Σάββατο 4 Αυγούστου 2012

Το σπήλαιο των Αγίων Επτά Παίδων των εν Εφέσω(φωτογραφίες)

 
 

Στο μέρος όπου βρισκόνταν το σπήλαιο των Αγίων Επτά Παίδων ΕΔΩ χτίστηκε με το πέρασμα του χρόνου ένα εκκλησιαστικό συγκρότημα.Ανακαλύφθηκε μετά από ανασκαφές το 1927





Οι άγιοι επτά παίδες εν Εφέσω



Οι άγιοι επτά Παίδες, Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος, έζησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.). Οι νέοι αυτοί, μόλις βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία και ύστερα από συνετή σκέψη και εκτίμηση, μοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς και μπήκαν και κρύφτηκαν μέσα σε ένα σπήλαιο. Εκεί, αφού προσευχήθηκαν να λυθούν από τα δεσμά του σώματος και να μην παραδοθούν στον αυτοκράτορα Δέκιο, παρέδωσαν τις ψυχές τους στο Θεό. Ο Αυτοκράτορας δε, όταν επέστρεψε στην Έφεσο, τους αναζήτησε, για να τους αναγκάσει να προσφέρουν θυσίες στα είδωλα. Μόλις όμως έμαθε ότι εκείνοι είχαν πεθάνει στο σπήλαιο, πρόσταξε και έφραξαν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου αυτού.

Έκτοτε λοιπόν πέρασαν εκατόν ενενήντα τέσσερα έτη και φτάνουμε μέχρι το τριακοστό όγδοο έτος της βασιλείας του Θεοδοσίου Β΄ του Μικρού (408-450 μ.Χ.), ήτοι μέχρι το έτος 446 μ.Χ. Τότε εμφανίστηκε στους κόλπους του Χριστιανισμού μια αίρεση, η οποία δε δεχόταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Η αίρεση αυτή, στην οποία είχαν προσχωρήσει και μερικοί επίσκοποι, προκαλούσε μεγάλη αναταραχή και αναστάτωση στην Εκκλησία. Ο δε Αυτοκράτορας, βλέποντας την αναστάτωση αυτή της Εκκλησίας του Θεού, δεν ήξερε τι να κάνει. Όμως δεν απελπίστηκε, αλλά, αφού φόρεσε έναν τρίχινο σάκο και κάθισε κατά γης, θρηνούσε και παρακαλούσε το Θεό να του φανερώσει τον τρόπο διάλυσης της αίρεσης.
Ο Κύριος λοιπόν δεν παρέβλεψε τα δάκρυα του Αυτοκράτορα και ικανοποίησε το αίτημά του με τον ακόλουθο τρόπο: Ο κύριος του όρους, στο οποίο βρισκόταν το σπήλαιο των αγίων επτά Παίδων, θέλησε κατά τον καιρό εκείνο να χτίσει μαντρί για το ποίμνιό του. Έτσι λοιπόν, παίρνοντας επί δύο ημέρες πέτρες από τον μανδρότοιχο του σπηλαίου, για να οικοδομήσει το μαντρί του, ανοίχτηκε το στόμιο του σπηλαίου αυτού. Τότε ακριβώς, με προσταγή του Θεού, αναστήθηκαν οι άγιοι επτά Παίδες, που είχαν πεθάνει μέσα στο σπήλαιο αυτό, και συνομιλούσαν μεταξύ τους, σαν να είχαν κοιμηθεί την προηγούμενη ημέρα. Τα σώματά τους δε δεν είχαν αλλοιωθεί στο παραμικρό και τα ενδύματά τους δεν είχαν φθαρεί ούτε σαπίσει από την υγρασία του σπηλαίου, αν και είχαν περάσει εκατόν ενενήντα τέσσερα χρόνια.
Μετά την ανάστασή τους οι άγιοι επτά Παίδες είχαν έντονο στη μνήμη τους το γεγονός ότι ο Δέκιος ζητούσε να τους τιμωρήσει και περί αυτού ακριβώς συνομιλούσαν μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, ο Μαξιμιλιανός έλεγε προς τους άλλους: “Και αν συλληφθούμε, αδελφοί, ας σταθούμε γενναίοι και να μην προδώσουμε την ευγένεια της πίστης μας. Εσύ δε, αδελφέ Ιάμβλιχε, πήγαινε να αγοράσεις άρτους, πλην όμως περισσότερους. Γιατί χθες το βράδυ έφερες λίγους, και κοιμηθήκαμε σχεδόν πεινασμένοι. Επιπλέον προσπάθησε να μάθεις τι σκέφτεται για εμάς ο Δέκιος”.
Όταν λοιπόν ο Ιάμβλιχος πήγε στην πόλη, είδε στην πύλη το σημείο του Σταυρού. Το γεγονός αυτό του προκάλεσε έκπληξη και θαυμασμό. Βλέποντας δε το Σταυρό και σε άλλους τόπους, καθώς επίσης και τα κτίρια να διαφέρουν από εκείνα που ήξερε και τους ανθρώπους επίσης κάπως διαφορετικούς, νόμισε ότι βλέπει όραμα ή ότι περιέπεσε σε έκσταση. Πήγε όμως στους αρτοπώλες, πήρε τους απαραίτητους άρτους και, αφού έδωσε τα χρήματα που έπρεπε, έσπευδε να επιστρέψει στο σπήλαιο. Ενώ λοιπόν ετοιμαζόταν να φύγει, είδε τους αρτοπώλες να δείχνουν ο ένας στον άλλο το ασημένιο νόμισμα, να κοιτάζουν προς αυτόν και να λένε ότι αυτός βρήκε κάποιο θησαυρό, αφού το νόμισμα που τους έδωσε για τους άρτους είχε στην επιφάνειά του τυπωμένη την εικόνα του αυτοκράτορα Δεκίου, ο οποίος είχε πεθάνει προ πολλού (πριν από 194 χρόνια).
Μετά από το γεγονός αυτό ο Ιάμβλιχος τρόμαξε πολύ και έμεινε άφωνος, νομίζοντας ότι αυτοί τον αναγνώρισαν και θα τον συνελάμβαναν για να τον παραδώσουν στον αυτοκράτορα Δέκιο. Έπεσε λοιπόν στα πόδια τους και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, έχετε στα χέρια σας το αργύριό μου, πάρτε πίσω και τους άρτους σας. Μόνο αφήστε με να φύγω”. Οι αρτοπώλες τού απάντησαν: “Δείξε μας το θησαυρό που βρήκες και δώσε και σ’ εμάς μερίδιο απ’ αυτόν. Αλλιώς σε παραδίνουμε στο θάνατο”. Και συγχρόνως με τα λόγια αυτά του πέρασαν αλυσίδα στο λαιμό και τον έσυραν στη λεωφόρο (στον κεντρικό και μεγάλο δρόμο της πόλης). Εν συνεχεία τον οδήγησαν στον ανθύπατο προς ανάκριση. Εκείνος, μόλις τον είδε, του είπε: “Πες μας, νέε, πώς βρήκες το θησαυρό, πόσος είναι και πού βρίσκεται”. Ο Άγιος τού απάντησε: “Εγώ δε βρήκα ποτέ κανένα θησαυρό. Το νόμισμα που έδωσα στους αρτοπώλες το είχα από τους γονείς μου. Δεν ξέρω λοιπόν τι συμβαίνει με μένα τώρα”. Ο ανθύπατος τότε τον ρώτησε: “Από ποια πόλη είσαι;”. Ο Ιάμβλιχος απάντησε: “Από αυτήν, αν αυτή είναι η Έφεσος”. Τότε ο ανθύπατος είπε: “Ποιοι είναι οι γονείς σου; Ας έλθουν εδώ και, αν διαπιστωθεί η αλήθεια, θα σε πιστέψουμε”. Ο Άγιος του απάντησε: “Ο δείνα είναι ο πατέρας μου, ο δείνα είναι συγγενής και ο δείνα είναι ο παππούς μου”. Ο ανθύπατος, μόλις άκουσε τα ονόματα, είπε στον Ιάμβλιχο: “Τα ονόματα που ανέφερες είναι ξένα και ανυπόστατα και έξω από αυτά που κατά τη συνήθεια χρησιμοποιούνται. Επομένως δεν μπορείς να γίνεις πιστευτός”. Τότε ο Άγιος είπε στον ανθύπατο: “Αν, ενώ σου λέω την αλήθεια, δε με πιστεύεις, δεν ξέρω να σου πω πλέον τίποτε άλλο”.
