Κυριακή 19 Αυγούστου 2012

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής


ΚΕΦ. ΙΗ ΄(18)
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ

Στιχ. 23-35. Η παραβολή των μυρίων ταλάντων.



23 Δι τοτο μοιθη βασιλεα τν ορανν νθρπ βασιλε, ς θλησε συνραι λγον μετ τν δολων ατο.

24 ρξαμνου δ ατο συναρειν προσηνχθη ατ ες φειλτης μυρων ταλντων.

25 μ χοντος δ ατο ποδοναι κλευσεν ατν κριος ατο πραθναι κα τν γυνακα ατο κα τ τκνα κα πντα σα εχε, κα ποδοθναι.

26 πεσν ον δολος προσεκνει ατ λγων· κριε, μακροθμησον π᾿ μο κα πντα σοι ποδσω.

27 σπλαγχνισθες δ κριος το δολου κενου πλυσεν ατν κα τ δνειον φκεν ατ.

28 ξελθν δ δολος κενος ερεν να τν συνδολων ατο, ς φειλεν ατ κατν δηνρια, κα κρατσας ατν πνιγε λγων· πδος μοι ε τι φελεις.

29 πεσν ον σνδουλος ατο ες τος πδας ατο παρεκλει ατν λγων· μακροθμησον π᾿ μο κα ποδσω σοι.

30 δ οκ θελεν, λλ πελθν βαλεν ατν ες φυλακν ως ο ποδ τ φειλμενον.

31 δντες δ ο σνδουλοι ατο τ γενμενα λυπθησαν σφδρα, κα λθντες διεσφησαν τ κυρίῳ αυτν πντα τ γενμενα.

32 ττε προσκαλεσμενος ατν κριος ατο λγει ατ· δολε πονηρ, πσαν τν φειλν κενην φκ σοι, πε παρεκλεσς με.

33 οκ δει κα σ λεσαι τν σνδουλν σου, ς κα γ σε λησα;

34 κα ργισθες κριος ατο παρδωκεν ατν τος βασανιστας ως ο ποδ πν τ φειλμενον ατ.

 35 Οτω κα πατρ μου πουρνιος ποισει μν, ἐὰν μ φτε καστος τ δελφ ατο π τν καρδιν μν τ παραπτματα ατν.

Ερμηνεία



23 Επειδή στη βασιλεία των ουρανών το καθήκον να συγχωρούμε όσους μας έχουν φταίξει είναι απεριόριστο, γι’ αυτό μοιάζει η βασιλεία των ουρανών μ’ έναν επίγειο βασιλιά, που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι και αυλικοί του, στους οποίους είχε αναθέσει τη διαχείριση των φόρων και των εισπράξεών του.

24 Κι όταν αυτός άρχισε να κάνει το λογαριασμό, του  έφεραν ένα χρεώστη, ο οποίος χρωστούσε δέκα χιλιάδες τάλαντα, δηλαδή ένα αμύθητο ποσό.


25 Επειδή όμως αυτός δεν είχε να πληρώσει, διέταξε ο Κύριος να πουληθεί κι αυτός και η γυναίκα του και τα παιδιά του κι όλα όσα είχε, και να πληρωθεί το χρέος.

26 Έπεσε λοιπόν καταγής ο δούλος και τον προσκυνούσε λέγοντας: Κύριε, δώσ’ μου λίγο χρόνο ακόμη, κι όλα όσα χρωστώ θα σου τα πληρώσω.

27 Τότε ο Κύριός του τον λυπήθηκε και αισθάνθηκε συμπάθεια γι’ αυτόν, κι έτσι τον άφησε ελεύθερο, του χάρισε μάλιστα και το δάνειο.

28 Όταν όμως βγήκε έξω ο δούλος κείνος , βρήκε έναν από τους συνδούλους του που του χρώσταγε εκατό δηνάρια, δηλαδή ένα μικρό ποσό. Κι αφού τον σταμάτησε, τον πίεζε σκληρά λέγοντας: Εξόφλησέ μου ό,τι μου χρωστάς.

29 Έπεσε λοιπόν στα πόδια του ο σύνδουλός του και τον παρακαλούσε λέγοντας: Περίμενέ με και δώσ’ μου μια παράταση χρόνου , και θα σε πληρώσω.

30 Αυτός όμως δεν ήθελε, αλλά πήγε στο δικαστήριο και τον έριξε στη φυλακή , μέχρι να πληρώσει ό,τι χρωστούσε.

31 Όταν όμως είδαν οι άλλοι σύνδουλοί του αυτά που έγιναν, λυπήθηκαν πολύ. Κι αφού ήλθαν στον κύριό τους, του διηγήθηκαν όλα όσα συνέβησαν.

32 Τότε ο κύριός του τον προσκάλεσε και του είπε: Δούλε πονηρέ, όλο το χρέος εκείνο, το τόσο μεγάλο, σου το χάρισα, επειδή με παρακάλεσες.

33 Δεν έπρεπε και συ να λυπηθείς και να σπλαχνισθείς το σύνδουλό σου, όπως κι εγώ σε λυπήθηκα και σου έδειξα έλεος, αν και δεν είμαι σύνδουλός σου αλλά κύριός σου;

34 Και οργισμένος ο κύριός του τον παρέδωσε σ’ αυτούς που βασανίζουν τους φυλακισμένους, για να τον τιμωρούν μέχρι να εξοφλήσει όλα όσα χρωστούσε.

35 Έτσι θα κάνει σε σας ο επουράνιος Πατέρας μου, στον οποίο λόγω των αναρίθμητων αμαρτιών σας είστε χρεώστες αναρίθμητου χρέους, εάν δεν συγχωρήσετε ο καθένας τον αδελφό του όχι με το στόμα σας μόνο αλλά από την καρδιά σας.


«Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ»
+ΠΑΝ. Ν . ΤΡΕΜΠΕΛΑ
ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ»
ΑΘΗΝΑΙ 2011

Σάββατο 18 Αυγούστου 2012

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Κυ­ρι­α­κῆς ΙΑ´ Ματ­θαί­ου



Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον (ιη´ 23-35).

Εἶ­πεν ὁ Κύ­ρι­ος τὴν πα­ρα­βο­λὴν ταύ­την· ὡ­μοι­ώ­θη ἡ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν ἀν­θρώ­πῳ βα­σι­λεῖ ὃς ἠ­θέ­λη­σεν συ­νᾶ­ραι λό­γον με­τὰ τῶν δού­λων αὐ­τοῦ. Ἀρ­ξα­μέ­νου δὲ αὐ­τοῦ συ­ναί­ρειν προ­ση­νέ­χθη αὐ­τῷ εἷς ὀ­φει­λέ­της μυ­ρί­ων τα­λάν­των. Μὴ ἔ­χον­τος δὲ αὐ­τοῦ ἀ­πο­δοῦ­ναι ἐ­κέ­λευ­σεν αὐ­τὸν ὁ κύ­ρι­ος αὐ­τοῦ πρα­θῆ­ναι καὶ τὴν γυ­ναῖ­κα αὐ­τοῦ καὶ τὰ τέ­κνα καὶ πάν­τα ὅ­σα εἶ­χε, καὶ ἀ­πο­δο­θῆ­ναι. Πε­σὼν οὖν ὁ δοῦ­λος προ­σε­κύ­νει αὐ­τῷ λέ­γων· κύ­ρι­ε μα­κρο­θύ­μη­σον ἐπ᾿ ἐ­μοί, καὶ πάν­τα σοι ἀ­πο­δώ­σω. Σπλαγ­χνι­σθεὶς δὲ ὁ κύ­ρι­ος τοῦ δού­λου ἐ­κεί­νου ἀ­πέ­λυ­σεν αὐ­τόν, καὶ τὸ δά­νει­ον ἀ­φῆ­κεν αὐ­τῷ. Ἐ­ξελ­θὼν δὲ ὁ δοῦ­λος ἐ­κεῖ­νος εὗ­ρεν ἕ­να τῶν συν­δού­λων αὐ­τοῦ, ὃς ὤ­φει­λεν αὐ­τῷ ἑ­κα­τὸν δη­νά­ρι­α, καὶ κρα­τή­σας αὐ­τὸν ἔ­πνι­γεν λέ­γων· ἀ­πό­δος μοι εἴ τι ὀ­φεί­λεις. Πε­σὼν οὖν ὁ σύν­δου­λος αὐ­τοῦ εἰς τοὺς πό­δας αὐ­τοῦ πα­ρε­κά­λει αὐ­τὸν λέ­γων· μα­κρο­θύ­μη­σον ἐπ᾿ ἐ­μοί, καὶ ἀ­πο­δώ­σω σοι· ὁ δὲ οὐκ ἤ­θε­λεν, ἀλ­λὰ ἀ­πελ­θὼν ἔ­βα­λεν αὐ­τὸν εἰς φυ­λα­κὴν ἕ­ως οὗ ἀ­πο­δῷ τὸ ὀ­φει­λό­με­νον. Ἰ­δόν­τες δὲ οἱ σύν­δου­λοι αὐ­τοῦ τὰ γε­νό­με­να ἐ­λυ­πή­θη­σαν σφό­δρα, καὶ ἐλ­θόν­τες δι­ε­σά­φη­σαν τῷ κυ­ρί­ῳ ἑ­αυ­τῶν πάν­τα τὰ γε­νό­με­να. Τό­τε προ­σκα­λε­σά­με­νος αὐ­τὸν ὁ κύ­ρι­ος αὐ­τοῦ λέ­γει αὐ­τῷ· δοῦ­λε πο­νη­ρέ, πᾶ­σαν τὴν ὀ­φει­λὴν ἐ­κεί­νην ἀ­φῆ­κά σοι, ἐ­πεὶ πα­ρε­κά­λε­σάς με· οὐκ ἔ­δει καὶ σὲ ἐ­λε­ῆ­σαι τὸν σύν­δου­λόν σου, ὡς καὶ ἐ­γὼ σὲ ἠ­λέ­η­σα; Καὶ ὀρ­γι­σθεὶς ὁ κύ­ρι­ος αὐ­τοῦ πα­ρέ­δω­κεν αὐ­τὸν τοῖς βα­σα­νι­σταῖς ἕ­ως οὗ ἀ­πο­δῷ πᾶν τὸ ὀ­φει­λό­με­νον αὐ­τῷ. Οὕ­τω καὶ ὁ πα­τήρ μου ὁ ἐ­που­ρά­νι­ος ποι­ή­σει ὑ­μῖν ἐ­ὰν μὴ ἀ­φῆ­τε ἕ­κα­στος τῷ ἀ­δελ­φῷ αὐ­τοῦ ἀ­πὸ τῶν καρ­δι­ῶν ὑ­μῶν τὰ πα­ρα­πτώ­μα­τα αὐ­τῶν.

Η τιμωρία των αμαρτωλών




…Ο διάβολος έκανε στους πρωτοπλάστους και κάνει διαρκώς στους ανθρώπους ψευδείς και δόλιες εισηγήσεις με σκοπό να τους παραπλανήσει και να τους απομακρύνει από τη ζωοποιό , σωστική, αγιοποιό και θεοποιό χάρη του Θεού και τελικά να τους οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή, στο σκότος το εξώτερον».

Σ’ αυτό το σκοτάδι που βασιλεύει έξω από τη βασιλεία του Θεού, γιατί στερείται πλέον των προϋποθέσεων εκείνων που χρειάζονται για να δουν το φως της αιώνιας βασιλείας του Θεού κι όχι γιατί ο Θεός τους καταδικάζει σ’ αυτό τιμωρώντας τους. Η Γραφή χρησιμοποιεί εκφράσεις που ανταποκρίνονται στο μορφωτικό επίπεδο των ανθρώπων της εποχής και όχι μόνο. Όταν ο άνθρωπος αναγεννηθεί «εξ ύδατος και Πνεύματος» και δια της πνευματικής ασκήσεως και μετοχής στα υπερφυή μυστήρια της Εκκλησίας αποκτά την ικανότητα να κατανοήσει το πραγματικό και βαθύτερο νόημα των λέξεων, όπως το ερμηνεύουν οι Άγιοι πατέρες στα θεόσοφα συγγράμματά τους. Στην ουσία η τιμωρία των αμαρτωλών είναι αυτοτιμωρία, αυτοκαταστροφή, και την επιτρέπει  ο Θεός προς όφελος των ίδιων των αμαρτωλών και των υπολοίπων. Στην περίπτωση των πρωτοπλάστων η τιμωρία έγινε , για να μη παραμείνει ο θάνατος αιώνιος, «να μ θάνατον τ κακόν». Οι πρωτόπλαστοι εξορίσθηκαν από τον Παράδεισο της τρυφής και ο Θεός «ταξε τ Χερουβμ κα τν φλογίνην ομφαίαν τν στρεφομένην φυλάσσειν τν δν το ξύλου τς ζως», για να μην επιστρέψουν και φάνε από τον καρπό του δέντρου της ζωής και ζήσουν αιώνια μέσα στην κόλαση της φθοράς και του θανάτου. Συνεπώς η εξορία τους από τον παράδεισο και ο θάνατος ήταν για το καλό τους και όχι προς τιμωρία τους.
Αλλά τι κακό και η αμαρτία συνεχίσθηκε. Πολύ γρήγορα έπεσαν στην ασέλγεια , στη μοιχεία και την πορνεία, γι’ αυτό και ο Θεός είπε: «Ο μ καταμείνη τ πνεμα μου ν ατος δι τ εναι ατος σάρκας» .Και ακολούθησε ο κατακλυσμός των υδάτων και «. Κα πθανε πσα σρξ κινουμνη π τς γς τν πετεινν, κα τν κτηνν, κα τν θηρων, κα πν ρπετν κινομενον π τς γς, κα πς νθρωπος».  Η αλαζονεία της αυτοθεώσεως πέρασε στην αλαζονεία της υστεροφημίας. Οι απόγονοι του Αδάμ θέλησαν να οικοδομήσουν πόλη και πύργο, του οποίου η κορυφή να φθάνει στο ύψος του ουρανού, προτού διασπαρούν σε όλη τη γη και το όνομά τους να παραμείνει αιώνια. Η αντίδραση του Θεού στην εωσφορική αυτή αλαζονεία των ανθρώπων ήταν άμεση . Είπε: «Δετε κα καταβντες συγχωμεν ατν κε τν γλσσαν, να μ κοσωσιν καστος τν φωνν το πλησον. κα δισπειρεν ατος Κριος κεθεν π πρσωπον πσης τς γς». Αργότερα οι κάτοικοι των Σοδόμων και Γομόρρων απεμακρύνθησαν τόσο πολύ από τον Θεό, ώστε εθεοποίησαν την σαρκική  ηδονή και τις γενετήσιες διαστροφές. Αυτό που λέμε σήμερα ομοφυλοφιλία και λεσβιασμό. Παλιότερα τον λέγαμε σοδομισμό. Σήμερα όλες οι σαρκικές διαστροφές και αμαρτίες καλύπτονται κάτω από το κάλυμμα της φιλίας και  αγάπης, του έρωτος. Σήμερα όλες οι γενετήσιες διαστροφές ονομάζονται  ιδιαίτερος προσωπικός τρόπος ζωής, που θέλει να προστατεύεται από την κρατική και ευρωπαϊκή νομοθεσία και την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Ο Θεός ,όμως, αντιθέτως προς τις σημερινές αντιλήψεις των αλλοτριωμένων από Αυτόν ανθρώπων, επενέβη τιμωρητικά στα Σόδομα και τα Γόμορρα. «Κα κατστρεψε τς πλεις τατας κα πσαν τν περχωρον κα πντας τος κατοικοντας ν τας πλεσι κα τ νατλλοντα κ τς γς» …

… Η πλεονεξία και η φιλαργυρία την οποία ο απ. Παύλος εξισώνει με την ειδωλολατρία είναι η αιτία της σημερινής οικονομικής κρίσεως. Η σημερινή οικονομική κρίση είναι αποτέλεσμα της πλεονεξίας και απληστίας, του θησαυρισμού, του υπερβολικού και αμαρτωλού κέρδους, διότι λέγει «τ περισσν κ το πονηρο στι» . Τραπεζίτες και λαός , επιχειρηματίες και εργαζόμενοι, άρχοντες και αρχόμενοι έχουν διαγράψει από τη ζωή τους τον Θεό. Δεν πιστεύουν στην Πρόνοια του Θεού. Θεός τους είναι το χρήμα, το κέρδος. Η απιστία, η ηθική και πνευματική πτωχεία φέρνει την απληστία και την πλεονεξία και αυτή με τη σειρά της φέρνει την οικονομική κρίση. Οι Άγιοι Απόστολοι του Χριστού ήσαν πάμπτωχοι οικονομικά, , αλλά ήσαν πάμπλουτοι πνευματικά. Έτσι ήσαν «ς πτωχο, πολλος δ πλουτίζοντες, ς μηδν χοντες κα πάντα κατέχοντες». Η προσκόλληση στα υλικά πράγματα είναι καθαρή ειδωλολατρία. Ο Κύριος λέγει ότι «πάντα τατα τ θνη πιζητε·»…
(συνεχίζεται)


Από το βιβλίο: «ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ»
Αρχιμανδρίτου Τιμοθέου (Τζιαβάρα)
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2010

