Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ – 26 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2017

imsk.gr
ΚΥΡΙΑΚΗ  ΙΓ΄  ΛΟΥΚΑ
Λουκ. ιη΄, 18-27

Ἡ εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μᾶς ἀναγκάζει νά μιλήσουμε πάλι γιά τό πάντα ἐπίκαιρο ἀλλά καί πολύ δύσκολο θέμα τοῦ πλούτου. Καί εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού δημιούργησαν τό θέμα τοῦ πλούτου καί τό ἔκαναν τό δυσκολότερο ἴσως πρόβλημα, μέ τόσες διαφορετικές γνῶμες πού περιέπλεξαν τή διαχείρισή του.
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή μᾶς διηγεῖται ἕνα γεγονός ἀπό τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Πλησίασε τό Χριστό ἕνας νέος ἄνθρωπος καί τόν ρώτησε: «Ἅγιε διδάσκαλε, τί πρέπει νά κάνω, γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;» Κι ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε· «Γιατί μέ λές ἅγιο; Κανένας δέν εἶναι ἅγιος παρά μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Τίς ἐντολές τίς ξέρεις. Τήρησε τίς ἐντολές». Κι ὁ ἄνθρωπος ἀπάντησε: «Ὅλ᾽  αὐτά τά ἐτήρησα πιστά ἀπό τό μικρά μου χρόνια». «Ἕν᾽ ἀκόμα σοῦ λείπει» συνεχίζει ὁ Ἰησοῦς: «ὅλα ὅσα ἔχεις, πούλησέ τα, μοίρασέ τα στούς φτωχούς καί θά ’χεις θησαυρό στόν οὐρανό˙ ὕστερα ἔλα κι ἀκολούθα με». Μά ὅταν ἄκουσε αὐτά, ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε σέ μεγάλη λύπη, γιατί ἦταν πολύ πλούσιος. Ὅταν τόν εἶδε τόσο λυπημένο, ὁ Ἰησοῦς εἶπε: «Δύσκολα ἐκεῖνοι πού ἔχουν τά χρήματα θά μποῦν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιατί εἶναι πιό εὔκολο νά περάσει ἡ τριχιά ἀπό τήν τρύπα τῆς βελόνας, παρά πλούσιος νά μπεῖ στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Καί ποιός λοιπόν μπορεῖ νά σωθεῖ ἀποροῦν ὅσοι τόν ἄκουσαν. Κι ὁ Ἰησοῦς εἶπε: «Τά ἀδύνατα γιά τούς ἀνθρώπους εἶναι δυνατά γιά τό Θεό».
Τό εὐαγγελικό αὐτό κείμενο εἶναι μιά σαφής ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ στό σύνθετο ἐρώτημα πού βασανίζει τόν κόσμο: Τί εἶναι ὁ πλοῦτος γιά τόν ἄνθρωπο, πῶς συνδέεται μέ τούς βαθύτερους πόθους του καί πῶς μπορεῖ νά λυτρωθεῖ ἀπό τά δεσμά τοῦ πλούτου; Τί εἶναι λοιπόν ὁ πλοῦτος γιά τόν ἄνθρωπο; Εἶναι ὅλα ὅσα μᾶς δίνει ἡ γῆ γιά νά ζήσουμε. Ὅ,τι ἔχουμε, ἡ γῆ μᾶς τό δίνει καί μέ ὅ,τι μᾶς δίνει ἡ γῆ ζοῦμε. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού σκέφτονται ἀνθρώπινα κι ἑρμηνεύουν τά πράγματα σύμφωνα μέ τούς φυσικούς νόμους. Καί ὅπως φυσικό εἶναι ἡ γῆ νά παράγει, ἔτσι φυσικό εἶναι νά ζοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄνθρωποι πού σκέφτονται ὅπως τούς ὑπαγορεύει ἡ ὑγειής συνείδηση καί ὅπως τούς ἀποκαλύπτει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πιστεύουν, τό γνωρίζουν καλύτερα, ὅτι πίσω ἀπό τούς φυσικούς νόμους εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει καμία φυσική τάξη, πού νά χωρίζει τούς ἀνθρώπους σέ πλούσιους καί φτωχούς, χορτάτους καί πεινασμένους. Ἔτσι χωρίζονται οἱ ἄνθρωποι, γιατί ἐλπίζουν καί ἐπενδύουν στόν πλοῦτο τους. Αὐτά πού μᾶς δίνει ἡ γῆ δέν ἀνήκουν μόνο σέ κάποιους, πού τά μαζεύουν μέ ὅποιο τρόπο μποροῦν.
Ὁ Χριστός καλεῖ τόν ἄνθρωπο νά ξεπεράσει στή σκέψη του τά ὅρια τῶν φυσικῶν νόμων. Τόν καλεῖ νά καταλάβει, ὅτι αὐτό πού διέπει τήν κίνηση τοῦ κόσμου καί τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, δέν εἶναι ἡ τυφλή φυσική ἀνάγκη, ἀλλά ὁ φωτισμένος νοῦς καί ἡ ἐλεύθερη συνείδηση. Ὅταν τό καταλάβει αὐτό, τότε μόνο θά μπορέσει νά δεῖ τά πράγματα διαφορετικά. Τότε θά δεῖ, πώς ἡ χορτασιά ἡ δική του δέν εἶναι τό σωστό καί τό δίκαιο, ἡ χορτασιά ἡ δική του εἶναι ἡ πείνα τοῦ φτωχοῦ συνανθρώπου του. Τότε θά δεῖ, πώς ἡ γῆ δέν εἶναι μόνο γι’ αὐτόν, ἀλλά γιά ὅλους ὅσους ζοῦν καί θά ζήσουν πάνω στή γῆ.
Οἱ ἄνθρωποι μιλοῦμε γιά δικαιοσύνη, γιά ἐλευθερία καί εἰρήνη καί πιστεύουμε ὅτι ὅλα αὐτά, πού εἶναι οἱ ἀκοίμητοι πόθοι τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν λαῶν, μποροῦμε νά τά ἐξασφαλίζουμε διεκδικώντας τα καί στηριζόμενοι στούς δικούς μας ἀγῶνες καί στίς δικές μας δυνάμεις. Πιστέψαμε πώς χωρίς τήν πρόνοια καί τό λόγο τοῦ  Θεοῦ, πού μᾶς ἔμαθε αὐτά τά πράγματα, μποροῦμε νά τά ἀποκτήσουμε. Χωρίς Θεό ὁ ἄνθρωπος δουλεύει, ἡ γῆ παράγει καί ὑπάρχουν ὑλικά ἀγαθά ὅσα ποτέ ἄλλοτε, εἶναι ὅμως ὅσο ποτέ ἄλλοτε ἄδικα μοιρασμένα. Χιλιάδες ἄνθρωποι καθημερινά, πεθαίνουν ἀπό τήν πείνα καί ὁ πλοῦτος τῆς γῆς ξοδεύεται γιά πολεμικούς ἐξοπλισμούς ἤ συγκεντρώνεται στά χέρια μερικῶν.