Ύστερα από αυτά ο ανθύπατος είπε: ” Ασεβέστατε, το νόμισμά σου με την επιγραφή του μαρτυρεί ότι τυπώθηκε πριν από διακόσια χρόνια, επί αυτοκράτορα Δεκίου, κι εσύ, όντας νεότερος, προσπαθείς να μας εξαπατήσεις;”. Τότε ο Ιάμβλιχος έπεσε στα πόδια του ανθυπάτου και των παρευρεθέντων και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, πέστε μου, που είναι ο Δέκιος, ο βασιλιάς, που ήταν στην πόλη αυτή;”. Εκείνοι του απάντησαν: “Κατά τους παρόντες χρόνους δεν υπάρχει βασιλιάς Δέκιος. Αυτός βασίλευσε πριν από πολλά χρόνια”. Τότε ο Ιάμβλιχος είπε: “Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, κύριοί μου, εκπλαγήκατε. Πλην όμως ακολουθήστε με να πάμε στο σπήλαιο και ίσως από τα σημεία που θα δείτε θα διαπιστωθεί η αλήθεια των λόγων μου. Εγώ πράγματι ξέρω ότι φύγαμε από την πόλη εξ αιτίας του Δεκίου και ότι χθες, ερχόμενος να αγοράσω άρτους, είδα ότι ο Δέκιος εισήλθε στην πόλη αυτή”.
Αυτά είπε ο άγιος Ιάμβλιχος, ο δε επίσκοπος Εφέσου Μαρίνος, μόλις τα άκουσε, είπε στον ανθύπατο: “Έχω τη γνώμη ότι κάτι θαυμαστό συμβαίνει με την υπόθεση αυτή. Έτσι, ας τον ακολουθήσουμε”. Και πράγματι ακολούθησαν τον Άγιο μέχρι το σπήλαιο ο ανθύπατος, ο επίσκοπος Μαρίνος και πολύς λαός. Πρώτος μπήκε στο σπήλαιο ο Ιάμβλιχος. Έπειτα μπήκε ο Επίσκοπος, ο οποίος, μόλις έστρεψε το βλέμμα του προς τα δεξιά μέρη του στομίου, είδε ένα κιβώτιο σφραγισμένο με δυο ασημένιες σφραγίδες. Το κιβώτιο αυτό το είχαν τοποθετήσει εκεί ο Ρουφίνος και ο Θεόδωρος ως χριστιανοί, οι οποίοι είχαν αποσταλεί εκεί από το Δέκιο μαζί με τους άλλους, στους οποίους ο Αυτοκράτορας αυτός είχε δώσει την εντολή να φράξουν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου. Οι δύο χριστιανοί, Ρουφίνος και Θεόδωρος, έγραψαν και τα Συναξάρια των αγίων επτά Παίδων και σημείωσαν τα ονόματά τους σε μολύβδινες πλάκες. Όταν λοιπόν συνάχτηκαν όλοι οι έγκριτοι άρχοντες μαζί με τον ανθύπατο, άνοιξαν το κιβώτιο και βρήκαν τις μολύβδινες πλάκες, τις οποίες διάβασαν και ένιωσαν όλοι τους απερίγραπτη έκπληξη από το θαυμαστό αυτό γεγονός. Αμέσως δε τότε προχώρησαν στα ενδότερα του σπηλαίου, όπου βρήκαν τους Αγίους και έπεσαν στα πόδια τους. Κατόπιν κάθισαν κατά γης και τους ρωτούσαν. Οι Άγιοι τους διηγήθηκαν τα σχετικά με τους εαυτούς τους και εν συνεχεία τα κακουργήματα του Δεκίου εις βάρος των Χριστιανών. Μόλις εκείνοι άκουσαν όσα οι Άγιοι τούς διηγήθηκαν, εκπλήττονταν και δόξαζαν το Θεό, τον ποιητή των θαυμασίων.
Τότε ο ανθύπατος και ο επίσκοπος Μαρίνος με αναφορά τους γνωστοποίησαν τα θαυμαστά αυτά γεγονότα στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Εκείνος δοκίμασε απέραντη χαρά για όλα αυτά και έσπευσε αμέσως στην Έφεσο. Στη συνέχεια ανήλθε στο σπήλαιο. Εκεί βρήκε τους αγίους επτά Παίδες και, αφού έπεσε κατά γης, τους έβρεχε τα πόδια με τα δάκρυά του και τα αποσπόγγιζε. Η αγαλλίαση δε και η χαρά του ήταν απερίγραπτη, αφού ο Κύριος δεν παρείδε το αίτημά του και έδειξε σ’ αυτόν οφθαλμοφανώς την ανάσταση των νεκρών. Ενώ δε ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος συνομιλούσε με τους Αγίους, καθώς επίσης οι επίσκοποι και άλλοι άρχοντες, οι Άγιοι νύσταξαν λίγο και, έτσι, μπροστά σε όλους εξεδήμησαν προς Κύριον.
Τότε ο Αυτοκράτορας, αφού πρόσφερε πολύτιμα άμφια και αρκετό χρυσάφι και ασήμι, πρόσταξε να κατασκευάσουν επτά θήκες προς τιμήν των Αγίων και να τεθούν μέσα σ’ αυτές τα λείψανά τους. Αλλά κατά τη νύχτα που ακολούθησε εμφανίστηκαν σ’ αυτόν οι Άγιοι και του είπαν: “Άφησέ μας, βασιλιά, στο σπήλαιο που έγινε η ανάστασή μας”. Έτσι λοιπόν, αφού έγινε μεγάλη σύναξη επισκόπων και αρχόντων, ο Αυτοκράτορας κατέθεσε τα λείψανα των Αγίων στη γη του σπηλαίου, καθώς εκείνοι με οπτασία του ζήτησαν. Εν συνεχεία οργάνωσε και πραγματοποίησε στον τόπο εκείνο λαμπρή και χαρμόσυνη εορτή, φιλοξένησε με πλούσια αγαθά τους φτωχούς της Εφέσου, χαροποίησε όλο το λαό με λαμπρές βασιλικές τιμές και έβγαλε από τις φυλακές τους επισκόπους που είχαν φυλακιστεί, επειδή κήρυτταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Ακολούθως έγινε από όλους κοινή εορτή, κατά την οποία αναπέμφθηκαν λόγοι και ύμνοι ευχαριστίας και δοξολογίας προς τον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό.
Τον επτάριθμον τιμώ χορόν Μαρτύρων
Δείξαντα ανάστασιν νεκρών τω κόσμω
Από το Συναξαριστή της Αποστολικής Διακονίας “Με τους Αγίους μας” του Γεωργίου Δ. Παπαδημητροπούλου

 http://www.xfd.gr

ΕΙΠΕ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ <Ο Θεος λατρευεται ,δε διδασκεται >>

Στα θέματα της πίστεως και της πατρίδος να είστε αμετακίνητοι και αυστηροί.'' ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ

ν. Όταν ο άνθρωπος έχει την Αγάπη, τον Χριστό, και βουβός να είναι, μπορεί να συνεννοηθεί με όλα τα δισεκατομμύρια των λαών κ

Ο Γέροντας παισιος διαρκώς ανέφερε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν και αρχοντική αγάπη. «Ότι προσφέρουμε ή κάνουμε», έλεγε «πρέπει να γίνεται φιλότιμα και όχι
αναγκαστικά και συμφεροντολογικά.
Να μην ακολουθούμε από φόβο αλλά να έχουμε θέληση και καλή προαίρεση, όπως και ο Χριστός όταν ήρθε σε αυτόν τον κόσμο». «Κατ’ εμέ», έλεγε ο γέροντας, «η αγάπη είναι τριών ειδών: η σαρκική αγάπη, η οποία είναι γεμάτη πνευματικά μικρόβια, η κοσμική αγάπη, η οποία είναι φαινομενική, τυπική, υποκριτική, δίχως βάθος, και η πνευματική αγάπη, η οποία είναι η αληθινή, η αγνή, η ακριβή αγάπη. Αυτή η αγάπη είναι αθάνατη∙ μένει εις αιώνας αιώνων. Όταν ο άνθρωπος έχει την Αγάπη, τον Χριστό, και βουβός να είναι, μπορεί να συνεννοηθεί με όλα τα δισεκατομμύρια των λαών και με την κάθε ηλικία των ανθρώπων, που έχει και αυτή την δική της γλώσσα.»


Γέροντας παισιος
Πηγή: περιοδικό Καθ’ οδόν, τεύχ. 37, Μάιος - Ιούνιος 2012, έκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού, σ. 6-7.

Υ/γ. Μακάρι να 'ταν η ψυχή μας ταπεινή κι η προσευχή μας γνήσια και δυνατή, να μπορούσαμε ν' ακούσουμε το θέλημά Σου Κύριε! Όσιε γέροντα πρέσβευε υπέρ ημών..
.
 ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ  4 ΑΥΓ  2012

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2012

Διαπίστωσαν πράγματι, ότι καλύτερη προσευχή είναι η προσευχή με το κομποσχοίνι.

Κάποιος αδελφός μου είπε για την κατάκριση. «κατακρίνω πολύ, πώς να αποφύγω την κατάκριση;» Και του είπα Εφραιμ Κατουνακιωτης,

Φωτογραφία: Διηγείτο ο πολυσέβαστος ιερομόναχος Ε, ερημίτης των Κατουνακίων. 
Κάποιος αδελφός μου είπε για την κατάκριση. «κατακρίνω πολύ, πώς να αποφύγω την κατάκριση;» Και του είπα. 
Όταν πρόκειται να μιλήσεις για ένα πρόσωπο, λέγε. Τώρα είναι παρών. 
Πάρε παράδειγμα εσένα π.χ. όταν είσαι παρών, δεν σε κατακρίνει ο άλλος, όταν είσαι απών, σε κοπανάει στο κεφάλι σε κατακρίνει. 
Θυμάμαι ότι όταν ζούσε ο Γέροντας, τον κατέκρινε σε κάτι. Πήγα το βράδυ να κάνω προσευχή. 
Βλέπω ντουβάρι, δεν μπορώ να προχωρήσω την ευχή. 
Κύριε Ιησού ...;..Κύριε Ιησού ...; ...;.δεν προχωρά κάπου έχω σφάλει σκέπτομαι, κάπου έχω αμαρτήσει. Λοιπόν; Την προηγούμενη μέρα που πήγα, τι έκανα, τι μίλησα, τι έπραξα; Το βρήκα είχα κατακρίνει τον Γέροντα μου. 
Η άλλη μέρα ήταν Κυριακή και έπρεπε να λειτουργήσω. 
Ο παπάς εδώ τάχη δογματικά. Πρέπει να λειτουργήσει. 
Εκτός αν έχει κώλυμα. Τώρα τι να κάνω; Προσευχή. 
Θεέ μου, συγχώρεσε με. Θεέ μου έσφαλα. Συγχώρεσε με ζητώ συγγνώμη. 
Τίποτα. 
Καλά για μένα δεν έχει συγχωρέσει, δεν υπάρχει «ευλόγησαν»; 
Εφ` όσον σε λύπησα, «ευλόγησαν». 
Οφείλω να έχω το «Θεός σχωρές`» 
Τίποτα. 
Μα ο Πέτρος Σε αρνήθηκε τρεις φορές και τον συγχώρεσες. Εγώ δεν σε αρνήθηκα. Κατέκρινα τον Γεροντά μου. Ε` τώρα, βάζω κι εγώ μετάνοια. 
Μετανόησα και ζητώ συγχώρηση. 
Τίποτα. 
Λέγοντας αυτά έπιασα πάλι το κομποσχοίνι. 
Τίποτα. Δεν προχωρά η προσευχή. 
Άρχισα τα κλάματα. 
Έβγαιναν τα δάκρια ποτάμι. 
Δεν είναι τόσο να κατακρίνεις ένα ξένο, όσο να κρίνεις τον Γεροντά σου. 
Αλίμονο σου. 
Κατακρίνεις τον ίδιον τον θεό. 
Άρχισα τα κλάματα. Τρεις ώρες έφαγα. Μια ακολουθία της Κυριακής είναι τρεις ώρες. 
Άρχισα τα κλάματα. 
Θεέ μου, θεέ μου δεν υπάρχει για μένα «ευλόγησον» ο Θεός του ελέους και της ευσπλαχνίας είσαι. και εμένα δεν με συγχωράς. 
Εγώ σου λέω 'ευλόγησον' 
Και η όσια Μαρία η Αιγύπτια όταν μετανόησε την συγχώρησες, και πολλή άγιοι ήσαν αμαρτωλοί, αλλά τους συγχώρεσες. 
Και Νεομάρτυρες που είχαν γίνει Τούρκοι τους συγχώρεσες και τους ελέησες. Για μένα δεν υπάρχει έλεος δεν υπάρχει συγχώρηση; 
Τρεις ώρες έφαγα. 
Έκανα την ακολουθία της Κυριακής με δάκρυα. 
Στο τέλος βλέπω μια ειρήνη, μια χαρά μέσα μου. 
Άρχισα τότε. 
ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ. 
Α. ηρέμησα. Και έτσι προχώρησα στην λειτουργία. 
Αλλιώς δεν μπορείς να προχωρήσεις στη λειτουργία. 
Η κατάκριση είναι μεγάλο αμάρτημα. 
Φεύγει η χάρις δίχως να το καταλάβεις. Φοβερό αμάρτημα. Του Χριστού την κρίση την παίρνεις εσύ, και έπειτα γίνεσαι αντίχριστος.Διηγείτο ο πολυσέβαστος ιερομόναχος Ε, ερημίτης των Κατουνακίων.
Κάποιος αδελφός μου είπε για την κατάκριση. «κατακρίνω πολύ, πώς να αποφύγω την κατάκριση;» Και του είπα.
Όταν πρόκειται να μιλήσεις για ένα πρόσωπο, λέγε. Τώρα είναι παρών.


Πάρε παράδειγμα εσένα π.χ. όταν είσαι παρών, δεν σε κατακρίνει ο άλλος, όταν είσαι απών, σε κοπανάει στο κεφάλι σε κατακρίνει.
Θυμάμαι ότι όταν ζούσε ο Γέροντας, τον κατέκρινε σε κάτι. Πήγα το βράδυ να κάνω προσευχή.
Βλέπω ντουβάρι, δεν μπορώ να προχωρήσω την ευχή.
Κύριε Ιησού ...;..Κύριε Ιησού ...; ...;.δεν προχωρά κάπου έχω σφάλει σκέπτομαι, κάπου έχω αμαρτήσει. Λοιπόν; Την προηγούμενη μέρα που πήγα, τι έκανα, τι μίλησα, τι έπραξα; Το βρήκα είχα κατακρίνει τον Γέροντα μου.
Η άλλη μέρα ήταν Κυριακή και έπρεπε να λειτουργήσω.
Ο παπάς εδώ τάχη δογματικά. Πρέπει να λειτουργήσει.
Εκτός αν έχει κώλυμα. Τώρα τι να κάνω; Προσευχή.
Θεέ μου, συγχώρεσε με. Θεέ μου έσφαλα. Συγχώρεσε με ζητώ συγγνώμη.
Τίποτα.
Καλά για μένα δεν έχει συγχωρέσει, δεν υπάρχει «ευλόγησαν»;
Εφ` όσον σε λύπησα, «ευλόγησαν».
Οφείλω να έχω το «Θεός σχωρές`»
Τίποτα.
Μα ο Πέτρος Σε αρνήθηκε τρεις φορές και τον συγχώρεσες. Εγώ δεν σε αρνήθηκα. Κατέκρινα τον Γεροντά μου. Ε` τώρα, βάζω κι εγώ μετάνοια.
Μετανόησα και ζητώ συγχώρηση.
Τίποτα.
Λέγοντας αυτά έπιασα πάλι το κομποσχοίνι.
Τίποτα. Δεν προχωρά η προσευχή.
Άρχισα τα κλάματα.
Έβγαιναν τα δάκρια ποτάμι.
Δεν είναι τόσο να κατακρίνεις ένα ξένο, όσο να κρίνεις τον Γεροντά σου.
Αλίμονο σου.
Κατακρίνεις τον ίδιον τον θεό.
Άρχισα τα κλάματα. Τρεις ώρες έφαγα. Μια ακολουθία της Κυριακής είναι τρεις ώρες.
Άρχισα τα κλάματα.
Θεέ μου, θεέ μου δεν υπάρχει για μένα «ευλόγησον» ο Θεός του ελέους και της ευσπλαχνίας είσαι. και εμένα δεν με συγχωράς.
Εγώ σου λέω 'ευλόγησον'
Και η όσια
Μαρία η Αιγύπτια όταν μετανόησε την συγχώρησες, και πολλή άγιοι ήσαν αμαρτωλοί, αλλά τους συγχώρεσες.
Και Νεομάρτυρες που είχαν γίνει Τούρκοι τους συγχώρεσες και τους ελέησες. Για μένα δεν υπάρχει έλεος δεν υπάρχει συγχώρηση;
Τρεις ώρες έφαγα.
Έκανα την ακολουθία της Κυριακής με δάκρυα.
Στο τέλος βλέπω μια ειρήνη, μια χαρά μέσα μου.
Άρχισα τότε.
ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ.
Α. ηρέμησα. Και έτσι προχώρησα στην λειτουργία.
Αλλιώς δεν μπορείς να προχωρήσεις στη λειτουργία.
Η κατάκριση είναι μεγάλο αμάρτημα.
Φεύγει η χάρις δίχως να το καταλάβεις. Φοβερό αμάρτημα. Του Χριστού την κρίση την παίρνεις εσύ, και έπειτα γίνεσαι αντίχριστος.
ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ  
ΗΛΙΑΣ   ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ   3 ΑΥΓ  2012 

ΛΟΓΟΙ ΑΘΩΝΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ - Αγιον Ορος - Pathfinder Blog

Με το σταυρό στο χέρι.

Πολύ ενοχλητική αυτή η διαφήμηση γωνστής ασφαλιστικής εταιρίας με τη φράση ¨δεν κάνεις τίποτα με το σταυρό στο χέρι" ο οποίος σταυρός φαίνεται γίνεται μετά και επικύνδυνος για τους άλλους. Κρίμα γιατί περνάει αυτό το μήνυμα. Στις μέρες της κρίσης φαίνεται ότι οι καθαροί και οι ανεπηρέαστοι ήταν και είναι μόνο όσοι πήγαν με το σταυρό στο χέρι. Εστω και στον λαιμό μας, ο βαπτιστικός μας σταυρός, βοηθάει πολύ.

Ὑπάρχει μιὰ μερίδα Χριστιανῶν, στοὺς ὁποίους ἀναπαύεται ὁ Θεός. Ὑπάρχουν ἀκόμη οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς, καὶ ὁ Καλὸς Θεός μας ἀνέχεται, καὶ πάλι θὰ οἰκονομήση τὰ πράγματα.

...στον τάφο του Αγίου Αρσενίου του Καππαδόκου στην Κέρκυρα

…Μετά από πολλές ταλαίπωριες έφτασε το καράβι σε Ελληνική σκάλα στον Άγιο Γεώργιο Πειραιώς,και εκεί που πλησίασαν το χώμα το ελληνικό χαρουμενοι γιόρτασαν και εκeίνη τη μεγάλη μέρα που ήταν η Υψωση του Τιμίου Σταυρού,14 Σεπτεμβριου 1924 (με το εορτολόγιο της πατριδας τους}.Παρεμειναν τρεις εβδομάδες στα σύρματα,στον Αι-Γιώργη,και εν συνεχεία πήγαν στην Κέρκυρα.όπου και ταχτοποιήθηκαν προσωρινά στο Κάστρο της Κέρκυρας.
Εκεί όμως ο καλός Χατζηεφέντης αδιαθέτησε,και οι Φαρασιώτες πολύ ανησύχησαν γι’αυτό.Χωρίς να θέλει τον πήγαν στο Αστικό Νοσοκομείο,για να μη ταλαιπωρείται μέσα στο κάστρο και αυτός.
Ο Πατέρας δεν ήθελε να τους αποχωριστεί με κανένα τρόπο και τους παρακαλούσε με κλάματα «αφήστε με να πεθάνω κοντά σας».Εκεινοι παλι από αγάπη δεν τον άκουσαν,γιατί νόμιζαν ότι θα συνέλθει στο Νοσοκομείο με την περιποίηση και θα τον έχουν και στη συνέχεια κοντά τους,παρ’όλο που τους είχε πει πολλές φορές από πριν "στην Ελλάδα θα ζήσω μόνο σαράντα ημέρες".Εζησε εν όλω δυο εβδομάδες στο κάστρο της Κέρκυρας και λειτούργησε δυο φορές εκεί,στον Ιερό Ναο Αγ.Γεωργίου.Άλλη μια εβδομάδα έζησε στο νοσοκομείο,όπου και τον επισκεπτόνταν οι Φαρασιώτες με αγωνία………
……….Οταν έφυγαν μετά οι άλλοι και έμεινε μόνον ο Πρόδρομος ,ο Πατήρ του είπε:”Έλα να αποχαιρετηθούμε ,Πρόδρομε,γιατί μεθαυριο φεύγω για την άλλη ζωή.Ήρθε η Παναγία χθες το μεσημέρι και μου το είπε και με γύρισε και στο Αγιο Όρος και είδα τα Μοναστήρια που πολύ επιθυμούσα να ιδώ,αλλά δεν είχα αξιωθή.Τι να σου διηγηθώ,Πρόδρομε!Τι πολλά Μοναστήρια που έχει το Αγιον Ορος1Τι μεγάλους Ναους!Τι μεγαλοπρέπεια¨!Και μετά από αυτά του λέγει¨’’να μη στενοχωρεθής που θα πεθάνει η Κυριακή,η γυναίκα σου μετά από οκτώ ημέρες και του Στέφανου Καραμουρατίδη η γυναίκα,η Αλμαλου,θα πεθάνει και αυτή μετά από δέκατρεις μέρες¨’.
Πράγματι,έτσι έγινε.
Όταν λοιπόν είχαν περάσει και οι δικές του δυο μέρες και ήρθε και το «το μεθαυριο»που θα έφευγε,ο αληθινός δουλος του Θεού Πατήρ Αρσένιος,αφού προηγουμένως κοινώνησε.έφυγε για την αληθινή ζωή κοντά στο Χριστό.Εκείνη την στιγμή δεν ήταν κανένας Φαρασιώτης δίπλα του.Δεν ήθελε να μένει κανείς κοντά του,για να μην τον περισπουν στην αέναο προσευχή του.
Αυτός ήταν ο Πατήρ Αρσένιος!Μόνος,μικρός,με μόνη του Θεου την προστασία!
Μόνος,μεγάλος,δοσμένος μόνο στον Θεό και στην εικόνα Του!
Μόνος στο τέλος της ζωής του με το Θεό μόνο!
Όταν ο ευλαβής ψάλτης του τον επισκεφτηκε πάλι,πήρε αυτή την φορά την ευλογία του Πατρος Αρσενίου από το Λείψανό του.Τον βρήκε να κρατάει σφιχτά με το δεξί του χέρι στον κόρφο του το πολύτιμο πνευματικό του κομπόδεμα,το Ιερό Λείψανο του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου.
Ο ακτήμων Πατηρ Αρσένιος δεν είχε υλική περιούσια να αφήσει.Μόνο μερικά τριμμένα βιβλία.Οταν έμαθαν μετά οι Φαρασιώτες ότι κοιμήθηκε,ήταν απαρηγόρητοι,αν και τους είχε προετοιμάσει.Συγκεντρώθηκαν πολλοί και του έκαναν μεγαλοπρεπέστατη κηδεία,στην οποία ακολούθησαν και πολλοί εντόπιοί..
Ετάφη στο Κοιμητήριο της Κέρκυρας μαζί με τους ιερωμένους νεκρούς.Τα παιδιά του έβαλαν επάνω στον τάφο του μαρμάρινη πλάκα με το όνομά του γραμμένο.
Ο Πατήρ Αρσένιος κοιμήθηκε στις 10 Νοεμβρίου του 1924 (νέο εορτολόγιο) σε ηλικία ογδοντα τριών ετών

Από το βιβλίο του γέροντος Παισίου Αγιορειτου΄¨Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ ¨¨ 
 www.proskynitis.blogspot.com

Η συγκινητική επιστολή στους κωπηλάτες

Το Contra.gr φέρνει στη δημοσιότητα την επιστολή του ασκητή μοναχού του Αγίου Όρους Ιωσήφ που είχε η τετράκωπος μέσα στην βάρκα όταν αγωνίστηκε στον ημιτελικό των Ολυμπιακών αγώνων.
"Είναι η βάρκα με τα γούρια" είπε λίγο μετά την πρόκριση της τετρακώπου στον τελικό των Ολυμπιακών αγώνων ο Στεργιος Παπαχρήστος αποκαλύπτοντας κι ότι εκτός όλων των άλλων οι τέσσερις κωπηλάτες είχαν μαζί τους κατα την ώρα του αγώνα και την επιστολή που είχε στείλει σε όλη την Ολυμπιακή ομάδα κωπηλασίας ο μοναχός του Αγίου Όρους Ιωσήφ ο πνευματικός της Χριστίνας Γιαζιτζίδου τα τελευταία χρόνια.
Το γράμμα που ενέπνευσε και εξακολουθεί να εμπνέει τους Έλληνες κωπηλάτες φέρνει σήμερα στη δημοσιότητα το Contra.gr αποσπάσματα του οποίου και παραθέτει παρακάτω Μέσα απο το Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Μηνά  ο μοναχός Ιωσήφ γράφει όπως λέει "ένα μικρό Θούριο, για να εμψυχώσει, να ξεσηκώσει, να πάρουν το φρούριο".
Στους στίχους του αναφέρει: "Ακούω νικητήριες ιαχές από τα σκιφ, Μα ναι Ελληνόπουλα είναι. Δεν κάνω λάθος. Γιορτάζουν πανηγυρίζουν, κραυγάζουν με πάθος. Μετάλλια, χρυσά αργυρά!!! Τόσα πολλά πρώτη φορά!!! Συγχαρητήρια!!! Μπράβο!!! Εύγε παιδιά!!! Ελλάδα πρωτιά και στα κουπιά".
Και η επιστολή του μοναχού τελειώνει "Αθάνατοι και για τις νίκες και για το ήθος, Ελληνόπουλα, Ολυμπιονίκες κωπηλάτες, που θα γίνεται τραγούδι, παράδειγμα και μύθος!!!"


Ο Άγιος Αρσένιος. Ας έχουμε όλοι τις Άγιές του Ευχές.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...