Nα λες συνέχεια † Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με †

Προσοχή στα οράματα Γερ Παισιος

Φωτογραφίες από την πυρκαγιά στον Άγιον Όρος με τον φακό του Τάλαντο











ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

84. Έλεγε ο γέρων Παίσιος.
Η γυναίκα όταν είναι έγκυος πρέπει να είναι ήρεμη, να διαβάζει το Ευαγγέλιο, να προσεύχεται, να λέει την ευχή.
Έτσι αγιάζεται και το παιδί. Από τώρα αρχίζει η ανατροφή του παιδιού.
Να προσέχεις να μην στεναχωρείς την έγκυο για κανένα λόγο.
85. Ο Διάβολος προσπαθεί να τα καταστρέψει όλα για να μη βρει η νέα γένια καλή «μαγιά» για να «ζυμωθεί».
86. Πρέπει να απλοποιήσουμε την ζωή μας. Η πολυτέλεια κουράζει. Είναι μερικοί που συνεχεία θέλουν να αλλάζουν έπιπλα κλπ. Τρέχουν μετά να βγάλουν περισσότερα χρήματα και έτσι γεμίζουν άγχος.
87. Είπε πάλι. Καλό είναι η οικογένεια να έχει τον ίδιο πνευματικό. Ο άντρας, η γυναίκα, τα παιδία, αυτό βοηθά πολύ.
88. Ένας πιστός τον ρώτησε. Γέροντα, σήμερα πήραν βαθμούς τα παιδία και είναι στεναχωρημένα.
Κοίτα να δεις, σήμερα οι μεγάλοι θέλουν να παίρνουν πολλά λεφτά με λίγη δουλειά, και οι μικροί να παίρνουν μεγάλους βαθμούς, χωρίς διάβασμα.
Και αν είναι δυνατόν να μην φεύγουν από την καφετέρια ή την ξυλοτέξ – πως το λένε – να παίρνουν ένα τηλέφωνο να ρωτούν τι βαθμούς τους έβαλαν. (γέλια).
89. Είπε πάλι. Ακόμη και μέσα στο γάμο πρέπει να συγκρατεί κανείς τον εαυτό του από την ηδονή. Να βάζεις φρένο στην φιληδονία του!
90. Ρώτησε κάποιος τον γέροντα Παϊσιο.
Γέροντα σήμερα πολλοί νέοι άνθρωποι δεν θέλουν να κάνουν παιδιά γιατί σκέφτονται σε τι είδος κόσμο θα φέρουν το παιδί τους.
Μόλυνση από τα χημικά, από τα πυρηνικά, ζωή γεμάτη άγχος, άγρια κοινωνία, πόλεμοι, πεινά, σκοτωμοί, βιασμοί, αρπαγές, απαγωγές………
Αν είμαστε κιόλας στον καιρό του Αντίχριστου σκέφτομαι και εγώ μήπως δεν αξίζει κανείς να παντρεύεται και να κάνει παιδία.
Όχι, Θανάση δεν είναι έτσι!........
Οι χριστιανοί στο καιρό των διωγμών δεν παντρεύονταν;
Και παντρεύονταν και παιδιά έκαναν!!
Είχαν την ελπίδα τους στηριγμένη στο Χριστό…..όχι στους ανθρώπους.
Είναι ολιγοπιστία αυτός ο λογισμός. Ο Θεός σε μια στιγμή μπορεί να τα διορθώσει όλα. Να σβήσει όλα τα στραβά. Κάνουν οι άνθρωποι σχέδια….έχει και Θεός τα δικά Του.
Να ήξερες πόσες φορές τύλιξε ο διάβολος τη γη με την ουρά του για να την καταστρέψει….
Δεν τον άφησε ο Θεός….του χαλάει τα σχέδια. Και το κακό που πάει να κάνει ο διάβολος, ο Θεός το αξιοποιεί και βγάζει μεγάλο καλό. Μην ανησυχείς!
91. Κάποια φορά ο π. Παϊσιος μου διηγήθηκε πως του παρουσιάστηκε η Παναγία μας, μέρα μεσημέρι, και τον βοήθησε σε μια ανάγκη που είχε. Συνομίλησαν μαζί για λίγα λεπτά.
Πως αισθανθήκατε γέροντα; Ρώτησα.
Μεγάλη χαρά….όμως αισθανόμουν και ντροπή…..δυσκολεύομαι…Μητέρα του Θεού είναι….με τον άγιο Ιωακείμ και την αγία Άννα κινούμε πιο άνετα!
92. Ρώτησε κάποιος. Γέροντα είναι μερικά ζευγάρια που ενώ θέλουν, δεν μπορούν να κάνουν παιδιά. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Για να βολεύεται και κανένα ορφανό…τους έδωσε και ο Θεός ένα δικό τους μετά!
93. Είπε πάλι. Όταν γυρίζει κανείς από την δουλειά του και είναι νευριασμένος ή αγχωμένος καλύτερα είναι να πάει μια βόλτα στο πάρκο για είκοσι λεπτά και να γυρίσει στο σπίτι του ήρεμος και με χαμόγελο, και ας πάει καθυστερημένος.
94. Είπε πάλι. Σήμερα τον ζαλίζουν τον άνθρωπο. Τα χτυπάνε τα καημένα τα παιδιά από δω και από κει με διάφορες θεωρίες, τα πιάνει μετά φόβος, άγχος και ξεσπάνε στα ναρκωτικά και την διασκέδαση. Αλλά αυτή η κοσμική διασκέδαση προσθέτει άγχος.
Βλέπεται από αυτή την ζωή κανείς γεύεται σε κάποιο βαθμό την κόλαση ή τον παράδεισο αν ζει σύμφωνα με το θέλημα του θεού με την Εκκλησία.
95. Χάρισε γέροντας ένα βιβλίο στα μεγάλα παιδιά της Γ` Λυκείου, που έλεγε για την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
96. Oι γονείς να προσέχουν στο σπίτι τι βιβλία, έχουν γιατί μπορεί να πέσουν στα χέρια των παιδιών και να πάθουν ζημιά. Στο σπίτι να έχεις μόνο χριστιανικά βιβλία.
97. Είπε πάλι. Όταν το παιδί από μικρό γεμίσει με Χριστό πηγαίνει στην εκκλησία με τους γονείς, κοινωνεί, ψάλλει, προσεύχεται, αργότερα όταν μεγαλώσει και φύγει μακριά από τους γονείς και βρεθεί ακόμη και σε άσχημο περιβάλλον δεν έχει ανάγκη. Είναι σαν το ξύλο που όταν έχει ποτιστεί καλά με λινέλαιο μετα δεν έχει ανάγκη από την βροχή, επειδή είναι ποτισμένο με το λαδί, δεν δέχεται τα νερά, τα πετάει έξω.
98. Έλεγε πάλι. Στα παιδία πρέπει να προσέχουμε πολύ τι τους λέμε. Γιατί έχουν μια απλότητα και τα πιστεύουν. Είναι και πολλά που έχουν μεγάλο φιλότιμο και παίρνουν τα λόγια των γονιών τους κατά γράμμα.
99. Ρώτησαν τον γέροντα.
Σε αυτά τα παιδία που έχουν μπλέξει με την γιόγκα και με την μαγεία, πρέπει να τους το λέει κανείς ξεκάθαρα, από την αρχή ότι είναι διαβολικά αυτά η να τους το λέει σιγά - σιγά΄;
Και ο γέρων απάντησε.
Να τους το λέει κανείς, αλλά με καλοσύνη.
100. Είπε πάλι.
Αν ο άνθρωπος αγαπήσει τον Θεό, αγαπάει και τον πλησίον και μετά παθαίνει υπερχείλιση η καρδιά και αγαπάει τα ζώα, την κτίση όλη.

Ο δια Χριστόν... κλέφτης!

ΓΕΡΩΝ ΠΑΙΣΙΟΣ


Στην Πνευματική ζωή, είναι ανάποδα τα πράγματα. Άμα κρατάς εσύ το άσχημο , τότε νοιώθεις όμορφα. Άμα το δίνεις στον άλλον, τότε νοιώθεις άσχημα. Όταν δέχεσαι την αδικία και δικαιολογείς τον πλησίον σου, δέχεσαι τον πολυαδικημένο Χριστό, στην καρδιά σου. Τότε ο Χριστός μένει με το ενοικιοστάσιο [1] ,μέσα σου και σε γεμίζει με ειρήνη και αγαλλίαση. Για δοκιμάστε, βρε παιδιά, να ζήσετε αυτήν την χαρά! Να μάθετε να χαίρεσθε με αυτήν την πνευματική χαρά, όχι με την κοσμική. Πάσχα θα έχετε τότε κάθε μέρα.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από την χαρά που νοιώθεις, όταν δέχεσαι την αδικία. Μακάρι να με αδικούσαν όλοι οι άνθρωποι! Ειλικρινά, σας λέω, την γλυκύτερη πνευματική χαρά την ένοιωσα μέσα στην αδικία. Ξέρετε πόσο χαίρομαι , όταν κάποιος με πει πλανεμένο; «Δόξα σοι ο Θεός, λέω, από αυτό έχω μισθό, ενώ αν με πουν άγιο, χρωστάω». Γλυκύτερο πράγμα από την αδικία δεν υπάρχει!

Ένα πρωϊ στο καλύβι χτύπησε κάποιος το σιδεράκι στην πόρτα. Κοίταξα από το παράθυρο να δω ποιος είναι, γιατί δεν ήταν ακόμα η ώρα να ανοίξω. Είδα έναν νέο με φωτεινό πρόσωπο και κατάλαβα ότι είχε βιώμαα πνευματικά, αφού τον πρόδιδε η Χάρις του Θεού. Γι’ αυτό, αν και ήμουν απασχολημένος, διέκοψα αυτό που έκανα, άνοιξα την πόρτα, τον πήρα μέσα, του πρόσφερα νερό και με τρόπο άρχισα να τον ρωτάω για την ζωή του, γιατί έβλεπα ότι είχε πνευματικό περιεχόμενο. «Τι δουλειά κάνεις, παλληκάρι;» τον ρώτησα. «Τι δουλειά, πάτερ; μου λέει. Εγώ στην φυλακή μεγάλωσα. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου εκεί τα πέρασα. Τώρα είμαι είκοσι έξι χρονών». «Καλά βρε παλληκάρι, τι έκανες και σε έκλειναν φυλακή;», τον ρώτησα. Κι εκείνος μου άνοιξε την καρδιά του: «Από μικρός, μου είπε, πονούσα πολύ, όταν έβλεπα δυστυχισμένους ανθρώπους. Ήξερα όλους τους πονεμένους, όχι μόνον από την ενορία μου αλλά και από άλλες ενορίες. Επειδή ο παπάς της ενορίας μας με τους επιτρόπους μάζευαν συνέχεια χρήματα και έφτιαχναν κτήρια, αίθουσες κτλ, ή έκαναν διάφορους εξωραϊσμούς, είχαν παραμεληθεί τελείως οι φτωχές οικογένειες. Εγώ δεν κρίνω εάν ήταν απαραίτητα αυτά που έφτιαχναν, αλλά έβλεπα να υπάρχουν πολλοί δυστυχισμένοι άνθρωποι. Πήγαινα λοιπόν κρυφά και έκλεβα από τα χρήματα που μάζευαν από τους εράνους. Έπαιρνα αρκετά, δεν τα έπαιρνα όλα. Ύστερα αγόραζα τρόφιμα, διάφορα πράγματα, τα άφηνα κρυφά έξω από τα σπίτια των φτωχών και αμέσως, για να μην πιάσουν άλλον άδικα, πήγαινα στην αστυνομία και έλεγα: «Εγώ έκλεψα τα χρήματα από την εκκλησία και τα ξόδεψα», χωρίς να πω τίποτε άλλο. Με άρχιζαν στο ξύλο και στο βρισίδι, «αλήτη, κλέφτη», εγώ σιωπούσα. Με έκλειναν μετά στην φυλακή. Αυτή η δουλειά γινόταν για χρόνια. Όλη η πόλη όπου έμενα - τριάντα χιλιάδες κάτοικοι – και άλλες πόλεις με είχαν μάθει, και «αλήτη» με ανέβαζαν, «κλέφτη» με κατέβαζαν. Εγώ σιωπούσα και ένοιωθα χαρά. Κάποτε μάλιστα με είχαν κλείσει στην φυλακή τρία ολόκληρα χρόνια. Μερικές φορές με έκλειναν άδικα στην φυλακή και, όταν έπιαναν τον ένοχο, με άφηναν. Αν δεν τον έπιαναν καθόμουν μέσα, όσο έπρεπε να καθίσει εκείνος. Γι’ αυτό σου είπα, πάτερ μου, ότι τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στις φυλακές».

Αφού τον άκουσα με προσοχή, του είπα: «Βρε παλληκάρι, όσο καλά και αν φαίνεται αυτό, δεν είναι καλό και να μην το ξανακάνης. Άκου τι θα σου πω. Θα με ακούσης;». «Θα σε ακούσω πάτερ» μου λέει. «Να απομακρυνθείς από αυτή την πόλη, του λέω, να πας σε άγνωστο περιβάλλον, στην τάδε πόλη, και εγώ θα φροντίσω να συνδεθής με καλούς ανθρώπους. Να εργάζεσαι και να βοηθάς, όσο μπορείς, τους πονεμένους από το υστέρημα σου, επειδή αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Αλλά, και όταν κανείς δεν έχει τίποτα να δώσει σε έναν φτωχό και πονάει η καρδιά του, τότε κάνει ανώτερη ελεημοσύνη, διότι κάνει ελεημοσύνη με το αίμα της καρδιάς του. Γιατί εάν είχε κάτι και το έδινε, θα αισθανόταν και χαρά, ενώ, όταν δεν έχει να δώσει, αισθάνεται πόνο στην καρδιά». Μου υποσχέθηκε ότι θα ακούσει την συμβουλή μου και έφυγε χαρούμενος. Έπειτα από επτά μήνες παίρνω ένα γράμμα από τις φυλακές Κορυδαλλού, στο οποίο έγραφε τα εξής; «Ασφαλώς, πάτερ μου, θα απορήσεις που σου γράφω πάλι από την φυλακή μετά από τόσες συμβουλές που μου έδωσες και μετά τις υποσχέσεις που σου έδωσα. Μάθε ότι αυτή την φορά υπηρετώ μία φυλάκιση την οποία είχα υπηρετήσει, κάποιο λάθος έγινε. Ευτυχώς που δεν υπάρχει ανθρώπινη δικαιοσύνη, γιατί θα αδικούνταν οι πνευματικοί άνθρωποι επειδή θα έχαναν τον ουράνιο μισθό». Όταν διάβασα αυτά τα τελευταία λόγια, θαύμασα αυτόν τον νέο, που είχε πάρει τόσο ζεστά την πνευματική ζωή και είχε συλλάβει τόσο βαθιά το βαθύτερο νόημα της ζωής! Δια Χριστόν κλέφτης! Μέσα του είχε Χριστό. Δεν μπορούσε να φρενάρει τον εαυτό του από την χαρά που ένοιωθε. Θεία παλαβομάρα, πανηγύρι είχε!

- Γέροντα, από το ρεζίλι ερχόταν η χαρά;

- Από την αδικία ερχόταν η χαρά. Κοσμικός άνθρωπος ήταν, ούτε συναξάρια, ούτε Πατερικά είχε διαβάσει και, ενώ έτρωγε άδικα ξύλο, τον έκλειναν στην φυλακή, τον είχαν μέσα στην πόλη για αλήτη, για παλιόπαιδο, για κλέφτη, γινόταν ρεζίλι, αυτός δεν μιλούσε και τα αντιμετώπιζε όλα τόσο πνευματικά! Νέος άνθρωπος, και δεν φρόντιζε να αποκατασταθή, αλλά πώς να βοηθήσει τους άλλους! Τους μεγάλους κλέφτες πολλές φορές δεν τους κλείνουν ούτε μία φορά στη φυλακή, ενώ αυτόν τον δόλιο τον φυλάκισαν για την ίδια κλοπή δύο φορές και για άλλες κλοπές τον φυλάκισαν άδικα, μέχρι να βρουν τον πραγματικό κλέφτη! Την χαρά όμως που είχε αυτός δεν την είχαν όλοι οι κάτοικοι της πόλης. Τριάντα χιλιάδες χαρές δεν συμπλήρωναν την δική του χαρά.

Γι’ αυτό λέω ότι ένας πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις. Όταν η αγάπη αυξηθεί και καεί η καρδιά από τον θείο έρωτα, δεν μπορεί να σταθεί πλέον η θλίψη. Η μεγάλη αγάπη προς τον Χριστό υπερνικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες που του προξενούν οι άνθρωποι.

Γέρων Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης



Δεύτερος σταθμός μας στο μακρύ δρόμο της σπουδής μας στους βίους και τους λόγους Αγίων γερόντων της Εκκλησίας μας, αποτελεί ο Άγιος Γέροντας Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης. Ο βίος του εκπλήσσει και προκαλεί θαυμασμό και συνάμα δέος σε κάθε αναγνώστη.

Ο Γέροντας Πορφύριος κατά κόσμον Ευάγγελος, γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906, στην Εύβοια, στο χωριό Άγιος Ιωάννης της επαρχίας Καρυστίας.
Ο πατέρας του ονομάζονταν Λεωνίδας. Ήταν ψάλτης στο χωριό και είχε γνωρίσει προσωπικά τον Άγιο Νεκτάριο. Η μητέρα του ονομάζονταν Ελένη. Και οι δυο διακρίνονταν για την ευσέβεια και την φιλοθεΐα τους.

Η οικογένεια που προέκυψε από τον γάμο των δύο ήταν πολυμελής και δύσκολα μπορούσε να συντηρηθεί με τα υπάρχοντα. Έτσι λοιπόν ο πατέρας υποχρεώνεται να μεταναστεύσει για κάποιο διάστημα στην Αμερική όπου και δούλεψε.

Ο μικρός Ευάγγελος ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας. Από μικρός δεν έπαψε να ασχολείται με διάφορες δουλείες. Όπως ο ίδιος διηγείται, μικρός έβοσκε ζώα, πότιζε κτλ. Στο σχολείο κατάφερε να πάει μια τάξη μόνο. Με τα λίγα γράμματα τα οποία έμαθε κατάφερε να διαβάσει συλλαβιστά το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου. Τότε ήταν που του ήλθε και ο ζήλος να φύγει και να γίνει μοναχός.

Αργότερα, στα επτά του χρόνια, αρχίζει και εργάζεται σ΄ ένα κατάστημα στην Χαλκίδα και μετά σ΄ ένα κατάστημα στον Πειραιά ως τα δώδεκα του χρόνια. Τότε είναι το χρονικό σημείο όπου ο Ευάγγελος παίρνει την απόφαση να πάει στο Άγιον Όρος να ασκηθεί και να ομοιάσει τον Άγιο Ιωάννη τον καλυβίτη, που τόσο αγάπησε από μικρός. Αυτό δεν το κατάφερε αμέσως.

Τελικά όμως η χάρις του Θεού τον οδήγησε στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου Καυσοκαλυβίων και εκεί τον υποδέχτηκαν και τον δέχτηκαν δυο γέροντες, αδελφοί κατά σάρκα, ο Παντελεήμων, ο και πνευματικός και ο Ιωάννικιος. Στην καλύβη των δύο αυτών γερόντων εγκαταστάθηκε και έκανε υπακοή, ο μικρός τότε στην ηλικία Ευάγγελος, πλην όμως μεγάλος στην πίστη και την αγάπη του Χριστού.

Μετά από υπακοή και άσκηση γίνεται μοναχός και παίρνει το όνομα Νικήτας. Μετά από δύο χρόνια γίνεται και μεγαλόσχημος, ενώ μετά από λίγο ο Θεός του δωρίζει το διορατικό χάρισμα.

Όπως ο ίδιος ο γέροντας αναφέρει η χάρις του Θεού ήλθε σ΄ αυτόν από έναν άλλο ασκητή, τον Γερό - Δημά. Πρόκειται για έναν Ρώσο ασκητή ο οποίος έμενε σε μια πρωτόγονη καλύβα των Καυσοκαλυβίων. Ευλαβής ανιδιοτελής και άγνωστος σ΄ όλη του τη ζωή. Αυτός λοιπόν ο άγιος ασκητής μετέδωσε χαρίσματα πνευματικά στον γέροντα.

Στα δεκαεννιά του χρόνια ο γέροντας αρρώστησε σοβαρά. Οι γέροντες του, μη μπορώντας να του προσφέρουν τα απαραίτητα, αποφασίζουν να τον στείλουν στον κόσμο για να μπορέσει να θεραπευτεί. Επέστρεψε στην πατρίδα του την Εύβοια, όπου κανείς δεν τον αναγνώρισε, αφού όλοι νόμιζαν πως ήταν χαμένος. Είχε να εμφανιστεί από τότε που είχε φύγει για τον Πειραιά.

Στο χωριό έσπευσε να συναντήσει τον πατέρα του και να πάει στο σπίτι του. Πραγματικά μόλις είδε τον πατέρα του τον αναγνώρισε αμέσως. Όχι όμως και ο πατέρας του. Ακολούθησε ένας συγκινητικός διάλογος τον οποίο αναφέρει ο γέροντας και κατόπιν η είσοδος στο πατρικό σπίτι και η συνάντηση με την μητέρα του.
Μόλις αισθάνθηκε καλύτερα, θέλησε να πάει πάλι στο Άγιον Όρος και πήγε, μα και πάλι η υγεία του παρουσίασε επιδείνωση.

Το αυτό συνέβη και ακόμη μία φορά, οπότε οι γέροντες του Παντελεήμων και Ιωαννίκιος τον συμβουλεύουν να βγει στον κόσμο "κι΄ αν ποτέ ο Θεός σ΄ αξιώσει … και θελήσεις να έλθεις εδώ… εμείς σε θέλουμε…" του είπαν.

Ο γέροντας και πάλι κάνοντας υπακοή βγαίνει από το Άγιον Όρος και τελικά εγκαθίσταται στην μονή του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών. Το 1926 χειροτονείται ιερέας από τον Πορφύριο τον Γ΄, Αρχιεπίσκοπο Σινά, ο οποίος του έδωσε το όνομα Πορφύριος. Στα εικοσιδύο του χρόνια γίνεται πνευματικός - εξομολόγος και λίγο αργότερα αρχιμανδρίτης.

Στην Εύβοια, στον Άγιο Χαράλαμπο, έζησε δώδεκα χρόνια διακονώντας τους ανθρώπους ως εξομολόγος και πνευματικός. Επίσης υπηρέτησε και τρία χρόνια στην εγκαταλελειμμένη μονή του Αγίου Νικολάου.

Μετά την Εύβοια, ο γέροντας εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και υπηρέτησε στην πολυκλινική Αθηνών για τριάντα τρία χρόνια. Ακούραστα διακονούσε τους ασθενείς στους οποίους μέσω της εξομολογήσεως παρείχε το φάρμακο της αφέσεως των αμαρτιών.

Το 1955, ο γέροντας εγκαθίσταται στο μονύδριο του Αγίου Νικολάου, στα Καλλίσια Αττικής, εξασκώντας και εδώ το πνευματικό του έργο .

Το 1979, ο γέροντας εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι με το όνειρο να χτίσει μοναστήρι. Ένα όνειρο που δεν άργησε να εκπληρωθεί. Στην αρχή ο γέροντας έμενε σε ένα τροχόσπιτο κάτω από αντίξοες συνθήκες. Αργότερα μεταφέρθηκε σε κτίσμα του υπό ανέγερση μοναστηριού, για το οποίο κοπίασε και μόχθησε ιδιαιτέρως αν και ασθενής. Με τη θεμελίωση του καθολικού της μονής στις 26 Φεβρουαρίου 1990 αξιώθηκε να δει το όνειρο του να γίνεται πραγματικότητα.

Και εδώ το πνευματικό έργο του γέροντα, ήταν ακατάπαυστο, αφού δεν έπαυσε να εξομολογεί και να δέχεται πονεμένους ανθρώπους οι οποίοι είχαν ανάγκη τη βοήθειά του.

Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο γέροντας άρχισε να ετοιμάζεται για το τέλος του επίγειου βίου του. Ήθελε να τελειώσει τον επίγειο βίο του στα Καυσοκαλύβια, που τόσο πολύ αγάπησε. Έλεγε "επιδιώκω και τώρα που εγήρασα να πάω να πεθάνω εκεί πάνω".

Έτσι και έγινε, το οσιακό του τέλος τον βρήκε στα Καυσοκαλύβια το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1991.

Το Άγιον Πνεύμα ψυχή της Εκκλησίας




Το Άγιον Πνεύμα ψυχή της Εκκλησίας
Του Αββά Ιουστίνου Πόποβιτς



Τα πάντα εν τη Εκκλησία είναι θεανθρώπινα: ο Θεός πάντοτε κατέχει την πρώτην, ο δε άνθρωπος την δευτέραν θέσιν. Χωρίς την θείαν δύναμιν οι άνθρωποι δεν δύνανται να ζουν την θεανθρωπίνην θείαν ζωήν ούτε να προκόπτουν εν αύτη. Διά παν το θεανθρώπινον, ο άνθρωπος έχει ανάγκην βοηθείας. Μόνον ενδυθέντες με την «δύναμιν εξ ύψους» (Λκ. 24, 19. Πράξ. Απ. 1, 8 ), δηλαδή με την θείαν δύναμιν του Αγίου Πνεύματος, oι άνθρωποι δύνανται να ζουν ευαγγελικώς επί της γης. Διά τούτο και εφανέρωσεν ο Σωτήρ, κατά τον Μυστικόν Δείπνον, την θείαν αλήθειαν περί του Αγίου Πνεύματος ως του πραγματοποιούντος και εκτελούντος την σωτηρίαν των ανθρώπων τη θεία ενεργεία Του εν τω Θεανθρωπίνω σώματι της Εκκλησίας (πρβλ. Ιω. 14, 16-17. 26. 15, 26. 16, 7-13 ). Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ενοικεί διά του Αγίου Πνεύματος εις τον άνθρωπον, τον ανακαινίζει, τον αγιάζει και τον χριστοποιεί (Εφ. 3, 16-17 ) . Χωρίς το Ά­γιον Πνεύμα, το πνεύμα του ανθρώπου φθείρεται και διασκορπίζεται διά των αμαρτιών εις αναριθμήτους θανάτους, εις αναρίθμητα μη όντα και ψευδοόντα. Το Πνεύμα το Άγιον ήλθεν εις τον κόσμον διά τον Χριστόν και διά του Χριστού, και έγινε η ψυχή εις το σώμα της Εκκλησίας: και μόνον διά του Χριστού και διά τον Χρι­στόν δίδεται εις τους ανθρώπους. Τούτο σημαίνει ότι το Άγιον Πνεύμα μόνον διά τον Χριστόν και διά του Χριστού ζη εις την Εκκλησίαν. Όπου δεν υπάρχει ο Θεάν­θρωπος, εκεί δεν υπάρχει ούτε το Άγιον Πνεύμα. Διότι ο Χριστός ζη εις την Εκκλησίαν διά του Αγίου Πνεύμα­τος το οποίον αποτελεί την ψυχήν της...

* Η θεία Ευχαριστία και η θεία Κοινωνία μας ενώ­νουν όχι μόνο με Αυτόν, τον Αναντικατάστατον, αλλά και μεταξύ μας. «Εν σώμα οι πολλοί εσμέν», διότι κανείς από εμάς δεν αποτελεί ολόκληρον το σώμα, αλλ' έ­καστος είναι μόνον μέρος του σώματος, και τούτο πρέπει να αισθανώμεθα πάντοτε και να γνωρίζωμεν πόσον εξαρτώμεθα ο εις από τον άλλον: όλοι από ένα έκαστον, και έκαστος απ' όλους. Και να γνωρίζωμεν επί πλέον πόσον αναγκαίοι είμεθα ο εις εις τον άλλον: Όλοι εις έκαστον και έκαστος εις όλους, αλλά και έκαστος εις έκαστον. Η δύναμίς μας και η ισχύς μας, η ζωή μας και η αθανασία μας και η μακαριότης μας ευρίσκονται εις αυτήν την ενότητα και μόνον. Ποίος μας την δίδει αυτήν; Το σώμα του Χριστού, το σώμα του Θεού. Ο θαυμαστός Κύριος Ιησούς Χριστός είναι η αληθινή «βρώσις» μας και η αληθινή «πόσις» μας (Ιω. 6, 55 ) «Ούτω οι πολλοί εν σώμα εσμέν εν Χριστώ, ο δε καθ' εις αλλήλων μέλη» (Ρωμ. 12, 5 και Α' Κορ. 12, 27 ).

* Ο Χριστός είναι ταυτοχρόνως και ο Θεός Λόγος, και ο άνθρωπος, και ο Θεός Λόγος και η Εκκλησία, και ο Θεός Λόγος με το σώμα εις τους ουρανούς και μέσα εις το σώμα του, την Εκκλησίαν, επί της γης. Δεν είναι αυ­τό «μέγα μυστήριον»; Τα μέλη της Εκκλησίας αποτελούν εν οργανισμόν, εν σώμα και όμως έκαστον παραμένει ξεχωριστόν πρόσωπον. Και αυτό δεν είναι «μέγα μυ­στήριον» ; Τα πάντα εις την Εκκλησίαν είναι καθολικά και πάλιν τα πάντα είναι προσωπικά, έκαστος κατοικεί και ζη μέσα εις όλους, και όλοι μέσα εις ένα έκαστον, και όμως η ζωή εκάστου είναι ιδική του προσωπική ζωή, και το πρόσωπον εκάστου ιδικόν του πρόσωπον. Αυτό δεν είναι «μέγα μυστήριον»; Εις την Εκκλησίαν ζουν τόσοι και τόσοι αμαρτωλοί άνθρωποι και παρά ταύτα αυτή είναι «αγία και άμωμος», χωρίς ουδένα «σπίλον ή ρυτίδα» (Εφ. 5, 27 ). Δεν είναι και αυτό «μέγα μυστή­ριον»; Και ούτω καθ' εξής, από το μικρότερον έως το μεγαλύτερον τα πάντα εν τη Εκκλησία είναι «μέγα μυστήριον», διότι εις εν έκαστον απ' αυτά είναι παρών όλος ο θαυμαστός Κύριος Ιησούς Χριστός με όλα τα άπειρα θεανθρώπινα μυστήριά Του.

* Κάθε χριστιανός ζων «συν πάσι τοις αγίοις» εις το Θεανθρώπινον σώμα του «τελείου ανδρός», του Χριστού, αποκτά και ο ίδιος την τελειότητα αυτήν, κατά το μέτρον του κόπου του, γίνεται ο ίδιος τέλειος άνδρας. Ούτως εις την Εκκλησίαν γίνεται δι' έκαστον προσιτόν και πραγματοποιήσιμον εκείνο το θείον ιδεώδες και ο σκοπός: «Έσεσθε ουν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος εστίν» (Ματθ. 5, 48 ) . Ο άγιος Απόστολος εξαίρει με ιδιάζοντα τρόπον ότι ο σκοπός της Εκκλησίας είναι «ίνα παραστήσωμεν πάντα άνθρωπον τέλειον εν Χριστώ Ιησού» (Κολ. 1, 28 ).

* Ένας είναι ο σκοπός ολοκλήρου της θεανθρωπίνης Οικονομίας της σωτηρίας: «ίνα άρτιος η ο του Θεού άνθρωπος, προς παν έργον αγαθόν εξηρτημένος» (Β' Τιμ. 3, 17 ).

* Μόνον οι Άγιοι γνωρίζουν τον δρόμον και έχουν ό­λα τα μέσα, τα οποία δίδουν εις όλους τους ποθούντας τον Θεόν, να καταντήσουν «εις μέτρον ηλικίας του πλη­ρώματος του Χριστού». Το δε «πλήρωμα» του Χριστού και το «μέτρον της ηλικίας» Του τί είναι άλλο παρά το άγιον Θεανθρώπινον σώμα Του, η Εκκλησία; Όθεν, το να φθάσωμεν «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» ουδέν άλλο είναι παρά να γίνωμεν αληθινά μέλη της Εκκλησίας. Διότι η Εκκλησία είναι «το πλήρωμα» του Χριστού, «του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου».

* Η δαιμονισμένη ανθρωπίνη υψηλοφροσύνη, κρυμμένη υπό τον μανδύαν της Εκκλησίας, γίνεται δόγμα πίστεως, μεταβαλλόμενον εις δόγμα ζωής,.... εις δαιμονοποιημένον «εργαστήριον» εκβιασμού ανθρωπίνων συνει­δήσεων και απανθρωπίας! Εργαστήριον παραμορφώσε­ως του Θεού και του ανθρώπου και της κοινωνίας διά της παραμορφώσεως του Θεανθρώπου.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...