Στην ψυχή όλων όσων συνόδευσαν στον τάφο προσφιλή τους πρόσωπα, γεννάται εύλογα η εσωτερική επιθυμία πνευματικής επικοινωνίας με τις ψυχές των προσφιλών νεκρών τους. Και η εσωτερική αυτή επιθυμία δεν υπάρχει μόνο στους χριστιανούς που πιστεύουν ακράδαντα στη μετά θάνατο ζωή, αλλά και σε πολλούς άλλους ανθρώπους που έχουν μια συγκεχυμένη ιδέα για την πίστη στην αθανασία της ψυχής. Έχω ακούσει με τα αυτιά μου ανθρώπους, οι οποίοι δεν έχουν αναπτυγμένη χριστιανική ευσέβεια ούτε ακριβή γνώση των αληθειών της πίστεως, έχουν όμως την πεποίθηση ότι η μητέρα τους, που έφυγε από την παρούσα ζωή, ζει.
Μου έλεγε ακριβώς μια καλλιεργημένη πνευματικά (αλλά πνευματικά με την ευρεία έννοια και όχι τόσο με τη χριστιανική ) κυρία: «Εγώ επικοινωνώ με τη μητέρα μου που πέθανε προ δυο ετών. Της μιλώ και έχω την πεποίθηση ότι ακούει. Και τη δική της φωνή νομίζω ότι τη νοιώθω στην καρδιά μου».
Το μέγα πρόβλημα για όσους δεν διαθέτουν καλλιεργημένα χριστιανική πίστη είναι ότι, υλοποιώντας την επιθυμία τους να επικοινωνήσουν με τους προσφιλείς νεκρούς τους, μπορεί να καταφύγουν και σε λανθασμένους τρόπους επικοινωνίας, και μάλιστα εντελώς αντιχριστιανικούς.
Ένας από αυτούς τους λανθασμένους τρόπους είναι η προσπάθεια επικοινωνίας με τους νεκρούς δια μέσου του πνευματισμού.
Ο πνευματισμός δεν είναι επιστήμη, όπως μερικοί λανθασμένα υποστηρίζουν, είναι παλαιότατη θρησκεία, αλλά θρησκεία του σατανά. Ο αείμνηστος καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας έχει γράψει ολόκληρο σύγγραμμα , επιγραφόμενο «Ο Πνευματισμός», στο οποίο με αδιάσειστα επιχειρήματα και ντοκουμέντα αποδεικνύει ότι ο πνευματισμός είναι μεν επικοινωνία με πνεύματα, αλλά με πνεύματα πονηρά και όχι αγαθά.
Είναι αρχαιότατη θρησκεία ο πνευματισμός, προχριστιανική. Και η προσπάθεια επικοινωνίας δια μέσου του πνευματισμού με νεκρούς συναντάται και στους Ιουδαίους της προχριστιανικής εποχής. Στις Ινδίες, και δη στην παλαιά εποχή, υπήρχαν ναοί που ήταν κέντρα επικλήσεως των πνευμάτων των νεκρών. Σήμερα ο πνευματισμός έχει μεγάλη εξάπλωση. Τα μέντιουμ έχουν πληθυνθεί πολύ. Πνευματιστικές συνεδριάσεις γίνονται σε μυστικά κέντρα . Όντως επικαλούνται και παρίστανται πνεύματα στις πνευματιστικές συνεδριάσεις, σηκώνουν τραπέζια όρθια και κάνουν διάφορα άλλα τερατουργήματα, αλλά δεν είναι πνεύματα αγαθά.
Είναι πνεύματα που προσποιούνται το καλό, αλλά δεν έχουν σχέση με τίποτε το αγαθό. Είναι πνεύματα πονηρά.
Ο σατανάς είναι υπαρκτό πρόσωπο. Δεν είναι προσωποποίηση του κακού, όπως λέγουν οι μη πιστεύοντες στο λόγο της Αγίας Γραφής. Τα πονηρά πνεύματα είναι άγγελοι αλλά εκπεσόντες. Και κύριο έργο των δαιμόνων είναι η παραπλάνηση των ανθρώπων και η απομάκρυνση των ανθρώπων από το δρόμο του Θεού. Για τους σατανάδες λέγει ο Απόστολος Πέτρος ότι περιπατούν σαν λέοντες ωρυόμενοι, ζητούντες ποιόν να καταπιούν ( Πρβλ. Α΄ Πέτρ. ε΄, 8 ) . Και ο πνευματισμός είναι δικό τους τέχνασμα, είναι δική τους θρησκεία, με μοναδικό και απώτερο σκοπό να απομακρύνει τους ανθρώπους από το χριστιανικό και να τους οδηγήσει σε μονοπάτια αμαρτωλά. Έτσι μπορούν να προσποιηθούν και να παραστήσουν δήθεν τον «άγγελο του φωτός», για να πλανέψουν τους ανθρώπους. Το λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Αὐτὸς γὰρ ὁ σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός» ( Β΄ Κορ. ια΄, 14 ) . Μπορεί λοιπόν ο σατανάς στις πνευματιστικές συνεδριάσεις που γίνονται με τη βοήθεια των μέντιουμ , να προσποιηθεί τη φωνή του αποθανόντος πατέρα ή της μητέρα μας. Και να νομίσει ο αφελής περίεργος , ο πενθών το θάνατο των γονέων του, ότι δήθεν ακούει τη φωνή τους. Όμως η φωνή αυτή δεν είναι φωνή γνησία, αλλά νοθευμένη, είναι φωνή του σατανά που προσποιείται τη φωνή του προσφιλούς μας νεκρού.
Γι’ αυτό ακριβώς στην Αγία Γραφή καταδικάζεται απερίφραστα ο πνευματισμός και η νεκρομαντεία: «Οὐχ εὑρεθήσεται ἐν σοὶ περικαθαίρων τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἢ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ ἐν πυρί, μαντευόμενος μαντείαν, κληδονιζόμενος καὶ οἰωνιζόμενος ( Δευτ. ιη΄, 10 ) . Δηλαδή, δεν πρέπει να υπάρξει μεταξύ σας κανείς που, για να εξαγνίσει τάχα τον νέο ή τη θυγατέρα του, θα τους περάσει από φωτιά, ή άλλος που θα ζητήσει μαντείες ή θα λέγει μαντείες ή θα παρατηρεί σημεία και οιωνούς για να εξακριβώσει το μέλλον . Όλα αυτά είναι πνευματιστικά φαινόμενα και μαντείες, που απαγορεύονται από το λόγο του Θεού.
Σαφώς η Αγία Γραφή απαγορεύει την ύπαρξη μάγων, τους οποίους ονομάζει «φαρμακούς ἐπανείδοντας» ( Πρβλ. Δευτ. ιη΄, 11 ) ,δηλαδή που ψάλλουν μελικές ωδές, «ἐγγαστριμύθους» ( Πρβλ. Δευτ. ιη΄,11 ) , που μιλάνε μέσα από την κοιλιά τους, «τερατοσκόπους» ( Πρβλ. Δευτ. ιη΄, 11 ) , που παρατηρούν τέρατα στον ουρανό , και «ἐπερωτῶντας τοὺς νεκρούς» ( Πρβλ. Δευτ. ιη΄, 11 ) αυτούς που δια μέσου του πνευματισμού ρωτούν τους νεκρούς. Όλα αυτά απαγορεύονται από την Αγία Γραφή. «ἔστι γὰρ βδέλυγμα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου πᾶς ποιῶν ταῦτα» ( Δευτ. ιη΄, 12 ). Ρητώς βλέπουμε ότι η Αγία Γραφή απαγορεύει όλες αυτές τις πνευματιστικές και μαντικές εκδηλώσεις.
Ο πιστός χριστιανός δεν χρησιμοποιεί τον σατανά για να επικοινωνήσει με τις ψυχές των προσφιλών νεκρών του. Η προσπάθεια επικοινωνίας με τους νεκρούς δια μέσου του πνευματισμού είναι αμάρτημα θανάσιμο. Η πραγματική επικοινωνία με τους προσφιλείς μας νεκρούς , όπως τη θέλουμε εμείς, δεν είναι δυνατή. Εκείνοι βρίσκονται σε άλλο κόσμο. Μόνο δια μέσου της προσευχής μπορούμε να επικοινωνούμε μαζί τους. Διότι μόνο δια μέσου του Θεού λαμβάνουν γνώση των προσευχών μας. Η προσπάθεια επικοινωνίας με τους νεκρούς δια μέσου του πνευματισμού είναι μία σκέτη απάτη. Ο πνευματισμός είναι μία θολή πηγή, είναι όργανο πονηρών πνευμάτων.
Αλλά και η προσπάθεια επικοινωνίας με τους νεκρούς δια μέσου των ονείρων είναι εντελώς αβεβαία και αμφίβολη. Και , κατά το πλείστον ψευδής.
Τα όνειρα είναι ανεξιχνίαστα. Πολλοί παράγοντες επιδρούν σε αυτά. Έχουν χρησιμοποιηθεί και υπό της Αγίας Γραφής, αλλά σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις. Καμμία βεβαιότης δεν υπάρχει περί των ονείρων ότι μπορούμε να επικοινωνήσουμε με τους προσφιλείς μας νεκρούς.
Στην Αγία Γραφή υπάρχει απαγόρευση στην πίστη στα όνειρα. Στη Σοφία Σειράχ διαβάζουμε: «Κεναί ἐλπίδες καὶ ψευδεῖς ἀσυνέτῳ ἀνδρί, καὶ ἐνύπνια ἀναπτεροῦσιν ἄφρονας» ( Σοφ. Σειρ. λδ ΄, 1 ) . Δηλαδή, είναι κενές και άνευ σημασίας οι ελπίδες που αναπτερώνονται από ενύπνια. Στη συνέχεια διαβάζουμε: «Ως δρασσόμενος σκιᾶς καὶ διώκων ἄνεμον, οὕτως ὁ ἐπέχων ἐνυπνίοις» (Σοφ. Σειρ. λδ’ ,2 ) . Το όνειρο είναι σαν να διώκει κανείς σκιές και ανέμους για να τα πιάσει. Και στη συνέχεια ο λόγος του Θεού βεβαιώνει: «μαντεῖαι καὶ οἰωνισμοὶ καὶ ἐνύπνια μάταιά ἐστι, καὶ ὡς ὠδινούσης φαντάζεται καρδία […]μὴ δῷς εἰς αὐτὰ τὴν καρδίαν σου· πολλοὺς γὰρ ἐπλάνησε τὰ ἐνύπνια» ( Σοφ. Σειρ. λδ΄, 5-7) . Είναι μάταιο να προσέχει κανείς στα ενύπνια, γιατί μπορεί να οδηγηθεί σε πλάνη.
Η Εκκλησία απαγορεύει ρητώς την προσοχή στα όνειρα. Γι’ αυτό και απαγορεύει τους ονειροκρίτες και όλα τα φληναφήματα για την ερμηνεία των ονείρων. Ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος λέγει: «Οι όνειροι ουδέν έτερον ως επί το πλείστον εισίν αλλ' ή είδωλα λογισμών πλανωμένων ή πάλιν δαιμόνων εμπαίγματα». Δηλαδή, τίποτε αληθινό δεν μπορούν να δείξουν τα όνειρα και μπορεί να είναι και παίγνια των διαβόλων. Ο δε άγιος Αναστάσιος ο Σιναϊτης σαφώς μας λέγει να μην πιστεύουμε στα όνειρα: «Παραγγελόμεθα μη πιστεύειν μηδέ καταδέχεσθαι αυτά».
Έχουμε βέβαια περιπτώσεις επεμβάσεως του Θεού στα όνειρα , όπως ήταν το όνειρο της Αγίας Πελαγίας, δια μέσου του οποίου ευρέθη η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας στην Τήνο. Αλλά τα όνειρα αυτά επιμένουν. Ενώ το πλήθος των άλλων ονείρων ή είναι άδηλα ή μπορεί να είναι και επήρεια του σατανά, ο οποίος σαν πνεύμα που είναι μπορεί να εξαπατήσει την φαντασία μας, για να υποκαταστήσει την εμπιστοσύνη μας στην Πρόνοια του Θεού. Πάντως η επικοινωνία μας δι’ ονείρων με τις ψυχές των προσφιλών μας είναι λίαν αμφίβολος, χωρίς βέβαια να αποκλείεται και τελείως, γιατί έχουμε και την περίπτωση του αγίου Αυγουστίνου, ο οποίος παραδέχεται ότι έβλεπε συχνά στον ύπνο του την αποθανούσα μητέρα του, την οποία υπεραγαπούσε.
Ωστόσο, η επικοινωνία με τις ψυχές των προσφιλών μας νεκρών δι’ ονείρων είναι εντελώς αμφίβολος, μπορεί να καταστεί και επικίνδυνος. Γι’ αυτό απορρίπτεται από τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Βέβαια, εντελώς ψευδείς είναι οι προσπάθειες επικοινωνίας δι’ όλων των άλλων τεχνουργημάτων του σατανά, της νεκρομαντείας, των διαφόρων μάγων και της καφετζούς. Όλα αυτά είναι απαγορευμένα από την πίστη μας.
Τους προσφιλείς μας κεκοιμημένους τους αγαπάμε, τους έχουμε παρόντες στην καρδιά μας και επικοινωνούμε μαζί τους μόνο δια της προσευχής υπέρ αυτών προς τον Θεό. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Προσευχόμενοι μόνοι μας ή προσευχόμενοι δια μέσου του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, επικοινωνούμε μαζί τους και τους ανακουφίζουμε.
Από το βιβλίο: «Από το βιβλίο : «Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς
Καλλινίκου Καρούσου
Για σένα που πονάς»
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Αθήναι 2011