Έτσι τιτλοφορούνται
επτά επιστολές της Καινής Διαθήκης. Από αυτές οι τέσσερις στα προοίμιά τους αναφέρουν
τους συγγραφείς τους. Οι δύο αναφέρονται ότι γράφτηκαν από τον Πέτρο, μία άλλη
από τον Ιάκωβο, και η Τρίτη από τον Ιούδα. Οι άλλες τρεις αποδίδονται στον
Ιωάννη.
Πολύ νωρίς οι
επιστολές αυτές αποτέλεσαν ξεχωριστή ομάδα, και ήδη από την εποχή του Ωριγένη
άρχισε να επικρατή γι’ αυτές και η ονομασία «Καθολικές». Για την έννοια της ονομασίας
αυτής διατυπώθηκαν κατά καιρούς διάφορες γνώμες . Πιθανότερη από αυτές φαίνεται
η γνώμη του Οικουμένιου, σύμφωνα με την οποία οι επιστολές αυτές λέγονται «καθολικές»
διότι δεν αποστέλλονται σε ορισμένες Εκκλησίες ή σε ονομαζόμενα πρόσωπα, όπως οι
επιστολές του Παύλου (προς Ρωμαίους, προς Κορινθίους, προς Τιμόθεον κλπ.) αλλά
είναι κατά κάποιο τρόπο εγκύκλιοι που απευθύνονται στους Χριστιανούς Ιουδαίους της
διασποράς. Και είναι βέβαια αληθινό ότι οι δύο τελευταίες επιστολές του Ιωάννου
έχουν ιδιωτικό χαρακτήρα, αλλά όπως σωστά παρατηρήθηκε , δόθηκε και σ’ αυτές η
ίδια ονομασία με βάση την πρώτη και κυριότερη επιστολή του Ιωάννου. Ονομάστηκαν
δηλαδή και οι δύο αυτές πολύ μικρές επιστολές «καθολικές», επειδή αποτελούν
αναπόσπαστο σύνολο με την πρώτη, η οποία αναμφισβήτητα είναι «καθολική».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ
Ο Ιάκωβος ο
Αδελφόθεος , που έγραψε την επιστολή αυτή, διακρίνεται τόσο από τον Ιάκωβο τον
γιο του Ζεβεδαίου και αδελφό του ευαγγελιστού Ιωάννου, όσο και από τον Ιάκωβο
τον μικρό, τον γιο του Αλφαίου. Και οι δύο αυτοί Ιάκωβοι υπήρξαν Απόστολοι από τους
δώδεκα∙ ο Αδελφόθεος αντιθέτως προστέθηκε στον κύκλο των μαθητών μετά την
Ανάσταση του Κυρίου και διετέλεσε πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων. Διακρίθηκε και
μεταξύ των Αποστόλων, και θεωρούνταν μαζί με τον Πέτρο και τον ευαγγελιστή
Ιωάννη ως ένας από τους στύλους της πρώτης Εκκλησίας.
Ονομάζεται «Αδελφόθεος»,
διότι, σύμφωνα με την επικρατέστερη γνώμη, ήταν μαζί με τους άλλους θεωρούμενους
αδελφούς του Χριστού γιος του μνήστορος Ιωσήφ από γυναίκα με την οποία είχε
έλθει σε γάμο προτού μνηστευθεί την αειπάρθενο Θεοτόκο.
Ο Ιάκωβος ήταν
ασκητικός στον τρόπο ζωής του και είχε αποσκληρυμμένα «τα γόνατά του σαν της καμήλας»
,διότι συνεχώς προσευχόταν γονατιστός «προσκυνώντας τον Θεό και ζητώντας την
άφεση για το λαό του». Και για την πολύ μεγάλη του δικαιοσύνη ονομαζόταν «ο
Δίκαιος». Λίγο πριν από την πολιορκία των Ιεροσολύμων, οι Ιουδαίοι που
παρέμειναν άπιστοι τον λιθοβόλησαν. Κι ενώ ήταν ημιθανής, τον αποτελείωσε ένας γναφέας
χτυπώντας τον πολύ δυνατά μ’ ένα δοκάρι στο κεφάλι.
Ο αδελφόθεος Ιάκωβος απηύθυνε
την επιστολή του από τα Ιεροσόλυμα προς τις δώδεκα φυλές της διασποράς, δηλαδή τους
Ιουδαίους Χριστιανούς που ήταν διασκορπισμένοι στα έθνη. Την έγραψε πολύ
πιθανόν πριν από την Αποστολική Σύνοδο ( 50 μ. Χ. )
Πηγή: «Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ»
+ΠΑΝ. Ν . ΤΡΕΜΠΕΛΑ
ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο
ΣΩΤΗΡ»
ΑΘΗΝΑΙ 2011