Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης



-         Άκου, παιδί μου. Ο αδελφός σου , επειδή ξέρει ποιο είναι το Θέλημα του Θεού, όσο περισσότερο δεν το κάνει και απομακρύνεται από αυτό, τόσο πιο γρήγορα θα τον αρπάξει, είπε κάποια μέρα σε μία νέα κοπέλα.
-         Τι εννοείτε «θα τον αρπάξει»,  Γέροντα; Θα αρρωστήσει; Θα πάθει τίποτα;
-         Δεν θα σου πω κάτι άλλο. Αυτό μόνο.
-         Γέροντα, τι μου λέτε τώρα; Τι θα πάθει ο αδελφός μου;
-         Εσύ μη ρωτάς τίποτε άλλο και κάνε αυτά που μπορείς.
-         Τι μπορώ να κάνω εγώ ; Δηλαδή, τι να του πω;
-         Να προσεύχεσαι να είναι στον δρόμο του Θεού και να του λες να κάνει το Θέλημα του Θεού, αυτό που ξέρει ποιο είναι.
Ο διάλογος έγινε τον Φεβρουάριο του 2003. Μετά από δύο χρόνια, τον Απρίλιο του 2005, ο αδελφός της γυναίκας πέθανε σε τροχαίο, σε ηλικία λίγο μεγαλύτερη των είκοσι ετών. Και όταν αυτή τηλεφώνησε στον Γέροντα, για να κάνει προσευχή, της είπε:
-         Μη ρίχνεις ένα δάκρυ γι’ αυτό που έγινε. Μη στενοχωριέσαι για τον αδελφό σου. Να χαίρεσαι! Να κλάψεις για τις δικές
Σου αμαρτίες και να πεις στους γονείς σου να κλαίνε για τις δικές τους αμαρτίες. Και να ζητούν να τον συναντήσουν, γιατί το παιδί έχει μπει στη Βασιλεία του Θεού, είναι εις την δεξιάν Του.
……………




-         Γέροντα, άμα γίνει πόλεμος με τους Τούρκους ,τι θα κάνουμε;
-         Ο πόλεμος σήμερα δε γίνεται με όπλα. Εμάς πάντοτε ο Θεός μας βοηθάει και η Παναγία είναι με το μέρος μας.
-         Ναι, Γέροντα, αλλά οι Τούρκοι είναι πιο πολλοί από εμάς.
-         Ας είναι! Την ψυχή του Έλληνα , που έχει τον Χριστό και την Παναγία δίπλα οδηγό, τη φοβούνται όλοι.
………………

Ένας άνδρας ,επειδή είχε πολύ ζήλο, μιλούσε συνέχεια στους γνωστούς και τους συγγενείς του, όποτε του δινόταν η ευκαιρία, για τον Χριστό. Όμως εκείνοι δεν πίστευαν πολύ και μερικές φορές , λόγω την έλλειψης διάκρισης από μέρους του, τους πλήγωνε χωρίς να το θέλει. Έτσι, σαν πήγε μια μέρα στον Γέροντα, και χωρίς να τον έχει ενημερώσει προηγουμένως σχετικά, τον άκουσε να του λέει:
-         Να προσέχεις αυτά που λες, γιατί καμιά φορά πληγώνουν. Να μη  μιλάς πολύ!
………….

-         Γέροντα, πονάω, του είπε από το τηλέφωνο ένα πνευματικό του παιδί, που υπέφερε επί δύο μήνες περίπου στην πλάτη, στη μέση και στο πόδι και μπορούσε να σηκωθεί.
-         Παιδί μου, δεν πονούσε ο Χριστός, όταν τον κάρφωναν στον σταυρό; Αυτό να σκέφτεσαι. Ο Κύριος σε επισκιάζει την ώρα που πονάς και σου δίνει τη Χάρη Του.

……………

-         Γιώργο, να  κάνεις προσευχή στον Κύριο να σου δείξει την  κόλαση, όχι τον Παράδεισο, μπας και σωθείς.

-         Γέροντα, εσείς την έχετε δει;

-         Ναι. Με πήρε Άγγελος Κυρίου και με πήγε. Και είδα πως είναι η κόλαση. Δεν μπορείς να φανταστείς τι γίνεται εκεί κάτω. Νομίζουνε όλοι ότι αυτά είναι παραμύθια.


