Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Η σκακιέρα της ψυχής


Από τη στιγμή της δημιουργίας του Αδάμ ξεκίνησε μιά παρτίδα σκάκι. Ο δημιουργός της ψυχής του, ο Θεός, και ο πρόσφατα πεσμένος διάβολος μάχονται για την κατοχή της. Ο μεν Πρώτος για να τη διατηρήση κοντά Του, να την τρέφη και να τη θάλπη, ή, μετά από τα τραύματα του διαβόλου, να τη θεραπεύη, να την ενδυναμώνη και να την εξοπλίζη για τούς μελλοντικούς αγώνες της, ο δε δεύτερος, ο σφετεριστής της ελευθερίας μας, για να την αποσπάση από το δημιουργό της και να την οδηγήση στην Κόλασί του.
Το σκάκι, βέβαια, της ψυχής έχει μιά ιδιοτυπία: ότι έχει ένα μόνο πιόνι, τον άνθρωπο, και ότι αυτό δεν είναι άψυχο, όπως του κανονικού σκακιού, αλλά έμψυχο και μάλιστα εξαρτάται και από αυτόν η νίκη. Το πού θα στρέψη την ψυχή του, στο δημιουργό του, πού τον έπλασε και στη συνέχεια τον έσωσε με το σταυρικό Του θάνατο, ή στον εχθρό του, το διάβολο, επαφίεται στη θέλησί του.
Ο αείμνηστος Νικ. Ψαρουδάκης τονίζει ότι μπορούμε να είμασθε «σκλάβοι» ή σκλάβοι: «Σκλαβιά είναι η πίστι, σκλαβιά είναι και η απιστία! Μονάχα πού η σκλαβιά της πίστεως σε ανεβάζει στους φωτεινούς ορίζοντες της εν Χριστώ ελευθερίας, ώστε να βλέπης τά του κόσμου “σκύβαλα”, ενώ η απιστία σε κατεβάζει στα σκοτεινά δώματα πού σε θέλουν δούλο του σατανικού χάους!...
Το μεγάλο μυστικό της χριστιανικής ζωής βρίσκεται στα λόγια του Χριστού: “Οδείς δύναται δυσί κυρίους δουλεύειν”(Μθ 6, 24)
Ο Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος, με τη σειρά του, τονίζει τη διαφορά ανάμεσα στην επίγεια και την ουράνια βασιλεία: «Γιατί αρπάζεις από τον πτωχό πού κατηγορεί; Άρπαξε από το Χριστό πού επαινεί. Είδες πόση αγνωμοσύνη και πόση τρέλλα υπάρχει; Αρπάζεις από πτωχό πού έχει λίγο; Χριστός λέει: Άρπαξε από μένα, και Εγώ θα σου χρωστώ χάρι για την αρπαγή αυτή· τη δική Μου βασιλεία άρπαξε και βίασε τον εαυτό σου. Αν θελήσης να αρπάξης την κάτω βασιλεία, ή μάλλον κι αν θελήσης να το σκεφθής, τιμωρείσαι. Αν, όμως, δεν αρπάξης την άνω βασιλεία, τότε τιμωρείσαι».
«Καθώς τά κομματάκια απ’ το μάρμαρο έπεφταν στο πάτωμα απ’ τη σμίλη του Μιχαήλ Αγγέλου, ο μεγάλος αυτός γλύπτης συνήθιζε να λέη:
Όσο το μάρμαρο λιγοστεύει, τόσο η εικόνα μεγαλώνει.
Αυτός είναι ο κανόνας της πνευματικής αναπτύξεως. Εμείς είμασθε το μάρμαρο κι ο Χριστός η εικόνα. “Εκείνος πρέπει ν’ αυξάνη, εγώ δε να ελαττώνωμαι”(Ιω 3, 30). Λιγότερο και λιγότερο απ’ την παλαιά φύσι, και περισσότερο και περισσότερο απ’ το Άγιο Πνεύμα —Τον ενοικούντα Χριστό— αυτός είναι ο τρόπος της αυξήσεως στην εικόνα Αυτού (Β´ Κορ 3, 18)».
Ο Αγ. Εφραίμ Σύρος τονίζει: «Θέλεις να είσαι άγιος και άμωμος ναός του Θεού; Να έχης την εικόνα Του πάντοτε μέσα στην καρδιά σου. Λέω εικόνα του Θεού όχι τη μορφή πού έγινε με χρώματα πάνω στο ξύλο, ή σε κάποια άλλη επιφάνεια, αλλά εννοώ εκείνη την εικόνα του Θεού που με τα καλά έργα, δηλαδή τις νηστείες, τις αγρυπνίες, τα ωραία κατορθώματα, τις εγκράτειες και τις προσευχές, ζωγραφίζεται με άσπιλο τρόπο αδιάκοπα μέσα στην ψυχή· και χρώματα της εικόνος Του ουρανίου Δεσπότη είναι τά κατορθώματα και οι καθαροί λογισμοί, η απαλλαγή από τά γήινα, πού συνοδεύεται πάντοτε από την πραότητα και τη σεμνή ζωή».
Ο στάρετς Βαρσανούφιος αφηγείται τά λόγια του π. Κλήμεντος ή του π. Λεωνίδου (δεν θυμόταν ποιός τά είχε πει): «Να, μπροστά σου έχεις ένα πιάνο. Ανοικτό. Τα πλήκτρα βρίσκονται μπροστά σου. Τί είναι αυτό πού λείπει; Φυσικά ο πιανίστας. Και στην περίπτωσί μας, λοιπόν, πιανίστας είναι ο Θεός. Δικό μας χρέος είναι ν’ αγωνιζώμασθε× κι ο Θεός θα ενεργήση σύμφωνα με την υπόσχεσί Του: “λευσόμεθα καί μονήν (: θα κατοικήσουμε) παρ’ ατ ποιήσομεν”(ω 14, 23). Θα έλθη κοντά μας, μέσα μας και θα παίξη τη δική Του μουσική με το δικό μας μουσικό όργανο.
Και λέγοντας αυτά Γέροντας με κτύπησε ελαφρά στο στήθος. Και συνέχισε:
—Γι’ αυτού του είδους τη μουσική μιλάνε οι ψαλμοί: “σχύς μου καί μνησίς μου Κύριος”(117, 14). “σομαι καί ψαλ τ Κυρί...”(26, 6). “Ψαλ τ Θε μου, ως πάρχω”(103, 33)»…



