Η φράση αυτή “κυκλοφορεί” αρκετά τον τελευταίο καιρό στους οικονομικούς κύκλους του εξωτερικού επιβεβαιώνοντας αποτελέσματα ερευνών που διενεργήθηκαν σε 315 διεθνείς επιχειρήσεις και αποδεικνύουν ότι εκείνες που είχαν γυναίκες στα ανώτατα κλιμάκια διοίκησης είχαν περισσότερα κέρδη και μικρότερες απώλειες.
Σε διαφορετική έρευνα μεταξύ τραπεζών αποδείχτηκε ότι αυτές που είχαν γυναίκες στην κορυφή είχαν λιγότερες απώλειες σε χρήματα και θέσεις εργασίας στην περίοδο της κρίσης.
Τα στοιχεία αποκαλύπτει η δημοσιογράφος Ευγενία Κατούφα, με αφορμή την επιστημονική ημερίδα “Η γυναίκα μπροστά στις προκλήσεις της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης” που διοργανώνει το Διαμητροπολιτικό Δίκτυο Γυναικών της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας, αύριο στο Λαγκαδά της Θεσσαλονίκης. Παρουσιάζοντας δεδομένα από την ελληνική πραγματικότητα, η ίδια αναφέρει ότι από έρευνα της εταιρείας ICAP στις 500 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις της Ελλάδας το 2012, διαπιστώθηκε ότι όσες διευθύνονται από γυναίκες είχαν καλύτερα αποτελέσματα κερδοφορίας (+7,1% έναντι -17,3% στο σύνολο) και μικρότερες ζημιές (-4,3% έναντι -25,8% στο σύνολο).
Ωστόσο, η οικονομική κρίση φαίνεται να έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις γυναίκες σε κοινωνικό και εργασιακό επίπεδο, ακόμη και στο ενδοοικογενειακό περιβάλλον. “Οι άνδρες μετατρέπονται σε “σύζυγοι στο σπίτι” (house-husbands) και οι γυναίκες σε “προμηθευτές” (female breadwinners)” σχολιάζει η κ. Κατούφα.
Την ίδια στιγμή οι γυναίκες ηλικίας από 30 έως 40 χρόνων παρουσιάζουν μεγαλύτερη προδιάθεση να εκδηλώσουν το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης (burn out) καθώς ο περιορισμός του κράτους πρόνοιας μετατοπίζει τη φροντίδα των παιδιών από το κράτος στην οικογένεια. Επιπλέον, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η καθηγήτρια Κοινωνικής Εργασίας Χριστίνα Βάγια, οι γυναίκες πλήττονται περισσότερο από την ανεργία, αντιμετωπίζουν διαφορετική μεταχείριση από τους άνδρες στην εργασία, υφίστανται σωματική και ψυχολογική κακοποίηση και υποεκπροσωπούνται στον πολιτικό στίβο.
Το παράδοξο της γυναικείας ικανότητας στην αποτελεσματική διοίκηση και των δυσανάλογων επιπτώσεων που υφίσταται το γυναικείο φύλο από την οικονομική κρίση αποκαλύπτουν μια σειρά ακόμη ερευνητικών δεδομένων: -η ανεργία των γυναικών διαμορφώνεται στο 31% και στις νέες γυναίκες κάτω των 25 ετών φτάνει το 67%, -ο δείκτης αποστέρησης σε βασικά υλικά διαβίωσης στις Ελληνίδες είναι 21,5% ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο μισός, μόλις 10,5%, -η απασχόληση των γυναικών είναι κατά 13% χαμηλότερη από εκείνη των ανδρών, -οι αμοιβές τους είναι χαμηλότερες κατά 22% σε σχέση με εκείνες των ανδρών, -από τις αναφορές προς τον Συνήγορο της Ισότητας για την άνιση μεταχείριση γυναικών, το 40,8% αφορά τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, το 30,2% τη λύση της σχέσης εργασίας, το 13,5% τις διακρίσεις στις παροχές και το 7,7% σε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης, -από το Νοέμβριο του 2012 διακόπηκε η σύνταξη των 102 ευρώ μηνιαίως της πολύτεκνης μητέρας, και καταργήθηκαν το επίδομα για το τρίτο παιδί, το επίδομα των δύο χιλιάδων ευρώ για τη γέννηση του τρίτου παιδιού και το πολυτεκνικό επίδομα.
Αντιλαμβανόμενη την κατάσταση αυτή, η Εκκλησία της Ελλάδος αποφάσισε να αναλάβει δράση δημιουργώντας το διαμητροπολιτικό δίκτυο γυναικών, έναν σχηματισμό που ενεργοποιείται σε επίπεδο ενορίας με σκοπό γυναίκες να συμβάλλουν πιο αποδοτικά στο κοινωνικό έργο της εκκλησίας. “Το δίκτυο “δουλεύει” με εθελόντριες που δημιουργούν υπηρεσίες γυναικείων θεμάτων και οικογένειας. Αυτή τη στιγμή 45 μητροπόλεις συμμετέχουν στο δίκτυο που παρέχει πληροφόρηση, εκπαίδευση, προώθηση ενεργειών υπέρ της ισότητας των φύλων και δράσεις όπως συλλογή και διανομή τροφίμων, αντιμετώπιση και παραπομπή σε κοινωνικές δομές περιστατικών αλκοολισμού, κακοποίησης και ψυχικών ασθενειών” τονίζει η κ. Βάγια.
Σήμερα το δίκτυο, που λειτουργεί εδώ και δέκα χρόνια, αναζητά τρόπους δικτύωσης με ΜΚΟ, δημοτικούς οργανισμούς, συλλόγους, γυναικεία κινήματα και άλλους φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της κοινωνικής προσφοράς ώστε να υπάρξει μια συλλογική ενεργοποίηση που θα αποτελέσει “ασπίδα” στην κοινωνική και οικονομική κρίση. “Προς την κατεύθυνση αυτή συμβάλλει, κατά κάποιον περίεργο, τρόπο και η αύξηση των ποσοστών της ανεργίας καθώς μετά από κάποιο χρονικό διάστημα παραμονής ανθρώπων στην ανεργία, οι ίδιοι οδηγούνται στην κοινωνική προσφορά και τον εθελοντισμό” σχολιάζει και προσθέτει: “αυτή η προσφορά μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τον άνθρωπο και τον ψυχισμό του.
Αυτός είναι ο τρόπος που η βοήθεια γίνεται κοινωνική προσφορά και τα τοπικά δίκτυα καλλιεργούν την αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Πιστεύουμε ότι με τη δικτύωση, τη συσπείρωση και τη συλλογική φωνή μπορούμε να αναδείξουμε τον καταλυτικό ρόλο της διακονίας και της προσοικείωσης στη χάραξη φιλάνθρωπης κοινωνικής πολιτικής για τις γυναίκες και όχι μόνο”.