ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ
Λουκ. ιγ΄, 10-17
«Ἐκεῖνο τὸν καιρό, δίδασκε ὁ Ἰησοῦς κάποιο Σάββατο σὲ μία ἀπὸ τὶς
συναγωγές. Καὶ νά! Ἔρχεται μία γυναίκα ποὺ εἶχε πνεῦμα ἀσθένειας
δεκαοκτὼ χρόνια, καὶ ἦταν συγκύπτουσα, καὶ δὲν μποροῦσε νὰ σηκώση
καθόλου τὸ κεφάλι της. Καὶ ὅταν τὴν εἶδε ὁ Ἰησοῦς τὴ φώναξε καὶ τῆς
εἶπε· γυναίκα, ἐλευθερώνεσαι ἀπὸ τὴν ἀσθένεια σου· καὶ ἔβαλε τὰ χέρια
του ἐπάνω της· καὶ ἀμέσως στάθηκε ὄρθια, καὶ δόξαζε τὸ Θεό. Ἀποκρίθηκε
δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος γεμάτος ἀγανάκτηση, διότι θεράπευσε ὁ Ἰησοῦς
τὸ Σάββατο, καὶ εἶπε στὸν ὄχλο· ἕξι μέρες εἶναι, ποὺ πρέπει
νὰ ἐργάζεσθε· σ᾽ αὐτές, λοιπόν, νὰ ἔρχεστε καὶ νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι
τὴ μέρα τοῦ Σαββάτου. Ἀποκρίθηκε τότε σ᾽ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε·
ὑποκριτή, ὁ καθένας ἀπὸ σᾶς τὸ Σάββατο δὲν λύνει τὸ βόδι του
ἤ τὸ γαϊδούρι του ἀπὸ τὸ παχνὶ καὶ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίση;
Αὐτὴ ἐδῶ ποὺ εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, καὶ τὴν ἔδεσε ὁ σατανᾶς,
ἐδῶ καὶ δεκαοκτὼ χρόνια, δὲν πρέπει νὰ λυθῆ ἀπὸ τὸ δέσιμο αὐτὸ τὴ μέρα
τοῦ Σαββάτου; Καὶ ἐνῶ ἔλεγε αὐτὰ καταντροπιάζονταν ὅλοι ποὺ ἦταν
ἀντίθετοι σ᾽ αὐτόν, καὶ ὅλος ὁ ὄχλος χαιρόταν γιὰ ὅλα τὰ ἔνδοξα
ποὺ γινόταν ἀπ᾽ αὐτόν».
* * *
Μὲ τὴ θεραπεία τῆς συγκύπτουσας γυναίκας τὴ μέρα τοῦ Σαββάτου,
ποὺ ἔκαμε σήμερα ὁ Ἰησοῦς Χριστός, μᾶς δίδαξε τὸ πραγματικὸ νόημα τῆς
ἡμέρας αὐτῆς, ποὺ εἶναι ἡ ἀγαθοεργία καὶ ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Τὸ Σάββατο
ἦταν γιὰ τοὺς Ἰσραηλῖτες ἡμέρα ἀργίας, ὅπως εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς
χριστιανοὺς ἡ ἡμέρα της Κυριακῆς. Ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς εἶναι ἀφιερωμένη
στὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται Κυριακή. Ἀπὸ τὰ πρῶτα
χριστιανικὰ χρόνια, τὰ χρόνια τῶν ἁγίων Ἀποστόλων,
οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ σταματοῦσαν ἀπὸ κάθε ἐργασία, συνάγονταν στοὺς
ἱεροὺς Ναοὺς καὶ ἔκαμαν ἱερὴ σύναξη, δηλαδὴ τελοῦσαν τὴ θεία Λειτουργία.
Ἡ ἡμέρα αὐτὴ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Κύριο, καὶ ὅποιος τὴ μέρα αὐτὴ, τῆς
Κυριακῆς, ἐργάζεται, λέγει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, τὸ κέρδος αὐτὸ εἶναι
τοῦ διαβόλου. Ὁ πιστὸς καὶ καλὸς χριστιανὸς ἀργεῖ τὴ μέρα τῆς Κυριακῆς
ἀπὸ κάθε ὑλικὸ ἔργο καὶ πηγαίνει στὴν Ἐκκλησία νὰ λειτουργηθῆ.
Μὲ τὴ θεία Λειτουργία ὁ χριστιανὸς γίνεται μέτοχος καὶ κοινωνὸς
τοῦ ὑπερτάτου μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας· τελεῖ μαζὶ μὲ τὸν
Ἱερουργὸ Ἱερέα τὴν ἀναίμακτη θυσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ,
ποὺ τελέστηκε ἐπάνω στὸ Γολγοθᾶ, καὶ συνεχίζεται ἀπαράλλακτα μέσα στὴν
Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ θεῖο Λειτουργὸ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἐδῶ στὸν Ἱερὸ Ναό, κάθε φορά, ποὺ τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία,
στὴ μέση τῆς Ἱερῆς Σύναξης, στέκει ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καθὼς μᾶς
τὸ εἶπε: «οὗ γὰρ εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν».
Αὐτὸς εἶναι ὁ προσφέρων καὶ προσφερόμενος, ὁ Λειτουργὸς
καὶ θυσιαζόμενος Ἀμνὸς γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Ἐμεῖς βλέπουμε ἄνθρωπο,
τὸν Ἱερέα νὰ τελῆ τὴ Θεία Λειτουργία, ὁμοιοπαθῆ σὰν καὶ μᾶς,
ἤ καὶ πολλὲς φορὲς καὶ πιὸ ἁμαρτωλὸ ἀπὸ ἐμᾶς, καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει
ὁ πονηρὸς νὰ δοῦμε τὴν ἱερωσύνη τοῦ Λειτουργοῦ Ἱερέα, ποὺ καίει μέσα σὰν
γλώσσα φωτιᾶς, καὶ εἶναι αὐτὴ ἡ φλόγα τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς, ποὺ ἄναψε
τὴ μέρα τῆς χειροτονίας του καὶ δὲν σβήνει ποτέ. Αὐτὴ ἡ φωτιὰ τοῦ ἁγίου
Πνεύματος, ποὺ εἶναι σὲ κάθε Ἱερέα τελεῖ τὰ θεῖα μυστήρια.
Εἶναι ἀλήθεια ἀδιάψευστη τῆς πίστης μας, ὅτι τώρα, ποὺ εἴμαστε στὴν
Ἐκκλησία καὶ τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄλλη
φορὰ ποὺ τελεῖται τὸ Θεῖο αὐτὸ μυστήριο, ὁ Χριστὸς εἶναι ἀνάμεσα μας·
αὐτὸς λέει μὲ τὸ στόμα τοῦ λειτουργοῦ Ἱερέα: «λάβετε, φάγετε …», καθὼς καὶ τὸ «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες …».
Ἐρχόμαστε κάθε Κυριακὴ στὴ Θεία Λειτουργία, γιὰ νὰ συναντήσουμε τὸν
ἴδιο τὸ Χριστό, καὶ ὅσοι ἔχουν καθαρὴ καρδιὰ τὸν βλέπουν.
Αὐτὸ θὰ πῆ Θεία Λειτουργία, πραγματικὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν
Ἐκκλησία, καθὼς ὁ ἴδιος τὸ εἶπε στοὺς μαθητές του λίγο πρὶν
ἀναληφθῆ στοὺς οὐρανούς: «καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾽ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Καὶ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου δὲν πρόκειται νὰ διαψευσθοῦν ποτέ.
Ὁ Χριστὸς εἶναι πάντα μαζί μας, σὲ κάθε ἱερὴ σύναξη, ὅπου τελοῦμε
τὴ Θεία Λειτουργία. Καὶ ὅπως τότε ἀνόρθωσε μὲ τὰ θεϊκά του χέρια
τὴ συγκύπτουσα γυναίκα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀσθένειας, ποὺ ἦταν δεμένη
δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια, ἔτσι καὶ μεῖς τώρα ἀνορθωνόμαστε πνευματικά,
καθὼς παίρνουμε ἀπὸ τὰ ἅγια χέρια τοῦ Λειτουργοῦ Ἱερέα τὸ σῶμα
καὶ τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Πραγματικὰ ὅταν κοινωνοῦμε τὰ ἄχραντα
μυστήρια λαμβάνουμε μέσα μας ὅλο τὸ Χριστό· γινόμαστε κοινωνοὶ θείας
φύσης· γινόμαστε χριστοφόροι· γινόμαστε μέτοχοι τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγάλη ἀλήθεια τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴ Θεία
Κοινωνία γίνεται κληρονόμος τῆς αἰώνιας Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα
καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
π. Γ.Δ.Σ.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως