Οι πρώτες αναφορές για εξισλαμισμούς και
κρυπτοχριστιανούς- Πώς διατήρησαν τις λατρευτικές τους συνήθειες οι
κρυπτοχριστιανοί;- Οι κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, της Κρήτης και άλλων
περιοχών.
Έχουμε αναφερθεί σε παλαιότερο άρθρο μας στο protothema.gr
(6/5/2017) στους εξισλαμισμούς και το παιδομάζωμα στα χρόνια της
τουρκοκρατίας. Εκεί κάναμε και μια σύντομη αναφορά στους
κρυπτοχριστιανούς, με τους οποίους θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας
άρθρο.
Τι ήταν οι κρυπτοχριστιανοί;
Οι κρυπτοχριστιανοί ήταν χριστιανοί που ασπάστηκαν (φαινομενικά) τον
ισλαμισμό στη διάρκεια της τουρκοκρατίας για να αποφύγουν τους διωγμούς
των Οθωμανών, ενώ στην πραγματικότητα διατηρούσαν τη χριστιανική τους
πίστη.
Πόσοι ήταν οι κρυπτοχριστιανοί; Κάποιοι ανεβάζουν τον αριθμό τους ακόμα
και σε εκατοντάδες χιλιάδες. Είναι ευνόητο ότι δεν μπορούν να υπάρξουν
ακριβείς αριθμοί λόγω της ιδιαιτερότητας του θέματος αυτού. Οι βίαιοι
εξισλαμισμοί ξεκίνησαν από τον 14ο αιώνα και συνεχίστηκαν σε όλη τη
διάρκεια της τουρκοκρατίας ,με μικρότερη όμως ένταση κατά τον 18ο αιώνα.
Χωρίς αυτούς δεν θα ήταν δυνατόν οι λιγοστοί Οθωμανοί Τούρκοι του
τέλους του 13ου αιώνα να γίνουν οι μυριάδες του 15ου αιώνα.
Πότε όμως εμφανίστηκαν οι πρώτοι κρυπτοχριστιανοί; Η παλαιότερη μνεία,
το παλαιότερο περιστατικό αποκρυφίας σύμφωνα με τους αείμνηστους
καθηγητές πανεπιστημίου Κ. Ι. Βογιατζίδη και Ν. Ανδριώτη εμφανίζεται το
1338 μετά την άλωση από τον σουλτάνο Ορχάν της Νίκαιας της Βιθυνίας.
Τότε ένα μεγάλο μέρος από τους κατοίκους της κάτω από τις αφόρητες
πιέσεις και τους διωγμούς των κατακτητών αναγκάστηκε να αλλαξοπιστήσει.
Δεν μπορούσαν όμως να ζουν και ως αρνητές του Χριστού και γι' αυτό
ζήτησαν από τον Οικουμενικό Πατριάρχη να τους υποδείξει τι να κάνουν.
Γράφει χαρακτηριστικά ο Κ. Ι. Βογιατζίδης:
''Περί του χρόνου της πρώτης εμφανίσεως της αποκρυφίας ρητέον τα εξής:
Είναι μεν το ημέτερον πιττάκιον άνευ χρονολογίας, η εν τω κώδικι όμως
σειρά της καταχωρήσεως του επιβάλλει να το αναγάγωμεν εις το έτος 1338
μ.Χ. ήτοι οκτώ έτη μετά την υπό των Οθωμανών άλωσιν της Νίκαιας. Εζητήθη
η αναγνώρισις καταστάσεως βεβαίως καταγομένης από των πρώτων ημερών της
αλώσεως (1330). Άραγε το φαινόμενο τούτο εξεδηλώθη το πρώτον εν Νικαία ή
και πρότερον κατά την άλωσιν υπό των Οθωμανών της Προύσης της Νικαίας
κλπ ή την αρχήν αυτού δυνάμεθα ακόμη εις αρχαιοτέραν εποχήν χρονολογικώς
ν' αναγάγωμεν εις τους Σελτζούκους ή και εις αυτούς τους Άραβας;
Ερωτήσεις εις ας δεν δυνάμεθα ν' απαντήσωμεν ελλείψει πηγών''.
Ωστόσο ο Ιωάννης Φιλήμων στο ''Δοκίμιον περί της Ελληνικής
Επαναστάσεως'' (1861), σημειώνει ''επίπλαστον αρνησιθρησκίαν'' των
κατοίκων της Κρήτης όταν η μεγαλόνησος είχε κυριευθεί από τους
Σαρακηνούς. Προσθέτει ακόμα ότι ''επί αυτοκράτορος Ρωμανού επανήλθον
πολλοί των τοιούτων εις την πάτριον αληθή θρησκείαν σχίζοντες του
μωαμεθανισμού το προσωπείον''.
Ο τότε Πατριάρχης Ιωάννης ΙΔ' ο Απρηνός ή Καλέκας έστειλε στους
κατοίκους της Νίκαιας ένα πιττάκιο (πατριαρχικό γράμμα) με τίτλο ''εις
τους ευρισκομένους εις Νίκαιαν'' όπου τους συνιστούσε ''φανεράν και
πεπαρρησιασμένην ενδείξονται την μετάνοιαν, ως και παθείν ελέσθαι υπέρ
της εις Θεόν πίστεως, ούτοι και μαρτυρικόν αναδήσονται στέφανον''.
Ωστόσο καθώς δεν ήταν σίγουρος ότι πολλοί θα προτιμήσουν το μαρτύριο
από την αλλαξοπιστία στο τέλος γράφει ότι ''κατά μεγίστην
συγκατάβασιν... όσοι τω φόβω των κολάσεων καθ' εαυτούς και εν τω
λεληθότι διαζήν θελήσουσι τα των χριστιανών ενστερνιζόμενοι και
ποιούντες και αυτοί σωτηρίας επιτεύξονται, μόνον κατά το δυνατόν τηρείν
σπουδάζοντες τας του Θεού εντολάς'' δηλαδή « 'όσοι από τον φόβο των
διώξεων θελήσουν να πιστεύουν και να ασκούν τον χριστιανισμό κρυφά και
αυτοί θα πετύχουν τη σωτηρία εφόσον τηρούν κατά το δυνατόν τις εντολές
του Θεού».
Με την ενέργειά της αυτή η Εκκλησία θέλησε από τη μία να ενισχύσει
ηθικά όσους είχαν αλλαξοπιστήσει για να γυρίσουν στην παλιά τους
θρησκεία και από την άλλη να αναγνωρίσει κατά κάποιο τρόπο τους
κρυπτοχριστιανούς. Μάλιστα η πατριαρχική αυτή πράξη επηρεάζει από τότε
την εκκλησιαστική πολιτική απέναντι στους κρυπτοχριστιανούς.
Όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν την Κρήτη η ζωή των χριστιανών της
μεγαλονήσου έγινε αφόρητη και ζήτησαν τη γνώμη του Οικουμενικού
Πατριαρχείου αν θα ήταν θεμιτό να δεχτούν μόνο φαινομενικά τον
ισλαμισμό. Το Πατριαρχείο έχοντας όμως την εμπειρία τριών και πλέον
αιώνων από την ύπαρξη κρυπτοχριστιανών αυτή τη φορά αρνήθηκε ουσιαστικά
να συγκατανεύσει στην αποκρυφία και η απάντηση που έδωσε ήταν τα λόγια
του Χριστού:
''Όστις αν αρνήσηται με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι καγώ αυτόν
έμπροσθεν του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς''. Μετά την απάντηση αυτή
του Πατριαρχείου οι Κρητικοί στράφηκαν προς τον συμπατριώτη τους
Πατριάρχη Ιεροσολύμων Νεκτάριο Πελοπίδα, ο οποίος υπήρξε περισσότερο
''επιεικής'' και τους έδωσε ''κατά συγκατάβασιν'' την άδεια ''διά την
κατ' επιφάνειαν μόνον και εν αναποδράστω ανάγκη εξόμωσιν''.
Μια παρόμοια στάση ανοχής έδειξε και η Εκκλησία της Τραπεζούντος προς
τους κρυπτοχριστιανούς της περιοχής της. Έτσι όπως γράφει ο Μητροπολίτης
Τραπεζούντος Χρύσανθος (και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών από το 1938
ως το 1940 )υπήρχαν ως τις αρχές του 20ου αιώνα πολυάριθμοι απόκρυφοι
χριστιανοί στην περιφέρεια Αρδάσης ή Δορύλης (Ντορούλ) ειδικά στα χωριά
Σταυρί και Κρώμνι και στην περιφέρεια Ματσούκας, Γημωράς (Γεμουράς) και
Σουρμένων. Μια ακόμη περίπτωση συγκατάβασης προς τους κρυπτοχριστιανούς
έφερε στο φως ο Μ. Γεδεών που υπήρξε για χρόνια Μέγας Χαρτοφύλακας του
Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αφορά επιστολή του Πατριάρχη Ιεροσολύμων
Δοσίθεου χρονολογούμενη από το 1702 προς τον βασιλιά Καρταλίου και της
Άνω Ιβηρίας, με την οποία τον καλεί να διατηρήσει μυστική πια με επιμονή
και συνέχεια τη χριστιανική του πίστη και να προστατεύσει όσο μπορεί
τους χριστιανούς υπηκόους του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η άποψη του
Μανουήλ Γεδεών για την αποκρυφία, τη ''λαθρόβια ορθοδοξία'', όπως την
αποκαλεί. Γράφει χαρακτηριστικά στο περιοδικό ''Μεσαιωνικά Γράμματα'',
τεύχος Α', τόμος Α', 1930:
''Επέτυχε λοιπόν το σύστημα των λαθροβίων ορθοδόξων, όπερ εδίδαξεν ή
καθιέρωσεν η της Κωνσταντινουπόλεως αγιοτάτη Εκκλησία, ιδρύσασα την υπό
γην, κάτωθεν της επί γης στρατευομένην Εκκλησίαν, ης η ύπαρξις διήρκεσεν
ευλογία και προτροπή αυτής ταύτης της Μεγάλης Εκκλησίας, επί σχεδόν εξ
εκατονταετηρίδας''.
Η ζωή των κρυπτοχριστιανών
Το να είναι κάποιος κρυπτοχριστιανός δεν ήταν καθόλου εύκολο, καθώς
έπρεπε εξωτερικά να εμφανίζεται ως πιστός μουσουλμάνος και να μετατρέψει
το σπίτι του σε κρυφό χώρο λατρείας του Χριστού. Ο βασικός φόβος ήταν ο
κίνδυνος αποκάλυψής του. Η τιμωρία για όποιον απαρνιόταν τον
μωαμεθανισμό ήταν ρητή: θάνατος.
Υπήρχε επίσης μεγάλη συναισθηματική φόρτιση γι' αυτούς, ειδικά όταν
επέστρεφαν από το τζαμί στο σπίτι τους, όπου είχαν κρυμμένες εικόνες του
Χριστού.
Τις άγιες εικόνες τους οι κρυπτοχριστιανοί τις φύλαγαν μέσα στ'
αμπάρια, μεγάλα κιβώτια για την αποθήκευση τροφίμων και ιδίως
δημητριακών και οσπρίων ή μέσα στα προγονικά τους σεντούκια. Υπήρχαν
χαραμάδες και τρύπες στα σπίτια για να παίρνουν αέρα όταν άναβαν τα
κεριά και τα καντήλια. Άλλοι είχαν στα σπίτια τους κρυφά ντουλάπια για
τις άγιες εικόνες και τα καντήλια. Και όταν θυμιάτιζαν έκλειναν τις
πόρτες και τον φεγγίτη για να μη φτάνει ως έξω η μυρωδιά του λιβανιού.
Οι κρυπτοχριστιανοί πήγαιναν μακριά σε ερημικά μοναστήρια για να
εξομολογηθούν και να μεταλάβουν. Όταν τους δινόταν η ευκαιρία, τα παιδιά
τους βαφτίζονταν από ορθόδοξο ιερέα.
Επίσης τελούσαν με μυστικότητα και με πολλές δυσκολίες χριστιανικά τον
γάμο τους ενώ απέφευγαν να παντρεύουν τα παιδιά τους με Τούρκους.
Σε ορισμένες περιοχές του Πόντου κατέφευγαν και σε ερημικά και
εγκαταλελειμμένα παρεκκλήσια κι εκεί, κρυφά πάντα, τελούνταν από ιερείς
λειτουργίες και άλλες ιεροπραξίες.
Κρυφοί παπάδες ήταν ακόμα δερβίσηδες-μυστικοί ιεραπόστολοι- που
περιόδευαν στα κέντρα των κρυπτοχριστιανών και τελούσαν τα διάφορα
μυστήρια. Ήταν απεσταλμένοι κάποιων μοναστηριών.
