Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010
Η Αγία Κυριακή η Μεγαλομάρτυς
Ήταν κόρη του Δωροθέου και της Ευσεβίας. Αυτοί ήταν άτεκνοι και παρακαλούσαν το Θεό να τους δώσει παιδί. Πράγματι, ο Θεός ευδόκησε, και το χριστιανικό αυτό ζευγάρι, απέκτησε παιδί. Γεννήθηκε ήμερα Κυριακή, γι' αυτό και της έδωσαν το όνομα Κυριακή. Κατά το διωγμό του Διοκλητιανού, οι γονείς της συνελήφθησαν και μετά από ανάκριση βασανίστηκαν και αποκεφαλίστηκαν από το δούκα Ιούστο. Η δε Κυριακή παραπέμφθηκε στον Καίσαρα Μαξιμιανό, και από εκεί στον άρχοντα Βιθυνίας Ιλαριανό, ο όποιος της υπενθύμισε ότι η ομορφιά της είναι για απολαύσεις και όχι για βασανιστήρια. Τότε η παρθένος κόρη του απάντησε: "Ούτε στη νεότητα μου, ούτε στην ομορφιά μου δίνω την παραμικρή προσοχή. Και τα λαμπρότερα από τα επίγεια πράγματα είναι προσωρινά, όπως τα άνθη και κούφια, όπως οι σκιές. Σήμερα, έπαρχε, είμαι όμορφη, αύριο μια άσχημη γριά. Να κάνω, λοιπόν, κέντρο της ζωής μου την ομορφιά μου; Την αξία της, όμως, τη γνώρισα στις ρυτίδες, που την περιμένουν και στον τάφο που την καλεί. Νόμισες, λοιπόν, ότι θα κάνω την τερατώδη ανοησία, να χάσω την αιώνια λαμπρότητα για να μείνω λίγο περισσότερο στη γη; Γι' αυτό στο ξαναλέω, έπαρχε: είμαι και θα είμαι στη ζωή και στο θάνατο χριστιανή". Εξοργισμένος ο Ιλαριανός, σκληρά τη βασάνισε και διέταξε να την αποκεφαλίσουν. Άλλα πριν πέσει η σπάθη, προσευχόμενη παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο.
Απολυτίκιον. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Κυρίων τον Κύριον, και Βασιλέα Χριστόν, εξ όλης ηγάπησας, Κυριακή της ψυχής, και χαίρουσα ήθλησας, όθεν Παρθενομάρτυς, παρ' αυτού δοξασθείσα, βρύεις τοις σε τιμώσιν, ιαμάτων την χάριν, τοις πάσιν αιτουμένη, πταισμάτων συγχώρησιν.
Κοντάκιον Ήχος β'. Τα άνω ζητών
Η Μάρτυς Χριστού, ημάς συνεκαλέσατο, τους άθλους αυτής, τους θείους και παλαίσματα, εγκωμίοις άσαι νυν, φερωνύμως αύτη γαρ πέφηνεν, ως ανδρεία τω φρονήματι, κυρία νοός τε, και παθών απρεπών.
Απο το www.synaxarion.gr
Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΒΑΡΤΙΜΑΙΟΥ
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΒΑΡΤΙΜΑΙΟΥ
Η περίπτωση του Βαρτίμαιου, όπως αναφέρεται από τον Ευαγγελιστή Μάρκο ( 10,46) , μας βοηθάει να κατανοήσουμε κάπως ικανοποιητικά μερικά θέματα που έχουν σχέση με την προσευχή.
«Και έρχονται στην Ιεριχώ. Και την ώρα που έβγαιναν από την Ιεριχώ, Αυτός και οι μαθητές του και λαός πολύς, καθόταν κοντά στο δρόμο και ζητιάνευε ο τυφλός Βαρτίμαιος, ο γιός του Τίμαιου. Και όταν άκουσε ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος ήταν εκεί, άρχισε να φωνάζει δυνατά και να λέει: Ιησού, υιέ του Δαυίδ, ελέησέ με. Και τον απόπαιρναν μερικοί και του έλεγαν να σιωπήσει. Αυτός όμως φώναζε όλο και περισσότερο: υιέ του Δαυίδ, ελέησέ με. Τότε σταμάτησε ο Ιησούς και είπε να τον φέρουν κοντά του. Πήγαν λοιπόν και είπαν στον τυφλό. Κουράγιο, σήκω να πας, σε φωνάζει. Κι αυτός, αφού πέταξε το εξωτερικό του ρούχο, για να μην τον εμποδίζει στο τρέξιμο, σηκώθηκε και ήρθε κοντά στον Ιησού. Και ο Ιησούς αποκρίθηκε και του είπε: Τι θέλεις να σου κάνω; Και ο τυφλός του απάντησε: Δάσκαλε, θέλω να ξαναβρώ το φως μου. Ο δε Ιησούς είπε: Πήγαινε, η πίστη σου σε έσωσε. Και αμέσως ξαναβρήκε το φως του και ακολούθησε τον Ιησού στην πορεία Του.
Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος, ο Βαρτίμαιος, δεν πρέπει, απ’ ό, τι φαίνεται να ήταν νέος. Στεκόταν εδώ και πολλά χρόνια στην πύλη της Ιεριχώ, ζώντας από την εύσπλαχνη ή την αδιάφορη βοήθεια των περαστικών. Πιθανόν κατά τη διάρκεια της ζωής του να είχε δοκιμάσει όλα τα γνωστά φάρμακα και όλες τις θεραπευτικές μεθόδους. Θα τον είχαν ασφαλώς πάει ,όταν ήταν μικρός, στο Ναό, θα είχαν προσευχηθεί και θα είχαν προσφέρει θυσίες για να βρει την υγεία του. Είχε επισκεφθεί όλους εκείνους που, είτε γιατί είχαν κάποιο χάρισμα, είτε γιατί είχαν ειδικές γνώσεις, μπορούσαν να τον θεραπεύσουν. Είχε ασφαλώς πολύ αγωνιστεί για να βρει το φως του και τελικά είχε εντελώς απογοητευτεί. Είχε δοκιμάσει όλα όσα μπορούσε να βάλει το μυαλό του ανθρώπου, αλλά παρόλα αυτά ήταν ακόμα τυφλός. Πιθανόν είχε ακόμα ακούσει ότι τους τελευταίους μήνες είχε εμφανιστεί στη Γαλιλαία ένας νέος κήρυκας, ένας άνθρωπος που αγαπούσε το λαό, ήταν εύσπλαχνος, και άνθρωπος του Θεού που μπορούσε να θεραπεύει και να κάνει θαύματα. Ο Βαρτίμαιος πιθανόν να είχε πολλές φορές σκεφθεί ότι αν μπορούσε θα πήγαινε να τον συναντήσει. Ο Χριστός όμως πήγαινε από τον ένα τόπο στον άλλο και υπήρχε πολύ μικρή πιθανότητα ένας τυφλός άνθρωπος να τον απαντήσει. Έτσι, μ’ αυτή τη σπίθα της ελπίδας, που έκανε την απελπισία ακόμα πιο βαθιά και πιο έντονη, καθόταν κοντά στην πύλη της Ιεριχώ.
Μια μέρα ένα πλήθος πέρασε δίπλα του, ένα πλήθος μεγαλύτερο από το συνηθισμένο, ένα θορυβώδες ανατολίτικο μπουλούκι. Ο τυφλός το άκουσε και ρώτησε ποιος ήταν. Όταν του είπαν ότι ήταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος, άρχισε να φωνάζει. Κάθε σπίθα ελπίδας, που είχε στην ψυχή του, έγινε ξαφνικά φωτιά, μια πυρκαϊα ελπίδας. Ο Ιησούς τον Οποίον δεν μπόρεσε μέχρι εκείνη τη στιγμή να συναντήσει, πέρναγε τώρα από κοντά του. Ήταν δίπλα του και κάθε βήμα τον έφερνε όλο και κοντύτερα.
Μετά όμως κάθε βήμα θα τον πήγαινε απελπιστικά όλο και πιο μακριά. Άρχισε τότε να φωνάζει : «Ιησού, Υιέ Δαυίδ, ελέησέ με». Αυτό που έκανε εκείνη τη στιγμή ήταν η πιο τέλεια ομολογία πίστεως. Αναγνώρισε στο πρόσωπο του Ιησού τον απόγονο του Δαυίδ, το Μεσσία. Δεν μπορούσε τότε να τον αποκαλέσει Υιό του Θεού, γιατί αυτό δεν το ήξεραν ακόμα ούτε οι ίδιοι οι μαθητές του. Στο πρόσωπό Του αναγνώρισε το «αναμενόμενο». Τότε συνέβη κάτι που πολύ συνηθίζεται και στη δική μας τη ζωή. Μερικοί τριγύρω του του έλεγαν να σιωπήσει.
Μήπως δεν συμβαίνει πολύ συχνά αυτό και σε μας, όταν μετά από αναζήτηση και αγώνα πολλών ετών αρχίζουμε απροσδόκητα να φωνάζουμε στο Θεό; Πόσες φωνές τότε δεν προσπαθούν να κατασιγάσουν την προσευχή μας ! Φωνές εξωτερικές και εσωτερικές. Αξίζει, λένε, να προσεύχεσαι; Τόσα χρόνια αγωνιζόσουν κι ο Θεός δεν νοιάστηκε για σένα. Τώρα θα νοιαστεί; Τι νόημα έχει η προσευχή ; Ξαναγύρισε στην απελπισία σου, είσαι τυφλός και τυφλός για πάντα. Όσο όμως μεγαλύτερη είναι η αντίσταση τόσο μεγαλύτερη είναι η απόδειξη ότι η βοήθεια είναι πολύ κοντά. Ο διάβολος ποτέ άλλοτε δεν μας επιτίθεται τόσο βίαια όσο όταν βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από το τέλος του αγώνα και έχουμε ακόμα δυνατότητα σωτηρίας, την οποία όμως τελικά χάνουμε, γιατί την τελευταία στιγμή υποχωρούμε. Υποχώρησε, λέει ο διάβολος, βιάσου, προσπάθησες πάρα πολύ, βγήκες από τα όρια της αντοχής σου. Τελείωσε αμέσως, μην καθυστερείς, δεν μπορείς να αντέξεις περισσότερο .Και τότε αυτοκτονούμε σωματικά, ηθικά, πνευματικά. Εγκαταλείπουμε την αγώνα και αγκαλιάζουμε το θάνατο, τη στιγμή ακριβώς που η βοήθεια βρίσκεται δίπλα μας και μπορούμε να σωθούμε.
Δεν πρέπει να δίνουμε σημασία σ’ αυτές τις φωνές. Όσο δυνατότερα ηχούν τόσο πιο γερά πρέπει να δενόμαστε με το σκοπό μας. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να κραυγάσουμε τόσο, όσο χρειάζεται. Να φωνάξουμε τόσο δυνατά, όσο ο Βαρτίμαιος. Ο Ιησούς Χριστός πέρναγε δίπλα του . Η τελευταία του ελπίδα βρισκόταν σιμά του, αλλά οι άνθρωποι που τον περιτριγύριζαν ήταν απέναντί του αδιάφοροι ή προσπαθούσαν να τον κάνουν να σιωπήσει. Ο πόνος και η θλίψη του δεν είχαν θέση. Εκείνοι που περιτριγύριζαν το Χριστό – και που τον χρειάζονταν πολύ λιγότερο- ήθελαν να ασχολείται μαζί τους. Γιατί αυτός ο τυφλός και βασανισμένος άνθρωπος να τους διακόπτει; Ο Βαρτίμαιος όμως ήξερε καλά ότι δεν θα υπήρχε πια γι’ αυτόν άλλη ελπίδα, αν έχανε κι αυτή την τελευταία. Η βαθιά αυτή απελπισία του έγινε πηγή απ’ την οποία ανέβλυσε μια πίστη, μια προσευχή γεμάτη από τέτοια πεποίθηση και μια επιμονή που έσπασε όλους τους φραγμούς . Μια προσευχή που, όπως λέει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ηχεί στην πύλη του ουρανού . Γιατί η απόγνωσή του ήταν τόσο βαθιά, ώστε δεν άκουγε καθόλου τις φωνές του πλήθους που τον πρόσταζαν να ησυχάσει και να καθήσει στην άκρη. Και όσο προσπαθούσαν να τον εμποδίσουν να πλησιάσει το Χριστό, τόσο περισσότερο κι αυτός φώναζε : «Υιέ Δαυίδ, ελέησέ με». Ο Χριστός σταμάτησε, ζήτησε να τον φέρουν μπροστά του και έκανε το θαύμα.
Μπορούμε να διδαχτούμε από το Βαρτίμαιο πρακτικά, το πώς μπορούμε κι εμείς να εξοικειωθούμε με την προσευχή . Όταν στρεφόμαστε με όλη μας την καρδιά στο Θεό, ο Θεός πάντα μας ακούει.
Συνήθως δεν έχουμε την ετοιμότητα να αρνηθούμε αμέσως όλα εκείνα τα οποία βρίσκονται στο περιβάλλον μας και τα οποία έχουμε συνηθίσει να εμπιστευόμαστε , μόλις διαπιστώσουμε ότι δεν μπορούμε πια να εξαρτώμαστε απ’ αυτά. Βλέπουμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα όσο και αν ανακινήσουμε ανθρώπινα και επίγεια μέσα. Έχουμε ένα σκοπό. Ψάχνουμε για το φως μας και συνέχεια απογοητευόμαστε. Αυτό ισοδυναμεί με μαρτύριο, είναι απόγνωση και αν σταματήσουμε εκεί, έχουμε νικηθεί. Αν όμως αυτή ακριβώς τη στιγμή, στραφούμε στο Θεό, γνωρίζοντας ότι μόνο ο Θεός μας έχει πια απομείνει και του πούμε, «Σε εμπιστεύομαι και παραδίδω στα χέρια Σου την ψυχή και το σώμα μου , ολόκληρη τη ζωή μου», τότε η απόγνωση μας έχει οδηγήσει στην πίστη.
Η απόγνωση οδηγεί σε μια νέα πνευματική ζωή, όταν έχουμε το κουράγιο να προχωρήσουμε βαθύτερα και μακρύτερα, αναγνωρίζοντας ότι κείνο για το οποίο έχουμε απογοητευθεί δεν είναι το ότι τελικά χάσαμε τη νίκη, αλλά το ότι μας απογοήτευσαν τα μέσα που χρησιμοποιήσαμε για να φθάσουμε σ’ αυτή. Τότε αρχίζουμε να βάζουμε θεμέλια με ένα νέο τρόπο. Ο Θεός μπορεί να μας ξαναφέρει σ’ ένα από τα μέσα που είχαμε ήδη δοκιμάσει, το οποίο όμως τώρα, κάτω από τη δική Του καθοδήγηση, θα μπορέσουμε να το χρησιμοποιήσουμε με επιτυχία. Πρέπει πάντα να υπάρχει αληθινή συνεργασία Θεού και ανθρώπου και τότε ο Θεός χαρίζει φρόνηση, σοφία και δύναμη να κάνουμε το σωστό και να βρίσκουμε τον επιδιωκόμενο στόχο μας.
Από το βιβλίο «ΑΡΧΙΕΠ. ANTONY BLOOM
ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ»
Μετάφραση από το αγγλικό
Δ΄ έκδοση Αναθεωρημένη και Βελτιωμένη
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΣΔΡΟΜΟΥ
ΚΑΡΕΑΣ 1989
Η περίπτωση του Βαρτίμαιου, όπως αναφέρεται από τον Ευαγγελιστή Μάρκο ( 10,46) , μας βοηθάει να κατανοήσουμε κάπως ικανοποιητικά μερικά θέματα που έχουν σχέση με την προσευχή.
«Και έρχονται στην Ιεριχώ. Και την ώρα που έβγαιναν από την Ιεριχώ, Αυτός και οι μαθητές του και λαός πολύς, καθόταν κοντά στο δρόμο και ζητιάνευε ο τυφλός Βαρτίμαιος, ο γιός του Τίμαιου. Και όταν άκουσε ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος ήταν εκεί, άρχισε να φωνάζει δυνατά και να λέει: Ιησού, υιέ του Δαυίδ, ελέησέ με. Και τον απόπαιρναν μερικοί και του έλεγαν να σιωπήσει. Αυτός όμως φώναζε όλο και περισσότερο: υιέ του Δαυίδ, ελέησέ με. Τότε σταμάτησε ο Ιησούς και είπε να τον φέρουν κοντά του. Πήγαν λοιπόν και είπαν στον τυφλό. Κουράγιο, σήκω να πας, σε φωνάζει. Κι αυτός, αφού πέταξε το εξωτερικό του ρούχο, για να μην τον εμποδίζει στο τρέξιμο, σηκώθηκε και ήρθε κοντά στον Ιησού. Και ο Ιησούς αποκρίθηκε και του είπε: Τι θέλεις να σου κάνω; Και ο τυφλός του απάντησε: Δάσκαλε, θέλω να ξαναβρώ το φως μου. Ο δε Ιησούς είπε: Πήγαινε, η πίστη σου σε έσωσε. Και αμέσως ξαναβρήκε το φως του και ακολούθησε τον Ιησού στην πορεία Του.
Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος, ο Βαρτίμαιος, δεν πρέπει, απ’ ό, τι φαίνεται να ήταν νέος. Στεκόταν εδώ και πολλά χρόνια στην πύλη της Ιεριχώ, ζώντας από την εύσπλαχνη ή την αδιάφορη βοήθεια των περαστικών. Πιθανόν κατά τη διάρκεια της ζωής του να είχε δοκιμάσει όλα τα γνωστά φάρμακα και όλες τις θεραπευτικές μεθόδους. Θα τον είχαν ασφαλώς πάει ,όταν ήταν μικρός, στο Ναό, θα είχαν προσευχηθεί και θα είχαν προσφέρει θυσίες για να βρει την υγεία του. Είχε επισκεφθεί όλους εκείνους που, είτε γιατί είχαν κάποιο χάρισμα, είτε γιατί είχαν ειδικές γνώσεις, μπορούσαν να τον θεραπεύσουν. Είχε ασφαλώς πολύ αγωνιστεί για να βρει το φως του και τελικά είχε εντελώς απογοητευτεί. Είχε δοκιμάσει όλα όσα μπορούσε να βάλει το μυαλό του ανθρώπου, αλλά παρόλα αυτά ήταν ακόμα τυφλός. Πιθανόν είχε ακόμα ακούσει ότι τους τελευταίους μήνες είχε εμφανιστεί στη Γαλιλαία ένας νέος κήρυκας, ένας άνθρωπος που αγαπούσε το λαό, ήταν εύσπλαχνος, και άνθρωπος του Θεού που μπορούσε να θεραπεύει και να κάνει θαύματα. Ο Βαρτίμαιος πιθανόν να είχε πολλές φορές σκεφθεί ότι αν μπορούσε θα πήγαινε να τον συναντήσει. Ο Χριστός όμως πήγαινε από τον ένα τόπο στον άλλο και υπήρχε πολύ μικρή πιθανότητα ένας τυφλός άνθρωπος να τον απαντήσει. Έτσι, μ’ αυτή τη σπίθα της ελπίδας, που έκανε την απελπισία ακόμα πιο βαθιά και πιο έντονη, καθόταν κοντά στην πύλη της Ιεριχώ.
Μια μέρα ένα πλήθος πέρασε δίπλα του, ένα πλήθος μεγαλύτερο από το συνηθισμένο, ένα θορυβώδες ανατολίτικο μπουλούκι. Ο τυφλός το άκουσε και ρώτησε ποιος ήταν. Όταν του είπαν ότι ήταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος, άρχισε να φωνάζει. Κάθε σπίθα ελπίδας, που είχε στην ψυχή του, έγινε ξαφνικά φωτιά, μια πυρκαϊα ελπίδας. Ο Ιησούς τον Οποίον δεν μπόρεσε μέχρι εκείνη τη στιγμή να συναντήσει, πέρναγε τώρα από κοντά του. Ήταν δίπλα του και κάθε βήμα τον έφερνε όλο και κοντύτερα.
Μετά όμως κάθε βήμα θα τον πήγαινε απελπιστικά όλο και πιο μακριά. Άρχισε τότε να φωνάζει : «Ιησού, Υιέ Δαυίδ, ελέησέ με». Αυτό που έκανε εκείνη τη στιγμή ήταν η πιο τέλεια ομολογία πίστεως. Αναγνώρισε στο πρόσωπο του Ιησού τον απόγονο του Δαυίδ, το Μεσσία. Δεν μπορούσε τότε να τον αποκαλέσει Υιό του Θεού, γιατί αυτό δεν το ήξεραν ακόμα ούτε οι ίδιοι οι μαθητές του. Στο πρόσωπό Του αναγνώρισε το «αναμενόμενο». Τότε συνέβη κάτι που πολύ συνηθίζεται και στη δική μας τη ζωή. Μερικοί τριγύρω του του έλεγαν να σιωπήσει.
Μήπως δεν συμβαίνει πολύ συχνά αυτό και σε μας, όταν μετά από αναζήτηση και αγώνα πολλών ετών αρχίζουμε απροσδόκητα να φωνάζουμε στο Θεό; Πόσες φωνές τότε δεν προσπαθούν να κατασιγάσουν την προσευχή μας ! Φωνές εξωτερικές και εσωτερικές. Αξίζει, λένε, να προσεύχεσαι; Τόσα χρόνια αγωνιζόσουν κι ο Θεός δεν νοιάστηκε για σένα. Τώρα θα νοιαστεί; Τι νόημα έχει η προσευχή ; Ξαναγύρισε στην απελπισία σου, είσαι τυφλός και τυφλός για πάντα. Όσο όμως μεγαλύτερη είναι η αντίσταση τόσο μεγαλύτερη είναι η απόδειξη ότι η βοήθεια είναι πολύ κοντά. Ο διάβολος ποτέ άλλοτε δεν μας επιτίθεται τόσο βίαια όσο όταν βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από το τέλος του αγώνα και έχουμε ακόμα δυνατότητα σωτηρίας, την οποία όμως τελικά χάνουμε, γιατί την τελευταία στιγμή υποχωρούμε. Υποχώρησε, λέει ο διάβολος, βιάσου, προσπάθησες πάρα πολύ, βγήκες από τα όρια της αντοχής σου. Τελείωσε αμέσως, μην καθυστερείς, δεν μπορείς να αντέξεις περισσότερο .Και τότε αυτοκτονούμε σωματικά, ηθικά, πνευματικά. Εγκαταλείπουμε την αγώνα και αγκαλιάζουμε το θάνατο, τη στιγμή ακριβώς που η βοήθεια βρίσκεται δίπλα μας και μπορούμε να σωθούμε.
Δεν πρέπει να δίνουμε σημασία σ’ αυτές τις φωνές. Όσο δυνατότερα ηχούν τόσο πιο γερά πρέπει να δενόμαστε με το σκοπό μας. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να κραυγάσουμε τόσο, όσο χρειάζεται. Να φωνάξουμε τόσο δυνατά, όσο ο Βαρτίμαιος. Ο Ιησούς Χριστός πέρναγε δίπλα του . Η τελευταία του ελπίδα βρισκόταν σιμά του, αλλά οι άνθρωποι που τον περιτριγύριζαν ήταν απέναντί του αδιάφοροι ή προσπαθούσαν να τον κάνουν να σιωπήσει. Ο πόνος και η θλίψη του δεν είχαν θέση. Εκείνοι που περιτριγύριζαν το Χριστό – και που τον χρειάζονταν πολύ λιγότερο- ήθελαν να ασχολείται μαζί τους. Γιατί αυτός ο τυφλός και βασανισμένος άνθρωπος να τους διακόπτει; Ο Βαρτίμαιος όμως ήξερε καλά ότι δεν θα υπήρχε πια γι’ αυτόν άλλη ελπίδα, αν έχανε κι αυτή την τελευταία. Η βαθιά αυτή απελπισία του έγινε πηγή απ’ την οποία ανέβλυσε μια πίστη, μια προσευχή γεμάτη από τέτοια πεποίθηση και μια επιμονή που έσπασε όλους τους φραγμούς . Μια προσευχή που, όπως λέει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ηχεί στην πύλη του ουρανού . Γιατί η απόγνωσή του ήταν τόσο βαθιά, ώστε δεν άκουγε καθόλου τις φωνές του πλήθους που τον πρόσταζαν να ησυχάσει και να καθήσει στην άκρη. Και όσο προσπαθούσαν να τον εμποδίσουν να πλησιάσει το Χριστό, τόσο περισσότερο κι αυτός φώναζε : «Υιέ Δαυίδ, ελέησέ με». Ο Χριστός σταμάτησε, ζήτησε να τον φέρουν μπροστά του και έκανε το θαύμα.
Μπορούμε να διδαχτούμε από το Βαρτίμαιο πρακτικά, το πώς μπορούμε κι εμείς να εξοικειωθούμε με την προσευχή . Όταν στρεφόμαστε με όλη μας την καρδιά στο Θεό, ο Θεός πάντα μας ακούει.
Συνήθως δεν έχουμε την ετοιμότητα να αρνηθούμε αμέσως όλα εκείνα τα οποία βρίσκονται στο περιβάλλον μας και τα οποία έχουμε συνηθίσει να εμπιστευόμαστε , μόλις διαπιστώσουμε ότι δεν μπορούμε πια να εξαρτώμαστε απ’ αυτά. Βλέπουμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα όσο και αν ανακινήσουμε ανθρώπινα και επίγεια μέσα. Έχουμε ένα σκοπό. Ψάχνουμε για το φως μας και συνέχεια απογοητευόμαστε. Αυτό ισοδυναμεί με μαρτύριο, είναι απόγνωση και αν σταματήσουμε εκεί, έχουμε νικηθεί. Αν όμως αυτή ακριβώς τη στιγμή, στραφούμε στο Θεό, γνωρίζοντας ότι μόνο ο Θεός μας έχει πια απομείνει και του πούμε, «Σε εμπιστεύομαι και παραδίδω στα χέρια Σου την ψυχή και το σώμα μου , ολόκληρη τη ζωή μου», τότε η απόγνωση μας έχει οδηγήσει στην πίστη.
Η απόγνωση οδηγεί σε μια νέα πνευματική ζωή, όταν έχουμε το κουράγιο να προχωρήσουμε βαθύτερα και μακρύτερα, αναγνωρίζοντας ότι κείνο για το οποίο έχουμε απογοητευθεί δεν είναι το ότι τελικά χάσαμε τη νίκη, αλλά το ότι μας απογοήτευσαν τα μέσα που χρησιμοποιήσαμε για να φθάσουμε σ’ αυτή. Τότε αρχίζουμε να βάζουμε θεμέλια με ένα νέο τρόπο. Ο Θεός μπορεί να μας ξαναφέρει σ’ ένα από τα μέσα που είχαμε ήδη δοκιμάσει, το οποίο όμως τώρα, κάτω από τη δική Του καθοδήγηση, θα μπορέσουμε να το χρησιμοποιήσουμε με επιτυχία. Πρέπει πάντα να υπάρχει αληθινή συνεργασία Θεού και ανθρώπου και τότε ο Θεός χαρίζει φρόνηση, σοφία και δύναμη να κάνουμε το σωστό και να βρίσκουμε τον επιδιωκόμενο στόχο μας.
Από το βιβλίο «ΑΡΧΙΕΠ. ANTONY BLOOM
ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ»
Μετάφραση από το αγγλικό
Δ΄ έκδοση Αναθεωρημένη και Βελτιωμένη
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΣΔΡΟΜΟΥ
ΚΑΡΕΑΣ 1989
Τι ζητά ο Θεός από τον καθένα μας
Τι ζητά ο Θεός από τον καθένα μας
ΑΥΤΟ, ΠΟΥ ΖΗΤΑ ΚΑΘΕ ΠΑΤΕΡΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ
Φτωχό Κελλί. Ασπρομάλλης ο Γέρων Ασκητής. Το όνομά του Ισαάκ. Ιερομόναχος. Τώρα βρίσκεται στους ουρανούς του Θεού. Όταν ακόμα ζούσε και ασκήτευε στο Άγιον Όρος, τον επισκέφθηκαν δυο λαϊκοί, ο Γρηγόρης και ο Γιάννης, να μιλήσουν μαζί του και να πάρουν την ευχή του. Ηχογράφησαν μάλιστα και την συζήτησή τους και μου έδωσαν την ηχογράφηση αυτή, από την οποίαν αντλώ και τον διάλογό τους.
- Τι ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο, πάτερ μου; ήταν η πρώτη ερώτηση του πάντα βιαστικού και αυθόρμητου Γρηγόρη.
- Αυτό, που ζητά και κάθε πατέρας από τα δικά του παιδιά, ήταν η απάντηση του Γέροντα. Θέλει την αγάπη του κάθε παιδιού του, όπως κι εκείνος το αγαπά, μέχρις αυτοθυσίας. Και η αγάπη αυτή του πατέρα είναι βαθειά και λαμπρή και απερίγραπτη, γιατί θέλει το παιδί του να είναι ευτυχισμένο και αιώνια κοντά του.
- Δηλαδή, ό,τι κάνουν οι άνθρωποι το ίδιο κάνει και ο Θεός; ρώτησε αυτήν την φοράν ο Γιάννης, που ήταν πιο διστακτικός από τον Γρηγόρη.
- Ακριβώς, ξανάπε ο Ισαάκ. Διότι είμαστε πλασμένοι «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» του Δημιουργού μας. Την αγάπη την πατρική έβαλε στην καρδιά του ανθρώπου, αφού αυτή η αγάπη , που είναι απέραντη, δεν έχει όρια, δηλαδή δεν έχει αρχή ούτε και τέλος , αρχίζει από τον Άναρχον Θεόν, κάνει κύκλο στα παιδιά του όλα και ξαναγυρίζει πάλι στον ίδιον. Η αγάπη, ως θεία δύναμη, δεν έχει αρχή, αφού βγαίνει από τον Θεόν και δεν έχει τέλος, αφού πατέρας και παιδιά αλληλοπεριχωρούνται μεταξύ τους και ο πατέρας αγαπά τα παιδιά του και τα παιδιά αγαπούν τον πατέρα τους.
- Είναι αυτό, που λέγει το Ευαγγέλιον: «Ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν εσμέν» ( Ιω. ΙΖ΄ 22 ) , ξανάπε ο Γρηγόρης. Μας θέλει όλους μαζί, ενωμένους σαν μια φαμίλια.
- Πολύ σωστά το είπες, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Μας θέλει σαν μια οικογένεια όπου ο ένας να αγαπά τον άλλον μέχρι θυσίας.
- Πριν έρθουμε, πάτερ μου, εδώ, ξανάπε ο Γρηγόρης, είχα διαβάσει λίγες σελίδες από τους «Λόγους» του Αγίου Ισαάκ του Σύρου, που κι εσείς τον αγαπάτε πολύ, και έχω μαζί μου το βιβλίον ,όπου λέγει ότι: «Την ταπείνωσιν της διανοίας μας θέλει ο Θεός και ημείς με την ταπείνωσιν της διανοίας προχωρούμε πνευματικώς και με την έπαρσιν εξαχρειούμεθα. Μόνο η ταπείνωσις είναι ικανή , χωρίς καμμίαν άλλην βοήθειαν ,να παρασταθή ενώπιον του Θεού και να παρακαλέση υπέρ ημών». Και προσθέτει: «Ευχαρίστησε και δοξολόγησε τον Θεόν ασιγήτως». Είναι από τον 49ον «Λόγον» του Αγίου.
- Πρόκειται για το ίδιο πράγμα, φίλτατε. Εάν εμβαθύνουμε στην διδασκαλίαν αυτήν, αποκρίθηκε ο ασπρομάλλης ιερομόναχος, θα καταλάβουμε ότι η ταπεινοφροσύνη είναι η προϋπόθεση της αγάπης. Είναι το έδαφος πάνω στο οποίον φυτρώνει και ανθοφορεί η αγάπη. Αυτό μας εδίδαξε με την ζωήν και τον λόγον του ο Θεάνθρωπος Χριστός.
- Επίσης, μίλησε αυτή την φοράν ο Γιάννης, στον επόμενο «Λόγον» του, τον 50ον, μιλά για την μετάνοια και λέγει ότι «Κάθε ώρα έχουμε ανάγκην της μετανοίας». Τι ζητά λοιπόν ο Θεός από τον άνθρωπον; Την ταπεινοφροσύνην, τη μετάνοια ή την αγάπη, καθώς είπατε; Ποιο από τα τρία αυτά είναι το μεγαλύτερον και το ζητούμενο; Τι λέτε εσείς, π. Ισαάκ;
- Και τα τρία, που είπατε, αποκρίθηκε ο Γέροντας, είναι το ίδιο πράγμα. Είναι, όπως τα αναφέρει, με άλλην διατύπωσιν, και ο Απόστολος Παύλος: «Νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα∙ μείζων δε τούτων η αγάπη» ( Α΄Κορ. ΙΓ΄13 ) . Και τα τρία αυτά είναι αντίστοιχα με τα όσα είπατε. Συγκεκριμένα: η πίστη αναλογεί προς την ταπεινοφροσύνην της διανοίας, ώστε να μη νομίζει ότι τα ξέρει και τα κατανοεί όλα. Η ελπίδα αντιστοιχεί με την μετάνοια, ώστε να γνωρίζη ο άνθρωπος ότι η σωτηρία του κερδίζεται μόνον όταν αλλάξουμε μυαλά και τρόπον ζωής και τέλος η αγάπη, που είναι το μείζον όλων, μας συνδέει με τον Θεόν, γιατί αυτό το μέγα μυστήριον και η ανίκητη δύναμη της αγάπης, είναι αυτό, που δίνει συνεχώς ο Θεός στον άνθρωπον και αυτό το δώρον πρέπει να αντιπροσφέρη και ο άνθρωπος στον Θεόν. Είναι αυτό που λέγει και η Εκκλησία την ώρα της Θείας Λατρείας: «Τα Σα εκ των Σων σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα». Είναι ο Άρτος και ο Οίνος της δικής του θυσιαστικής αγάπης. Αυτή, η αγάπη, και μόνον αυτή, είναι αρκετή να κατακαλύψη θριαμβευτικά τα σύμπαντα. Πρέπει όμως να είναι αληθινή, γνήσια, θυσιαστική αγάπη, που δεν λογαριάζει τίποτε και ξέρει να προσφέρη τα πάντα…
«Τα Σα εκ των Σων Σοι προσφέρομεν»
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
Άλλον Γέροντα ζητούσαμε και άλλον βρήκαμε. Πήγαμε μαζί με τον φίλο μου τον Γιάννη να συναντήσουμε τον π.Γερβάσιον, αλλά έλειπε στην αγρυπνία κοντινού Μοναστηριού. Βρήκαμε όμως τον π. Γεώργιον, που πήγε και αυτός στον Γέροντα Γερβάσιον και , αφού δεν τον βρήκε, κάθησε στην αυλή και απολάμβανε το κέρασμα, που του φέρανε οι υποτακτικοί του, κάτω από την μεγάλη κληματαριά. Καθήσαμε κι εμείς μαζί του και, μέχρι να ‘ρθουν και τα δικά μας κεράσματα, πιάσαμε κουβέντα και μας μίλησε για το κέρασμα των μοναστηριών και τη σημασία της ευλογίας.
-Να δίνετε, παιδιά μου, να δίνετε , ό,τι μπορείτε, μας είπε. Δεν μπορείτε να φαντασθήτε τι μεγάλη σημασία έχει το να δίνη κανείς αυτό, που μπορεί. Λίγα μπορεί, λίγα να δίνη. Πολλά μπορεί, πολλά να δίνη. Σημασία έχει να δίνουμε συνεχώς. Δεν είναι μόνον τα χρήματα και τα υλικά πράγματα η ευλογία. Ακόμα και ένα λουλούδι, μια ευχή, ένα ποτήρι νερό, μια κουβέντα χρήσιμη. Ό, τι μπορεί ο καθένας και έχει πρόχειρο. Σημασία έχει να δίνουμε. Γιατί αυτό κάνει ο θεός και, όποιος δίνει, μιμείται τον Θεόν, που δίνει συνεχώς τις ευλογίες του «επί δικαίους και αδίκους». Δεν είναι η ανάγκη , που πρέπει να καλυφθή, αλλά η αγάπη, που πρέπει να φανερωθή και με πρακτικές ενέργειες και όχι για το «θεαθήναι τοις ανθρώποις». Γιατί άλλο πράγμα είναι η φιλανθρωπία για τους δυστυχούντες και άλλο η ευλογία προς όλους. Την φιλανθρωπία μπορούν να την κάνουν και αυτοί, που δεν πιστεύουν και δεν αγαπούν. Την κάνουν για διάφορους άλλους λόγους. Για να φανούν, για να ακουστούν, ακόμα και για να κερδίσουν από την φιλανθρωπία τους. Την ευλογία όμως την κάνουν μόνο οι πιστοί. Αυτοί, που πιστεύουν και εκδηλώνουν την πίστη τους με αγάπη. Γιατί η αγάπη είναι ο αληθινός καρπός της πίστεως. Αν δεν έχεις αγάπη ούτε πίστη έχεις αληθινή. Γιατί ευλογία σημαίνει την δύναμη του λόγου, που εκδηλώνεται σαν πράξη ευεργεσίας για όλους και για όλα. Και για τους ανθρώπους, και για τα άψυχα ακόμα.
- Αυτό δεν το είχα σκεφθή ως τώρα πάτερ μου, είπε ο Γιάννης. Ενόμιζα ότι με την φιλανθρωπία καλύπτονται όλα. Μου αρκούσε ο ελεημοσύνη.
- Η ελεημοσύνη, και γενικά η φιλανθρωπία, μπορεί να γίνεται με τους ανθρώπους ,απάντησε ο π.Γεώργιος. Αυτή είναι και η έννοια της φιλανθρωπίας. Πρέπει να βοηθούμε κάθε άνθρωπο, που έχει ανάγκη. Έπεσε; Να τον σηκώσουμε. Πεινάει; Να τον θρέψουμε. Διψάει; Να τον ποτίσουμε. Αυτό είναι γενικό χρέος μας προς τους ανθρώπους οι οποίοι έχουν κάποιαν άμεση ανάγκη. Με τον Θεόν όμως τι γίνεται; Η θεοφιλία δεν είναι το αντίστοιχον της φιλανθρωπίας. Γιατί, τι έχουμε δικό μας, για να το δώσουμε στον Θεόν; Όλα, τελείως όλα τα καλά είναι δικά του.
- Γι’ αυτό λέμε στην Εκκλησία, την ώρα της Θείας Λειτουργίας, «Τα Σα εκ των Σων σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και δια πάντα»; είπε ο φίλος μου.
- Η έκφρασις «τα Σα εκ των Σων» ,συνέχισε ο π.Γεώργιος, που λέγεται κατά την προσκομιδή των Τιμίων Δώρων, δηλαδή τον άρτον και τον οίνον, για να μετουσιωθούν σε σώμα και αίμα του Χριστού, τα οποία θα μεταλάβουν οι πιστοί, έχει αυτό το συγκεκριμένον νόημα του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων. Η λειτουργική αυτή πράξη ολοκληρώνεται με την τέλεση της θείας Ευχαριστίας∙ αυτό που ο λαός ονομάζει Θεία Λειτουργία. Η φράση αυτή όμως έχει ευρύτερη και γενικότερη σημασία. Γίνεται , μπορεί και πρέπει να γίνεται, και από κάθε Χριστιανό στην προσωπική ζωή του. Να πη και να πράξη την ίδια προσκομιδή του εαυτού του και των δικών του προσωπικών δώρων προς τον Θεόν…
Πριν διαβάσεις το Ευαγγέλιο
ΕΝΑ ΔΩΡΟΝ, ΠΟΥ ΔΩΡΙΖΕΤΑΙ ΧΩΡΙΣ
ΝΑ ΛΙΓΟΣΤΕΥΗ
…
- Την συμβουλή αυτή, μου είπε, την δίνει ο ουρανοβάμωρ Μ. Βασίλειος και προσθέτει ότι, κάθε φορά, που ανοίγει στην γη ένα Ευαγγέλιον σπεύδουν μυριάδες Αγγέλων και σκύβουν πάνω από το Ευαγγέλιον όχι για να μάθουν το περιεχόμενόν του, που το γνωρίζουν καλώς, αλλά για να δεχθούν την ευλογία και την χάριν, που ακτινοβολεί και δωρίζει ,και χαίρονται την απερίγραπτη αυτή χαρά του θείου λόγου. Γιατί μας γεμίζει με το έλεός του και την αγάπη του.
Την ημέρα κείνη, που συζητούσαμε για το θέμα αυτό, μας διέκοψαν κάποιοι απρόσμενοι επισκέπτες και δεν μπόρεσα να ρωτήσω περισσότερα. Ο Γέροντας όμως, γεμάτος αγάπη και διάκριση, μου έστειλε το κείμενον μιας τέτοιας προσευχής, την οποίαν έλεγε ο ίδιος πάντοτε, πριν ανοίξη το Ευαγγέλιον. Την παραθέτω στην συνέχεια, ώστε να την γνωρίσουν και άλλοι και να την λένε, πριν ανοίξουν το ιερόν βιβλίον του Ευαγγελίου και πιστεύω ότι όλους μπορεί να τους βοηθήση. Είναι σύντομη και ουσιαστική και μοιάζει σαν την φλόγα του κεριού της Αναστάσεως, που προαναφέραμε. Την δίνης χωρίς και να την στερηθής. Το μικρόν αυτό κείμενον, που μου έστειλε με κάποιον κοινόν φίλον μας, αναφέρει τα εξής:
- Φίλτατε, για την επίκληση πριν από την ανάγνωση του Ευαγγελίου, σου αποστέλλω δια χειρός του αγαπητού μας φίλου Χ. τα λόγια της προσευχής ,που λέγω εγώ, και μπορείς κι εσύ να λες, και η εξ ύψους βοήθεια θα είναι μεγάλη. Χρόνια πολλά λέγω την ίδια προσευχή πριν ανοίξω το Ευαγγέλιον και παρακαλώ:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του Ζώντος, ελέησον ημάς και τον κόσμον σου άπαντα.
«Ήμαρτον σοι, Κύριε, συγχώρησέ με και ελέησέ με» ( τρεις φορές)
«Σε ευχαριστώ ,Χριστέ μου, και σε δοξάζω πάντων ένεκεν» (τρεις φορές ).
«Κύριε Ιησού Χριστέ, φώτισε την καρδιά μου και την σκέψη μου, να κατανοήσω το θείον σου θέλημα και βοήθησέ με να το πραγματοποιώ πάντοτε λόγω, έργω και διανοία»
«Πρεσβείαις της Παναχράντου σου Μητρός και πάντων των Αγίων, ελέησέ με ως Φιλάνθρωπος Θεός. Αμήν».
Την προσευχή αυτή , γράφει, πρέπει να την συνοδεύουμε ευλαβικά με τρία σταυροκοπήματα και τρεις γονυκλισίες, αν μπορούμε»…
Από το βιβλίο: «Π.Μ.ΣΩΤΗΡΧΟΣ
ΤΙ ΖΗΤΑ Ο ΘΕΟΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΜΑΣ
(Ορθόδοξοι Διάλογοι με Γέροντες Ασκητές)»
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ «ΑΣΤΗΡ»
ΑΥΤΟ, ΠΟΥ ΖΗΤΑ ΚΑΘΕ ΠΑΤΕΡΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ
Φτωχό Κελλί. Ασπρομάλλης ο Γέρων Ασκητής. Το όνομά του Ισαάκ. Ιερομόναχος. Τώρα βρίσκεται στους ουρανούς του Θεού. Όταν ακόμα ζούσε και ασκήτευε στο Άγιον Όρος, τον επισκέφθηκαν δυο λαϊκοί, ο Γρηγόρης και ο Γιάννης, να μιλήσουν μαζί του και να πάρουν την ευχή του. Ηχογράφησαν μάλιστα και την συζήτησή τους και μου έδωσαν την ηχογράφηση αυτή, από την οποίαν αντλώ και τον διάλογό τους.
- Τι ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο, πάτερ μου; ήταν η πρώτη ερώτηση του πάντα βιαστικού και αυθόρμητου Γρηγόρη.
- Αυτό, που ζητά και κάθε πατέρας από τα δικά του παιδιά, ήταν η απάντηση του Γέροντα. Θέλει την αγάπη του κάθε παιδιού του, όπως κι εκείνος το αγαπά, μέχρις αυτοθυσίας. Και η αγάπη αυτή του πατέρα είναι βαθειά και λαμπρή και απερίγραπτη, γιατί θέλει το παιδί του να είναι ευτυχισμένο και αιώνια κοντά του.
- Δηλαδή, ό,τι κάνουν οι άνθρωποι το ίδιο κάνει και ο Θεός; ρώτησε αυτήν την φοράν ο Γιάννης, που ήταν πιο διστακτικός από τον Γρηγόρη.
- Ακριβώς, ξανάπε ο Ισαάκ. Διότι είμαστε πλασμένοι «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» του Δημιουργού μας. Την αγάπη την πατρική έβαλε στην καρδιά του ανθρώπου, αφού αυτή η αγάπη , που είναι απέραντη, δεν έχει όρια, δηλαδή δεν έχει αρχή ούτε και τέλος , αρχίζει από τον Άναρχον Θεόν, κάνει κύκλο στα παιδιά του όλα και ξαναγυρίζει πάλι στον ίδιον. Η αγάπη, ως θεία δύναμη, δεν έχει αρχή, αφού βγαίνει από τον Θεόν και δεν έχει τέλος, αφού πατέρας και παιδιά αλληλοπεριχωρούνται μεταξύ τους και ο πατέρας αγαπά τα παιδιά του και τα παιδιά αγαπούν τον πατέρα τους.
- Είναι αυτό, που λέγει το Ευαγγέλιον: «Ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν εσμέν» ( Ιω. ΙΖ΄ 22 ) , ξανάπε ο Γρηγόρης. Μας θέλει όλους μαζί, ενωμένους σαν μια φαμίλια.
- Πολύ σωστά το είπες, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Μας θέλει σαν μια οικογένεια όπου ο ένας να αγαπά τον άλλον μέχρι θυσίας.
- Πριν έρθουμε, πάτερ μου, εδώ, ξανάπε ο Γρηγόρης, είχα διαβάσει λίγες σελίδες από τους «Λόγους» του Αγίου Ισαάκ του Σύρου, που κι εσείς τον αγαπάτε πολύ, και έχω μαζί μου το βιβλίον ,όπου λέγει ότι: «Την ταπείνωσιν της διανοίας μας θέλει ο Θεός και ημείς με την ταπείνωσιν της διανοίας προχωρούμε πνευματικώς και με την έπαρσιν εξαχρειούμεθα. Μόνο η ταπείνωσις είναι ικανή , χωρίς καμμίαν άλλην βοήθειαν ,να παρασταθή ενώπιον του Θεού και να παρακαλέση υπέρ ημών». Και προσθέτει: «Ευχαρίστησε και δοξολόγησε τον Θεόν ασιγήτως». Είναι από τον 49ον «Λόγον» του Αγίου.
- Πρόκειται για το ίδιο πράγμα, φίλτατε. Εάν εμβαθύνουμε στην διδασκαλίαν αυτήν, αποκρίθηκε ο ασπρομάλλης ιερομόναχος, θα καταλάβουμε ότι η ταπεινοφροσύνη είναι η προϋπόθεση της αγάπης. Είναι το έδαφος πάνω στο οποίον φυτρώνει και ανθοφορεί η αγάπη. Αυτό μας εδίδαξε με την ζωήν και τον λόγον του ο Θεάνθρωπος Χριστός.
- Επίσης, μίλησε αυτή την φοράν ο Γιάννης, στον επόμενο «Λόγον» του, τον 50ον, μιλά για την μετάνοια και λέγει ότι «Κάθε ώρα έχουμε ανάγκην της μετανοίας». Τι ζητά λοιπόν ο Θεός από τον άνθρωπον; Την ταπεινοφροσύνην, τη μετάνοια ή την αγάπη, καθώς είπατε; Ποιο από τα τρία αυτά είναι το μεγαλύτερον και το ζητούμενο; Τι λέτε εσείς, π. Ισαάκ;
- Και τα τρία, που είπατε, αποκρίθηκε ο Γέροντας, είναι το ίδιο πράγμα. Είναι, όπως τα αναφέρει, με άλλην διατύπωσιν, και ο Απόστολος Παύλος: «Νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα∙ μείζων δε τούτων η αγάπη» ( Α΄Κορ. ΙΓ΄13 ) . Και τα τρία αυτά είναι αντίστοιχα με τα όσα είπατε. Συγκεκριμένα: η πίστη αναλογεί προς την ταπεινοφροσύνην της διανοίας, ώστε να μη νομίζει ότι τα ξέρει και τα κατανοεί όλα. Η ελπίδα αντιστοιχεί με την μετάνοια, ώστε να γνωρίζη ο άνθρωπος ότι η σωτηρία του κερδίζεται μόνον όταν αλλάξουμε μυαλά και τρόπον ζωής και τέλος η αγάπη, που είναι το μείζον όλων, μας συνδέει με τον Θεόν, γιατί αυτό το μέγα μυστήριον και η ανίκητη δύναμη της αγάπης, είναι αυτό, που δίνει συνεχώς ο Θεός στον άνθρωπον και αυτό το δώρον πρέπει να αντιπροσφέρη και ο άνθρωπος στον Θεόν. Είναι αυτό που λέγει και η Εκκλησία την ώρα της Θείας Λατρείας: «Τα Σα εκ των Σων σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα». Είναι ο Άρτος και ο Οίνος της δικής του θυσιαστικής αγάπης. Αυτή, η αγάπη, και μόνον αυτή, είναι αρκετή να κατακαλύψη θριαμβευτικά τα σύμπαντα. Πρέπει όμως να είναι αληθινή, γνήσια, θυσιαστική αγάπη, που δεν λογαριάζει τίποτε και ξέρει να προσφέρη τα πάντα…
«Τα Σα εκ των Σων Σοι προσφέρομεν»
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
Άλλον Γέροντα ζητούσαμε και άλλον βρήκαμε. Πήγαμε μαζί με τον φίλο μου τον Γιάννη να συναντήσουμε τον π.Γερβάσιον, αλλά έλειπε στην αγρυπνία κοντινού Μοναστηριού. Βρήκαμε όμως τον π. Γεώργιον, που πήγε και αυτός στον Γέροντα Γερβάσιον και , αφού δεν τον βρήκε, κάθησε στην αυλή και απολάμβανε το κέρασμα, που του φέρανε οι υποτακτικοί του, κάτω από την μεγάλη κληματαριά. Καθήσαμε κι εμείς μαζί του και, μέχρι να ‘ρθουν και τα δικά μας κεράσματα, πιάσαμε κουβέντα και μας μίλησε για το κέρασμα των μοναστηριών και τη σημασία της ευλογίας.
-Να δίνετε, παιδιά μου, να δίνετε , ό,τι μπορείτε, μας είπε. Δεν μπορείτε να φαντασθήτε τι μεγάλη σημασία έχει το να δίνη κανείς αυτό, που μπορεί. Λίγα μπορεί, λίγα να δίνη. Πολλά μπορεί, πολλά να δίνη. Σημασία έχει να δίνουμε συνεχώς. Δεν είναι μόνον τα χρήματα και τα υλικά πράγματα η ευλογία. Ακόμα και ένα λουλούδι, μια ευχή, ένα ποτήρι νερό, μια κουβέντα χρήσιμη. Ό, τι μπορεί ο καθένας και έχει πρόχειρο. Σημασία έχει να δίνουμε. Γιατί αυτό κάνει ο θεός και, όποιος δίνει, μιμείται τον Θεόν, που δίνει συνεχώς τις ευλογίες του «επί δικαίους και αδίκους». Δεν είναι η ανάγκη , που πρέπει να καλυφθή, αλλά η αγάπη, που πρέπει να φανερωθή και με πρακτικές ενέργειες και όχι για το «θεαθήναι τοις ανθρώποις». Γιατί άλλο πράγμα είναι η φιλανθρωπία για τους δυστυχούντες και άλλο η ευλογία προς όλους. Την φιλανθρωπία μπορούν να την κάνουν και αυτοί, που δεν πιστεύουν και δεν αγαπούν. Την κάνουν για διάφορους άλλους λόγους. Για να φανούν, για να ακουστούν, ακόμα και για να κερδίσουν από την φιλανθρωπία τους. Την ευλογία όμως την κάνουν μόνο οι πιστοί. Αυτοί, που πιστεύουν και εκδηλώνουν την πίστη τους με αγάπη. Γιατί η αγάπη είναι ο αληθινός καρπός της πίστεως. Αν δεν έχεις αγάπη ούτε πίστη έχεις αληθινή. Γιατί ευλογία σημαίνει την δύναμη του λόγου, που εκδηλώνεται σαν πράξη ευεργεσίας για όλους και για όλα. Και για τους ανθρώπους, και για τα άψυχα ακόμα.
- Αυτό δεν το είχα σκεφθή ως τώρα πάτερ μου, είπε ο Γιάννης. Ενόμιζα ότι με την φιλανθρωπία καλύπτονται όλα. Μου αρκούσε ο ελεημοσύνη.
- Η ελεημοσύνη, και γενικά η φιλανθρωπία, μπορεί να γίνεται με τους ανθρώπους ,απάντησε ο π.Γεώργιος. Αυτή είναι και η έννοια της φιλανθρωπίας. Πρέπει να βοηθούμε κάθε άνθρωπο, που έχει ανάγκη. Έπεσε; Να τον σηκώσουμε. Πεινάει; Να τον θρέψουμε. Διψάει; Να τον ποτίσουμε. Αυτό είναι γενικό χρέος μας προς τους ανθρώπους οι οποίοι έχουν κάποιαν άμεση ανάγκη. Με τον Θεόν όμως τι γίνεται; Η θεοφιλία δεν είναι το αντίστοιχον της φιλανθρωπίας. Γιατί, τι έχουμε δικό μας, για να το δώσουμε στον Θεόν; Όλα, τελείως όλα τα καλά είναι δικά του.
- Γι’ αυτό λέμε στην Εκκλησία, την ώρα της Θείας Λειτουργίας, «Τα Σα εκ των Σων σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και δια πάντα»; είπε ο φίλος μου.
- Η έκφρασις «τα Σα εκ των Σων» ,συνέχισε ο π.Γεώργιος, που λέγεται κατά την προσκομιδή των Τιμίων Δώρων, δηλαδή τον άρτον και τον οίνον, για να μετουσιωθούν σε σώμα και αίμα του Χριστού, τα οποία θα μεταλάβουν οι πιστοί, έχει αυτό το συγκεκριμένον νόημα του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων. Η λειτουργική αυτή πράξη ολοκληρώνεται με την τέλεση της θείας Ευχαριστίας∙ αυτό που ο λαός ονομάζει Θεία Λειτουργία. Η φράση αυτή όμως έχει ευρύτερη και γενικότερη σημασία. Γίνεται , μπορεί και πρέπει να γίνεται, και από κάθε Χριστιανό στην προσωπική ζωή του. Να πη και να πράξη την ίδια προσκομιδή του εαυτού του και των δικών του προσωπικών δώρων προς τον Θεόν…
Πριν διαβάσεις το Ευαγγέλιο
ΕΝΑ ΔΩΡΟΝ, ΠΟΥ ΔΩΡΙΖΕΤΑΙ ΧΩΡΙΣ
ΝΑ ΛΙΓΟΣΤΕΥΗ
…
- Την συμβουλή αυτή, μου είπε, την δίνει ο ουρανοβάμωρ Μ. Βασίλειος και προσθέτει ότι, κάθε φορά, που ανοίγει στην γη ένα Ευαγγέλιον σπεύδουν μυριάδες Αγγέλων και σκύβουν πάνω από το Ευαγγέλιον όχι για να μάθουν το περιεχόμενόν του, που το γνωρίζουν καλώς, αλλά για να δεχθούν την ευλογία και την χάριν, που ακτινοβολεί και δωρίζει ,και χαίρονται την απερίγραπτη αυτή χαρά του θείου λόγου. Γιατί μας γεμίζει με το έλεός του και την αγάπη του.
Την ημέρα κείνη, που συζητούσαμε για το θέμα αυτό, μας διέκοψαν κάποιοι απρόσμενοι επισκέπτες και δεν μπόρεσα να ρωτήσω περισσότερα. Ο Γέροντας όμως, γεμάτος αγάπη και διάκριση, μου έστειλε το κείμενον μιας τέτοιας προσευχής, την οποίαν έλεγε ο ίδιος πάντοτε, πριν ανοίξη το Ευαγγέλιον. Την παραθέτω στην συνέχεια, ώστε να την γνωρίσουν και άλλοι και να την λένε, πριν ανοίξουν το ιερόν βιβλίον του Ευαγγελίου και πιστεύω ότι όλους μπορεί να τους βοηθήση. Είναι σύντομη και ουσιαστική και μοιάζει σαν την φλόγα του κεριού της Αναστάσεως, που προαναφέραμε. Την δίνης χωρίς και να την στερηθής. Το μικρόν αυτό κείμενον, που μου έστειλε με κάποιον κοινόν φίλον μας, αναφέρει τα εξής:
- Φίλτατε, για την επίκληση πριν από την ανάγνωση του Ευαγγελίου, σου αποστέλλω δια χειρός του αγαπητού μας φίλου Χ. τα λόγια της προσευχής ,που λέγω εγώ, και μπορείς κι εσύ να λες, και η εξ ύψους βοήθεια θα είναι μεγάλη. Χρόνια πολλά λέγω την ίδια προσευχή πριν ανοίξω το Ευαγγέλιον και παρακαλώ:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του Ζώντος, ελέησον ημάς και τον κόσμον σου άπαντα.
«Ήμαρτον σοι, Κύριε, συγχώρησέ με και ελέησέ με» ( τρεις φορές)
«Σε ευχαριστώ ,Χριστέ μου, και σε δοξάζω πάντων ένεκεν» (τρεις φορές ).
«Κύριε Ιησού Χριστέ, φώτισε την καρδιά μου και την σκέψη μου, να κατανοήσω το θείον σου θέλημα και βοήθησέ με να το πραγματοποιώ πάντοτε λόγω, έργω και διανοία»
«Πρεσβείαις της Παναχράντου σου Μητρός και πάντων των Αγίων, ελέησέ με ως Φιλάνθρωπος Θεός. Αμήν».
Την προσευχή αυτή , γράφει, πρέπει να την συνοδεύουμε ευλαβικά με τρία σταυροκοπήματα και τρεις γονυκλισίες, αν μπορούμε»…
Από το βιβλίο: «Π.Μ.ΣΩΤΗΡΧΟΣ
ΤΙ ΖΗΤΑ Ο ΘΕΟΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΜΑΣ
(Ορθόδοξοι Διάλογοι με Γέροντες Ασκητές)»
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ «ΑΣΤΗΡ»
Σάββατο 3 Ιουλίου 2010
Η θεολογία της γκρίνιας
http://www.synaxi.gr
του Οσιολογ. Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου
Από καιρό ήθελα να γράψω για το φαινόμενο αυτό. Δίσταζα. Τελικά, όπως βλέπετε, το αποφάσισα. Ίσως με τα παρακάτω να κρίνω και τον εαυτό μου. Μάλλον. Από ετών παρατηρείται το φαινόμενο μιας συνεχούς γκρίνιας για τα εκκλησιαστικά δρώμενα από διάφορους κληρικούς, λαϊκούς και μοναχούς, θεολόγους και μη, γνωστούς, ειδικούς, ονομαστούς (δεν θα ήθελα ν’ αναφέρω ονόματα εδώ), με βιβλία κι άρθρα, σε περιοδικά κι εφημερίδες, για τα κακώς κείμενα, για τους κακούς χριστιανούς, τους λαθεμένους κληρικούς, τους αβαθείς αρχιερείς, τις ανοημάτιστες εορτές, τις αντιπαραδοσιακές εθιμοτυπίες, τις λατρευτικές απροσεξίες, τα αήθη ήθη, τ’ αθεολόγητα κηρύγματα, τη νοσηρή λαϊκή ευσέβεια και λοιπά πολλά γνωστά. Θα προσπαθήσω να ’μαι σύντομος.
Οι ασχολούμενοι αρκετά με αυτή τη μονότονη γκρινιάρικη και παραπονιάρικη κριτική δεν λέγω ότι σε πολλά δεν έχουν και δίκιο, όμως τελικά κουράζονται και κουράζουν και φοβάμαι πως ζητούν πολλά από τους άλλους με περισσή αυστηρότητα, παραβλέποντας τον εαυτός τους, ή βλέποντάς τον με μπόλικη επιείκεια, εύκολα δικαιολογούμενοι και κινούμενοι κάποτε από προσωπικές τους δυσκολίες, ελλείψεις, αστοχίες, λάθη, προβλήματα, προβληματισμούς και κενά. Μακάρι να λαθεύω. Δεν λέγω πως μόνο οι άγιοι μπορούν να κρίνουν, ούτε πως αντικειμενικά δεν υπάρχουν θέματα προς κρίση και διόρθωση. Μιλώ για μια τυπική τακτική μόνιμης σφοδρής κριτικής των πάντων απ΄ ορισμένους, που ξαφνικά ανακάλυψαν την ορθότητα, ωσάν η Εκκλησία επί αιώνες να ήταν σε νάρκη, κι εκείνοι να υπήρξαν οι θεόσταλτοι διορθωτές των κακώς κειμένων της Εκκλησίας, όψιμοι σωτήρες της, θεολόγοι της γκρίνιας, σχολαστικοί, ορθολογιστές, ανελεήμονες, ακριβοδίκαιοι και άτεγκτοι.
Μάλιστα αυτή η θεολογική γκρίνια, ταπεινόλογη και ταπεινόσχημη ενίοτε κι άλλοτε φαρισαϊκή κι επηρμένη, μένει μόνο σε παρατηρήσεις, δίχως να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις και να δίνει κουράγιο κι ελπίδα στον σύγχρονο κουρασμένο άνθρωπο, που, τουλάχιστον στην αρχή, έχει μεγάλη την ανάγκη της παραμυθίας, του κουράγιου και της ελπίδος. Παρουσιάζοντας συνεχώς σκάνδαλα, ξεσκεπάζοντας σκανδαλοποιούς, βάζοντας τον καθένα στη θέση του, σαν μυστικοί σκανδαλοθήρες, μήπως γινόμαστε πρόξενοι σκανδαλισμού; Γνωρίζετε ότι τα πιο αυστηρά λόγια ο Χριστός τα είπε για τους υποκριτές και τους σκανδαλίζοντες…
Οι θεολόγοι της γκρίνιας είναι ορισμένοι. Είναι βέβαια συμπαθείς κι όμως κιόλας είπα λέγουν κι αρκετά ορθά, όμως λέγοντας πάντα πολλά και συνέχεια διορθωτικά κι επιτιμητικά νομίζω χάνουν. Ευτυχώς που δεν λαμβάνουν και καίριες αποφάσεις, γιατί όλοι θα ήμασταν από καιρό απωλεσμένοι. Λίγη συγκατάβαση, επιείκεια, ανεκτικότητα, συγχωρητικότητα και φιλαδελφία δεν βλάπτει. Δηλαδή θα καλύπτουμε τα λάθη και δεν θα διορθώνουμε τα σφάλματα; κανείς ποτέ δεν είπε αυτό. Όμως κι αυτό το συνεχές κυνηγητό και κατηγορητήριο, η υψωμένη βέργα, η ασίγαστη παρατηρητικότητα, η αξεκούραστη αυστηρή κριτική, η διόγκωση των ελλείψεων, μήπως προέρχεται από εσωτερική ακαταστασία, απουσία αυτογνωσίας, προσευχής κι εμπιστοσύνης στον Θεό;
Οι νηπτικοί θεολόγοι για το υπάρχον κακό οίκτειραν τον εαυτό τους κι όλα τα ’βλεπαν καλά λίαν κι ο αδελφός τους ήταν ο Θεός τους και για τις πτώσεις του έκλαιγαν οι ίδιοι ως κύριοι αίτιοι. Μήπως αυτή η θεολογία της γκρίνιας ταυτίζεται μ’ ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό αφιλαδελφείας, αφιλοτεκνίας, αφιλανθρωπίας και τελικά αφιλοθείας; Ας μελετηθεί ξανά η παραβολή των ζιζανίων.
Ένας γέροντας έλεγε: «Συνέχεια περί ηθικής συνήθως ομιλούν οι ανήθικοι». Και: «Το μεγαλύτερο θαύμα της Ορθοδοξίας είναι ότι διαφυλάχθηκε αλώβητη, παρά τους τόσους ανάξιους εκφραστές της». Λέγοντας αυτά ουδόλως μιλούμε περί ψευδοεφησυχασμού, ανόητης οφθαλμαπάτης, δαιμονοκίνητης αγγελολογίας και χαζοχαρούμενης ωραιολογίας, αλλά περί ανδρείας και θεοχαρίτωτης αυτογνωσίας, προς θεοαγάπητη αδελφογνωσία, μετά αγιοπατερικής αλληλοπεριχωρήσεως, αλληλοσεβασμού και αλληλοκατανοήσεως προς θεογνωσία και θεοληψία. Η θεολογία της γκρίνιας ας αφεθεί στους θεολόγους της «χαράς», του «έρωτος» και της «δικαιοσύνης»…
Περιοδικό Σύναξη, Ιανουάριος - Μάρτιος 2003
Μάλιστα αυτή η θεολογική γκρίνια, ταπεινόλογη και ταπεινόσχημη ενίοτε κι άλλοτε φαρισαϊκή κι επηρμένη, μένει μόνο σε παρατηρήσεις, δίχως να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις και να δίνει κουράγιο κι ελπίδα στον σύγχρονο κουρασμένο άνθρωπο, που, τουλάχιστον στην αρχή, έχει μεγάλη την ανάγκη της παραμυθίας, του κουράγιου και της ελπίδος. Παρουσιάζοντας συνεχώς σκάνδαλα, ξεσκεπάζοντας σκανδαλοποιούς, βάζοντας τον καθένα στη θέση του, σαν μυστικοί σκανδαλοθήρες, μήπως γινόμαστε πρόξενοι σκανδαλισμού; Γνωρίζετε ότι τα πιο αυστηρά λόγια ο Χριστός τα είπε για τους υποκριτές και τους σκανδαλίζοντες…
Οι θεολόγοι της γκρίνιας είναι ορισμένοι. Είναι βέβαια συμπαθείς κι όμως κιόλας είπα λέγουν κι αρκετά ορθά, όμως λέγοντας πάντα πολλά και συνέχεια διορθωτικά κι επιτιμητικά νομίζω χάνουν. Ευτυχώς που δεν λαμβάνουν και καίριες αποφάσεις, γιατί όλοι θα ήμασταν από καιρό απωλεσμένοι. Λίγη συγκατάβαση, επιείκεια, ανεκτικότητα, συγχωρητικότητα και φιλαδελφία δεν βλάπτει. Δηλαδή θα καλύπτουμε τα λάθη και δεν θα διορθώνουμε τα σφάλματα; κανείς ποτέ δεν είπε αυτό. Όμως κι αυτό το συνεχές κυνηγητό και κατηγορητήριο, η υψωμένη βέργα, η ασίγαστη παρατηρητικότητα, η αξεκούραστη αυστηρή κριτική, η διόγκωση των ελλείψεων, μήπως προέρχεται από εσωτερική ακαταστασία, απουσία αυτογνωσίας, προσευχής κι εμπιστοσύνης στον Θεό;
Οι νηπτικοί θεολόγοι για το υπάρχον κακό οίκτειραν τον εαυτό τους κι όλα τα ’βλεπαν καλά λίαν κι ο αδελφός τους ήταν ο Θεός τους και για τις πτώσεις του έκλαιγαν οι ίδιοι ως κύριοι αίτιοι. Μήπως αυτή η θεολογία της γκρίνιας ταυτίζεται μ’ ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό αφιλαδελφείας, αφιλοτεκνίας, αφιλανθρωπίας και τελικά αφιλοθείας; Ας μελετηθεί ξανά η παραβολή των ζιζανίων.
Ένας γέροντας έλεγε: «Συνέχεια περί ηθικής συνήθως ομιλούν οι ανήθικοι». Και: «Το μεγαλύτερο θαύμα της Ορθοδοξίας είναι ότι διαφυλάχθηκε αλώβητη, παρά τους τόσους ανάξιους εκφραστές της». Λέγοντας αυτά ουδόλως μιλούμε περί ψευδοεφησυχασμού, ανόητης οφθαλμαπάτης, δαιμονοκίνητης αγγελολογίας και χαζοχαρούμενης ωραιολογίας, αλλά περί ανδρείας και θεοχαρίτωτης αυτογνωσίας, προς θεοαγάπητη αδελφογνωσία, μετά αγιοπατερικής αλληλοπεριχωρήσεως, αλληλοσεβασμού και αλληλοκατανοήσεως προς θεογνωσία και θεοληψία. Η θεολογία της γκρίνιας ας αφεθεί στους θεολόγους της «χαράς», του «έρωτος» και της «δικαιοσύνης»…
Περιοδικό Σύναξη, Ιανουάριος - Μάρτιος 2003
ΗΛΘΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΒΡΕΘΩ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
«Τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωµᾶ τοῦ ἔτους 2008, ἐπισκέφτηκε incognito µία ἀπὸ τὶς ἁγιορείτικες µονές, γιὰ τρεῖς µέρες, ὁ τότε πρόεδρος τῆς Ἑλβετίας Pascal Couchepin. Σὲ κάθε Ἀκολουθία πήγαινε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ στεκόταν ὄρθιος. Οἱ Πατέρες εὐγενικὰ τοῦ πρότειναν, ἀφοῦ οὔτε στὴν Ὀρθόδοξη λειτουργικὴ παράδοση ἦταν ἐκτεθειµένος οὔτε καὶ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα γνώριζε, νὰ νοιώσει ἄνετα νὰ καθυστερεῖ. Τότε τοὺς ἀπάντησε: “Μπορεῖ νὰ µὴν καταλαβαίνω τὴν γλώσσα τῶν νοηµάτων, αἰσθάνοµαι ὅµως γιὰ πρώτη φορὰ ὅτι ἐδῶ ὅλοι ἀληθινὰ προσεύχονται καὶ ὁ Θεὸς εἶναι παρὼν καὶ τοὺς ἀκούει. Δὲν ἦλθα γιὰ νὰ κάνω µετάφραση οὔτε κάτι νὰ καταλάβει τὸ µυαλό µου· ἦλθα γιὰ νὰ βρεθῶ µπροστὰ στὸν Θεό, µαζὶ µὲ ἀνθρώπους ποὺ καὶ αὐτοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. Εἶναι τὸ μόνο μέρος στὸν κόσμο ποὺ αὐτὸ εἶδα νὰ συμβαίνει”». (Νικολάου, Μητροπολ. Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς, Τὸ Ἅγιον Ὄρος πέραν ἀπὸ τὰ σκάνδαλα, ἔκδ. Πανελληνίου Συλλόγου «Οἱ Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους», Ἀθῆναι 2010, σελ. 30.)
http://christianvivliografia.wordpress.com/
http://christianvivliografia.wordpress.com/
Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010
Αγιος και Ιερός Αυγουστίνος Επίσκοπος Ιππώνος
"Η ανθρώπινη καρδιά δεν ευρίσκει πουθενά την γαλήνην της έως ότου κατορθώση να αναπαυθή εις Σέ, ω Θεέ μου."
"Δός μου καρδιά να σε διαλογίζεται
ψυχή να σε αγαπά
σκέψι να σε αναπολή
νου να σε καταλαβαίνη
λόγο, που αδιάσπαστα
σε σένα, το ακαρότατο αγαθό
νάναι προσκολλημένος και να αγαπά σοφά εσέ,
την απειρόσοφη αγάπη".
Ω και να σ'εβλεπα, φως των ματιών μου!
Έλα χαρά του πνεύματος μου!
Φανερώσου μου , συ, η μεγάλη μου ευφροσύνη
γλυκειά παρηγοριά μου!
"Εγώ είμαι, Κύριε, εγώ η αιτία των πόνων σου, ο υπεύθυνος της σφαγής σου. Εγώ η αφορμή του θανάτου σου. Εγώ ηνόμησα και συ εκάθησες εις το εδώλιον του κατηγορουμένου. Εγώ έκαμα το πονηρόν και συ κατεδικάσθης. Εγώ ημάρτησα και συ εμαστιγώθης με το απαίσιον φραγγέλιον.Επίσκεψαι με διά να σου προσφέρω ολοκαύτωμα εγώ τον εαυτό μου, τον αμαρτωλόν εαυτό μου, τα πάθη μου και τας κακάς επιθυμίας".
"Όπως κάποιος δαμάζει το άλογον του όχι μόνον με το χαλινάρι αλλά και με την μετρημένην τροφήν, που του δίδει, διά να ταξιδεύη με ασφάλειαν, έτσι και ημείς δαμάζομεν με νηστείαν την σάρκα μας, που είαι το υποζύγιον της ψυχής μας, δια να βαδίσωμεν με ασφάλειαν προς την Άνω Ιερουσαλήμ. Χωρίς νηστείαν η σάρξ αφηνιάζει ωσάν ατίθασον ζώον και μας πετά εξω απο τον δρομον. Και ο δρόμος μας είναι ο Χριστός."
"Επάκουσόν μου, γλυκυτάτη Δέσποινα, Υπεραγία Θεοτόκε, Θεοκόσμητε και Θεοχαρίτωτε, μητροπάρθενε Κόρη, Ανύμφευτε Νύμφη , Θεοτόκε Πανάχραντε, η καθαρωτάτη απο πάσαν καθαράν κτίσιν, αισθητήν και νοεράν, των Ουρανών πλατυτέρα, του ηλίου λαμπροτέρα, όλων των κτισμάτων τιμιωτέρα.των Χερουβείμ αγνοτέρα, των Σεραφείμ ενδοξοτέρα .Δέσποινα των Αγγέλων, Κυρία του κόσμου, Παντάνασσα του Ουρανού και της γής, επάκουσον μου. και πρόσδεξαι , ως ευσυμπάθητος την κατ'α δύναμιν μικράν και ταπεινή μου και ευτελή ευχαριστίαν...Επάκουσον μου, γλυκυτάτη μου Δέσποινα, η ελπίς μου και η παρηγορία μου, η προς Θεόν ακαταίσχυντος μεσιτεία μου, απάντων κυριεύουσα και πανταχού προφθάνουσα..."
"Αν και μίαν μόνην ημέραν έμελλον να απολαύσω την Ουράνιον Βασιλείαν, πάντα τα του κόσμου και πάσαν σωματική (θα) καταφρονήσω απόλαυσιν".
"...Ω μήτερ Ιερουσαλήμ, η πόλις του Θεού η αγία, η του Χριστού πανάμωμος Νύμφη, πόσον σε αγαπά η καρδιά μου, πόσον σε επιθυμεί η ψυχή μου,πόσον ένδοξος, πόσον μεγαλοπρεπής είσαι! Ούκ έστιν εν σοι σκοτία ούτε νύξ...αλλ' ο εκ Θεού Θεός, το εκ του φωτός φως, ο ήλος της δικαιοσύνης, ο Αμνός ο πάλλευκος , ο των βασιλεών Βασιλεύς εν μέσω σου εστιν και παίδες αυτού κύκλων αυτόυ. Εκεί εν σοι αι υμνολόγοι των Αγγέλων χοροστασίαι. Εκεί ο των προφητών προορατικός όμιλος. Εκεί ο των Αποστόλων δωδεκάριθμος σύλλογος. Εκεί των αναριθμήτων Μαρτύρων ο τροπαιούχος στρατός. Εκεί των αγίων Ομολογητών ο ιερός θίασος. Εκεί οι μονασταί οι αλήθείς και τέλειοι..."
"Ω μακαριότης Βασιλείας ουρανίου, εις την οποίαν Σύ Κύριε, βασιλεύεις εις τον αιώνα και οι Άγιοι Πάντες μετά Σου θα βασιλεύσουν περιβεβλημένοι το φως ώσπερ ιμάτιον , φέροντες επι κεφαλής στέφανον εκ λίθου τιμίου".
" Ο Χριστός , το ωραιότερον παιδί μεταξύ των ανθρώπων, κατέστησε την νύμφην του , την Εκκλησίαν,ομοίαν με την Μητέρα του. Εδημιούργησε μίαν Εκκλησίαν μητέρα δι' ημάς και την διετήρησε διά τον εαυτό της παρθένον."
"Επάκουσόν μου, γλυκυτάτη Δέσποινα, Υπεραγία Θεοτόκε, Θεοκόσμητε και Θεοχαρίτωτε, Μητρόθεε Κόρη, Ανύμφευτε Νύμφη, Θεοτόκε Πανάχραντε, η καθαρωτάτη απο πάσαν καθαράν κτίσιν, αισθητήν και νοεράν, των Ουρανών πλατυτέρα, του ηλίου λαμπροτέρα, όλων των κτισμάτων τιμιωτέρα. των Χερουβείμ αγνοτέρα, των Σεραφείμ ενδοξοτέρα. Δέσποινα των Αγγέλων, Κυρία του κόσμου, Παντάνασσα του Ουρανού και της γής, επάκουσον μου. και πρόσδεξαι, ως ευσυμπάθητος την κατά δύναμιν μικράν και ταπεινήν μου και ευτελή ευχαριστίαν...Επάκουσον μου, γλυκυτάτη μου Δέσποινα, η ελπίς μου και η παρηγορία μου, η προς Θεός ακαταίσχυντος μεσιτεία μου, απάντων κυριεύουσα και πανταχού προφθάνουσα..."
"Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε, του κόσμου Κυρία. το καύχημα μου, η ελπίδα μου, η καταφυγή μου, η προστασία μου, η σκέπη, η παραμυθία, το αγαλλίαμα μου. ελέησον και δείξον τα ταχινά σπλάχνα εις εμέ τον αμαρτωλόν και παμβέβηλον".
"Παναγία Δέσποινά μου, φύλαξον με υπο την σκέπη σου. ότι εις τα παναχράντους χείρας σου παρατίθημι το πνεύμα μου. Γενού βοηθός και σκέπη της ψυχής μου εν τη φοβερά ημέρα της Κρίσεως και πρέσβευε υπέρ εμού του αναξίου, ίνα εισέλθω καθαρός και αγνός ειςτον Παράδεισον..."
Περπατούσε ως Επίσκοπος Ιππώνος ο Αυγουστίνος μία ημέρα εις την ακρογιαλίαν απορρηφημένος απο τα μεγάλα θεολογικά του προβλήματα. Εκεί παρετήρησε ένα μιρκό παιδάκι, που έπαιζε. Το αθώον παιδί είχεν ανοίξει μικρόν λάκκον. Παραξενεύτηκεν ο επίσκοπος με το παιγνίδι του μικρού και κουρασμένος απο τους βαθείς του στοχασμούς διέκοψε προς στιγμήν τον περίπατον και το ερώτησε τι προσπαθεί να κάνη. "Θα αδειάσω , απήντησεν εκείνο, την θάλασσαν εις αυτοόν εδώ τον λάκκον". Η αφέλεια του παιδού εφάνηκεν αστεία εις τον Επίσκοπον. Διά τούτο με το χαμόγελο της καλωσύνης του και με την σύνεσιν του ωρίμου το εβεβαίωσε: " Παιδάκι μου , αυτό είναι αδύνατον να γίνη. Μη κουράζεσαι. Δεν ημπορεί ποτέ η μεγάλη θάλασσα να σωρέση εις τον μιρκόν αυτόν λάκκον σου". Και ο μικρός, με την σύνεσιν πλέον σοφού , απήντησεν εις τον φιλόσοφον Επίσκοπον: "Εάν η θάλασσα είναι αδύνατον να χωρέση εις τον μικρόν αυτόν λάκκον, πως συ προσπαθείς να χωρέσης εις το μικρό ανθρώπινο μυαλό σου τον απέραντον ωκεανόν των Μυρτηρίων του Θεού; Και πήρε τότε ο ιερός Πατήρ την απάντησιν που του εχρειάζετο , απο τον μικρόν διδάσκαλόν που δεν ήτο άλλος , παρά Άγγελος απεσταλμένος του Θεού.
"Κανείς δεν θα ήθελα να ασπάζεται όλα τα δκά μου, έτσι ώστε να με ακολουθή σε όλα, αλλά μόνο σ' εκείνα, στα οποία κατανοεί ότι δεν έσφαλα. Διότι γι' αυτό τώρα γράφω βιβλία (εννοεί τις Retractiones) στα οποία ανέλαβα να αναθεωρήσω τα έργα μου, για να δείξω ότι ούτε εγώ δεν ακολούθησα τα δικά μου κατα πάντα" (Λατιν. Πατρόλ. Migne, τομ. 45, 1027)
Ω Κύριε Ιησού Χριστέ, Λόγε του Θεού! Ω Θεέ Λόγε! Συ είσαι το φως, δια του οποίου εδημιουργήθη το φως το αισθητόν. Συ είσαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή. Εις Σε ούτε σκότος υπάρχει ούτε απάτη και ψεύδος ούτε ματαιότης ούτε θάνατος. Συ είσαι το φως και μακράν από Σε υπάρχει σκότος πνευματικόν. Συ είσαι η οδός της αληθείας και αρετής και χωρίς Σου καταντά ο άνθρωπος εις την πλάνην. Συ είσαι η αλήθεια, έξω από την οποία υπάρχει η ματαιότης. Συ είσαι η ζωή και μακράν από Σου υπάρχει θάνατος.
Ειπέ, Κύριε, εις την ψυχή μου την διαταγήν σου «ας γίνη φως», για να ιδώ το φως το πνευματικόν και ξεφύγω από το σκότος της αγνοίας και της αμαρτίας, για να ιδώ την οδόν της αρετής και της σωτηρίας και επιστρέψω προς αυτήν από εκεί όπου δεν είναι οδός πραγματική, για να ιδώ την αλήθειαν και αποφύγω την ματαιότητα της προσκαίρου ζωής, για να ιδώ την ζωήν την πνευματικήν και αποφύγω τον θάνατον, τον οποίο φέρει η αμαρτία. Λάμψε, Κύριε, πλουσίως εις εμέ το πνευματικόν σου φως. Διότι Συ είσαι ο φωτισμός μου και ο Σωτήρ μου, τον οποίον θα σέβωμαι και θα φοβούμαι. Συ είσαι ο Κύριός μου, εις τον οποίον θα ψάλλω ύμνους. Συ είσαι ο Θεός μου, του οποίου το Όνομα θα ευλογώ και δοξάζω. Συ είσαι ο Πατήρ μου, τον οποίον θα αγαπώ. Συ είσαι ο Νυμφίος μου, εις τον οποίον θα φυλάξω την ψυχήν μου πιστήν και αφωσιωμένην.
Ω Κύριε, το φως της ψυχής μου, λάμψε εις εμέ τον φωτισμό σου. Λάμψε το φως σου εις εμέ τον τυφλόν κατά την ψυχήν, που παρίσταμαι τώρα εν προσευχή ενώπιόν Σου, που κάθημαι εις σκότος πνευματικόν και ευρίσκομαι υπό το κράτος και την δύναμιν του θανάτου. Και οδήγησε τα έργα μου εις την οδό της αρετής, η οποία φέρει την ειρήνην, δια να αξιωθώ να προσέλθω εις την σκηνήν την αξιοθαύμαστον, τον άγιον ναόν σου, που είναι οίκος Θεού, δια να προσφέρω εις Σε με φωνήν χαρμόσυνον λόγους ευχαριστίας και δοξολογίας. Διότι η πραγματική αύτη από καρδιάς δοξολογία είναι οδός και μέσον, δια του οποίου θα ημπορέσω να πλησιάσω προς Σε, οδός και μέσον δια του οποίου θα κατορθώσω να αποσυρθώ μεν από τον κακόν δρόμον της αμαρτίας, προς Σε δε να επιστρέψω. Διότι Συ είσαι πράγματι η οδός που οδηγεί εις την ζωήν.-Απο: http://agiabarbarapatras.blogspot.com/2010/06/blog-post_5387.html#ixzz0sR1i1Be2
"Την μεν καινοτομίαν , ως την δεσποτικήν φωνήν κιβδηλεύουσαν και παραχαράσσουσαν αποστρεφόμεθα. τον πατέρα δε αυτήν , σιγώντα μάλιστα και μη παρόν, μηδ' αντιλέγομεν, ου μεν ούν , ου καταδικάζομεν"- Μέγας Φώτιος (Ελλην. Πατρολογία Migne, τόμος 102, σελ 816).
Απο το βιβλιο του Αρχ. Θεόδωρου Κ. Μεράτη
Ο υιός των δακρύων(Ο ιερός Αυγουστίνος)
Εκδόσεις Αδελφότητος Θεολόγων "Ο ΣΩΤΗΡ"
1982
"Δός μου καρδιά να σε διαλογίζεται
ψυχή να σε αγαπά
σκέψι να σε αναπολή
νου να σε καταλαβαίνη
λόγο, που αδιάσπαστα
σε σένα, το ακαρότατο αγαθό
νάναι προσκολλημένος και να αγαπά σοφά εσέ,
την απειρόσοφη αγάπη".
Ω και να σ'εβλεπα, φως των ματιών μου!
Έλα χαρά του πνεύματος μου!
Φανερώσου μου , συ, η μεγάλη μου ευφροσύνη
γλυκειά παρηγοριά μου!
"Εγώ είμαι, Κύριε, εγώ η αιτία των πόνων σου, ο υπεύθυνος της σφαγής σου. Εγώ η αφορμή του θανάτου σου. Εγώ ηνόμησα και συ εκάθησες εις το εδώλιον του κατηγορουμένου. Εγώ έκαμα το πονηρόν και συ κατεδικάσθης. Εγώ ημάρτησα και συ εμαστιγώθης με το απαίσιον φραγγέλιον.Επίσκεψαι με διά να σου προσφέρω ολοκαύτωμα εγώ τον εαυτό μου, τον αμαρτωλόν εαυτό μου, τα πάθη μου και τας κακάς επιθυμίας".
"Όπως κάποιος δαμάζει το άλογον του όχι μόνον με το χαλινάρι αλλά και με την μετρημένην τροφήν, που του δίδει, διά να ταξιδεύη με ασφάλειαν, έτσι και ημείς δαμάζομεν με νηστείαν την σάρκα μας, που είαι το υποζύγιον της ψυχής μας, δια να βαδίσωμεν με ασφάλειαν προς την Άνω Ιερουσαλήμ. Χωρίς νηστείαν η σάρξ αφηνιάζει ωσάν ατίθασον ζώον και μας πετά εξω απο τον δρομον. Και ο δρόμος μας είναι ο Χριστός."
"Επάκουσόν μου, γλυκυτάτη Δέσποινα, Υπεραγία Θεοτόκε, Θεοκόσμητε και Θεοχαρίτωτε, μητροπάρθενε Κόρη, Ανύμφευτε Νύμφη , Θεοτόκε Πανάχραντε, η καθαρωτάτη απο πάσαν καθαράν κτίσιν, αισθητήν και νοεράν, των Ουρανών πλατυτέρα, του ηλίου λαμπροτέρα, όλων των κτισμάτων τιμιωτέρα.των Χερουβείμ αγνοτέρα, των Σεραφείμ ενδοξοτέρα .Δέσποινα των Αγγέλων, Κυρία του κόσμου, Παντάνασσα του Ουρανού και της γής, επάκουσον μου. και πρόσδεξαι , ως ευσυμπάθητος την κατ'α δύναμιν μικράν και ταπεινή μου και ευτελή ευχαριστίαν...Επάκουσον μου, γλυκυτάτη μου Δέσποινα, η ελπίς μου και η παρηγορία μου, η προς Θεόν ακαταίσχυντος μεσιτεία μου, απάντων κυριεύουσα και πανταχού προφθάνουσα..."
"Αν και μίαν μόνην ημέραν έμελλον να απολαύσω την Ουράνιον Βασιλείαν, πάντα τα του κόσμου και πάσαν σωματική (θα) καταφρονήσω απόλαυσιν".
"...Ω μήτερ Ιερουσαλήμ, η πόλις του Θεού η αγία, η του Χριστού πανάμωμος Νύμφη, πόσον σε αγαπά η καρδιά μου, πόσον σε επιθυμεί η ψυχή μου,πόσον ένδοξος, πόσον μεγαλοπρεπής είσαι! Ούκ έστιν εν σοι σκοτία ούτε νύξ...αλλ' ο εκ Θεού Θεός, το εκ του φωτός φως, ο ήλος της δικαιοσύνης, ο Αμνός ο πάλλευκος , ο των βασιλεών Βασιλεύς εν μέσω σου εστιν και παίδες αυτού κύκλων αυτόυ. Εκεί εν σοι αι υμνολόγοι των Αγγέλων χοροστασίαι. Εκεί ο των προφητών προορατικός όμιλος. Εκεί ο των Αποστόλων δωδεκάριθμος σύλλογος. Εκεί των αναριθμήτων Μαρτύρων ο τροπαιούχος στρατός. Εκεί των αγίων Ομολογητών ο ιερός θίασος. Εκεί οι μονασταί οι αλήθείς και τέλειοι..."
"Ω μακαριότης Βασιλείας ουρανίου, εις την οποίαν Σύ Κύριε, βασιλεύεις εις τον αιώνα και οι Άγιοι Πάντες μετά Σου θα βασιλεύσουν περιβεβλημένοι το φως ώσπερ ιμάτιον , φέροντες επι κεφαλής στέφανον εκ λίθου τιμίου".
" Ο Χριστός , το ωραιότερον παιδί μεταξύ των ανθρώπων, κατέστησε την νύμφην του , την Εκκλησίαν,ομοίαν με την Μητέρα του. Εδημιούργησε μίαν Εκκλησίαν μητέρα δι' ημάς και την διετήρησε διά τον εαυτό της παρθένον."
"Επάκουσόν μου, γλυκυτάτη Δέσποινα, Υπεραγία Θεοτόκε, Θεοκόσμητε και Θεοχαρίτωτε, Μητρόθεε Κόρη, Ανύμφευτε Νύμφη, Θεοτόκε Πανάχραντε, η καθαρωτάτη απο πάσαν καθαράν κτίσιν, αισθητήν και νοεράν, των Ουρανών πλατυτέρα, του ηλίου λαμπροτέρα, όλων των κτισμάτων τιμιωτέρα. των Χερουβείμ αγνοτέρα, των Σεραφείμ ενδοξοτέρα. Δέσποινα των Αγγέλων, Κυρία του κόσμου, Παντάνασσα του Ουρανού και της γής, επάκουσον μου. και πρόσδεξαι, ως ευσυμπάθητος την κατά δύναμιν μικράν και ταπεινήν μου και ευτελή ευχαριστίαν...Επάκουσον μου, γλυκυτάτη μου Δέσποινα, η ελπίς μου και η παρηγορία μου, η προς Θεός ακαταίσχυντος μεσιτεία μου, απάντων κυριεύουσα και πανταχού προφθάνουσα..."
"Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε, του κόσμου Κυρία. το καύχημα μου, η ελπίδα μου, η καταφυγή μου, η προστασία μου, η σκέπη, η παραμυθία, το αγαλλίαμα μου. ελέησον και δείξον τα ταχινά σπλάχνα εις εμέ τον αμαρτωλόν και παμβέβηλον".
"Παναγία Δέσποινά μου, φύλαξον με υπο την σκέπη σου. ότι εις τα παναχράντους χείρας σου παρατίθημι το πνεύμα μου. Γενού βοηθός και σκέπη της ψυχής μου εν τη φοβερά ημέρα της Κρίσεως και πρέσβευε υπέρ εμού του αναξίου, ίνα εισέλθω καθαρός και αγνός ειςτον Παράδεισον..."
Περπατούσε ως Επίσκοπος Ιππώνος ο Αυγουστίνος μία ημέρα εις την ακρογιαλίαν απορρηφημένος απο τα μεγάλα θεολογικά του προβλήματα. Εκεί παρετήρησε ένα μιρκό παιδάκι, που έπαιζε. Το αθώον παιδί είχεν ανοίξει μικρόν λάκκον. Παραξενεύτηκεν ο επίσκοπος με το παιγνίδι του μικρού και κουρασμένος απο τους βαθείς του στοχασμούς διέκοψε προς στιγμήν τον περίπατον και το ερώτησε τι προσπαθεί να κάνη. "Θα αδειάσω , απήντησεν εκείνο, την θάλασσαν εις αυτοόν εδώ τον λάκκον". Η αφέλεια του παιδού εφάνηκεν αστεία εις τον Επίσκοπον. Διά τούτο με το χαμόγελο της καλωσύνης του και με την σύνεσιν του ωρίμου το εβεβαίωσε: " Παιδάκι μου , αυτό είναι αδύνατον να γίνη. Μη κουράζεσαι. Δεν ημπορεί ποτέ η μεγάλη θάλασσα να σωρέση εις τον μιρκόν αυτόν λάκκον σου". Και ο μικρός, με την σύνεσιν πλέον σοφού , απήντησεν εις τον φιλόσοφον Επίσκοπον: "Εάν η θάλασσα είναι αδύνατον να χωρέση εις τον μικρόν αυτόν λάκκον, πως συ προσπαθείς να χωρέσης εις το μικρό ανθρώπινο μυαλό σου τον απέραντον ωκεανόν των Μυρτηρίων του Θεού; Και πήρε τότε ο ιερός Πατήρ την απάντησιν που του εχρειάζετο , απο τον μικρόν διδάσκαλόν που δεν ήτο άλλος , παρά Άγγελος απεσταλμένος του Θεού.
"Κανείς δεν θα ήθελα να ασπάζεται όλα τα δκά μου, έτσι ώστε να με ακολουθή σε όλα, αλλά μόνο σ' εκείνα, στα οποία κατανοεί ότι δεν έσφαλα. Διότι γι' αυτό τώρα γράφω βιβλία (εννοεί τις Retractiones) στα οποία ανέλαβα να αναθεωρήσω τα έργα μου, για να δείξω ότι ούτε εγώ δεν ακολούθησα τα δικά μου κατα πάντα" (Λατιν. Πατρόλ. Migne, τομ. 45, 1027)
Ω Κύριε Ιησού Χριστέ, Λόγε του Θεού! Ω Θεέ Λόγε! Συ είσαι το φως, δια του οποίου εδημιουργήθη το φως το αισθητόν. Συ είσαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή. Εις Σε ούτε σκότος υπάρχει ούτε απάτη και ψεύδος ούτε ματαιότης ούτε θάνατος. Συ είσαι το φως και μακράν από Σε υπάρχει σκότος πνευματικόν. Συ είσαι η οδός της αληθείας και αρετής και χωρίς Σου καταντά ο άνθρωπος εις την πλάνην. Συ είσαι η αλήθεια, έξω από την οποία υπάρχει η ματαιότης. Συ είσαι η ζωή και μακράν από Σου υπάρχει θάνατος.
Ειπέ, Κύριε, εις την ψυχή μου την διαταγήν σου «ας γίνη φως», για να ιδώ το φως το πνευματικόν και ξεφύγω από το σκότος της αγνοίας και της αμαρτίας, για να ιδώ την οδόν της αρετής και της σωτηρίας και επιστρέψω προς αυτήν από εκεί όπου δεν είναι οδός πραγματική, για να ιδώ την αλήθειαν και αποφύγω την ματαιότητα της προσκαίρου ζωής, για να ιδώ την ζωήν την πνευματικήν και αποφύγω τον θάνατον, τον οποίο φέρει η αμαρτία. Λάμψε, Κύριε, πλουσίως εις εμέ το πνευματικόν σου φως. Διότι Συ είσαι ο φωτισμός μου και ο Σωτήρ μου, τον οποίον θα σέβωμαι και θα φοβούμαι. Συ είσαι ο Κύριός μου, εις τον οποίον θα ψάλλω ύμνους. Συ είσαι ο Θεός μου, του οποίου το Όνομα θα ευλογώ και δοξάζω. Συ είσαι ο Πατήρ μου, τον οποίον θα αγαπώ. Συ είσαι ο Νυμφίος μου, εις τον οποίον θα φυλάξω την ψυχήν μου πιστήν και αφωσιωμένην.
Ω Κύριε, το φως της ψυχής μου, λάμψε εις εμέ τον φωτισμό σου. Λάμψε το φως σου εις εμέ τον τυφλόν κατά την ψυχήν, που παρίσταμαι τώρα εν προσευχή ενώπιόν Σου, που κάθημαι εις σκότος πνευματικόν και ευρίσκομαι υπό το κράτος και την δύναμιν του θανάτου. Και οδήγησε τα έργα μου εις την οδό της αρετής, η οποία φέρει την ειρήνην, δια να αξιωθώ να προσέλθω εις την σκηνήν την αξιοθαύμαστον, τον άγιον ναόν σου, που είναι οίκος Θεού, δια να προσφέρω εις Σε με φωνήν χαρμόσυνον λόγους ευχαριστίας και δοξολογίας. Διότι η πραγματική αύτη από καρδιάς δοξολογία είναι οδός και μέσον, δια του οποίου θα ημπορέσω να πλησιάσω προς Σε, οδός και μέσον δια του οποίου θα κατορθώσω να αποσυρθώ μεν από τον κακόν δρόμον της αμαρτίας, προς Σε δε να επιστρέψω. Διότι Συ είσαι πράγματι η οδός που οδηγεί εις την ζωήν.-Απο: http://agiabarbarapatras.blogspot.com/2010/06/blog-post_5387.html#ixzz0sR1i1Be2
"Την μεν καινοτομίαν , ως την δεσποτικήν φωνήν κιβδηλεύουσαν και παραχαράσσουσαν αποστρεφόμεθα. τον πατέρα δε αυτήν , σιγώντα μάλιστα και μη παρόν, μηδ' αντιλέγομεν, ου μεν ούν , ου καταδικάζομεν"- Μέγας Φώτιος (Ελλην. Πατρολογία Migne, τόμος 102, σελ 816).
Απο το βιβλιο του Αρχ. Θεόδωρου Κ. Μεράτη
Ο υιός των δακρύων(Ο ιερός Αυγουστίνος)
Εκδόσεις Αδελφότητος Θεολόγων "Ο ΣΩΤΗΡ"
1982
Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στο Neolaia TV!
neolaia.tv | Συζήτηση με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο from neolaia.tv on Vimeo.
Αν είχατε μπροστά σας τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο, τι θα θέλατε να τον ρωτήσετε; Σίγουρα πάρα πολλά! Για αυτό κι εμείς, τον επισκεφθήκαμε στη Μητρόπολη Αθηνών και του θέσαμε τους προβληματισμούς μας! Δείτε την αποκλειστική συνέντευξη του Αρχιεπισκόπου στο neolaia.gr, με ερωτήσεις πολιτικές, οικονομικές, θρησκευτικές, κοινωνικές.
Ποια η γνώμη του Αρχιεπισκόπου για τη φορολόγηση της εκκλησίας; Τι πιστεύει για το μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία; Ποια η θέση του για το διαχωρισμό κράτους εκκλησίας; Θα τιμωρούσε τους «Βατοπεδινούς»; Ποια η γνώμη του για το σκάνδαλο στο Βατικανό; Αυτές είναι μερικές μόνο από τις ερωτήσεις μας, από τις οποία δεν άφησε ούτε μία αναπάντητη. Φιλικός, χαμογελαστός, πράος, πρόθυμος, παρά την επιθετικότητά και την επιμονή μας αρκετές φορές. Αξίζει να δείτε ολόκληρο το βίντεο. Ή έστω να το αφήσετε να παίζει και να σερφάρετε παράλληλα, αν και θα χάσετε την παραστατικότητα των περιγραφών.
Ελπίζουμε να ευχαριστηθείτε τη συνέντευξη όσο κι εμείς, κι ας χάσαμε το βίντεο της handycam!
Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010
Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός
Οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός (εορτή Κοσμάς, Δαμιανός, Αργύρης)
Οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός, οι οποίοι έζησαν την εποχή πού αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο Κάρυνος, ήταν γιατροί στο επάγγελμα και παρείχαν ιάσεις σε όλους όσους είχαν ανάγκη, και για αντάλλαγμα δεν έπαιρναν χρήματα, αλλά το μόνο πού ζητούσαν ήταν να πιστέψουν στον Χριστό. Κάποιοι όμως καλοθελητές διέβαλαν τούς αγίους στον αυτοκράτορα και του είπαν ότι οι θεραπείες και τα θαύματα πού επιτελούσαν τα έκαναν με μαγικές τέχνες. Τότε οι Άγιοι Ανάργυροι επειδή δεν ήθελαν να πάνε άλλους αντί αυτών στον αυτοκράτορα, προσήλθαν μόνοι τους ενώπιον του και ο Καρίνος προσπάθησε να τούς μεταπείσει να αρνηθούν τον Χριστό. Εκείνοι όμως όχι μόνο δεν αρνήθηκαν την πίστη τους, αλλά κατάφεραν να μεταπείσουν και να αλλάξουν και τον ίδιο τον αυτοκράτορα, αφού και ο ίδιος δέχτηκε τις θεραπευτικές τους ιάσεις. Συγκεκριμένα, όταν ο Καρίνος ανέκρινε τούς Αγίους, μετατοπίστηκε η θέση του προσώπου του και στράφηκε προς την ράχη του. Αμέσως τότε οι Άγιοι την θεράπευσαν με την προσευχή τους στον Χριστό. Εξαιτίας αυτού του θαύματος, πίστεψαν στον Χριστό όσοι βρίσκονταν εκείνη την στιγμή μπροστά σ' αυτό πού συνέβη και ο ίδιος ο Αυτοκράτορας τούς έστειλε πίσω στους συγγενείς τους με μεγάλες τιμές. Αργότερα όμως, μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, οι Άγιοι φθονήθηκαν από τον ίδιο τον δάσκαλο πού τούς είχε μάθει την ιατρική επιστήμη, γιατί είχαν αποκτήσει μεγάλη δόξα και φήμη. Γι' αυτό τον λόγο τούς ανέβασε σε κάποιο όρος για να μαζέψουν δήθεν κάποια βότανα και εκεί τούς επιτέθηκε με πέτρες και τούς θανάτωσε.
Απολυτίκιον. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως θείοι θεράποντες, και ιατήρες βροτών, ανάργυρον βλύζετε, την θεραπείαν ημίν, Ανάργυροι ένδοξοι, όθεν τους προσιόντας, τη σεπτή υμών σκέπη, ρύσασθε νοσημάτων, και παθών ανιάτων, Κοσμά και Δαμιανέ, Ρώμης βλαστήματα.
Ως θείοι θεράποντες, και ιατήρες βροτών, ανάργυρον βλύζετε, την θεραπείαν ημίν, Ανάργυροι ένδοξοι, όθεν τους προσιόντας, τη σεπτή υμών σκέπη, ρύσασθε νοσημάτων, και παθών ανιάτων, Κοσμά και Δαμιανέ, Ρώμης βλαστήματα.
Κοντάκιον. Ήχος β’.
Οι την χάριν λαβόντες των ιαμάτων, εφαπλούτε την ρώσιν τοις εν ανάγκαις, lατροί θαυματουργοί ένδοξοι, Αλλά τη ημών επισκέψει, και των πολεμίων τα θράση καταβάλλετε, τον κόσμον ιώμενοι εν τοις θαύμασι.
πηγή: ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣΤρίτη 29 Ιουνίου 2010
Το καύχημα του Αποστόλου Παύλου
Κορινθίους Β΄ (11,16-33)(12,1-10)
Σύγκρισις τοῦ Παύλου μὲ τοὺς ἀντιθέτους του
ΙΒ´\ΚΑΥΧΑΣΘΑΙ δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. 2 οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. 3 καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· 4 ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. 5 ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. 6 ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. 7 Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. 8 ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· 9 καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ. 10 διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι.
Απόδοση
Επαναλαμβάνω, κανείς ας μη με νομίση ανόητον, αλλοιώς δεχθείτε με έστω και ως ανόητον, δια να έχω και εγώ το μικρόν μου καύχημα. Αυτό που λέγω, δεν το λέγω κατ' εντολήν του Κυρίου, αλλά σαν ανόητος ως προς το θέμα αυτό της καυχήσεως.Επειδή πολλοί καυχώνται διά κοσμικά πράγματα, θα καυχηθώ και εγώ. Διότι ευχαρίστως ανέχεσθε τους ανοήτους, σείς που είσθε φρόνιμοι. Δείχνετε υπομονή, εάν σας καταδουλώνη κανείς ή σαν κατατρώγη ή σας εκμεταλλεύεται ή σας φέρνεται υπερήφανα ή σας κτυπά εις το πρόσωπο.
Με εντροπή μου το λέγω, σαν να εφανήκαμε εμείς αδύνατοι. Αλλά για ο,τιδήποτε πράγμα και αν τολμά κανείς να καυχηθή -ομιλώ σαν ανόητος- θα τολμήσω και εγώ. Εβραίοι είναι αυτοί; Και εγώ είμαι. Ισραηλίται είναι; Και εγώ. Απόγονοι του Αβραάμ είναι; Και εγώ. Υπηρέται του Χριστού είναι; Μιλώ σαν παράφρων, εγώ τους υπερτερώ. σε κόπους πολύ περισσότερον, σε μαστιγώσεις σε μεγάλον βαθμόν, σε φυλακίσεις πολύ περισσότερον, πολλές φορές εκινδύνευσα να θανατωθώ. απο τους Ιουδαίους πέντε φορές υπέστην σαράντα παρά μίαν μαστιγώσεις, τρείς φορές ερραβδίσθην, μία φορά με ελιθοβόλησαν, τρείς φορές εναυάγησα, ένα εικοσιτετράωρον παρασυρόμουν εις το πέλαγος. Σε οδοιπορίες πολλές φορές, με κινδύνους απο ποταμούς, με κινδύνους απο ληστάς, κινδύνους απο τους ομοεθνείς μου, κινδύνους απο τους εθνικούς, κινδύνους εις την πόλιν, κινδύνους σε έρημα μέρη, κινδύνους εις την θάλασσα, κινδύνους μεταξύ ψευδαδελφών, με κόπον και μόχθον, πολλές φορές άϋπνος, με πείναν και δίψαν, πολλές φορές νηστικός, εις το κρύο χωρίς επαρκή ενδύματα. Εκτός των άλλων, η καθημερινή μου πίεσις, η μέρμνα δι' όλας τας εκκλησίας. Ποιός ασθενεί και δεν ασθενώ και εγώ; Ποιός πέφτει και εγώ δεν καίομαι; Εάν πρέπει να καυχηθώ, θα καυχηθώ για πράγματα που δείχνουν την αδυμαμία μου. Ο Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που είναι ευλογητός αιωνίως, ξέρει ότι δεν ψεύδομαι. Εις την Δαμασκόν ο εθνάρχης του Βασιλεώς Αρέτα εφρουρούσε την πόλιν της Δαμασκού , επειδή ήθελε να με πιάση, αλλά με κατέβασαν απο ένα παράθυρο μέσα σε καλάθι, απο το τείχος, και ξέφυγα απο τα χέρια του.
Το να καυχώμα λοιπόν δεν είναι συμφέρον μου, αλλά θα έλθω εις οπτασίας και αποκαλυψεις του Κυρίου. Ξέρω ένα άνθρωπο χριστιανόν ο οποίος προ δεκατεσσάρων ετών- είτε με το σώμα , δεν ξέρω, είτε εκτός του σώματος, δεν ξέρω, ο Θεός ξέρει-αρπάχθηκε έως τον τρίτον ουρανόν. Και ξέρω ότι ο άνθρωπος εκείνος- είτε με το σώμα είτε εκτός του σώματος δεν ξέρω- ο Θεός ξέρει-αρπάχθηκε εις τον παράδεισον και άκουσε ανέκφραστα λόγια τα οποία δεν επιτρέπεται να επαναλάβη άνθρωπος. Δι' έναν τέτοιο άνθρωπο θα καυχηθώ, δια τον εαυτό μου όμως δεν θα καυχηθώ, παρά μόνον δια τας αδυναμίας μου. Αλλά και αν θελήσω να καυχηθώ, δεν θα είμαι ανόητος, διότι θα πω την αλήθειαν, το αποφεύγω όμως μήπως με θεωρήση κανείς ανώτερον απο ό,τι βλέπετε σ' εμέ ή ακούει απο εμέ. Και διά να μη υπερηφανεύομαι δια τας πολλάς αποκαλύψει, μου εδόθηκε ένα αγκάθι εις το σώμα, ένας άγγελος του Σατανά, δια να με ραπίζη, δια να μη υπερηφανεύομαι. Τρείς φορές παρεκάλεσα τον Κύριον γι' αυτό, δια να φύγη απο εμέ. Και μου είπε, "Σου είναι αρκετή ή χάρις μου, διότι η δύναμίς μου φανερώνεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία" Πολύ ευχαρίστως λοιπόν θα καυχηθώ δια τας αδυναμίας μου , δια να κατασκηνώση εις εμέ η δύναμις του Χριστού. Διά τουτο είμαι ευχαριστημένος με τας αδυναμίας, τα ύβρεις, τας ταλαιπωρίας, τους διωγμούς και τας στερήσεις προς χάριν του Χριστού, διότι όταν είμαι αδύνατος, τότε είμαι δυνατός.
Σύγκρισις τοῦ Παύλου μὲ τοὺς ἀντιθέτους του
16 Πάλιν λέγω, μὴ τίς με δόξῃ ἄφρονα εἶναι· εἰ δὲ μή γε, κἂν ὡς ἄφρονα δέξασθέ με, ἵνα κἀγὼ μικρόν τι καυχήσωμαι. 17 ὃ λαλῶ οὐ λαλῶ κατὰ Κύριον, ἀλλ᾿ ὡς ἐν ἀφροσύνῃ, ἐν ταύτῃ τῇ ὑποστάσει τῆς καυχήσεως. 18 ἐπεὶ πολλοὶ καυχῶνται κατὰ τὴν σάρκα, κἀγὼ καυχήσομαι. 19 ἡδέως γὰρ ἀνέχεσθε τῶν ἀφρόνων φρόνιμοι ὄντες· 20 ἀνέχεσθε γὰρ εἴ τις ὑμᾶς καταδουλοῖ, εἴ τις κατεσθίει, εἴ τις λαμβάνει, εἴ τις ἐπαίρεται, εἴ τις ὑμᾶς εἰς πρόσωπον δέρει.
Κίνδυνοι καὶ ταλαιπωρίαι τοῦ Παύλου
21 Κατὰ ἀτιμίαν λέγω, ὡς ὅτι ἡμεῖς ἠσθενήσαμεν. ἐν ᾧ δ᾿ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ. 22 ῾Εβραῖοί εἰσι; κἀγώ· ᾿Ισραηλῖταί εἰσι; κἀγώ· σπέρμα ᾿Αβραάμ εἰσι; κἀγώ· 23 διάκονοι Χριστοῦ εἰσι; παραφρονῶν λαλῶ, ὑπὲρ ἐγώ· ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις· 24 ὑπὸ ᾿Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, 25 τρὶς ἐρραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθημερὸν ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· 26 ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· 27 ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· 28 χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν. 29 τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; 30 εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι. 31 ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. 32 ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης ᾿Αρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, 33 καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ.῾Υψηλαὶ ὁράσεις καὶ ταπεινωτικαὶ ἀδυναμίαι
ΙΒ´\ΚΑΥΧΑΣΘΑΙ δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. 2 οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. 3 καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· 4 ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. 5 ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. 6 ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. 7 Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. 8 ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· 9 καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ. 10 διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι.
Απόδοση
Επαναλαμβάνω, κανείς ας μη με νομίση ανόητον, αλλοιώς δεχθείτε με έστω και ως ανόητον, δια να έχω και εγώ το μικρόν μου καύχημα. Αυτό που λέγω, δεν το λέγω κατ' εντολήν του Κυρίου, αλλά σαν ανόητος ως προς το θέμα αυτό της καυχήσεως.Επειδή πολλοί καυχώνται διά κοσμικά πράγματα, θα καυχηθώ και εγώ. Διότι ευχαρίστως ανέχεσθε τους ανοήτους, σείς που είσθε φρόνιμοι. Δείχνετε υπομονή, εάν σας καταδουλώνη κανείς ή σαν κατατρώγη ή σας εκμεταλλεύεται ή σας φέρνεται υπερήφανα ή σας κτυπά εις το πρόσωπο.
Με εντροπή μου το λέγω, σαν να εφανήκαμε εμείς αδύνατοι. Αλλά για ο,τιδήποτε πράγμα και αν τολμά κανείς να καυχηθή -ομιλώ σαν ανόητος- θα τολμήσω και εγώ. Εβραίοι είναι αυτοί; Και εγώ είμαι. Ισραηλίται είναι; Και εγώ. Απόγονοι του Αβραάμ είναι; Και εγώ. Υπηρέται του Χριστού είναι; Μιλώ σαν παράφρων, εγώ τους υπερτερώ. σε κόπους πολύ περισσότερον, σε μαστιγώσεις σε μεγάλον βαθμόν, σε φυλακίσεις πολύ περισσότερον, πολλές φορές εκινδύνευσα να θανατωθώ. απο τους Ιουδαίους πέντε φορές υπέστην σαράντα παρά μίαν μαστιγώσεις, τρείς φορές ερραβδίσθην, μία φορά με ελιθοβόλησαν, τρείς φορές εναυάγησα, ένα εικοσιτετράωρον παρασυρόμουν εις το πέλαγος. Σε οδοιπορίες πολλές φορές, με κινδύνους απο ποταμούς, με κινδύνους απο ληστάς, κινδύνους απο τους ομοεθνείς μου, κινδύνους απο τους εθνικούς, κινδύνους εις την πόλιν, κινδύνους σε έρημα μέρη, κινδύνους εις την θάλασσα, κινδύνους μεταξύ ψευδαδελφών, με κόπον και μόχθον, πολλές φορές άϋπνος, με πείναν και δίψαν, πολλές φορές νηστικός, εις το κρύο χωρίς επαρκή ενδύματα. Εκτός των άλλων, η καθημερινή μου πίεσις, η μέρμνα δι' όλας τας εκκλησίας. Ποιός ασθενεί και δεν ασθενώ και εγώ; Ποιός πέφτει και εγώ δεν καίομαι; Εάν πρέπει να καυχηθώ, θα καυχηθώ για πράγματα που δείχνουν την αδυμαμία μου. Ο Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που είναι ευλογητός αιωνίως, ξέρει ότι δεν ψεύδομαι. Εις την Δαμασκόν ο εθνάρχης του Βασιλεώς Αρέτα εφρουρούσε την πόλιν της Δαμασκού , επειδή ήθελε να με πιάση, αλλά με κατέβασαν απο ένα παράθυρο μέσα σε καλάθι, απο το τείχος, και ξέφυγα απο τα χέρια του.
Το να καυχώμα λοιπόν δεν είναι συμφέρον μου, αλλά θα έλθω εις οπτασίας και αποκαλυψεις του Κυρίου. Ξέρω ένα άνθρωπο χριστιανόν ο οποίος προ δεκατεσσάρων ετών- είτε με το σώμα , δεν ξέρω, είτε εκτός του σώματος, δεν ξέρω, ο Θεός ξέρει-αρπάχθηκε έως τον τρίτον ουρανόν. Και ξέρω ότι ο άνθρωπος εκείνος- είτε με το σώμα είτε εκτός του σώματος δεν ξέρω- ο Θεός ξέρει-αρπάχθηκε εις τον παράδεισον και άκουσε ανέκφραστα λόγια τα οποία δεν επιτρέπεται να επαναλάβη άνθρωπος. Δι' έναν τέτοιο άνθρωπο θα καυχηθώ, δια τον εαυτό μου όμως δεν θα καυχηθώ, παρά μόνον δια τας αδυναμίας μου. Αλλά και αν θελήσω να καυχηθώ, δεν θα είμαι ανόητος, διότι θα πω την αλήθειαν, το αποφεύγω όμως μήπως με θεωρήση κανείς ανώτερον απο ό,τι βλέπετε σ' εμέ ή ακούει απο εμέ. Και διά να μη υπερηφανεύομαι δια τας πολλάς αποκαλύψει, μου εδόθηκε ένα αγκάθι εις το σώμα, ένας άγγελος του Σατανά, δια να με ραπίζη, δια να μη υπερηφανεύομαι. Τρείς φορές παρεκάλεσα τον Κύριον γι' αυτό, δια να φύγη απο εμέ. Και μου είπε, "Σου είναι αρκετή ή χάρις μου, διότι η δύναμίς μου φανερώνεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία" Πολύ ευχαρίστως λοιπόν θα καυχηθώ δια τας αδυναμίας μου , δια να κατασκηνώση εις εμέ η δύναμις του Χριστού. Διά τουτο είμαι ευχαριστημένος με τας αδυναμίας, τα ύβρεις, τας ταλαιπωρίας, τους διωγμούς και τας στερήσεις προς χάριν του Χριστού, διότι όταν είμαι αδύνατος, τότε είμαι δυνατός.
Κυριακή 27 Ιουνίου 2010
ΡΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΡΑ ΚΑΙ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ
α). Ώσπερ ή γυνή εκ του ανδρός, οϋτω και ό άνήρ δια της γυναικός, τα δε πάντα εκ του Θεοϋ (Α' Κορ. ια' 12)
Όπως ή γυναίκα προήλθε από τον άντρα, έτσι και ό άντρας προέρχεται από τη γυναίκα και όλα προέρχονται από το Θεό.
β). Οί άνδρες ομοίως συνοικούντες κατά γνώσιν, ως άσθενεστέρω σκεύει τω γυναικείω απονέμοντες τιμήν, ως συγκληρονόμοι χάριτος ζωής (Α΄Πέτρ.γ,7)
Οί άντρες να συγκατοικείτε ως συνετοί με τίς συζύγους σας και να αποδίδετε σε αυτές την πρέπουσα τιμή και να μην λησμονείτε ότι ή γυναίκα είναι ασθενέστερη. Έξαλλου και οί γυναίκες σας είναι μαζί με σας κληρονόμοι της ίδιας χάρης και αιώνιας ζωής.
γ). Θα εξαρτιέσαι, Εύα, από τον άντρα σου και αυτός θα είναι κύριος σου.(Γεν.γ΄,16)
δ)Η ενάρετη γυναίκα είναι στεφάνι δόξας για τον άντρα της.Αντίθετα,όπως το σκουλήκι
κατατρώγει το δέντρο,έτσι και κακιά γυναίκα καταστρέφει τον άντρα της.(Παρ ιβ' 4)
ε). Δεν μπορούν οι άντρες να ζήσουν χωρίς τίς γυναίκες. (Α'Έσδρα δ' 17)
ς). "Αντρες είναι οί νομοθέτες και ή νομοθεσία είναι εναντίον των γυναικών.(Γρηγόριος ό Θεολόγος)
ζ). Έσταυρώθηκεν ό Θεός τόσον δι' έσέ, όσον και δι' έκείνην. Πατέρα λέγεις έσύ τον Θεόν, Πατέρα τον λέγει κι εκείνη. Έχετε μίαν πίστιν, ένα βάπτισμα. Δεν την έχει ό Θεός κατωτέραν.
Αγ.Κοσμάς ο Αιτωλός
η). Κάστρα άπαρτα μιας πόλης είναι οί άντρες της (Αλκαίος)
θ). Γυναικός άρχε. (Πλάτων)
Να κυβερνάς τη γυναίκα σου.
Όπως ή γυναίκα προήλθε από τον άντρα, έτσι και ό άντρας προέρχεται από τη γυναίκα και όλα προέρχονται από το Θεό.
β). Οί άνδρες ομοίως συνοικούντες κατά γνώσιν, ως άσθενεστέρω σκεύει τω γυναικείω απονέμοντες τιμήν, ως συγκληρονόμοι χάριτος ζωής (Α΄Πέτρ.γ,7)
Οί άντρες να συγκατοικείτε ως συνετοί με τίς συζύγους σας και να αποδίδετε σε αυτές την πρέπουσα τιμή και να μην λησμονείτε ότι ή γυναίκα είναι ασθενέστερη. Έξαλλου και οί γυναίκες σας είναι μαζί με σας κληρονόμοι της ίδιας χάρης και αιώνιας ζωής.
γ). Θα εξαρτιέσαι, Εύα, από τον άντρα σου και αυτός θα είναι κύριος σου.(Γεν.γ΄,16)
δ)Η ενάρετη γυναίκα είναι στεφάνι δόξας για τον άντρα της.Αντίθετα,όπως το σκουλήκι
κατατρώγει το δέντρο,έτσι και κακιά γυναίκα καταστρέφει τον άντρα της.(Παρ ιβ' 4)
ε). Δεν μπορούν οι άντρες να ζήσουν χωρίς τίς γυναίκες. (Α'Έσδρα δ' 17)
ς). "Αντρες είναι οί νομοθέτες και ή νομοθεσία είναι εναντίον των γυναικών.(Γρηγόριος ό Θεολόγος)
ζ). Έσταυρώθηκεν ό Θεός τόσον δι' έσέ, όσον και δι' έκείνην. Πατέρα λέγεις έσύ τον Θεόν, Πατέρα τον λέγει κι εκείνη. Έχετε μίαν πίστιν, ένα βάπτισμα. Δεν την έχει ό Θεός κατωτέραν.
Αγ.Κοσμάς ο Αιτωλός
η). Κάστρα άπαρτα μιας πόλης είναι οί άντρες της (Αλκαίος)
θ). Γυναικός άρχε. (Πλάτων)
Να κυβερνάς τη γυναίκα σου.
ι). Ό γνωστικός άντρας δεν πρέπει ποτέ να παραδώσει τα ηνία στη γυναίκα καί, παρατώντας τα, ν' αφήσει αυτήν να κυβερνά.(Ευριπίδης)
ία). Οι άντρες κάνουν τα έργα καί οί γυναϊκες κάνουν τους άντρες. (Ισοκράτης)
ιβ). Ή αποστολή του άντρα είναι να κερδίζει και της γυναίκας ν' αποταμιεύει.(Αριστοτέλης)
ιγ). Είναι γνώρισμα του άντρα να υποφέρει με γενναιότητα τίς ατυχίες πού συμβαίνουν στη
ζωή του• (Μένανδρος)
ιδ). Διορθώστε τον άντρα καί θα διορθωθεί μαζί του αναγκαστικά καί ή γυναίκα.(Κικέρων)
ιέ). Ό άντρας αποβλέπει πάντα στο ωφέλιμο καί ή γυναίκα πάντα στο ωραίο.(Βάκων)
ιστ). Κανένας άντρας δεν επιθύμησε ποτέ να είναι γυναίκα. (Έμμαν. Κάντ)
ιζ. Οί μεγάλοι άντρες είναι οί φάροι της ανθρωπότητας. (Σοπενχάσυερ)
ιη). Οί μεγάλοι άντρες διακρίνονται στις δυσκολίες, όπως οί στρατιώτες στον πόλεμο.
ιθ. "Αν πέφτει ό άντρας, τότε πέφτει μόνο ό άντρας. Αν όμως πέφτει ή γυναίκα, τότε πέφτει
ολόκληρος λαός. (Πεσταλότσι)
Απο το Γεροντικό
Όμοιος ειμί ανθρώπω καθημένω υποκάτω δένδρου μεγάλου και θεωρούντι θηρία πολλά και ερπετά ερχόμενα προς αυτόν, και όταν μη δυνηθή στήναι κατ' αυτών τρέχει άνω εις το δέδρον και σώζεται. Ούτω καγώ καθέζομαι εν τω κελίω μου και θεωρώ τους πονηρούς λογισμούς επάνω μου και ότε μη ισχύσω προς αυτούς, καταφεύγω προς τον Θεόν δια προσευχής και σώζωμαι εκ του εχθρού.
Μοιάζω με άνθρωπο που κάθεται κάτω από ένα μεγάλο δέντρο και βλέπει να έρχονται προς αυτόν πολλά θηρία και ερπετά, και όταν δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει, τότε τρέχει και αναβαίνει πάνω στο δέντρο και σώζεται.
Έτσι και εγώ όταν κάθομαι στο κελί μου και βλέπω τους πονηρούς λογισμούς πάνω μου και όταν δεν μπορώ να τους νικήσω, τότε καταφεύγω προς τον Θεό με την προσευχή και σώζομαι από τον εχθρό.
Άγιος Ιωάννης ο Κολοβός
Μοιάζω με άνθρωπο που κάθεται κάτω από ένα μεγάλο δέντρο και βλέπει να έρχονται προς αυτόν πολλά θηρία και ερπετά, και όταν δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει, τότε τρέχει και αναβαίνει πάνω στο δέντρο και σώζεται.
Έτσι και εγώ όταν κάθομαι στο κελί μου και βλέπω τους πονηρούς λογισμούς πάνω μου και όταν δεν μπορώ να τους νικήσω, τότε καταφεύγω προς τον Θεό με την προσευχή και σώζομαι από τον εχθρό.
Άγιος Ιωάννης ο Κολοβός
Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010
Φώτης Κόντογλου - Δροσίσετε τὴν ψυχή σας στὴν καλωσύνη καὶ ἁγνότητα
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/fwths_kontogloy/ek-index.htm
Τοῦτος ὁ κόσμος εἶναι ἀνάποδος. Ὅπως καὶ νὰ κάνεις, δὲν τὸν εὐχαριστᾶς. Οὔτε στὸν ἥλιο τὸν βρίσκεις, οὔτε στὸν ἴσκιο. Ὁ κάθε ἕνας λέγει τὸ κοντό του καὶ τὸ μακρύ τους. Γιὰ ὅ,τι ἐνθουσιάζεται ὁ ἕνας, γιὰ ἴδιο στενοχωριέται ὁ ἄλλος. Ἄλλη φορὰ μπορεῖ οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν ἤτανε ὅλοι σύμφωνοι, μὰ γιὰ τοὺς πιὸ πολλοὺς τὸ καλὸ ἤτανε καλὸ καὶ τὸ κακό, κακό. Τώρα ὁ καθένας ἔχει σηκώσει μιὰ παντιέρα καὶ κάνει τὸν καπετὰν Ἕναν.
Μὰ οἱ πιὸ πολλοὶ μποδίζονται ἀπὸ τιποτένια πράγματα: ὁ ἕνας θέλει νὰ φαίνεται πιὸ «βαθυστόχαστος» ἀπὸ ὅ,τι εἶνε, ὁ ἄλλος θέλει νὰ φαίνεται μοντέρνος, νὰ μὴν τὸν πάρουνε γιὰ χωριάτη, ὁ ἄλλος φοβᾶται μὴν τὸν πάρουνε γιὰ «ἀφελῆ», γιὰ ὄχι «σοβαρόν» ἄνθρωπο, ὁ ἄλλος δὲν θέλει νὰ δυσαρεστήσει κάποιον, ἕτερος κολακεύει τὶς γυναῖκες καὶ κάνει τὸν «ἱππότη» μιλώντας μὲ ψεύτικη εὐγένεια κ.λ.π. Ὅσοι εἶναι ἴσιοι καὶ ἁπλοί, δὲν ἔχουνε καμμιὰ σκοτούρα. Ζοῦνε μακρυὰ ἀπὸ λιβανίσματα ἀπὸ πονηριὲς εἰδῶν – εἰδῶν, ἀπὸ δυσπιστίες ποὺ φαρμακώνουνε τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ σκηνοθεσίες, ἀπὸ ψευτιές. Χαίρονται γιὰ τὰ καλά, γιὰ τὰ ἁπλά, γιὰ τὰ ἁγνά, γιὰ τὰ σεμνά, γιὰ τὰ ταπεινά. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι ὁλοένα ταράζονται, ὁλοένα ἐξιχνιάζουνε. Πολλοὶ κατατρίβουνται μὲ πράγματα ποὺ δὲν ἔχουν καμμιὰ σημασία. Ρωτᾶνε, νὰ ποῦμε, νὰ μάθουνε γιὰ μένα τί σόι ἄνθρωπος εἶμαι, πὼς εἶναι τὸ σχέδιό μου, ἂν εἶμαι θαλασσινὸς καὶ τοῦτο καὶ κεῖνο. Ἀδελφέ μου ἂν σοῦ ἀρέσει ἡ συντροφιά μου, ἔλα ἐκεῖ ποὺ πηγαίνω, ἔλα νὰ νοιώσεις μαζί μου τὰ ὡραῖα ἔργα τοῦ Θεοῦ, τὸν θησαυρὸ ποὺ ἔχουνε μέσα τους κρυμμένον οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι... Παράτησε πίσω σου τὴν ὑποκρισία τῆς ζωῆς κι ἔλα νὰ δροσισθεῖς στὴ βρυσούλα ποὺ τρέχει κρυμμένη στὴ ρίζα τοῦ βουνοῦ, κοντὰ στὸ παλιὸ ἐρημοκκλήσι. Τί κάθεσε κι ἐξετάζεις τὰ ἀνεξέταστα; Τί σὲ μέλλει ἂν εἶμαι τὴν ὄψη ἔτσι ἢ ἀλλοιῶς, ἐγὼ καὶ κάθε ἄλλος; Τί ρωτᾶς ἂν εἶμαι ψηλὸς ἢ κοντός, μαῦρος ἢ ἄσπρος; Σ᾿ αὐτὰ ποὺ διαβάζεις βρίσκεται ὁ ἐαυτός μου, τὸ πῶς περπατῶ, τὸ πῶς μιλῶ, δηλαδὴ ὁ σαρκικὸς ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πνεῦμα ὅπως ὁ Θεός. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα νὰ σὲ ἐνδιαφέρει, αὐτὸ εἶναι πνεῦμα ὅπως ὁ Θεός. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα νὰ σὲ ἐνδιαφέρει, αὐτὸ εἶναι ἡ ἀληθινὴ σύσταση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀπάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ ἀγαπᾶμε τὴν καλωσύνη. Νὰ χαιρόμαστε νἄμαστε καλοὶ καὶ νοιώθουμε κοντά μας καλοὺς ἀνθρώπους. Κανένα πρᾶγμα δὲν εἶνε σὰν τὴν καλωσύνη. Τὸ πρόσωπό της λαμποκοπᾶ σὰν τὸν ἥλιο ποὺ χρυσώνει τὴν πλάση τὸ πρωὶ τῆς ἔμορφης μέρας τοῦ καλοκαιριοῦ. Τί εὐλογημένοι ποὺ εἶναι οἱ καλοὶ ἄνθρωποι, οἱ πρόσχαροι, οἱ γλυκομίλητοι, οἱ ἁπλοί, οἱ ἀπονήρευτοι, οἱ πονετικοί, οἱ ταπεινοί! Τί ἀληθινὸς πλοῦτος μέσα σὲ μιὰ τέτοια καρδιά! Καὶ τί φτώχεια, τί μιζέρια, τί ἀσχήμια μέσα στὶς κακὲς ψυχές, στὶς ἐγωιστικές, κι᾿ ἂς φουσκώνουνε ἀπ᾿ ἔξω κι᾿ ἂς παραστένουνε τὸν πλούσιο! Πόσο ξεκουράζεται ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὴ δροσιὰ τῆς καλωσύνης καὶ πόσο κουράζεται ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὸν λίβα τῆς κακίας.
Μὰ οἱ καλοὶ ἄνθρωποι εἶνε δυστυχισμένοι, ὑποφέρουνε, τυραννιοῦνται. Ναί. Ὁ σατανᾶς τοὺς βασανίζει, τοὺς ρίχνει σὲ συμφορές. Μὰ ἔτσι γίνουνται ἀκόμα πιὸ καθαροί, σὰν τὸ χρυσάφι ποὺ πέφτει στὸ χωνευτήρι. Ζοῦνε φτωχικά, μακρυὰ ἀπὸ δόξες, κρυμμένοι, μὰ ζοῦνε ἀληθινά. Νὰ μὴν ζεῖς βουτηγμένος μέσα στὴν ψευτιά. Αὐτὸ εἶνε ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς «Τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο ἂν κερδίσει ὅλον τὸν κόσμο καὶ ζημιωθεῖ τὴν ψυχή του;» Αὐτός, ὁ φτωχός, ὁ παραπεταμένος, κέρδισε τὴν ψυχή του. Ἀφοῦ κέρδισε τὴν ψυχή του, τί ἔχασε; Ὅ,τι ἔχασε εἶνε τιποτένιο μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ ποὺ κέρδισε. Κι᾿ ὁ ἄλλος ὁ χοντροπετσιασμένος ἀπὸ τὴ σαρκικὴ καλοπέραση, ἀπὸ τὰ σπόρ, ἀπὸ τὰ λουτρά, ἀπὸ τὶς γυναῖκες, ἀπὸ τὶς διάφορες ματαιότητες, τί κέρδισες ἄραγε, ἀφοῦ ἔχασε τὴν ψυχή του; Πόσοι καὶ πόσοι ὕστερα ἀπὸ μιὰ ζωὴ γεμάτη λογῆς–λογῆς σαρκικὲς ἀπολαύσεις, κοσμικὲς τυμπανοκρουσίες, πλούτη, ρεκλάμες κλπ., ἔρχονται σ᾿ ἕναν λογαριασμὸ καὶ ξεζαλίζουνται ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ σπιρτόζα πιστὰ καὶ νοιώθουνε τὴ γύμνια τους καὶ ζητᾶνε τὸν ἑαυτό τους ποῦ βρίσκεται; Μ ἃ δὲν ὑπάρχει πιά. Ἐρημιά, ξέρακας τῆς ἀπελπισίας ζώνει τοὺς ἐγωιστές! Τρομάζουνε μὲ τὴ μοναξιά τους μόλις τὴ νοιώσουνε. Ἀπὸ πάνω τους ὁ οὐρανὸς εἶναι ἔρημος, ἀδειανός, ἡ γῆ ἔρημη, οἱ ἄνθρωποι καρδιὲς ἔρημες, γιατὶ ποτέ τους δὲν γνοιασθήκανε γι᾿ αὐτές, καὶ ἔτσι κόπηκε κάθε τρυφερὴ ἀνταπόκριση μαζί τους. Στὸ τέλος καταλαβαίνουμε οἱ τέτοιοι πὼς μὲ τὰ λεπτὰ δὲν ἀγοράζουνται ὅλα τὰ πάντα. Καὶ πώς, ἴσια – ἴσια, ὅσα δὲν ἀγοράζουνται μὲ τὰ λεφτὰ αὐτὰ εἶνε ποὺ ἔχουνε τὴν πιὸ μεγάλη ἀξία. Καὶ πὼς ἀπ᾿ αὐτὰ ἔχουνε μεγάλη ἀνάγκη, ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ δὲν ἀγοράζουνται. Σὲ ποιὸ μέρος πουλᾶνε τὴν ἡσυχία τῆς ψυχῆς, τὴν ἁγνότητα, τὴν ἁπλότητα, τὴν κρυφὴ χαρὰ ποῦ νοιώθει ὁ ἄνθρωπος κοντὰ στὸν Θεὸ σὲ στιγμὴ ποῦ ζεῖ κρυμμένος ἀπὸ τὸν κόσμο, τὴν πραότητα, τὴν ἀγάπη; Δὲν τὰ πουλᾶνε σὲ κανένα ἀπὸ τὰ μαγαζιὰ κι᾿ ἀπὸ τὰ παζάρια γιὰ τὸ διάφορο, τὴν ἀπονιὰ γιὰ τοὺς ἄλλους, τὴν ψευτιὰ κάθε λογῆς, κι᾿ ὅσα πᾶνε μαζὶ μ᾿ αὐτά, δηλαδὴ τὸν ἐγωισμό, τὴν περηφάνεια, τὴν καταλαλιὰ μ᾿ ἕναν λόγο τὸ χοντροπέτσιασμα τῆς ψυχῆς.
Τί μεγαλομανία σ᾿ ἔχει πιάσει, ἀδελφέ μου, καὶ δὲν βρίσκεις ἡσυχία καὶ χτίζεις πατώματα ἀπάνω στὰ πατώματα, κι᾿ ἔχεις δυὸ τρία αὐτοκίνητα καὶ κότερα καὶ κάθε λογῆς μάταια πράγματα! Γύρισε καὶ κύτταξε καὶ τὸν ἀδελφό σου, νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σου μὲ τὴν εὐλογημένη καλωσύνη, ποὺ τὴν ξεράνανε τὰ τσιμέντα, οἱ ψεύτικες κουβέντες, οἱ συμφεροντολογικὲς παρέες, οἱ συνοφρυωμένες ἀξιοπρέπειες. Ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις θυσίες, τουλάχιστον νὰ συχαθεῖς τὴν ἀδικία. Μὴν ἀδικεῖς. Ἡ ἀδικία εἶναι σιχαμερὴ στρίγγλα, χωρίστρα τῶν ἀνθρώπων, ἀνθρωποκτονία σὰν τὸν πατέρα τὸν σατανᾶ.
Τί θὰ δίνανε πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, ποὺ κερδίσανε τὸν κόσμο καὶ χάσανε τὴν ψυχή τους, γιὰ νὰ νοιώσουνε ὅ,τι νοιώθουνε οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν χάσανε τὴν ψυχή τους! Ἂν τύχει νὰ ξεκόψει κανένας τέτοιος ἀπὸ ψεύτικη παρέα του καὶ βρεθεῖ στὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν ἀχάλαστων, νοιώθει πὼς ζεῖ ἀληθινὰ καὶ σὰν ἀπογευθεῖ τὰ ἁγνὰ αἰσθήματα ὕστερα ἀπὸ τὴ ψευτιά, καταλαβαίνει τέτοια χαρά, ποὺ κάνει σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ξαναγεννήθηκε, σὰν τυφλὸς ποὺ εἶδε τὸ φῶς του. Κάτι τέτοιοι δὲν ξεκολλᾶνε πιὰ οἱ κακόμοιροι ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν γκαρδιακῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ξεμακρύνει ἀπὸ τὰ ψεύτικα πρέπει νἄχει λίγη ψυχή. Ἀλλοιῶς δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς ψευτιά. Ὁ ἄμμος τῆς Σαχάρας, ὅση βροχὴ κι᾿ ἂν πέσει ἀπάνω του, δὲν φυτρώνει τίποτα.
Ἂν πεῖς πάλι σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τοὺς φτωχούς, νὰ περάσει μισὴ ὥρα μὲ τὴν παρέα τῶν κοσμικῶν, καλύτερα ἔχει νὰ τὸ βάλεις στὸ μπουντρούμι, παρὰ νὰ βλέπει καὶ ν᾿ ἀκούγει ἐκεῖνα τὰ ψεύτικα κομπλιμέντα, τὶς ἀνάλατες συζητήσεις, τὰ κρύα χωρατά. Στὴ συναναστροφὴ ποὺ κάνουνε αὐτοὶ οἱ ψευτισμένοι, θαρρεῖς πὼς τοὺς χωρίζει ἕνας τοῖχος τὸν ἕναν ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι, ποὺ ζοῦνε μακρυὰ ἀπὸ τὸν κόσμο, νοιώθουνε πὼς οἱ καρδιὲς τοὺς γίνονται ἕνα, πὼς ἀκουμπᾶ ὁ ἕνας ἀπάνω στὸν ἄλλον καὶ ξεκουράζεται. Ἀγαπᾶ καὶ ἀγαπιέται, χαίρεται καὶ δίνει χαρά. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν σαρκικῶν ἀνθρώπων στέκεται ὁ διάβολος καὶ τοὺς κάνει νὰ μιλᾶνε ὁλοένα γιὰ λεφτὰ καὶ γιὰ τὰ ὅμοια, γιὰ νὰ μὴ γροικήσουνε οὔτε τὸ φαγὶ ποὺ τρῶνε. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ταπεινῶν στέκεται ὁ Θεός, κι᾿ ὅλα εἶνε εὐλογημένα.
Πετάξετε ἀπὸ πάνω σας τὴν ψευτιά. Ἀνοίξετε τὰ πανιά, νὰ τὰ φουσκώσει ὁ καθαρὸς ἀγέρας τοῦ πελάγου. Νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σας, νὰ νοιώσετε πὼς ζητᾶ ἀληθινὰ κι᾿ ὄχι ψεύτικα.
Τοῦτος ὁ κόσμος εἶναι ἀνάποδος. Ὅπως καὶ νὰ κάνεις, δὲν τὸν εὐχαριστᾶς. Οὔτε στὸν ἥλιο τὸν βρίσκεις, οὔτε στὸν ἴσκιο. Ὁ κάθε ἕνας λέγει τὸ κοντό του καὶ τὸ μακρύ τους. Γιὰ ὅ,τι ἐνθουσιάζεται ὁ ἕνας, γιὰ ἴδιο στενοχωριέται ὁ ἄλλος. Ἄλλη φορὰ μπορεῖ οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν ἤτανε ὅλοι σύμφωνοι, μὰ γιὰ τοὺς πιὸ πολλοὺς τὸ καλὸ ἤτανε καλὸ καὶ τὸ κακό, κακό. Τώρα ὁ καθένας ἔχει σηκώσει μιὰ παντιέρα καὶ κάνει τὸν καπετὰν Ἕναν.
Μὰ οἱ πιὸ πολλοὶ μποδίζονται ἀπὸ τιποτένια πράγματα: ὁ ἕνας θέλει νὰ φαίνεται πιὸ «βαθυστόχαστος» ἀπὸ ὅ,τι εἶνε, ὁ ἄλλος θέλει νὰ φαίνεται μοντέρνος, νὰ μὴν τὸν πάρουνε γιὰ χωριάτη, ὁ ἄλλος φοβᾶται μὴν τὸν πάρουνε γιὰ «ἀφελῆ», γιὰ ὄχι «σοβαρόν» ἄνθρωπο, ὁ ἄλλος δὲν θέλει νὰ δυσαρεστήσει κάποιον, ἕτερος κολακεύει τὶς γυναῖκες καὶ κάνει τὸν «ἱππότη» μιλώντας μὲ ψεύτικη εὐγένεια κ.λ.π. Ὅσοι εἶναι ἴσιοι καὶ ἁπλοί, δὲν ἔχουνε καμμιὰ σκοτούρα. Ζοῦνε μακρυὰ ἀπὸ λιβανίσματα ἀπὸ πονηριὲς εἰδῶν – εἰδῶν, ἀπὸ δυσπιστίες ποὺ φαρμακώνουνε τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ σκηνοθεσίες, ἀπὸ ψευτιές. Χαίρονται γιὰ τὰ καλά, γιὰ τὰ ἁπλά, γιὰ τὰ ἁγνά, γιὰ τὰ σεμνά, γιὰ τὰ ταπεινά. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι ὁλοένα ταράζονται, ὁλοένα ἐξιχνιάζουνε. Πολλοὶ κατατρίβουνται μὲ πράγματα ποὺ δὲν ἔχουν καμμιὰ σημασία. Ρωτᾶνε, νὰ ποῦμε, νὰ μάθουνε γιὰ μένα τί σόι ἄνθρωπος εἶμαι, πὼς εἶναι τὸ σχέδιό μου, ἂν εἶμαι θαλασσινὸς καὶ τοῦτο καὶ κεῖνο. Ἀδελφέ μου ἂν σοῦ ἀρέσει ἡ συντροφιά μου, ἔλα ἐκεῖ ποὺ πηγαίνω, ἔλα νὰ νοιώσεις μαζί μου τὰ ὡραῖα ἔργα τοῦ Θεοῦ, τὸν θησαυρὸ ποὺ ἔχουνε μέσα τους κρυμμένον οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι... Παράτησε πίσω σου τὴν ὑποκρισία τῆς ζωῆς κι ἔλα νὰ δροσισθεῖς στὴ βρυσούλα ποὺ τρέχει κρυμμένη στὴ ρίζα τοῦ βουνοῦ, κοντὰ στὸ παλιὸ ἐρημοκκλήσι. Τί κάθεσε κι ἐξετάζεις τὰ ἀνεξέταστα; Τί σὲ μέλλει ἂν εἶμαι τὴν ὄψη ἔτσι ἢ ἀλλοιῶς, ἐγὼ καὶ κάθε ἄλλος; Τί ρωτᾶς ἂν εἶμαι ψηλὸς ἢ κοντός, μαῦρος ἢ ἄσπρος; Σ᾿ αὐτὰ ποὺ διαβάζεις βρίσκεται ὁ ἐαυτός μου, τὸ πῶς περπατῶ, τὸ πῶς μιλῶ, δηλαδὴ ὁ σαρκικὸς ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πνεῦμα ὅπως ὁ Θεός. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα νὰ σὲ ἐνδιαφέρει, αὐτὸ εἶναι πνεῦμα ὅπως ὁ Θεός. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα νὰ σὲ ἐνδιαφέρει, αὐτὸ εἶναι ἡ ἀληθινὴ σύσταση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀπάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ ἀγαπᾶμε τὴν καλωσύνη. Νὰ χαιρόμαστε νἄμαστε καλοὶ καὶ νοιώθουμε κοντά μας καλοὺς ἀνθρώπους. Κανένα πρᾶγμα δὲν εἶνε σὰν τὴν καλωσύνη. Τὸ πρόσωπό της λαμποκοπᾶ σὰν τὸν ἥλιο ποὺ χρυσώνει τὴν πλάση τὸ πρωὶ τῆς ἔμορφης μέρας τοῦ καλοκαιριοῦ. Τί εὐλογημένοι ποὺ εἶναι οἱ καλοὶ ἄνθρωποι, οἱ πρόσχαροι, οἱ γλυκομίλητοι, οἱ ἁπλοί, οἱ ἀπονήρευτοι, οἱ πονετικοί, οἱ ταπεινοί! Τί ἀληθινὸς πλοῦτος μέσα σὲ μιὰ τέτοια καρδιά! Καὶ τί φτώχεια, τί μιζέρια, τί ἀσχήμια μέσα στὶς κακὲς ψυχές, στὶς ἐγωιστικές, κι᾿ ἂς φουσκώνουνε ἀπ᾿ ἔξω κι᾿ ἂς παραστένουνε τὸν πλούσιο! Πόσο ξεκουράζεται ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὴ δροσιὰ τῆς καλωσύνης καὶ πόσο κουράζεται ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὸν λίβα τῆς κακίας.
Μὰ οἱ καλοὶ ἄνθρωποι εἶνε δυστυχισμένοι, ὑποφέρουνε, τυραννιοῦνται. Ναί. Ὁ σατανᾶς τοὺς βασανίζει, τοὺς ρίχνει σὲ συμφορές. Μὰ ἔτσι γίνουνται ἀκόμα πιὸ καθαροί, σὰν τὸ χρυσάφι ποὺ πέφτει στὸ χωνευτήρι. Ζοῦνε φτωχικά, μακρυὰ ἀπὸ δόξες, κρυμμένοι, μὰ ζοῦνε ἀληθινά. Νὰ μὴν ζεῖς βουτηγμένος μέσα στὴν ψευτιά. Αὐτὸ εἶνε ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς «Τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο ἂν κερδίσει ὅλον τὸν κόσμο καὶ ζημιωθεῖ τὴν ψυχή του;» Αὐτός, ὁ φτωχός, ὁ παραπεταμένος, κέρδισε τὴν ψυχή του. Ἀφοῦ κέρδισε τὴν ψυχή του, τί ἔχασε; Ὅ,τι ἔχασε εἶνε τιποτένιο μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ ποὺ κέρδισε. Κι᾿ ὁ ἄλλος ὁ χοντροπετσιασμένος ἀπὸ τὴ σαρκικὴ καλοπέραση, ἀπὸ τὰ σπόρ, ἀπὸ τὰ λουτρά, ἀπὸ τὶς γυναῖκες, ἀπὸ τὶς διάφορες ματαιότητες, τί κέρδισες ἄραγε, ἀφοῦ ἔχασε τὴν ψυχή του; Πόσοι καὶ πόσοι ὕστερα ἀπὸ μιὰ ζωὴ γεμάτη λογῆς–λογῆς σαρκικὲς ἀπολαύσεις, κοσμικὲς τυμπανοκρουσίες, πλούτη, ρεκλάμες κλπ., ἔρχονται σ᾿ ἕναν λογαριασμὸ καὶ ξεζαλίζουνται ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ σπιρτόζα πιστὰ καὶ νοιώθουνε τὴ γύμνια τους καὶ ζητᾶνε τὸν ἑαυτό τους ποῦ βρίσκεται; Μ ἃ δὲν ὑπάρχει πιά. Ἐρημιά, ξέρακας τῆς ἀπελπισίας ζώνει τοὺς ἐγωιστές! Τρομάζουνε μὲ τὴ μοναξιά τους μόλις τὴ νοιώσουνε. Ἀπὸ πάνω τους ὁ οὐρανὸς εἶναι ἔρημος, ἀδειανός, ἡ γῆ ἔρημη, οἱ ἄνθρωποι καρδιὲς ἔρημες, γιατὶ ποτέ τους δὲν γνοιασθήκανε γι᾿ αὐτές, καὶ ἔτσι κόπηκε κάθε τρυφερὴ ἀνταπόκριση μαζί τους. Στὸ τέλος καταλαβαίνουμε οἱ τέτοιοι πὼς μὲ τὰ λεπτὰ δὲν ἀγοράζουνται ὅλα τὰ πάντα. Καὶ πώς, ἴσια – ἴσια, ὅσα δὲν ἀγοράζουνται μὲ τὰ λεφτὰ αὐτὰ εἶνε ποὺ ἔχουνε τὴν πιὸ μεγάλη ἀξία. Καὶ πὼς ἀπ᾿ αὐτὰ ἔχουνε μεγάλη ἀνάγκη, ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ δὲν ἀγοράζουνται. Σὲ ποιὸ μέρος πουλᾶνε τὴν ἡσυχία τῆς ψυχῆς, τὴν ἁγνότητα, τὴν ἁπλότητα, τὴν κρυφὴ χαρὰ ποῦ νοιώθει ὁ ἄνθρωπος κοντὰ στὸν Θεὸ σὲ στιγμὴ ποῦ ζεῖ κρυμμένος ἀπὸ τὸν κόσμο, τὴν πραότητα, τὴν ἀγάπη; Δὲν τὰ πουλᾶνε σὲ κανένα ἀπὸ τὰ μαγαζιὰ κι᾿ ἀπὸ τὰ παζάρια γιὰ τὸ διάφορο, τὴν ἀπονιὰ γιὰ τοὺς ἄλλους, τὴν ψευτιὰ κάθε λογῆς, κι᾿ ὅσα πᾶνε μαζὶ μ᾿ αὐτά, δηλαδὴ τὸν ἐγωισμό, τὴν περηφάνεια, τὴν καταλαλιὰ μ᾿ ἕναν λόγο τὸ χοντροπέτσιασμα τῆς ψυχῆς.
Τί μεγαλομανία σ᾿ ἔχει πιάσει, ἀδελφέ μου, καὶ δὲν βρίσκεις ἡσυχία καὶ χτίζεις πατώματα ἀπάνω στὰ πατώματα, κι᾿ ἔχεις δυὸ τρία αὐτοκίνητα καὶ κότερα καὶ κάθε λογῆς μάταια πράγματα! Γύρισε καὶ κύτταξε καὶ τὸν ἀδελφό σου, νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σου μὲ τὴν εὐλογημένη καλωσύνη, ποὺ τὴν ξεράνανε τὰ τσιμέντα, οἱ ψεύτικες κουβέντες, οἱ συμφεροντολογικὲς παρέες, οἱ συνοφρυωμένες ἀξιοπρέπειες. Ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις θυσίες, τουλάχιστον νὰ συχαθεῖς τὴν ἀδικία. Μὴν ἀδικεῖς. Ἡ ἀδικία εἶναι σιχαμερὴ στρίγγλα, χωρίστρα τῶν ἀνθρώπων, ἀνθρωποκτονία σὰν τὸν πατέρα τὸν σατανᾶ.
Τί θὰ δίνανε πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, ποὺ κερδίσανε τὸν κόσμο καὶ χάσανε τὴν ψυχή τους, γιὰ νὰ νοιώσουνε ὅ,τι νοιώθουνε οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν χάσανε τὴν ψυχή τους! Ἂν τύχει νὰ ξεκόψει κανένας τέτοιος ἀπὸ ψεύτικη παρέα του καὶ βρεθεῖ στὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν ἀχάλαστων, νοιώθει πὼς ζεῖ ἀληθινὰ καὶ σὰν ἀπογευθεῖ τὰ ἁγνὰ αἰσθήματα ὕστερα ἀπὸ τὴ ψευτιά, καταλαβαίνει τέτοια χαρά, ποὺ κάνει σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ξαναγεννήθηκε, σὰν τυφλὸς ποὺ εἶδε τὸ φῶς του. Κάτι τέτοιοι δὲν ξεκολλᾶνε πιὰ οἱ κακόμοιροι ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν γκαρδιακῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ξεμακρύνει ἀπὸ τὰ ψεύτικα πρέπει νἄχει λίγη ψυχή. Ἀλλοιῶς δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς ψευτιά. Ὁ ἄμμος τῆς Σαχάρας, ὅση βροχὴ κι᾿ ἂν πέσει ἀπάνω του, δὲν φυτρώνει τίποτα.
Ἂν πεῖς πάλι σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τοὺς φτωχούς, νὰ περάσει μισὴ ὥρα μὲ τὴν παρέα τῶν κοσμικῶν, καλύτερα ἔχει νὰ τὸ βάλεις στὸ μπουντρούμι, παρὰ νὰ βλέπει καὶ ν᾿ ἀκούγει ἐκεῖνα τὰ ψεύτικα κομπλιμέντα, τὶς ἀνάλατες συζητήσεις, τὰ κρύα χωρατά. Στὴ συναναστροφὴ ποὺ κάνουνε αὐτοὶ οἱ ψευτισμένοι, θαρρεῖς πὼς τοὺς χωρίζει ἕνας τοῖχος τὸν ἕναν ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι, ποὺ ζοῦνε μακρυὰ ἀπὸ τὸν κόσμο, νοιώθουνε πὼς οἱ καρδιὲς τοὺς γίνονται ἕνα, πὼς ἀκουμπᾶ ὁ ἕνας ἀπάνω στὸν ἄλλον καὶ ξεκουράζεται. Ἀγαπᾶ καὶ ἀγαπιέται, χαίρεται καὶ δίνει χαρά. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν σαρκικῶν ἀνθρώπων στέκεται ὁ διάβολος καὶ τοὺς κάνει νὰ μιλᾶνε ὁλοένα γιὰ λεφτὰ καὶ γιὰ τὰ ὅμοια, γιὰ νὰ μὴ γροικήσουνε οὔτε τὸ φαγὶ ποὺ τρῶνε. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ταπεινῶν στέκεται ὁ Θεός, κι᾿ ὅλα εἶνε εὐλογημένα.
Πετάξετε ἀπὸ πάνω σας τὴν ψευτιά. Ἀνοίξετε τὰ πανιά, νὰ τὰ φουσκώσει ὁ καθαρὸς ἀγέρας τοῦ πελάγου. Νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σας, νὰ νοιώσετε πὼς ζητᾶ ἀληθινὰ κι᾿ ὄχι ψεύτικα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)