Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Το «δόξα σοι ο Θεός»






-         Γέροντα, τι σημαίνει το «δόξα σοι ο Θεός»;
-         «Δόξα σοι  ο Θεός» θα πη «να γίνη γνωστός ο Θεός στους ανθρώπους». Βλέπεις και εκείνο που είπε ο Χριστός: «Εγώ σε εδόξασα επί της γης …και νυν δόξασόν με σύ, Πάτερ», μερικοί το παρεξηγούν και λένε: «Εγώ Πατέρα, Σε έκανα γνωστό επί της γης, κάνε με γνωστό κι Εσύ, για να πιστέψουν οι άνθρωποι».
-         Γέροντα, αισθάνομαι την ανάγκη να λέω περισσότερο το «δόξα σοι ο Θεός» παρά το «Κύριε ελέησον». Μήπως δεν είναι σωστό;
-         Καλό είναι αυτό, ευλογημένη. Εγώ μπορεί να περάσω ολόκληρη μέρα κάνοντας εργόχειρο και λέγοντας «Δόξα σοι ο Θεός. Δόξα σοι ο Θεός , γιατί ζω. Δόξα σοι ο Θεός, γιατί θα πεθάνω και θα πάω κοντά στον Θεό. Δόξα σοι  Θεός, ακόμη και αν με βάλη στην κόλαση και πάρη έναν κολασμένο στον Παράδεισο. Και εάν θέλη να μη με θυμάται στην κόλαση και λυπάται , ας πάρη πολλούς κολασμένους στον Παράδεισο, ώστε η χαρά Του γι’ αυτούς να είναι περισσότερη και να λιγοστέψη η στενοχώρια Του για μένα».
Το «δόξα σοι ο Θεός» να μη λείπη ποτέ από τα χείλη σας. Εγώ, όταν πονάω, το «δόξα σοι ο Θεός» έχω για χάπι του πόνου∙ τίποτε άλλο δεν με πιάνει. Το «δόξα σοι ο Θεός» είναι ανώτερο και από το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Έλεγε  ο Παπα- Τύχων : «Το “ Κύριε ελέησον” έχει εκατό δραχμές, το “δόξα σοι ο Θεός” έχει χίλιες δραχμές∙  είναι δηλαδή πολύ πιο ακριβό». Ήθελε να πη ότι ο άνθρωπος ζητάει το έλεος του Θεού από ανάγκη ,ενώ δοξολογεί τον Θεό από φιλότιμο, και αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Συνιστούσε μάλιστα να λέμε το «δόξα σοι ο Θεός», όχι μόνον όταν είμαστε καλά , αλλά και όταν περνάμε δοκιμασίες , γιατί και τις δοκιμασίες τις επιτρέπει ο Θεός για φάρμακα της ψυχής.
-         Γέροντα, μερικές φορές , όταν λέω «δόξα τω Θεώ», νιώθω μέσα μου ένα φτερούγισμα. Τι είναι αυτό;
-         Αγαλλίαση πνευματική είναι. Τώρα, επειδή μου έδωσες χαρά που λες «δόξα τω Θεώ», από την χαρά μου θα αρχίσω να γράφω «δόξα τω Θεώ, δόξα τω Θεώ», και θα γεμίσω μία κόλλα χαρτί με το «δόξα τω Θεώ». Ο Θεός να σε αξιώση στην άλλη ζωή να είσαι μαζί με τους Αγγέλους που δοξολογούν συνέχεια τον Θεό. Αμήν.


Από το βιβλίο: « ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ
ζ΄
ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ



Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

. Μόνο πρόσεξε δύο πράγματα: πρώτον να είσαι τίμιος στη δουλειά σου, δεύτερον να τηρείς τίς εντολές της Εκκλησίας μας και να εκκλησιάζεσαι τακτικά.

Φωτογραφία: Στο Γεροντικό γράφει ότι ένας μοναχός ήταν αμελής στα μοναχικά του καθήκοντα. Έφθασε λοιπόν κάποτε ή ώρα του θανάτου. Ό μοναχός, με ψυχραιμία και χαρά, περιμένει την έξοδο της ψυχής. Οί άλλοι μοναχοί παραξενεύονται. Τον ρωτά κάποιος: Καλά, άββα, εσύ δεν φοβάσαι τον θάνατο;
- Όχι, δεν φοβάμαι.
- Γιατί;
- Ξέρω ότι σε όλη μου τη ζωή ήμουν ένας αμελής μοναχός. Όμως ποτέ δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να κρίνει κανέναν. Έτσι, τώρα, θα πω κι εγώ στον Χριστό
μου: «Εγώ, Κύριε, τήρησα την εντολή σου "μη κρίνετε και ου μη κριθητε". Γνωρίζω ότι και Εσύ, Χριστέ μου, θα τηρήσεις την υπόσχεση Σου».
Θα αναφέρω εδώ και άλλη μία σχετική ιστορία από τον Συναξαριστή, ή οποία αποτελεί παράδειγμα υπακοής και ευλάβειας.
Κάποιος άρχοντας ζήτησε έναν νέο από τον γέρο πατέρα του για δούλο έναντι αμοιβής. Ό πατέρας λέει στο παιδί: «Παιδί μου Θεόφιλε, σου συνιστώ να πάς και σου υπόσχομαι ότι θα προκόψεις με την ευχή μου. Μόνο πρόσεξε δύο πράγματα: πρώτον να είσαι τίμιος στη δουλειά σου, δεύτερον να τηρείς τίς εντολές της Εκκλησίας μας και να εκκλησιάζεσαι τακτικά. Μάλιστα, όσες φορές περνάς έξω από κάποιο ναό μας, να μπαίνεις μέσα, να προσκυνάς και να ανάβεις το κεράκι σου». Ό νέος, πού έμαθε από μικρός την αρετή της υπακοής, άκουσε τον πατέρα, έλαβε την ευχή του και αναχώρησε.
Το αφεντικό από την πρώτη στιγμή τον αγάπησε σαν παιδί του. Όμως ή σύζυγος του, δυστυχώς, δεν ήταν τίμια. Τον απατούσε με έναν άλλο υπάλληλο τους. Μια μέρα λοιπόν ό Θεόφιλος έτυχε να μπει στο δωμάτιο για δουλειά, την ώρα πού ή σύζυγος βρισκόταν με τον εραστή. Ό νέος ούτε πρόσεξε κάτι. Εκείνοι όμως νόμισαν ότι τους είδε. «Τι θα γίνει τώρα», λένε, «αν το πει στο αφεντικό; Πρέπει να προλάβουμε!» Έτσι, καλούν εκτάκτως τον άρχοντα στο σπίτι.
- Τι συμβαίνει;
- Με μάρτυρα αυτόν τον έντιμο υπάλληλο μας, λέει ή γυναίκα, σου καταγγέλλω τούτο το παλιόπαιδο (τον Θεόφιλο), ότι προσπάθησε να με βιάσει. Λοιπόν, αν ανεχθείς αυτός πού πρόσβαλε την τιμή σου να ζήσει έστω και μία μέρα, εγώ σήμερα σε χωρίζω.
Έπεσε βέβαια ό σύζυγος από τα σύννεφα, αλλά την πίστεψε. Κάνει λοιπόν μυστική συμφωνία με έναν δήμιο.
- Αύριο το πρωί θα σου χτυπήσει την πόρτα κάποιος εκ μέρους μου. Μόλις μπει μέσα, μία σπαθιά κι έξω.
Συσκεύασε το κεφάλι, για να πάρεις και την αμοιβή.
Την άλλη μέρα το πρωί, φωνάζουν τον νέο.
- Θεόφιλε, λέει ό σύζυγος, πήγαινε στο σπίτι του δείνα εκ μέρους μας και ζήτησε να σου δώσει κάτι για μένα. Ξέρει αυτός.
Ό νέος αμέσως, πρόθυμος, τρέχει στην υπακοή. Καθ' όδόν, περνούσε έξω από μια εκκλησία. Θυμήθηκε τη συμβουλή του πατέρα του. «Ας πάω να ανάψω ένα κεράκι και συνεχίζω», σκέφτηκε. Μπαίνοντας, είδε πώς γινόταν Θεία Λειτουργία. «Δεν είναι σωστό να καταφρονήσω τη Θεία Λειτουργία», είπε μέσα του. «Θα μείνω, ώσπου να τελειώσει, και μετά προχωρώ». Όμως ή Λειτουργία καθυστέρησε αρκετά.
Οί άλλοι, γεμάτοι αγωνία, περιμένουν από λεπτό σε λεπτό το κεφάλι στο χαρτοκούτι. Περνά μισή, μία ώρα. Ό εραστής πια δεν αντέχει. Θέλει να δει κομμένο το κεφάλι εκείνου πού, υποτίθεται, έμαθε το μυστικό. «Μήπως... μήπως; Ας πάω επί τόπου να φέρω το κεφάλι, όσο πιο γρήγορα». Τρέχει, χτυπά την πόρτα.
- Έρχομαι εκ μέρους του αφεντικού μου για την υπόθεση πού ξέρεις.
Ό δήμιος κατάλαβε. Αυτός ήταν.
- Πέρασε μέσα, του κάνει.
Και αμέσως, χωρίς κουβέντες, με μία σπαθιά τον αποκεφαλίζει. Σε λίγο, να και ό Θεόφιλος. Αφού λειτουργήθηκε, έτρεξε στο καθήκον. 'Αλλά αυτή τη φορά, κατά το λεγόμενο, ήλθε δεύτερος.
- Έρχομαι εκ μέρους του δείνα.
- Πέρασε. Πάρε αυτό το δέμα, δώσε το κλειστό στο αφεντικό σου και πες του πώς περιμένω την αμοιβή.
Επιστρέφει λοιπόν ανύποπτος ό νέος στο σπίτι. Μόλις τον βλέπουν τα αφεντικά του, σάστισαν.
- Πήγες στον τάδε;
- Πήγα.
- Τι σου είπε;
- Μου έδωσε αυτό και ζητά την πληρωμή του.
Τι περίεργα πράγματα, λέει ό άνδρας. Ας το ανοίξουμε Ανοίγουν και Τι να δουν! Ή κεφαλή του μοιχού επί πινάκι. Ή γυναίκα πέφτει αμέσως λιπόθυμη. Και σε λίγο, μόλις ανοίγει τα μάτια της, έρχεται σε συναίσθηση και αρχίζει να κλαίει, να χτυπιέται και να ομολογεί:
- Κόψε και το δικό μου κεφάλι! Είναι αθώος ό Θεόφιλος! Εγώ είμαι ή ένοχη και αυτός, πού τιμωρήθηκε δίκαια. Δύο χρόνια σε απατούσα μαζί του. Σκότωσέ με! Μου αξίζει κάθε τιμωρία!
Τελικά όμως, το αφεντικό τη μεν γυναίκα συγχώρεσε, τον δε Θεόφιλο, επειδή ήσαν άτεκνοι, τον υιοθέτησαν. Και από τότε σαν γιος τους διαχειριζόταν μία τεράστια περιουσία, την οποία τελικά και κληρονόμησε. Κάποια στιγμή μάλιστα έφερε και τον γέρο πατέρα του στο αρχοντικό.
Από αυτή την ιστορία πόσα διδάγματα βγαίνουν! Ή τιμιότητα; Ή υπακοή στους γονείς, πώς ευλογείται από τον Θεό; Ή καλή ομολογία της πίστης; Πήγε στην εκκλησία εν ώρα καθήκοντος και δεν σκέφτηκε «μήπως και αρπάξω καμιά κατσάδα από το αφεντικό» ούτε υπολόγισε ότι χάνεται ώρα εργάσιμη. Ή Θεία Λειτουργία, σκέφθηκε, τα αναπληρώνει όλα. 'Αλλά και ή αδικία, πώς μόνη της ξεσκεπάστηκε! Πολλοί κρυβόμαστε από τους ανθρώπους, αλλά κανείς μας δεν διαφεύγει από τη θεία δικαιοσύνη.
Ό Θεός αγαπά όλους τους ανθρώπους. Ή απομάκρυνση όμως από Αυτόν οδηγεί στους χώρους του κακού, άρα ή μετάνοια θα πρέπει να είναι συνεχής. Ή γυναίκα πού απατούσε τον άνδρα είχε προαίρεση μετάνοιας - ίσως ήταν και θύμα του επιτήδειου εκείνου. Γι' αυτό ό Θεός της έδωσε περιθώριο να μετανοήσει, να εξομολογηθεί, να κλάψει για την αμαρτία της. "Αν έκοβαν και αυτής το κεφάλι, θα έφευγε αμετανόητη για τον Αδη. Ό άλλος όμως δεν είχε προαίρεση μετάνοιας. Παρ' όλα αυτά, αξίζει να αναρωτηθούμε μήπως με τον αποκεφαλισμό του θα μετριαστεί και εκείνου ή τιμωρία στον Αδη. Ποιος ξέρει; Βάθος άπειρο οί βουλές του Κυρίου...
Επειδή ωστόσο γνωρίζω ότι με τίς αληθινές αυτές ιστορίες πιο εύκολα διδασκόμαστε, θα μεταφέρω εδώ και εκείνη πού συνήθιζε πολύ συχνά να μας λέει ό αείμνηστος Γέροντας μου.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ


ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ


ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΔΑΧΗ ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝΣτο Γεροντικό γράφει ότι ένας μοναχός ήταν αμελής στα μοναχικά του καθήκοντα. Έφθασε λοιπόν κάποτε ή ώρα του θανάτου. Ό μοναχός, με ψυχραιμία και χαρά, περιμένει την έξοδο της ψυχής. Οί άλλοι μοναχοί παραξενεύονται. Τον ρωτά κάποιος: Καλά,
άββα, εσύ δεν φοβάσαι τον θάνατο;
- Όχι, δεν φοβάμαι.
- Γιατί;
- Ξέρω ότι σε όλη μου τη ζωή ήμουν ένας αμελής μοναχός. Όμως ποτέ δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να κρίνει κανέναν. Έτσι, τώρα, θα πω κι εγώ στον Χριστό
μου: «Εγώ, Κύριε, τήρησα την εντολή σου "μη κρίνετε και ου μη κριθητε". Γνωρίζω ότι και Εσύ, Χριστέ μου, θα τηρήσεις την υπόσχεση Σου».
Θα αναφέρω εδώ και άλλη μία σχετική ιστορία από τον Συναξαριστή, ή οποία αποτελεί παράδειγμα υπακοής και ευλάβειας.

Κάποιος άρχοντας ζήτησε έναν νέο από τον γέρο πατέρα του για δούλο έναντι αμοιβής. Ό πατέρας λέει στο παιδί: «Παιδί μου Θεόφιλε, σου συνιστώ να πάς και σου υπόσχομαι ότι θα προκόψεις με την ευχή μου. Μόνο πρόσεξε δύο πράγματα: πρώτον να είσαι τίμιος στη δουλειά σου, δεύτερον να τηρείς τίς εντολές της Εκκλησίας μας και να εκκλησιάζεσαι τακτικά. Μάλιστα, όσες φορές περνάς έξω από κάποιο ναό μας, να μπαίνεις μέσα, να προσκυνάς και να ανάβεις το κεράκι σου». Ό νέος, πού έμαθε από μικρός την αρετή της υπακοής, άκουσε τον πατέρα, έλαβε την ευχή του και αναχώρησε.
Το αφεντικό από την πρώτη στιγμή τον αγάπησε σαν παιδί του. Όμως ή σύζυγος του, δυστυχώς, δεν ήταν τίμια. Τον απατούσε με έναν άλλο υπάλληλο τους. Μια μέρα λοιπόν ό Θεόφιλος έτυχε να μπει στο δωμάτιο για δουλειά, την ώρα πού ή σύζυγος βρισκόταν με τον εραστή. Ό νέος ούτε πρόσεξε κάτι. Εκείνοι όμως νόμισαν ότι τους είδε. «Τι θα γίνει τώρα», λένε, «αν το πει στο αφεντικό; Πρέπει να προλάβουμε!» Έτσι, καλούν εκτάκτως τον άρχοντα στο σπίτι.
- Τι συμβαίνει;
- Με μάρτυρα αυτόν τον έντιμο υπάλληλο μας, λέει ή γυναίκα, σου καταγγέλλω τούτο το παλιόπαιδο (τον Θεόφιλο), ότι προσπάθησε να με βιάσει. Λοιπόν, αν ανεχθείς αυτός πού πρόσβαλε την τιμή σου να ζήσει έστω και μία μέρα, εγώ σήμερα σε χωρίζω.
Έπεσε βέβαια ό σύζυγος από τα σύννεφα, αλλά την πίστεψε. Κάνει λοιπόν μυστική συμφωνία με έναν δήμιο.

- Αύριο το πρωί θα σου χτυπήσει την πόρτα κάποιος εκ μέρους μου. Μόλις μπει μέσα, μία σπαθιά κι έξω.
Συσκεύασε το κεφάλι, για να πάρεις και την αμοιβή.
Την άλλη μέρα το πρωί, φωνάζουν τον νέο.
- Θεόφιλε, λέει ό σύζυγος, πήγαινε στο σπίτι του δείνα εκ μέρους μας και ζήτησε να σου δώσει κάτι για μένα. Ξέρει αυτός.
Ό νέος αμέσως, πρόθυμος, τρέχει στην υπακοή. Καθ' όδόν, περνούσε έξω από μια εκκλησία. Θυμήθηκε τη συμβουλή του πατέρα του. «Ας πάω να ανάψω ένα κεράκι και συνεχίζω», σκέφτηκε. Μπαίνοντας, είδε πώς γινόταν Θεία Λειτουργία. «Δεν είναι σωστό να καταφρονήσω τη Θεία Λειτουργία», είπε μέσα του. «Θα μείνω, ώσπου να τελειώσει, και μετά προχωρώ». Όμως ή Λειτουργία καθυστέρησε αρκετά.
Οί άλλοι, γεμάτοι αγωνία, περιμένουν από λεπτό σε λεπτό το κεφάλι στο χαρτοκούτι. Περνά μισή, μία ώρα. Ό εραστής πια δεν αντέχει. Θέλει να δει κομμένο το κεφάλι εκείνου πού, υποτίθεται, έμαθε το μυστικό. «Μήπως... μήπως; Ας πάω επί τόπου να φέρω το κεφάλι, όσο πιο γρήγορα». Τρέχει, χτυπά την πόρτα.
- Έρχομαι εκ μέρους του αφεντικού μου για την υπόθεση πού ξέρεις.
Ό δήμιος κατάλαβε. Αυτός ήταν.
- Πέρασε μέσα, του κάνει.

Και αμέσως, χωρίς κουβέντες, με μία σπαθιά τον αποκεφαλίζει. Σε λίγο, να και ό Θεόφιλος. Αφού λειτουργήθηκε, έτρεξε στο καθήκον. 'Αλλά αυτή τη φορά, κατά το λεγόμενο, ήλθε δεύτερος.
- Έρχομαι εκ μέρους του δείνα.
- Πέρασε. Πάρε αυτό το δέμα, δώσε το κλειστό στο αφεντικό σου και πες του πώς περιμένω την αμοιβή.

