πάσης τῆς κτίσεως, ὅτε καὶ τῶν ἐναγῶν καὶ παμβεβήλων μου πράξεων ἁπασῶν φανέρωσις γίνεται· ἀσύγγνωστα γὰρ ὡς ἀληθῶς καὶ ἀνάξια ὑπάρχουσι συγχωρήσεως, ὡς ὑπερβαίνοντα τῷ πλήθει ψάμμον θαλάσσιον.
Διὰ τοῦτο καὶ οὐ τολμῶ τὴν αἴτησιν τῆς ἀφέσεως τούτων ποιήσασθαι, Δέσποτα, ὅτι πλεῖον πάντων ἀνθρώπων εἰς Σέ ἐπλημμέλησα.
Ὅτι ὑπὲρ τὸν ἄσωτον ἀσώτως ἐβίωσα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν μυρία τάλαντα χρεωφειλέτης Σου γέγονα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Τελώνην κακῶς ἐτελώνησα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Ληστήν ἐμαυτόν ἐθανάτωσα,
ὅτι ὑπὲρ τὴν Πόρνην ἐγώ ὁ φιλόπορνος ἔπραξα,
ὅτι ὑπὲρ τοὺς Νινευΐτας ἀμετανόητα ἐπλημμέλησα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Μανασσῆν «ὑπερῆραν τὴν κεφαλήν μου αἱ ἀνομίαι μου καὶ ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ' ἐμέ καὶ ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους»·
ὅτι τὸ Πνεῦμα Σου τὸ ἅγιον ἐλύπησα,
ὅτι τῶν ἐντολῶν Σου παρήκουσα,
ὅτι τὸν πλοῦτόν Σου διεσκόρπισα,
ὅτι τὴν χάριν Σου ἐβεβήλωσα,
ὅτι τὸν ἀρραβῶνα, ὅν μοι δέδωκας, ἐν ἀνομίαις ἀνήλωσα,
ὅτι τὸ τίμιον κατ' εἰκόνα Σου, τὴν ψυχήν μου, ἐμόλυνα,
ὅτι τὸν χρόνον, ὅν μοι δέδωκας εἰς μετάνοιαν, μετὰ τῶν ἐχθρῶν Σου ἐβίωσα,
ὅτι οὐδεμίαν ἐντολήν Σου ἐφύλαξα,
ὅτι τὸν χιτῶνά μου κατερρύπωσα, ὅν με ἐνέδυσας,
ὅτι τοῦ ὀρθοῦ λόγου τὴν λαμπάδα ἀπέσβεσα,
ὅτι τὸ πρόσωπόν μου, ὅ ἐφαίδρυνας, ἐν ἁμαρτίαις ἠχρείωσα,
ὅτι τοὺς ὀφθαλμούς μου, οὕς ἐφώτισας, ἑκουσίως ἐτύφλωσα,
ὅτι τὰ χείλη μου, ἅπερ πολλάκις τοῖς θείοις Σου μυστηρίοις ἡγίασας, αἰσχύναις ἐμόλυνα.
Καί οἶδα ὅτι πάντως τῷ φοβερῷ Σου βήματι παραστήσομαι ὡς κατάδικος ὁ παμμίαρος.
Οἶδα ὅτι πάντα τότε τὰ πεπραγμένα μοι ἐλεγχθήσονται καὶ οὐκ ἀποκρυβήσεται οὐδὲν παρὰ Σοί.
Ἀλλά δέομαί Σου, εὐσυμπάθητε, πολυέλεε, φιλανθρωπότατε Κύριε,
«μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, οὐ λέγω, μὴ παιδεύσῃς με, ἀδύνατον γὰρ τοῦτο ἀπὸ τῶν ἔργων μου, ἀλλὰ μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με».
Κερδήσω τοῦτο παρὰ Σοί, ἐὰν μὴ τῷ θυμῷ Σου καὶ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με, μηδὲ φανερώσῃς αὐτὰ Ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων ἐνώπιον εἰς αἰσχύνην μου καὶ ὄνειδος.
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»· εἰ φθαρτοῦ βασιλέως θυμὸν οὐδεὶς ἐνεγκεῖν δύναται, πόσῳ μάλλον Σοῦ τοῦ Κυρίου τὸν θυμὸν ὁ ἄθλιος ὑποστήσομαι;
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με».