Ὁ Θεός ἀνατέλει τόν ἥλιο καί βρέχει γιά ὅλους. Ἡ γῆ γεννάει γιά νά τρέφονται ὅλοι. Ἡ πνευματική ἀναπηρία τοῦ ἀνθρώπου ὅμως καί ἡ ἠθική τους ἀνικανότητα κάνει τόν πλοῦτο ἐμπόδιο γιά νά ζήσουν οἱ ἄνθρωποι καλύτερα. Ἐξαιτίας του κινδυνεύουν νά χαθοῦν.
Τά ἀγαθά τῆς γῆς δέν τά διαχειριζόμαστε χάριν τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μέ βάση κάποιους νόμους καί κανόνες τῆς οἰκονομικῆς ἐπιστήμης, πού βλέπει τόν ἄνθρωπο σὰν οἰκονομική μονάδα καί σάν μέσον. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος εἶναι Πρόσωπο στόν κόσμο, εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς. Σάν πρόσωπο εἶναι μέλος τοῦ κοινωνικοῦ σώματος, ἐργάζεται, ὄχι γιά νά παράγει καί νά σωρρεύει ὑλικό πλοῦτο, ἀλλά γιά νά χαίρεται τόν κόπο του. Γιά τόν κοινωνικό καί ἐλεύθερο ἄνθρωπο χαρά εἶναι αὐτή ἡ ἴδια ἡ ἐργασία, ὁ κόπος του γυρίζει σ’ αὐτόν σάν δίκαιη πληρωμή καί σάν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐργάζεται, οἰκονομεῖ τόν κόπο του καί ξέρει, πώς ὅσα ἔχει δέν εἶναι δικά του, εἶναι καί γι’ αὐτούς πού θέλουν μά δέν μποροῦν νά ἐργαστοῦν. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἀρχίσει νά ὑπηρετεῖ τόν πλοῦτο, ὅταν ζεῖ γιά νά δουλεύει καί νά ἀποθηκεύει τόν πλοῦτο, καί δέν ἐργάζεται γιά νά ζεῖ, ὅταν ἐξαρτᾶ τήν ὕπαρξή του ἀπό τά ἀγαθά του καί ὑποδουλώνεται σ’ αὐτά, τότε χάνει τόν προορισμό του. Τότε ταυτίζει τό «ἔχειν» μέ τό «εἶναι».
Ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι πλασμένος γιά νά ζήσει, νά ζήσει αἰώνια. Τό ζήτημα εἶναι, τί νομίζουμε πώς εἶναι ζωή. Ὁ πειρασμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά βλέπει γιά ζωή τόν θάνατο. Νά ἀναφέρεται καί νά προσκολλᾶται στά πράγματα καί ὄχι στό Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς. Ὁ νέος τοῦ εὐαγγελίου μέ τό ἐρώτημά του στόν Ἰησοῦ Χριστό ἐκφράζει τήν ἀγωνία καί τόν πόθο κάθε ἀνθρώπου: «Τί νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;». Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἰησοῦ εἶναι συγκλονιστικά ἀπόλυτη. Νά ξεχωρίσεις τόν ἑαυτό σου ἀπό τά πράγματα, νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό τόν ὑλικό πλοῦτο. Αὐτό εἶναι δύσκολο, ἀκατόρθωτο γιά τόν ἄνθρωπο. Γιά ’κεῖνον ὅμως πού τό θέλει πραγματικά, τό μπορεῖ ὁ Θεός. Ἀμήν.


Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2017

Αποστολικό και Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Κυριακή 19-11-2017

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Β´ 14 - 22
14 αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, 15 τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην, 16 καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ· 17 καὶ ἐλθὼν εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγύς, 18 ὅτι δι’ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ Πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα. 19 ἄρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, 20 ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, 21 ἐν ᾧ πᾶσα ἡ οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ· 22 ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα


14 Διότι αυτός είναι η ειρήνη όλων μας, ο οποίος τον Ιουδαϊσμόν και τον Εθνισμόν, τα δύο αυτά τα έκαμεν ένα, εκρήμνισε και διέλυσε το μεσότοιχον του Νομου, που σαν ανυπέρβλητος φραγμός εχώριζε τους δύο λαούς· 15 δηλαδή κατέλυσε και εξηφάνισε την έχθραν, που εχώριζε τους δύο λαούς, αφού κατήργησε με την θυσίαν της σαρκός αυτού τον νόμον των εντολών, ο οποίος έδιδε διαταγάς, που εδέσμευαν τον άνθρωπον. Και κατήργησε τον παλαιόν Νομον, δια να αναδημιουργήση και ενώση τους δύο αυτούς λαούς δια του εαυτού του εις ένα νέον άνθρωπον, χαρίζων τοιουτρόπως ειρήνην μεταξύ των· 16 και να συμφιλιώση προς τον Θεόν τους δύο λαούς, ενωμένους εις ένα πνευματικόν σώμα δια της σταυρικής του θυσίας, θανατώσας εν τω προσώπω του και εξαφανίσας την εχθράν και το μίσος. 17 Και αφού κατέβη εις την γην, εκήρυξε το χαρμόσυνον μήνυμα της ειρήνης εις σας που εζούσατε μακράν από τον Θεόν, και εις ημάς που ήμεθα κοντά του. 18 Διότι δια του Χριστού οδηγούμεθα και πλησιάζομεν προς τον Θεόν Πατέρα και οι δύο λαοί με το αυτό Αγιον Πνεύμα. 19 Αρα δεν είσθε πλέον ξένοι, όπως προηγουμένως, και προσωρινοί πολίται της Εκκλησίας του Χριστού, αλλ' είσθε συμπολίται όλων των αγίων, και οικιακοί του Θεού. 20 Εχετε δε κτισθή επάνω στον πνευματικόν θεμέλιον των Αποστόλων και των προφητών εις μίαν πνευματικήν οικοδομήν, την Εκκλησίαν, της οποίας ακρογωνιαίος και θεμελιακός λίθος είναι αυτός ούτος ο Ιησούς Χριστός. 21 Επάνω δε εις αυτόν και με την δύναμιν αυτού όλη η οικοδομή συναρμολογείται και αυξάνεται κατά τρόπον αρμονικόν, ώστε να γίνη ναός άγιος, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου. 22 Εις αυτόν δε τον ναόν δια του Ιησού Χριστού οικοδομείσθε και σεις μαζή με τους άλλους πιστούς, δια να γίνετε κατοικία, εις την οποίαν θα μένη ο Θεός με το Πνεύμα του.



ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 16 - 21
16 Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· 17 καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; 18 καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, 19 καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. 20 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; 21 οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.


  Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα


16 Είπε δε προς αυτούς και την εξής παραβολήν· “κάποιου πλουσίου ανθρώπου εσημείωσαν εξαιρετικήν ευφορίαν τα χωράφια του. 17 Και αυτός έπεσεν αμέσως εις αγωνιώδην συλλογήν και μέριμναν, λέγων· Τι να κάμω, διότι δεν έχω που να συγκεντρώσω και αποθηκεύσω τους καρπούς των χωραφιών μου; 18 Και ύστερα από μεγάλην σκέψιν είπε· τούτο θα κάμω· Θα κρημνίσω τας αποθήκας μου και θα οικοδομήσω άλλας μεγαλυτέρας, και θα συγκεντρώσω εκεί όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου. 19 Και θα πω εις την ψυχήν μου· Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά αποθηκευμένα για έτη πολλά· απόλαυσε την ζωήν, αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου. 20 Αφού δε ετοίμασε όλα και πριν προλάβη τίποτε από αυτά να απολαύση, του είπεν ο Θεός· ανόητε από την κακίαν σου άνθρωπε και απερίσκεπτε, αυτήν την νύκτα, που επίστευσες ότι θα αρχίση η απολαυστική ζωη σου, απαιτούν να πάρουν από σε χωρίς αναβολήν την ψυχήν σου· αυτά δε που έχεις ετοιμάσει, εις ποίον τώρα ανήκουν; 21 Ετσι παθαίνει και αυτό το τέλος έχει εκείνος, που εγωϊστικά θησαυαρίζει δια τον ευατόν του και δεν προσπαθεί να αποκτήση τον πλούτον των καλών έργων, εις τα οποία ευχαριστείται ο Θεός”.


ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΛΟΥΚΑ – 19 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2017

imsk.gr
ΚΥΡΙΑΚΗ  Θ´  ΛΟΥΚΑ
(Λκ. ιβ΄ 16-21)

Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,
Μελετώντας τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ γιὰ τὸν ἄφρονα πλούσιο, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους συμπεραίνουν ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι ἀπὸ μόνος του ἕνα μεγάλο κακὸ στὸν κόσμο μας καὶ Χριστὸς ἕνας μεγάλος ἐπαναστάτης ἐναντίον τῶν πλουσίων. Στὴν πραγματικότητα, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς οὔτε τὸν πλοῦτο κατηγόρησε ὡς κακὸ ἀπὸ τὴν φύση του, οὔτε ἐπιτέθηκε ἀδιάκριτα ἐναντίον ὅλων τῶν πλουσίων. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι ἕνα πλῆθος ἀπὸ ὑλικὰ ἀγαθὰ, τὰ ὁποῖα δημιούργησε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Εἶναι γνωστό ἐπίσης ὅτι ὑπῆρξαν ἄνθρωποι πλούσιοι, οἱ ὁποῖοι ἦσαν πολὺ ἀγαπητοὶ στὸν Θεό, ὅπως ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ.
Παρατηρώντας μὲ προσοχὴ τὶς λεπτομέρειες τῆς περικοπῆς διαπιστώνουμε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν καταδικάζει ἁπλῶς ἕνα πλούσιο, ἀλλὰ τὸν ἄφρονα πλούσιο, ὅπως τὸν ὀνομάζει. Ἄφρων εἶναι ὁ τρελλός, ὁ ἀνόητος. Ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται πολὺ βαρὺς ὁ χαρακτηρισμός αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ γιὰ ἕναν ἄνθρωπο. Ὅμως αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐκφράζει μὲ ἀκρίβεια τὴν παραγματικὴ κατάσταση τοῦ συγκεκριμένου πλουσίου. Κι αὐτὸ διότι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο στέκεται ἀπέναντι στὸν πλοῦτο εἶναι καθαρὴ παραφροσύνη, δηλαδή τρέλλα.
Πρῶτα πρῶτα σκέπτεται κατὰ τρόπο ἐξωπραγματικό, φανταστικό. Θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ἀνεξάρτητο καὶ μάλιστα κέντρο τοῦ κόσμου, ὅλου τοῦ σύμπαντος. Οὐσιαστικὰ θεοποιεῖ τὸν ἑαυτό του. Ἀποκλείει τὴν ὕπαρξη. Δὲν τὸν ἀναφέρει πουθενά. Ξεχνάει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἐξαρτημένος ἀπὸ τὸν Θεό, διότι δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεό· δὲν δημιουργήθηκε μόνος του. Αὐτὴ ἡ φαντασίωσή του φαίνεται ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ σκέπτεται. «Διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ», λέγει ὁ εὐαγγελιστής. Αὐτὸς ὁ διαλογισμὸς εἶναι ἡ συζήτηση ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ καταλήγει στὸν ἑαυτό του. Ἀποδεικνύει ἔτσι ὅτι δὲν λαμβάνει ὑπ’ ὄψη του τὴν πραγματικότητα γύρω του, ἀλλὰ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του αὐτάρκη, κυρίαρχο, δηλαδή, θεό. Ἡ φαντασίωση καὶ αὐταπάτη τοῦ συγκεκριμένου πλουσίου φανερώνεται καὶ ἀπὸ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁμιλεῖ γιὰ τὸν πλοῦτο ποὺ εὐκαιριακὰ κατέχει. «Οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου», λέγει. Καὶ ἀκόμη· «Θὰ γκρεμίσω τὶς ἀποθῆκες μου καὶ θὰ κτίσω μεγαλύτερες. Καὶ συνάξω ἐκεῖ τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου». Ἕνας λογικὸς ἄνθρωπος διερωτᾶται: Γιατὶ εἶναι δικά του οἱ καρποὶ καὶ τὰ γενήματα; Πῶς βρέθηκαν στὰ χέρια του; Ποιὸς ἔκανε τὸ χωράφι ποὺ ἔδωκε τὰ γενήματα καὶ τοὺς καρπούς; Ποιὸς ἔστειλε τὸν ἥλιο καὶ τὴ βροχή; Ποιὸς μπορεῖ ἀπὸ μόνος του νὰ φτιάξη ἕνα σπυρὶ ἀπὸ σιτάρι, μιὰ ρώγα ἀπὸ σταφύλι, ἕνα μόνο πορτοκάλι; Ἀσφαλῶς κανείς. Γι αὐτὸ ὁ διαλογισμός του εἶναι μετέωρος. Τὸν ὁδηγεῖ νὰ σκέπτεται παράλογα, ἐξωπραγματικά. Θεωρεῖ δικά του αὐτὰ ποὺ δὲν εἶναι δικά του.
Ὁ παραλογισμὸς καὶ ἡ τρέλλα τοῦ πλουσίου ἀποδεικνύεται, τέλος, καὶ ἀπὸ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἀντιμετωπίζει τὸ ὅλο πρόβλημα τῆς ἀνέλπιστης συσσώρευσης τοῦ πλούτου. «Καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου, ψυχὴ, ἔχεις πολλὰ ἀγαθά κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε εὐφραίνου». Ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, καὶ ἐξουσιαστὴ τοῦ μέλλοντος. Ποιὸς ἄνθρωπος γνωρίζει καὶ ἐξουσιάζει τὸ μέλλον του; Κανείς. Αὐτὸς ποὺ νομίζει κάτι τέτοιο, ζῆ ἔξω ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Εἶναι ἀνόητος, εἶναι ἄφρων.
Τὸ μεγάλο κακὸ ποὺ ἐπισημαίνει ὁ Χριστός γιὰ τὸν πλούσιο τῆς παραβολῆς δὲν εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναι πλούσιος, ἀλλὰ τὸ ὅτι ἔχει χάσει τὸν προσανατολισμό του καὶ δὲν ξέρει ποιὸς εἶναι. Ἀγνοεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ ζῆ μέσα στὸ ψέμμα καὶ στὴν ἀπάτη. Ξεχνάει πὼς στὰ πλούτη του δὲν εἶναι ἀφεντικό, ἀλλὰ διαχειριστής. Ζῆ στὴν αὐταπάτη.
Αὐτὴ ἡ τραγικότητα ἀποκαλύπτεται μ’ ἕνα συγκλονιστικὸ γεγονὸς ποὺ εἶναι ἀναπόφευκτο γιὰ ὅλους μας· μὲ τὴν ἀναγγελία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ θανάτου.«Ἄφρον, ἄμυαλε ἄνθρωπε, αὐτὴν τὴν νύκτα ζητοῦν νὰ πάρουν τὴν ψυχή σου. Αὐτὰ λοιπόν ποὺ ἑτοίμασες καὶ ἀποθήκευσες σὲ ποιὸν θὰ ἀνήκουν μετά;».
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί, ἡ παραβολὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα φωτογραφίζει ἄριστα τὸν βίο ὅλων μας. Ἰδιαίτερα τὸν βίο τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων ποὺ κυριεύονται ἀπὸ τὸ ἄγχος τῆς πλεονεξίας. Χρειαζόμαστε ὅλο καὶ περισσότερα ἀγαθά. Ξεχάσαμε ὅτι εἴμαστε οἱ διαχειρισταὶ τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ καὶ πιστέψαμε ὅτι εἴμαστε οἱ πραγματικοὶ καὶ αἰώνιοι κάτοχοί τους. Παραμερίσαμε τὸν ἀληθινὸ Θεό καὶ στήσαμε τὸν θρόνο μας ἐπάνω ἀπὸ τὸν δικό του. Ζοῦμε στὴν πιὸ τραγικὴ ψευδαίσθηση. Κι ὅμως κάποια στιγμή, ἴσως καὶ ἀπόψε, νὰ ἀκούσουμε ἐκείνη τὴν ἴδια φωνή: «Τὴν ψυχή σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ…». Γι αὐτὸ ἄς βιαστοῦμε ν’ ἀλλάξουμε πορεία. Νὰ ἐπιδιώξουμε ἕναν ἄλλο πλουτισμό. Νὰ ἀποκτήσουμε τοὺς θησαυροὺς ἐκείνους ποὺ συνάγονται ὄχι σὲ ἀποθῆκες ἀλλὰ μέσα στὴν ψυχή καὶ μεταφέρονται μετὰ τὸν θάνατο στὴν αἰώνια ζωή. Αὐτὸ θὰ τὸ πετύχουμε ἐὰν τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Θεὸς τὰ διαχειριζόμαστε μὲ φρόνηση καὶ τὰ σκορπίζουμε γεμάτοι ἀπὸ ἀγάπη στοὺς συνανθρώπους μας, ποὺ τὰ χρειάζονται. Ἀμήν.

π. Α.Γ.Μ.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

Πανηγυρίζει ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Χρυσοσπηλαιωτίσσης

Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν. (Μάρκ. η 34-θ 1)


Πανηγυρίζει
 ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Χρυσοσπηλαιωτίσσης 
στο κέντρο της Αθήνας
 και σας προσκαλούμε να παρευρεθείτε 
στις λατρευτικές εκδηλώσεις σύμφωνα 
με το ακόλουθο Πρόγραμμα

20 Νοεμβρίου 2017
6.00μ.μ Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός

21 Νοεμβρίου 2017
6.30 π.μ. Ακολουθία του Όρθρου και Αρχιερατική Θεία Λειτουργία.

 5.00 μ.μ. Μεθεόρτιος Εσπερινός & Παρακλητικός Κανών 
εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον

Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2017

Αποστολικό και Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Κυριακή 12-11-2017

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Θ´ 6 - 11
6 Τοῦτο δέ, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει. 7 ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός. 8 δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, 9 καθὼς γέγραπται· ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. 10 Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· 11 ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι’ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ·

  Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

6 Ας γνωρίζετε δε τούτο· ότι εκείνος που στο χωράφι του σπέρνει με τσιγκουνιά λιγοστό σπόρο, θα θερίση και λίγο σιτάρι. Και εκείνος που σπέρνει απλόχερα, θα θερίση πολύν καρπόν. (Ο καθένας δηλαδή θα αμειφθή από τον Θεόν ανάλογα με όσα δίνει, κατά την δύναμίν του πάντοτε). 7 Ο καθένας ας δίδη σύμφωνα με την αγαθήν διάθεσιν της καρδίας του, όχι με λύπην η από ανάγκην. Διότι ο Θεός “αγαπά εκείνον, που δίδει με καλωσύνην και γλυκύτητα”. 8 Είναι δε δυνατόν ο Θεός να σας δώση με το παραπάνω κάθε δωρεάν, ώστε πάντοτε, σε κάθε τι, να έχετε κάθε επάρκειαν εις υλικά αγαθά και έτσι να προθυμοποήσθε με το παραπάνω δια κάθε καλόν έργον. 9 Με τον τρόπον δε αυτόν θα πραγματοποιηθή και εις σας εκείνο που λέγει η Γραφή· “εσκόρπισεν αφθόνως τας ελεημοσύνας του, έδωκεν στους πτωχούς· η αρετή του μένει και διαλαλείται πάντοτε”. 10 Ο δε Θεός, ο οποίος “παρέχει εν αφθονία σπόρον στον γεωργόν που σπέρνει, και ψωμί προς τροφήν όλων μας”, είθε να χορηγήση, να ευλογήση και να πληθύνη την σποράν των χωραφιών σας και τα άλλα υλικά αγαθά σας και να αυξήση έτσι τους καρπούς της αγάπης και της καλωσύνης σας προς τους άλλους. 11 Ετσι δε να γίνεσθε πλούσιοι εις κάθε καλόν έργον, εις κάθε γενναιοδωρίαν, η οποία συνεργεί δια μέσου ημών, που εξυπηρετούμεν αυτήν την διακονίαν, να εκφράζωνται ευχαριστίαι προς τον Θεόν.



ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ι´ 25 - 37
 
Καὶ ἰδοὺ νομικός τις ἀνέστη ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 26 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; 27 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· 28 εἶπε δὲ αὐτῷ· Ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. 29 ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· Καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; 30 ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἰεριχὼ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. 31 κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. 32 ὁμοίως δὲ καὶ Λευῒτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. 33 Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ’ αὐτὸν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, 34 καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· 35 καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθὼν, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. 36 τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; 37 ὁ δὲ εἶπεν· Ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ’ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως. 
 
 
25 Και ιδού, κάποιος νομοδιδάσκαλος εσηκώθηκε και με τον σκοπόν να πειράξη τον Χριστόν και να αποδείξη εις αυτόν ότι δεν γνωρίζει τον νόμον του είπε· “διδάσκαλε, τι πρέπει να κάμω, δια να κληρονομήσω την αιωνίαν ζωήν;” 26 Ο Κυριος δε του είπε· “στον νόμον τι είναι γραμμένον; Πως αντιλαμβάνεσαι αυτό που διαβάζεις στον νόμον;” 27 Ο νομικός δε αποκριθείς είπε· “στον νόμον είναι γραμμένον, να αγαπάς Κυριον τον Θεόν σου με όλην σου την καρδίαν και με όλην σου την ψυχήν και με όλην σου την δύναμιν και με όλον σου τον νουν. (Ολος δε ο ευατός σου, ο νους, η καρδία, η θέλησις, η δραστηριότης σου, το πνεύμα και το σώμα, να πλημμυρίζουν από την αγάπην προς τον Θεόν). Να αγαπάς δε και τον πλησίον σου, όπως τον ευατόν σου”. 28 Είπε δε προς αυτόν ο Κυριος· “πολύ ορθά απήντησες· έτσι να κάνης και θα κληρονομήσης την αιώνιον ζωήν”. 29 Εντροπιασμένος ο νομικός διότι εφάνηκε εις τα μάτια των άλλων ότι δια ζήτημα πολύ γνωστόν ηρώτησεν τον Χριστόν, ηθέλησε να δικαιολογηθή και είπε προς τον Ιησούν· “και ποιός είναι ο πλησίον μου, που πρέπει να αγαπώ σαν τον ευατόν μου;” 30 Επήρε δε ο Ιησούς, εξ αφορμής αυτής της ερωτήσεως, πάλιν τον λόγον και είπε την παραβολήν· “Ενας άνθρωπος κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ εις την Ιεριχώ και έπεσε εις τα χέρια ληστών, οι οποίοι, αφού του επήραν τα χρήματα, τον εγύμνωσαν, τον επλήγωσαν και έφυγαν, αφήσαντες αυτόν μισοπεθαμένον. 31 Κατά σύμπτωσιν ένας ιερεύς κατέβαινε στον δρόμον εκείνον και, μολονότι είδε τον τραυματίαν, τον επροσπέρασε, χωρίς να του δώση καμμίαν βοήθειαν. 32 Το ίδιο και κάποιος Λευΐτης, όταν έφθασε στο μέρος εκείνο, επλησίασε τον πληγωμένον, τον είδε, αλλά τον επροσπέρασε ασυγκίνητος. 33 Ενας όμως Σαμαρείτης, ο όποιος περνούσε από τον δρόμον εκείνον, ήλθε στο μέρος, όπου κατέκειτο μισοπεθαμένος ο τραυματίας, τον είδε και τον εσπλαγχνίσθηκε. 34 Επλησίασε κοντά του, έδεσε με προσοχήν πολλήν τα τραύματά του, αφού προηγουμένως τα έπλυνε και τα άλειψε μα λάδι και κρασί, τον ανέβασεν στο ζώον του, τον επήγε εις κάποιο πανδοχείον και τον επεριποιήθηκε ο ίδιος. 35 Την άλλην δε ημέρα εβγήκεν από το δωμάτιον του τραυματίου, όπου είχε διανυκτερεύσει, έβγαλε δύο δηνάρια, τα έδωσε στον ξενοδόχον και του είπε· Περιποιήσου τον, με όσην επιμέλειαν ημπορείς. Και ο,τι εξοδέψεις παραπάνω, εγώ, όταν επιστρέψω από την πατρίδα μου, θα σου το πληρώσω σαν προσωπικόν μου χρέος. 36 Λοιπόν, ηρώτησε τότε ο Κυριος τον νομοδιδάσκαλον, ποιός από τους τρεις αυτούς νομίζεις, ότι εφάνηκε πραγματικός πλησίον και αδελφός δια τον άνθρωπον αυτόν, που είχε πέσει στα χέρια των ληστών;” 37 Εκείνος δε είπε· “αυτός που έκαμε πράξιν ευσπλαγχνίας και αγάπης προς εκείνον”. Είπε λοιπόν εις αυτόν ο Ιησούς· “πήγαινε και συ και πράττε όμοια με αυτόν. (Κανε το καλόν με αγάπην προς όλους, είτε Ιουδαίοι είναι είτε Σαμαρείται είτε φίλοι είτε εχθροί”).



Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...