Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

Ότε οι Ένδοξοι Μαθηταί



Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι

Τρίτη 30 Μαρτίου 2010

O Ιωσήφ και η γυναίκα του Πετεφρή

ΙΩΣΗΦ δὲ κατήχθη εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἐκτήσατο αὐτὸν Πετεφρὴς ὁ εὐνοῦχος Φαραώ, ὁ ἀρχιμάγειρος, ἀνὴρ Αἰγύπτιος, ἐκ χειρῶν τῶν ᾿Ισμαηλιτῶν, οἳ κατήγαγον αὐτὸν ἐκεῖ. 2 καὶ ἦν Κύριος μετὰ ᾿Ιωσήφ, καὶ ἦν ἀνὴρ ἐπιτυγχάνων καὶ ἐγένετο ἐν τῷ οἴκῳ παρὰ τῷ κυρίῳ αὐτοῦ τῷ Αἰγυπτίῳ. 3 ᾔδει δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ, ὅτι ὁ Κύριος ἦν μετ᾿ αὐτοῦ καὶ ὅσα ἐὰν ποιῇ, Κύριος εὐοδοῖ ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ. 4 καὶ εὗρεν ᾿Ιωσὴφ χάριν ἐναντίον τοῦ κυρίου αὐτοῦ, καὶ εὐηρέστησεν αὐτῷ, καὶ κατέστησεν αὐτὸν ἐπὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ πάντα, ὅσα ἦν αὐτῷ, ἔδωκε διὰ χειρὸς ᾿Ιωσήφ. 5 ἐγένετο δὲ μετὰ τὸ καταστῆναι αὐτὸν ἐπὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ ἐπὶ πάντα, ὅσα ἦν αὐτῷ, καὶ ηὐλόγησε Κύριος τὸν οἶκον τοῦ Αἰγυπτίου διὰ ᾿Ιωσήφ, καὶ ἐγενήθη εὐλογία Κυρίου ἐν πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτῷ ἐν τῷ οἴκῳ καὶ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ. 6 καὶ ἐπέτρεψε πάντα, ὅσα ἦν αὐτῷ, εἰς χεῖρας ᾿Ιωσὴφ καὶ οὐκ ᾔδει τῶν καθ᾿ αὑτὸν οὐδὲν πλὴν τοῦ ἄρτου, οὗ ἤσθιεν αὐτός.
  Καὶ ἦν ᾿Ιωσὴφ καλὸς τῷ εἴδει καὶ ὡραῖος τῇ ὄψει σφόδρα. 7 καὶ ἐγένετο μετὰ τὰ ρήματα ταῦτα καὶ ἐπέβαλεν ἡ γυνὴ τοῦ κυρίου αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς ἐπὶ ᾿Ιωσὴφ καὶ εἶπε· κοιμήθητι μετ᾿ ἐμοῦ. 8 ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, εἶπε δὲ τῇ γυναικὶ τοῦ κυρίου αὐτοῦ· εἰ ὁ κύριός μου οὐ γινώσκει δι᾿ ἐμὲ οὐδὲν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ, καὶ πάντα, ὅσα ἐστὶν αὐτῷ, ἔδωκεν εἰς τὰς χεῖράς μου 9 καὶ οὐχ ὑπερέχει ἐν τῇ οἰκίᾳ ταύτῃ οὐδὲν ἐμοῦ, οὐδὲ ὑπεξῄρηται ἀπ᾿ ἐμοῦ οὐδὲν πλὴν σοῦ, διὰ τὸ σὲ γυναῖκα αὐτοῦ εἶναι, καὶ πῶς ποιήσω τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο, καὶ ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; 10 ἡνίκα δὲ ἐλάλει τῷ ᾿Ιωσὴφ ἡμέραν ἐξ ἡμέρας, καὶ οὐχ ὑπήκουεν αὐτῇ καθεύδειν μετ᾿ αὐτῆς τοῦ συγγενέσθαι αὐτῇ. 11 ἐγένετο δὲ τοιαύτη τις ἡμέρα, καὶ εἰσῆλθεν ᾿Ιωσὴφ εἰς τὴν οἰκίαν ποιεῖν τὰ ἔργα αὐτοῦ, καὶ οὐδεὶς ἦν τῶν ἐν τῇ οἰκίᾳ ἔσω, 12 καὶ ἐπεσπάσατο αὐτὸν τῶν ἱματίων λέγουσα· κοιμήθητι μετ᾿ ἐμοῦ. καὶ καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῆς ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω. 13 καὶ ἐγένετο ὡς εἶδεν, ὅτι καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῆς ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω, 14 καὶ ἐκάλεσε τοὺς ὄντας ἐν τῇ οἰκίᾳ καὶ εἶπεν αὐτοῖς λέγουσα· ἴδετε, εἰσήγαγεν ἡμῖν παῖδα ῾Εβραῖον ἐμπαίζειν ἡμῖν· εἰσῆλθε πρός με λέγων· κοιμήθητι μετ᾿ ἐμοῦ, καὶ ἐβόησα φωνῇ μεγάλῃ· 15 ἐν δὲ τῷ ἀκοῦσαι αὐτὸν ὅτι ὕψωσα τὴν φωνήν μου καὶ ἐβόησα, καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ παρ᾿ ἐμοὶ ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω. 16 καὶ καταλιμπάνει τὰ ἱμάτια παρ᾿ ἑαυτῇ, ἕως ἦλθεν ὁ κύριος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 17 καὶ ἐλάλησεν αὐτῷ κατὰ τὰ ρήματα ταῦτα λέγουσα· εἰσῆλθε πρός με ὁ παῖς ὁ ῾Εβραῖος, ὃν εἰσήγαγες πρὸς ἡμᾶς, ἐμπαῖξαί μοι καὶ εἶπέ μοι· κοιμηθήσομαι μετὰ σοῦ· 18 ὡς δὲ ἤκουσεν ὅτι ὕψωσα τὴν φωνήν μου καὶ ἐβόησα, καταλιπὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ παρ᾿ ἐμοὶ ἔφυγε καὶ ἐξῆλθεν ἔξω. 19 ἐγένετο δέ, ὡς ἤκουσεν ὁ κύριος αὐτοῦ τὰ ρήματα τῆς γυναικὸς αὐτοῦ, ὅσα ἐλάλησε πρὸς αὐτόν, λέγουσα· οὕτως ἐποίησέ μοι ὁ παῖς σου, καὶ ἐθυμώθη ὀργῇ. 20 καὶ λαβὼν ὁ κύριος ᾿Ιωσὴφ ἐνέβαλεν αὐτὸν εἰς τὸ ὀχύρωμα, εἰς τὸν τόπον, ἐν ᾦ οἱ δεσμῶται τοῦ βασιλέως κατέχονται ἐκεῖ ἐν τῷ ὀχυρώματι.
  21 Καὶ ἦν Κύριος μετὰ ᾿Ιωσὴφ καὶ κατέχεεν αὐτοῦ ἔλεος καὶ ἔδωκεν αὐτῷ χάριν ἐναντίον τοῦ ἀρχιδεσμοφύλακος, 22 καὶ ἔδωκεν ὁ ἀρχιδεσμοφύλαξ τὸ δεσμωτήριον διὰ χειρὸς ᾿Ιωσὴφ καὶ πάντας τοὺς ἀπηγμένους, ὅσοι ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ, καὶ πάντα ὅσα ποιοῦσιν ἐκεῖ, αὐτὸς ἦν ποιῶν. 23 οὐκ ἦν ὁ ἀρχιδεσμοφύλαξ τοῦ δεσμωτηρίου γινώσκων δι᾿ αὐτὸν οὐδέν· πάντα γὰρ ἦν διὰ χειρὸς ᾿Ιωσὴφ διὰ τὸ τὸν Κύριον μετ᾿ αὐτοῦ εἶναι, καὶ ὅσα αὐτὸς ἐποίει, ὁ Κύριος εὐώδου ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ.

Αποδοσή

Ο Ιωσήφ οδηγήθηκε στην Αίγυπτο, και τον απέκτησε ο Πετεφρής ο ευνούχος του Φαραώ, ο αρχιμάγειρας, άνδρας Αιγύπτιος, από τα χέρια των Ισμαηλιτών, οι οποίοι τον οδήγησαν εκεί. Και ήταν ο Κύριος με τον Ιωσήφ, και κατάφερε να γίνει έμπιστος στον Αιγύπτιο. Και γνώριζε ο κύριος του ότι ο Κύριος ήταν μαζί με τον Ιωσήφ και ευλογούσε τα έργα του. Και βρήκε χάρη κοντά στον κύριο του , και τον ευχαρίστησε και τον κατέστησε διαχειριστή του σπιτιού του. Έτσι ευλόγησε ο Κύριος το σπίτι του Πετεφρή και τα υπάρχοντά του εξαιτίας του Ιωσήφ. Και του έδωσε εξουσία να περνάνε τα πάντα από τα χέρια του εκτός από τον άρτο που έτρωγε.

Και ήταν ο Ιωσήφ πολύ καλός και όμορφος στην όψη. Και τον έβαλε στον μάτι η γυναίκα του κυρίου του και του ζήτησε να κοιμηθούν μαζί. Αυτός όμως δεν ήθελε, και είπε στην γυναίκα του κυρίου του. Αν ο κύριός μου δεν θέλει να ξέρει τίποτα από αυτά που αφορούν το σπίτι του, και όσα είναι δικά του, μου τα έδωσε να τα διαχειρίζομαι, και τίποτα δεν υπάρχει που να μην είναι υπό τον έλεγχο μου εκτός από εσένα , επειδή είσαι γυναίκα του, πως εγώ θα κάνω το θέλημά σου το πονηρό, και θα αμαρτήσω μπροστά στον Θεό; Όμως μιλούσε στον Ιωσήφ γι’ αυτό το θέμα κάθε ημέρα, ενώ αυτός δεν την υπάκουγε. Μπήκε μια μέρα ο Ιωσήφ στο σπίτι να κάνει την εργασία του και δεν ήταν κανένας μέσα. Και του άρπαξε τον ιματισμό του και του λέει. Κοιμήσου μαζί μου. Και άφησε τα ιμάτια του στα χέρια της και έφυγε και ήλθε έξω. Αυτή μόλις το είδε αυτό φώναξε τους υπηρέτες και τους λέγει. Κοιτάξτε μας έφερε έναν νέο Εβραίο να μας κοροϊδέψει. Ήρθε σε μένα λέγοντας κοιμήσου μαζί μου και φώναξα δυνατά και έφυγε και βγήκε έξω από το σπίτι. Και κράτησε τα ιμάτια έως ότου ήρθε ο κύριος του σπιτιού. Και του είπε. Ήλθε σε εμένα ο νεαρός Εβραίος, που μας τον έφερες, για να με κοροϊδέψει και μου είπε. Θα κοιμηθώ μαζί σου. Μόλις όμως άκουσε ότι ύψωσα τη φωνή μου και φώναξα, μου άφησε τα ιμάτια του και έφυγε έξω. Και μόλις τα άκουσε αυτά ο κύριος θύμωσε πολύ. Και άρπαξε τον Ιωσήφ και τον έβαλε στην φυλακή.

Και ήταν ο Κύριος μαζί με τον Ιωσήφ και του έστελνε το έλεος του και του έδωσε χάρη μπροστά στον αρχιδεσμοφύλακα. Και παρέδωσε ο αρχιδεσμοφύλακας το δεσμοτήριο στα χέρια του Ιωσήφ. Και του είχε τυφλή εμπιστοσύνη. Και όλα ήταν στα χέρια του Ιωσήφ, επειδή ο Κύριος ήταν μαζί του και όσα έκανε ο Κύριος τον βοηθούσε.
----

Δευτέραν Εὔαν τὴν Αἰγυπτίαν, εὑρὼν ὁ δράκων, διὰ ῥημάτων, ἔσπευδε κολακείας, ὑποσκελίσαι τὸν Ἰωσήφ, ἀλλ' αὐτὸς καταλιπὼν τὸν χιτῶνα, ἔφυγε τὴν ἁμαρτίαν, καὶ γυμνὸς οὐκ ᾐσχύνετο, ὡς ὁ Πρωτόπλαστος, πρὸ τῆς παρακοῆς· αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς.


Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

Χριστός και μαγεία

  www.omf.gr


Απίθανα πράγματα συμβαίνουν στο Κονγκό· όμως συμβαίνουν. Απομαγνητοφώνησα και τα πέρασα στο χαρτί και σας τα στέλνω, όσα με απλότητα και ειλικρίνεια διηγήθηκε σε πολυάριθμο ακροατήριο στην αίθουσα ομιλιών στην ιεραποστολή της Κανάνγκα ο κληρικός π. Βασίλειος Muamba. Είναι αυθεντικά και εύλαλα!
«Το 1996 έκανα ένα ιεραποστολικό ταξίδι στο Dimbelenge, συνοδευόμενος από ένα αγόρι-ψάλτη του Κέντρου της Ιεραποστολής της Κανάνγκα κι ένα άλλο αγόρι που ήρθε μαζί μας στο δρόμο.
Όταν φτάσαμε, συναντήσαμε τους παλιούς πιστούς που είχα βαπτίσει την περασμένη χρονιά και κάποιους που περίμεναν να βαπτιστούν τώρα. Μας έδωσαν ένα σπίτι για να περάσαμε τις μέρες που θα μέναμε κοντά τους.
Ανάμεσα σ' αυτούς που περίμεναν το βάπτισμα υπήρχε κάποιος άνδρας, που με μαγικό τρόπο έστελνε κεραυνούς και είχε ήδη σκοτώσει πολλούς ανθρώπους.
Ο παραδοσιακός αρχηγός του χωριού τον είχε τιμωρήσει απαγορεύοντας του να πίνει νερό από το ποτάμι της περιοχής Mukamba.
Εβάπτισα όσους περίμεναν το βάπτισμα κι ανάμεσά τους κι αυτόν τον μάγο.
Το βράδυ ζύμωσα και άφησα το πρόσφορο για την Θεία Λειτουργία της επομένης. Πήγαμε και οι τρείς να κοιμηθούμε.
Κατά τις 4 το πρωί ένας δυνατός άνεμος άρχισε μα φυσά που έκανε να κουνιέται όλο το σπίτι. Πετάχτηκα απ' τον ύπνο και άκουσα τα δύο παιδιά - συνοδούς μου - να κλαίνε και να φωνάζουν:
- Πάτερ, πεθαίνουμε, ελάτε να μας σώσετε!
Άκουγα τα παιδιά όμως δεν μπορούσα να κουνηθώ και να φτάσω στο δωμάτιο των παιδιών.
Κατάλαβα ότι ήμουν ζωντανός γιατί ένιωθα το κεφάλι μου. Όμως όλο το σώμα ήταν παράλυτο.
Είχα μαζί μου ένα σταυρό που ο αείμνηστος π. Χαρίτων μου έδωσε κάποτε στην Τσικάμβα. Τον είχα τοποθετήσει από το βράδυ πάνω στο τραπέζι. Σκέφτηκα να τον πάρω και να κάνω προσευχή. Όμως δεν μπορούσα να απλώσω το χέρι μου.
Τα παιδιά συνέχιζαν να κλαίνε πιο δυνατά.
Έφερα με δυσκολία το χέρι πάνω στο πόδι μου, έκανα το σημείο του Σταυρού και κατάλαβα ότι μπορώ να κουνηθώ.
Κάθισα στο κρεβάτι με τα πόδια κρεμασμένα αλλά ο άνεμος με πέταγε από τον ένα τοίχο στον άλλο του δωματίου. Με δυσκολία και χτυπώντας πέρα-δώθε βγήκα από το δωμάτιο, πέρασα στην βεράντα όπου είδα το μηχανάκι μου πεταμένο, αναποδογυρισμένο στην άκρη της βεράντας και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο των παιδιών. Μπήκα μέσα, τα έπιασα από το χέρι, τα ρούχα τους ήταν ξεσκισμένα, σχεδόν γυμνά, έκαναν εμετό και είχαν διάρροια. Ήταν περίπου 6 η ώρα το πρωί.
Υπήρχε μέσα στην αυλή του σπιτιού ένας νυχτερινός φύλακας που κατοικεί με όλη την οικογένειά του σ' ένα σπίτι στο ίδιο οικόπεδο. Αυτός είχε ακούσει όσα συνέβαιναν στο δικό μας σπίτι αλλά δεν μπορούσε να μας πλησιάσει για βοήθεια. Έβγαλα τα παιδιά έξω και τους είπα να μείνουν στην βεράντα κι εγώ ξαναμπήκα στο σπίτι.
Άρχισα να καλώ τον φύλακα με το όνομά του. Κάποια στιγμή έφτασε. «Δεν καταλαβαίνεις τίποτα απ' αυτά που συμβαίνουν;» τον ρώτησα. «Μήπως κατάλαβες τι έγινε όλο το πρωί;»
«Τα άκουσα όλα, μου είπε, αλλά δεν έβρισκα δύναμη για να έρθω κοντά σας.»
Τον παρακάλεσα να πάει να καλέσει κάποιους συγγενείς μου που κατοικούν σ' αυτήν την περιοχή και τους πιστούς.
Το πρωί έπρεπε να τελέσω τη Θεία Λειτουργία.
Ήρθα πολλοί πιστοί και κάποιοι μου είπαν: «Όλα αυτά που συνέβησαν την νύχτα, είναι γιατί βάπτισες χτες, τον αρχηγό των ''κεραυνοβόλων''. Οι φίλοι του σκέφτηκαν: "Θα πειράξουμε και θα δοκιμάσουμε τώρα αυτόν που βάπτισε τον αρχηγό μας.»
Βγήκα για μια στιγμή έξω από το χώρο που θα τελούσα σε λίγο την Θεία Λειτουργία. Κάποιοι πιστοί και κάποιοι χωρικοί αβάπτιστοι μου είπαν:
- Θέλησαν να σας σκοτώσουν, όμως δεν τα κατάφεραν. Πιστεύουμε κι εμείς ότι ο Θεός σας είναι Δυνατός, ο Αληθινός. Ζητάμε λοιπόν να μας βαπτίσετε κι εμάς, όλους.
Τους βάπτισα.
Και ο αρχηγός των κεραυνοβόλων ενισχύθηκε ακόμα πιο πολύ ότι ο Θεός μας είναι ο Αληθινός Θεός.
Τέλειωσε το ταξίδι και επέστρεψα στην Κανάνγκα.
Όταν θα έκανα το επόμενο ταξίδι, ο Επίσκοπος μού έδωσε ένα Σταυρό λέγοντάς μου: «όταν φτάσεις, θα ρίξεις αυτό το Σταυρό στο ποτάμι της περιοχής και θα πεις στους πιστούς να κολυμπήσουν να τον βρουν και να σου το φέρουν.»
Σ' αυτό μου τον λόγο πολλοί πιστοί έπεσαν στο ποτάμι να βρουν τον Σταυρό. Αυτός που τον βρήκε και μου τον έφερε ήταν ο αρχηγός των κεραυνοβόλων, που είχα βαπτίσει στο προηγούμενο ταξίδι.
Επέστρεψα στην Κανάνγκα.
Στις γιορτές του Πάσχα, κάποιοι πιστοί του Dibelenge και ανάμεσά τους ο αρχηγός των κεραυνοβόλων ήρθαν για να γιορτάσουν στο Κέντρο της Ιεραποστολής.
Παρουσίασα στον Επίσκοπο τον πιστό που βρήκε τον Σταυρό και ο Επίσκοπος του έδωσε ένα δώρο.
Είχε την συνήθεια να περπατά ξυπόλητος, τώρα άρχισε να φοράει παπούτσια.
Άρχισε επίσης να πίνει νερό από το απαγορευμένο γι' αυτόν ποτάμι.»
 
† Ο Κεντρώας Αφρικής Ιγνάτιος

Τον νυμφώνα σου βλέπω

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...