Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ: Ο «Άγιος» της Ομόνοιας


Μ' έσωσες, μ' έσωσες, π. Παΐσιε. Κινδύνεψα κι εγώ καί τα ζώα

Μια φορά ό Γέροντας, φορτωμένος διάφορα πράγματα, ανηφόριζε προς το Μοναστήρι.
Ήταν απόγευμα καί ήθελε να φτάσει προτού να δύσει ό ήλιος. Πέρασε τα περισσότερα κλώσματα, χωρίς να σταματήσει. Στο δρόμο συνάντησε έναν γνωστό του, πρόσφυγα άπ

' την Καππαδοκία, ό όποιος κουβαλούσε με τα δυο του μουλάρια ξύλα. Εκείνη τη μέρα όμως είχε μια περιπέτεια. Τα μουλάρια του σε μια απότομη κατηφόρα είχαν χάσει την ισορροπία τους καί είχαν πέσει, ενώ τα ξύλα είχαν σκορπιστεί Ό Γέροντας τον είδε πού παιδευόταν να ξαναφορτώσει τα ζώα του καί σταμάτησε να τον βοηθήσει. Το μονοπάτι ήταν πολύ στενό καί δεν βόλευε. Χρειάστηκε να κουβαλήσουν τα ξύλα με τα χέρια λίγο πιο κάτω καί στη συνέχεια να τα φορτώσουν. Όταν ολοκληρώθηκε ή προσπάθεια, ό αγωγιάτης είπε στο Γέροντα:
- Μ' έσωσες, μ' έσωσες, π. Παΐσιε. Κινδύνεψα κι εγώ καί τα ζώα.
- Να 'σαι καλά, ευλογημένε, του είπε.
Μετά ξαναπήρε στους ώμους του τους τορβάδες καί συνέχισε το δρόμο. Έφτασε σ' ένα ψηλό σημείο, σε μια κορυφή, άπ' οπού έβλεπε τον αγωγιάτη πού βοήθησε, ενώ ψηλά αγνάντευε το Μοναστήρι καί δεξιά του την απότομη πλαγιά του Λάζαρου, άπ' την οποία σχεδόν καθημερινά έπεφταν μικρές καί μεγάλες πέτρες. Στάθηκε λίγα λεπτά για να πάρει μια ανάσα καί να βεβαιωθεί αν ό πατριώτης του συνέχιζε κανονικά με τα φορτωμένα μουλάρια. Ξαφνικά όμως ένας ισχυρός θόρυβος ακούστηκε καί ό Γέροντας νόμιζε ότι όλο το βουνό μετακινιόταν. Από πολύ μεγάλο ύψος άρχισαν να ξεκόβονται καί να κατρακυλούν μεγάλοι βράχοι, πάνω στους οποίους ήταν μέτριου μεγέθους πεύκα. Το θέαμα ήταν φοβερό. Οι βράχοι παράσερναν κι άλλους βράχους πιο κάτω, προκαλώντας ήχους βιβλικής καταστροφής, ενώ στο πέρασμα τους έσπαγαν δέντρα καί θάμνους. Όλη αυτή ή κατολίσθηση είχε πλάτος περί τα διακόσια μέτρα.
Ό Γέροντας παρακολουθούσε άφωνος. Σκέφτηκε ότι αν δεν καθυστερούσε με τον αγωγιάτη, εκείνη την ώρα θα βρισκόταν στο φοβερό σημείο καί ό θάνατος του θα ήταν βέβαιος. Δοξολόγησε το Θεό καί θέλησε να ευχαριστήσει τον αγωγιάτη. Γύρισε προς το άνοιγμα της χαράδρας, οπού έβλεπε τον ευεργέτη του καί κάνοντας χωνί τα δυο του χέρια επανέλαβε τα λόγια του:
- Μ' έσωσες, μ' έσωσες. Σ' ευχαριστώ.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
 
HΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ  28 ΣΕΠ 2012 

To καντήλι της Παναγίας και η χήρα με τα πέντε παιδιά

Φωτογραφία: To καντήλι της Παναγίας και η χήρα με τα πέντε παιδιά

Ήταν παραμονή του Ευαγγελισμού, 24 Μαρτίου του 1942, και ήμασταν στη Δράμα, στην ιδιαιτέρα μου πατρίδα. Η ξένη κατοχή ήταν βουλγάρικη. Οι στερήσεις, οι αρρώστιες και η πείνα είχαν πάρει τρομακτικές διαστάσεις και ο θάνατος θέριζε κάθε μέρα μικρούς και μεγάλους και ιδιαιτέρως τα παιδιά.
Μεταξύ των συγγενών μου είχα και μία μακρινή θεία, χήρα με πέντε παιδιά. Τον άνδρα της τον είχαν σκοτώσει οι κατακτητές πριν από έξι μήνες στις σφαγές της 29ης Σεπτεμβρίου τού1941.
Από τρόφιμα της είχαν απομείνει ένα δάκτυλο ελαιόλαδο και μία χούφτα καλαμποκάλευρο. Εκείνο, λοιπόν, το απόγευμα σκέφθηκε ότι αύριο, του Ευαγγελισμού, είχε έστω και κάτι λίγο για τροφή στα παιδιά: εκατό δράμια αλευράκι κι ένα δάκτυλο λαδάκι.
Ξαφνικά τα μάτια της έπεσαν πάνω στο σβησμένο καντήλι, που ήταν κρεμασμένο μπροστά στο εικονοστάσι. Και τότε μπήκε στο δίλημμα: Το λαδάκι στα νηστικά παιδιά της ή στο εικονοστάσι με την εικόνα του Ευαγγελισμού; Αποφασιστικά όμως έκαμε τον σταυρό της και είπε στην Παναγία: “Παναγία μου! Εγώ θα Σου ανάψω το καντήλι, γιατί η μέρα που ξημερώνει είναι πολύ μεγάλη για την πίστη μας, αλλά και Σύ όμως ανάλαβε να μου θρέψης τα παιδιά”. Πήρε το λιγοστό λαδάκι και μ’ αυτό άναψε το καντήλι της Παναγιάς. Το ιλαρό του φως φώτισε το φτωχικό σπίτι και η καρδιά της γέμισε από γαλήνη. Αυτό τους συνόδευσε στη βραδινή τους προσευχή και στον ύπνο τους όλο εκείνο το αξέχαστο βράδυ.
Την άλλη μέρα, μετά τη Θεία Λειτουργία, η θεία μου άνοιξε το ντουλάπι, για να πάρει το λιγοστό αλεύρι, και έμεινε άφωνη. Τί βλέπει; Το “λαδερό” γεμάτο λάδι μέχρι πάνω, και δύο σακούλες γεμάτες αλεύρι και μακαρόνια!…
Σταυροκοπήθηκε η γυναίκα πολλές φορές, δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεό και την Παναγία για το μεγάλο θαύμα, αλλά δεν είπε σε κανέναν τίποτα.
Για δύο χρόνια ούτε το λάδι άδειαζε από το μπουκάλι, ούτε και το αλεύρι “σώθηκε” ποτέ, παρά την καθημερινή τους χρήση για έξι στόματα, για ανταλλαγή με άλλα τρόφιμα και για κρυφή ελεημοσύνη. Αλλά και το καντήλι παρέμεινε από τότε μέρα-νύχτα αναμμένο, μαρτυρώντας με το άσβεστο φως του τη ζωντανή πίστη αυτής της ευλογημένης γυναίκας.

Πηγή: Από το βιβλίο «Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία» του Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Αναγνωστόπουλου.To καντήλι της Παναγίας και η χήρα με τα πέντε παιδιά

Ήταν παραμονή του Ευαγγελισμού, 24 Μαρτίου του 1942, και ήμασταν στη Δράμα, στην ιδιαιτέρα μου πατρίδα. Η ξένη κατοχή ήταν βουλγάρικη. Οι στερήσεις, οι αρρώστιες και η πείνα είχαν πάρει
τρομακτικές διαστάσεις και ο θάνατος θέριζε κάθε μέρα μικρούς και μεγάλους και ιδιαιτέρως τα παιδιά.
Μεταξύ των συγγενών μου είχα και μία μακρινή θεία, χήρα με πέντε παιδιά. Τον άνδρα της τον είχαν σκοτώσει οι κατακτητές πριν από έξι μήνες στις σφαγές της 29ης Σεπτεμβρίου τού1941.
Από τρόφιμα της είχαν απομείνει ένα δάκτυλο ελαιόλαδο και μία χούφτα καλαμποκάλευρο. Εκείνο, λοιπόν, το απόγευμα σκέφθηκε ότι αύριο, του Ευαγγελισμού, είχε έστω και κάτι λίγο για τροφή στα παιδιά: εκατό δράμια αλευράκι κι ένα δάκτυλο λαδάκι.
Ξαφνικά τα μάτια της έπεσαν πάνω στο σβησμένο καντήλι, που ήταν κρεμασμένο μπροστά στο εικονοστάσι. Και τότε μπήκε στο δίλημμα: Το λαδάκι στα νηστικά παιδιά της ή στο εικονοστάσι με την εικόνα του Ευαγγελισμού; Αποφασιστικά όμως έκαμε τον σταυρό της και είπε στην Παναγία: “Παναγία μου! Εγώ θα Σου ανάψω το καντήλι, γιατί η μέρα που ξημερώνει είναι πολύ μεγάλη για την πίστη μας, αλλά και Σύ όμως ανάλαβε να μου θρέψης τα παιδιά”. Πήρε το λιγοστό λαδάκι και μ’ αυτό άναψε το καντήλι της Παναγιάς. Το ιλαρό του φως φώτισε το φτωχικό σπίτι και η καρδιά της γέμισε από γαλήνη. Αυτό τους συνόδευσε στη βραδινή τους προσευχή και στον ύπνο τους όλο εκείνο το αξέχαστο βράδυ.
Την άλλη μέρα, μετά τη Θεία Λειτουργία, η θεία μου άνοιξε το ντουλάπι, για να πάρει το λιγοστό αλεύρι, και έμεινε άφωνη. Τί βλέπει; Το “λαδερό” γεμάτο λάδι μέχρι πάνω, και δύο σακούλες γεμάτες αλεύρι και μακαρόνια!…
Σταυροκοπήθηκε η γυναίκα πολλές φορές, δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεό και την Παναγία για το μεγάλο θαύμα, αλλά δεν είπε σε κανέναν τίποτα.
Για δύο χρόνια ούτε το λάδι άδειαζε από το μπουκάλι, ούτε και το αλεύρι “σώθηκε” ποτέ, παρά την καθημερινή τους χρήση για έξι στόματα, για ανταλλαγή με άλλα τρόφιμα και για κρυφή ελεημοσύνη. Αλλά και το καντήλι παρέμεινε από τότε μέρα-νύχτα αναμμένο, μαρτυρώντας με το άσβεστο φως του τη ζωντανή πίστη αυτής της ευλογημένης γυναίκας.

Πηγή: Από το βιβλίο «Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία» του Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Αναγνωστόπουλου.
 
ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ   28 ΣΕΠ  2012

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

“Ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει” “Στην κατάσταση πού είναι σήμερα οι άνθρωποι, ό,τι τους λέει ο λογισμός κάνουν

Φωτογραφία: “Ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει”
“Στην κατάσταση πού είναι σήμερα οι άνθρωποι, ό,τι τους λέει ο λογισμός κάνουν. Άλλοι είναι με χάπια, άλλοι παίρνουν ναρκωτικά… Κάθε τόσο τρεις - τέσσερις ξεκινούν να κάνουν μια καινούρια θρησκεία. Ανάλογα, λίγα γίνονται, εγκλήματα, δυστυχήματα κ.λ.π. Βοηθάει ο Θεός. Ήρθε ένας στο Καλύβι και μου λέει: “Έχεις καμμιά κιθάρα;” Πίνει χασίς, έχει όρεξη να μιλάη - δεν σε ρωτάει αν έχης εσύ όρεξη - θέλει και μια κιθάρα!! Άλλοι βαρέθηκαν την ζωή τους και θέλουν να αυτοκτονήσουν ή να κάνουν κανένα κακό, για να γίνει σαματάς. Δεν είναι ότι τους περνάει αυτό σαν βλάσφημος λογισμός και τον διώχνουν. Βαρέθηκαν την ζωή τους και δεν ξέρουν τι να κάνουν. Μου είπε ένας: “Θέλω να με γράψουν οι εφημερίδες ότι είμαι ήρωας”. Οι άλλοι χρησιμοποιούν μερικούς τέτοιους και κάνουν την δουλειά τους. Πάλι καλά, ανάλογα, λίγα γίνονται.

Το καλό είναι πού δεν μας εγκαταλείπει ο Θεός. Ο Καλός Θεός τον σημερινό κόσμο τον φυλάει με τα δυό Του χέρια, παλιότερα μόνο με το ένα. Σήμερα, μέσα στους τόσους κινδύνουν πού ζη ο άνθρωπος, ο Θεός τον φυλάει όπως η μάνα το μικρό παιδί, όταν αρχίζη να περπατάη. Τώρα μας βοηθούν πιο πολύ ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε.

Πού θα ήταν ο κόσμος, αν δεν βοηθούσαν!… Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων παίρνει χάπια και είναι σε μια κατάσταση… Άλλος μεθυσμένος, άλλος απογοητευμένος, άλλος ζαλισμένος, άλλος από τους πόνους ξενυχτισμένος. Όλοι αυτοί βλέπεις να οδηγούν αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, να κάνουν επικίνδυνες δουλειές, να χειρίζωνται επικίνδυνα μηχανήματα. Είναι όλοι αυτοί σε κατάσταση να οδηγούν; Μπορούσε να είχε σακατευθή ο κόσμος. Πώς μας φυλάει ο Θεός και δεν το καταλαβαίνουμε!

Παλιά, θυμάμαι, πήγαιναν οι γονείς στα χωράφια και πολλές φορές μας άφηναν στην γειτόνισσα να μας προσέχη μαζί με τα παιδιά τα δικά της. Αλλά τότε ήταν ισορροπημένα τα παιδιά. Μια ματιά έριχνε η γειτόνισσα και έκανε τις δουλειές της και εμείς παίζαμε ήσυχα. Έτσι και ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι παλιά με μια ματιά παρακολουθούσαν τον κόσμο. Σήμερα και ο Χριστός και η Παναγία και οι Άγιοι τον έναν πιάνουν από ΄δω, τον άλλον από ΄κει, γιατί οι άνθρωποι δεν είναι ισορροπημένοι. Τώρα είναι μια κατάσταση… Θεός φυλάξοι! Σαν μια μητέρα να έχη δυό-τρία προβληματικά παιδιά, το ένα λίγο χαζούλικο, το άλλο λίγο αλλοίθωρο, το άλλο λίγο ανάποδο, να έχη και κανά-δυό της γειτόνισσας να τα προσέχη, και το ένα να ανεβαίνη ψηλά και να κινδυνεύη να πέση κάτω, το άλλο να παίρνη το μαχαίρι να κόψη τον λαιμό του, το άλλο να παή να κάνη κακό στο άλλο, και αυτή συνέχεια να βρίσκεται σε εγρήγορση, να τα παρακολουθή, και εκείνα να μην καταλαβαίνουν την αγωνία της. Έτσι και ο κόσμος δεν καταλαβαίνη την βοήθεια του Θεού. Με τόσα επικίνδυνα μέσα πού υπάρχουν σήμερα θα είχε σακατευθή, αν δεν βοηθούσε ο Θεός. Αλλά έχουμε και Πατέρα τον Θεό και Μάνα την Παναγία και αδέλφια τους Αγίους και τους Αγγέλους, πού μας προστατεύουν.

Πόσο μισεί ο διάβολος το ανθρώπινο γένος και θέλει να το εξαφανίση! Και εμείς ξεχνούμε με ποιόν παλεύουμε. Να ξέρατε πόσες φορές ο διάβολος τύλιξε την γη με την ουρά του, για να την καταστρέψη! Δεν τον αφήνει όμως ο Θεός, του χαλάει τα σχέδια. Και το κακό που πάει να κάνη το ταγκαλάκι, ο Θεός το αξιοποιεί και βγάζει μεγάλο καλό. Ο διάβολος τώρα οργώνει, ο Χριστός όμως θα σπείρη τελικά”

Αποσπάσματα από το βιβλίο "Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο"
ΓΕΡΟΝΤΑΣ  ΠΑΙΣΙΟΣΟ Θεός δεν μας εγκαταλείπει”
“Στην κατάσταση πού είναι σήμερα οι άνθρωποι, ό,τι τους λέει ο λογισμός κάνουν. Άλλοι είναι με χάπια, άλλοι παίρνουν ναρκωτικά… Κάθε τόσο τρεις - τέσσερις ξεκινούν να κάνουν μια καινούρια θρησκεία. Ανάλογα, λίγ
α γίνονται, εγκλήματα, δυστυχήματα κ.λ.π. Βοηθάει ο Θεός. Ήρθε ένας στο Καλύβι και μου λέει: “Έχεις καμμιά κιθάρα;” Πίνει χασίς, έχει όρεξη να μιλάη - δεν σε ρωτάει αν έχης εσύ όρεξη - θέλει και μια κιθάρα!! Άλλοι βαρέθηκαν την ζωή τους και θέλουν να αυτοκτονήσουν ή να κάνουν κανένα κακό, για να γίνει σαματάς. Δεν είναι ότι τους περνάει αυτό σαν βλάσφημος λογισμός και τον διώχνουν. Βαρέθηκαν την ζωή τους και δεν ξέρουν τι να κάνουν. Μου είπε ένας: “Θέλω να με γράψουν οι εφημερίδες ότι είμαι ήρωας”. Οι άλλοι χρησιμοποιούν μερικούς τέτοιους και κάνουν την δουλειά τους. Πάλι καλά, ανάλογα, λίγα γίνονται.

Το καλό είναι πού δεν μας εγκαταλείπει ο Θεός. Ο Καλός Θεός τον σημερινό κόσμο τον φυλάει με τα δυό Του χέρια, παλιότερα μόνο με το ένα. Σήμερα, μέσα στους τόσους κινδύνουν πού ζη ο άνθρωπος, ο Θεός τον φυλάει όπως η μάνα το μικρό παιδί, όταν αρχίζη να περπατάη. Τώρα μας βοηθούν πιο πολύ ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε.


Πού θα ήταν ο κόσμος, αν δεν βοηθούσαν!… Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων παίρνει χάπια και είναι σε μια κατάσταση… Άλλος μεθυσμένος, άλλος απογοητευμένος, άλλος ζαλισμένος, άλλος από τους πόνους ξενυχτισμένος. Όλοι αυτοί βλέπεις να οδηγούν αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, να κάνουν επικίνδυνες δουλειές, να χειρίζωνται επικίνδυνα μηχανήματα. Είναι όλοι αυτοί σ ε κατάσταση να οδηγούν; Μπορούσε να είχε σακατευθή ο κόσμος. Πώς μας φυλάει ο Θεός και δεν το καταλαβαίνουμε!

Παλιά, θυμάμαι, πήγαιναν οι γονείς στα χωράφια και πολλές φορές μας άφηναν στην γειτόνισσα να μας προσέχη μαζί με τα παιδιά τα δικά της. Αλλά τότε ήταν ισορροπημένα τα παιδιά. Μια ματιά έριχνε η γειτόνισσα και έκανε τις δουλειές της και εμείς παίζαμε ήσυχα. Έτσι και ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι παλιά με μια ματιά παρακολουθούσαν τον κόσμο. Σήμερα και ο Χριστός και η Παναγία και οι Άγιοι τον έναν πιάνουν από ΄δω, τον άλλον από ΄κει, γιατί οι άνθρωποι δεν είναι ισορροπημένοι. Τώρα είναι μια κατάσταση… Θεός φυλάξοι! Σαν μια μητέρα να έχη δυό-τρία προβληματικά παιδιά, το ένα λίγο χαζούλικο, το άλλο λίγο αλλοίθωρο, το άλλο λίγο ανάποδο, να έχη και κανά-δυό της γειτόνισσας να τα προσέχη, και το ένα να ανεβαίνη ψηλά και να κινδυνεύη να πέση κάτω, το άλλο να παίρνη το μαχαίρι να κόψη τον λαιμό του, το άλλο να παή να κάνη κακό στο άλλο, και αυτή συνέχεια να βρίσκεται σε εγρήγορση, να τα παρακολουθή, και εκείνα να μην καταλαβαίνουν την αγωνία της. Έτσι και ο κόσμος δεν καταλαβαίνη την βοήθεια του Θεού. Με τόσα επικίνδυνα μέσα πού υπάρχουν σήμερα θα είχε σακατευθή, αν δεν βοηθούσε ο Θεός. Αλλά έχουμε και Πατέρα τον Θεό και Μάνα την Παναγία και αδέλφια τους Αγίους και τους Αγγέλους, πού μας προστατεύουν.


Πόσο μισεί ο διάβολος το ανθρώπινο γένος και θέλει να το εξαφανίση! Και εμείς ξεχνούμε με ποιόν παλεύουμε. Να ξέρατε πόσες φορές ο διάβολος τύλιξε την γη με την ουρά του, για να την καταστρέψη! Δεν τον αφήνει όμως ο Θεός, του χαλάει τα σχέδια. Και το κακό που πάει να κάνη το ταγκαλάκι, ο Θεός το αξιοποιεί και βγάζει μεγάλο καλό.
Ο διάβολος τώρα οργώνει, ο Χριστός όμως θα σπείρη τελικά”

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
Αποσπάσματα από το βιβλίο "Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο"
 
ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ  27 ΣΕΠ 2012

 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...