Οἶδα Λῃστήν αἰτήσαντα καὶ παρευθὺς συγχώρησιν ἐκ Σοῦ κομισάμενον.
Οἶδα Πόρνην ὁλοψύχως προσελθοῦσαν καὶ συγχωρηθεῖσαν.
Οἶδα Τελώνην ἐκ βάθους στενάξαντα καὶ δικαιωθέντα.
Έγώ δὲ ὁ πανάθλιος πάντας ὑπερβαίνων ταῖς ἁμαρτίαις, τῇ μετανοίᾳ τούτους οὐ θέλω μιμήσασθαι, οὐδὲ γὰρ ἔχω δάκρυον ἐκτενές.
Οὐκ ἔχω ἐξομολόγησιν καθαρὰν καὶ ἀληθινήν,
οὐκ ἔχω στεναγμὸν ἐκ βάθους καρδίας,
οὐκ ἔχω καθαρὰν τὴν ψυχήν,
οὐκ ἔχω ἀγάπην κατά Θεόν,
οὐκ ἔχω πτωχείαν πνευματικήν,
οὐκ ἔχω προσευχὴν διηνεκῆ,
οὐκ ἔχω σωφροσύνην ἐν τῇ σαρκί,
οὐκ ἔχω καθαρότητα λογισμῶν,
οὐκ ἔχω προαίρεσιν θεοτερπῆ.
Ποίῳ οὖν προσώπῳ ἤ ἐν ποίᾳ παρρησίᾳ ζητήσω συγχώρησιν;
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»·
Πολλάκις, Δέσποτα, μετανοεῖν συνεταξάμην.
Πολλάκις ἐν Ἐκκλησίᾳ κατανυγεὶς προσπίπτω Σοι, ἐξερχόμενος δὲ ταίς ἁμαρτίαις εὐθύς περιπίπτω.
Ποσάκις με ἠλέησας, ἐγὼ δὲ Σε παρώργισα!
Ποσάκις ἐμακροθύμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ἐπέστρεψα!
Ποσάκις με ἀνέστησας, ἐγὼ δὲ πάλιν ὀλισθήσας κατέπεσον!
Ποσάκις μου εἰσήκουσας, ἐγὼ δὲ Σου παρήκουσα!
Ποσάκις με ἐπόθησας, ἐγὼ δὲ ούδαμοῦ Σοι ἐδούλευσα!
Ποσάκις μέ ἐτίμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ηὐχαρίστησα!
Ποσάκις ἁμαρτήσαντα, ὡς ἀγαθός Πατήρ παρεκάλεσας καὶ ὡς υἱόν κατεφίλησας καὶ τὰς ἀγκάλας ὑφαπλώσας μοι ἐβόησας·
ἔγειρε, μὴ φοβοῦ, στήθι·
πάλιν δεύρο,
οὐκ ὀνειδίζω σε,
οὐ βδελύσσομαι,
οὐκ ἀποῤῥίπτω,
οὐδὲ σκληρύνω τὸ ἐμὸν πλάσμα,
τὸ ἐμὸν τέκνον,
τὴν ἐμὴν εἰκόνα,
ὅν οἰκείαις χερσί διέπλασα ἄνθρωπον καὶ ἐφόρεσα,
ὑπὲρ οὗ τὸ αἷμα ἐξέχεα,
οὐκ ἀποστρέφομαι πρός με ἐρχόμενον τὸ λογικόν μου πρόβατον, τὸ ἀπολωλός,
οὐ δύναμαι μὴ ἀποδοῦναι τὴν προτέραν εὐγένειαν,
οὐ δύναμαι μὴ συναριθμῆσαι τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα προβάτοις·
διά γὰρ τοῦτο καὶ μόνον ἐπί τῆς γῆς κατελήλυθα καὶ τὸν λύχνον ἀνῆψα,
τὴν σάρκα μου τὴν οἰκείαν καὶ τὴν οἰκίαν ἐσάρωσα καὶ τὰς φίλας Δυνάμεις τὰς οὐρανίους συνεκαλεσάμην ἐπευφρανθῆναι τῇ τούτου εὑρέσει.
Πάντα οὖν τὰ τοιαῦτα ὡς ἀγαθός καὶ φιλάνθρωπος ἐχαρίσω μοι, Δέσποτα,
ἐγὼ δὲ πάντων καταφρονήσας ὁ ἄθλιος, εἰς ἀλλοτρίαν καὶ μακράν χώραν τῆς ἀπωλείας ἀπέδρασα.
Ἀλλ' αὐτὸς με, πανάγαθε, πάλιν ἐπανάγαγε καὶ μὴ ὀργισθῇς μοι τῷ τάλανι,
Κύριε, μηδὲ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, εὔσπλαγχνε, ἀλλὰ μακροθύμησον καὶ ἔτι ἐπ' ἐμοὶ.
Μὴ σπεύσῃς ἐκκόψαι με ὡς τὴν συκῆν τὴν ἄκαρπον, μηδὲ κελεύσῃς ἄωρον ἐκ τοῦ βίου θερίσαι με,
ἀλλὰ δός μοι ζωῆς προθεσμίαν καὶ ὁδήγησόν με εἰς μετάνοιαν, Κύριε,
καὶ «μή τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, Δέσποτα, μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσης με».
«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι τῇ ψυχῇ»,
ἀσθενής εἰμι τῷ λογισμῷ,
ἀσθενής τῇ γνώμη,
ἀσθενής τῇ προαιρέσει.
Ἐξέλιπε γὰρ μου ἡ ἰσχύς, ἐξέλιπέ μου ὁ χρόνος,
ἐξέλιπον ἐν ματαιότητι ἡμέραι μου πᾶσαι καὶ τὸ τέλος ἐφέστηκεν.
Ἀλλ' ἄνοιξον, ἄνοιξον, ἄνοιξόν μοι, Κύριε, ἀναξίως κρούοντι καὶ μὴ ἀποκλείσῃς μοι τὴν θύραν τῆς εὐσπλαγχνίας Σου.
Ἐάν γὰρ Σὺ κλείσης, τίς μοι ἀνοίξει;
Ἐάν Σὺ μὴ με ἐλεήσης, τίς μοι βοηθήσει;
Οὐδείς ἄλλος, οὐδείς, εἰ μὴ Σὺ ὁ φύσει ἐλεήμων καὶ εὔσπλαγχνος.
«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενὴς εἰμι»·
Ἐξενεύρισε γάρ με ὁ ἐχθρὸς καὶ ἀσθενῆ καὶ συντετριμμένον ἐποίησεν,
ὁ ἀσθενής δὲ καὶ συντετριμμένος οὐ δύναται ἀναστῆσαι ἑαυτόν,
οὐ δύναται ἰάσασθαι ἑαυτόν,
ὁ συντετριμμένος οὐ δύναται βοηθήσαι ἑαυτῷ,
λοιπόν ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι...
«Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα»·
Σωματικὸς καὶ ψυχικός με κατέλαβε τάραχος, Δέσποτα,
ὅτι σαρκικοῖς περιέπεσα πάθεσιν,
ὅτι καὶ τὴν σάρκα καὶ τὴν ψυχήν τοῖς δαίμοσιν ἐποίησα παίγνιον.
Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου τὰ συνδεσμοῦντα τὸν ἔσω ἄνθρωπον.
Ποῖα ταῦτα; Ἡ πίστις, ἡ φρόνησις, ἡ ἐλπίς, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐγκράτεια, ἡ εὐσέβεια, ἡ πραότης, ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ ἡ ἐλεημοσύνη.
Ταύτα τὰ ὀστᾶ συνετρίβησαν, Δέσποτα,
«ἀλλ' ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».
