Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010

Η ελεημοσύνη βασίλισσα των αρετών

Ἀγαπητοί, μὴ γινώμεθα τῶν ἀλόγων θηριωδέστεροι.
Αγαπητοί, ας μη γίνουμε αγριότεροι από τα ζώα.
Ἐκείνοις πάντα κοινὰ καὶ οὐδὲν τοῦ ἄλλου πλέον ἔχει·
Σ’εκείνα όλα είναι κοινά και κανένα δεν έχει περισσότερα από τα άλλα·
σύ δὲ ἄνθρωπος ὤν, θηρίου γίνῃ χαλεπώτερος,
εσύ όμως αν και είσαι άνθρωπος, γίνεσαι πιο άσπλαχνος από τα θηρία,
μυρίων πενήτων τροφὰς μιᾷ κατακλείων οἰκίᾳ.
κλείνοντας ερμητικά σε ένα σπίτι όσα τρόφιμα θα αρκούσαν για να θρέψουν αμέτρητους φτωχούς.
Καίτοι γε οὐχ ἡ φύσις ἡμῖν μόνη κοινή,
Και βέβαια, δεν είναι μόνο η φύση μας κοινή,
ἀλλὰ καὶ ἕτερα πλείονα·
αλλά και άλλα περισσότερα·
οὐρανὸς κοινὸς καὶ ἥλιος καὶ σελήνη καὶ ἀστέρες
κοινός είναι ο ουρανός και ο ήλιος και η σελήνη και τα αστέρια
καὶ ἀὴρ καὶ θάλασσα καὶ γῆ καὶ ζωὴ καὶ τελευτὴ
και ο αέρας και η θάλασσα και η γη και η ζωή και ο θάνατος
καὶ γῆρας καὶ νόσος καὶ ὑγεία καὶ χρεία τροφῆς καὶ ἐνδυμάτων.
και τα γηρατειά και οι αρρώστειες και η υγεία και η ανάγκη τροφής και ρούχων.
Πῶς οὖν οὐκ ἄτοπον
Πώς λοιπόν δεν είναι παράλογο
τοὺς ἐν τοσούτοις κοινωνοῦντας ἀλλήλοις
αυτοί που μοιράζονται τόσα πολλά μεταξύ τους
ἐν τοῖς χρήμασιν οὕτως εἲναι πλεονέκτας,
στα χρήματα να είναι τόσο πλεονέκτες,
καὶ τὴν αὐτὴν μὴ διατηρεῖν ἰσονομίαν;
και να μη διατηρούν την ίδια ισονομία;
Ὁ γὰρ θάνατος τῆς μὲν ἀπολαύσεως ἀπάγει,
Γιατί ο θάνατος απομακρύνει από την απόλαυση
πρὸς δὲ τάς εὐθύνας ἄγει.
και οδηγεί στην τιμωρία.
Ἵν’ οὖν μὴ τοῦτο γένηται,
Για να μη γίνει κάτι τέτοιο,
πολλῇ χρησώμεθα τῇ ἐλεημοσύνῃ.
ας εφαρμόσουμε την ελεημοσύνη.
Αὔτη γάρ ἐστιν ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν,
Γιατί αυτή είναι η βασίλισσα των αρετών,
ἥ καὶ ἑξαιρήσεται ἡμᾶς τῆς τιμωρίας.
η οποία θα μας απαλλάξει από την τιμωρία.
Τὰ περιττὰ δὴ ποιήσωμεν χρήσιμα,
Ας κάνουμε τα περιττά χρήσιμα,
τὸν πολὺν προέμενοι πλοῦτον,
αφού παραμερίσουμε τον πολύ πλούτο,
καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως,
και την ημέρα της κρίσεως,
κἄν μυρία ὧμεν πεπλημμεληκότες,
ακόμη κι αν έχουμε διαπράξει πολλά παραπτώματα
ὁ Θεὸς μεταδώσει συγγνώμης ἡμῖν.
ο Θεός θα μας συγχωρήσει.
Ἰωάννης Χρυσόστομος, Εἰς τὸ ῥητὸν τοῦ Προφήτου Δαυΐδ, PG 55, 517518 (διασκευὴ)

Αγιορείτες Άγιοι

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης



Το Άγιον Όρος στην υπερχιλιόχρονη ιστορία του υπήρξε πάντα το άοκνο εργαστήρι της σοφίας και της αρετής µε εξέχουσες µορφές λογίων κι εναρέτων µοναχών.Από τα µέσα του 18ου αιώνος παρατηρείται µία µεγάλη άνθηση στο Άγιον Όρος, που φθάνει µέχρι τις ηµέρες µας. Οι όσιοι Ακάκιος ο Καυσοκαλυβίτης (+ 1730), ο υπέρµετρος αυστηρός σπηλαιώτης ασκητής, ο µιµητής του οσίου Μαξίµου του Καυσοκαλύβη Ιερόθεος ο Ιβηρίτης (+ 1745), ο σοφός διδάσκαλος Άνθιµος ο Κουρούκλης (+ 1782), ο ιλαρός κήρυκας νήσων του Αιγαίου και του Ιονίου, Παϊσιος ο Βελιτσκόφκσυ (+ 1794) ο δηµιουργός "ασκητικοφιλολογικής" σχολής, Σωφρόνιος ο Αγιαννανίτης, Μακάριος ο Νοταράς (+ 1805) ο ασκητής ιεράρχης, Γεώργιος της Τσερνίκα της Ρουµανίας (+ 1806), Νικόδηµος ο Αγιορείτης (+ 1809) ο γνωστός σοφός συγγραφέας, Αθανάσιος ο Πάριος (+ 1813) ο διακεκριµένος διδάσκαλος, Σωφρόνιος Βράτσης της Βουλγαρίας (+ 1813), Αρσένιος ο εν Πάρω (+ 1877) ο διάσηµος ασκητής, Αντύπας της Μολδαβίας (+ 1822), Σιλουανός ο Ρώσος ο Αθωνίτης (+ 1938) γνωστός από την ωραία βιογραφία του και Σάββας ο εν Καλύµνω (+ 1948) ο Θαυµατουργός, αποτελούν σηµαντικό πυρήνα φωτισµού, διδασκαλίας και προσφοράς.
Μαζί µε τους παραπάνω συγκαταλέγονται και οι ένδοξοι Αγιορείτες νεόµαρτυρες, που στον 18ο και 19ο αιώνα φθάνουν τους εξήντα και µεταξύ αυτών διακρίνονται: Παχώµιος ο Νεοσκητιώτης (+ 1730), Κωνσταντίνος ο Ρώσος (+ 1742), ∆αµασκηνός ο Θεσσαλός (+ 1771), Κοσµάς ο Αιτωλός (+ 1779) ο γνωστότατος διδαχός και ιδρυτής ναών και σχολείων, Λουκάς ο Σταυρονικητιανός (+ 1802), Γεράσιµος ο Κουτλουµουσιανοσκητιώτης (+ 1812), Ευθύµιος ο Ιβηροσκητιώτης (+ 1814), Γεδεών ο Καρακαλληνός (+ 1818), Αγαθάγγελος ο Εσφιγµενίτης (+ 1819), Γρηγόριος ο Ε' Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (+ 1821), Παύλος ο Κωνσταµονίτης (+ 1824) και τελευταίος γνωστός Αθανάσιος ο Λήµνιος (+ 1846). Η ίδρυση της Αθωνιάδος Ακαδηµίας (1749) αποτελεί σταθµό της νεώτερης αγιορείτικης ανθήσεως. Αξιόλογοι διδάσκαλοι διδάσκουν σε αυτή όπως ο Νεόφυτος ο Καυσοκαλυβίτης, ο πρώτος σχολάρχης της, µε διάδοχο τον Αρχιµανδρίτη Αγάπιο τον Αγιοταφίτη, που σφαγιάσθηκε έξω της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους, Ευγένιος ο Βούλγαρις, ο χαρισµατούχος διδάσκαλος, Νικόλαος Ζερτζούλης ο Μετσοβίτης, Παναγιώτης Παλαµάς, Αθανάσιος ο Πάριος και άλλοι. Έφοροι και προστάτες της Ακαδηµίας αναδείχθηκαν οι άγιοι Γρηγόριος ο Ε΄, Νικόδηµος ο Αγιορείτης και Μακάριος ο Νοταράς. Μαθητές της υπήρξαν οι νεοµάρτυρες Κοσµάς ο Αιτωλός, Κωνσταντίνος ο Υδραίος και Αθανάσιος Κουλακιώτης όπως επίσης οι πνευµατικοί άνδρες Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Σέργιος Μακραίος και ο εθνοµάρτυς Ρήγας Φεραίος. Είναι γεγονός πως για το τουρκοκρατούµενο Γένος η Αθωνιάδα Σχολή απέβη ένας ακόµη φάρος και µιά ελπίδα για την επιβίωσή του. Το τυπογραφείο επίσης που ιδρύεται στη Μ. Λαύρα από τον Κοσµά τον Επιδαύριο (1755) και η παρά τη µονή Βατοπεδίου Σχολή συνδράµουν στην αφύπνιση του Γένους, αλλά δυστυχώς µετά καιρό παρακµάζουν.
Την ίδια εποχή ζουν κι εργάζονται επιφανείς λόγιοι όπως οι Παπα - Ιωνάς Καυσοκαλυβίτης, ∆ιονύσιος Σιατιστέας, Νεόφυτος Σκουρτέος, Βαρθολοµαίος Κουτλουµουσιανός, Παχώµιος ο Τυρναβίτης, ∆ιονύσιος ο εκ Φουρνά (+ 1745) ο Καρυώτης αγιογράφος και συγγραφεύς του βιβλίου της τέχνης των ζωγράφων και ο Καισάριος ∆απόντες (+ 1784) ο Ξηροποταµηνός µοναχός και πολυταξιδεµένος συγγραφέας και ποιητής, ∆ωρόθεος (Ευελπίδης) Βατοπεδινός, Νικηφόρος Ιβηρίτης ο Χαρτοφύλακας.
Στα µέσα του 18ου αιώνος αναπτύσσονται σε όλο το Άγιον Όρος σοβαρές θεολογικές συζητήσεις γύρω από τα ζητήµατα της τελέσεως των µνηµοσύνων των κεκοιµηµένων, της συνεχούς θείας µεταλήψεως και άλλα σχετικά µε την ακρίβεια της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Αφορµή των µακρών συζητήσεων απετέλεσε η ανοικοδόµηση του Κυριακού ναού της Ιεράς Σκήτης της Αγίας Άννης (1754). Τέθηκε το ζήτηµα αν τα τελούµενα µνηµόσυνα υπέρ των δωρητών και αφιερωτών θα πρέπει να γίνονται την ηµέρα του Σαββάτου ή της Κυριακής. Επίσης ποια θα πρέπει να είναι η συχνότητα της προσελεύσεως των µοναχών στη Θεία Κοινωνία. Οι συζητήσεις δίχασαν τους µοναχούς και αυτούς που επέµεναν για την τέλεση των µνηµοσύνων τα Σάββατα που αποκάλεσαν κοροιδευτικά "κολλυβάδες". Αυτοί όµως φαίνεται πως ήταν, παρά την αυστηρή τους επιµονή, βαθείς γνώστες της εκκλησιαστικής παραδόσεως κι αγωνίσθηκαν σθεναρά για τη γνησιότητα και την αποκάθαρση της παραδόσεως από πρόσθετες προσµήξεις. Ετσι η προσωνυµία "κολλυβάς" απετέλεσε ευφηµισµό και το κίνηµα δηµιούργησε χρήσιµη και αγαθή αναγέννηση κι ανακαίνηση. Μάλιστα οι πρωτοπόροι του φιλοκαλικού αυτού κινήµατος είναι τρείς άγιοι: Μακάριος Νοταράς, Νικόδηµος Αγιορείτης και Αθανάσιος Πάριος. Συνοιδοιπόροι τους και συνέκδηµοι οι διαπρεποίς λόγιοι: Νεόφυτος ο Καυσοκαλυβίτης, Χριστόφορος ο Αρτηνός, Αγάπιος ο Κύπριος, Ιάκωβος ο Πλοποννήσιος, Παύλος ο ερηµίτης, Θεοδώρητος ο Εσφιγµενίτης και αρκετοί άλλοι. Ορισµένοι ως αυτοεξόριστοι κατέφυγαν στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα και ίδρυσαν δεκάδες µονών, που αρκετές σώζονται µέχρι σήµερα, και στάθηκαν στηρίγµατα του λαού στα δυτικότροπα ρεύµατα. Έτσι βλέπουµε τον όσιο Μακάριο τον Νοταρά στη Χίο, τον Νήφωνα τον Χίο στη Σκιάθο, τον ∆ιονύσιο τον Σκιαθίτη στη Σκύρο, τον Ιερόθεο στην Ύδρα µε αρκετούς µαθητές και φίλους της αγιορείτικης µοναχοτρόφου και αγιοτρόφου παραδόσεως. Στις µονές που ιδρύουν παρατηρούµε πλούσια δράση και σηµαντική προσφορά. Το Οικουµενικό Πατριαρχείο µε συνοδικές αποφάσεις δίνει τις τελικές λύσεις στο "κολλυβαδικό" ζήτηµα. Τα µνηµόσυνα µπορούσαν να τελούνται ανάλογα µε τις περιστάσεις και η Θεία Μετάληψη µε την κατάλληλη προετοιµασία µπορεί να γίνεται συχνά, δίχως να µένει κανείς στην ξηρότητα του τύπου αλλά στη ζωή της ουσίας.
Οι όσιοι Νικόδηµος ο Αγιορείτης, Μακάριος ο Νοταράς και Αθανάσιος ο Πάριος είναι οι χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της αναγεννήσεως στο Άγιον Όρος και του πνεύµατος που επικράτησε. Πρόκειται για συγγραφείς γνωστών βιβλίων που επέδρασαν στις ψυχές των υποδούλων και που τα πονήµατα τους επανεκδίδονται συνεχώς µέχρι τις ηµέρες µας. Το αγιορείτικο θεολογικό πνεύµα σφραγίζεται µε την έκδοση της "Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών" (1785), που αποτελεί εκδοτικό σταθµό στα θεολογικά γράµµατα.
Το Άγιον Όρος σε µία δύσκολη εποχή όπως η Τουρκοκρατία διατήρησε τη φλόγα του πάντα άσβεστη και µάλιστα θέλησε συχνά να τη µεταλαµπαδεύσει στους λαούς των Βαλκανίων και του Βορρά. Έτσι η ανταλλαγή επισκέψεων και η παραµονή αρκετών ανδρών στον ιερό Άθωνα δηµιούργησε µια αξιόλογη πνευµατική και πολιτιστική κίνηση. Στην ησυχία του Αγίου Όρους, ως σχολή ανώτερης φιλοσοφίας καλλιεργείτο όχι µόνο η άσκηση και η νήψη, αλλά και η µελέτη στις πλούσιες βιβλιοθήκες, οι µεταφραστικές εργασίες σπάνιων κειµένων, η σπουδή στην τέχνη και η µεταφορά ενός πνεύµατος προσφοράς και θυσίας. Μεγάλης πνοής είναι το έργο του στάρετς Παϊσιου Βελιτσκόφκσυ µετά την αναχώρησή του από τον Άθωνα. Υπήρξε αναµορφωτής του µοναχισµού στη Ρουµανία και Ρωσία. Παρόµοιο έργο επιτελεί ο µαθητής του όσιος Γεώργιος της Τσερνίκα (+ 1806) στις µονές της Μολδαβίας, έχοντας υποτακτικούς εκατοντάδες µοναχούς, ο όσιος Σωφρόνιος Βράτσης (+ 1813) στο Βουκουρέστι, ο όσιος Αντύπας (+ 1882) από τη Μολδαβία πηγαίνει στο Ιάσιο και καταλήγει στη µονή Βαρλαάµ της Φιλανδίας και ο Ρώσος όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (+ 1938) διδάσκει µε την πολυµεταφρασµένη βιογραφία του του αρχιµ. Σωφρονίου (+ 1993) και µετά τη µακαρία τελευτή του. Για µια ακόµη φορά γίνεται φανερή η αίγλη της οικουµενικότητος του Αγίου Όρους.
Η αγιορείτικη µοναχική πολιτεία δεν φύλαξε ποτέ µόνο για τον εαυτό της την ευωδία του άνθους της αρετής της. Παρά τη σκληρότητα της τουρκικής σκλαβιάς, την πενία, τη δυσκολία των µετακινήσεων και τους πολλούς κινδύνους, ο ταπεινός αγιορείτικος σκούφος ταξίδεψε σε όλο τον ελληνισµό, για να µεταφέρει το νηφάλιο κήρυγµα της σωτηρίας, της λυτρώσεως, της παραµυθίας, της ενισχύσεως και της ελπίδος. Φλογεροί ιεραπόστολοι όπως ο Άγιος Κοσµάς ο Αιτωλός, που στέφει το µακρύ κήρυγµα του µε το µαρτύριο, ο όσιος Άνθιµος ο Κουρούκλης, που περιοδεύει τα νησιά και κτίζει ναούς και µονές, ο όσιος Μακάριος ο Νοταράς, που στα νησιά του Αιγαίου δηµιουργεί εστίες ουσιαστικής αναψυχής και ανατάσεως - το αυτό έργο πράττει και ο συνέκδηµός, του ο όσιος Αθανάσιος ο Πάριος, ο Αρσένιος της Πάρου και ο Σάββας της Καλύµνου είναι λίγοι από τους πολλούς.
Ο Οικουµενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ο Ιεροµάρτυς, µαζί µε τη χορεία των ενδόξων Αγιορειτών νεοµαρτύρων, διδάσκουν ακόµη πιο λαµπρά µε τη µαρτυρική τους τελείωση και ενδυναµώνουν τον λαό.