Από το βιβλίο: «Η ΣΚΑΚΙΕΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Βρώσι του διαβόλου είναι η διάβρωσί μας»
Περί Πνευματικού Αγώνος 1
Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ
ΕΚΔ. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
ΑΘΗΝΑ 2011

Αν τον έστειλε η Παναγία, θα ξαναστείλη



Η απαίδευτη και απλή γυναίκα, που μαθητεύει στην Εκκλησία, γίνεται των  σοφών σοφωτέρα. Γνωρίζει το Ευαγγέλιο, χωρίς να ξεύρη να διαβάζη. Αφηγείται πανέμορφα τους βίους Αγίων. Ξεχωρίζει την καθημερινή από την σκόλη, την νηστεία από την κατάλυση. Του Γένους τις τυράγνιες και τα βάσανα διηγείται με καιόμενη καρδιά.
-         Σαν σήμερα, παι’άκια μου, οι Τούρκοι μας πήραν την Πόλη. Το αίμα έτρεξε ποτάμι στα λιθόστρωτα.
Γνωρίζει την διάκριση και παλεύει την ζωή με τις άγιες αρετές. Καμμιά κακοτυχία δεν την απελπίζει και καμμιά χαρά δεν την ξυπάζει. Προ πάντων, έχει ύφος αρχοντικό και ήθος υψηλό σαν κι αυτό των Αγίων. Και, συνελόντι ειπείν, η γυναίκα της Εκκλησίας δεν περνά μεσαίωνα, κι ας φορά τριμμένα συρτά και κουρελιασμένο λέντιο.
Τουναντίον η γυναίκα μακριά από την Εκκλησία , και μάλιστα αν τύχη να πλουτήση και ευημερήση, καταντά η πιο αλλόκοτη ύπαρξη πάνω στη γη. Αν κάτι στραβώση στην ευτυχισμένη ζωή της, πολύ γρήγορα καταβάλλεται, καταρρακώνεται η προ ολίγου υψηλά ισταμένη.
Η γυναίκα της Εκκλησίας δεν πιστεύει ευκαιριακά∙ ποτέ δεν είναι καιροσκόπος στα πράγματα της πίστης. Έτσι και η κυρά- Μαρία η Σκαραμαγκά με τα πολλά παιδιά, όταν κάποια στιγμή δοκιμάστηκε η αγάπη της για την Παναγιά με την παρουσία ενός λαγού, έμεινε ακύμαντη.