Από το βιβλίο: «ΓΕΡΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΛΑΖΑΡΗΣ
Ο Πνευματικός της Μονής Δαδίου»
Τόμος Β΄
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΙΤΑΣ








Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012

Και όταν, Γέροντα, είναι χαλασμένα τα νεύρα;


Φωτογραφία: - Και όταν, Γέροντα, είναι χαλασμένα τα νεύρα;
- Χαλασμένα τα νεύρα; Τι θα πη αυτό; Μήπως είναι χαλασμένος ο λογισμός; Το πιο καλό απ’ όλα είναι ο καλός λογισμός. Κάποιος 
κοσμικός είχε φτιάξει σπίτι σε ένα ήσυχο μέρος. Αργότερα από την μια μεριά έγινε γκαράζ, από την άλλη δρόμος και από την άλλη ένα κοσμικό κέντρο. Μέχρι τα μεσάνυχτα νταούλια. Δεν μπορούσε ο καημένος να κοιμηθή∙ έβαζε ωτασπίδες στ’ αυτιά, άρχισε να παίρνη και χάπια. Κόντευε να τρελλαθή. Ήρθε και με βρήκε. «Γέροντα, αυτό και αυτό, μου λέει∙ δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Τι να κάνω; Σκέφτομαι να φτιάξω άλλο σπίτι». «Να βάλης καλό λογισμό, του λέω. Να σκέφτεσαι, αν γινόταν πόλεμος και στο γκαράζ έφτιαχναν τα τανκς, δίπλα ήταν νοσοκομείο και έφερναν τα ασθενοφόρα τους τραυματίες και εσένα σου έλεγαν: “Κάθησε εδώ. Σου εξασφαλίζουμε την ζωή, δεν θα σε πειράξουμε. Μπορείς να βγαίνης από το σπίτι σου ελεύθερα μόνο στην ακτίνα που είναι κτισμένα αυτά, γιατί εκεί δεν θα πέση σφαίρα” ή “να μείνης στο σπίτι σου και δε θα σε ενοχλήση κανείς”, μικρό πράγμα θα ήταν αυτό; Δεν θα το θεωρούσες ευλογία; Γι’ αυτό τώρα να πης: «Δόξα σοι ο Θεός, δεν γίνεται πόλεμος, ο κόσμος είναι καλά και κάνει τις δουλειές του. Στο γκαράζ αντί τα τανκς φτιάχνουν τα αυτοκίνητά τους οι άνθρωποι. Δόξα σοι ο Θεός , δεν υπάρχει νοσοκομείο, τραυματίες κ.λπ. Δεν περνούν τανκς∙ αυτοκίνητα περνούν και οι άνθρωποι τρέχουν στις δουλειές τους”. Αν φέρης έτσι καλό λογισμό, θα έρθη η δοξολογία μετά». Κατάλαβε ο καημένος ότι όλη η βάση είναι η σωστή αντιμετώπιση και έφυγε αναπαυμένος. Τα αντιμετώπισε σιγά- σιγά με καλούς λογισμούς, πέταξε και τα χάπια και κοιμόταν χωρίς δυσκολία. Βλέπεις με έναν καλό λογισμό πως τακτοποιείται κανείς;
Μια φορά ταξίδευα με το λεωφορείο και ο εισπράκτορας έβαλε το ράδιο δυνατά. Μερικοί νεαροί που θρήσκευαν, είπαν ότι είναι και ένας μοναχός και του έκαναν επανειλημμένως νόημα να το κλείση. Μια-δυο, τίποτε αυτός∙ το έβαλε πιο δυνατά. «Αφήστε τον, τους είπα, δεν πειράζει∙ μου κάνει ισοκράτημα στην ψαλμωδία μου». Με τον λογισμό μου έλεγα: «Αν, Θεός φυλάξοι, γινόταν ένα ατύχημα λίγο πιο πέρα και αναγκάζονταν να βάλουν στο δικό μας αυτοκίνητο ανθρώπους σακατεμένους, άλλος να είναι με σπασμένο πόδι, άλλος με σπασμένο κεφάλι, πως θα άντεχα αυτήν την σκηνή;
 Δόξα σοι ο Θεός, οι άνθρωποι είναι καλά και τραγουδούν κιόλας»
! Έτσι ταξίδευα μια χαρά ψάλλοντας…

