Μακαρίζουμε και πάλι μέσα στο λατρευτικό
κλίμα της Αγίας μας Εκκλησίας το πρόσωπο της Παναχράντου Δεσποίνης ημών
Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. Τιμούμε, όπως πάντοτε, ορθόδοξα και
πνευματικά, την «αειμακάριστον και παναμώμητον και Μητέρα του Θεού ημών».
Μνημονεύουμε, καθώς μας υπενθυμίζει ο ιερός συναξαριστής, «την πάντοτε και κατ’ εξαίρετον τρόπον σκέπουσαν το ευσεβές ημών Έθνος, ως πάλαι έσκεπε την Βασιλίδα των πόλεων»1.
Θυμόμαστε τα υπερφυά αυτής μεγαλεία, «την προμήθειαν», «και την κραταιάν αυτής σκέπην»2 με την οποία μας απάλλαξε από την επιδρομή αλλοεθνών κατακτητών.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, αυτήν τη
χαρούμενη ημέρα για την Εκκλησία και την Πατρίδα μας, να μεταφέρω στην
ευλαβική σας σκέψη τη σχέση του λαού μας με το πρόσωπο της Υπεραγίας
Θεοτόκου και την άμαχο προστασία και βοήθειά της, την οποία πολλές φορές
απολαύσαμε και απολαμβάνουμε καθημερινά.
Πρώτον. Στον τόπο μας,
τον ποτισμένο με τα αίματα και τα δάκρυα των μαρτύρων και των ηρώων, σε
κάθε μας βήμα συναντούμε το πρόσωπο της Παναγίας. Οσφραινόμαστε την οσμή
των αρετών της, ιδιαιτέρως μέσα στους πολυπληθείς μεγάλους και μικρούς
Ναούς, καθώς και στα Ιερά Προσκυνήματα που είναι αφιερωμένα στο όνομά
της, αλλά και στις Ιερές Εικόνες, που κάνουν πιο αισθητή την παρουσία
και την ευλογία της ανάμεσά μας. Στη θάλασσα και στη στεριά, στις πόλεις
και στα χωριά, στα βουνά και στους κάμπους, υψώνονται «παλάτια της ταπεινής βασίλισσας»3, όπως θα πει χαρακτηριστικά ο ξεριζωμένος εκείνος Αϊβαλιώτης, Φώτης Κόντογλου.
Στην Πατρίδα μας αναφερόμαστε στην
Παναγία με πολλά ονόματα που της έδωσε ευλαβικά και ευχαριστιακά η
ορθόδοξη ελληνική γλώσσα. Αυτά είναι χαραγμένα στα ιερά εικονίσματα και
το καθένα προσιδιάζει στη θαυμαστή παρουσία της και στα θαύματα που
επιτελέστηκαν με τη χάρη της. Πόσα δεν μας μαρτυρούν οι θησαυροί της
Παναγίας στην Καστοριά, όπως η Πορφύρα, η Γοργοϋπήκοος, η Βλαχέρνα, η
Ελεούσα, η Μαυριώτισσα, η Οδηγήτρια, η Εβραΐδα, η Φανερωμένη! Πόσο μας
συγκινούν και τα τόσα άλλα προσωνύμιά της σε ολόκληρο τον ορθόδοξο
κόσμο!
Γι’ αυτό και έχει λεχθεί ότι κάθε
διαμέρισμα της πατρίδος μας έχει τις δικές του θαυματουργές εικόνες,
όπως η Σουμελά και η Μυρτιδιώτισσα, η Παναγία της Τήνου, της Αγιάσου και
πολλές άλλες. Την πρώτη βέβαια θέση κατέχει το Περιβόλι της στο Άγιον
Όρος, με τα τόσα ιερά εκτυπώματα. Φθάνει κανείς στο σημείο να πει πως
ολόκληρη η Ελλάδα μοσχοβολάει κυριολεκτικά από την πνευματική ευωδία που
αναδύεται από το πάνσεπτο πρόσωπο της Αειπαρθένου Μαρίας.
Δεύτερον. Η Θεοτόκος
είναι παρούσα στη ζωή του Έλληνα και στην καθημερινότητά του. Το όνομά
της είναι το γλυκό εντρύφημα στη γλώσσα του πιστού λαού μας. Κάποτε δεν
υπήρχε Έλληνας Χριστιανός που να μην πρόφερε το όνομά της παρακλητικά
και αγαπητικά. Παντού παρούσα, σε κάθε στιγμή του καθενός μας : στα
τραγούδια, στα τραπέζια και στις χαρές, στα εύκολα και στα δύσκολα, στις
ευχάριστες στιγμές και στα λυπηρά της παρούσης ζωής.
Είναι το αποκούμπι των ανθρώπων που ελπίζουν και προστρέχουν στη βοήθειά της.
Είναι η παρηγοριά του ξενιτεμένου.
Είναι το στήριγμα του κάθε πονεμένου.
Είναι η ελπίδα και η προστασία του κάθε ανθρώπου.
Είναι η μάνα του κόσμου.
Είναι η μητέρα του Κυρίου μας, αλλά και η δική μας μητέρα.
Γι’ αυτό και κάθε ορθόδοξη ψυχή επαναλαμβάνει μαζί με τον ιερό υμνογράφο: «Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου».
Τραπέζι έχει ο Έλληνας; Θα έχει συνδαιτημόνα την Παναγία.
Στο γάμο και στη χαρά, Αυτή προΐσταται μαζί με τον Μονογενή της.
Στην εργασία και στην οικογένεια, Αυτή έχει τον πρώτο λόγο.
Στο ταξίδι, Αυτή συντροφεύει.
Στον πόνο και στην ξενιτιά, Αυτή παρηγορεί.
Στο θάνατο, Αυτή δίδει κουράγιο.
Γι’ αυτό και κάθε δάκρυ ο λαός μας το
κάνει τραγούδι και προσευχή, ικεσία και παράκληση και μαζί με τον
Θεόδωρο Λάσκαρη, τον Αυτοκράτορα της Νικαίας, τον ποιητή του Μεγάλου
Παρακλητικού Κανόνος, της λέγει : «Προς τίνα καταφύγω άλλην Αγνή; που
προσδράμω λοιπόν και σωθήσομαι; που πορευθώ; ποίαν δε εφεύρω καταφυγήν;
ποίαν θερμήν αντίληψιν; ποίον εν ταις θλίψεσι βοηθόν; Εις σε μόνην
ελπίζω, εις σε μόνην καυχώμαι, και επί σε θαρρών κατέφυγον»4.
Τρίτον. Εμείς οι
Έλληνες έχουμε και άλλους λόγους, οι οποίοι μας δένουν ιδιαίτερα με το
πάνσεπτο πρόσωπό της. Η αγία της μορφή είναι συνυφασμένη με τους αγώνες
του Έθνους μας, αλλά και με την εθνική μας ύπαρξη. Είναι η Υπέρμαχος
Στρατηγός, που περιφέρεται παντού και κρατάει μακριά «της Ρωμιοσύνης τον εχθρό»5,
όπως γράφει ο ποιητής μας Κωστής Παλαμάς. Αυτή προΐστατο στη ζωή της
Βασιλίδος των πόλεων, αφού την λύτρωσε επανειλημμένως από τα στίφη των
Αβάρων, των Αράβων και τόσων άλλων βαρβάρων.
Στα χρόνια, ακόμη, της σκλαβιάς και της
τυραννίας, η Παναγία ήταν εκείνη που στάθηκε ως φοβερά προστασία και
ακαταίσχυντος βοήθεια στο υπόδουλο Γένος μας. Γι’ αυτό και ο Γέρος του
Μοριά, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, βροντοφώναζε πως η Παναγία ήταν εκείνη
που υπέγραψε την ελευθερία της πατρίδος μας.
Αλλά και στα νεότερα χρόνια δεν
εγκατέλειψε το λαό και την κληρονομία της. Είναι θαυμαστές οι διηγήσεις
των ανθρώπων εκείνων που την έβλεπαν στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και
της Βορείου Ηπείρου να σκεπάζει με το μανδύα των δραστικοτάτων
πρεσβειών της τα παιδιά της και να τους οδηγεί «από δόξης εις δόξαν».
Γι αὐτό και η Εκκλησία μας πολύ σωστά και σοφά μετέφερε την εορτή της
Αγίας Σκέπης από την 1η Οκτωβρίου στις 28 Οκτωβρίου : για να μας
υπενθυμίζει πως
«Μητρός Θεού Σκέπη
Ελλάδα θειόφρονα καλύπτει»6.
Έτσι έζησε ο λαός μας : συντροφιά με την
Παναγία. Γι’ αυτό και άντεξε στα χρόνια της σκλαβιάς αλλά και της
κατοχής. Γράφει ένας Γάλλος περιηγητής : «Αυτός ο λαός άντεξε… γιατί
αγαπά την Παναγία. Σε όλα τα σπίτια βλέπεις εικόνες, είναι η νοικοκυρά,
η φρουρός του σπιτιού. Ο ίδιος διεπίστωσα με πόση φυσικότητα και
συγκίνηση μιλούν στις οικογενειακές τους συζητήσεις για την Παναγία».
Γι’ αυτό και η σημερινή ημέρα, κατά την
οποία αναδείχθηκε η μεγαλωσύνη και η ανδρεία των Ελλήνων, για πολλοστή
φορά θα πρέπει να μας υπενθυμίσει πως χωρίς την παρουσία του Θεού δεν
μπορούμε να κάνουμε τίποτα στη ζωή μας, και χωρίς τη βοήθεια της
Παναγίας και την παρουσία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας θα αδυνατούμε να
κάνουμε αισθητή την παρουσία μας στο ιστορικό γίγνεσθαι, γιατί Ορθοδοξία
και Ελληνισμός είναι άρρηκτα ενωμένα.
Απέναντι, λοιπόν, στην εθνική αμνησία
που επικρατεί στις μέρες μας, προβάλλεται επιτακτική η ανάγκη να κάνουμε
το δικό μας αυτοέλεγχο, να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας και να
επαναλάβουμε το «ημάρτομεν, ηνομήσαμεν, ουδέ συνετηρήσαμεν»7.
Κι όπως στο Έπος του 1940 οι πρόγονοί μας στάθηκαν αξιοπρεπείς και
ευθυτενείς μπροστά στους ισχυρούς της γης που θέλησαν να υποτάξουν έθνη
και λαούς, έτσι και σήμερα, ασυμβίβαστοι μπροστά στο νέο ευτελισμό του
ανθρώπου και στα νέα ήθη που απειλητικά κατακλύουν τον τόπο μας, εμείς
οι Ορθόδοξοι Έλληνες, με οδοδείκτη το πατροπαράδοτο σέβας, να πορευθούμε
και πάλι κάτω από τη σκέπη της Παναγίας και τη σκια της γαλανόλευκης
σημαίας μας. Έτσι θα είμαστε όχι μόνο νικητές, αλλά και ελεύθεροι και θα
απολαμβάνουμε τα αγαθά που χάρισε ο Θεός στην Πατρίδα και στο Γένος
μας.
Χρόνια πολλά!
Η Παναγία να είναι σκέπη και βοήθεια για την Πατρίδα, για ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και για όλους εμάς.
1. Συναξάριον Όρθρου 28ης Οκτωβρίου
2. Δοξαστικό Μικρού Εσπερινού 28ης Οκτωβρίου
3. Φώτης Κόντογλου, «Η Χαρά των Χριστιανών», Ελληνική Δημιουργία, τ.61, 1959
4. Ακολουθία Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνος
5. Κωστή Παλαμά, «Η φλογέρα του Βασιλιά», Τυπογραφείο Εστία, Αθήνα 1910, πρβλ. σελ. 53
6. Στίχος Συναξαρίου Όρθρου 28ης Οκτωβρίου
7. Δαν. 3,5-7 (Προσευχή Αζαρίου και Ύμνος των Τριών Παίδων)