Ορισμένα μοναστήρια του Πόντου όπως της Παναγίας Σουμελά, Περιστερώνας
και Βαζελώνος, βοηθούσαν τους κρυπτοχριστιανούς να εκπληρώνουν όσο
καλύτερα γινόταν, τις λατρευτικές υποχρεώσεις τους.
Σε πολλά μοναστήρια του Πόντου, κρατούνταν και κρυπτογραφικοί κώδικες,
στους οποίους καταγραφόταν συνθηματικά η κίνηση των κρυπτοχριστιανών της
περιοχής τους. Οι κρυπτοχριστιανοί έρχονταν σε επαφή με τους
δερβίσηδες-ιεραποστόλους, με συνθηματικά σημεία αναγνώρισης.
Οι κρυπτοχριστιανοί έκαναν περιτομή και έπαιρναν μουσουλμανικά ονόματα,
ωστόσο κρατούσαν κρυφά και τα χριστιανικά τους ονόματα τα οποία
μεταβίβαζαν στους απογόνους τους.
Οι κρυπτοχριστιανοί του Πόντου ήταν γνωστοί και ως Σταυριώτες και
Κρωμλήδες ή Κρωμναίοι από τα χωριά Σταυρί και Κρώμνη όπου υπήρχε σε
μεγάλη έκταση το φαινόμενο της αποκρυφίας ενώ επίσης λέγονταν και
Κλωστοί. Στην Κύπρο και στην Κρήτη ήταν γνωστοί και ως λινοβάμβακοι. Στα
νησιά του Αιγαίου που είχαν χορηγηθεί διάφορα προνόμια από τους
Οθωμανούς, υπάρχουν ελάχιστες μαρτυρίες για κρυπτοχριστιανούς.
Κρυπτοχριστιανοί εμφανίζονται επίσης στην Αλβανία, κυρίως στην περιοχή του ποταμού Γενούσου (Σκούμπη)
Οι νεομάρτυρες
Η αντίδραση στους εκούσιους εξισλαμισμούς ή η αποκάλυψη των
κρυπτοχριστιανών, είχε σαν αποτέλεσμα το μαρτύριο και τον θάνατο. Έτσι
προήλθε ο μεγαλύτερος αριθμός νεομαρτύρων.
Το 1794, ο Αγιορείτης σοφός συγγραφέας Άγιος Νικόδημος, εξέδωσε το «Νέον
Μαρτυρολόγιον», όπου περιλαμβάνονται 75, ανέκδοτα ως τότε, μαρτύρια.
Γράφει χαρακτηριστικά ο Νικόδημος:
«Οι νέοι ούτε Μάρτυρες είναι θάρρος και παρακίνησις εις το να μιμούνται
δια του έργου και όλοι οι άλλοι χριστιανοί, εξαιρέτως δε, οι πρότερον
αρνηθέντες τον Χριστόν…».
Για τους νεομάρτυρες αναφέρει ότι πρέπει να αποτελούν πρότυπο «… για
όλους τους ορθοδόξους χριστιανούς, όπου τυραννούνται κάτω από τον βαρύν
ζυγόν της αιχμαλωσίας, θάρρος και παρακίνησις εις το να μιμηθούν δια του
έργου το μαρτυρικόν τους τέλος, και όλοι μεν οι χριστιανοί, οι κατά
περίστασιν αναγκαζόμενοι εις το μαρτυρήσαι, εξαιρέτως δε και μάλιστα,
όσοι έφθασαν να αρνηθούν πρότερον την ορθόδοξον πίστιν».
Νεομάρτυρες αναφέρονται ως τα χρόνια της Επανάστασης του 1821 αλλά και
αργότερα, όπως ο Άγιος Γεώργιος ο Νέος εξ Ιωαννίνων, ο οποίος μαρτύρησε
το 1838.
Οι κρυπτοχριστιανοί αποκαλύπτονται
Το 1856, με την έκδοση του Χάττι Χαμαγιούν (σουλτανικού διατάγματος),
επιτράπηκε η ελεύθερη άσκηση της λατρείας στους οπαδούς όλων των
θρησκειών στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Έτσι, σταδιακά, οι κρυπτοχριστιανοί αποκάλυψαν την πραγματική τους
θρησκεία. Πρώτος που «αποκαλύφθηκε» στην Τραπεζούντα, ήταν ο Πέτρος
Σάββα Σιδηρόπουλος, από την Κρώμνη, που υπηρετούσε ως κλητήρας στο
ιταλικό προξενείο Τραπεζούντος. Στις 14 Μαΐου 1856, εγκατέλειψε το
τουρκικό όνομα Πεχλίλ και εμφανίστηκε με το χριστιανικό Πέτρος. Τον
κάλεσε αμέσως ο βαλής – Γενικός Διοικητής – της Τραπεζούντας Χαϊρεντίν
πασάς και μπροστά στο Συμβούλιο της Γενικής Διοικήσεως –ινταρί
μεντζιλίσι – τον ρώτησε τρεις φορές αν απαρνήθηκε τον μωαμεθανισμό.
Εκείνος θαρρετά απάντησε ότι είναι χριστιανός και αφέθηκε ελεύθερος.
Στις 15 Ιουλίου 1857, οι κρυπτοχριστιανοί των επαρχιών Τραπεζούντος και
Χαλδαίας, έστειλαν αντιπροσώπους στην Κωνσταντινούπολη «εις το να
ενεργήσωσι καθ’ οίον τρόπου δύνανται την αποκάλυψιν της άχρι τούδε
κεκρυμμένης παρά τοις Οθωμανοίς ανατολικής θρησκείας και απευθύνθηκαν
στους πρεσβευτές των ευρωπαϊκών κρατών ζητώντας τη συμπαράστασή τους.
Παρά τις αντιδράσεις των οθωμανικών αρχών, 20.000 περίπου από τους
κρυπτοχριστιανούς αυτούς, άρχισαν να ασκούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους
καθήκοντα.
Στην Κρήτη, η ονομαστή οικογένεια των Κουρμούληδων, ενώ φανερά είχαν
δείξει ότι ασπάστηκαν το Ισλάμ, διατήρησαν κρυφά τη χριστιανική τους
πίστη και λατρεία. Προστάτευαν με κάθε τρόπο τους χριστιανούς της
Μεσαράς, και αποκαλύφθηκαν κατά την Επανάσταση του 1821, όταν πολέμησαν
μαζί με άλλους Κρητικούς εναντίον των Τούρκων.
Ένας απ’ αυτούς, ο Μιχαήλ (Χουσεΐν σαν ψευδομουσουλμάνος), αναφέρεται
μεταξύ των μυημένων στη Φιλική Εταιρεία. Μόλις ξέσπασε η Επανάσταση,
συγκρότησε στρατιωτικό σώμα Μεσαριωτών. Ανάμεσά τους υπήρχαν και 80
Κουρμούληδες! Το σώμα αυτό πέτυχε μεγάλες νίκες επί των Σερίφ πασά και
Χασάν πασά. Όταν η επανάσταση στην Κρήτη καταπνίγηκε, ο Μιχαήλ
Κουρμούλης πήγε στην Ύδρα όπου πέθανε «στερούμενος του επιουσίου άρτου»
την 1η Ιουλίου 1824.
Μαζικές αποκαλύψεις κρυπτοχριστιανών στην Κρήτη, έγιναν γύρω στο 1857
όταν ακόμα και χωριά ολόκληρα όπως η Επισκοπή της περιοχής Πεδιάδας,
«εξεδήλωσαν την εις το Ευαγγέλιον πίστιν αυτών ενώπιόν του τότε γενικού
διοικητού Βελή πασά».
Στην Κύπρο, οι κρυπτοχριστιανοί αποκαλύφθηκαν μετά την παραχώρηση του
νησιού στους Άγγλους το 1878, ενώ στην Αλβανία οι κρυπτοχριστιανοί,
γνωστοί και ως Σπαθιώτες από την περιοχή Σπαθιά( Σπάθη και Σπάθα), Σπατ
στα αλβανικά, μεταξύ των επαρχιών Ελβασάν, Βερατίου, Γκόρας και Μόκρας,
εκδήλωσαν τα πραγματικά τους θρησκευτικά αισθήματα μετά την ανακήρυξη
του τουρκικού Συντάγματος το 1908.