Είναι αρχές Αυγούστου του 1942. Η πείνα χωρίζει ανδρόγυνα για μια ελιά και ένα κρεμμύδι. Όμως η νηστεία της Παναγίας τηρείται σ’ όλα τα σπίτια που φοβούνται τον Θεό. Κάπου η κυρά-Μαριώ εξοικονόμησε λίγο αλεύρι. Πρόσταξε τα παιδιά της να ανάψουν τον μικρό τους φούρνο. Ζύμωνε η μάννα το ψωμί στο σπίτι και στο φουρνόσπιτο τα παιδιά έπαιρναν από την γωνιά λίγα-λίγα τα στοιβαγμένα φρύγανα να κάψουν την κάμινο. Μέσα στα φρύγανα βρέθηκε να ‘χη τρυπώσει ένας λαγός. Τα παιδιά πήραν φτυάρια και σκότωσαν το ζωντανό. Χαρούμενα έτρεξαν στην μάννα.
-         Θα φάμε λαγό σήμερα, μάννα∙ μας τον έστειλε η Παναγία.
-         Τι λέτε παιδάκια μου; Θα μαγαρίσω τα σκεύη, μαγειρεύοντας κρέας τώρα που σαρακοστεύουμε για την Παναγία; Αν είναι από την Παναγία, θα μας στείλη πάλι στην ώρα της κατάλυσης. Παρ’ τε το απ’ εδώ.
-         Μάννα, πεθαίνουμε της πείνας κι εσύ δεν δέχεσαι το δώρο της Παναγίας σε μας τα υστερημένα κάθε τροφής;
-         Καλά μου παιδιά, ας δώσουμε πρώτοι εμείς στην Παναγία την νηστεία, κι Εκείνη με την σειρά της πλούσια την Χάρη της. Όσα και να φάμε, αν Εκείνη δεν θέλη να ζήσωμε, θα πεθάνωμε.
Ο γείτονας πήρε τ0ον λαγό και, πίνοντας γλυκό κρασί, έφτιαξε πανηγύρια…

Πέρασε ο χρόνος της νηστείας με ελάχιστα κηπουρικά, που έδωσε η ξερική καλουριά. Είμαστε 14 Αυγούστου. Οι άνθρωποι γυρίζουν στ’ αμπέλια να βρουν κάποια σταφιδιασμένη ρώγα να ‘χη πέση στη γη, να την βάλουν στο στόμα τους, για να στυλώσουν.
-         Βρήκες Δημήτρη, ρώγες;
-         Βρήκα, μάννα, αλλά οι παλιοσφήκες είχαν τραβήξει όλο τον χυμό και ήταν κατάξερες.
-         Βλέπεις από τις αμαρτίες μας, παιδί μου, και αυτή η άλογη φύση οδυνάται και υποφέρει.
Η κυρά- Μαρία έχει πάλι λίγο αλευράκι συνάξει.
-         Παιδιά μου, της Παναγίας ξημερώνει. Ας ανάψωμε τον φούρνο να ψήσωμε λίγο άρτο, που είναι μόνον επιούσιος∙ δεν θα περισσέψη για την άλλη μέρα ούτε μπουκιά.
Τα παιδιά χαρούμενα μπήκαν στο φουρνόσπιτο. Άναψαν φωτιά και άρχισαν να ρίχνουν ξερόκλαδα στον κλίβανο. Φούντωσε η φωτιά και οι πύρινες γλώσσες γλείφουν λαίμαργα το στόμα του φούρνου. Τα φρύγανα  λιγοστεύουν στην γωνιά του φουρνόσπιτου. Και να πάλι στον ίδιο τόπο, στην ίδια θέση, ένας μεγάλος κούνελος έχει φωλιάσει, για να αποκρυβή από την μανία του πεινασμένου και γιατί όχι του καλοφαγά, που ονειρεύεται με στιφάδο φτιαγμένο με ξύδι παριανό και γλυκό κρασί να γιορτάση την Παναγία.
-         Παιδιά μου, φωνάζει η κυρά- Μαριώ, αυτό είναι από την Παναγία. Το προηγούμενο ζουλάπι ήταν από τον διάβολο. Ήταν από παραχώρηση Θεού, για να δοκιμασθή η πίστη μας στην Καταπολιανή, στην φρουρό και προστάτιδα του νομού μας. Εγώ θα σας τον φτιάξω με πολλή επιτηδειότητα, για να σας ευφράνω, κι εσείς σιγοψάλλετε: «Εν τη κοιμίσει Σου ουκ εγκατέλιπες τον κόσμον, Παναγία Παρθένε».


Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Α’ έκδοση Σεπτέμβριος 2010
Ιερά Μονή Δοχειαρίου, Άγιον Όρος


Αν διόρθωσης τον εαυτό σου, αµέσως διορθώνεται ενα κοµµατάκι της Εκκλησίας

Ο Γέροντας διαρκώς ανέφερε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν και αρχοντική αγάπη.

Φωτογραφία: Ο Γέροντας διαρκώς ανέφερε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν και αρχοντική αγάπη.
 «Ότι προσφέρουμε ή κάνουμε», έλεγε «πρέπει να γίνεται φιλότιμα και όχι αναγκαστικά και συμφεροντολογικά.
 Να μην ακολουθούμε από φόβο αλλά να έχουμε θέληση και καλή προαίρεση, όπως και ο Χριστός όταν ήρθε σε αυτόν τον κόσμο». «Κατ’ εμέ», έλεγε ο γέροντας, «η αγάπη είναι τριών ειδών: η σαρκική αγάπη, η οποία είναι γεμάτη πνευματικά μικρόβια, η κοσμική αγάπη, η οποία είναι φαινομενική, τυπική, υποκριτική, δίχως βάθος, και η πνευματική αγάπη, η οποία είναι η αληθινή, η αγνή, η ακριβή αγάπη. Αυτή η αγάπη είναι αθάνατη∙ μένει εις αιώνας αιώνων. Όταν ο άνθρωπος έχει την Αγάπη, τον Χριστό, και βουβός να είναι, μπορεί να συνεννοηθεί με όλα τα δισεκατομμύρια των λαών και με την κάθε ηλικία των ανθρώπων, που έχει και αυτή την δική της γλώσσα.»


Γεροντας  Παισιος !
 Την αγια του  ευχη  να εχουμε !!Ο Γέροντας διαρκώς ανέφερε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν και αρχοντική αγάπη.
«Ότι προσφέρουμε ή κάνουμε», έλεγε «πρέπει να γίνεται φιλότιμα και όχι αναγκαστικά και συμφεροντολογικά.
Να μην ακολουθούμε από φόβο αλλά να έχουμε θέληση και

καλή προαίρεση, όπως και ο Χριστός όταν ήρθε σε αυτόν τον κόσμο». «Κατ’ εμέ», έλεγε ο γέροντας, «η αγάπη είναι τριών ειδών: η σαρκική αγάπη, η οποία είναι γεμάτη πνευματικά μικρόβια, η κοσμική αγάπη, η οποία είναι φαινομενική, τυπική, υποκριτική, δίχως βάθος, και η πνευματική αγάπη, η οποία είναι η αληθινή, η αγνή, η ακριβή αγάπη. Αυτή η αγάπη είναι αθάνατη∙ μένει εις αιώνας αιώνων. Όταν ο άνθρωπος έχει την Αγάπη, τον Χριστό, και βουβός να είναι, μπορεί να συνεννοηθεί με όλα τα δισεκατομμύρια των λαών και με την κάθε ηλικία των ανθρώπων, που έχει και αυτή την δική της γλώσσα.
Γεροντας Παισιος !
Την αγια του ευχη να εχουμε !!
 Ηλιας  Χαιντουτης  8 Αυγ  2012
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...