Στον αιώνα µας συνεχίζει το Άγιον Όρος τη µυστική προσφορά του, που φανερώνει την υψηλή ορθόδοξη πνευµατικότητα και ζωή και την ακτινοβολία του πέραν των ορίων του, µε την ανάδειξη ασκητικών µορφών, πνευµατικών φυσιογνωµιών και θεολογικών αναστηµάτων. Σε ένα κόσµο που διψά και εναγώνια αναζητά τη γνησιότητα, την ακρίβεια και την αλήθεια, δίδεται η µαρτυρία του βιώµατος της ορθοδόξου πνευµατικής ζωής και της σωτηρίας της ψυχής. Οι πολλοί νέοι κυρίως, σήµερα προσκυνητές αν δεν ενθουσιάζονται, πάντως προβληµατίζονται από τον τρόπο αυτής της ζωής της ασκήσεως, εγκρατείας, απλότητος και ησυχίας των µοναχών. Έτσι ώστε µερικές φορές να αποτελεί σταθµό στη ζωή τους ένα προσκύνηµα στο Άγιον Όρος. Η ταπείνωση και η αγιότητα του Αγίου Όρους διαδραµατίζει ένα ρόλο πνευµατικής εγρηγόρσεως στην Εκκλησία και στον λαό.
Η πνευµατική αγιορείτικη προσωπογραφία έχει να µνηµονεύσει και στα χρόνια µας αρκετές µορφές ισάξιες παλαιοτέρων εποχών, των οποίων µεταφέρουν το πνεύµα και συνάµα αποτελούν αφορµή για να συνεχισθεί και η δική τους εργασία στο µέλλον. Γνωστοί για τη µεγάλη αγάπη τους στο Άγιον Όρος, στις µονές τους, στα πνευµατικά τους τέκνα, στην Παναγία και τον Θεό, φιλάρετοι και φίλεργοι ηγούµενοι υπήρξαν οι κοιµηθέντες αρχιµανδρίτες: Συµεών Γρηγοριάτης (+ 1905), Νεόφυτος Σιµωνοπετρίτης (+ 1907), που υπήρξαν νέοι κτίτορες των µονών τους, Κοδράτος Καρακαλληνός (+ 1940), Αθανάσιος Γρηγοριάτης (+ 1953), Ιερώνυµος Σιµωνοπετρίτης (+ 1957), Φιλάρετος Κωνσταµονίτης (+ 1963), που αναλώθηκαν στην υπηρεσία των µονών τους και των µοναχών τους, Σεραφείµ Αγιοπαυλίτης (+ 1960), Βησσαρίων Γρηγοριάτης (+ 1974), Γαβριήλ ∆ιονυσιάτης (+ 1983), που συνεργάσθηκαν και για κοινές υποθέσεις του Αγίου Όρους µε επιτυχία, Χαραλάµπης Σιµωνοπετρίτης (+ 1970), Εφραίµ Ξηροποταµηνός (+ 1983) και άλλοι.
Ενάρετοι και διακριτικοί µακαριστοί πνευµατικοί - εξοµολόγοι υπήρξαν, εκτός των παραπάνω επιφανών, στον αιώνα µας οι Σάββας (+ 1908) και Γρηγόριος ο Μικραγιαννανίτης, Ιγνάτιος Κουτουνακιώτης (+ 1927), Χαρίτων Καυσοκαλυβίτης, Καισάριος και Μιχαήλ ο αόµατος (+ 1952) οι Αγιαννανίτες, Νεόφυτος, Γαβριήλ (+ 1967), Ευστάθιος (+ 1981) και Ελπίδιος (+ 1983), οι Κύπριοι και Σπυρίδων (+ 1990) οι Νεοσκητιώτες, Γρηγόριος ∆ιονυσιάτης, Μάξιµος Καρακαλληνός, Νικόδηµος Κρητικός Κουτλουµουσιανοσκητιώτης και άλλοι.
Εγνωσµένης αρετής υπήρξαν οι αναπαυθέντες Γέροντες Χατζηγιώργης (+ 1886) ο περιβόητος και αυστηρός νηστευτής και ∆ανιήλ ο Ρουµάνος ο σπηλιώτης, οι Κερασιώτες, Αβιµέλεχ ο Κρητικός και Γεράσιµος (+ 1991) ο γνωστός υµνογράφος, οι Μικραγιαννανίτες, Καλλίνικος (+ 1930) ο νηπτικός και ησυχαστής και ∆ανιήλ (+ 1929) ο Σµυρναίος, οι Κατουνακιώτες, Γεράσιµος Μενάγιας (+ 1957) ο σοφός ερηµίτης, Αββακούµ (+ 1978) ο ανυπόδητος Λαυριώτης, Ισαάκ (+ 1932) ο άριστος κοινοβιάτης και Λάζαρος (+ 1974) οι ∆ιονυσιάτες, Ιωσήφ ο Σπηλιώτης (+ 1959) ο µεγάλος αγωνιστής και θεοφύλακτος (+ 1986) ο αγιόφιλος, οι Νεοσκητιώτες, Γερόντιος (+ 1958) ο Αγιοπαντελεηµονίτης, Αθανάσιος ο Ιβηρίτης (+ 1973) ο ταπεινόφρων και θεοµητροφιλής, Ευλόγιος (+ 1948) ο µεγάλος νηστευτής και Ενώχ (+ 1978) ο χαριτωµένος Ρουµάνος παρά τις Καρυές, Παπα-Τύχων (+ 1968) ο σπουδαίος Ρώσσος ασκητής της Καψάλας, Πορφύριος (+ 1992) ο προορατικός και διορατικός Καυσοκαλυβίτης Γέροντας, που µετέφερε την αγιορείτικη ευλογία επί δεκαετίες στην Αττική και Παϊσιος (+ 1994) ο Αγιορείτης, που ανέπαυσε πολλούς ανθρώπους που τον πλησίασαν µε σεβασµό. Για όλους έγραψαν άξια πολλοί πολλά.
Οι δύο τελευταίοι που αναφέρθηκαν είναι ευρύτερα γνωστοί για τη χάρη τους. Ο Γέροντας Πορφύριος υπήρξε µία από τις πιο σηµαντικές µορφές των ηµερών µας, είχε το κύρος της γνησιότητας, είχε την εµπειρία του Αγίου Πνεύµατος, ήταν αληθινά ταπεινός, ατόφια απλός, είχε συνυφασµένη την παιδικότητα µε την αγιότητα. Υπήρξε ψυχοανατόµος, παιδαγωγός και καθοδηγητής πολλών, που µε συγκίνηση διηγούνται τις συναντήσεις µαζί του. Ο Γέροντας Παϊσιος υπήρξε κι αυτός έµπειρος, υποµονετικός κι επίµονος ιατρός ψυχών κι οδηγός ενός πυκνού πλήθους ανθρώπων µε µεγάλες ανάγκες. Ο ιλαρός του λόγος, το παράδειγµά του, οι συµβουλές του σε άγγιζαν, σου µετέδιδαν ειρήνη, τη χάρη της ευλογίας, τη δρόσο του πνεύµατος.
Μεταξύ των λογίων συγκαταλέγονται ο ιεροµόναχος Θεοδώρητος Λαυριώτης, Γεράσιµος Εσφιγµενίτης (Σµυρνάκης) για το περίφηµο βιβλίο του για το Άγιον Όρος, ο ιεροδιάκονος Κοσµάς Αγιοπαυλίτης (Βλάχος) επίσης, ο ιεροµόναχος Χριστόφορος ∆οχειαρίτης (Κτενάς) για το πλήθος των εργασιών του περί του Αγίου Όρους, οι Λαυριώτες Γέροντες Παντελεήµων, Χρυσόστοµος, Αλέξανδρος (Ευµορφόπουλος), Σπυρίδων (Καµπανάος) ιατρός, Παύλος ( Παυλίδης ) ιατρός, Αλέξανδρος (Λαζαρίδης), Ευλόγιος (Κουρίλας) ο µετέπειτα µητροπολίτης Κορυτσάς, Ιωακείµ Ιβηρίτης, Θεόφιλος, οι Νίκανδρος, Ιάκωβος και Αρκάδιος οι Βατοπεδινοί και οι Ξηροποταµηνοί Γέροντες Παύλος, Χρύσανθος και Ευδόκιµος, Αθανάσιος Παντοκρατορινός, Ζωσιµάς Εσφιγµενίτης, Νείλος (Μητρόπουλος) Σιµωνοπετρίτης, Σάββας Φιλοθεϊτης, Βαρλαάµ Γρηγοριάτης, Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, Ιωακείµ (Σπετσιέρης) Νεοσκητιώτης και άλλοι.
Το έργο των αγίων, των ηγουµένων, των πνευµατικών, των Γερόντων και των λογίων του Αγίου Όρους, του χθες και του σήµερα, ακτινοβολεί και επιδρά ευεργετικά στον κόσµο. Γιατί το Άγιον Όρος, πέρα από τα κειµήλια τα πολύτιµα, φυλάγει θησαυρούς ζώσης αρετής, που αυτή κυρίως ενδιαφέρει περισσότερο, µε την παροχή τρόπου ζωής προς αντιµετώπιση της καθηµερινής σκληρότητος, µονοτονίας και µοναξιάς. Έτσι το Άγιον Όρος ονοµάσθηκε δικαίως "σχολή πνευµατικής πατρότητος και συµβουλευτικής" (καθηγητής Α. Σταυρόπουλος) και µε το να φιλοξενεί πολλούς και µε το να εξέρχονται οι δυνάµενοι προς εξοµολόγηση, οµιλίες και ιεραποστολή. Των συµβουλών αυτών ακροατές είναι και αρχιερείς, ιερείς, µοναχοί, µοναχές, καθηγητές, δάσκαλοι και οι "ελάχιστοι" των αδελφών. Οπως σωστά ειπώθηκε "στο πρόσωπο των λίγων αυτών ανθρώπων που µένουν αποµονωµένοι στην καλύβα ή στη σπηλιά τους µπορεί να δει τους φρουρούς, τους θεµατοφύλακες, τους "αθλητές" µιας σοφίας και µιας επιστήµης του ανθρώπου που βιαζόµαστε να θαυµάσουµε όταν προέρχεται από τις Ινδίες ή από το Θιβέτ, αλλά την αγνοούµε όταν ασκείται δίπλα µας" (J. Lacarriere).
Οι λόγοι του Γέροντος Παϊσιου για τον βιογραφούµενό του Χατζηγιώργη ταιριάζουν και στον ίδιο και σε αρκετούς από αυτούς που αναφέραµε και χαρακτηρίζουν την καλή τους αγωνία για την πορεία του κόσµου. "Συµβουλεύει ανάλογα τον καθένα, µε διάκριση, και παρηγορεί τις ψυχές και βοηθάει µε τις καρδιακές του προσευχές. Το πρόσωπό του ακτινοβολεί από την αγία του ζωή και σκορπάει θεία χάρη στις πονεµένες ψυχές. Η φήµη του έχει φτάσει παντού και τρέχουν από παντού οι άνθρωποι για να ωφεληθούν πνευµατικά. Από το πρωϊ µέχρι το βράδυ, µαζεύει τον πόνο των πονεµένων και θερµαίνει τις καρδιές τους µε την αγάπη του την πνευµατική, που έµοιαζε µε ανοιξιάτικη λιακάδα". Ο Μικραγιαννανίτης Γέρων Αβιµέλεχ συνήθιζε να απαντά όταν τον ρωτούσαν τι κάνει "Νούν τηρούµε". Ο Κατουνακιώτης Γέρων Λεόντιος τυφλός µονολογούσε "τώρα όλα τα βλέπω καλύτερα, όλα τα αισθάνοµαι καλύτερα, ο Θεός µου έδωσε πιο δυνατό φως, από εκείνο που είχα όταν ήµουν υγιής". Ο Καυσοκαλυβίτης Γέρων Μιχαήλ µε το αειθαλές του χαµόγελο συνοµιλούσε µε τους αγίους. Ο Κωνσταµονίτης βιβλιόφιλος Γέρων Μόδιστος έλεγε: "Αν δεν νοιώσουµε ότι οι όλοι οι αδελφοί είναι δικοί µας και ότι εµείς είµαστε δικοί τους, ποτέ δεν θα κατοικήσει το Άγιον Πνεύµα στην καρδιά µας. Τη στάση µας απέναντί τους δεν πρέπει να τη ρυθµίζει η πνευµατική τους ποιότητα". Ο ασκητικώτατος Καρουλιώτης Γέρων Φιλάρετος έλεγε: "Αδελφοί µου, όλος ο κόσµος τρέχει και προσπαθεί για τη σωτηρία του, εκτός από µένα τον αµαρτωλό". Γέροντας χρόνια ασθενής της Σκήτης Κουτλουµουσίου έλεγε πως "θείο θέληµα είναι και συµφέρει πολλές φορές να είναι το σώµα άρρωστο για να σωθεί η ψυχή". Άλλος σύγχρονος σοφός Γέροντας συχνά τόνιζε : "Η φυσική ησυχία συντείνει στην εσωτερική ησυχία. Όµως αν δεν υπάρχει, πρέπει να υποµείνεις σ' ότι βρίσκεις κι ο Θεός θα σου δώσει τα µεγαλύτερα". Και ψάξε να βρεις γιατί δεν έχεις ειρήνη". Και "Να θλίβεσαι για να χαίρεσαι" και "καλύτερα να 'χεις δυσκολίες παρά να νοµίζεις πως πας καλά, µε τις δυσκολίες ωριµάζεις κι οµορφαίνεις ...". Σ' ένα βιβλίο του ο Γέροντας Μητροφάνης Χιλανδαρινός γράφει περί της µοναχικής προσφοράς πως είναι "η εγκαρδιότητα της προσευχής, η αγάπη που φθάνει µέχρι τη θυσία, η συγχωρητική ταπεινοφροσύνη και η ενθουσιώδης φιλανθρωπία".
Όταν η αγιότητα συµπίπτει µε τη λογιότητα είναι κάτι θαυµαστό. Όταν στο Άγιον Όρος συνεχίζουν να υπάρχουν και σήµερα τέτοιες µορφές είναι µια έκτακτη ευλογία για τον κόσµο.