Ὁρῶ γὰρ λοιπόν τὴν ὥραν τῆς ζωῆς μου προφθάσασαν, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ τὴν πρός τὰ ἐκεῖσε χαλεπήν ὁδὸν καὶ μακράν, κἀμέ πρός τὰ ἐκεῖσε ἐμαυτόν ἑτοίμως μὴ ἔχοντα, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ τὸν δανειστήν ἀπαιτοῦντά με καὶ μὴ ἀποδοῦναι ἰσχύοντα, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ τὸν λογοθέτην μου τὸ χειρόγραφον ἐπισείοντα καὶ τοὺς δημίους βρύχοντας κατ' ἐμοῦ, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ πολλούς κατηγοροῦντάς με καὶ οὐδὲνα συνήγορον, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὅλος δι' ὅλου ταραχῆς καὶ σκοτοδίνης πεπλήρωμαι καὶ ἀγωνιῶ καὶ τρέμω καὶ φρίττω καὶ τὰ σπλάγχνα σπαράττομαι καὶ τί πράξω οὐκ ἐπίσταμαι ἤ ποίῳ προσώπῳ τὸν Κριτήν μου θεάσωμαι!
Ἰλιγγιῶ, ταράττομαι, συνέχομαι καὶ ἀμηχανῶ, καὶ λοιπόν ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».
Ὁ πονηρὸς διενοχλεῖν οὐ παύεται, οἱ ἐχθροὶ μου τοῦ πολεμεῖν οὐκ ἀφίστανται, ὁ ἐμφύλιος τῆς σαρκός πόλεμος καταφλέγει με πάντοτε, οἱ πονηροί λογισμοί οὐδαμῶς ἡσυχάζουσι.
«Καί Σύ Κύριε, ἕως πότε;». Ἰδοὺ ὁρᾷς, Κύριε, πάντα τὰ κατ' ἐμέ, ὅτι ἄπορα καὶ ἐλεεινὰ.
Ἰδοὺ βλέπεις τὴν κατ' ἐμοῦ ἔνστασιν καὶ τὸν πόλεμον τοῦ σώματος καὶ τὴν κάμινον τῶν παθῶν καὶ τὴν ἀτονίαν τῆς ψυχικῆς μου δυνάμεως.
Λοιπόν, Κύριε, ἕως πότε οὐ συμπαθεῖς;
Ἕως πότε οὐκ ἐκδικεῖς; Ἕως πότε οὐ σπεύδεις; Ἕως πότε οὐ βλέπεις; Ἕως πότε παρορᾷς;
Κύριε, ἐν τῷ ἐλέει Σου σῶσόν με.
Μὴ παρίδῃς με, Κύριε, τὸν ἀνάξιον, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου.
Ἡ γὰρ Σὴ παρόρασις ἐμὴ κατάπτωσις γίνεται, Δέσποτα.
«Δι'ὅ ἐπίστρεψον, Κύριε, ρῦσαι τὴν ψυχήν μου καὶ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».
Ὡς συμπαθὴς ἐλέησον, ὡς ἐλεήμων συμπάθησον, ὡς φιλάνθρωπος σῶσόν με, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου, πονηρὰ γὰρ εἰσιν.
Οὐχ ἕνεκεν τῶν πόνων μου, ἀσθενὴς γάρ εἰμι.
Οὐχ ἕνεκεν τῶν λογισμῶν ἤ τῶν λόγων μου, ρυπαροὶ γάρ εἰσι καὶ ἀκάθαρτοι, ἀλλ' ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, πολυέλεε Κύριε, σῶσόν με.
Εἰ δὲ δικάσασθαι πρός με βούλει, Δέσποτα, ἐγὼ πρῶτος ἐκφέρω κατ' ἐμαυτοῦ τὴν ψῆφον.
Ἐγώ καταδιαμαρτύρομαι ὅτι ἄξιος θανάτου εἰμί. Λοιπόν σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, εἰς τὴν φιλανθρωπίαν Σου καταφεύγω, Πανάγαθε. Οὐκ ἔχω τί Σοι προσαγαγεῖν ἄξιον, ἐλεημοσύνην ζητῶ, μὴ ἀπαιτήσῃς με τὴν ταύτης τιμήν.
«Μνήσθητι τῶν λόγων Σου, Κύριε, ὅτι ἐπιμελῶς ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τὰ πονηρά ἐκ νεότητος αὐτοῦ». Καὶ «ἄνθρωπος ματαιότητι ὡμοιώθη καὶ αἱ ἡμέραι αὐτοῦ ὡσεὶ σκιά παράγουσι». Καί «ούδείς καθαρός ἀπὸ ῥύπου». Καὶ ὅτι «ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου». Ἐάν γὰρ ἀνομίας παρατηρήσῃς ἡμῶν, οὐδεὶς ὑποστήσεται, Κύριε, δι' ὅ σῶσόν με τὸν ἀνάξιον δούλόν Σου ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐκ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου.
Ἐάν γὰρ τὸν ἄξιον ἐλεήσῃς, οὐδὲν θαυμαστόν. Ἐάν τὸν δίκαιον σώσῃς, οὐδὲν ξένον. «Σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου», ἐπ' ἐμοὶ τὸ ἔλεός Σου θαυμάστωσον, Κύριε, εἰς ἐμὲ τὴν εὐσπλαγχνίαν Σου ἐμφάνισον, Δέσποτα, εἰς ἐμὲ τὴν φιλανθρωπίαν Σου μεγάλυνον, Ἅγιε.
Δεῖξον ἐπ' ἐμοί, Κύριε, τὰ ἀρχαῖα ἐλέη Σου, ὅτι τοὺς μέν δικαίους σῲζεις καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς ἐλεεῖς. Μὴ νικήσῃ ἡ ἐμὴ κακία τὴν Σήν ἀγαθότητα, Κύριε, μηδὲ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου.
Ἐάν γὰρ θελήσῃς μετ' ἐμοῦ δικάσασθαι, φραγήσεταί μου τὸ στόμα, μὴ ἔχον τὶ φθέγξασθαι ἤ τὶ ἀπολογήσασθαι.
Δι' ὅ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου, μηδὲ ἐπισταθμήσῃς τὰς ἐμὰς ἁμαρτίας τῇ Σῇ ἀπειλῇ.«Ἀλλ' ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον». Καί «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ τὸ ἔλεός Σου καταδιώξῃ με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου». Καταδιωξάτω με τὸ ἔλεός Σου, Κύριε, τὸν κακῶς ἀπὸ Σοῦ φεύγοντα, τὸν ἀεί ἀπὸ Σοῦ δραπετεύοντα καὶ πρός τὴν ἁμαρτία ἀεί κακῶς ἀποτρέχοντα.
Τοῦτο μόνον ἐπικαλοῦμαι καὶ ἱκετεύω καὶ δέομαι, «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».
Σῶσόν με πρὸ τοῦ με ἀπελθεῖν εἰς τὰ ἐκεῖσε δικαστήρια, ἤ μᾶλλον τἀληθές εἰπεῖν, εἰς τὰ ἐκεῖσε κολαστήρια, ἔνθα οὐκ ἔστι μετάνοια οὔτε ἐξομολόγησις. «Ἐν γὰρ τῷ ἃδῃ φησί, τίς ἐξομολογήσεταί Σοι;
Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, ὅτι οὐκ έστιν ἐν τῷ θανάτω ὁ μνημονεύων Σου», οὐδὲ ἐν τῷ ἃδῃ ὁ ἐξομολογούμενος. Ἐκεῖ γὰρ οὐκ ἔστι μετάνοια, οὐκ ἔστιν ἄφεσις τοῖς ὧδε μὴ μετανοοῦσι μηδὲ ἐξομολογουμένοις.
«Δι' ὅ σῶσόν με μετανοοῦντά Σοι καὶ ἐξομολογούμενον τὸν ἀνάξιον δοῦλόν Σου, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου».
Σὺ γὰρ εἶπας, Κύριε, «ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν» καὶ «ὅσα ἄν αἰτήσητε πιστεύοντες, λήψεσθε».
Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, φιλάνθρωπε Δέσποτα, ἵνα καὶ ἐπ' ἐμοὶ δοξασθῇ τὸ πανάγιον καὶ ὑπερδεδοξασμένον ὄνομά Σου, Κύριε ὁ Θεός μου, ὁ δι' ἐμὲ κατ' ἐμὲ γεγονώς, ὡς ἄν κἀγὼ μετὰ πάντων τῶν ἁγίων συναριθμηθεὶς δοξάζω Σε τὸν ὑπεράγαθον καὶ φιλάνθρωπον Θεόν μου Ἰησοῦν Χριστὸν σὺν τῷ ἀνάρχῳ Σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ Σου Πνεῦματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΠΗΓΗ:orthodoxfathers
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...