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι Α΄, Με πόνο και αγάπη για το σύγχρονο άνθρωπο, Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» Σουρωτή Θεσσαλονίκη Και όταν, Γέροντα, είναι χαλασμένα τα νεύρα;
- Χαλασμένα τα νεύρα; Τι θα πη αυτό; Μήπως είναι χαλασμένος ο λογισμός; Το πιο καλό απ’ όλα είναι ο καλός λογισμός. Κάποιος
κοσμικός είχε φτιάξει σπίτι σε ένα ήσυχο μέρος. Αργότερα από την μια
μεριά έγινε γκαράζ, από την άλλη δρόμος και από την άλλη ένα κοσμικό κέντρο. Μέχρι τα μεσάνυχτα νταούλια. Δεν μπορούσε ο καημένος να κοιμηθή∙ έβαζε ωτασπίδες στ’ αυτιά, άρχισε να παίρνη και χάπια. Κόντευε να τρελλαθή. Ήρθε και με βρήκε. «Γέροντα, αυτό και αυτό, μου λέει∙ δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Τι να κάνω; Σκέφτομαι να φτιάξω άλλο σπίτι». «Να βάλης καλό λογισμό, του λέω. Να σκέφτεσαι, αν γινόταν πόλεμος και στο γκαράζ έφτιαχναν τα τανκς, δίπλα ήταν νοσοκομείο και έφερναν τα ασθενοφόρα τους τραυματίες και εσένα σου έλεγαν: “Κάθησε εδώ. Σου εξασφαλίζουμε την ζωή, δεν θα σε πειράξουμε. Μπορείς να βγαίνης από το σπίτι σου ελεύθερα μόνο στην ακτίνα που είναι κτισμένα αυτά, γιατί εκεί δεν θα πέση σφαίρα” ή “να μείνης στο σπίτι σου και δε θα σε ενοχλήση κανείς”, μικρό πράγμα θα ήταν αυτό; Δεν θα το θεωρούσες ευλογία; Γι’ αυτό τώρα να πης: «Δόξα σοι ο Θεός, δεν γίνεται πόλεμος, ο κόσμος είναι καλά και κάνει τις δουλειές του. Στο γκαράζ αντί τα τανκς φτιάχνουν τα αυτοκίνητά τους οι άνθρωποι. Δόξα σοι ο Θεός , δεν υπάρχει νοσοκομείο, τραυματίες κ.λπ. Δεν περνούν τανκς∙ αυτοκίνητα περνούν και οι άνθρωποι τρέχουν στις δουλειές τους”. Αν φέρης έτσι καλό λογισμό, θα έρθη η δοξολογία μετά». Κατάλαβε ο καημένος ότι όλη η βάση είναι η σωστή αντιμετώπιση και έφυγε αναπαυμένος. Τα αντιμετώπισε σιγά- σιγά με καλούς λογισμούς, πέταξε και τα χάπια και κοιμόταν χωρίς δυσκολία. Βλέπεις με έναν καλό λογισμό πως τακτοποιείται κανείς;
Μια φορά ταξίδευα με το λεωφορείο και ο εισπράκτορας έβαλε το ράδιο δυνατά. Μερικοί νεαροί που θρήσκευαν, είπαν ότι είναι και ένας μοναχός και του έκαναν επανειλημμένως νόημα να το κλείση. Μια-δυο, τίποτε αυτός∙ το έβαλε πιο δυνατά. «Αφήστε τον, τους είπα, δεν πειράζει∙ μου κάνει ισοκράτημα στην ψαλμωδία μου». Με τον λογισμό μου έλεγα: «Αν, Θεός φυλάξοι, γινόταν ένα ατύχημα λίγο πιο πέρα και αναγκάζονταν να βάλουν στο δικό μας αυτοκίνητο ανθρώπους σακατεμένους, άλλος να είναι με σπασμένο πόδι, άλλος με σπασμένο κεφάλι, πως θα άντεχα αυτήν την σκηνή;
Δόξα σοι ο Θεός, οι άνθρωποι είναι καλά και τραγουδούν κιόλας»
! Έτσι ταξίδευα μια χαρά ψάλλοντας…

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι Α΄, Με πόνο και αγάπη για το σύγχρονο άνθρωπο, Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» Σουρωτή Θεσσαλονίκη
 
ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ   7 ΣΕΠ 2012  

Ας κάψουν, να καή και ο διάβολος Εδώ καίγεται ο κόσμος όλος.


Φωτογραφία: !!!!!!!Ας κάψουν, να καή και ο διάβολος. Εδώ καίγεται ο κόσμος όλος.!!!!

- Γέροντα, οι αδελφές να καίνε στα κελλιά όσα κεριά θέλουν;!!!!!!!

- Ας κάψουν, να καή και ο διάβολος. 
Εδώ καίγεται ο κόσμος όλος.

 Μόνο να έχη νόημα το κεράκι που θα ανάψουν∙ να συνοδεύεται με προσευχή.
Όταν αφεθή κανείς στον Θεό, είναι μεγάλο πράγμα. Εμείς τρώμε γλυκούς καρπούς και προσφέρουμε την ρητίνη των δένδρων στον Θεό με το θυμιατήρι. Τρώμε το μέλι και προσφέρουμε στον Θεό το κερί, και αυτό συχνά το ανακατεύουμε με παραφίνη. Ένα κερί προσφέρουμε στον Θεό από ευγνωμοσύνη για τις πλουσιοπάροχες ευλογίες Του, και αυτό να το μουρνταρεύουμε; Πού να μας ζητούσε ο Θεός να Του προσφέρουμε το μέλι! Φαντάζομαι τότε τί θα κάναμε! Ή ζουμιά θα δίναμε ή λίγο ζαχαρόνερο. Ο Θεός να μη μας πάρη στα σοβαρά! Σε όλα μπορεί κανείς να κάνη οικονομία εκτός από την λατρεία στον Θεό. Στον Θεό θα προσφέρη το πιο καθαρό, το πιο καλό.
- Γέροντα, ο κόσμος δεν καταλαβαίνει εύκολα ότι είναι ανευλάβεια να καίμε κεριά από παραφίνη.
- Να πήτε στον κόσμο: « Για την υγεία σας δεν κάνει να καίτε κεριά από παραφίνη στους Ναούς». Έτσι θα το σκεφθούν λιγάκι αυτό. Αν είναι και μικρός ο Ναός, τότε είναι που πάει να σκάση κανείς. Καλύτερα να ανάψουν ένα μικρό κεράκι και να είναι γνήσιο, παρά ολόκληρη λαμπάδα με παραφίνη. Πολλοί στις Εκκλησίες γι’ αυτό ζαλίζονται και λιποθυμούν. Να είναι μικρός ο Ναός και να καίγεται όλη αυτή η παραφίνη!... Και να ήταν μόνο αυτό; Λάδια που δεν τρώγονται θέλουν να τα βάλουν στα κανδήλια! Πού φθάνουν οι άνθρωποι! Στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται ότι το λάδι που θα χρησιμοποιούσαν στον Ναό έπρεπε να το φτιάχνουν από ελιές που μάζευαν πάνω από τα δένδρα και όχι από αυτές που έπεφταν κάτω. Μήπως ο Θεός έχει ανάγκη από αυτό το λάδι ή από το θυμίαμα; Όχι, αλλά συγκινείται ο Θεός , γιατί είναι μια προσφορά, με την οποία εκφράζεται η ευγνωμοσύνη και η αγάπη του ανθρώπου προς Αυτόν. Στο Σινά μου είχε κάνει εντύπωση:

Αποσπασμα απο το βιβλιο Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο»Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Γέροντα, οι αδελφές να καίνε στα κελλιά όσα κεριά θέλουν;!!!!!!!

- Ας κάψουν, να καή και ο διάβολος.

Εδώ καίγεται ο κόσμος όλος.

Μόνο να έχη νόημα το κεράκι που θα ανάψουν∙ να συνοδεύεται με προσευχή.
Όταν αφεθή κανείς στον Θεό, είναι μεγάλο πράγμα. Εμείς τρώμε γλυκούς καρπούς και προσφέρουμε την ρητίνη των δένδρων στον Θεό με το θυμιατήρι. Τρώμε το μέλι και προσφέρουμε στον Θεό το κερί, και αυτό συχνά το ανακατεύουμε με παραφίνη. Ένα κερί προσφέρουμε στον Θεό από ευγνωμοσύνη για τις πλουσιοπάροχες ευλογίες Του, και αυτό να το μουρνταρεύουμε; Πού να μας ζητούσε ο Θεός να Του προσφέρουμε το μέλι! Φαντάζομαι τότε τί θα κάναμε! Ή ζουμιά θα δίναμε ή λίγο ζαχαρόνερο. Ο Θεός να μη μας πάρη στα σοβαρά! Σε όλα μπορεί κανείς να κάνη οικονομία εκτός από την λατρεία στον Θεό. Στον Θεό θα προσφέρη το πιο καθαρό, το πιο καλό.
- Γέροντα, ο κόσμος δεν καταλαβαίνει εύκολα ότι είναι ανευλάβεια να καίμε κεριά από παραφίνη.
- Να πήτε στον κόσμο: « Για την υγεία σας δεν κάνει να καίτε κεριά από παραφίνη στους Ναούς». Έτσι θα το σκεφθούν λιγάκι αυτό. Αν είναι και μικρός ο Ναός, τότε είναι που πάει να σκάση κανείς. Καλύτερα να ανάψουν ένα μικρό κεράκι και να είναι γνήσιο, παρά ολόκληρη λαμπάδα με παραφίνη. Πολλοί στις Εκκλησίες γι’ αυτό ζαλίζονται και λιποθυμούν. Να είναι μικρός ο Ναός και να καίγεται όλη αυτή η παραφίνη!... Και να ήταν μόνο αυτό; Λάδια που δεν τρώγονται θέλουν να τα βάλουν στα κανδήλια! Πού φθάνουν οι άνθρωποι! Στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται ότι το λάδι που θα χρησιμοποιούσαν στον Ναό έπρεπε να το φτιάχνουν από ελιές που μάζευαν πάνω από τα δένδρα και όχι από αυτές που έπεφταν κάτω. Μήπως ο Θεός έχει ανάγκη από αυτό το λάδι ή από το θυμίαμα; Όχι, αλλά συγκινείται ο Θεός , γιατί είναι μια προσφορά, με την οποία εκφράζεται η ευγνωμοσύνη και η αγάπη του ανθρώπου προς Αυτόν. Στο Σινά μου είχε κάνει εντύπωση:

Αποσπασμα απο το βιβλιο Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο»Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
 ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ   7 ΣΕΠ  2012
 

Η Ελένη η παραδουλεύτρα





Ζούσε στο όμορφο Καρπενήσι. Από τα παιδικά της χρόνια την συνώδευε η φτώχεια. Υπανδρεύθη έναν άνδρα σκληρό και αγροίκο. Και μετά τον γάμο της εξακολούθησε να ξενοδουλεύη , για να επιβιώσουν , γιατί τα έσοδα του συζύγου δεν επαρκούσαν ούτε για το δικό του ποτήρι. Τα πόδια της κοντόσωμης γυναίκας είχαν στραβώσει από την δουλειά. Έμοιαζαν με τις κουτσούρες του αμπελιού. Έτσι τα είχε χαρακτηρίσει ο μακαριστός πατέρας μου, προσθέτοντας πως αυτή η γυναίκα πρέπει να είναι πολύ τυραννισμένη. Τα βάσανα της ζωής και οι πόνοι της και οι σωματικές της κακώσεις την έκαναν να ταχθή στην Παναγιά την Προυσιώτισσα, να Την διακονή κάθε δεκαπενταύγουστο. Εκεί την γνώρισα και μου εκμυστηρεύθηκε το μεγάλο θαύμα της ζωής της:
-         Δούλευα , Γέροντά μου, από νύχτα σε νύχτα και το βράδυ με το παραμικρό έτρωγα ξύλο από τον σχωρεμένο τον άνδρα μου. Με χτυπούσε στην γη, όπως τα παιδιά το τόπι στο γήπεδο.
Μια περίοδο δούλευα παραδουλεύτρα σ’ ένα γιατρό. Ήταν καλοπληρωτής, αλλά κι αυτός σκληρός και δύστροπος σαν τον άνδρα μου. Δεν μου επέτρεπε καμμιά κουβέντα να κάνω απ’ όσα άκουγα και έβλεπα στο ιατρείο του.
Κάποτε πήρα τα σκουπίδια να τα πετάξω. Φορτώθηκα τον κάδο στην  πλάτη και προχωρούσα μέσα στο παγερό απόβραδο για τον σκουπιδότοπο. Όπως βάδιζα, άκουγα ένα σιγανό κλαυθμύρισμα. Γύριζα δεξιά, ζερβά∙ δεν έβλεπα κανέναν. Άρχισα να σκιάζομαι , να σταυροκοπιέμαι. «πειρασμός –λέγω- θα είναι. Κανείς δεν φαίνεται στον δρόμο και το μωρουδίστικο κλάμα με συνοδεύει». Έφθασα στον σκουπιδότοπο, άνοιξα το καπάκι του κάδου και βλέπω ένα μωρό στα αίματα να κλαίη. «Παναγιά μου, τι να κάνω; Στον γιατρό δεν πρέπει να κάνω λόγο, αφού αυτός το πέταξε. Στον σύζυγό μου πού να το δείξω;  Θα με σφάξη σαν λαμπριάτικο αρνί ∙ άσε και τι θα βάλη στον λογισμό του». Το πήρα στην ποδιά μου. Ήταν ζεστό. Κλαυθμύριζε. «Ζωντανό πλάσμα του Θεού δεν πάει η καρδιά μου να το πετάξω. Θα το πάρω στο σπίτι μου κι ο Θεός βοηθός». Το φίλησα. Τα αίματα τρέχανε από το κεφαλάκι του. Φαίνεται πως το χτύπησε το καπάκι του κάδου. Το ‘σφιγξα στην αγκαλιά μου για να το ζεστάνω, και τράβηξα για το σπίτι μου. Τον κάδο στην πλάτη και το παιδί στην αγκαλιά. Το ‘σφιγξα, Γέροντά μου, όπως σου ‘πα , όσο μπορούσα περισσότερο, για να το ζεστάνω.
Στο σπίτι δεν βρήκα κανέναν. Είπα μέσα μου: «Ο Θεός είναι μαζί μου». Το έπλυνα από τα αίματα το τύλιξα στα κουρέλια μου, σε μια παλιά πουκαμίσα , το θήλασα (ήμουνα μωρομάννα )  και το έβαλα στη σκάφη που ζύμωνα το ψωμί να κουρνιάση το πουλί μου. Το σταύρωσα και είπα: «Παναγιά μου, Προυσιώτισσα, χαρίτωσέ το να μη κλάψη». Έγινε, Γέροντά μου, το θαύμα της Προυσιώτισσας. Ποτέ δεν έκλαψε! Το τάιζα κρυφά και το κοίμιζα κάτω από το κρεβάτι μας. Όταν ερχόταν ο άνδρας μου, έτρεμα από φόβο. Η καρδιά μου χτυπούσε σαν ρολόι , μη κλάψη και πού θα σταθώ.
Πέρασε ο καιρός και άρχισε να μπουσουλά. Οπότε ένα μεσημέρι , την ώρα που τρώγαμε  ξετρύπωσε το μωρό και ήρθε κάτω από το τραπέζι. Μόλις το είδε ο άνδρας μου, γυάλισαν τα μάτια του σαν του λιονταριού.
-         Τι είναι αυτό;- μου λέγει.
Τότε έκαμα τον σταυρό μου και του είπα το μυστικό. Συγκινήθηκε και το δέχτηκε σαν να ήταν δικό του. Το παιδί αυτό σήμερα είναι νυμφευμένο και εργάζεται στο Καρπενήσι. Από το παιδί αυτό έχω ένα ποτήρι νερό∙ από τα δικά μου τίποτες.


Έκλαιγε η κυρά – Ελένη , οσάκις έκανε λόγο γι’ αυτό το γεγονός. Το διηγείτο τόσο ζωντανά, που ένιωθα πως κι εγώ πως βρισκόμουν μαζί της την ώρα που μετέφερε τον κάδο και σκιαζόμουνα το κλάμα του μωρού, άνοιγα τον κάδο και κατάπληκτος έπιανα το πεταμένο βρέφος στην αγκαλιά μου. Το ‘κρυβα στον αποκρέβατο με την ευχή ψάρι να γίνη, να μη κλάψη και βάλη σε ζάλη λογισμών τον γερο-σαμαρά. Και συγκινούμουνα την  εμφάνισή του στο φτωχό τραπέζι της Ελένης.
Την ρώτησα πολλές φορές:
-         Νοιάστηκες να μάθης ποιοι ήταν οι γονείς του;
Και μου απαντούσε:
-         Σε τι θα ωφελούσε αυτό; Εγώ  το έχω δικό μου, το πονώ περισσότερο από τα δικά μου παιδιά. Αυτό μ’ έκανε να συμβουλεύω τις παραδουλεύτρες των γιατρών: «Προσέχετε τι έχουν οι κάδοι που μεταφέρετε στα σκουπίδια». Μπορεί να έχω αμαρτία που το ‘λεγα, αλλ’ εγώ το σύστηνα.
Το διηγούμαι και το γράφω, για να μείνη η μάννα Ελένη στην ιστορία και το θαύμα της Παναγίας γνωστό, που κράτησε δύο χρόνια περίπου τον κλαυθμυρισμό του, για να μη προδώση την Ελένη. Όλα τα οικονομεί ο Θεός , όταν σ’ Αυτόν ακουμπάμε.



Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Α’ έκδοση Σεπτέμβριος 2010
Ιερά Μονή Δοχειαρίου, Άγιον Όρος


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...