Ἡ Ζωὴ τοῦ Μεγάλου Μοναστηριοῦ (῞Αγιον ῎Ορος)- Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Ἡ Ζωὴ τοῦ Μεγάλου Μοναστηριοῦ

Ἀπὸ τὸ «Ἅγιον Ὄρος». Ἀθήνα, Ἐκδόσεις Ἐστία, 1934.


Φτάσαμε στὸ Βατοπέδι τὴν ὥρα τοῦ ὕπνου, στὶς δυὸ τὸ ἀπόγεμα. Ἡ μονὴ ἡσυχάζει. Τὸ κῦμα τοῦ μεγάλου του κόλπου νανουρίζει τὴν ἀπραξία της, σβήνοντας ἀπάνω στὰ χαλίκια ρυθμικὸ καὶ ἤρεμο. Εἴμαστε μπροστὰ στὸ θολωτὸν πυλώνα, ποὺ κρύβει στὴν κοιλότητά του ζωγραφισμένη τὴν Παρθένο, καθὼς ὅλοι οἱ πυλῶνες τῶν μοναστηριῶν, καὶ περιμένομε νὰ προβάλη ὁ πορτάρης. Ἔρχεται μὲ τὴν ἀπροθυμία καὶ τὴν ἀπεριέργεια—δυὸ χαρακτηριστικὰ τοῦ καλόγερου. Τὸ πρόσωπὸ του τραχύ, τὰ γένεια του σὰ μοῦσκλα σὲ δέντρο, τὰ πολλὰ μαλλιά του στενοχωρημένα μέσα στὸ στενὸ κυλινδρικὸ καλυμαύχι. Οὔτε μᾶς κοιτάζει. Ἁπλώνει μόνο τὸ χέρι του γιὰ τὸ διαμονητήριο. Τὸ διαβάζει μὲ προσοχὴ καὶ μὲ δυσπιστία, ἔπειτα τὸ στέλνει στὸν ἀρχοντάρη γιὰ τὸν ἔλεγχο. Ὁ ἀρχοντάρης τὸ πηγαίνει στὴν ἐπιτροπή. Ἡ ἐπιτροπή μας δίνει τὴν ἄδεια. Ἀνεβαίνουμε μιὰ σκάλα ὁλόρθη, σχεδὸν κάθετη, καὶ πέφτομε κατάκοποι στὸ ἀρχονταρίκι. Αὐτὸ τὸ ἀρχονταρίκι δὲ διαψεύδει καθόλου τὴν ὀνομασία του. Δωμάτια ὕπνου ἄνετα, κρεβάτια ποὺ κοιμίζουν, καναπέδες ποὺ ξεκουράζουν, τὸ γαλάζιο τῆς θάλασσας κι ὁ ἀέρας της μέσα στὸν ξενώνα, ἠλεκτροφωτισμός,—νὰ ἡ νεωτεριστικὴ ἀνορθογραφία ποὺ κάνει τὸ Βατοπέδι μέσα στὴν παρελθοντικὴν αὐτὴ πολιτεία. Πῶς ἐπῆρε τέτοιο χαρακτήρα, δὲν τὸ ξέρει καὶ τὸ ἴδιο τὸ μοναστήρι. Ἕνας ὑπηρέτης λαϊκός, ξυρισμένος, μὲ τακουνάτες παντοῦφλες, σήκωσε τὰ πράγματά μας. Ἕνας νεαρὸς καλόγερος μὲ τὸν κοντὸ στρογγυλὸ θάμνο τῆς μαύρης του γενειάδας γύρω στὸ ροδαλὸ πρόσωπό του, μᾶς καλημέρισεν ἀγγλικὰ μὲ τέλεια προφορά. Ὅταν εἶδε πὼς ἔκαμε λάθος, μεταχειρίστηκε τὰ ἑλληνικά του. Ἦταν ὁ καλόγερος ποὺ ὁρίστηκε καμαριέρης μας. Δύσκολα στὰ ξενοδοχεῖα θὰ βρίσκαμε ἕναν τόσο γοργὸ καὶ ἐξασκημένον ὑπάλληλο. Εἶχε κάμει στρατιώτης στοὺς τελευταίους πολέμους, ὑπηρέτησε πέντε χρόνια στὸ Λονδΐνο σ' ἕνα διπλωμάτη, κι ὕστερα ἦρθε στὸ Βατοπέδι, ντύθηκε τὸ ράσο κι ἔγινε κωδωνοκρούστης. Τὴ δεύτερη φορὰ ποὺ ξαναπῆγα στὸ Ὄρος, δὲν τὸν ξαναβρῆκα. Εἶχε αὐτοκτονήσει. Ποιός, θὰ τὰ ἐξηγήση αὐτά;

Ἡ λέξη μοναστήρι φέρνει σ' ἐμᾶς τοὺς ὀρθόδοξους μιὰν ὁρισμένη ἀρχιτεκτονικὴν εἰκόνα: μεγάλο τετράγωνο ἀπὸ ἑνωμένα κελλιά, ἡ αὐλὴ κλεισμένη μέσα στὰ κελλιά, καὶ στὴ μέση τῆς αὐλῆς ἡ ἐκκλησία. Ἄν σ' αὐτὰ προσθέσωμε τὰ θεμελιώδη μοτίβα τοῦ μοναστηριοῦ, τὸν ξύλινο ἐξώστη ποὺ ἁπλώνεται ἀπ' ἄκρη σ' ἄκρη στὸ ἐξωτερικὸ τῶν κελλιῶν, τὰ τόξα καὶ τὸ κυπαρίσσι, ἔχομε τὸ μοναστῆρι, τὴν κοινὴ ἀντικειμενικὴν εἰκόνα, τὸ ρωμαντικὸ σκιαγράφημα ποὺ βρίσκεται μέσα στὸ νοῦ τῶν Ἑλλήνων. Πόσα ὅμως νέα σχήματα δημιουργεῖ ἐπάνω σ' αὐτὸν τὸ θεμελιώδη τύπο τοῦ μοναστηριοῦ ὁ καιρός, ποιοὺς πλουτισμοὺς μπορεῖ νὰ πάρη ὁ ρυθμός, τὸ βλέπομε στὸ Βατοπέδι. Ἐδῶ ὁ καιρὸς εἶχε φαντασία. Προσθέτοντας ἀνάλογα μὲ τὴν ἀνάγκη, ἔφτιασε μία πόλη ὁλόκληρη, ὅπου τίποτε δὲν εἶναι βαρύ, δυσαρμονικό, βιαστικὸ ἢ ξένο. Καμινάδες, μπαλκόνια, πύργοι, παρεκκλήσια, καμπαναριά, χαγιάτια, λιθόστρωτα, κολῶνες, χωνεύουν τὰ ἀνώμαλα σχήματά τους μέσα σὲ μιὰ γενικὴν ἁρμονία, σ' ἕναν, ἂς τὸν ποῦμε ἔτσι, ἁγιορειτικὸ ρυθμό. Ὁ Καιρὸς ἔχει τὴν αἰσθητική του. Καὶ τὴν ἐπιβάλλει. Πόσο αὐτὰ τὰ σχήματα βοηθοῦνε τὸ ἕνα τὸ ἄλλο! Πῶς βρίσκομε τὴν ἑνότητα σὲ τόσο πλῆθος μορφῶν! Πόσο ἄνετα, μέσα στὴν ἀπέραντην αὐλή, ὑψώνεται τὸ πάμπυκνο τοῦτο δάσος τῶν κτιρίων, καὶ πῶς ὅλὸ ἔξαφνα ζωντανεύει, ὅταν ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ ἀρχαίου καμπαναριοῦ ἡ μελωδικὴ κωδωνοκρουσία καλεῖ τοὺς μοναχοὺς στὴν προσευχή!

Εἶναι δειλινό. Κατεβαίνουν μέσα στὸν ἥλιο ἕνας-ἕνας καὶ πηγαίνουν στὸ Καθολικό, ποὺ στέκει μὲ τὸ βαθὺ κόκκινο χρῶμα του στὴν αὐλή. Ἡ πυκνὴ μοναστικὴ πόλη ξύπνησεν ἀπὸ τὴ νάρκη τοῦ μεσημεριοῦ. Ἑσπερινός. Πρῶτα, φαίνονται οἱ γέροι. Τοὺς χρειάζεται ὥρα νὰ φτάσουν, καὶ ξεκινοῦν νωρίς. Ἔπειτα ἀκούγεται τὸ στερεὸ καὶ γρήγορο βῆμα τῶν νέων. Τὰ νιάτα τους δὲν ξεχνοῦν τὸ λύγισμά τους μέσα στὸ ράσο. Μερικοὶ ἀπ' αὐτοὺς εἶναι ἀνήσυχες σερπαντίνες, ἄλλοι κρατοῦν τὸ παράστημα ὁλόϊσο, λεπτὸ καὶ σεμνὸ κιονίσκο βυζαντινοῦ τρούλλου. Ἡ φορεσιὰ τους περιποιημένη. Τὸ ράσο κατακαίνουργο. Τὸ ἐπανωκαλύμαυχον ἄψογο. Εἶναι αὐστηρὸ τὸ πρωτόκολλο στὸ Βατοπέδι. Ὅταν μπῆκα στὸ Καθολικὸ κι εἶδα τοὺς μαύρους των ἴσκιους νὰ γεμίζουν τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ναοῦ κρυμμένοι στὰ στασίδια, ἐντοιχισμένοι, θἄλεγε κανείς, δίστασα νὰ πάρω τὴ θέση πού μοῦ ἔδωκαν σ’ ἕνα στασίδι. Ἐκτελοῦσαν τὴν ἀκολουθία τοῦ ἐσπερινοῦ μὲ σοβαρότητα, ὅπως ὁ καλὸς τεχνίτης τὸ ἔργο του. Ἔνιωθα λοιπὸν πὼς κανένας λαϊκὸς δὲν ἔχει δουλειὰ ἐκεῖ. Ἐζήτησα κάποια γωνιά. Ὅλες οἱ γωνιὲς ἦταν πιασμένες. Ὅλα τὰ σκοτάδια εἶχαν καλόγερους. Μὲ δυσκολία βρῆκα ἕνα ἀπόμακρο στασίδι γιὰ νὰ παρακολουθήσω ὅλην αὐτὴ τὴν τελετικὴν αὐστηρότητα. Οἱ καλόγεροι εἶναι τοποθετημένοι, ὅπως πάντα, κατὰ τάξιν ἱεραρχίας καὶ ἀξίας. Λάθη στὸ πρωτόκολλο δὲν ἐπιτρέπονται. Ὄρθιοι κρατοῦν τὰ στασίδια τους. Τὸ κανονάρχημα γίνεται σύμφωνα μὲ τὴ μοναστηριακὴ παράδοσή του. Ὁ κανονάρχης, ποὺ εἶναι πάντα καλόγερος, πηγαίνει ἀδιάκοπα ἀπὸ τὸ δεξιὸ στὸν ἀριστερὸ ψάλτη, ἐπειδὴ ὁ ἴδιος εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ κανοναρχήση καὶ στοὺς δυό. Ἥσυχα ἀνεμίζεται στὶς πλάτες του τὸ εἰδικό του ἔνδυμα, μαῦρος αὐλακωτὸς μανδύας, προωρισμένος μόνο γι' αὐτὴ τὴν ὑπηρεσία. Στὸν πρῶτο νάρθηκα, στὴ «λιτή», στέκουν οἱ κουρασμένοι, οἱ ὀλιγώτερο χρήσιμοι γιὰ τὴν ἀκολουθία. Στὸν ἐξωνάρθηκα, οἱ ἐντελῶς γέροι. Δὲ θέλω νὰ κρίνω τὴν ψαλμῳδία. Ἡ μουσικὴ αὐτή, μὲ τὴν ἀνατολική της τεχνοτροπία, ποὺ δὲν ὑπακούει σὲ κανόνα, ὅπως ὅλὲς οἱ ἀνατολικές, εἶναι μιὰ παράδοση καὶ ἔχει τὴν ἀξία τῶν παλιῶν πραγμάτων. Ἂς μὴ ζητοῦμε τὴ μουσικὴ ἀξία τῆς βυζαντινῆς ψαλμῳδίας, τουλάχιστον στὸ Ἅγιον Ὄρος. Περιπλεγμένη μὲ τὰ ἐλαττώματα ποὺ βλασταίνουν ἄφθονα μὲ τὸν καιρὸ γύρω στὶς ἀκαλλιέργητες παραδόσεις, ἔγινε μιὰ λαϊκὴ τέχνη, χωρὶς σχεδὸν μελωδικὴ γραμμή, φορτωμένη κεντήματα, ἐκτελεσμένη μὲ ἀτημελησία, ποὺ τὴν κάνει πιὸ ἄμορφη καὶ σκοτεινή. Δὲν παύει ὅμως νὰ εἶναι κάτι παλιό, καὶ σὰν παλιὸ νὰ ἔχη τὸ μοναστηριακό του χαρακτῆρα, ὁ ὁποῖος, μαζὶ μὲ τὶς μαῦρες σκιὲς τῶν καλογέρων, μὲ τὶς ἄσπρες γενειάδες, μὲ τὸ αὐστηρὸ τυπικό, συντελεῖ γιὰ νὰ διεγείρη τὸ μυστήριο. Ὅλα εἶναι μοναστηρήσια, ὅλα αὐστηρὰ καὶ θλιβερὰ ἐκεῖ μέσα. Δειλινό. Ἂς λάμπη ἔξω ὁ ἥλιος, ἂς πρασινίζουν οἱ ράχες, ἂς πηδάη τὸ κῦμα. Τὸ μοναστήρι ἔχει τὴν ἐργασία του. Ὁ ἑσπερινὸς κρατεῖ ὥρα πολλή. Ἐνῷ οἱ καλόγεροι διαβάζουν καὶ ψέλνουν, ὁ μετέωρος Παντοκράτορας, ἀπὸ τὸ ὕψος ὅπου τὸν ἀνέβασαν οἱ ἀρχιτέκτονες τῶν πεταχτῶν τρούλλων, ἀγρυπνεῖ σὲ ὅλην αὐτὴ τὴν τυπικότητα, ἀκούει, βλέπει, καὶ εἶναι αὐστηρὸς γιὰ κάθε παράλειψη, γιὰ κάθε μετάνοια ποὺ δὲν ἦταν τόσο βαθειὰ ὥστε νὰ πονέσουν τὰ κόκκαλα τῶν γονάτων!
Πηγή:http://ellas60.blogspot.com

Το βρήκαμε στο :
http://klision.blogspot.com

Πέμπτη 17 Ιουνίου 2010

Θλίψη και κατάθλιψη

Γράφει ο μοναχός Μωυσής Αγιορείτης


Ο γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης συχνά έλεγε πως η σήμερα τόσο διαδομένη κατάθλιψη συχνά και κύρια οφείλεται στον μεγάλο εγωισμό. Από μικροί μεγαλώνουμε με μια λαθεμένη αγωγή. Των περισσότερων η ανατροφή από μικρά παιδιά είναι μία επιμελής καλλιέργεια ενός λίαν εγωιστικού πνεύματος. Γεννιέται από νωρίς η σφοδρή επιθυμία για διάκριση, έπαινο, εντυπωσιασμό και πρωτοκαθεδρία. Γεννιέται ένα υπερβολικό ενδιαφέρον για την ενδυμασία, την κόμμωση και την επίδοση σε ανάξια λόγου πράγματα. Ο πολύς εγωισμός οδηγεί στον πρωταγωνιστισμό, την απόρριψη των άλλων, τη χρησιμοποίηση υπερβολών, ψευδών και ύβρεων. Ορισμένοι φθάνουν μάλιστα να υπηρετούν το άσχημο και το κακό μόνο και μόνο για να συζητιούνται και να προβάλλονται.

Με μια τέτοια πλεύση και προοπτική τι συμβαίνει; Πολύ συχνά, επειδή τα πράγματα δεν μας έρχονται όπως ακριβώς θέλουμε, αμέσως στεναχωριόμαστε, ταραζόμαστε, αγχωνόμαστε, απογοητευόμαστε και κλεινόμαστε στον εαυτό μας, Παρουσιάζεται μια βαθιά θλίψη μέσα μας ότι δεν μας προσέχουν πολύ, δεν μας αγαπάνε όσο θέλουμε, δεν αναγνωρίζουν την αξία μας και δεν εκτιμούν τα προσόντα και τις δυνατότητές μας. Μία λοιπόν μη αναγνώριση, μια παρατήρηση, μια επίπληξη μας θυμώνει, μας ντροπιάζει, μας αναστατώνει, μας θλίβει. Τούτο συμβαίνει γιατί έχει θιγεί ο εγωισμός, έχει ανατραπεί η ωραία ιδέα που υπήρχε για τον εαυτό μας, την οποία επιθυμούμε να έχουν οπωσδήποτε και οι άλλοι.

Είναι μεγάλη λύπη άξιοι νέοι άνθρωποι να φθάνουν και σ’ αυτήν την αποτρόπαιη αυτοχειρία, γιατί δεν αντέχουν μία αποτυχία, μία απογοήτευση, μία υποτίμηση, μία προσβολή, μία ξαφνική πτώχευση. Ένας ταπεινός, ένας αληθινός Χριστιανός, όλα αυτά τα πικρά γεγονότα τα αντιμετωπίζει πιο ψύχραιμα, πιο αισιόδοξα, πιο καρτερικά και πιο ελπιδοφόρα. Μάλιστα, μερικές φορές μπορούν να γίνουν δυνατές αφορμές πνευματικής ωρίμανσης και ψυχικής καλλιέργειας.

Μια παρατεινόμενη στενοχώρια φέρνει θλίψη και αυτή πάλι τη φοβερή κατάθλιψη, που σήμερα μαστίζει πολλούς. Η κατάθλιψη μπορεί να αδρανοποιήσει τον άνθρωπο κουραστικά. Η κατάθλιψη έχει συνήθη αιτία τον άφθονο εγωισμό. Ο ταπεινός έχει ισχυρά αντισώματα, δεν είναι εύκολο να κυριευθεί από την κατάθλιψη. Τελικά, πιστεύουμε πως ο υπερβολικός εγωισμός είναι μια σκέτη ανοησία και η γνήσια ταπείνωση μια επιλογή ενός υψηλού πνευματικού κέρδους. Ο εγωιστής είναι πάντοτε αχόρταγος, ανικανοποίητος, ανασφαλής και αγχώδης. Αντίθετα, ο ταπεινός είναι ήσυχος, ικανοποιημένος, ευχαριστημένος, άφοβος και ήρεμος. Ο εγωιστής πάσχει να ξέρει πώς τον βλέπουν, πώς τον εκτιμούν και πόσο τον θαυμάζουν. Έτσι είναι συνεχώς ανήσυχος. Αυτό σημαίνει ότι του λείπει η αυτοεκτίμηση και εναγώνια την αποζητά από τους άλλους. Οι άλλοι όμως έχουν τα δικά τους προβλήματα και δεν ασχολούνται τόσο μ’ αυτόν. Αυτοβασανιζόμενος και ταλαιπωρούμενος από νοσηρές επιθυμίες, φαντασίες και ιδέες πονά πολύ. Μην αντέχοντας, καταφεύγει σε διάφορα χάπια, ακόμη και σε αλκοόλ και ναρκωτικά, για να αποφύγει τον εσωτερικό πόλεμο.

Είναι γεγονός πως καταναλώνονται τεράστιες ποσότητες και μεγάλα ποσά για αντικαταθλιπτικά φάρμακα, αλλά και σε προγράμματα αποτοξινώσεως. Το πρόβλημα όμως δεν θεραπεύεται στη ρίζα του, γιατί παραμένει ισχυρός ο εγωισμός, που δημιουργεί όλα αυτά τα προβλήματα. Το αταπείνωτο φρόνημα των καιρών μας, οι συγκρούσεις, η μη αγωνιστικότητα, η νωχέλεια, οι συχνές απογοητεύσεις οδηγούν στην κατάθλιψη. Ευγενείς, ευαίσθητοι, αδύναμοι και αδρανείς νέοι μπορεί να κυριευθούν από την κατάθλιψη. Θεωρήσαμε την ταπείνωση ολέθριο ελάττωμα.
Αγωνιστήκαμε για άλλα πολλά που δεν ήταν ουσιαστικά και πρωτεύοντα. Μπερδέψαμε την ταπείνωση με την κακομοιριά και την απλοϊκότητα. Μόνο όμως ο αληθινά ταπεινός μπορεί να είναι πραγματικά χαρούμενος, αστεναχώρητος, νηφάλιος, γαλήνιος και υπερβολικά ειρηνικός. Οι ημέρες μας έχουν ιδιαίτερη ανάγκη πνευματικής ενισχύσεως.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...