ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ
(Ἰω. γ΄ 13-17)
Σ᾿ ὅλες τὶς μεγάλες γιορτές, ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, ἡ Ἐκκλησία μας
ἔχει ὁρίσει προεόρτια καὶ μεθέορτα, θέλοντας νὰ δώσει διάρκεια, ἀλλὰ καὶ
νὰ τονίσει τὴ σημασία ποὺ ἔχει γιὰ τὴ σωτηρίας μας ἡ κάθε γιορτή. Γιατὶ
οἱ γιορτὲς τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ ἐθιμοτυπικὴ τάξη, ἀλλὰ
ἕνας κόσμος ζωντανὸς, ποὺ κάθε φορὰ μᾶς δίνει καὶ μιὰ μοναδικὴ εὐκαιρία
νὰ ἐκφράσουμε αὐτὸ ποὺ πιστεύουμε κι᾿ αὐτὸ ποὺ ζοῦμε μέσα μας. Εἶναι μιὰ
πραγματικὴ δυνατότητα νὰ συμμετάσχουμε στὴ δόξα καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Οἱ Κυριακὲς πρὸ καὶ μετὰ τὴν Ὕψωση τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἀφιερωμένες στὸ
«τίμιο ξύλο» τῆς σωτηρίας μας, στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ὑπάρχει ἕνα
γεγονός, πού εἶναι τό κέντρο τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, μιά δύναμη, πού
κρατάει τόν κόσμο στή ζωή, πού εἶναι ἡ αἰτία τῆς Δημιουργίας καί ὁ
ἄξονας τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἡ δύναμη αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Γι᾽ αὐτό μᾶς μιλάει καί τὸ σημερινὸ
εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα.
Ἕνας Ἰουδαῖος ἄρχοντας, ὁ Νικόδημος, μᾶς λέει ὁ εὐαγγελιστής
Ἰωνάννης, συναντᾶ ἕνα βράδυ τόν Ἰησοῦ καί συνομιλεῖ μαζί του γιά διάφορα
θεολογικά καί πνευματικά θέματα. Ὁ Νικόδημος ἦταν καλοπροαίρετος
ἄνθρωπος. ῎Ακουγε τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἔβλεπε τά θαύματά του,
ἄρχισε νά συνειδητοποιεῖ πώς ὁ Χριστός εἶναι ἕνας ξεχωριστός ἄνθρωπος,
ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Στόν διάλογο αὐτό ὁ Χριστός μιλάει στόν Νικόδημο
γιά τήν πνευματική ἀναγέννηση μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα, γιά τό ποιά εἶναι ἡ
αἰώνια ζωή, καί μέ τήν πάροδο τῆς συνομιλίας, γιά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ
Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί γιά τόν σταυρικό του θάνατο.
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή περιέχει τό σημαντικότερο σημεῖο αὐτῆς
τῆς συνομιλίας, τό ὁποῖο εἶναι ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ
καί ἡ σημασία του γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. Ὁ Νικόδημος ἤξερε τίς
Γραφές, γι᾽ αὐτό ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀναφέρεται σ᾽ ἕνα γεγονός τῆς Παλαιᾶς
Διαθήκης γιά νά ὑπενθυμίσει στόν Νικόδημο μά καί σ᾽ ὅλους τούς ἀνθρώπους
ὅτι ὅλα ὅσα ἀφοροῦν τό πρόσωπό του καί τό ἔργο του ἐπιβεβαιώνονται στήν
Παλαιά Διαθήκη. Ἀναφέρεται, λοιπόν, στό γεγονός ἐκεῖνο κατά τό ὁποῖο,
ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες στήν ἔρημο πέθαιναν ἀπό τά δαγκώματα τῶν φιδιῶν, ὁ
Μωϋσῆς σήκωσε ψηλά κρεμασμένο στό ξύλο ἕνα χάλκινο φίδι, σύμφωνα μέ τήν
ἐντολή καί τήν ὁδηγία πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ὅσοι δαγκώνονταν ἀπό τά
φίδια σήκωναν τά μάτια τους, ἔβλεπαν τό χάλκινο φίδι κρεμασμένο στό ξύλο
καί γλύτωναν ἀπό τούς πόνους καί τό θάνατο. Αὐτό ἦταν προφητικός τύπος
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στό Σταυρό καί τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων μέ τή θυσία
τοῦ Σταυροῦ.
Αὐτή ἡ θυσία δέν βρίσκει ἐξήγηση παρά μόνο στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά
τόν κόσμο. Τό λέει καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Εἶναι μάταιο νά ζητάμε νά
ἐξηγήσουμε τό ἔργο τῆς θείας Οἰκονομίας μέ ἀνθρώπινο τρόπο. «Οὔτω
γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν,
ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχει ζωήν αἰώνιον».
Τόσο ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε ἔδωσε τό μονογενή του υἱό, γιά νά
μή χαθεῖ κανένας πού πιστεύει σ᾽ αὐτόν, ἀλλά νά ἔχει αἰώνια ζωή. Αὐτό
εἶναι τό Εὐαγγέλιο: ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό· κι αὐτό πηγάζει
ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Μέσα στήν ἄπειρη θεία ἀγάπη
χωράει κάθε τί πού κάνει ὁ Θεός γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ
κόσμου, ἡ ἐνανθρώπηση, ἡ σταύρωση, ἡ ἀνάσταση.
Ὅλη ἡ δημιουργία καί ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, ὅπως
εἴπαμε παραπάνω, ἔχει κίνητρο κι’ αἰτία τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τήν ἀγάπη
αὐτή γιά τήν ὁποία ὁ Θεός κατέβηκε στόν κόσμο γιά νά μᾶς κάνει παιδιά
του. Γιά τήν κίνηση αὐτή τοῦ Θεοῦ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης κάνει συχνά
λόγο στό εὐαγγέλιό του. Ἡ σωτηρία ὅμως τοῦ ἀνθρώπου δέν είναι μία μαγική
πράξη καί οὔτε μπορεῖ νά συμβεῖ χωρίς τή συμμετοχή τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι
μιά κίνηση τῆς θελήσεώς μας, ἕνα ἄνοιγμα τοῦ ἐαυτοῦ μας πρός τόν Θεό,
γιά νά πάρουμε καί νά κάνουμε δικό μας αὐτό πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Δέν
γίνονται ὅλοι παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μόνον ἐκείνοι πού ἀποκρίνονται στήν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μέ ἀγάπη. Κι αὐτό βέβαια ὄχι γιατί ὁ Θεός, ἀπό κάποια
ἰδιοτέλεια, ἀπαιτεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο νά τόν ἀγαπήσει, ἀλλά γιατί ὅποιος
δέχτηκε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ κι ἔγινε παιδί του, δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει
παρά μόνον ἀγαπῶντας τόν Θεό.
Ἡ ἀγάπη αὐτή, ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, δέν
εἶναι λόγια, οὔτε συναίσθημα. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης πάλι μᾶς δίνει ἕναν
πρακτικό τρόπο, μέ τόν ὁποῖο μποροῦμε νά ἐκφράσουμε καί νά δείξουμε τήν
ἀγάπη μας πρός τόν Θεό. Μᾶς λέει λοιπόν: «αὐτή εἶναι ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ,
νά φυλᾶμε τίς ἐντολές του». Μά ἀπ᾽ ὅλες τίς ἐντολές δύο εἶναι οἱ πιό
μεγάλες, ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο. Καί οἱ
δύο αὐτές γίνονται μία, γιατί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός τόνισε πολλές φορές πώς ἡ
ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον καί ἡ ἀγάπη πρός τόν
πλησίον εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Τό σύμβολο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο καί τό ὄργανο μέ τό
ὁποῖο φανερώθηκε στόν κόσμο εἶναι ὁ τίμιος Σταυρός. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός
πάνω στόν Σταυρό σώζει τόν κόσμο, προφητικός τύπος αὐτοῦ εἶναι τό
χάλκινο φίδι πού ὕψωσε ὁ Μωϋσῆς στήν ἔρημο. Γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ
καί τόν προφητικό του τύπο στήν Παλαιά Διαθήκη μᾶς μιλᾶ τό σημερινό
εὐαγγέλιο. Αἰτία αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πάνω στόν
Σταυρό, ἡ ὁποία θριαμβεύει στήν Ἀνάσταση.
«Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν
μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν
αἰώνιον». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως