Κυριακή 15 Μαΐου 2011

AΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ

Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ ΕΟΡΤΑΖΕΤΑΙ 15 ΜΑΪΟΥ

ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ

Με τις θαυματουργικές του ικανότητες,γιάτρευε αρρώστους με ένα απλό άγγιγμα του χεριού του.Με τις προσευχές του,έδιωχνε από την επικράτεια τους κλέφτες και ληστές που λυμαίνονταν τα μέρη της Θεσσαλίας.Μάλιστα όταν κάποτε έπεσε μεγάλη ανομβρία και ξηρασία στον τόπο,με τις προσευχές και τη Χάρη του,έφερε βροχη.έκανε πολλά και θαυμάσια έργα για το ποίμνιό του.Προέβλεπε και προέλεγε το μέλλον και απέκτησε την ικανότητα να διαβάζει και να αποκαλύπτει τις σκέψεις των ανθρώπων.

Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ ΕΟΡΤΑΖΕΤΑΙ 15 ΜΑΊΟΥ

Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

Η φήμη του πέρσε τα σύνορα της Ελλάδας και έγινε γνωστή σ’ όλη την Βυζαντινή αυτοκρατορία. Βρισκόμαστε στο 320 μ.Χ. και βασιλεύει ο Κωνσταντίνος ο Μέγας.Φιλόχριστος και θερμός υποστηρικτής των Χριστιανών και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος,μαθαίνοντας για το έργο ,την αρετή και τα θαύματα του Επισκόπου Λάρισας,ήθελε να τον δει και να τον ακούσει προσωπικά.

Έτσι και έγινε με την βοήθεια του Θεού.Θέλοντας ο αυτικράτορας Κωνσταντίνος να λύσει τις διαφορές μεταξύ του αιρετικού Αρείου και των Αρχιερέων,συγκάλεσε το 325 ..Χ. στη Νίκαια,την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Εκκλησίας.Συγκεντρώθηκαν εκεί με θεία πρόνοια και βασιλική διαταγή 318 Αρχιερείς.Αναμεσά τους και ο Αρχιεπίσκοπος Λάρισας Αχίλλιος προς μεγάλη χαρά του Κωνσταντίνου,ο οποίος τον τίμησε ιδιαίτερα.Μα και απ’όλους τους συγκεντρωμένους Αρχιερείς τιμήθηκε ιδιαίτερα.Λόγω των αρετών,της σοφίας και της φρόνησής του,έλαμπε ανάμεσά τους σαν ήλιος.Ξεκίνησαν έτσι όλοι μία μεγάλη συζήτηση σχετικά με αυτό το θέμα,η οποία δεν οδηγούσε πουθενα.

Τότε σηκώνεται όρθιος ο Όσιος Αχίλλιος,κάνει νεύμα σε όλους να σωπάσουν και με δυνατή φωνή λέει:

-<<Εσύ Άριε και οι υποστηρικτές αυτού,εάν έχετε δίκαιο που λέτε ότι ο Υιός του Θεού είναι κτίσμα και ποίημα Θεού,πες τότε σ’ αυτην την πέτρα που βρίσκεται εδώ μπροστά μας,να αναβλύσει έλαιον και τότε θα σας πιστέψουμε.Αλλοιώς κάθε συζήτηση είναι μάταιη και δεν οδηγεί πουθενά>>.

Οι Αρειανοί ξαφνιάστηκαν και για λίγη ώρα έμειναν σιωπηλοί.Κατ’οπιν γυρίζουν και λένε στον Όσιο Αχίλλιο:

-<<Εσύ που είπες αυτό,εσύ και να το κάνεις>>.

Λέγοντας αυτό πίστευαν ότι ο Επίσκοπος δεν θα μπορούσε ποτέ να κάνει τέτοιο θαύμα.Θεώρησαν τα λόγια του σαν προπέτεια και όχι σαν Θεϊκή έμπνευση από το Άγιο Πνεύμα.

Ο Όσιος Αχίλλιος όμως,χωρίς φόβο και χωρίς να δειλιάσει λεπτό,σηκώθηκε και στάθηκε μπροστά στον βασιλέα και τους Αρχιερείς.Με πίστη στον Χριστό,αφού πρώτα προσευχήθηκε,τους λέει:

-<< Εάν ο Υιός του Θεού υπάρχει ομοούσιος και ομόδοξος του Πατρός,όπως εμείς πιστεύουμε,ομολογούμε και κηρύσσουμε,ας αναβλύσει η πέτρα αυτή έλαιον,για να πιστεύψουν και να βεβαιωθούν οι αιρετικοί>>.

Αμέσως ,πριν τελειώσει καλά καλά τα λόγια του,’εγινε το μεγάλο και καταπληκτικό θαύμα.Κάτω από την πέτρα,άρχισε να βγαίνει έλαιο τόσο ώστε κάλυψε όλο το έδαφος.Βλέποντάς το ο βασιλιάς και οι Αρχιερείς,θαύμασαν τη δυναμη της πίστης,δόξασαν το Θεό και επαίνεσαν τον Όσιο Αχίλαιο.Οι Αρειανοί αντίθετα ντροπιάστηκαν και λυπήθηκαν..

Στην Σύνοδο αυτή έκανε και ο Άγιος Σπυρίδωνας ένα θαύμα που αφορούσε επίσης την Αγία Τριάδα.Αφού κατατρόπωσε με τα λόγια του τον οπαδό και ρήτορα του Αρείου,έπιασε στα χέρια του ένα κεραμίδι και θέλοντας να δείξει ότι ορισμένα πράγματα δεν τα φτάνει το μυαλό του ανθρώπου, είπε:

-<< Αν σας ρωτήσω πόσα πράγματα κρατάω στο χέρι μου ,θα μου πέιτε,ένα κεραμίδι.Αυτό όμως δεν είναι ένα και θα σας το φανερώσω αμέσως τώρα>>.

Ενώ με το αριστερό χέρι κρατούσε το κεραμίδι,με το δεξί έκανε το Σταυρό του και είπε:

- <<Εις το όνομα του Πατρός>>.

Από το χέρι του Αγίου που κρατούσε το κεραμίδι,βγαίνει φωτιά με την οποία είχε ψηθεί.Και ενώ όλοι κοιτούν συγκλονισμένοι,ο Άγιος συνέχισε:

-<<Και του Υιού>>.

Τότε από το κεραμίδι έτρεξε νερό.

-<<Και του Αγιού Πνεύματος>>.

Και τότε,στο χέρι του Αγίου,από το κεραμίδι έμεινε μόνο χώμα.

Aυτά και άλλα θαυμαστά έγιναν κατά την διάρκεια της Συνόδου.

Με τα θαύματά του ο Θεός,τίμησε την δύναμη των Ορθοδόξων,φανέρωσε περίτρανα το ομοούσιο της Αγίας Τριάδος και ταπείνωσε τους αιρετικούς.Έλαμψε το φως της αλήθειας και οι παρευρισκόμενοι δόξασαν τον Κύριο.

Από τους οπαδούς του Αρείου δε,άλλοι δέχτηκαν την Τριαδικότητα και ακολούθησαν την Ορθοδοξία,μερικοί όμως,ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Άρειος,εμμένοντας πεισματικά στις απόψεις τους,εξορίστηκαν.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος ευχαριστημένος από τα αποτελεσματα της Συνόδου,κάλεσε όλους τους Πατέρες να τον συνοδεύσουν στην βασιλεύουσα,για να τελέσουν τα εγκαίνια της νεόκτιστης πόλης.Όλοι,συμπεριλαμβανομένου και του Αγίου Αχιλλίου,δέχτηκαν και τον ακολούθησαν.Φτάνοντας στην πόλη που έφερε το όνομα του αυτοκράτορα,όλοι οι Ιερείς δεήθηκαν προς τον Θεό,να μείνει η πόλη στερεά και ανίκητη απέναντι στους εχθρούς της και τους βαρβάρους.

Στη λιτανεία που ακολούθησε,προεξέχοντος του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη,η πόλη αφιερώθηκε στην Υπεραγία Θεοτόκο που την έθεσε υπό την προστασία Της.Γιά 12 αιώνες περίπου,η Πανάχραντος Δέσποινα σε διαφόρους καιρούς και με πολλούς τρόπους διαφύλασσε αυτήν από τους κινδύνους.

Aπό τότε η Εκκλησία μας γιορτάζει κάθε χρόνο στις 11 Μαϊου την ανάμνηση των γενεθλίων της Κωνσταντινούπολης.

Ο Πατριάρχης Μητροφάνης,ο οποίος λόγω της μεγάλης του ηλικίας δεν είχε παρευρεθεί στη Σύνοδο μα είχε που είχαν συμβεί,ευχαρίστησε όλους τους Ιερείς για τους κόπους τους.Συνομίλησε έπειτα για αρκετή ώρα με τον Άγιο Αχίλλιο και αφού τον τίμησε και τον επαίνεσε ιδιαίτερα για τα έργα του,στο τέλος του είπε:

-<<Υπέρμαχε της αλήθειας Αχίλλιε,πήγαινε στο καλό εν ειρήνη και ο Θεός να είναι πάντα μαζί σου,η δε ειρήνη και η δε αμοιβή σου ας είναι μεγάλη στους Ουρανούς>>.

Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος,αφού τίμησε και αυτός ιδιαίτερα τον Άγιο Αχίλλιο,του έδωσε όπως και στους άλλους Αρχιερείς χρυσό και ασήμι για την ανέγερση Εκκλησιών και άλλων αγαθών έργων.Ο Άγιος,ευχήθηκε στον βασιλέα και σε όλον τον οίκο,αποχαιρέτησε όλους τους Ιερείς και πήρε τον δρόμο της επιστροφής προς την επαρχία του,χαρούμενος και νικητής.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΛΑΡΙΣΑ

Πλησιάζοντας ο Άγιος στην πόλη,είδε ότι είχαν βγει να τον υποδεχτούν Ιερείς,Μοναχοί και πλήθος κόσμου,άντρες γυναίκες και παιδιά,απ’ όλη την πόλη και τα περίχωρα.Δημιουργήθηκε έτσι μεγάλη σύγχυση καθώς όλοι χαρούμενοι που έβλεπαν ξανά τον δικό τους Πατέρα και δάσκαλο,προσπαθούσαν ταυτόχρονα να τον πλησιάσουν,ν’ ασπαστούν τις άκρες από των ράσων του και να λάβουν την ευλογία του.

Όλοι οι Χριστιανοί της επαρχίας του χαίρονταν την επιστροφή του και έψελναν ύμνους προς τον Θεό και τον Άγιο.Ο Αχίλλιος,αφού τους ευλόγησε όλους και τους ευχήθηκε τα καλύτερα,κάθισε στον θρόνο του και άρχισε να διηγείται τα της Συνόδου.Χάρηκαν όλοι και ευχαριστήθηκαν ιδιαίτερα μαθαίνοντας τα λόγια και τα έργα του δικού τους Ποιμένα,ειδικά για το θαύμα της πέτρας και του ελαίου.Δόξασαν στην συνέχεια το Θεό πιστεύοντας βαθύτερα από πριν.

ΠΗΓΗ:Ο ΑΓΙΟΣ ΑΧΙΛΛΙΟΣ,ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΘΕΟΣ ΒΙΟΣ

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

Σεβασμιώτατου Μητροπολίτου Εδέσσης κ Ιωήλ-Περί πλούτου -απόσπασμα εκπομπής 4Ε

ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Εχ Γ'

Ὁ λέγων αὐτήν τὴν Εὐχήν κάθε ἑσπέρας, μετὰ κατανύξεως, ἐὰν ἐπέλθη ἐπ' αὐτὸν ἡ φοβερά ὥρα τοῦ θανάτου ἐν τῇ νυκτί ταύτη, λυτροῦται τῆς κολάσεως, ἐλέει Θεοῦ.
Προσευχή
Εὔσπλαγχνε καὶ πολυέλεε Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ, ἐλέησόν με πρὸ τῆς ἐμῆς τελευτῆς.
Οἶδα γὰρ ὅτι φρικτὸν καὶ φοβερὸν ἀναμένει με δικαστήριον ἐνώπιον πάσης τῆς κτίσεως, ὅτε καὶ τῶν ἐναγῶν καὶ παμβεβήλων μου πράξεων ἁπασῶν φανέρωσις γίνεται· ἀσύγγνωστα γὰρ ὡς ἀληθῶς καὶ ἀνάξια ὑπάρχουσι συγχωρήσεως, ὡς ὑπερβαίνοντα τῷ πλήθει ψάμμον θαλάσσιον.
Διὰ τοῦτο καὶ οὐ τολμῶ τὴν αἴτησιν τῆς ἀφέσεως τούτων ποιήσασθαι, Δέσποτα, ὅτι πλεῖον πάντων ἀνθρώπων εἰς Σέ ἐπλημμέλησα.
Ὅτι ὑπὲρ τὸν ἄσωτον ἀσώτως ἐβίωσα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν μυρία τάλαντα χρεωφειλέτης Σου γέγονα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Τελώνην κακῶς ἐτελώνησα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Ληστήν ἐμαυτόν ἐθανάτωσα,
ὅτι ὑπὲρ τὴν Πόρνην ἐγώ ὁ φιλόπορνος ἔπραξα,
ὅτι ὑπὲρ τοὺς Νινευΐτας ἀμετανόητα ἐπλημμέλησα,
ὅτι ὑπὲρ τὸν Μανασσῆν «ὑπερῆραν τὴν κεφαλήν μου αἱ ἀνομίαι μου καὶ ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ' ἐμέ καὶ ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους»·
ὅτι τὸ Πνεῦμα Σου τὸ ἅγιον ἐλύπησα,
ὅτι τῶν ἐντολῶν Σου παρήκουσα,
ὅτι τὸν πλοῦτόν Σου διεσκόρπισα,
ὅτι τὴν χάριν Σου ἐβεβήλωσα,
ὅτι τὸν ἀρραβῶνα, ὅν μοι δέδωκας, ἐν ἀνομίαις ἀνήλωσα,
ὅτι τὸ τίμιον κατ' εἰκόνα Σου, τὴν ψυχήν μου, ἐμόλυνα,
ὅτι τὸν χρόνον, ὅν μοι δέδωκας εἰς μετάνοιαν, μετὰ τῶν ἐχθρῶν Σου ἐβίωσα,
ὅτι οὐδεμίαν ἐντολήν Σου ἐφύλαξα,
ὅτι τὸν χιτῶνά μου κατερρύπωσα, ὅν με ἐνέδυσας,
ὅτι τοῦ ὀρθοῦ λόγου τὴν λαμπάδα ἀπέσβεσα,
ὅτι τὸ πρόσωπόν μου, ὅ ἐφαίδρυνας, ἐν ἁμαρτίαις ἠχρείωσα,
ὅτι τοὺς ὀφθαλμούς μου, οὕς ἐφώτισας, ἑκουσίως ἐτύφλωσα,
ὅτι τὰ χείλη μου, ἅπερ πολλάκις τοῖς θείοις Σου μυστηρίοις ἡγίασας, αἰσχύναις ἐμόλυνα.
Καί οἶδα ὅτι πάντως τῷ φοβερῷ Σου βήματι παραστήσομαι ὡς κατάδικος ὁ παμμίαρος.
Οἶδα ὅτι πάντα τότε τὰ πεπραγμένα μοι ἐλεγχθήσονται καὶ οὐκ ἀποκρυβήσεται οὐδὲν παρὰ Σοί.
Ἀλλά δέομαί Σου, εὐσυμπάθητε, πολυέλεε, φιλανθρωπότατε Κύριε,
«μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, οὐ λέγω, μὴ παιδεύσῃς με, ἀδύνατον γὰρ τοῦτο ἀπὸ τῶν ἔργων μου, ἀλλὰ μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με».
Κερδήσω τοῦτο παρὰ Σοί, ἐὰν μὴ τῷ θυμῷ Σου καὶ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με, μηδὲ φανερώσῃς αὐτὰ Ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων ἐνώπιον εἰς αἰσχύνην μου καὶ ὄνειδος.
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»· εἰ φθαρτοῦ βασιλέως θυμὸν οὐδεὶς ἐνεγκεῖν δύναται, πόσῳ μάλλον Σοῦ τοῦ Κυρίου τὸν θυμὸν ὁ ἄθλιος ὑποστήσομαι;
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με».
Οἶδα Λῃστήν αἰτήσαντα καὶ παρευθὺς συγχώρησιν ἐκ Σοῦ κομισάμενον.
Οἶδα Πόρνην ὁλοψύχως προσελθοῦσαν καὶ συγχωρηθεῖσαν.
Οἶδα Τελώνην ἐκ βάθους στενάξαντα καὶ δικαιωθέντα.
Έγώ δὲ ὁ πανάθλιος πάντας ὑπερβαίνων ταῖς ἁμαρτίαις, τῇ μετανοίᾳ τούτους οὐ θέλω μιμήσασθαι, οὐδὲ γὰρ ἔχω δάκρυον ἐκτενές.
Οὐκ ἔχω ἐξομολόγησιν καθαρὰν καὶ ἀληθινήν,
οὐκ ἔχω στεναγμὸν ἐκ βάθους καρδίας,
οὐκ ἔχω καθαρὰν τὴν ψυχήν,
οὐκ ἔχω ἀγάπην κατά Θεόν,
οὐκ ἔχω πτωχείαν πνευματικήν,
οὐκ ἔχω προσευχὴν διηνεκῆ,
οὐκ ἔχω σωφροσύνην ἐν τῇ σαρκί,
οὐκ ἔχω καθαρότητα λογισμῶν,
οὐκ ἔχω προαίρεσιν θεοτερπῆ.
Ποίῳ οὖν προσώπῳ ἤ ἐν ποίᾳ παρρησίᾳ ζητήσω συγχώρησιν;
«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»·
Πολλάκις, Δέσποτα, μετανοεῖν συνεταξάμην.
Πολλάκις ἐν Ἐκκλησίᾳ κατανυγεὶς προσπίπτω Σοι, ἐξερχόμενος δὲ ταίς ἁμαρτίαις εὐθύς περιπίπτω.
Ποσάκις με ἠλέησας, ἐγὼ δὲ Σε παρώργισα!
Ποσάκις ἐμακροθύμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ἐπέστρεψα!
Ποσάκις με ἀνέστησας, ἐγὼ δὲ πάλιν ὀλισθήσας κατέπεσον!
Ποσάκις μου εἰσήκουσας, ἐγὼ δὲ Σου παρήκουσα!
Ποσάκις με ἐπόθησας, ἐγὼ δὲ ούδαμοῦ Σοι ἐδούλευσα!
Ποσάκις μέ ἐτίμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ηὐχαρίστησα!
Ποσάκις ἁμαρτήσαντα, ὡς ἀγαθός Πατήρ παρεκάλεσας καὶ ὡς υἱόν κατεφίλησας καὶ τὰς ἀγκάλας ὑφαπλώσας μοι ἐβόησας·
ἔγειρε, μὴ φοβοῦ, στήθι·
πάλιν δεύρο,
οὐκ ὀνειδίζω σε,
οὐ βδελύσσομαι,
οὐκ ἀποῤῥίπτω,
οὐδὲ σκληρύνω τὸ ἐμὸν πλάσμα,
τὸ ἐμὸν τέκνον,
τὴν ἐμὴν εἰκόνα,
ὅν οἰκείαις χερσί διέπλασα ἄνθρωπον καὶ ἐφόρεσα,
ὑπὲρ οὗ τὸ αἷμα ἐξέχεα,
οὐκ ἀποστρέφομαι πρός με ἐρχόμενον τὸ λογικόν μου πρόβατον, τὸ ἀπολωλός,
οὐ δύναμαι μὴ ἀποδοῦναι τὴν προτέραν εὐγένειαν,
οὐ δύναμαι μὴ συναριθμῆσαι τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα προβάτοις·
διά γὰρ τοῦτο καὶ μόνον ἐπί τῆς γῆς κατελήλυθα καὶ τὸν λύχνον ἀνῆψα,
τὴν σάρκα μου τὴν οἰκείαν καὶ τὴν οἰκίαν ἐσάρωσα καὶ τὰς φίλας Δυνάμεις τὰς οὐρανίους συνεκαλεσάμην ἐπευφρανθῆναι τῇ τούτου εὑρέσει.
Πάντα οὖν τὰ τοιαῦτα ὡς ἀγαθός καὶ φιλάνθρωπος ἐχαρίσω μοι, Δέσποτα,
ἐγὼ δὲ πάντων καταφρονήσας ὁ ἄθλιος, εἰς ἀλλοτρίαν καὶ μακράν χώραν τῆς ἀπωλείας ἀπέδρασα.
Ἀλλ' αὐτὸς με, πανάγαθε, πάλιν ἐπανάγαγε καὶ μὴ ὀργισθῇς μοι τῷ τάλανι,
Κύριε, μηδὲ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, εὔσπλαγχνε, ἀλλὰ μακροθύμησον καὶ ἔτι ἐπ' ἐμοὶ.
Μὴ σπεύσῃς ἐκκόψαι με ὡς τὴν συκῆν τὴν ἄκαρπον, μηδὲ κελεύσῃς ἄωρον ἐκ τοῦ βίου θερίσαι με,
ἀλλὰ δός μοι ζωῆς προθεσμίαν καὶ ὁδήγησόν με εἰς μετάνοιαν, Κύριε,
καὶ «μή τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, Δέσποτα, μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσης με».
«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι τῇ ψυχῇ»,
ἀσθενής εἰμι τῷ λογισμῷ,
ἀσθενής τῇ γνώμη,
ἀσθενής τῇ προαιρέσει.
Ἐξέλιπε γὰρ μου ἡ ἰσχύς, ἐξέλιπέ μου ὁ χρόνος,
ἐξέλιπον ἐν ματαιότητι ἡμέραι μου πᾶσαι καὶ τὸ τέλος ἐφέστηκεν.
Ἀλλ' ἄνοιξον, ἄνοιξον, ἄνοιξόν μοι, Κύριε, ἀναξίως κρούοντι καὶ μὴ ἀποκλείσῃς μοι τὴν θύραν τῆς εὐσπλαγχνίας Σου.
Ἐάν γὰρ Σὺ κλείσης, τίς μοι ἀνοίξει;
Ἐάν Σὺ μὴ με ἐλεήσης, τίς μοι βοηθήσει;
Οὐδείς ἄλλος, οὐδείς, εἰ μὴ Σὺ ὁ φύσει ἐλεήμων καὶ εὔσπλαγχνος.
«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενὴς εἰμι»·
Ἐξενεύρισε γάρ με ὁ ἐχθρὸς καὶ ἀσθενῆ καὶ συντετριμμένον ἐποίησεν,
ὁ ἀσθενής δὲ καὶ συντετριμμένος οὐ δύναται ἀναστῆσαι ἑαυτόν,
οὐ δύναται ἰάσασθαι ἑαυτόν,
ὁ συντετριμμένος οὐ δύναται βοηθήσαι ἑαυτῷ,
λοιπόν ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι...
«Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα»·
Σωματικὸς καὶ ψυχικός με κατέλαβε τάραχος, Δέσποτα,
ὅτι σαρκικοῖς περιέπεσα πάθεσιν,
ὅτι καὶ τὴν σάρκα καὶ τὴν ψυχήν τοῖς δαίμοσιν ἐποίησα παίγνιον.
Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου τὰ συνδεσμοῦντα τὸν ἔσω ἄνθρωπον.
Ποῖα ταῦτα; Ἡ πίστις, ἡ φρόνησις, ἡ ἐλπίς, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐγκράτεια, ἡ εὐσέβεια, ἡ πραότης, ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ ἡ ἐλεημοσύνη.
Ταύτα τὰ ὀστᾶ συνετρίβησαν, Δέσποτα,
«ἀλλ' ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».
Ὁρῶ γὰρ λοιπόν τὴν ὥραν τῆς ζωῆς μου προφθάσασαν, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ τὴν πρός τὰ ἐκεῖσε χαλεπήν ὁδὸν καὶ μακράν, κἀμέ πρός τὰ ἐκεῖσε ἐμαυτόν ἑτοίμως μὴ ἔχοντα, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ τὸν δανειστήν ἀπαιτοῦντά με καὶ μὴ ἀποδοῦναι ἰσχύοντα, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ τὸν λογοθέτην μου τὸ χειρόγραφον ἐπισείοντα καὶ τοὺς δημίους βρύχοντας κατ' ἐμοῦ, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὁρῶ πολλούς κατηγοροῦντάς με καὶ οὐδὲνα συνήγορον, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
Ὅλος δι' ὅλου ταραχῆς καὶ σκοτοδίνης πεπλήρωμαι καὶ ἀγωνιῶ καὶ τρέμω καὶ φρίττω καὶ τὰ σπλάγχνα σπαράττομαι καὶ τί πράξω οὐκ ἐπίσταμαι ἤ ποίῳ προσώπῳ τὸν Κριτήν μου θεάσωμαι!
Ἰλιγγιῶ, ταράττομαι, συνέχομαι καὶ ἀμηχανῶ, καὶ λοιπόν ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.
«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».
Ὁ πονηρὸς διενοχλεῖν οὐ παύεται, οἱ ἐχθροὶ μου τοῦ πολεμεῖν οὐκ ἀφίστανται, ὁ ἐμφύλιος τῆς σαρκός πόλεμος καταφλέγει με πάντοτε, οἱ πονηροί λογισμοί οὐδαμῶς ἡσυχάζουσι.
«Καί Σύ Κύριε, ἕως πότε;». Ἰδοὺ ὁρᾷς, Κύριε, πάντα τὰ κατ' ἐμέ, ὅτι ἄπορα καὶ ἐλεεινὰ.
Ἰδοὺ βλέπεις τὴν κατ' ἐμοῦ ἔνστασιν καὶ τὸν πόλεμον τοῦ σώματος καὶ τὴν κάμινον τῶν παθῶν καὶ τὴν ἀτονίαν τῆς ψυχικῆς μου δυνάμεως.
Λοιπόν, Κύριε, ἕως πότε οὐ συμπαθεῖς;
Ἕως πότε οὐκ ἐκδικεῖς; Ἕως πότε οὐ σπεύδεις; Ἕως πότε οὐ βλέπεις; Ἕως πότε παρορᾷς;
Κύριε, ἐν τῷ ἐλέει Σου σῶσόν με.
Μὴ παρίδῃς με, Κύριε, τὸν ἀνάξιον, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου.
Ἡ γὰρ Σὴ παρόρασις ἐμὴ κατάπτωσις γίνεται, Δέσποτα.
«Δι'ὅ ἐπίστρεψον, Κύριε, ρῦσαι τὴν ψυχήν μου καὶ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».
Ὡς συμπαθὴς ἐλέησον, ὡς ἐλεήμων συμπάθησον, ὡς φιλάνθρωπος σῶσόν με, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου, πονηρὰ γὰρ εἰσιν.
Οὐχ ἕνεκεν τῶν πόνων μου, ἀσθενὴς γάρ εἰμι.
Οὐχ ἕνεκεν τῶν λογισμῶν ἤ τῶν λόγων μου, ρυπαροὶ γάρ εἰσι καὶ ἀκάθαρτοι, ἀλλ' ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, πολυέλεε Κύριε, σῶσόν με.
Εἰ δὲ δικάσασθαι πρός με βούλει, Δέσποτα, ἐγὼ πρῶτος ἐκφέρω κατ' ἐμαυτοῦ τὴν ψῆφον.
Ἐγώ καταδιαμαρτύρομαι ὅτι ἄξιος θανάτου εἰμί. Λοιπόν σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, εἰς τὴν φιλανθρωπίαν Σου καταφεύγω, Πανάγαθε. Οὐκ ἔχω τί Σοι προσαγαγεῖν ἄξιον, ἐλεημοσύνην ζητῶ, μὴ ἀπαιτήσῃς με τὴν ταύτης τιμήν.
«Μνήσθητι τῶν λόγων Σου, Κύριε, ὅτι ἐπιμελῶς ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τὰ πονηρά ἐκ νεότητος αὐτοῦ». Καὶ «ἄνθρωπος ματαιότητι ὡμοιώθη καὶ αἱ ἡμέραι αὐτοῦ ὡσεὶ σκιά παράγουσι». Καί «ούδείς καθαρός ἀπὸ ῥύπου». Καὶ ὅτι «ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου». Ἐάν γὰρ ἀνομίας παρατηρήσῃς ἡμῶν, οὐδεὶς ὑποστήσεται, Κύριε, δι' ὅ σῶσόν με τὸν ἀνάξιον δούλόν Σου ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐκ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου.
Ἐάν γὰρ τὸν ἄξιον ἐλεήσῃς, οὐδὲν θαυμαστόν. Ἐάν τὸν δίκαιον σώσῃς, οὐδὲν ξένον. «Σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου», ἐπ' ἐμοὶ τὸ ἔλεός Σου θαυμάστωσον, Κύριε, εἰς ἐμὲ τὴν εὐσπλαγχνίαν Σου ἐμφάνισον, Δέσποτα, εἰς ἐμὲ τὴν φιλανθρωπίαν Σου μεγάλυνον, Ἅγιε.
Δεῖξον ἐπ' ἐμοί, Κύριε, τὰ ἀρχαῖα ἐλέη Σου, ὅτι τοὺς μέν δικαίους σῲζεις καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς ἐλεεῖς. Μὴ νικήσῃ ἡ ἐμὴ κακία τὴν Σήν ἀγαθότητα, Κύριε, μηδὲ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου.
Ἐάν γὰρ θελήσῃς μετ' ἐμοῦ δικάσασθαι, φραγήσεταί μου τὸ στόμα, μὴ ἔχον τὶ φθέγξασθαι ἤ τὶ ἀπολογήσασθαι.
Δι' ὅ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου, μηδὲ ἐπισταθμήσῃς τὰς ἐμὰς ἁμαρτίας τῇ Σῇ ἀπειλῇ.«Ἀλλ' ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον». Καί «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ τὸ ἔλεός Σου καταδιώξῃ με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου». Καταδιωξάτω με τὸ ἔλεός Σου, Κύριε, τὸν κακῶς ἀπὸ Σοῦ φεύγοντα, τὸν ἀεί ἀπὸ Σοῦ δραπετεύοντα καὶ πρός τὴν ἁμαρτία ἀεί κακῶς ἀποτρέχοντα.
Τοῦτο μόνον ἐπικαλοῦμαι καὶ ἱκετεύω καὶ δέομαι, «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».
Σῶσόν με πρὸ τοῦ με ἀπελθεῖν εἰς τὰ ἐκεῖσε δικαστήρια, ἤ μᾶλλον τἀληθές εἰπεῖν, εἰς τὰ ἐκεῖσε κολαστήρια, ἔνθα οὐκ ἔστι μετάνοια οὔτε ἐξομολόγησις. «Ἐν γὰρ τῷ ἃδῃ φησί, τίς ἐξομολογήσεταί Σοι;
Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, ὅτι οὐκ έστιν ἐν τῷ θανάτω ὁ μνημονεύων Σου», οὐδὲ ἐν τῷ ἃδῃ ὁ ἐξομολογούμενος. Ἐκεῖ γὰρ οὐκ ἔστι μετάνοια, οὐκ ἔστιν ἄφεσις τοῖς ὧδε μὴ μετανοοῦσι μηδὲ ἐξομολογουμένοις.
«Δι' ὅ σῶσόν με μετανοοῦντά Σοι καὶ ἐξομολογούμενον τὸν ἀνάξιον δοῦλόν Σου, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου».
Σὺ γὰρ εἶπας, Κύριε, «ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν» καὶ «ὅσα ἄν αἰτήσητε πιστεύοντες, λήψεσθε».
Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, φιλάνθρωπε Δέσποτα, ἵνα καὶ ἐπ' ἐμοὶ δοξασθῇ τὸ πανάγιον καὶ ὑπερδεδοξασμένον ὄνομά Σου, Κύριε ὁ Θεός μου, ὁ δι' ἐμὲ κατ' ἐμὲ γεγονώς, ὡς ἄν κἀγὼ μετὰ πάντων τῶν ἁγίων συναριθμηθεὶς δοξάζω Σε τὸν ὑπεράγαθον καὶ φιλάνθρωπον Θεόν μου Ἰησοῦν Χριστὸν σὺν τῷ ἀνάρχῳ Σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ Σου Πνεῦματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΠΗΓΗ:orthodoxfathers

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Πόση γη χρειάζεται ένας άνθρωπος

( μερική διασκευή)

Ο Παχώμιος ήταν ένας Ρώσος γαιοκτήμονας που αποφάσισε να μεγαλώσει την περιουσία του αγοράζοντας γη. Τυχαία άκουσε από έναν άλλο γαιοκτήμονα ότι οι Μπασκίρ, μια νομαδική φυλή της στέπας πούλησαν στον ίδιο για 1000 ρούβλια μεγάλη έκταση. Ήταν πολύ καλή αγορά. Στην συνέχεια ο ίδιος γαιοκτήμονας τον συμβούλεψε αγοράσει κι αυτός από εκεί γη φροντίζοντας όμως πρώτα κατά την επίσκεψη του να τους προσφέρει δώρα. 
 
Ο Παχώμιος μετά από ένα επταήμερο ταξίδι έφτασε στην περιοχή της φυλής των Μπασκίρ , και δέχτηκε την φιλοξενία απο αυτόν τον λαό της στέπας. Συναντήθηκε με τον αρχηγό και αφού πρόσφερε τα δώρα τους ζήτησε να αγοράσει γη. Αυτοί δέχτηκαν με ευχαρίστηση να του πουλήσουν γη αλλά μόνο με τους δικούς τους όρους . Δεν θα του πουλούσαν τη γη τους με το στρέμμα αλλά με την ημέρα. Θα την αγόραζε από αυτούς για 1000 ρούβλια και θα γινόταν δική του τόση έκταση γής όση θα χάραζε ο ίδιος περπατώντας  και αφήνοντας πάνω της σημάδια, σε χρονικό διάστημα μιας ημέρας. Θα έπρεπε όμως την ίδια μέρα να γυρίσει πίσω στο σημείο από το οποίο ξεκίνησε. Διαφορετικά, αν δεν κατάφερνε να γυρίσει πριν τη δύση του ήλιου, θα έχανε την έκταση της γης θα έχανε και τα ρούβλια. Ο Παχώμιος δέχτηκε την πρόταση και συμφώνησε για την άλλη μέρα. 
 
Το ίδιο βράδυ δεν κοιμήθηκε παρά λίγες ώρες το πρωί. Και σε αυτό το διάστημα του ύπνου είδε ένα όνειρο. Στην αρχή είδε τον αρχηγό της φυλής να γελάει αλλά πλησιάζοντας είδε ότι δεν ήταν ο αρχηγός αλλά ο γαιοκτήμονας που του είχε πει για τη φυλή, αλλά πλησιάζοντας πάλι είδε ότι δεν ήταν ο γαιοκτήμονας αλλά ένας παλιός γνωστός του και μετά πάλι πρόσεξε ότι δεν ήταν πάλι αυτός αλλά ήταν ο διάβολος με οπλές και κέρατα που γελούσε και μπροστά του ήταν ένας άντρας κατάκοιτος με παντελόνι και πουκάμισο και μέσα στο όνειρο του κοίταξε καλύτερα τον άνδρα αυτόν και είδε ότι ήταν νεκρός και ο άνδρας αυτός ήταν ο ίδιος ο εαυτός του.
Και σκέφτηκε τι να σημαίνει αυτό το όνειρο.

Αλλά ξημέρωσε και με τους Μπασκίρ και τον αρχηγό τους ανέβηκαν σε ένα λόφο στη μέση της στέπας για να ξεκινήσουν. Ο αρχηγός του είπε. “Δες τη γή, όλη αυτή είναι δική μας και μπορείς να έχεις όποιο κομμάτι θέλεις.” Το μάτι του Παχώμιου γυάλισε κοιτάζοντας τη στέπα που φάνταζε γύρω του τεράστια και γόνιμη. Σε ένα στρογγυλό καπέλο βάλανε μέσα τα ρούβλια.
”Αυτό θα είναι το σημάδι , είπε ο αρχηγός, από εδώ θα ξεκινήσεις και εδώ θα επιστρέψει. Όλη η γη που θα γυρίσεις θα είναι δική σου.”

Ο Παχώμιος πήρε μαζί του νερό ψωμί και ένα φτυάρι για να κάνει σημάδια στο χώμα, και αμέσως μόλις βγήκε ο ήλιος ξεκίνησε κατά την ανατολή με σκοπό να κάνει ένα μεγάλο τετράγωνο και να γυρίσει στο ίδιο σημείο. Η μέρα ήταν μεγάλη σε διάρκεια 
 
Το πρωί έκανε δροσιά και ήταν ξεκούραστος. Ξεκίνησε χωρίς να βιάζεται. Ανά τακτά διαστήματα έσκαβε με το φτυάρι κάνοντας σημάδια για να χαράξει την περιοχή που αγόρασε. Περπάτησε 3 μίλια και έκανε στροφή αριστερά. Πίσω του ίσα που φαινόταν ο λόφος με τους άλλους. Ο ήλιος σιγά σιγά ανέβαινε ψηλά και η ζέστη άρχισε να γίνεται μεγάλη . Θα έκανε άλλα 3 μίλια και θα έστριβε αριστερά. Τον έπιασε όμως το μεσημέρι λίγο πριν στρίψει αριστερά για δεύτερη φορά. Εκεί κάθισε να φάει και να πιει και να ξεκουραστεί λίγο και ενώ ήθελε να κοιμηθεί δεν κοιμήθηκε μήπως δεν προλάβει να επιστρέψει. Αλλά εκεί πρόσεξε μπροστά του μια περιοχή που θα μπορούσε να φυτέψει λινάρι και να τη χρησιμοποιήσει. Το φαγητό τον είχε τονώσει αρκετά. Συνέχισε τότε την ίδια πορεία χωρίς να στρίψει και σημάδεψε κι αυτή την έκταση. Τώρα όμως στο βάθος ίσα που φαινόταν ο λόφος. Στρίβει αριστερά για να πιάσει την τρίτη πλευρά τους τετραγώνου. Τότε βλέπει ότι ο ήλιος ήταν σε κάθοδο. Αφού περπάτησε 2 μίλια αποφάσισε να προχωρήσει ευθεία προς τον λόφο γιατί απείχε 10 μίλια από αυτόν και κατάλαβε ότι ίσως δεν θα προλάβαινε. 
 
Τα πόδια του όμως τώρα είχαν βαρύνει και η κούραση και η ζέστη ήταν μεγάλη. Άρχισε να τρέχει. Πέταξε ότι είχε πάνω του εκτός από το φτυάρι. Άρχισε να αμφιβάλει αν θα τα καταφέρει. Ο ήλιος πλησίαζε πολύ τον ορίζοντα. 

Τι θα κάνω σκέφτηκε. Άρπαξα μεγάλη έκταση και δεν θα μπορέσω να γυρίσω πριν τη δύση του ήλιου”. Και ο φόβος του έκοβε περισσότερο την ανάσα και ο ιδρώτας κόλλησε πάνω του το παντελόνι και το πουκάμισο. Η αναπνοή του ήταν σαν το φυσερό του σιδερά και η καρδιά του χτυπούσε σαν σφυρί. Τον κατέλαβε τρόμος και νόμιζε ότι θα πεθάνει από την ένταση.

Άρχισε να σκέφτεται, “μετά από τόσο μεγάλο δρόμο που έκανα θα με πούνε βλάκα αν σταματήσω τώρα”. Και ξεκίνησε να τρέχει περισσότερο. Άκουσε γέλια από τους Μπασκίρ και έτρεξε ακόμη περισσότερο

Ο ήλιος πλησίαζε στον ορίζοντα και ήταν έτοιμος να δύσει. Αλλά και αυτός ήταν αρκετά κοντά στον στόχο του. Μπορούσε να δει τους ανθρώπους στο λόφο να του κουνάνε τα χέρια τους για να βιαστεί. Μπορούσε ακόμα να δει και το καπέλο με τα χρήματα και τον αρχηγό να κάθεται πίσω από αυτά. Και ο Παχώμιος θυμήθηκε το όνειρό του.


Υπάρχει τεράστια έκταση , σκέφτηκε, αλλά θα με αφήσει ο Θεός να ζήσω σ' αυτή; Έχασα τη ζωή μου , έχασα τη ζωή μου, δεν θα μπορέσω να φτάσω εκεί!”

Ο Παχώμιος κοίταξε τον ήλιο που έφτασε στη γη και μια πλευρά του είχε ήδη εξαφανιστεί. Με όση δύναμη του απέμεινε κίνησε το κορμί του μπροστά για να μην πέσει. Μόλις όμως έφτασε κάτω από το λόφο έπεσε γκρι σκοτάδι. Κοίταξε πάνω και ο ήλιος είχε ήδη κρυφτεί. Φώναξε : “όλος μου ο κόπος πήγε χαμένος”, και ήταν έτοιμος να σταματήσει αλλά αυτοί που ήταν επάνω στο λόφο τον φώναζαν και κατάλαβε ότι χαμηλά φαινόταν ότι ο ήλιος έδυσε αλλά στον λόφο μπορούσαν ακόμη να τον δούνε. Πήρε μια βαθιά αναπνοή και έτρεξε προς τα πάνω. Ήταν ακόμη μέρα.
Έφτασε στην κορυφή και είδε το καπέλο. Πίσω του στεκόταν ο αρχηγός γελώντας και κρατώντας τα πλευρά του. Ξανά ο Παχώμιος θυμήθηκε το όνειρό του και αναστέναξε, μετά κατέρρευσαν τα πόδια του και πέφτοντας μπροστά έφτασε το καπέλο με τα χέρια του.

Τι καλός φίλος”, αναφώνησε ο αρχηγός. “Απέκτησε πολλή γη”.

Ο υπηρέτης του Παχώμιου ήρθε τρέχοντας και προσπάθησε να τον σηκώσει, μα είδε ότι αίμα έτρεχε από το στόμα του. Ο Παχώμιος ήταν νεκρός. 
 
Οι Μπασκίρ χτύπησαν τις γλώσσες τους για να δείξουν τη λύπη τους.

Ο υπηρέτης του σήκωσε το φτυάρι και έσκαψε ένα τάφο αρκετά μεγάλο για τον Παχώμιο και τον έθαψε μέσα. Δύο μέτρα γη, από το κεφάλι μέχρι τα πόδια, ήταν όσο του χρειαζόταν.

Λέων Τολστόι 

Στην αγγλική γλώσσα ολόκληρη η ιστορία είναι εδώ:  
http://www.katinkahesselink.net/other/tolstoy.html

Για τους Μπασκίρ μπορείτε να διαβάσετε εδώ: 
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%80%CE%B1%CF%83%CE%BA%CE%AF%CF%81 

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Γιατί έχει ο σατανάς τόση δύναμι να πολεμά τον άνθρωπο και γιατί παραχωρεί ο Θεός να πειράζεται και να εξαπατάται από την αμαρτία το πλάσμα Του;

Γέροντας Κλεόπας Ηλιέ


Ο σατανάς δεν έχει την δύναμι και την άδεια να κυριεύη, να ξεγελά ή να εξαναγκάζη την θέλησι του άνθρωπου για την αμαρτία. Αυτός μόνο τον πειράζει με κάθε είδους τεχνάσματα, φαντασίες, εν­θυμήσεις, με τις αισθήσεις, με τις φυσικές αδυναμίες, με την ηδονή του κόσμου, με τους λογισμούς κ.λ.π. Ο σατανάς ουδέποτε φανε­ρώνει στον άνθρωπο το πρόσωπό του, δεν αποκαλύπτεται κατευ­θείαν σαν εχθρός στον άνθρωπο.

Αλλά τον πολεμά κρυφά ή φανερά ή με τους κακούς ανθρώπους, χρησιμοποιώντας κάθε είδους τεχνά­σματα πονηρά, ώστε να μην αποκαλυφθή ο ίδιος, διότι ο σκοπός του είναι η πτώσις μας στην αμαρτία και η απώλειά μας. Αυτός ονο­μάζεται πειρασμός και πατήρ του ψεύδους διότι με τους πειρασμούς και τις ψεύτικες παγίδες του θέλει να μας οδηγήση στην αμαρτία. Ο σατανάς ακόμη εκβιάζει την θέλησί μας, υποδαυλίζει τα πάθη και τις σαρκικές ορέξεις της ψυχής και του σώματος, δημιουργεί αφορμές για την εκτέλεσι αμαρτιών, μας στριφογυρίζει πάντοτε τον νου στις πτώσεις μας, αλλά δεν έχει την θέλησι και άδεια από τον Θεό να μας πιέση για την διάπραξι της αμαρτίας, διότι τότε δεν θα είχαμε καμμιά ένοχη, ούτε τιμωρία και κανείς δεν θα λυτρωνόταν από τις παγίδες του.

Όμως, εάν ο άνθρωπος εξασθενή κατά την θέ­λησί του και την προσευχή, εάν γλυκαίνεται από τα δελεάσματα του διαβόλου και συγκατατίθεται στην αμαρτία, τότε δεν είναι γι' αυτό ένοχος ο διάβολος, αλλά ο άνθρωπος. Γι' αυτό του δόθηκε φύλαξ άγγελος για να τον βοηθή, να του χαρίζη την Χάρι του Αγίου Πνεύ­ματος, να τον ενισχύη, να τον οδηγή στην εκκλησία, στην εξομολόγησι, δηλαδή στην κάθαρσι των αμαρτιών του και ο Πνευματικός να τον συμβουλεύη και να τον συγχωρή. Γι' αυτό του υπόσχεται και μισθό, εάν νικήση, ή τιμωρία, εάν νικηθή. Ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να πειράζη τον άνθρωπο, για να τον κάνη δυνατώτερο στην πίστι και ο άνθρωπος να έχη όλη την φροντίδα της σωτηρίας του μόνο στον Θεό, και όχι στις δυνάμεις του. Επίσης ο πιστός άνθρω­πος, όταν αγωνίζεται περισσότερο, θα έχη περισσότερο μισθό από τον Θεό. Ο Θεός αφήνει τον σατανά να πειράζη τον άνθρωπο αλλά δεν επιτρέπει στον διάβολο να τον πειράξη παραπάνω από τις δυνά­μεις του (Α' Κορ. 10,13). Μόνο ο υπερήφανος και άπιστος αφήνεται από τον Θεό να πειράζεται από τον διάβολο μέχρις ότου ταπεινωθή και ζητήση την βοήθεια του Θεού και των λειτουργών Του. Στον άνθρωπο όμως του προσφέρεται η δύναμις να νικήση και απομακρύνη τον διάβολο (Εφ. 6,11 Πέτρου 5,9).

Ποια είναι τα σπουδαιότερα όπλα με τα οποία νικούμε τους
πειρασμούς του διαβόλου;

Δύο είναι τα μεγαλύτερα όπλα με τα οποία νικούμε όλες τις διαβολικές παγίδες. Πρώτα είναι η αγία προσευχή και μετά η ταπείνωσις. Προσευχόμεθα πάντοτε στον Ουράνιο Πατέρα μας, λέγον­τας:-«Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού» (Ματθ. 6,13). Δηλαδή ζητάμε από τον Θεό να μη επιτρέψη να πειρασθούμε υπεράνω των δυνάμεών μας και να μας λύ­τρωση απ' όλες τις παγίδες του πονηρού. Οπότε λοιπόν, σε κάθε πειρασμική περίστασι πρέπει να προσευχώμεθα με επιμονή, με δά­κρυα, με νηστεία και με συντετριμμένη καρδιά. Οι Πατέρες μάς συ­νιστούν να λέγωμεν πάντοτε την ευχή του Ιησού, ιδιαίτερα σε καιρό του πειρασμού, διότι το όνομα του Κυρίου βγαίνει σαν ένα σπαθί από την καρδιά μας και φονεύει τους νοητούς εχθρούς.

Το δεύτερο όπλο κατά των διαβολικών επιθέσεων είναι η ταπείνωσις. Άκουσε τι λέγει ο Δαβίδ: «Εταπεινώθην και έσωσέ με ο Κύ­ριος» (Ψαλμ. 114,6). Όταν είμεθα περικυκλωμένοι από πάθη και πειρασμούς να ταπεινούμεθα από τα βάθη της καρδίας μας, δηλα­δή, να θεωρούμε τους εαυτούς μας τους πιο αμαρτωλούς, λέγοντας ότι για τις αμαρτίες μας και την υπερηφάνειά μας πειραζώμεθα και τότε θα φύγη ο διάβολος από κοντά μας, διότι το ισχυρότερο πυρ, που κατακαίει τον διάβολο είναι η ταπείνωσις, η προσευχή, τα δά­κρυα και η νηστεία. Άλλα όπλα σε περίοδο πειρασμών είναι: Η καρτερική στους πειρασμούς υπομονή, η συχνή εξομολόγησις των λογισμών, η ανάγνωσις των ιερών βιβλίων, η αποφυγή αφορμών για αμαρτίες, η Θεία Κοινωνία, η σιωπή, η αποδέσμευσις από τα εγκό­σμια έργα και άλλα.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη 1992


ΠΗΓΗ:IΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΟΧΩΡΙΟΥ

Σάββατο 7 Μαΐου 2011

Η φυγή του Δαυίδ


Ματθ 12,3-4
3 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ ἀνέγνωτε τί ἐποίησε Δαυῒδ ὅτε ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ; 4 πῶς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγεν, οὓς οὐκ ἐξὸν ἦν αὐτῷ φαγεῖν οὐδὲ τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ, εἰ μὴ μόνοις τοῖς ἱερεῦσι;

Βασιλειών Α΄ 21

ΚΑΙ ἀνέστη Δαυὶδ καὶ ἀπῆλθε, καὶ ᾿Ιωνάθαν εἰσῆλθεν εἰς τὴν πόλιν. 2 καὶ ἔρχεται Δαυὶδ εἰς Νομβὰ πρὸς ᾿Αβιμέλεχ τὸν ἱερέα. καὶ ἐξέστη ᾿Αβιμέλεχ τῇ ἀπαντήσει αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· τί ὅτι σὺ μόνος καὶ οὐθεὶς μετὰ σοῦ; 3 καὶ εἶπε Δαυὶδ τῷ ἱερεῖ· ὁ βασιλεὺς ἐντέταλταί μοι ρῆμα σήμερον καὶ εἶπέ μοι· μηδεὶς γνώτω τὸ ρῆμα, περὶ οὗ ἐγὼ ἀποστέλλω σε καὶ ὑπὲρ οὗ ἐγὼ ἐντέταλμαί σοι· καὶ τοῖς παιδαρίοις διαμεμαρτύρημαι ἐν τῷ τόπῳ τῷ λεγομένῳ Θεοῦ πίστις, Φελλανὶ ᾿Αλεμωνί· καὶ νῦν εἰ εἰσὶν ὑπὸ τὴν χεῖρά σου πέντε ἄρτοι, δὸς εἰς χεῖρά μου τὸ εὑρεθέν. 4 καὶ ἀπεκρίθη ὁ ἱερεὺς τῷ Δαυίδ, καὶ εἶπεν· οὐκ εἰσὶν ἄρτοι βέβηλοι ὑπὸ τὴν χεῖρά μου, ὅτι ἀλλ᾿ ἢ ἄρτοι ἅγιοί εἰσιν· εἰ πεφυλαγμένα τὰ παιδάριά ἐστιν ἀπὸ γυναικός, καὶ φάγεται. 5 καὶ ἀπεκρίθη Δαυὶδ τῷ ἱερεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀλλὰ ἀπὸ γυναικὸς ἀπεσχήμεθα ἐχθὲς καὶ τρίτην ἡμέραν· ἐν τῷ ἐξελθεῖν με εἰς ὁδὸν γέγονε πάντα τὰ παιδία ἡγνισμένα, καὶ αὐτὴ ἡ ὁδὸς βέβηλος, διότι ἁγιασθήσεται σήμερον διὰ τὰ σκεύη μου. 6 καὶ ἔδωκεν αὐτῷ ᾿Αβιμέλεχ ὁ ἱερεὺς τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, ὅτι οὐκ ἦν ἐκεῖ ἄρτος, ἀλλ᾿ ἢ ἄρτοι τοῦ προσώπου οἱ ἀφῃρημένοι ἐκ προσώπου Κυρίου τοῦ παρατεθῆναι ἄρτον θερμὸν ᾗ ἡμέρᾳ ἔλαβεν αὐτούς. 7 καὶ ἐκεῖ ἦν ἓν τῶν παιδαρίων τοῦ Σαοὺλ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ συνεχόμενος νεεσσαρὰν ἐνώπιον Κυρίου, καὶ ὄνομα αὐτῷ Δωὴκ ὁ Σύρος νέμων τὰς ἡμιόνους Σαούλ. 8 καὶ εἶπε Δαυὶδ πρὸς ᾿Αβιμέλεχ· ἰδὲ εἰ ἔστιν ἐνταῦθα ὑπὸ τὴν χεῖρά σου δόρυ ἢ ρομφαία, ὅτι τὴν ρομφαίαν μου καὶ τὰ σκεύη οὐκ εἴληφα ἐν τῇ χειρί μου, ὅτι ἦν τὸ ρῆμα τοῦ βασιλέως κατὰ σπουδήν. 9 καὶ εἶπεν ὁ ἱερεύς· ἰδοὺ ἡ ρομφαία Γολιὰθ τοῦ ἀλλοφύλου, ὃν ἐπάταξας ἐν τῇ κοιλάδι ᾿Ηλά, καὶ αὐτὴν ἐνειλημμένη ἦν ἐν ἱματίῳ· εἰ ταύτην λήψῃ, σεαυτῷ λαβέ, ὅτι οὐκ ἔστιν ἑτέρα πάρεξ ταύτης ἐνταῦθα. καὶ εἶπε Δαυίδ· ἰδοὺ οὐκ ἔστιν ὥσπερ αὐτή, δός μοι αὐτήν. 10 καὶ ἔδωκεν αὐτὴν αὐτῷ· καὶ ἀνέστη Δαυὶδ καὶ ἔφυγεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐκ προσώπου Σαούλ.

Καὶ ἦλθε Δαυὶδ πρὸς ᾿Αγχοῦς βασιλέα Γέθ. 11 καὶ εἶπον οἱ παῖδες ᾿Αγχοῦς πρὸς αὐτόν· οὐχὶ οὗτος Δαυὶδ ὁ βασιλεὺς τῆς γῆς; οὐχὶ τούτῳ ἐξῆρχον αἱ χορεύουσαι λέγουσαι· ἐπάταξε Σαοὺλ ἐν χιλιάσιν αὐτοῦ καὶ Δαυὶδ ἐν μυριάσιν αὐτοῦ; 12 καὶ ἔθετο Δαυὶδ τὰ ρήματα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ καὶ ἐφοβήθη σφόδρα ἀπὸ προσώπου ᾿Αγχοῦς βασιλέως Γέθ. 13 καὶ ἠλλοίωσε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐνώπιον αὐτοῦ καὶ προσεποιήσατο ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ καὶ ἐτυμπάνιζεν ἐπὶ ταῖς θύραις τῆς πόλεως καὶ παρεφέρετο ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ καὶ ἔπιπτεν ἐπὶ τὰς θύρας τῆς πύλης, καὶ τὰ σίελα αὐτοῦ κατέρρει ἐπὶ τὸν πώγωνα αὐτοῦ. 14 καὶ εἶπεν ᾿Αγχοῦς πρὸς τοὺς παῖδας αὐτοῦ· ἰδοὺ ἴδετε ἄνδρα ἐπίληπτον, ἱνατί εἰσηγάγετε αὐτὸν πρός με; 15 μὴ ἐλαττοῦμαι ἐπιλήπτων ἐγώ, ὅτι εἰσαγηόχατε αὐτὸν ἐπιληπτεύεσθαι πρός με; οὗτος οὐκ εἰσελεύσεται εἰς οἰκίαν.

Απόδοση


Έφυγε ο Δαυίδ μετά την ειδοποίηση του Ιωνάθαν ότι ο βασιλίάς Σαούλ θέλει να τον σκοτώσει και πήγε στην Νομβά στον Αβιμέλεχ τον ιερέα. Αυτός παραξενεύτηκε όταν τον είδε και τον ρώτησε πως ήρθε μόνος του. Ο Δαβίδ του απάντησε ότι εκτελεί επείγουσα αποστολή για τον βασιλιά την οποία δεν πρέπει να φανερώσει σε κανένα και οτι η συνοδεία του έμεινε πίσω στον τόπο που λέγεται πίστη στο Θεό , Φελλανί Αλεμωνί. Επίσης αν του βρίσκονται πέντε άρτοι για να φάνε. Και του απάντησε ο ιερέας ότι έχει μόνο τους αγιασμένους άρτους που είναι προσφορά στο Θεό και οτι αν αυτός και οι συνοδοί του είναι φυλαγμένοι από γυναίκα τότε μόνο θα φάνε. Και του αποκρίθηκε ο Δαυίδ και του είπε ότι απέχουν από γυναίκα τρεις μέρες από τότε που αυτός και οι συνοδοί του βγήκαν στον δρόμο, και γι' αυτούς ήταν κουραστικός και με αυτούς τους άρτους θα χορτάσουν. Και του έδωσε ο ιερέας ο Αβιμέλεχ τους άρτους της προθέσεως που ήταν αφιερωμένοι στο Θεό και ήταν φρεσκοψημένοι. Αλλά έτυχε να είναι εκεί ένας από τους υπηρέτες του Σαούλ ο Δωήκ ο Σύρος . Ζήτησε ο Δαυίδ από τον ιερά να του δώσει δόρυ ή σπαθί με την δικαιολογία ότι έφυγε βιαστικά για να εκτελέσει την εντολή του βασιλιά και δεν πήρε όπλο μαζί του. Και του έδωσε ο ιερέας το σπαθί του Γολιάθ που σκότωσε ο ίδιος στην μονομαχία στην κοιλάδα Ηλά.

Την παρέλαβε ο Δαυίδ και έφυγε και πήγε στον Αγχούς στο βασιλιά της Γέθ στους Φιλισταίους. Εκεί τον αναγνώρισαν ότι ήταν αυτός που μαζί με τον Σαούλ τους νίκησαν στον πόλεμο σκοτώνοντας πολλούς. Ο Δαυίδ μόλις αντιλήφθηκε ότι τον κατάλαβαν φοβήθηκε πολύ το βασιλιά και άρχισε να παριστάνει τον σαλό στις θύρες της πύλης και άρχισε να φωνάζει και να παραφέρεται και να πέφτει κάτω βγάζοντας σάλια από το στόμα του. Και βλέποντας τον ο βασιλιάς έτσι διέταξε να τον διώξουν ως επιληπτικό και άρρωστο.


Παρασκευή 6 Μαΐου 2011

Πνευματική Αντιμετώπιση της Οικονομικής Κρίσης

B’ μέρος της πνευματικά αιχμηρής εισήγησης του δικαστή Βαγγέλη Κωστακιώτη για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης ως χριστιανοί. Το α’ μέρος ήταν ηΠνευματική Ανατομία της Οικονομικής Κρίσης.

+++

Και πρέπει τώρα να μιλήσω για την πνευματική αντιμετώπιση αυτού του μοντέλου. Που όπως είπα όμως δεν αφορά μόνο τους άλλους αλλά και μένα. Μέρος του προβλήματος είμαι. Ατομιστής, ωφελιμιστής, κυνηγός της ευδαιμονίας. Αλήθεια τι να πω; Και το κυριότερο, λέγοντας τα, γιατί όλοι εδώ μέσα τις απαντήσεις αφού τις μάθαμε από μικροί και άρα λίγο πολύ τις ξέρουμε, είμαι υπόλογος απέναντι στο Θεό μου, απέναντι σ’ αυτούς που με μεγάλωσαν και απέναντι στον εαυτό μου.

Η απάντηση στο πρόβλημα νομίζω ότι είναι μια. Εγώ δεν ξέρω άλλη. Αλλαγή νοηματοδότησης της ύπαρξης μας. Που πάει να πει:

Το πρώτον Μνήμη θανάτου. Και ξαφνικά ανατρέπεται το σύμπαν. Ολόκληρη η μέχρι τώρα κοσμοθεωρία καταρρέει. Και όλα παίρνουν τις σωστές τους διαστάσεις. Υπάρχει ένα δεδομένο: το βιολογικό τέλος. Όλα όσα πρεσβεύει το παραπάνω μοντέλο, όλα αυτά για τα οποία αγωνιζόμαστε και αγωνιούμε, χάνουν τη λάμψη τους. Μάταια και εφήμερα. Καταλαβαίνεις ότι αυτή η ζωή της αγωνίας, του άγχους, είναι μια τρέλα άσκοπη. Θα έρθει το βιολογικό τέλος. Για ποιο λόγο περνάμε την ελάχιστη ζωή μας μέσα σ’ αυτή την τρέλα; Έχω ακούσει πολλούς να αυτοκτονούν, αδελφοί μου, γιατί έπαθαν οικονομική καταστροφή και έχασαν όλα τα σπίτια και τα υλικά αγαθά που είχαν. Και θεωρείται απόλυτα φυσιολογικό από τους πολλούς ακόμη και από μας. Η τρέλλα θεωρείται φυσιολογικό. Να αυτοκτονούμε επειδή χάσαμε τα χρήματα! Μα δεν έχω ακούσει ούτε έναν που να καταρρέει επειδή μίσησε το συνάνθρωπο, ούτε επειδή πέθανε ο διπλανός του από τη δική του αδιαφορία. Πολύ, δε, περισσότερο επειδή έχασε το Χριστό, δηλαδή το Αιώνιο και Αληθινό. Η απόλυτη τρέλλα.

Αλλά, για να επανέλθω, όταν μιλάμε για μνήμη θανάτου δεν μιλάμε για παθητική μνήμη που φέρνει αδράνεια, απελπισία και απόγνωση. Ούτε μιλάμε για νιρβάνα. Μιλάμε για ενεργητική κατάσταση που κινητοποιεί κάθε σημείο του μυαλού, της καρδιάς και του κορμιού μας. Έρχεται η επίγνωση και πάλλεται η ύπαρξη σου. Αλλά το πάθος για ζωή τρέπεται στην όντως ζωή. Θέλω να πω προς αυτόν που είναι ο ίδιος η Ζωή. Και ποιος είναι αυτός; Αυτός που δεν είναι εφήμερος αλλά αιώνιος. Αυτός που δεν γεννά αγωνία, αλλά χαρά.

Να σας πω κάτι προσωπικό. Όταν ήμουνα αποτυχημένος οικογενειακά, επαγγελματικά και οικονομικά, τότε που δεν είχα τίποτα και ήμουν το απόλυτο τίποτα για τα κριτήρια αυτής της κοινωνίας, απέκτησα μόνο ένα. Μνήμη θανάτου. Και ήμουν πιο γεμάτος από ποτέ. Γιατί είχα Αυτόν που πληρώνει τα πάντα. Και έφευγα από τη γκαρσονιέρα που έμενα χωρίς να κλειδώνω και χωρίς να έχω κανένα άγχος, γιατί δεν είχα τίποτα. Αυτόν που είχα δεν μπορούσε κανείς να μου τον κλέψει κανείς. Και κυκλοφορούσα στο δρόμο, συναντούσα γνωστούς που πολλοί από αυτούς έκαναν ότι δεν με έβλεπαν. Εμένα όμως δεν με ένοιαζε. Γιατί με γνώριζε ο Γνώστης των πάντων. Και μετά έγινα δικαστής και απέκτησα αναγνωρισιμότητα, δόξα, τίτλους, χρήματα, υλικά αγαθά. Και έχασα τη μνήμη θανάτου. Και έχασα τα πάντα. Γιατί έχασα τον Κύριο των πάντων. Πότε είχα χαρά; Τότε ή τώρα; Πότε περνούσα κρίση; Τότε που δεν είχα τίποτα ή τώρα που έχω;

Ας επανέλθω λοιπόν. Ποιος είναι η Ζωή; Ποιος δίνει νόημα στην ελάχιστη ζωή μου;
Για να απαντήσουμε αρκεί μια μόνο ερώτηση: Ποιος ο νικητής του θανάτου; Αυτός που νίκησε το θάνατο είναι ο μόνος που μπορεί να μας δείξει και το δρόμο της αληθινής ζωής. Κανείς άλλος. Και αρνούμαι πια τα υποκατάστατα.
Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας… Έρχεται λοιπόν ο Χριστός και νικά το θάνατο. Και τι μας λέει;

Εγώ ειμί η Αλήθεια και η Ζωή.
Και τι μας λέει η Ζωή;
Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν…. και ακολουθήτω μοι.

Άρα πρώτη προϋπόθεση: Απαρνησάσθω εαυτόν. Το απόλυτο εγώ του πολιτισμικού μας συστήματος, γίνεται η πλήρης απάρνηση του εαυτού μας, στο δρόμο του Χριστού.
Και Ακολουθήτω μοι. Χωρίς εξηγήσεις. Μας ζητά πλήρη παράδοση. Μας ζητά να τον εμπιστευτούμε. Ή εμπιστεύεσαι και ακολουθείς ή τράβα το δρόμο σου, το δρόμο της ατομικής αγωνίας στον οποίο προσκαλεί ο πολιτισμός μας.
Και αναρωτιέμαι αδελφοί μου: Προς τι τόση αγωνία; Εδώ τάισε τα πετεινά του ουρανού και θα αφήσει εμάς; Μήπως τελικά η αγωνία αυτή υποδηλώνει εγωισμό και έλλειψη εμπιστοσύνης; Μα τότε θα μου πείτε γιατί να πεθαίνουν από την πείνα οι άνθρωποι; Εκείνοι δεν τον εμπιστεύονταν;

Κύριοι, απαντήσεις για όλα δεν έχουμε. Αλλά εμπιστοσύνη ή έχουμε ή δεν έχουμε. Πάει και τελείωσε. Όταν ήμασταν μικρά παιδιά και ο πατέρας μας μας έλεγε ότι κάτι πρέπει να γίνει έτσι, δεν ξέραμε γιατί μας το έλεγε, αλλά αυτός ήξερε. Και τον εμπιστευόμασταν, γιατί ξέραμε ότι μας αγαπά. Η έχουμε λοιπόν τη βαθιά πεποίθηση ότι ο Χριστός μας αγαπά και δεν θα μας αφήσει και πως οτιδήποτε και να μας συμβεί Αυτός που είναι η Αγάπη το επιτρέπει, οπότε καλοδεχούμενο, ή τραβάμε το δρόμο της δικής μας αυτάρκειας. Και η εμπιστοσύνη σημαίνει ότι παραδίδουμε τον εαυτό μας σ’ Αυτόν. Είπε κάποιος άγιος « Κύριε εγώ θέλω να μαι μαζί σου ακόμη και στη κόλαση». Αυτό τα λέει όλα. Εναποθέτω την ύπαρξη μου σ’ αυτόν που είναι η Ζωή και ας κάνει αυτός ότι θέλει. Και έρχεται μια απίστευτη ηρεμία. Η αγωνία που κυριαρχεί στον πολιτισμό μας γίνεται χαρά συνάντησης, διότι συναντήθηκα και σχετίστηκα μ’ Αυτόν που είναι η Ζωή.

Εκτός από την εμπιστοσύνη, τι άλλο μας λέει;

Ακτημοσύνη. Τίποτα να μην αποκτούμε. Γιατί η θέληση για ατομική ιδιοκτησία μας διαφοροποιεί οντολογικά από Αυτόν που τίποτα δεν κρατά για τον εαυτό του.
Και τι άλλο μας λέει;
Αυτός που έχει δυο χιτώνες να δώσει τον ένα. Ο πολιτισμός μας μας λέει αυτός που έχει δυο καράβια να αποκτήσει 1000. Ποιος έχει αγωνία και ποιος χαίρεται πραγματικά; Έχετε δει τους πολύ πλουσίους, που αποτελούν το κοινωνικό πρότυπο, να είναι γαλήνιοι και ήρεμοι; Ή μήπως τους βλέπετε μονίμως σκυθρωπούς πάνω από αριθμούς; Και στον αντίποδα. Σκέφτεστε ποτέ τον Παίσιο ή τον Πορφύριο και τους άλλους καλόγερους αυτού του διαμετρήματος να έχουν αγωνία γιατί είχαν μόνο ένα φαγωμένο ράσο; Εμείς που έχουμε όλα αυτά, πόση αγωνία να αποκτήσουμε και άλλα….Και χάνουμε και την χαρά της προσφοράς.

Και τι άλλο μας λέει ο νικητής του θανάτου;

Τον άρτο ημών τον επιούσιο δως ημίν σήμερον…
Ποιος από μας αδελφοί δεν έχει τον άρτο; Για αυτό αγωνιούμε; Ας είμαστε ειλικρινείς… Δεν μας νοιάζει ο άρτος κι ας βροντοφωνάζουμε κάθε Κυριακή το Πάτερ ημών… Μας νοιάζει οτιδήποτε υλικό μας σερβίρει το κοινωνικό μοντέλο. Όμως τελικά αν ακολουθούσαμε το Χριστό, θα χαμε κάποια αγωνία;
Αυτός που νίκησε το θάνατο μας λέει και άλλα πολλά, που φυσικά δεν μπορούν να χωρέσουν σε μια σύντομη εισήγηση.
Όλα όσα μας λέει, όμως, συνοψίζονται κατά τη γνώμη μου σ’ ένα και μοναδικό: Αγάπα τον πλησίον σου και το συνταρακτικότερο της ιστορίας: αγάπα τον εχθρό σου.

Αδελφοί, γράφουν οι ιστορίες που διδασκόμαστε στο σχολείο ένα σωρό επαναστάσεις. Και δεν αναφέρουν ούτε μια λέξη για την συγκλονιστικότερη επανάσταση. Αγάπα τον εχθρό σου.
Αλήθεια, σκέφτεστε έναν κόσμο που απλά θα άκουγε αυτό που μας είπε αυτός που είναι η Χαρά και η Ζωή; Σκέφτεστε έναν κόσμο που ο καθένας θα αγαπούσε τον άλλον; Όλα αυτά που περιγράψαμε σαν κρίση παραπάνω θα υπήρχαν; Η θα μιλάγαμε για έναν άλλον κόσμο;

Αδελφοί, το πολιτισμικό μας μοντέλο δεν επιδέχεται διορθώσεις. Το πρόβλημά του είναι οντολογικό. Όπως προείπα, όλα τα προβλήματα που γεννά το σύστημα που ζούμε δεν οφείλονται σε παθολογία, αλλά είναι η φυσιολογία του. Απαιτείται άλλος τρόπος συ-νύπαρξης. Και τον δρόμο αυτό μας τον έχει δείξει ο νικητής του θανάτου.

Και είναι ο τρόπος που υπάρχει Αυτός. Ο Τριαδικός αγαπητικός τρόπος ύπαρξης. Που σημαίνει ότι ο άνθρωπος, που πλάστηκε κατ’ εικόνα Θεού και μπορεί να γίνει κατά χάρη Θεός, για να νικήσει το θάνατο ( όχι το βιολογικό τέλος αλλά τον όντως θάνατο) και όλες αυτές τις αγωνίες, πρέπει να αποπειραθεί να βιώσει στο μέτρο του ανθρωπίνου εφικτού την αγαπητική τριαδική κοινωνία. Να επιχειρήσει, δηλαδή, ως μυριουπόστατος με τους άλλους συνανθρώπους του να υπάρξει αγαπητικά με όλους, φίλους και εχθρούς. Η απόλυτη πληρότητα.

Και σ’ αυτόν τον άλλο τρόπο ύπαρξης είμαστε όλοι καλεσμένοι, άξιοι και ανάξιοι. Γιατί ο Θεός αγάπη εστί. Ο Θεός δεν διαλέγει. Ο άνθρωπος επιλέγει εν ελευθερία: ή αποπειράται το ίδιο και όντως ζει ή επιλέγει να είναι νεκρός και ας επιβιώνει βιολογικά. Φυσικά επειδή ο άνθρωπος, επέλεξε να είναι πεπτωκώς, τόσο ως πρόσωπο όσο και ως μέλος μιας θεσμοθετημένης συλλογικής ομάδας, αδυνατεί να φτάσει τέλεια στον τρόπο αυτό ύπαρξης. Αν όμως αυτό δεν είναι απόλυτα εφικτό, σίγουρα είναι εφικτός ο τρόπος ζωής των Αγίων, όταν αναφερόμαστε σε προσωπικό επίπεδο και της Εκκλησίας όταν αναφερόμαστε σε συλλογικό επίπεδο. Εδώ δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Ίδιοι με μας ήταν και οι Άγιοι. Αφού, επομένως, αυτοί μπόρεσαν να ζήσουν μια άλλη ζωή, μπορούμε και μεις. Ας ακολουθήσουμε λοιπόν το παράδειγμά τους και το παράδειγμα της Εκκλησίας.

Και στο τέλος τέλος, ας επιστρατεύσουμε τη μεγαλύτερη δυνατότητα που μας χάρισε για να σχετιστούμε μαζί του και με τους συνανθρώπους μας. Τηνπροσευχή.

Ακούμε στην ιερότερη στιγμή της Θείας Λειτουργίας και της ζωής του ανθρώπου:

« Τα Σα εκ των Σων Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα».

Αυτό είναι όλο το νόημα. Κύριε όλα είναι δικά Σου. Τίποτα δικό μας. Και Εσύ μας τα χάρισες όλα. Όπως χάρισες και τον Εαυτό Σου. Χωρίς αντάλλαγμα και χωρίς διακρίσεις. Και στον φτωχό και στον πλούσιο, στον όμορφο και στον άσχημο, στο νέο και στο γέρο. Και μεις σου προσφέρουμε τώρα τα δικά σου. Δηλαδή την ύπαρξη μας. Κάνε την ότι Εσύ θες γιατί Δική σου είναι. Γιατί Εσύ είσαι η Αγάπη, η Ζωή και η Χαρά και μεις θέλουμε να μετέχουμε στην Αγάπη, στη Ζωή και στη Χαρά.

Πηγή: Άρωμα Ασίας π. Ιωνά

Εικόνα από Carf στο Flickr

ΠΗΓΗ:http://istologio.org

Πνευματική Ανατομία της Οικονομικής Κρίσης

Εξαιρετική ανάλυση του Πατρινού δικαστή Βαγγέλη Κωστακιώτη στην Χριστιανική Στέγη Πατρών από Ορθόδοξη σκοπιά για την οικονομική κρίση (με έντονα οι δικές μας επισημάνσεις).

+++

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Μου είπαν να μιλήσω για την πνευματική αντιμετώπιση της κρίσης που περνά η χώρα μας. Για να φτάσουμε, όμως, να μιλήσουμε γι’ αυτό πρέπει πρώτα να διαγνώσουμε για ποια κρίση μιλάμε. Έχω διαπιστώσει επιχειρώντας να επικοινωνήσω όλα αυτά τα χρόνια με τους άλλους, ότι το πρόβλημα επικοινωνίας που παρατηρείται ανάμεσα σε ζευγάρια, σε φίλους, σε συναδέλφους, ξεκινάει από το ότι οι άνθρωποι λέγοντας τις ίδιες λέξεις εννοούμε διαφορετικά πράγματα. Έτσι, αν δεν δώσουμε ορισμούς, είναι δύσκολο να φτάσουμε τελικά στο συμπέρασμα αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε.

Διαπίστωση πρώτη:

Ο δυτικός κόσμος την τελευταία διετία και οι έλληνες τον τελευταίο χρόνο ανακαλύψαμε ότι υπάρχει μεγάλη οικονομική κρίση. Το κυρίαρχο συναίσθημα είναι η αγωνία μας, με πρώτον εμένα, για το πως θα αντιμετωπίσουμε την κατάσταση.

Μπα τι μου λέτε;
Όταν όλα αυτά τα χρόνια της δικής μας ευμάρειας πέθαιναν κυριολεκτικά εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο κάθε χρόνο από πείνα και δίψα, που ήμασταν; Απλά τότε δεν μας αφορούσε, γιατί δεν ήταν σπίτι μας. Το θυμόμασταν κάθε χρόνο εκεί γύρω στα Χριστούγεννα, με τα αφιερώματα των τηλεοράσεων και την συνηθισμένη εκστρατεία τάχα μου της unicef. Τότε δεν μίλαγε κανένας μας για κρίση, γιατί η Ελλάδα ήταν μέσα στις 25 πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Και κει, στις χώρες του αποκαλούμενου τρίτου κόσμου ( ονομασία και αυτή) μιλάμε για θάνατο όχι για το αν θα έχουμε λιγότερα κινητά ή αυτοκίνητα. Αλήθεια έχετε αναρωτηθεί τι θα σκεφτόταν κάποιος υπήκοος χώρας που δεν έχει νερό να πιει και φαγητό να φάει αν επισκεπτόταν ακόμη και σήμερα την Ελλάδα, τον πηγαίναμε σπίτι μας, του δείχναμε τα υπάρχοντά μας, και του λέγαμε ότι περνάμε μεγάλη οικονομική κρίση; Θα λεγε ότι έχουμε σαλέψει το δίχως άλλο.
Έχω λοιπόν την αίσθηση ότι αν κάτι μας αποκαλύπτεται από αυτή τη συγκυρία, είναι η βαθιά πνευματική φτώχεια τόσο της κοινωνίας μας όσο και του καθένα μας προσωπικά. Όσο περνάμε καλά εμείς άντε και η οικογένειά μας δεν υπάρχει πρόβλημα. Οι άλλοι δεν μας αφορούν. Μόνο η πάρτη μας. Ατομισμός σ’ όλο του το μεγαλείο. Πρώτο χαρακτηριστικό του πολιτισμού μας. Και άρα πρωτίστως πνευματική κρίση.

Αλλά και αυτή που αποκαλούμε καθ’ εαυτή οικονομική κρίση τι είναι;
Απότοκος του ατομισμού, αφού και το πολιτισμικό και οικονομικό σύστημα είναι απόλυτα ατομικιστικό.
Βασικό πολιτισμικό – οικονομικό σχήμα. Ο καθένας ατομικά πρέπει να φροντίσει να αποκτήσει εφόδια, ώστε γινόμενος άξιος, να βρει μια δουλειά με καλά χρήματα και να μπορέσει να γίνει ιδιοκτήτης. Γης – αυτ/των, κινητών και ακινήτων. Πάντως ιδιοκτήτης. Μην ξεχνάμε ότι η ιδιοκτησία θεωρείται από τις σημαντικότερες αξίες του πολιτισμού μας, γι’ αυτό άλλωστε έχει κατοχυρωθεί και προστατεύεται και συνταγματικά. Άρα ο άνθρωπος, κινείται στην ελάχιστη ζωή του με μια αγωνία: Να γίνει ιδιοκτήτης. Ιδιοκτήτης γνώσεων ( εφόδια το λέμε) για να μπορέσει να γίνει ιδιοκτήτης χρημάτων ώστε να πετύχει να γίνει ιδιοκτήτης κινητών και ακινήτων. Με ολίγον από ιδιοκτήτης δόξας και φήμης.
Όλο αυτό το σχήμα στηρίζεται στις παρακάτω κυρίαρχες έννοιες: Ατομισμός – ανταμοιβή – ιδιοκτησία.
Αποκτώ εφόδια σημαίνει: Αποκτώ όσο περισσότερες γνώσεις γίνεται. Ατομικές γνώσεις. Δεν πα να μην γνωρίζω αν πεινάει ο διπλανός μου, αν έχει ανάγκη παρέας ένας γείτονας. Αρκεί να ξέρω την πρωτεύουσα της Ζιμπάμπουε, αν αυτό με ωφελήσει στην απόκτηση χρημάτων. Η γνώση ταυτίζεται εν πολλοίς με τη χρησιμότητα που σου αποφέρει, κατά πόσο σε ωφελεί. Χρησιμοθηρία – ωφελιμισμός.
Αφού έγινα ιδιοκτήτης εφοδίων γίνομαι άξιος και απαιτώ ανταμοιβή. ( άλλη κουβέντα και αυτή. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που πιστεύει στα σοβαρά ότι αν λειτουργούσε η αξιοκρατία, ως ατομικό ταλέντο και θέληση, θα ήταν ποτέ πρωθυπουργοί αυτοί που μας κυβερνούν).

Ακόμη όμως και στην υποθετική περίπτωση που λειτουργούσε η αξιοκρατία. Τι σημαίνει αξιοκρατία; Ότι ο άξιος ανταμείβεται και ο ανάξιος όχι. Ωραία για τον άξιο. Και αυτός που δεν είναι άξιος; Στον καιάδα. Και τι μας νοιάζει εμάς; Εμείς είμαστε στους άξιους. Πάλι ατομισμός δηλαδή. Ατομισμός, που όμως, δεν μας πειράζει, όσο είμαστε μέσα στο σύστημα. Οι ανάξιοι ας πάνε να πεινάσουν. Κοινωνία αδιάφορη και σκληρή για τον ανάξιο.
Αφού λοιπόν αποκτήσουμε τα εφόδια και γίνουμε άξιοι, ανταμειβόμαστε με μια καλή δουλειά, που σημαίνει στον πολιτισμό μας, μια δουλειά να βγάζουμε καλά χρήματα. Ιδιοκτήτες χρημάτων. Άλλη αγωνία και αυτή. Απόκτηση χρημάτων. Εδώ και αν πρέπει να υπερνικήσουμε, ενίοτε με κάθε τρόπο, τον αντίπαλο ( εννοώ τον συνάνθρωπο), ώστε εμείς να αποκτήσουμε χρήματα. ( γράφει για το χρήμα ο Ελύτης: πρώτο σύμπτωμα της λέπρας το χρήμα. Μαζεύει ανυπαρξία ο λεπρός και χαίρεται).

Και όταν βγάλουμε χρήματα, πάλι αγωνία να αυγατίσουν, για να γίνουμε ιδιοκτήτες κινητών και ακινήτων υλικών. Πάντως κυρίαρχη έγνοια μας το ΊΔΙΟ- ΚΤΗΤΗΣ. Όπως λέει και η λέξη. Δικά μας να ναι. Όχι των άλλων. Όλα ατομισμός, όλα χρησιμοθηρία, όλα ωφελιμισμός και όλα αυτά για την ευδαιμονία.
Και που καταλήγουμε; Μια ατέλειωτη αγωνία, από τη μέρα που πηγαίνουμε στην πρώτη τάξη, μέχρι τη μέρα που συνταξιοδοτούμαστε τουλάχιστον (μετά δεν μπορείς εύκολα να τα αυξήσεις τα χρήματα και το ρίχνεις και στη Θρησκεία ενίοτε) ή ακόμη και μέχρι να πεθάνουμε. Και άγχος ατελείωτο, για να πετύχουμε όλα αυτά, στη συνέχεια, δε, φόβος και τρόμος μην και τα χάσουμε.Αγωνία, άγχος και φόβος. Αυτά γεννά το μοντέλο αυτό ζωής. Οπότε και το ζητούμενο, η ευδαιμονία, πάει περίπατο.
Ένα υπέροχο σύστημα. Ένα σύστημα μέσα στο οποίο η φτώχεια και η ανέχεια ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, ο ατομισμός και η αγωνία για την κατάκτηση υλικών πραγμάτων, η αδιαφορία για τον άλλον, δεν είναι παθολογία αλλά φυσιολογία του πολιτισμικού μοντέλου.

Ακούω να λένε ότι για τη δεινή οικονομική κατάσταση ευθύνονται οι πολιτικοί, γιατί έκλεβαν και γενικά δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Όχι λέω εγώ. Πολύ καλά έκαναν τη δουλειά τους. Ήταν απόλυτα συνεπείς στις αξίες που το πολιτισμικό μοντέλο που υπηρετούν θεοποιεί. Αφού ο σκοπός του ανθρώπου είναι να γίνει ιδιοκτήτης γιατί να μην κλέψουν; Γιατί να μην αδικήσουν αφού αυτό θα τους απέφερε κτήση; Και όλα αυτά δεν αφορούν μόνο τους άλλους, δυστυχώς αλλά και πολλούς από μας. Μου πε αδελφοί κάποτε κάποιος: Πέρασα μια ζωή, 50 χρόνια, φίλος αδελφικός με κάποιους, όλοι άνθρωποι της εκκλησίας. Με άνεση μεγάλη οικονομική οι περισσότεροι. Καλοί άνθρωποι. Μα δεν με ρώτησαν μια φορά, αν και ξέραν ότι έχω οικονομικές δυσκολίες : πως τα φέρνεις βόλτα οικονομικά βρε φίλε; Όχι να μου δώσουν χρήματα. Ποτέ. Αλλά μια ερώτηση, παιδάκι μου. Και δω μέσα είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, που ποτέ δεν ρωτήθηκαν από μένα, πως τα φέρνουν βόλτα, όχι μόνο οικονομικά αλλά και γενικά με τις δυσκολίες που έχουν στη ζωή τους.

Παιδιά του συστήματος είμαστε, κύριοι, οι περισσότεροι. Και υποστηρικτές του. Περνάμε τη ζωή μας με αγωνία κτήσης και αφού τα αποκτήσουμε φόβο μην τα χάσουμε. Και ο φόβος αυτός καθ-ορίζει τη στάση ζωής μας. Εδώ, κύριοι, ολόκληρος Πέτρος και αρνήθηκε το Χριστό, γιατί φοβήθηκε μη χάσει τα κεκτημένα. Ενώ ο ληστής που δεν είχε τίποτα να χάσει παραιτήθηκε και είπε « Μνήσθητι Κύριε εν τη βασιλεία σου».

Πηγή: Άρωμα Ασίας π. Ιωνά

Η εικόνα είναι δημιουργία του Ben Heine στο Flickr

ΠΗΓΗ:http://istologio.org

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...