Επιστρέφει λοιπόν ανύποπτος ό νέος στο σπίτι. Μόλις τον βλέπουν τα αφεντικά του, σάστισαν.
- Πήγες στον τάδε;
- Πήγα.
- Τι σου είπε;
- Μου έδωσε αυτό και ζητά την πληρωμή του.
Τι περίεργα πράγματα, λέει ό άνδρας. Ας το ανοίξουμε Ανοίγουν και Τι να δουν! Ή κεφαλή του μοιχού επί πινάκι. Ή γυναίκα πέφτει αμέσως λιπόθυμη. Και σε λίγο, μόλις ανοίγει τα μάτια της, έρχεται σε συναίσθηση και αρχίζει να κλαίει, να χτυπιέται και να ομολογεί:
- Κόψε και το δικό μου κεφάλι! Είναι αθώος ό Θεόφιλος! Εγώ είμαι ή ένοχη και αυτός, πού τιμωρήθηκε δίκαια. Δύο χρόνια σε απατούσα μαζί του. Σκότωσέ με! Μου αξίζει κάθε τιμωρία!
Τελικά όμως, το αφεντικό τη μεν γυναίκα συγχώρεσε, τον δε Θεόφιλο, επειδή ήσαν άτεκνοι, τον υιοθέτησαν. Και από τότε σαν γιος τους διαχειριζόταν μία τεράστια περιουσία, την οποία τελικά και κληρονόμησε. Κάποια στιγμή μάλιστα έφερε και τον γέρο πατέρα του στο αρχοντικό.
Από αυτή την ιστορία πόσα διδάγματα βγαίνουν! Ή τιμιότητα; Ή υπακοή στους γονείς, πώς ευλογείται από τον Θεό; Ή καλή ομολογία της πίστης; Πήγε στην εκκλησία εν ώρα καθήκοντος και δεν σκέφτηκε «μήπως και αρπάξω καμιά κατσάδα από το αφεντικό» ούτε υπολόγισε ότι χάνεται ώρα εργάσιμη. Ή Θεία Λειτουργία, σκέφθηκε, τα αναπληρώνει όλα. 'Αλλά και ή αδικία, πώς μόνη της ξεσκεπάστηκε! Πολλοί κρυβόμαστε από τους ανθρώπους, αλλά κανείς μας δεν διαφεύγει από τη θεία δικαιοσύνη.
Ό Θεός αγαπά όλους τους ανθρώπους. Ή απομάκρυνση όμως από Αυτόν οδηγεί στους χώρους του κακού, άρα ή μετάνοια θα πρέπει να είναι συνεχής. Ή γυναίκα πού απατούσε τον άνδρα είχε προαίρεση μετάνοιας - ίσως ήταν και θύμα του επιτήδειου εκείνου. Γι' αυτό ό Θεός της έδωσε περιθώριο να μετανοήσει, να εξομολογηθεί, να κλάψει για την αμαρτία της. "Αν έκοβαν και αυτής το κεφάλι, θα έφευγε αμετανόητη για τον Αδη. Ό άλλος όμως δεν είχε προαίρεση μετάνοιας. Παρ' όλα αυτά, αξίζει να αναρωτηθούμε μήπως με τον αποκεφαλισμό του θα μετριαστεί και εκείνου ή τιμωρία στον Αδη. Ποιος ξέρει; Βάθος άπειρο οί βουλές του Κυρίου...
Επειδή ωστόσο γνωρίζω ότι με τίς αληθινές αυτές ιστορίες πιο εύκολα διδασκόμαστε, θα μεταφέρω εδώ και εκείνη πού συνήθιζε πολύ συχνά να μας λέει ό αείμνηστος Γέροντας μου.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ


ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ


ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΔΑΧΗ ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
 
 ΗΛΙΑΣΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ   16 ΣΕΠ  2012
 

Πριν φύγουμε από το σπίτι μας να προσευχόμαστε.

Η συμπεριφορά μας.
Πριν φύγουμε από το σπίτι μας να προσευχόμαστε.

Οπλιζόμαστε έτσι πνευματικά, όπως καταλαβαίνεις. Άλλος ίσως μπόρεσε να προσευχηθεί έξι ώρες, άλλος τέσσερις, άλλος δυο, άλλος μία, άλλος μόλις μισή ώρα. Ό Θεός δέχεται και
τον πρώτο και τον έσχατο.
Για να μείνουμε όμως οπλισμένοι και θωρακισμένοι όλη την ημέρα, χρειάζεται προσοχή. Όσο είναι δυνατόν, ή μικρή αυτή προσευχή "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" να μη λείπει από τα χείλη και την καρδιά. Ξέρεις πόσες ζωές έσωσε από θανατηφόρα δυστυχήματα τούτο το μικρό, αλλά δυνατό όπλο; Γνωρίζω προσωπικά ό ίδιος πολλές περιπτώσεις. Μια φορά, σε ένα γεύμα, κάποιος σηκώθηκε, προσευχήθηκε και έκανε τον σταυρό του πριν φανέ. Μερικοί τον κοίταξαν και γέλασαν ειρωνικά. Σε λίγη ώρα όμως όλη ή συντροφιά έτρεχε στην τουαλέτα και στους γιατρούς• είχαν πάθει ομαδική δηλητηρίαση. Ενώ, κατ' εξαίρεσιν, εκείνος πού προσευχήθηκε προ του γεύματος δεν έπαθε τίποτε. Αυτό ας το προσέξουμε όλοι, πού σήμερα καταντήσαμε να μην ξέρουμε Τι μας δίνουν να φάμε. Μόνο ή προσευχή μας σώζει και ή δύναμη του σταυρού. Ποτέ λοιπόν μη διστάσεις να κάνεις τον σταυρό σου πριν φας ή πιεις. Διάβασε τώρα και για ένα μεγάλο θαύμα πού συνέβη στην Αλεξάνδρεια, στον πατριάρχη Ιωακείμ, καθώς αναφέρεται στον Συναξαριστή.
Επί Τουρκοκρατίας, ό βεζίρης της Αλεξάνδρειας είχε έναν υπουργό Εβραίο, αλλά και τον Πατριάρχη πολύ φίλο του. Ή φιλία όμως αυτή δεν άρεσε στον Εβραίο, καθώς ήταν φθονερός. Τι λοιπόν μεθοδεύεται; Λέει στον βεζίρη:
- Αυτοί οί Χριστιανοί, μεγαλειότατε, είναι απατεώνες. Γράφουν στα χαρτιά τους ότι μπορούν να μετακινήσουν βουνά από τη θέση τους.
Φωνάζει ό βεζίρης τον Πατριάρχη:
- Αληθεύει ότι εσείς οί Χριστιανοί
μπορείτε να μετακινήσετε βουνά από τη θέση τους;
- Ναι, μεγαλειότατε, αρκεί να έχουμε πίστη.
- Λοιπόν, ή μετακινείς εκείνο το βουνό απέναντι ή σε σκοτώνω ως απατεώνα.
- Δώσε μου μία ήμερα διορία να προσευχηθώ και μετά τα λέμε.
Την άλλη ήμερα έρχεται ό Πατριάρχης.
- Έτοιμος είμαι, βασιλιά μου.
- Ορίστε, φώναξε το βουνό να φύγει.
- Εν ονόματι του Κυρίου Ιησού Χριστού, σε προστάζω εσένα το βουνό να φύγεις από τη θέση σου.
Τότε, ω των θαυμάσιων σου, Κύριε, το βουνό ξεκόλλησε και ερχόταν καταπάνω τους. Ό βεζίρης τρόμαξε. Φωνάζει δυνατά:
- Χανόμαστε, χανόμαστε! Πες, δέσποτα, να σταματήσει το βουνό, γιατί θα μας πλακώσει!
Τότε ό Πατριάρχης, με ψυχραιμία πάλι, είπε— Εν ονόματι του Κυρίου, σταμάτα εκεί.
Και, ω του θαύματος ξανά, το βουνό σταμάτησε στη θέση του. Αυτό το βουνό ονομάστηκε έκτοτε "Ντουρ ορντά", δηλαδή "Σταμάτα εκεί".
Τώρα ό Εβραίος Τι να πει; Καταισχύνθηκε. Ωστόσο δεν ταπεινώθηκε.
- Ναι, λέει, αλλά γράφουν κι άλλο στα βιβλία τους οί Χριστιανοί. Γράφουν ότι μπορούν να πιουν δηλητήριο και να μην τους βλάψει. "Αν αυτό είναι αλήθεια, εγώ
δέχομαι να γίνω Χριστιανός.
Ρωτάει ό βεζίρης:
- Είναι αλήθεια, Πατριάρχη;
- Ναι, είναι αλήθεια, βασιλιά μου.
Γυρίζει ό βεζίρης στον Εβραίο:
- Φέρε εσύ οποιοδήποτε δηλητήριο ξέρεις, για να τον ποτίσουμε.
Πάει ό Εβραίος, βρίσκει το πιο φαρμακερό δηλητήριο και το δίνει στον Πατριάρχη. Κάνει εκείνος προσευχή, το σταυρώνει και το πίνει. Ό Εβραίος περίμενε να πεθάνει αμέσως, όμως μάταια. Ό Πατριάρχης δεν έπαθε τίποτε.
Λέει ό βεζίρης:
- Τώρα, υπουργέ, Τι έχεις να πεις;
Άρχισε ό Εβραίος να τα μασά:
- Και πού ξέρουμε αν μου δώσανε δηλητήριο ή με γελάσανε;
Όποτε ό βεζίρης:
- Να πιεις εσύ τότε ό,τι απέμεινε στο ποτήρι.
Ό άλλος τρόμαξε. Ήξερε τη δύναμη του φαρμάκου. Όμως ό βεζίρης τον υποχρέωσε να το πιει. Και σε λίγα δευτερόλεπτα ό Εβραίος πέφτει κάτω νεκρός. Από τότε ό βεζίρης εκτίμησε πιο πολύ τον Πατριάρχη και του έδωσε πολλά προνόμια.
Από αυτή την ιστορία βγαίνουν πολλά διδάγματα, προ πάντων πόση δύναμη έχει ή πίστη, ή προσευχή, αλλά και ό Τίμιος Σταυρός. Σου έτυχε π.χ. να πάς στον γιατρό; Κάνε πρώτα τον σταυρό σου. Προσευχήσου και παρακάλεσε με πίστη, όπως ό Πατριάρχης. Όσο και αν ενεργήσει ό γιατρός, αν δεν ευλογήσει ό Κύριος, τίποτε δεν γίνεται. Γνωρίζω μάλιστα κάποιον γιατρό στη Θεσσαλονίκη, πού γιάτρεψε χιλιάδες κόσμο, οί άνθρωποι τον έχουν για μοναδικό επιστήμονα, όμως ό ίδιος σε μια επίσκεψη μου στο ιατρείο του μου ομολόγησε: «Εγώ, πάτερ, περισσότερο με την προσευχή γιατρεύω τον κόσμο». Και αυτός είναι άνθρωπος της κοινωνίας, μάλισταΆλλοτε δίδαγμα πού κρατάμε είναι ή καλή ομολογία της πίστης. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο ψηλά μας ανεβάζει ή καλή ομολογία. Έστω λοιπόν ότι πιστεύω, προσεύχομαι,
νηστεύω, εξομολογούμαι κ.λπ. Περπατώ στον δρόμο και βλέπω ναό; Θα κάνω τον
σταυρό μου και θα ζητήσω τη βοήθεια του Αγίου. Δεν θα συμπεριφερθώ, όπως μερικοί πού θέλουν να κάνουν σταυρό, αλλά κοιτάνε δεξιά-αριστερά μήπως τους δει κανείς και τους παρεξηγήσει. Αν τρώμε σε κοινό χώρο, θα κάνω φανερά το σημείο του σταυρού και ό,τι θέλουν ας πουν.
Με καλεί ένας φίλος σε γεύμα και είναι νηστεία; «Φίλε», θα του πω, «έρχομαι, αλλά δεν θα φάω αρτύσιμο. Νηστεύω». Ενώ κάποιος άλλος μου λέει: «Έλα να πάμε σε ένα νυχτερινό κέντρο», και ξέρω ότι είναι κέντρο παρανομίας. Εάν αρχίσω τίς δικαιολογίες («Είμαι αδιάθετος», «Έχω δουλειά» κ.λπ.), αυτό λέγεται άρνηση ομολογίας. Πρέπει να πω καθαρά: «Ευχαριστώ, φίλε, αλλά εκεί δεν γίνεται να πάω. Κινδυνεύει ή ψυχή μου. Δεν έρχεσαι εσύ να πάμε κάπου αλλού;» Και, αν μπορείς, τον τραβάς σε μία ομιλία, μία αγρυπνία, μία πνευματική εκδήλωση, οπότε τον κερδίζεις εσύ.
Ύστερα από αυτά σε ρωτώ, αδελφέ μου, εσένα πού αγωνίζεσαι στα εγκόσμια. Αυτά πού ανέφερα είναι δύσκολα; "Αν σου πω «κάνε αγρυπνία», δικαιολογημένα θα πεις «δεν μπορώ». Αν σου πω «κάνε χίλιες γονυκλισίες», θα αρνηθείς με το δίκιο σου. Αν σου πω «νήστευε το λάδι», θα προβάλεις λόγους υγείας. Όμως το να κάνεις τον σταυρό σου πριν φας, το να πεις «σήμερα νηστεύω, θα εκκλησιαστώ, θα κοινωνήσω» κ.λπ., είναι κόπος; Δεν νομίζω. Αυτά, αν θέλουμε, όλοι τα μπορούμε. Με αυτόν τον εύκολο τρόπο της καλής ομολογίας εξασφαλίζουμε τη Βασιλεία των Ουρανών, κατά την υπόσχεση του Σωτήρα μας: «Πάς ούν όστις ομολογήσει εν έμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω κάγώ εν αύτω έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. ι' 32). Και Τι θα ομολογήσει ό Χριστός; Ούτε λίγο ούτε πολύ, θα μας παρουσιάσει και θα μας συστήσει στον ουράνιο Πατέρα ως αδέλφια Του. Συνεπώς, παιδιά του Θεού. Και κατά τον Παύλο, κληρονόμους της αιώνιας Βασιλείας Του (Γαλ. δ'7).
Αντίθετα, έστω και αν νηστεύουμε ή αγρυπνούμε ή καταπονούμε το σώμα κ.λπ., στην περίπτωση πού ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε το πιστεύω μας, θα ακούσουμε το φοβερό: «"Όστις δ' αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων, άρνήσομαι αυτόν κάγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. ι'33). Φοβερός ό λόγος! «Αρνήθηκες από ντροπή να με ομολογήσεις; Αρνούμαι και εγώ να σε ομολογήσω για αδελφό μου. Δεν σε ξέρω ποιος είσαι». "Ας αποφύγουμε λοιπόν την άρνηση, για να μην απομακρυνθούμε από τον
Χριστό μας.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ


ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ


ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΔΑΧΗ ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ 16 ΣΕΠ 2012

Ο άπιστός γιατρός

Ζούσε πριν πολλά χρόνια  σε μια κωμόπολή της Πελοποννήσου ένα ιερέας ευλαβής και ενάρετος με το όνομα Θεοδόσιος. Ο παπα-Θεοδόσιος είχε μόνο μια λύπη από την ζωή του. Ήταν άτεκνος. Όσο περνούσε ο καιρός και δεν αποκτούσε παιδί η θλίψη του μεγάλωνε όμως δεν παρέλειπε στις προσευχές του να ζητά από τον Θεό με πίστη θερμή να του δώσει παιδί και μάλιστα αρσενικό, με την υποχρέωση να καταβάλλει κάθε φροντίδα για να το μορφώσει χριστιανικά. Η πρεσβυτέρα του , ύστερα από ατεκνία τόσων ετών, έμεινε έγκυος. Και μια μέρα, ενώ ο παπα-Θεοδόσιος βρισκόταν στην εκκλησία και διάβαζε τον εσπερινό, μια γειτόνισσα έσπευσε να του αναγγείλει τον αίσιο τοκετό.
-Να σου ζήσει , παππούλη , το κοριτσάκι!
-Αδύνατον ! απαντά με ακλόνητη πεποίθηση ο ιερέας. Αδύνατον να είναι κοριτσάκι! Εγώ αρσενικό ζήτησα από τον Θεό!
Η γειτόνισσα η οποία γνώριζε τον πόθο του παπα-Θεοδόση , επέμενε ότι ήταν δήθεν κοριτσάκι. Αλλά μετά από λίγο του φανέρωσε την αλήθεια. Πράγματι η πρεσβυτέρα του είχε γεννήσει γιό.

Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε , το παιδί μεγάλωνε και ο σεβάσμιος ιερέας όσο μπορούσε προσπάθησε να του δώσει ανατροφή χριστιανική έχω ότου μετά από μια ασθένεια πέθανε  ενώ το παιδί ήταν ακόμα μαθητής στο Λύκειο

Ο νεαρός Κωνσταντίνος τελείωσε τις σπουδές του στο Λύκειο και έπειτα αναχώρησε στην Γαλλία για να σπουδάσει εκεί την ιατρική.
Στο νέο εκείνο περιβάλλον ο νεαρός Κωνσταντίνος ελεύθερος από κάθε επίβλεψη , δεν είναι παράδοξο ότι άρχισε να αλλάζει φρόνημα και συνήθειες και τρόπο ζωής. Όχι μόνο το περιβάλλον του Παρισιού , που σπούδαζε, και η συναναστροφή με συμφοιτητές ελεύθερους στο φρόνημα και στον βίο, αλλά και η διδασκαλία πολλών από τους καθηγητές της Ιατρικής , οποίοι ευχαριστιούνταν να εκφράζουν ιδέες αντιθρησκευτικές και να παριστάνουν ότι αυτές στηρίζονται δήθεν στην αλήθεια, όλα αυτά επηρέασαν πολύ τον νεαρό Έλληνα φοιτητή. Πολύ γρήγορα ο Κωνσταντίνος κατάντησε σε πλήρη απιστία. Η ενθύμηση του πατέρα του , οι συμβουλές του, που είχε ακούσει από αυτόν, δεν στάθηκαν ικανές να τον συγκρατήσουν από τον κατήφορο της αμαρτίας.

Με τέτοιο πλέον φρόνημα ο Κωνσταντίνος εξακολούθησε τις σπουδές του μέχρι τέλος, πήρε το δίπλωμα του γιατρού και άρχισε να εξασκεί στο Παρίσι το έργο του. Κατά το διάστημα αυτό δοκίμασε πολλές ηθικές θλίψεις. Η συνείδηση του συχνά τον έλεγχε για τον βίο της απιστίας. Μολονότι ακολουθούσε ζωή διασκεδάσεων , όχι μόνο δεν εύρισκε πραγματική ανακούφιση σε αυτές, αλλά πολλές φορές αισθανόταν αηδία προς τη ζωή . Και ενώ βρίσκονταν σε τέτοια ψυχολογική κατάσταση αποφάσισε επανειλημμένα να θέσει τέρμα στη ζωή του. Διότι δεν εύρισκε για ποιο λόγο έπρεπε να ζει, εφ’όσον το πνεύμα του δεν αναπαύονταν και εφ’ όσον δεν πίστευε σε άλλη ζωή πέρα του τάφου. Αλλά τότε ακριβώς είδε χειροπιαστή την επέμβαση μιας αόρατης δύναμης, η οποία δεν τον άφησε να πραγματοποιήσει την απόφαση του. Κρατώντας το περίστροφο στο χέρι πυροβόλησε κατά το στήθος του επαλειμμένα αλλά παραδόξως , το περίστροφο δεν έπιανε φωτιά! Το άψυχο φονικό όπλο φαινόταν σαν να μην ήθελε να υπακούσει! Έστρεφε προς τα έξω την κάνη του πιστολιού και τότε το πιστόλι εκπυρσοκροτούσε! Το γεγονός αυτό του έκανε μεγάλη εντύπωση , αν και δεν ήταν τότε να καταλάβει ότι αυτό ήταν επέμβαση της θείας Πρόνοιας. Οπωσδήποτε, η αυτοκτονία ματαιώθηκε.

Και σε άλλη εποχή ο γιατρός μας αποφάσισε να θέσει τέρμα στη ζωή του. Ήταν τότε καλοκαίρι και αυτόν κοιμόταν επάνω σε ένα ηλιακωτό. Με την απόφαση λοιπόν να αυτοκτονήσει , κοιμόταν την νύχτα πάνω στο στηθαίο (πεζούλι)του ηλιακωτού, με την σκέψη ότι την νύκτα,, καθώς θα κοιμόταν και θα γύριζε στον ύπνο του θα πέθαινε με μίας , χωρίς να το καταλάβει. Αλλά και σε αυτό οι ελπίδες του διαψεύστηκαν! Πάντοτε την νύχτα έπεφτε από το στενό εκείνο στηθαίο. Αλλά , παραδόξως, ποτέ δεν έπεσε προς τα έξω! Έπεφτε πάντοτε μέσα στο ηλιακωτό. Δοκίμασε επανειλημμένα, αλλά το αποτέλεσμα ήταν πάντοτε το ίδιο. Πάντοτε δηλαδή έπεφτε προς τα μέσα και ποτέ προς τα έξω. Και το γεγονός αυτός του έκανε μεγάλη εντύπωση. Αλλά τα μάτια της ψυχής του ήταν κλειστά και δεν μπορούσε να δει και στην περίσταση αυτή το χέρι του Θεού ο οποίος θαυματουργικώς ζητούσε να τον συγκρατήσει από τον όλεθρο. Διότι προέβλεπε ο Θεός, ότι ο άπιστος εκείνος θα μεταβαλλόταν μια μέρα σε πιστό.

Στο Παρίσι ο γιατρός ο Κωνσταντίνος έμεινε αρκετά χρόνια. Εκεί συνδέθηκε με στενή φιλία με ένα συνάδελφό του Γάλλο γιατρό. Σημειωτέον , ότι και ο γιατρός εκείνος βρισκόταν στην ίδια κατάσταση απιστίας, επομένως είχε τα ίδια φρονήματα με τον Κωνσταντίνο. Μόνο η σύζυγος του Γάλλου γιατρού ήταν γυναίκα με θερμή ευσέβεια και πίστη. Πολλές φορές παρακαλούσε τους δύο άπιστους φίλους και τους εξόρκιζε να αφήσουν τα υλιστικά τους φρονήματα. Εκείνοι όμως γελούσαν μαζί της και την ειρωνεύονταν , μερικές φορές , για να την πειράξουν της έλεγαν μπροστά της πολλά ενάντια της χριστιανικής θρησκείας.

Κατόπιν διαμονής πολλών ετών στην Γαλλία ο Κωνσταντίνος νοστάλγησε και αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Πράγματι αναχώρησε και ήρθε στην Ελλάδα, εγκαταστάθηκε ως γιατρός στον Πύργο, όπου σε λίγο παντρεύτηκε. Η σύζυγός του ήταν γυναίκα με αρκετή ευσέβεια. Αλλά ο Κωνσταντίνος δεν ενννοοόυσε να αφήσει τις ιδέες του. Στις παρακλήσεις και προτροπές της γυναίκας του αυτός έμενε ασυγκίνητος και ακλόνητοςς στις υλιστικές και αθεϊστικές του ιδέες χαρακτηριστικό είναι ότι κατά την Μεγάλη Παρασκευή , όταν η οικογένεια του νήστευε αυστηρά, αυτός διέταζε επίμονα να του ετοιμάσουν κρέας για να φάει! Όταν μετά από δύο ημέρες η οικογένεια του γιόρταζε το Πάσχα, ο άπιστος γιατρός διέταζε να του ετοιμάσουν νηστίσιμο φαγητό!

Τέτοιο τρόπο είχαν τα πράγματα , όταν ο Κωνσταντίνος σχετίστηκε με μερικούς άλλου λόγιους της πόλης εκείνης, οι οποίοι συγκεντρώνονταν τακτικά σε συνεδριάσεις πνευματιστικές. Τα πνευματιστικά φαινόμενα έκαναν εντύπωση ισχυρή στον υλιστή γιατρό, ο οποίος μέχρι τότε πίστευε, ότι δεν υπάρχουν πνεύματα και κόσμος πνευματικός. Αλλά τα φαινόμενα του πνευματισμού κλόνισαν την πεποίθηση του αυτή και πολύ γρήγορα ο γιατρός μας πείστηκε , ότι υπάρχουν πνεύματα και δυνάμεις αόρατες και μυστηριώδεις. Άρχισε πλέον να παραδέχεται όλες τις χριστιανικές αλήθειες. Και το παρίεργο είναι , ότι με το τραπέζι του πνευματισμού τους μιλούσε πνεύμα πονηρό , το οποίο παρουσιαζόταν ότι είναι ο Χριστός! Δίδασκε και συμβούλευε με πνεύμα χριστιανικό, τους επέπληττε για κάθε παρεκτροπή, επέβαλλε σε εκείνους που παρεκτρέπονταν νηστείες αυστηρές και άλλες σωματικές ασκήσεις.

Βαθμηδόν οι αποκαλύψεις αυτές οι πνευματιστικές γινόταν περισσότερο αξιοπερίεργες. Διότι το πνεύμα, το οποίο τους μιλούσε μέσω του τραπεζιού, τους διέταξε να κατασκευάσουν ναό ξύλινο, κινητό , σαν απομίμηση της σκηνής των Ιουδαίων. Ακόμη τους βεβαίωνε, ότι τους χειροτόνησε αποστόλους, ότι θα τους στείλει να κηρύξουν , ακόμη ότι θα τους δώσει δύναμη να περπατούν επάνω στα νερά της θάλασσας! Όλα αυτά και κάποια άλλα σημεία ύποπτα, άνοιξαν πλέον τα μάτια σε όσους συμμετείχαν στις συνεδριάσεις εκείνες και οι περισσότεροι κατάλαβαν ότι πρόκειται για έντεχνη πλεκτάνη του διαβόλου. Τότε και ο γιατρός μας, αφού διαφωτίστηκε από κάποιον αξιοσέβαστο κληρικό, άφησε την πλάνη εκείνη, αλλά από τότε κράτησε σταθερές τις χριστιανικές του πεποιθήσεις και έγινε παράδειγμα εκλεκτού Χριστιανού. ..
Μετά από κάποιο καιρό ο Κωνσταντίνος θέλησε να επισκεφτεί την πόλη των σπουδών του , το Παρίσι. Καθένας καταλαβαίνει ότι μια από τις πρώτες του φροντίδες ήταν να επισκεφτεί τον κάποτε στενό του φίλο, τον γάλλο γιατρό. Μετά  τις πρώτες ομιλίες, ο Κωνσταντίνος του λέγει:
-Ξέρεις , τώρα έχω αλλάξει φρόνημα . Έχω γίνει Χριστιανός!
Πόση ήταν η έκπληξή του και η χαρά του , όταν ο φίλος του σε απάντηση έβγαλε από την τσέπη του ένα κομψοδεμένο βιβλίο, την Αγία Γραφή. Του την έδειξε και του είπε:
-Και εγώ, φίλε μου, όχι μόνο πιστεύω όσα λέει το βιβλίο αυτό, αλλά και τα έχω ως μόνη παρηγοριά και χαρά στη ζωή μου.
Η ευσεβής σύζυγος του γιατρού έγινε έξαλλη από χαρά , όταν είδε τον οικογενειακό φίλο να είναι τώρα Χριστιανό. Επαναλάμβανε πολλές φορές με απορία και χαρά:
- Ο Κωνσταντίνος Χριστιανός! Ο Κωνσταντίνος Χριστιανός!...

Εκκλησία και κόσμος

Οι όροι «ιεραποστολή» και «ιεραποστολικότητα» είναι αδόκιμοι όροι και εκφράζουν κάποιο δυτικό νεωτερισμό, ιδιαίτερα προτεσταντικής μορφής, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία χρησιμοποίησαν επί αιώνες τους όρους «αποστολή» και «αποστολικότητα» , με την έννοια της μαρτυρίας της πίστεως και όχι την επεκτατική διάθεση κάποιας ιεραποστολικής προσπάθειας. Οι όροι αυτοί καθιερώθηκαν σήμερα και σε μας και είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία αυτή στον προφορικό ή γραπτό λόγο, αλλά πάντοτε με την έννοια και το περιεχόμενο της αρχαίας εκκλησιαστικής παράδοσης, δηλαδή της μαρτυρίας και ομολογίας της πίστεως προς όλους τους λαούς και τα έθνη της γης και μάλιστα με τη σημασία της θυσίας και του μαρτυρίου.

Μέσα από τη Θεολογία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης ξεπήδησε κατά έναν τρόπο πολύ εντυπωσιακό η επισήμανση ιδιαίτερα του οικουμενικού και ιεραποστολικού χαρακτήρα της Εκκλησίας. Η Ιεραποστολή δεν παρουσιάζεται πλέον σαν ένα προσωρινό φυσικό φαινόμενο στη ζωή της Εκκλησίας, αν ένα ιστορικό γεγονός μιας περιόδου , αλλά μετέχει σ’ αυτή την ουσία και τη φύση της Εκκλησίας. Η Εκκλησία έχει μέσα στον κόσμο μια ιεραποστολική κλήση και ιεραποστολική αποστολή. Γι’ αυτό ακριβώς από τον πρώτο ακόμη αιώνα της εκκλησιαστικής ιστορίας, η Ιεραποστολή ήταν από τις κύριες μέριμνες και φροντίδες της Εκκλησίας.

Ως πρώτη βασική προϋπόθεση της Ιεραποστολής και ως πρωταρχικός σκοπός της πορείας της προς τον κόσμο των εθνών τίθεται η εμπειρία της Αναστάσεως. Ως επακόλουθο του γεγονότος της Αναστάσεως, έρχεται η δεύτερη προϋπόθεση της Ιεραποστολής, η εκκλησιολογική , που τίθεται και σαν κεντρικός σκοπός της δραστηριότητας της ανά τον κόσμο. Μία τρίτη προϋπόθεση είναι η υπακοή στην εντολή που απευθύνει ο Χριστός σ’ εκείνους ιδιαίτερα που θέτουν τους εαυτούς του στην υπηρεσία της σωτηρίας του κόσμου: «πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τη κτίσει»(Μάρκ, 16,15)

Το έργο της Ιεραποστολής στον κόσμο και της ποίμανσης του λαού του Θεού στην Εκκλησία είναι «σημεία» της νέας εσχατολογικής πραγματικότητας. Η έλευση της βασιλείας του Θεού στην ιστορία δεν σημαίνει ασφαλώς και αναγκαστική αποδοχή του ευαγγελικού μηνύματος από τους ανθρώπους . αλλά σημαίνει, οπωσδήποτε, την ανάγκη ο λόγος του Θεού να κηρυχθεί στα πέρατα της οικουμένης. Εάν κηρυχθεί ο λόγος του Θεού , τότε επαφίεται στην προσωπική ευθύνη καθενός εάν θα αποδεχθεί ή όχι την κοινωνία με τον Χριστό και την Εκκλησία του. Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα τουλάχιστον στην ακρόαση του ευαγγελικού λόγου και ατό το δικαίωμα καθίσταται υποχρεωτικό για την ιεραποστολική διαχρονική πορεία της Εκκλησίας προς τον κόσμο.

Από το βιβλίο, Εκκλησία και κόσμος
(Ομότ. Καθήγ. Γεωργίου Πατρώνου)

ΠΕΡΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΕΩΣ


Από τη διδασκαλία του Γέροντος Γερμανού Σταυροβουνιώτη

Η Εκκλησία έχει δύο τρόπους καθοδηγήσεως των ψυχών: Την ακρίβεια και την οικονομία. Τα ζητήματα, που επιδέχονται οικονομία, ο Πνευματικός πρέπει να τα χειρίζεται με προσοχή, προσευχή και διάκριση, ώστε να προκύπτη ωφέλεια και όχι βλάβη. Στα ζητήματα όμως, που δεν είναι επιδεκτικά οικονομίας, να είναι αυστηρότατος, για να μη κατακριθή εν ημέρα Κρίσεως ως θεομάχος. Ο Πνευματικός κατά το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως έχει τη δυνατότητα να κάνη οικονομία και συγκατάβαση μέσα στα όρια των Ιερών Κανόνων, δηλαδή μέχρι εκείνου του σημείου, που δεν θα βλάψη τον εξομολογούμενο. Διότι η οικονομία δεν γίνεται, για να επαναπαυθή και να παραμείνη ο εξομολογούμενος στις πτώσεις του, αλλά για να παρακινηθή να τις ξεπεράσει.

Υπάρχουν ζητήματα στην Εξομολόγηση, για τα οποία ο Πνευματικός πρέπει να χρησιμοποιήση και το μέτρο της συγκαταβάσεως και οικονομίας, προκειμένου να φέρη τον εξομολογούμενο στην οδό της σωτηρίας. Υπάρχουν όμως και άλλα ζητήματα, στα οποία δεν μπορεί κατʼ ουδένα λόγο να γίνη οικονομία. Για παράδειγμα δεν χωρεί συγκατάβαση, αν ο εξομολογούμενος εμμένει στη μνησικακία, ζητά εκδίκηση, δεν συγχωρεί αυτόν, που του έφταιξε, είτε δίκαια, είτε άδικα.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου-Εγκώμια της Εκκλησίας

«Τίποτα πιο δυνατό από την Εκκλησία, άνθρωπε. Σταμάτα να την πολεμάς, για να μη σου καταλύσει τη δύναμι. Μην ανοίγεις πόλεμο με τον ουρανό· αν πολεμάς την Εκκλησία, είνε αδύνατο να νικήσεις. Διότι ο Θεός είναι πιο ισχυρός απ’ όλους…Ο Θεός την έκτισε, ποιος θα επιχειρήση να την κλονίσει;…Η εκκλησία είνε ισχυρότερη από τον ουρναό».(P.G. 52,429)
«Τίποτε δεν είνε ίσο με την Εκκλησία· μη μου λες για τείχη και για όπλα· διότι τα τείχη με το χρόνο παλιώνουν , αλλ’ η Εκκλησία ποτέ δεν γηράσκει. Τα τείχη οι βάρβαροι τα γκρεμίζουν , την Εκκλησία όμως ούτε οι δαίμονες μπορούν να νικήσουν. Και ότι δεν είνε υπερβολικά τα λόγια αυτά , μαρτυρούν τα πράγματα. Πόσοι πολέμησαν την Εκκλησία και οι πολέμιοί της καταστράφηκαν; Αυτή ανέβηκε πάνω από τους ουρανούς. Τέτοιο μέγεθος έχει η Εκκλησία. Όταν την πολεμούν νικά· όταν την εχθρεύωνται υπερισχύει· όταν την υβρίζουν γίνεται λαμπρότερη· τραυματίζεται , αλλά δεν υποκύπτει στα τραύματα· κλυδωνίζεται , αλλά δεν καταποντίζεται· υφίσταται τρικυμίες, αλλά δεν ναυαγεί· παλεύει αλλά δεν νικάται» (P.G. 52, 397).

«Τίποτε πιο ισχυρό από την Εκκλησία. Η ελπίδα σου είνε η Εκκλησία· η σωτηρία σου η Εκκλησία· το καταφύγιό σου η Εκκλησία. Είνε πιο υψηλή από τον ουρανό, πιο πλατειά από τη γη. Ποτέ δεν γηράσκει , αλλά πάντοτε ακμάζει. Γι’ αυτό τη στερεότητα της και το ασάλευτο φανερώνοντας η Γραφή , όρος την ονομάζει» ( P.G. 52.402)


Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...