Ο Β. Σφυρόερας, θεωρεί ότι κρυπτοχριστιανοί υπήρχαν ως το 1930, ενώ ο
Νίκος Μηλιώρης γράφει ότι ακόμα και γύρω στο 1960 υπήρχαν περιοχές όπου
ζούσαν κρυπτοχριστιανοί.
Κάποιοι μιλούν και γράφουν για χιλιάδες ή και εκατομμύρια
κρυπτοχριστιανών στη σημερινή Τουρκία. Είναι όμως εκτιμήσεις ή
προσωπικές απόψεις που δεν στηρίζονται σε αποδείξεις. Πώς θα γινόταν
κάτι τέτοιο άλλωστε;
Γι’ αυτό όπως πάντα αρκούμαστε σε ό, τι είναι καταγεγραμμένο σε κάποιες
πηγές και αποφεύγοντας να αναφέρουμε αμφισβητούμενα ή ανύπαρκτα
στοιχεία...
- Γέροντα, μένει ψυχρή η καρδιά μου στην προσευχή. Είναι γιατί ο νους δεν δίνει τηλεγράφημα στην καρδιά. Ύστερα στην προσευχή χρειάζεται ναεργασθεί κανείς· δεν μπορεί από την μια στιγμή στην άλλη να φθάσει σε κατάσταση, ώστε να μη φεύγει καθόλου ο νους του. Θέλει υπομονή. Βλέπεις, άλλος χτυπάει την πόρτα, ξαναχτυπάει, περιμένει, και μετά ανοίγει η πόρτα. Εσύ θες να χτυπήσεις μια και να μπεις μέσα. Δεν γίνεται έτσι. Στην προσευχή χρειάζεται επιμονή. «Και παρεβιάσαντο αυτον» (Λουκ. 24, 25), λέει το Ευαγγέλιο για τους δύο Μαθητές που συνάντησαν τον Χριστό στον δρόμο προς Εμμαούς. Έμεινε ο Χριστός μαζί τους, γιατί είχαν μια συγγένεια με τον Χριστό και το δικαιούνταν. Είχαν ταπείνωση, απλότητα, καλοσύνη, θάρρος με την καλή έννοια, όλες τις προϋποθέσεις, γι’ αυτό και ο Χριστός έμεινε μαζί τους. Πρέπει να προσευχόμαστε με πίστη για κάθε ζήτημα και να κάνουμε υπομονή, και ο Θεός θα μιλήσει. Γιατί, όταν ο άνθρωπος προσεύχεται με πίστη, υποχρεώνει τον Θεό κατά κάποιο τρόπο για την πίστη του αυτή να του εκπληρώσει το αίτημά του. Γι’ αυτό, όταν ζητούμε κάτι από τον Θεό, να μη «διακρινώμεθα» και θα εισακουσθούμε. «Να έχετε πίστη χωρίς να διακριθείτε» (Ματθ. 21, 21), είπε ο Κύριος. Ο Θεός ξέρει να μας δώσει αυτό που ζητούμε, ώστε να μη βλαφτούμε πνευματικά. Μερικές φορές ζητούμε κάτι από τον Θεό, αλλά δεν κάνουμε υπομονή και ανησυχούμε. Αν δεν είχαμε δυνατό Θεό, τότε να ανησυχούσαμε. Αλλά αφού έχουμε Θεό Παντοδύναμο και έχει πάρα πολλή αγάπη, τόση που μας τρέφει και με το Αίμα Του, δεν δικαιολογούμαστε να ανησυχούμε. Μερικές φορές δεν αφήνουμε ένα δύσκολο θέμα μας στα χέρια του Θεού, αλλά ενεργούμε ανθρώπινα. Όταν ζητούμε κάτι από τον Θεό και κλονίζεται η πίστη μας και θέλουμε να ενεργήσουμε ανθρωπίνως στα δυσκολοκατόρθωτα, χωρίς να περιμένουμε την απάντηση στο αίτημά μας από τον Θεό, είναι σαν να κάνουμε αίτηση στον βασιλέα Θεό και την παίρνουμε πίσω, την ώρα που Εκείνος απλώνει το χέρι Του, για να ενεργήσει. Τον παρακαλούμε πάλι, αλλά και πάλι κλονίζεται η πίστη μας και ανησυχούμε και επαναλαμβάνουμε το ίδιο. Έτσι διαιωνίζεται η ταλαιπωρία μας. Κάνουμε δηλαδή σαν εκείνον που κάνει μια αίτηση στο Υπουργείο και ύστερα από λίγο μετανιώνει και την αποσύρει. Ξαναμετανιώνει, την υποβάλλει· μετά από λίγο πάλι την αποσύρει. Η αίτηση όμως πρέπει να μείνει, για να παίρνει την σειρά της.
Η λέξη Ταβιθά είναι συριακή και ερμηνεύεται Δορκάς (ζαρκάδι). Από τίς Πράξεις των Αποστόλων πληροφορούμαστε ότι η Δορκάς, ήταν εξειδικευμένη υφάντρια πού κατασκεύαζε χιτώνες και ιμάτια, τα όποια πωλούσε και από τα έσοδα συντηρούσε φτωχούς, χήρες και ορφανά. Όταν ο απόστολος Πέτρος, στα πλαίσια της διάδοσης του Ευαγγελίου, έφτασε στη Λύδδα της Παλαιστίνης, συνέβη ν' ασθενήσει η Δορκάς και να πεθάνει. Τότε δύο απεσταλμένοι, παρακάλεσαν τον Πέτρο να έλθει στην Ιόππη. Όταν έφτασε, τον ανέβασαν στο υπερώο, όπου ήταν νεκρή η Δορκάς. Συγκινημένος ο Πέτρος, χωρίς να πει τίποτα, έβγαλε όλους έξω, γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά. Έπειτα είπε: «Ταβιθᾶ ἀνάστηθι». Και πράγματι η νεκρή αναστήθηκε!
Εδώ δεν έχομε πατρίδα αληθινή, είμεθα ξένοι! Η πατρίδα μας είναι στους ουρανούς. Γνωρίζω καλά πόσο μεγάλη ωφέλεια προξενεί η πρόσκαιρη ασθένεια σε εκείνους που έχουν υπομονή στις θλίψεις, δεν γογγύζουν αλλά λέγουν σαν τον Ιώβ δόξα σοι ο Θεός.
Όλοι οι Άγιοι και οι δίκαιοι στον κόσμο αυτό είχαν ασθένειες, θλίψεις, στερήσεις, διωγμούς, εξορίες, βασάνους, τιμωρίες, εάν, όμως, δεν είχαν υπομονή, δεν θα άγιαζαν· γι’ αυτό ο Κύριος είπε· όποιος έχει υπομονή μέχρι τέλους, εκείνος θα σωθεί. Με την υπομονή τους οι Άγιοι άγιασαν και έλαβον μεγάλη χάρη και εδώ στη γη και στους Ουρανούς….
Οι Άγιοι πάντες Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, Όσιοι και δίκαιοι και ο ίδιος ο αναμάρτητος Κύριός μας, είχαν θλίψεις. Πώς εμείς θέλουμε, χωρίς θλίψεις και πειρασμούς, να σωθούμε;
Οι ασθένειες είναι δώρο Θεού, είναι σημείο της αγάπης του Θεού. Μας παιδεύει εδώ στην πρόσκαιρη ζωή ολίγον για να μας αναπαύσει στην αιώνια, και «ολίγα παιδευθέντες μεγάλα ευεργετηθήσονται», λέγει το Άγιο Πνεύμα.
Όλοι οι Άγιοι είχαν ασθένειες, θλίψεις, πειρασμούς στην πρόσκαιρη ζωή, αλλά τώρα χαίρουν και θα χαίρουν αιώνια.
Εμείς οι αμαρτωλοί οφείλουμε να πιστεύουμε και να παραδεχόμαστε, ότι όσα κάμνει ο Κύριος είναι καλά, είναι δίκαια και ωφέλιμα.
Θεωρώ αναγκαίον να σου υπομνήσω ό,τι και εγώ και συ και όλοι οι Χριστιανοί οφείλουμε να έχουμε υπομονή στις θλίψεις. Χωρίς θλίψεις, ασθένειες και πειρασμούς είναι δύσκολο να σωθούμε.
Ἀποσταμένος καὶ μὲ
πέντε σοβαρὲς ἀσθένειες παράλληλα πάνω του στάθηκε στὴ μέση τοῦ λίθινου ἀνηφόρου
καὶ μὲ βλέμμα σοβαρὸ ἀποξεχνώντας γιὰ λίγο τὸ ἀπαραίτητο χιοῦμορ, μᾶς εἶπε: