Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Η πτώση ως ευκαιρία ενότητας




ΟΤΑΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΕΣΕΙ,  απλώνει το χέρι σε κάποιον. Η πτώση παρέχει τη δυνατότητα να ξεφύγεις από τον ατομισμό σου, από το κλείσιμο στον εαυτό σου, από τις εγωκεντρικές σου επιθυμίες, να κοινωνήσεις με τον άλλον, να νιώσεις τη ζεστασιά του χεριού που σε βοηθά να ανορθωθείς. Όσο χρόνο στηρίζεσαι στα πόδια σου, δεν έχεις την ανάγκη να πιαστείς από πουθενά. Όταν ο άνθρωπος χάσει τα στηρίγματά του, υπάρχει φόβος να «καταπατηθεί» από όσους συναντά στον δρόμο του και να γίνει τροφή αγίων ζώων.
Τότε του δίνεται η ευκαιρία να πιαστεί από κάτι πιο σταθερό και μόνιμο, κάτι το οποίο δεν θα φθείρεται με τον χρόνο. Ένα άλλο χέρι, ουράνιο, είναι πάντοτε απλωμένο και περιμένει το δικό σου προς συνάντησή Του. Μακάριοι είναι όσοι χάνουν τα γήινα στηρίγματά τους και αποκτούν τα θεία που μένουν αναλλοίωτα. Η πτώση φέρνει την ανόρθωση και η κάθοδος του Χριστού στον Άδη προηγήθηκε της Ανάστασης Αυτού. Ο ζωντανός δεν ανασταίνεται. Πρέπει να πεθάνεις για να ζήσεις αιώνια κοντά στον Αναστάντα Ιησού.
Οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν τον αληθινό Θεό ύστερα από ένα μεγάλο «πέσιμο»˙ από τις ιδέες , τις επιδιώξεις, τις κοσμικές επιθυμίες, τα όνειρά τους, απελπισμένοι από την αίσθηση της μηδαμινότητας και αδυναμίας τους, στρέφουν τον νου τους προς Αυτόν που δίνει ελπίδα και νόημα ζωής. Ζητούν λύτρωση , ενίσχυση, θεία παρηγοριά. Και τη λαμβάνουν. Ο μέγας Απόστολος Παύλος έπεσε από το άλογό του όταν στον δρόμο προς τη Δαμασκό του μίλησε ο Κύριος. Γυμνωμένος από τον προηγούμενο ένδοξο βίο του- ήταν πρωτοπαλλήκαρο του Ιουδαϊσμού- αφέθηκε στα χέρια του αληθινού Θεού και ντύθηκε με ρούχα που η μωρία του κόσμου- επειδή δεν μπορεί να αποκτήσει- θεωρεί ασήμαντα.
Θυσία προς τον πλησίον, ταπείνωση, υπομονή στις θλίψεις, αγάπη για τους εχθρούς, υποχωρητικότητα, απλότητα, συγκατάθεση, προσέγγιση και επικοινωνία με αυτούς που η κοινωνία δεν συζητά και δεν ασχολείται. Να τα νέα περίλαμπρα «ενδύματα» του μεγάλου Αποστόλου των Εθνών. Με αυτά παρουσιάστηκε μέσα στον κόσμο και πέτυχε να επικρατήσει στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Και οι «ισχυροί» του κόσμου απορούν ακόμα και σήμερα με αυτόν τον πολυβασανισμένο φτωχό, ασθενικό μέγα Παύλο. Τα πανίσχυρα και ακριβά όπλα των ισχυρών διαλύονται μπροστά στο όπλο του Παύλου, την αγάπη, αφού με αυτό επικράτησε σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο.
18/7/06
Από το βιβλίο: «εκπλήξεις χάριτος
Σύγχρονοι ήρωες του πνεύματος»
ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΩΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΘΗΝΑ 2010
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: «ΑΓΑΘΟΣ ΛΟΓΟΣ»

Η ωφέλεια από την καλή συναναστροφή Γερ Παισιος

Φωτογραφία: Η ωφέλεια από την καλή συναναστροφή
Η αδελφοσύνη

Γέροντα, ανησυχώ όταν λέτε ότι θα περάσουμε δύσκολα χρόνια.
- Να είστε αγαπημένες , μονιασμένες , καταρτισμένες πνευματικά, να έχετε παλληκαριά, να είστε ένα σώμα, και μη φοβάσθε τίποτε. Βοηθάει μετά ο Θεός. Να καλλιεργήσετε την αγάπη την πνευματική. Να έχετε την αγάπη που έχει η μάνα για το παιδί. Να υπάρχη η αδελφοσύνη, η θυσία. Θα περάσουμε σιγά-σιγά δύσκολες μέρες. Φυσικά εμείς οι μοναχοί φεύγουμε από τον κόσμο και αφήνουμε γνωστούς και συγγενείς , για να μπούμε στην μεγάλη οικογένεια του Αδάμ- του Θεού. Οι λαϊκοί όμως επιβάλλεται να έχουν σχέσεις με γνωστούς και συγγενείς που ζουν πνευματικά ,για να βοηθιούνται. Ο Χριστιανός που αγωνίζεται μέσα στον κόσμο βοηθιέται, όταν έχη σχέσεις με πνευματικούς ανθρώπους. Όσο πνευματικά και να ζη κανείς, έχει ανάγκη – ιδίως στην εποχή που ζούμε – από την καλή συντροφιά. Η επαφή με πνευματικούς ανθρώπους πολύ τον βοηθάει- περισσότερο κι από την πνευματική μελέτη – διότι αυτή η χαρά του πνευματικού συνδέσμου του δίνει όρεξη μεγάλη, για να αγωνίζεται πνευματικά. Ακόμα και στην εργασία, σε μια δημόσια υπηρεσία κ.λ.π. ,καλά είναι να γνωρίζονται μεταξύ τους οι πνευματικοί άνθρωποι , για να αλληλοβοηθούνται. Μπορεί, ας υποθέσουμε , να παρουσιασθή ένα πρόβλημα μεταξύ συναδέλφων, να χρειάζωνται αλληλοσυμπαράσταση και να διστάζη ο ένας να μιλήση στον άλλον , αν δεν γνωρίζωνται.
- Όταν ,Γέροντα, ένας αρνηθή να μας εξυπηρετήση σε κάποια ανάγκη μας , είναι σωστό να δυσκολευώμαστε να του ξαναζητήσουμε κάτι που θα χρειασθούμε;
- Όχι, δεν πρέπει . Ίσως τότε να μην είχε την δυνατότητα να εξυπηρετήση. Είναι σαν να μου ζητάς ένα σταυρουδάκι, και σου το δίνω. Άλλη φορά μου ζητάς, αλλά δεν έχω να σου δώσω , και δεν σου δίνω. Εγώ ύστερα αγοράζω σταυρουδάκια, για να έχω να δίνω, και έρχεσαι εσύ και δεν μου ζητάς, ενώ εγώ περιμένω μια ευκαιρία να τα μοιράσω. Σήμερα οι άνθρωποι ζουν στην ίδια πολυκατοικία και δεν γνωρίζονται μεταξύ τους . Παλιά υπήρχε η γειτονιά, που βοηθούσε τους ανθρώπους να γνωρισθούν , και σε μια ανάγκη στήριζε ο ένας τον άλλον. Πήγαινε, ας υποθέσουμε , ένας κάπου με το κάρο και συναντούσε στο δρόμο έναν γνωστό του. « Από πού έρχεσαι; που πας; τον ρωτούσε. Προς τα εκεί πάω και εγώ. Ανέβα πάνω να πάμε μαζί » . Ή άλλος, αν είχε πρόγραμμα να πάη κάπου με το άλογο , το έλεγε και στον γείτονα και τον ρωτούσε: « Εσύ πού θέλεις να πας ; Αν μπορείς να περιμένης, σε τρεις ώρες φεύγω με το άλογο και μπορώ να σε πάρω μαζί μου » ή « αύριο θα φύγω για κει. Έλα από το σπίτι να κοιμηθής σε μας ,για να φύγουμε συντροφιά νωρίς το πρωί ». Σκέφτονταν οι άνθρωποι τον άλλον και , όταν μπορούσαν να κάνουν μια εξυπηρέτηση ,δεν την απέφευγαν. Είχαν την καλή περιέργεια και ρωτούσαν , για να εξυπηρετήσουν σε όλες τις περιπτώσεις. Ακόμη και από χωριό σε χωριό είχαν γνωστούς.
- Γέροντα, τι βοηθάει να δεθούν πνευματικά οι άνθρωποι;
- Στις μέρες μας και να μη θέλουν να δεθούν οι πνευματικοί άνθρωποι, θα τους αναγκάση ο διάβολος να δεθούν. Ο διάβολος με την πολλή του κακία κάνει το μεγαλύτερο καλό σήμερα στον κόσμο. Γιατί, ας πούμε, ένας πατέρας που είναι πιστός και θέλει λ.χ. να κάνη φροντιστήριο στα παιδιά του, θα είναι αναγκασμένος να βρη έναν καλό και πιστό δάσκαλο , για να βάλη στο σπίτι του. Ένας δάσκαλος πάλι που είναι πιστός και θέλει να κάνη φροντιστήριο σε παιδιά, γιατί δεν διορίσθηκε ακόμη, θα ζητά να βρη μια οικογένεια καλή, για να νιώθει ασφάλεια. Ή ένας τεχνίτης που ζει πνευματικά, είτε ελαιοχρωματιστής είναι είτε ηλεκτρολόγος κ.λ.π., θα ψάχνη να βρη να δουλέψει σε μια καλή οικογένεια, ώστε να νιώθη άνετα , γιατί σε ένα κοσμικό σπίτι θα βρίσκη τον μπελά του . Ένας χριστιανός νοικοκύρης πάλι θα ψάχνη να βάλη στο σπίτι του έναν καλό τεχνίτη , που να είναι και πιστός άνθρωπος. Έτσι θα ψάχνη και ο ένας και ο άλλος να βρη έναν πνευματικό άνθρωπο , για να μπορή να συνεργασθή. Σιγά- σιγά λοιπόν θα γνωρισθούν μεταξύ τους οι πνευματικοί άνθρωποι από όλα τα επαγγέλματα και από όλες τις επιστήμες. Τελικά ο διάβολος με την κακία του, χωρίς να το θέλη, κάνει καλό: χωρίζει τα πρόβατα από τα γίδια. Θα χωρίσουν λοιπόν τα πρόβατα από τα γίδια και θα ζουν ως « μία ποίμνη, εις ποιμήν » . Και βλέπεις, άλλοτε στα χωριά είχαν τσομπάνο και ο κάθε χωρικός έδινε τα πρόβατα ή τα γίδια που είχε, άλλος πέντε, άλλος δέκα, και βοσκούσαν πρόβατα και γίδια μαζί, γιατί τα γίδια τότε ήταν φρόνιμα και δεν χτυπούσαν με τα κέρατα τα πρόβατα. Τώρα τα γίδια αγρίεψαν και χτυπούν άγρια τα πρόβατα του Χριστού. Τα πρόβατα πάλι ψάχνουν καλό βοσκό και κοπάδι μόνον από πρόβατα. Γιατί έτσι που έγινε ο κόσμος , είναι μόνο για όσους ζουν στην αμαρτία. Για αυτό θα χωρίζωνται οι άνθρωποι και θα ξεχωρίσουν τα πρόβατα από τα ερίφια. Όσοι θα θέλουν να ζουν πνευματική ζωή, σιγά-σιγά δεν θα μπορούν να ζήσουν μέσα σε αυτόν τον κόσμο . Θα ψάχνουν να βρουν τους όμοιους τους , ανθρώπους του Θεού, να βρουν Πνευματικό, και θα απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο από την αμαρτία. Και αυτό το καλό το κάνει τώρα ο διάβολος με την κακία του, χωρίς να το θέλη. Έτσι βλέπουμε, όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στα χωριά, άλλους να τρέχουν στα νταούλια, στα μπουζούκια κ.λ.π., να ζουν αδιάφορα, και άλλους να τρέχουν στις αγρυπνίες, στις παρακλήσεις, στις πνευματικές συγκεντρώσεις, και οι άνθρωποι αυτοί να είναι δεμένοι μεταξύ τους. Στα δύσκολα χρόνια δημιουργείται μία αδελφοσύνη πολύ δυνατή. Στον πόλεμο δυό χρόνια ζήσαμε μαζί οι στρατιώτες στην διλοχία και ήμασταν περισσότερο δεμένοι και από αδέλφια ,επειδή ζήσαμε όλοι μαζί τις δυσκολίες, τους κινδύνους. Ήμασταν τόσο συνδεδεμένοι ,που έλεγε ο ένας τον άλλο « αδελφό » . Ήταν κοσμικοί άνθρωποι , με κοσμικά φρονήματα, και όμως δεν ήθελε να χωρισθή ο ένας από τον άλλον. Ούτε Ευαγγέλιο είχαν διαβάσει ούτε πνευματικά βιβλία. Είχαν την απλή κοσμική μόρφωση, με την καλή έννοια, αλλά είχαν το μεγαλύτερο από όλα, την αγάπη, την αδελφοσύνη. Τώρα τελευταία πέθανε ένας συστρατιώτης μας και μαζεύτηκαν στην κηδεία του οι άλλοι από όλα τα μέρη. Ήρθε και εδώ προ ημερών ένας συστρατιώτης μου να με δη. Πώς με αγκάλιασε! Δεν μπορούσα να βγω από τα χέρια του. Τώρα πολεμάμε με τον διάβολο. Για αυτό κοιτάξτε να αδελφωθήτε πιο πολύ. Έτσι θα συμβαδίσουμε όλοι μαζί στον δρόμο που χαράξαμε , στο απότομο μονοπάτι της ανηφόρας για τον γλυκό Γολγοθά. 

ΓΕΡΟΝΤΑΣ  ΠΑΙΣΙΟΣ  ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΜΕΥΜΑΤΙΟς ΑΓΩΝΑΣΗ ωφέλεια από την καλή συναναστροφή
Η αδελφοσύνη

Γέροντα, ανησυχώ όταν λέτε ότι θα περάσουμε δύσκολα χρόνια.

- Να είστε αγαπημένες , μονιασμένες , καταρτισμένες πνευματικά, να έχετε παλληκαριά, να είστε ένα σώμα, και μη φοβάσθε τίποτε. Βοη
θάει μετά ο Θεός. Να καλλιεργήσετε την αγάπη την πνευματική. Να έχετε την αγάπη που έχει η μάνα για το παιδί. Να υπάρχη η αδελφοσύνη, η θυσία. Θα περάσουμε σιγά-σιγά δύσκολες μέρες. Φυσικά εμείς οι μοναχοί φεύγουμε από τον κόσμο και αφήνουμε γνωστούς και συγγενείς , για να μπούμε στην μεγάλη οικογένεια του Αδάμ- του Θεού. Οι λαϊκοί όμως επιβάλλεται να έχουν σχέσεις με γνωστούς και συγγενείς που ζουν πνευματικά ,για να βοηθιούνται. Ο Χριστιανός που αγωνίζεται μέσα στον κόσμο βοηθιέται, όταν έχη σχέσεις με πνευματικούς ανθρώπους. Όσο πνευματικά και να ζη κανείς, έχει ανάγκη – ιδίως στην εποχή που ζούμε – από την καλή συντροφιά. Η επαφή με πνευματικούς ανθρώπους πολύ τον βοηθάει- περισσότερο κι από την πνευματική μελέτη – διότι αυτή η χαρά του πνευματικού συνδέσμου του δίνει όρεξη μεγάλη, για να αγωνίζεται πνευματικά. Ακόμα και στην εργασία, σε μια δημόσια υπηρεσία κ.λ.π. ,καλά είναι να γνωρίζονται μεταξύ τους οι πνευματικοί άνθρωποι , για να αλληλοβοηθούνται. Μπορεί, ας υποθέσουμε , να παρουσιασθή ένα πρόβλημα μεταξύ συναδέλφων, να χρειάζωνται αλληλοσυμπαράσταση και να διστάζη ο ένας να μιλήση στον άλλον , αν δεν γνωρίζωνται.
- Όταν ,Γέροντα, ένας αρνηθή να μας εξυπηρετήση σε κάποια ανάγκη μας , είναι σωστό να δυσκολευώμαστε να του ξαναζητήσουμε κάτι που θα χρειασθούμε;
- Όχι, δεν πρέπει . Ίσως τότε να μην είχε την δυνατότητα να εξυπηρετήση. Είναι σαν να μου ζητάς ένα σταυρουδάκι, και σου το δίνω. Άλλη φορά μου ζητάς, αλλά δεν έχω να σου δώσω , και δεν σου δίνω. Εγώ ύστερα αγοράζω σταυρουδάκια, για να έχω να δίνω, και έρχεσαι εσύ και δεν μου ζητάς, ενώ εγώ περιμένω μια ευκαιρία να τα μοιράσω. Σήμερα οι άνθρωποι ζουν στην ίδια πολυκατοικία και δεν γνωρίζονται μεταξύ τους . Παλιά υπήρχε η γειτονιά, που βοηθούσε τους ανθρώπους να γνωρισθούν , και σε μια ανάγκη στήριζε ο ένας τον άλλον. Πήγαινε, ας υποθέσουμε , ένας κάπου με το κάρο και συναντούσε στο δρόμο έναν γνωστό του. « Από πού έρχεσαι; που πας; τον ρωτούσε. Προς τα εκεί πάω και εγώ. Ανέβα πάνω να πάμε μαζί » . Ή άλλος, αν είχε πρόγραμμα να πάη κάπου με το άλογο , το έλεγε και στον γείτονα και τον ρωτούσε: « Εσύ πού θέλεις να πας ; Αν μπορείς να περιμένης, σε τρεις ώρες φεύγω με το άλογο και μπορώ να σε πάρω μαζί μου » ή « αύριο θα φύγω για κει. Έλα από το σπίτι να κοιμηθής σε μας ,για να φύγουμε συντροφιά νωρίς το πρωί ». Σκέφτονταν οι άνθρωποι τον άλλον και , όταν μπορούσαν να κάνουν μια εξυπηρέτηση ,δεν την απέφευγαν. Είχαν την καλή περιέργεια και ρωτούσαν , για να εξυπηρετήσουν σε όλες τις περιπτώσεις. Ακόμη και από χωριό σε χωριό είχαν γνωστούς.
- Γέροντα, τι βοηθάει να δεθούν πνευματικά οι άνθρωποι;
- Στις μέρες μας και να μη θέλουν να δεθούν οι πνευματικοί άνθρωποι, θα τους αναγκάση ο διάβολος να δεθούν. Ο διάβολος με την πολλή του κακία κάνει το μεγαλύτερο καλό σήμερα στον κόσμο. Γιατί, ας πούμε, ένας πατέρας που είναι πιστός και θέλει λ.χ. να κάνη φροντιστήριο στα παιδιά του, θα είναι αναγκασμένος να βρη έναν καλό και πιστό δάσκαλο , για να βάλη στο σπίτι του. Ένας δάσκαλος πάλι που είναι πιστός και θέλει να κάνη φροντιστήριο σε παιδιά, γιατί δεν διορίσθηκε ακόμη, θα ζητά να βρη μια οικογένεια καλή, για να νιώθει ασφάλεια. Ή ένας τεχνίτης που ζει πνευματικά, είτε ελαιοχρωματιστής είναι είτε ηλεκτρολόγος κ.λ.π., θα ψάχνη να βρη να δουλέψει σε μια καλή οικογένεια, ώστε να νιώθη άνετα , γιατί σε ένα κοσμικό σπίτι θα βρίσκη τον μπελά του . Ένας χριστιανός νοικοκύρης πάλι θα ψάχνη να βάλη στο σπίτι του έναν καλό τεχνίτη , που να είναι και πιστός άνθρωπος. Έτσι θα ψάχνη και ο ένας και ο άλλος να βρη έναν πνευματικό άνθρωπο , για να μπορή να συνεργασθή. Σιγά- σιγά λοιπόν θα γνωρισθούν μεταξύ τους οι πνευματικοί άνθρωποι από όλα τα επαγγέλματα και από όλες τις επιστήμες. Τελικά ο διάβολος με την κακία του, χωρίς να το θέλη, κάνει καλό: χωρίζει τα πρόβατα από τα γίδια. Θα χωρίσουν λοιπόν τα πρόβατα από τα γίδια και θα ζουν ως « μία ποίμνη, εις ποιμήν » . Και βλέπεις, άλλοτε στα χωριά είχαν τσομπάνο και ο κάθε χωρικός έδινε τα πρόβατα ή τα γίδια που είχε, άλλος πέντε, άλλος δέκα, και βοσκούσαν πρόβατα και γίδια μαζί, γιατί τα γίδια τότε ήταν φρόνιμα και δεν χτυπούσαν με τα κέρατα τα πρόβατα. Τώρα τα γίδια αγρίεψαν και χτυπούν άγρια τα πρόβατα του Χριστού. Τα πρόβατα πάλι ψάχνουν καλό βοσκό και κοπάδι μόνον από πρόβατα. Γιατί έτσι που έγινε ο κόσμος , είναι μόνο για όσους ζουν στην αμαρτία. Για αυτό θα χωρίζωνται οι άνθρωποι και θα ξεχωρίσουν τα πρόβατα από τα ερίφια. Όσοι θα θέλουν να ζουν πνευματική ζωή, σιγά-σιγά δεν θα μπορούν να ζήσουν μέσα σε αυτόν τον κόσμο . Θα ψάχνουν να βρουν τους όμοιους τους , ανθρώπους του Θεού, να βρουν Πνευματικό, και θα απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο από την αμαρτία. Και αυτό το καλό το κάνει τώρα ο διάβολος με την κακία του, χωρίς να το θέλη. Έτσι βλέπουμε, όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στα χωριά, άλλους να τρέχουν στα νταούλια, στα μπουζούκια κ.λ.π., να ζουν αδιάφορα, και άλλους να τρέχουν στις αγρυπνίες, στις παρακλήσεις, στις πνευματικές συγκεντρώσεις, και οι άνθρωποι αυτοί να είναι δεμένοι μεταξύ τους. Στα δύσκολα χρόνια δημιουργείται μία αδελφοσύνη πολύ δυνατή. Στον πόλεμο δυό χρόνια ζήσαμε μαζί οι στρατιώτες στην διλοχία και ήμασταν περισσότερο δεμένοι και από αδέλφια ,επειδή ζήσαμε όλοι μαζί τις δυσκολίες, τους κινδύνους. Ήμασταν τόσο συνδεδεμένοι ,που έλεγε ο ένας τον άλλο « αδελφό » . Ήταν κοσμικοί άνθρωποι , με κοσμικά φρονήματα, και όμως δεν ήθελε να χωρισθή ο ένας από τον άλλον. Ούτε Ευαγγέλιο είχαν διαβάσει ούτε πνευματικά βιβλία. Είχαν την απλή κοσμική μόρφωση, με την καλή έννοια, αλλά είχαν το μεγαλύτερο από όλα, την αγάπη, την αδελφοσύνη. Τώρα τελευταία πέθανε ένας συστρατιώτης μας και μαζεύτηκαν στην κηδεία του οι άλλοι από όλα τα μέρη. Ήρθε και εδώ προ ημερών ένας συστρατιώτης μου να με δη. Πώς με αγκάλιασε! Δεν μπορούσα να βγω από τα χέρια του. Τώρα πολεμάμε με τον διάβολο. Για αυτό κοιτάξτε να αδελφωθήτε πιο πολύ. Έτσι θα συμβαδίσουμε όλοι μαζί στον δρόμο που χαράξαμε , στο απότομο μονοπάτι της ανηφόρας για τον γλυκό Γολγοθά.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΜΕΥΜΑΤΙΟς ΑΓΩΝΑΣ
 
 ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ  22 0ΚΤ  2012
 

ΤΟ «ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ, ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ» ΓΙΑ ΚΛΗΡΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΛΑΙΚΟΥΣ

…Γιατί δεν υπάρχει τίποτε γλυκύτερο και ωραιότερο και ωφελιμότερο από την πνευματική επικοινωνία με τον Χριστό! Προκειμένου λοιπόν να γκρινιάζουμε ή να μουρμουρίζουμε ή να λέμε ο,τιδήποτε άλλο, άσκοπο ή αμαρτωλό, ας επαναλαμβάνουμε το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και μέσα στον ναό ακόμα. Σκύψιμο της κεφαλής και «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
·       Γλυκάθηκε ο νους; Ε, δεν ξεκολλά από την Ευχή.
·       «Ηυφράνθη η καρδία»; Σκλαβώθηκε για πάντα από την θεία αγάπη, από τον θείο έρωτα. Άραγε, δεν το έχετε νοιώσει ποτέ αυτό;…
Εκείνο, λοιπόν, που ενδιαφέρει όλους εμάς , που ζούμε μέσα στον κόσμο, τον φοβερά αμαρτωλό και ξεδιάντροπο, είναι να λέμε την Ευχούλα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», κατ’ αρχάς και για αρκετά καιρό προφορικά, φωναχτά ή ψιθυριστά  με το κομποσχοίνι, και ύστερα από μέσα μας, παντού και πάντοτε . Όσο περισσότερο θα λέγεται η ευχή , με υπομονή και με θέρμη ψυχής, τόσο γρηγορώτερα θα γίνη κτήμα μας ένας νέος τρόπος ζωής. Τότε, εφ’ όσον θα έχουν προηγηθή αρκετές προσπάθειες και πολλοί πειρασμοί, θα αισθανώμεθα και θα βιώνουμε την προσευχή μέσα μας . Θα πυρπολούμεθα από την Ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» θα γεμίζουμε , θα πληρούμεθα από την χάρι της Ευχής, της Νοεράς προσευχής, και θα καθιστάμεθα ολόκληροι μια προσευχή!...
Και τότε η θεία Χάρις θα λάμπη στο πρόσωπό μας. Μέσα στους πειρασμούς θα έχουμε ειρήνη στην καρδιά. Μέσα στους διωγμούς και στα μαρτύρια, θα έχουμε την χάρι της υπομονής και της ησυχίας από την καλή μαρτυρία της συνειδήσεώς μας. Θα μας θλίβη ο ένας , θα μας κατατρέχη ο άλλος, αλλά μέσα μας θα βασιλεύη μια παράδοξη και ανείπωτη γλυκύτητα.
Στο «Πνευματικό ημερολόγιο» μιας πιστής  και ταπεινής ψυχής, που κυκλοφόρησε στην Ρουμανία, διαβάζουμε τα εξής, για μια ευλαβή γυναίκα στο Βουκουρέστι, που καλλιέργησε την Ευχή μέσα από πολλές δυσκολίες και πειρασμούς, τόσο εξαιτίας  της εργασίας της και της οικογενείας της όσο και της φτώχειας και του κομμουνιστικού καθεστώτος:
«Μετά από οκτώ μήνες ακατάπαυστης προσευχής (ημέρα και νύκτα), ξύπνησα ένα πρωινό από τους κτύπους της καρδιάς και άρχισα να προφέρω την προσευχή στον ρυθμό των χτύπων της καρδιάς.
Αισθάνθηκα στην καρδιά μου την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος σαν ένα γλυκό βελούδινο χάδι, σαν τα φτερά μιας πεταλούδας που πετάριζε στην ψυχή μου λέγοντας:
-       «Είμαι εδώ. Εγώ είμαι ο ενεργών. Εσύ προσεύχου».
Κράτησα λίγο την αναπνοή μου, για να νιώσω την γλυκύτητα και την αγαθότητα του Αγίου Πνεύματος. Έλαβα τότε στην ψυχή μου μια ειρήνη αγία, θεϊκή, ουράνια…
… Βλέπουμε λοιπόν ότι οι θεοφιλείς ευεργεσίες της Ευχούλας «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» γρήγορα μας αποκαλύπτωνται και μας καταπλήσσουν. Ακόμη και η κούρασις, τότε, θα είναι γλυκειά και ο πόνος που θα αισθανώμεθα σωματικά, θα είναι πιο ελαφρύς. Τότε και τα σύννεφα της αμαρτίας θα διαλύωνται και ο ήλιος της ειρήνης και της αγάπης θα λάμπη ακτινοβόλος μέσα στον ουρανό της ψυχής μας και θα χωρούν μέσα μας όλοι, ακόμη και οι εχθροί μας.
Έτσι θα γνωρίσουμε βιωματικά ότι:
·       Οι πράξεις των εντολών, με πρώτη την διπλή αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον,
·       η συμμετοχή μας στη θεία Λατρεία και στα πανάγια σωστικά Μυστήρια,
·       το καθημερινό πνεύμα συντριβής και μετανοίας που καλλιεργούμε,
·       η καθημερινή μελέτη της Αγίας Γραφής και άλλων θεοφιλών πνευματικών βιβλίων
·       και η αδιάλειπτος προσευχή με το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», ανοίγουν τις θύρες του θείου ελέους. Ανοίγουν την αγκαλιά του Θεού και αυτή η αγκαλιά με την σειρά της μας κλείνει μέσα της!!! Και τότε, η ουράνια χαρά της ψυχής μας είναι ανέκφραστη και δεν περιγράφεται με λόγια!...
Γι αυτό και όλοι εμείς θα φωνάζουμε τον Όνομα του Χριστού μας, και το παντοδύναμο αυτό Όνομά Του:
·       θα διατηρήση και θα ενισχύση το πνεύμα της μετανοίας,
·       θα αποκαταστήση τις κλονισμένες μας σχέσεις  με το Θεό και τον πλησίον,
·       θα ηρεμήσει την ταραγμένη μας συνείδησι,
·       θα δυναμώση την πίστι και την θέλησί μας για την τήρηση των εντολών και την καλλιέργεια των αρετών,
·       θα αυξήση τα όρια της ευδοκίμου υπομονής
·       θα μαλακώση το εγωιστικό επικάλυμμα της καρδιάς
·       και θα πυρακτώση , τέλος, την ψυχούλα μας για θεία Λατρεία και για θεία Κοινωνία.
Και κάτι ακόμα: Όταν για τον άλφα ή βήτα λόγο δεν θα μπορούμε να κοινωνήσουμε των αχράντων Μυστηρίων, έχουμε μαρτυρίες, έχουμε μαρτυρίες πολλών χριστιανών, που ησθάνοντο ότι στο «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, προσέλθετε», κι αυτοί κοινώνησαν! Γιατί εκείνη την ώρα, που οι άλλοι κοινωνούσαν, αυτοί έλεγαν την Ευχή και λαχταρούσαν το  Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού. Και ο Θεός ανταποκρίθηκε με τον δικό του τρόπο και επικοινώνησε μαζί τους με αυτήν την πνευματική και ακατάληπτη «Θεία Κοινωνία», καθώς αισθάνθηκαν σαν να κατεβαίνη κάτι από τον λαιμό τους, ενώ ταυτόχρονα μια ανέκφραστη γλυκύτητα που υπήρχε στο στόμα τους κατέλαβε ολόκληρο το ψυχοσωματικό τους «είναι»! Αυτά, για τους αμφισβητούντας και αγεύστους αυτών των πνευματικών καταστάσεων.
Από το βιβλίο: «Η ΕΥΧΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΌΣΜΟ»
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ
ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2007
 
ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ   22 ΟΚΤ 2012

Μάθε να περιμένεις


… Πρέπει να μάθεις να κάνεις υπομονή. Όχι απλώς να λες τη λέξη αυτή στους άλλους, «κάνε υπομονή», ούτε μόνο να τη διαβάζεις σε βιβλία κι ομιλίες, αλλά να ‘ναι κυρίως το προσωπικό σου βίωμα, το χαρακτηριστικό σου. Αξίζει για μερικά πράγματα να περιμένεις. Είναι ανάγκη να περιμένεις. Εργάζεται ο Θεός. Μόνο που έχει τους δικούς του ρυθμούς .Ο Θεός εργάζεται πολύ υπομονετικά. Κι η φύση το ίδιο κάνει. Ένα λουλουδάκι θ’ ανθίσει όταν έρθει η ώρα του. Δες ακόμα την αλλαγή των εποχών. Παρατήρησε επίσης πώς μεγαλώνει το σώμα μας. Όλα αυτά αλλάζουν , αλλά σε πολύ διαφορετικούς ρυθμούς απ’ αυτούς που μας έχει συνηθίσει η τρελή κοινωνία μας. Αυτό το τρέξιμο, αυτός ο πανικός η ταραχή που μας κάνει όλους τόσο πολύ βιαστικούς , αφήνουν τον Θεό αμέτοχο. Ο Θεός δεν μπαίνει σ’ αυτούς τους τρελούς ρυθμούς μας. Κινείται στους ρυθμούς της δικής του αγάπης και της δικής του υπομονής. Ο Κύριος δεν έχει άγχος, ο Κύριος κινείται ήρεμα.
Μάθε το κι εσύ. Όλα να γίνονται ήρεμα. Ηρέμησε και μάθε να περιμένεις και να μη βιάζεσαι. Μάθε στη ζωή σου, να μη θες να μπαίνει ο Θεός στο δικό σου άγχος άλλωστε να αγχώνεις ακόμα και το Θεό , αλλά προσπάθησε εσύ να μπαίνεις στο κλίμα του Θεού. Στο κλίμα ακριβώς αυτής της υπομονής, της απαντοχής, της ηρεμίας , ώστε να μοιάζεις εσύ στο Θεό κι όχι αυτός σε σένα. Η προσευχή θα σου χαρίσει αυτό το δώρο. Δεν είναι εύκολο να το νιώσεις. Αν θες, κάνε προσευχή να το καταλάβω κι εγώ αυτό και να το ζήσω. Δεν μπαίνει ο Θεός στον τρελό ρυθμό μας. Κι ευτυχώς. Διότι αυτό που ζούμε εμείς είναι κάτι σπασμωδικό κι αρρωστημένο . Πώς αλλιώς να ονομάσεις αυτό το τρεχαλητό που μας πιάνει. Ο Κύριος όμως έχει το δικό του ρυθμό. Δεν είναι σαν κι εμάς. Εργάζεται, αλλά όχι όπως θέλουμε εμείς. Εμείς θέλουμε εδώ και τώρα. Κι ο Θεός μας λέει , «Γιατί δεν κοιτάτε να διδαχτείτε απ’ τον εαυτό σας; Γιατί δεν κοιτάτε την κατασκευή σας, τη φύση σας, ώστε να κατανοήσετε πώς σας έχω πλάσει; Δεν καταλαβαίνετε ότι σας έχω δώσει αφορμές να θυμάστε την υπομονή; Πότε έμεινες έγκυος; Πριν μήνες. Και πότε θα γεννήσεις το παιδάκι σου; Μετά από εννέα μήνες. Γιατί; Εφόσον το παιδί σου αυτό υπάρχει μέσα από την ίδια στιγμή της σύλληψης, γιατί δεν γεννιέται την άλλη μέρα; Δε θα μπορούσα Εγώ, ο Θεός να κάνω το παιδί να γεννιέται την άλλη μέρα; Ναι, αλλά σε διδάσκω και μ’ αυτόν τον τρόπο, εσένα που θα γίνεις μάνα, να περιμένεις. Και εσένα που θα γίνεις πατέρας, επίσης. Να περιμένεις κι εσύ». Μαθαίνεις την υπομονή…
(συνεχίζεται)


Από το βιβλίο : «Αγάπη για πάντα
Αθέατα Περάσματα 2»
π. Ανδρέας Κονάνος
ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΠΑΝΑΓΙΑ ΓΑΛΑΞΑ
Η ΘΑΛΑΣΣΟΚΡΑΤΟΥΣΑ

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Η Εκκλησία είναι πνευματικό ιατρείο. Εκεί οι άνθρωποι που υποφέρουν από τις ανοιχτές πληγές της αμαρτίας θεραπεύονται με τα θεοχαρίτωτα φάρμακα που χορηγεί ο Θεός

Φωτογραφία: Η Εκκλησία είναι πνευματικό ιατρείο. Εκεί οι άνθρωποι που υποφέρουν από τις ανοιχτές πληγές της αμαρτίας θεραπεύονται με τα θεοχαρίτωτα φάρμακα που χορηγεί ο Θεός. Και τα φάρμακα αυτά είναι η μετάνοια, η θεία ευχαριστία, ο λόγος του Θεού, η διδασκαλία, η καθοδήγηση κι η παρηγοριά των πνευματικών ποιμένων. Η Εκκλησία είναι ο πνευματικός και κοινός νιπτήρας που μας καθαρίζει, μας εξαγνίζει, μας αναγεννά και μας αγιάζει. Είναι ο ναός του Θεού, όπου όλοι οι πιστοί αγιάζονται από το Άγιο Πνεύμα με το βάπτισμα, το χρίσμα, τα άλλα μυστήρια και κυρίως με τη θεία λειτουργία. Είναι ο πνευματικός ήλιος του κόσμου που φωτίζει και δίνει ζωή σ’ όλους εκείνους που ζουν «εν χώρα και σκιά θανάτου» ( Ματθ. δ΄16 ) , σ’ όλους αυτούς που τους έχει νεκρώσει η αμαρτία.




Από το βιβλίο: «ΕΚΚΛΗΣΙΑ
η  ΚΙΒΩΤΟΣ της ΣΩΤΗΡΙΑΣ
και η μακαριότητα των αγίων»
Αγίου Ιωάννου Κροστάνδης
Μετάφραση-Επιμέλεια
ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ
Αθήνα 2012Η Εκκλησία είναι πνευματικό ιατρείο. Εκεί οι άνθρωποι που υποφέρουν από τις ανοιχτές πληγές της αμαρτίας θεραπεύονται με τα θεοχαρίτωτα φάρμακα που χορηγεί ο Θεός. Και τα φάρμακα αυτά είναι η μετάνοια, η θεία ευχαριστία, ο λόγος του Θεού, η
διδασκαλία, η καθοδήγηση κι η παρηγοριά των πνευματικών ποιμένων. Η Εκκλησία είναι ο πνευματικός και κοινός νιπτήρας που μας καθαρίζει, μας εξαγνίζει, μας αναγεννά και μας αγιάζει. Είναι ο ναός του Θεού, όπου όλοι οι πιστοί αγιάζονται από το Άγιο Πνεύμα με το βάπτισμα, το χρίσμα, τα άλλα μυστήρια και κυρίως με τη θεία λειτουργία. Είναι ο πνευματικός ήλιος του κόσμου που φωτίζει και δίνει ζωή σ’ όλους εκείνους που ζουν «εν χώρα και σκιά θανάτου» ( Ματθ. δ΄16 ) , σ’ όλους αυτούς που τους έχει νεκρώσει η αμαρτία.




Από το βιβλίο: «ΕΚΚΛΗΣΙΑ

η ΚΙΒΩΤΟΣ της ΣΩΤΗΡΙΑΣ
και η μακαριότητα των αγίων»
Αγίου Ιωάννου Κροστάνδης
Μετάφραση-Επιμέλεια
ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ
Αθήνα 2012
 
ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ  2Ι ΟΚΤ  2012

Παιδί μου, στην κόλαση θα πάνε και οι τεμπέληδες, όχι μόνο οι αμαρτωλοί.

Με επισκπέπτες


Κάποτε τον είχε επισκεφθεί ο Πατήρ Άγαθάγγελος ο Ίβηρίτης, ως Διάκος.
Όταν έφευγε, ήταν σκοτάδι, δεν είχε φωτίσει ακόμη. Ό Παπα – Τυχών προεΐδε
τον κίνδυνο, πού θα διέτρεχε ο Διάκος, και ανέβηκε αυτή την φορά στο τοιχάκι
της μάνδρας και ευλογούσε συνέχεια. Όταν έφθασε ο Διάκος στη ράχη και είδε
τον Γέροντα να εύλογη ακόμη, τον λυπήθηκε και του φώναξε να μη
κουράζεται, να μπή στο κελλί του. Αυτός όμως ατάραχος με υψωμένα τα χέρια,
σαν τον Μωυσή, προσευχόταν και ευλογούσε. Ενώ λοιπόν βάδιζεξένοιαστος ο
Διάκος, ξαφνικά, πέφτει πάνω σε καρτέρι κυνηγών, πού περίμεναν
αγριόχοιρους. Ένας κυνηγός τράβηξε να ρίξη, αλλά οι ευχές του Γέροντα
έσωσαν τον Διάκο από τον θάνατο και τον κυνηγό από την φυλακή. Γι’ αυτό
μου έλεγε πάντα ο Γέροντας:
- Παιδί μου, να μην έρχεσαι ποτέ την νύχτα, γιατί την νύχτα τα θηρία
περπατούν, και οι κυνηγοί τα περιμένουν κρυμμένοι…
Ακόμη και για την Θεία Λειτουργία έλεγε στον
Μοναχό, πού θα τον βοηθούσε και θα έκανε τον
ψάλτη, να έρχεται το πρωΐ με το φώτισμα. Την ώρα
δε της Θείας Λειτουργίας του έλεγε να μένη στον
μικρό διάδρομο, έξω από τον Ναό, και από εκεί να
λέη το Κύριε, ελέησαν, για να νιώθη τελείως μόνος
του και να κινήται άνετα στην προσευχή του. Ό
ταν έφθανε στο Χερουβικό, ο Παπα -Τυχών
ηρπάζετο είκοσι έως τριάντα λεπτά, και ο ψάλτης
θα έπρεπε να επαναλάβη πολλές φορές το
Χερουβικό, μέχρι να ακούση τις περπατησιές του
στην Μεγάλη Είσοδο. “Όταν τον ρωτούσα μετά στο
τέλος «τι βλέπεις, Γέροντα», εκείνος μου απαντούσε:
-Τα Χερουβείμ και Σεραφείμ δοξολογούν τον Θεό.
Έλεγε επίσης στην συνέχεια:
- Έμενα μετά από μισή ώρα με κατεβάζει ο φύλακας μου Άγγελος και τότε
συνεχίζω την Θεία Λειτουργία.

Ο Γέροντας την λέξη «ευλόγησον» την χρησιμοποιούσε πάντα και με τις
πολλές καλογερικές έννοιες, όπως το «ευλογείτε» ή «ευλόγησον», όταν
ζητούσε ταπεινά την ευλογία του άλλου, και μετά θα έδινε και αυτός την
ευλογία του με την ευχή «Ό Κύριος να σε ευλόγηση». Μετά από τον
συνηθισμένο χαιρετισμό οδηγούσε τους επισκέπτες στο Ναό και έψαλλαν
μαζί το Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου και το Άξιον εστίν και, εάν ήταν καλός
καιρός, έβγαιναν έξω, κάτω από την ελιά, και καθόταν μαζί τους πέντε
λεπτά, μετά σηκωνόταν με χαρά και έλεγε:
- Εγώ τώρα κεράσματα.
Έβγαζε νερό από την στέρνα και γέμιζε ένα κύπελλο για τον επισκέπτη,
έβαζε και στο δικό του τενεκάκι (κονσερβοκούτι, πού το χρησιμοποιούσε και
για μπρίκι) και έψαχνε μετά να βρή κανένα λουκούμι, άλλοτε κατάξηρο και
άλλοτε μυρμηγκοφαγωμένο, το όποιο, επειδή ήταν ευλογία του Παπα -
Τύχωνα, δεν προξενούσε αηδία. Αφού τα ετοίμαζε, έκανε τον Σταυρό του ο
Γέροντας, έπαιρνε το νερό και έλεγε: «Πρώτα εγώ’ ευλογείτε!» και περίμενε
να του πή ο επισκέπτης την ευχή «Ό Κύριος να σε ευλόγηση», αλλιώς δεν
έπινε νερό. Μετά θα έδινε και αυτός την ευχή του. Την ευχή από τους άλλους
την αισθανόταν ως ανάγκη, όχι μόνο από τους Ιερωμένους ή Μοναχούς αλλά
ακόμη και από τους λαϊκούς, μικρούς και μεγάλους στην ηλικία.
Μετά από το κέρασμα περίμενε να ιδή εάν έχουν κανένα θέμα. Όταν έβλεπε
ότι είναι αργόσχολος άνθρωπος και ήρθε μόνο για να πέραση την ώρα του,
τότε του έλεγε:
- Παιδί μου, στην κόλαση θα πάνε και οι τεμπέληδες, όχι μόνο οι αμαρτωλοί.
Εάν παρέμενε και δεν έφευγε, τον άφηνε ο Γέροντας και έμπαινε στο Ναό και
προσευχόταν, και έτσι ο επισκέπτης αναγκαζόταν να φυγή. Όταν πάλι ήθελε
να εκμεταλλευθή κανείς την απλότητα του Γέροντα, για να εξυπηρέτηση τον
άλφα ή βήτα σκοπό του, το καταλάβαινε με την θεία του φώτιση και του
έλεγε:
- Παιδί μου, εγώ Ελληνικά δεν ξέρω’ πήγαινε σε κανέναν Έλληνα, για να
συνεννοηθής καλά.
Φυσικά, δεν λυπόταν ποτέ τον κόπο ούτε τον χρόνο, όταν έβλεπε πνευματικά
ενδιαφέροντα στους ανθρώπους. Ενώ με το στόμα συμβούλευε, με την καρδιά
και τον νου προσευχόταν. Ή προσευχή του ήταν πια αυτοενέργητη,
καρδιακή. Οι άνθρωποι, πού τον πλησίαζαν, το αισθάνονταν αυτό, γιατί
έφευγαν πολύ δυναμωμένοι. Και ο Γέροντας τους ευλογούσε μέχρι να
κρυφτούν πια.


ΓΕΡΩΝ ΠΑΠΑ  ΤΥΧΩΝ  


ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ 19 ΟΚΤ 2012

Τι είναι η Εκκλησία.



Τι είναι η Εκκλησία. Η Εκκλησία, ως καθοδηγητής  των ψυχών  των ανθρώπων, κατέχει όλα τα μέσα που συντελούν στην σωτηρία τους.

Η Αγία μας Εκκλησία είναι το υπέρτατο, το αγιότερο, το αγαθότερο , το σοφότερο και το πιο απαραίτητο καθίδρυμα του Θεού πάνω στη γη. Είναι η σκηνή η αληθινή , «ην έπηξεν ο Κύριος και ουκ άνθρωπος» ( Εβρ. Η΄2 ) . Ούτε ο Λούθηρος, ούτε ο Καλβίνος , ούτε ο Μωάμεθ, ούτε ο Βούδας ή ο Κομφούκιος ή οποιοδήποτε άλλος αμαρτωλός κι εμπαθής άνθρωπος δεν μπορεί να «πήξει» Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι σύναξη και ένωση ανθρώπων που πλάστηκαν από το Θεό και τους ενώνει η κοινή πίστη, το δόγμα η ιεραρχία και τα μυστήρια. Είναι ο πνευματικός στρατός του Χριστού ,εφοδιασμένος με όπλα πνευματικά για να τα χρησιμοποιήσει εναντίον των αναρίθμητων ορδών του διαβόλου. «τι οκ στιν μν πάλη πρς αμα κα σάρκα, λλ πρς τς ρχάς, πρς τς ξουσίας, πρς τος κοσμοκράτορας το σκότους το αἰῶνος τούτου, πρς τ πνευματικ τς πονηρίας ν τος πουρανίοις.»( Εφεσ. στ΄12 ) .
Η Εκκλησία είναι πνευματικό ιατρείο. Εκεί οι άνθρωποι που υποφέρουν από τις ανοιχτές πληγές της αμαρτίας θεραπεύονται με τα θεοχαρίτωτα φάρμακα που χορηγεί ο Θεός. Και τα φάρμακα αυτά είναι η μετάνοια, η θεία ευχαριστία, ο λόγος του Θεού, η διδασκαλία, η καθοδήγηση κι η παρηγοριά των πνευματικών ποιμένων. Η Εκκλησία είναι ο πνευματικός και κοινός νιπτήρας που μας καθαρίζει, μας εξαγνίζει, μας αναγεννά και μας αγιάζει. Είναι ο ναός του Θεού, όπου όλοι οι πιστοί αγιάζονται από το Άγιο Πνεύμα με το βάπτισμα, το χρίσμα, τα άλλα μυστήρια και κυρίως με τη θεία λειτουργία. Είναι ο πνευματικός ήλιος του κόσμου που φωτίζει και δίνει ζωή σ’ όλους εκείνους που ζουν «εν χώρα και σκιά θανάτου» ( Ματθ. δ΄16 ) , σ’ όλους αυτούς που τους έχει νεκρώσει η αμαρτία.





Στη φύση υπάρχει ο νόμος που έλκει τα μικρότερα σώματα προς τα μεγαλύτερα, , και κείνα πάλι προς τα ακόμα μεγαλύτερα. Υπάρχει επίσης ο νόμος της μοριακής έλξης (των διαφόρων μαλακών , σκληρών και ρευστών τμημάτων των οργανικών σωμάτων καθώς και των ανόργανων, όπως είναι οι βράχοι, τα μέταλλα , τα ορυκτά και τα πετρώματα) . Από την έλξη αυτή εξαρτάται η ύπαρξη, το συμπαγές, η τάξη, η χρησιμότητα, το κάλλος, η αμοιβαία συνοχή και η ποικιλία όλων των δημιουργημάτων . Κι όλ’ αυτά τα έχει προνοήσει η δυσθεώρητη σοφία, η αγαθότητα και η άπειρη παντοδυναμία του Δημιουργού που έφτιαξε τέτοιον υπέροχο, μεγαλειώδη και πανέμορφο κόσμο με την τεράστια ποικιλία και το απερίγραπτο μέγεθος , έργο που μας παρουσιάζεται ως ένα αρμονικό κι αναλλοίωτο σύνολο.
Αλλά και στον πνευματικό κόσμο υπάρχει νόμος αμοιβαίας έλξης κι ενότητας. Ο κόσμος είναι ένας, ο Θεός είναι ένας, η πίστη είναι μία, η Εκκλησία του Θεού είναι μία. Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός, ο Θεός μας. Καθοδηγητής Της είναι το Πνεύμα το Άγιο, ο χορηγός της ζωής, που ζωογονεί ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας, αλλά και την οικουμένη ολόκληρη.




Με πόσο θαυμαστή και τρυφερή φροντίδα , με πόση αγάπη τίμησε ο ουράνιος πατέρας μας το ανθρώπινο γένος που η αμαρτία το οδήγησε στην απώλεια! Τι απίθανα μέσα έδωσε στους ανθρώπους για να σωθούν από την αμαρτία , από την κατάρα και την αιώνια καταδίκη τους! Έστειλε από τους ουρανούς τον Μονογενή Του Υιό για να πολεμήσει το μεγάλο εχθρό των ανθρώπων, τον πονηρό και παγκάκιστο διάβολο. Ίδρυσε στη γη την Εκκλησία Του που δεν μπορούν να την καταβάλουν όλες οι δυνάμεις του Άδη. Η Εκκλησία είναι ένα φρούριο ακατάλυτο , όπου όλοι οι αληθινοί κι αφοσιωμένοι πιστοί μπορούν να καταφύγουν για να μη διατρέχουν κανένα κίνδυνο από τον αντίδικο διάβολο. Χορήγησε σωστικά και θαυματουργά μυστήρια. Έδωσε πολλούς και θαυμάσιους κήρυκες του λόγου του Θεού για να υπηρετήσουν το λαό Του.
Τι πρέπει ν’ ανταποδώσει ο άνθρωπος τώρα στον Κύριο για τις μεγάλες και πολλές δωρεές Του, που συντελούν στη σωτηρία του; Μόνο την πίστη του, τη  μετάνοιά του, την αυταπάρνησή του, τον πρόθυμο αγώνα του εναντίον της αμαρτίας, την άσκηση για την απόκτηση των αρετών, την υποταγή του στον Κύριο και την Εκκλησία Του…

Από το βιβλίο: «ΕΚΚΛΗΣΙΑ
η  ΚΙΒΩΤΟΣ της ΣΩΤΗΡΙΑΣ
και η μακαριότητα των αγίων»
Αγίου Ιωάννου Κροστάνδης
Μετάφραση-Επιμέλεια
ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ
Αθήνα 2012

Τοῦ ἁγίου ΚΟΣΜΑ τοῦ Αἰτωλοῦ Γιά τήν Ἐξομολόγηση

Φωτογραφία: Τοῦ ἁγίου ΚΟΣΜΑ τοῦ Αἰτωλοῦ Γιά τήν Ἐξομολόγηση

εδῶ ὁποῦ ἦλθα, χριστιανοί μου, ἔλαβα μίαν χαράν μεγάλην, μά ἔλαβα καί μίαν λύπην μεγάλην. Χαράν μεγάλην ἔλαβα βλέποντας τήν καλήν σας γνώμην, τήν καλήν σας μετάνοιαν, λύπην ἔλαβα στοχαζόμενος τήν ἀναξιότητά μου, πώς δέν ἔχω καιρόν νά σᾶς ἐξομολογήσω ὅλους ἕνα πρός ἕνα, νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονό του ὁ καθένας, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Θέλω καί ἀγαπῶ, ἀμά δέν ἠμπορῶ, παιδιά μου. Καθώς ἕνας πατέρας εἶναι ἄρρωστος, πηγαίνει τό παιδί του νά τό παρηγορήση, ἐκεῖνος μήν μπορώντας τό διώχνει, μά πῶς τό διώχνει; Μέ τήν καρδίαν καμμένην. Θέλει νά τό παρηγορήση, μά δέν ἠμπορεῖ. Πατέρας ἀνάξιος εἶμαι ἐγώ. Πνευματικά παιδιά μου εἴσαστε ἡ εὐγενεία σας. Τώρα ἔρχεται ἕνας νά ἐξομολογηθῆ εἰς τοῦ λόγου μου νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονόν του, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Ἐγώ μήν ἠμπορώντας τόν διώχνω, μά πῶς τόν διώχνω; Τόν διώχνω καί καίεται ἡ καρδία μου καθώς ὁ πατέρας μέ τό παιδί του. Τί νά σᾶς κάμω; Μά πάλιν, νά μήν ὑστερηθῆτε παντελῶς, σᾶς λέγω ἐγώ παραμικρόν. Ὅταν θέλετε νά ἰατρεύσετε τήν ψυχή σας, τέσσαρα πράγματα σᾶς χρειάζονται. Κάνομέ τε ἕνα παζάρι; Ἀπό τόν καιρόν ὁποῦ ἐγεννηθήκετε ἕως τώρα ὅσα ἁμαρτήματα ἐκάμετε νά τά πάρω ὅλα εἰς τόν λαιμόν μου καί ἡ εὐγενεία σας νά μοῦ πάρετε τέσσαρες τρίχες. Βαρύ νά ἀσηκώσετε τέσσαρες τρίχες ἀπό αὐτά τά γένεια καί νά σᾶς πάρω ἐγώ ὅλα σας τά ἁμαρτήματα; Καί τί νά τά κάμω; Ὡστόσον ἔχω μίαν καταβόθρα καί τά ρίχνω ὅλα μέσα ὡσάν χωνευτήρι. Ποία εἶναι ἡ καταβόθρα; Εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Χριστοῦ μας.
Πρώτη τρίχα εἶναι ὅταν θέλετε νά ἐξομολογᾶσθε τό πρῶτον θεμέλιον εἶναι αὐτό ὁποῦ εἴπαμε, νά συγχωρᾶτε τόν ἐχθρόν σας. Τό κάμνετε;
‒ Τό κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ.
Ἐπήρετε τήν πρώτην τρίχα. Δευτέρα τρίχα εἶναι νά εὑρίσκετε πνευματικόν καλόν, γραμματισμένον, σοφόν, ἐνάρετον, εὐλαβῆ νά ἐξομολογᾶσθε. Καί νά ἐξομολογᾶσαι καί νά εἰπῆς ὅλα σου τά ἁμαρτήματα. Νά ἔχης ἑκατό ἁμαρτίες καί εἰπῆς τίς ἐνενῆντα ἐννέα εἰς τόν πνευματικόν καί μίαν νά μή φανερώσης, ὅλες ἀσυγχώρητες μένουν. Καί ὅταν κάνης τήν ἁμαρτίαν, τότε πρέπει νά ἐντρέπεσαι, ἀλλά ὅταν ἐξομολογᾶσαι, νά μήν ἔχης καμμίαν ἐντροπήν.
Μία γυναῖκα ἐπῆγε νά ἐξομολογηθῆ εἰς ἕνα ἀσκητήν. Ὁ ἀσκητής εἶχεν ἕνα ὑποτακτικόν ἐνάρετον. Λέγει τοῦ ὑποτακτικοῦ του ὁ ἀσκητής: πήγαινε παρέκει νά ἐξομολογήσω τήν γυναῖκα. Ὁ ὑποτακτικός ἐμάκρυνεν ἕως ὁποῦ ἔβλεπε, μά δέν ἤκουε τίποτε. Ἐξομολόγησε τήν γυναῖκα, ἔφυγε. Ὕστερα ἔρχεται ὁ ὑποτακτικός καί λέγει: «Γέροντά μου, εἶδα ἕνα παράδοξον θαῦμα: ἐκεῖ πού ἐξομολογοῦσες τήν γυναῖκα ἔβλεπα ὁποῦ ἔβγαιναν μέσα ἀπό τό στόμα της ὀφίδια μικρά. Βλέπω καί κρεμιέται ἕνα μεγάλο. Ἔκανε νά ἔβγη καί πάλιν ἐτραβήχθη εἰς τά ὀπίσω.» Λέγει ὁ ἀσκητής: «Πήγαινε νά τήν κράξης νά ἔλθη ὀπίσω ὀγλήγορα.» Πηγαίνοντας ὁ ὑποτακτικός τήν εὗρεν ἀποθαμένην. Γυρίζει ὀπίσω καί τό λέγει τοῦ γέροντός του. Αὐτός μήν ἠμπορώντας νά καταλάβη τό θαῦμα ἐπαρακάλεσε τόν Θεόν νά τοῦ φανερώση ἡ γυναῖκα ἐσώθη ἤ ἐκολάσθη; Καί φαίνεται ἐμπρός του μία ἀρκούδα μαύρη καί λέγει τοῦ ἀσκητή: «Ἐγώ εἶμαι ἐκείνη ἡ ταλαίπωρος γυναῖκα, ὁποῦ ἐξομολογήθηκα καί δέν σοῦ ἐφανέρωσα ἕνα θανάσιμον ἁμάρτημα ὁποῦ εἶχα κάμει καί διά τοῦτο ὅλα μου τά ἁμαρτήματα ἔμειναν ἀσυγχώρητα καί μέ ἐπρόσταξεν ὁ Κύριος νά πηγαίνω εἰς τήν Κόλασιν νά καίωμαι πάντοτε.» Καί ἐνταυτῷ ἔγινε μία βρῶμα ὡσάν καπνός καί ἐχάθη ἀπ᾽ ἔμπροσθέν του.
Διά τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅταν ἐξομολογᾶσθε, νά λέγετε ὅλα σας τά ἁμαρτήματα παστρικά καί καλά. Καί πρῶτον νά εἰπῆς τοῦ πνευματικοῦ σου: «Πνευματικέ μου, ἐγώ θέ νά κολαστῶ, διατί δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν καί τούς ἀδελφούς μου μέ ὅλην μου τήν καρδίαν καί μέ ὅλην μου τήν ψυχήν ὡσάν τόν ἑαυτόν μου.» Καί νά εἰπῆς ἐκεῖνο πού σέ τύπτει τό συνειδός σου ἤ ἐφόνευσες ἤ ἐπόρνευσες ἤ ἐμοίχευσες ἤ ὅρκον ἔκαμες ἤ εἶπες ψεύματα ἤ τόν πατέρα σου ἤ τήν μητέρα σου δέν ἐτίμησες ἤ ἀδελφός τόν ἀδελφόν ἤ γείτονας τόν γείτονα ἤ γυναῖκα τόν ἄνδρα ἤ ἄλλο κακόν ὁποῦ νά ἔκαμες. Βαρύ εἶναι νά τό κάμης αὐτό;
‒ Ὄχι, ἅγιε διδάσκαλε.
Ἰδού ἐπῆρες τήν δευτέραν τρίχα. Ἡ τρίχα ἡ τρίτη εἶναι φυσικά ὡσάν ἐξομολογηθῆς θέ νά σέ ἐρωτήση ὁ πνευματικός νά σοῦ εἰπῆ: «Διατί, παιδί μου, νά κάμης αὐτά τά ἁμαρτήματα;» Ἐσύ νά προσέχης νά μήν κατηγορήσης ἄλλον, ἀλλά τοῦ λόγου σου καί νά εἰπῆς: «Αὐτά τά ἔκαμα ἀπό τό κακόν μου κεφάλι, ἀπό τήν κακήν μου προαίρεσιν.» Βαρύ εἶναι νά κατηγορήσης τοῦ λόγου σου;
‒ Ὄχι.
Λοιπόν ἐπῆρες καί τήν τρίτην τρίχα. Ἔχομεν τήν τετάρτην. Ὅταν σέ δώση ἄδειαν ὁ πνευματικός σου καί ἀναχωρήσης, νά ἀποφασίσης μέ στερεάν γνώμην, μέ στερεάν ἀπόφασιν καλύτερα νά χύσης τό αἷμα σου, μά εἰς ἄλλην φοράν ἁμαρτίαν νά μή κάμης. Τό κάμνεις καί αὐτό;
‒ Μάλιστα.
Ἐπῆρες καί τήν τετάρτην τρίχα. Αὐτά τά τέσσαρα εἶναι τά ἰατρικά σου καθώς εἴπαμε καί ὄχι ἄλλα. Τό πρῶτον εἶναι νά συγχωρᾶτε τούς ἐχθρούς σας. Τό δεύτερο νά ἐξομολογᾶσθε παστρικά καί καλά. Τό τρίτο νά κατηγορᾶτε τοῦ λόγου σας. Τό τέταρτο νά ἀποφασίζετε νά μή κάμετε ἁμαρτίαν. Καί ἄν ἠμπορεῖτε νά ἐξομολογᾶσθε κάθε ἡμέραν, καλόν καί ἅγιον εἶναι. Εἰδέ καί δέν ἠμπορεῖτε καθ᾽ ἡμέραν, ἄς εἶναι μία φορά τήν ἑβδομάδα καί μία φορά τόν μῆνα ἤ τό ὀλιγώτερον τέσσαρες φορές τόν χρόνον. Καί νά συνηθίζετε τά παιδιά σας ἀπό μικρά, διά νά συνηθίζουν εἰς τόν καλόν δρόμον, νά ἐξομολογοῦνται.
Ἰδού ὁπού σᾶς ἐξομολόγησα ὅλους παρρησίᾳ, διά νά μήν ὑστερηθῆτε. Αὐτά ὁπού σᾶς εἶπα εἶναι τά ἰατρικά σας εἰδέ ἐκεῖνο ὁπού δίνουν οἱ πνευματικοί, σαρανταλείτουργα, μετάνοιες, νηστεῖες καί ἄλλα, δέν εἶναι ἰατρικά, ἀλλά διά νά μήν τύχη καί ξεπέσετε ἄλλην φοράν εἰς τήν ἁμαρτίαν σᾶς τά δίδουν καί ὅποιος τά βάλη μέσα εἰς τήν καρδίαν του αὐτά τά τέσσαρα, νά ἀποθάνη ἐκείνη τήν ὥραν, σώνεται. Εἰδέ χωρίς αὐτά τά τέσσαρα χίλιες χιλιάδες καλά νά κάμη ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἀποθάνη, εἰς τήν Κόλασιν πηγαίνει.

ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ
ΔΙΔΑΧΕΣ
Ἰωάννου Β. Μενούνου
Ἐκδ. «ΤΗΝΟΣ»
(σελ. 164-167)Τοῦ ἁγίου ΚΟΣΜΑ τοῦ Αἰτωλοῦ Γιά τήν Ἐξομολόγηση

εδῶ ὁποῦ ἦλθα, χριστιανοί μου, ἔλαβα μίαν χαράν μεγάλην, μά ἔλαβα καί μίαν λύπην μεγάλην. Χαράν μεγάλην ἔλαβα βλέποντας τήν καλήν σας γνώμην, τήν καλήν σας μετάνοιαν, λύπην ἔλαβα στοχαζόμενος
τήν ἀναξιότητά μου, πώς δέν ἔχω καιρόν νά σᾶς ἐξομολογήσω ὅλους ἕνα πρός ἕνα, νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονό του ὁ καθένας, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Θέλω καί ἀγαπῶ, ἀμά δέν ἠμπορῶ, παιδιά μου. Καθώς ἕνας πατέρας εἶναι ἄρρωστος, πηγαίνει τό παιδί του νά τό παρηγορήση, ἐκεῖνος μήν μπορώντας τό διώχνει, μά πῶς τό διώχνει; Μέ τήν καρδίαν καμμένην. Θέλει νά τό παρηγορήση, μά δέν ἠμπορεῖ. Πατέρας ἀνάξιος εἶμαι ἐγώ. Πνευματικά παιδιά μου εἴσαστε ἡ εὐγενεία σας. Τώρα ἔρχεται ἕνας νά ἐξομολογηθῆ εἰς τοῦ λόγου μου νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονόν του, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Ἐγώ μήν ἠμπορώντας τόν διώχνω, μά πῶς τόν διώχνω; Τόν διώχνω καί καίεται ἡ καρδία μου καθώς ὁ πατέρας μέ τό παιδί του. Τί νά σᾶς κάμω; Μά πάλιν, νά μήν ὑστερηθῆτε παντελῶς, σᾶς λέγω ἐγώ παραμικρόν. Ὅταν θέλετε νά ἰατρεύσετε τήν ψυχή σας, τέσσαρα πράγματα σᾶς χρειάζονται. Κάνομέ τε ἕνα παζάρι; Ἀπό τόν καιρόν ὁποῦ ἐγεννηθήκετε ἕως τώρα ὅσα ἁμαρτήματα ἐκάμετε νά τά πάρω ὅλα εἰς τόν λαιμόν μου καί ἡ εὐγενεία σας νά μοῦ πάρετε τέσσαρες τρίχες. Βαρύ νά ἀσηκώσετε τέσσαρες τρίχες ἀπό αὐτά τά γένεια καί νά σᾶς πάρω ἐγώ ὅλα σας τά ἁμαρτήματα; Καί τί νά τά κάμω; Ὡστόσον ἔχω μίαν καταβόθρα καί τά ρίχνω ὅλα μέσα ὡσάν χωνευτήρι. Ποία εἶναι ἡ καταβόθρα; Εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Χριστοῦ μας.
Πρώτη τρίχα εἶναι ὅταν θέλετε νά ἐξομολογᾶσθε τό πρῶτον θεμέλιον εἶναι αὐτό ὁποῦ εἴπαμε, νά συγχωρᾶτε τόν ἐχθρόν σας. Τό κάμνετε;
‒ Τό κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ.
Ἐπήρετε τήν πρώτην τρίχα. Δευτέρα τρίχα εἶναι νά εὑρίσκετε πνευματικόν καλόν, γραμματισμένον, σοφόν, ἐνάρετον, εὐλαβῆ νά ἐξομολογᾶσθε. Καί νά ἐξομολογᾶσαι καί νά εἰπῆς ὅλα σου τά ἁμαρτήματα. Νά ἔχης ἑκατό ἁμαρτίες καί εἰπῆς τίς ἐνενῆντα ἐννέα εἰς τόν πνευματικόν καί μίαν νά μή φανερώσης, ὅλες ἀσυγχώρητες μένουν. Καί ὅταν κάνης τήν ἁμαρτίαν, τότε πρέπει νά ἐντρέπεσαι, ἀλλά ὅταν ἐξομολογᾶσαι, νά μήν ἔχης καμμίαν ἐντροπήν.
Μία γυναῖκα ἐπῆγε νά ἐξομολογηθῆ εἰς ἕνα ἀσκητήν. Ὁ ἀσκητής εἶχεν ἕνα ὑποτακτικόν ἐνάρετον. Λέγει τοῦ ὑποτακτικοῦ του ὁ ἀσκητής: πήγαινε παρέκει νά ἐξομολογήσω τήν γυναῖκα. Ὁ ὑποτακτικός ἐμάκρυνεν ἕως ὁποῦ ἔβλεπε, μά δέν ἤκουε τίποτε. Ἐξομολόγησε τήν γυναῖκα, ἔφυγε. Ὕστερα ἔρχεται ὁ ὑποτακτικός καί λέγει: «Γέροντά μου, εἶδα ἕνα παράδοξον θαῦμα: ἐκεῖ πού ἐξομολογοῦσες τήν γυναῖκα ἔβλεπα ὁποῦ ἔβγαιναν μέσα ἀπό τό στόμα της ὀφίδια μικρά. Βλέπω καί κρεμιέται ἕνα μεγάλο. Ἔκανε νά ἔβγη καί πάλιν ἐτραβήχθη εἰς τά ὀπίσω.» Λέγει ὁ ἀσκητής: «Πήγαινε νά τήν κράξης νά ἔλθη ὀπίσω ὀγλήγορα.» Πηγαίνοντας ὁ ὑποτακτικός τήν εὗρεν ἀποθαμένην. Γυρίζει ὀπίσω καί τό λέγει τοῦ γέροντός του. Αὐτός μήν ἠμπορώντας νά καταλάβη τό θαῦμα ἐπαρακάλεσε τόν Θεόν νά τοῦ φανερώση ἡ γυναῖκα ἐσώθη ἤ ἐκολάσθη; Καί φαίνεται ἐμπρός του μία ἀρκούδα μαύρη καί λέγει τοῦ ἀσκητή: «Ἐγώ εἶμαι ἐκείνη ἡ ταλαίπωρος γυναῖκα, ὁποῦ ἐξομολογήθηκα καί δέν σοῦ ἐφανέρωσα ἕνα θανάσιμον ἁμάρτημα ὁποῦ εἶχα κάμει καί διά τοῦτο ὅλα μου τά ἁμαρτήματα ἔμειναν ἀσυγχώρητα καί μέ ἐπρόσταξεν ὁ Κύριος νά πηγαίνω εἰς τήν Κόλασιν νά καίωμαι πάντοτε.» Καί ἐνταυτῷ ἔγινε μία βρῶμα ὡσάν καπνός καί ἐχάθη ἀπ᾽ ἔμπροσθέν του.
Διά τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅταν ἐξομολογᾶσθε, νά λέγετε ὅλα σας τά ἁμαρτήματα παστρικά καί καλά. Καί πρῶτον νά εἰπῆς τοῦ πνευματικοῦ σου: «Πνευματικέ μου, ἐγώ θέ νά κολαστῶ, διατί δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν καί τούς ἀδελφούς μου μέ ὅλην μου τήν καρδίαν καί μέ ὅλην μου τήν ψυχήν ὡσάν τόν ἑαυτόν μου.» Καί νά εἰπῆς ἐκεῖνο πού σέ τύπτει τό συνειδός σου ἤ ἐφόνευσες ἤ ἐπόρνευσες ἤ ἐμοίχευσες ἤ ὅρκον ἔκαμες ἤ εἶπες ψεύματα ἤ τόν πατέρα σου ἤ τήν μητέρα σου δέν ἐτίμησες ἤ ἀδελφός τόν ἀδελφόν ἤ γείτονας τόν γείτονα ἤ γυναῖκα τόν ἄνδρα ἤ ἄλλο κακόν ὁποῦ νά ἔκαμες. Βαρύ εἶναι νά τό κάμης αὐτό;
‒ Ὄχι, ἅγιε διδάσκαλε.
Ἰδού ἐπῆρες τήν δευτέραν τρίχα. Ἡ τρίχα ἡ τρίτη εἶναι φυσικά ὡσάν ἐξομολογηθῆς θέ νά σέ ἐρωτήση ὁ πνευματικός νά σοῦ εἰπῆ: «Διατί, παιδί μου, νά κάμης αὐτά τά ἁμαρτήματα;» Ἐσύ νά προσέχης νά μήν κατηγορήσης ἄλλον, ἀλλά τοῦ λόγου σου καί νά εἰπῆς: «Αὐτά τά ἔκαμα ἀπό τό κακόν μου κεφάλι, ἀπό τήν κακήν μου προαίρεσιν.» Βαρύ εἶναι νά κατηγορήσης τοῦ λόγου σου;
‒ Ὄχι.
Λοιπόν ἐπῆρες καί τήν τρίτην τρίχα. Ἔχομεν τήν τετάρτην. Ὅταν σέ δώση ἄδειαν ὁ πνευματικός σου καί ἀναχωρήσης, νά ἀποφασίσης μέ στερεάν γνώμην, μέ στερεάν ἀπόφασιν καλύτερα νά χύσης τό αἷμα σου, μά εἰς ἄλλην φοράν ἁμαρτίαν νά μή κάμης. Τό κάμνεις καί αὐτό;
‒ Μάλιστα.
Ἐπῆρες καί τήν τετάρτην τρίχα. Αὐτά τά τέσσαρα εἶναι τά ἰατρικά σου καθώς εἴπαμε καί ὄχι ἄλλα. Τό πρῶτον εἶναι νά συγχωρᾶτε τούς ἐχθρούς σας. Τό δεύτερο νά ἐξομολογᾶσθε παστρικά καί καλά. Τό τρίτο νά κατηγορᾶτε τοῦ λόγου σας. Τό τέταρτο νά ἀποφασίζετε νά μή κάμετε ἁμαρτίαν. Καί ἄν ἠμπορεῖτε νά ἐξομολογᾶσθε κάθε ἡμέραν, καλόν καί ἅγιον εἶναι. Εἰδέ καί δέν ἠμπορεῖτε καθ᾽ ἡμέραν, ἄς εἶναι μία φορά τήν ἑβδομάδα καί μία φορά τόν μῆνα ἤ τό ὀλιγώτερον τέσσαρες φορές τόν χρόνον. Καί νά συνηθίζετε τά παιδιά σας ἀπό μικρά, διά νά συνηθίζουν εἰς τόν καλόν δρόμον, νά ἐξομολογοῦνται.
Ἰδού ὁπού σᾶς ἐξομολόγησα ὅλους παρρησίᾳ, διά νά μήν ὑστερηθῆτε. Αὐτά ὁπού σᾶς εἶπα εἶναι τά ἰατρικά σας εἰδέ ἐκεῖνο ὁπού δίνουν οἱ πνευματικοί, σαρανταλείτουργα, μετάνοιες, νηστεῖες καί ἄλλα, δέν εἶναι ἰατρικά, ἀλλά διά νά μήν τύχη καί ξεπέσετε ἄλλην φοράν εἰς τήν ἁμαρτίαν σᾶς τά δίδουν καί ὅποιος τά βάλη μέσα εἰς τήν καρδίαν του αὐτά τά τέσσαρα, νά ἀποθάνη ἐκείνη τήν ὥραν, σώνεται. Εἰδέ χωρίς αὐτά τά τέσσαρα χίλιες χιλιάδες καλά νά κάμη ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἀποθάνη, εἰς τήν Κόλασιν πηγαίνει.

ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ

ΔΙΔΑΧΕΣ
Ἰωάννου Β. Μενούνου
Ἐκδ. «ΤΗΝΟΣ»
(σελ. 164-167)
 
 
ΗΛΙΑΣ ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ  19 0ΚΤ 2012 

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

…και η άλλη ματιά

Τα χρόνια που άρχισε να βασιλεύη η αθεϊα στην χώρα του Ιλλυρικού ο παμπόνηρος δυνάστης ήθελε να φαίνεται η γραμμή της πλεύσεώς του. ΄Εφτιαξε έτσι το Κίνημα, να φαίνεται ότι προέρχεται από τον λαό και όχι από την εξουσία. Αφού μέθυσε τον λαό με το κρασί της άρνησης του Θεού, ο λαός- τύφλα όπως ήταν- άρχισε μόνος του να καταστρέφη τα σημεία της πίστεως.
Σ’ ένα χωριό – όπως μου διηγείται ο βορειοηπειρώτης Βασίλης- το σχολείο ήτανε δίπλα στην εκκλησία. Ο δάσκαλος Έλληνας.
- Μέρες μας δίδασκε πόσο καλύτερα θα είμαστε χωρίς θρησκεία, χωρίς Χριστό και Εκκλησία. Τα «μη» της Εκκλησίας μας κάνουν τη ζωή βασανισμένη. Ήτανε τόσο πειστικός, που κάποια μέρα μπουκάραμε όλοι μαζί στην εκκλησία. Ξεκρεμάσαμε τις εικόνες και τις πετάξαμε στο φορτηγό σαν άχρηστες αποσκευές. Όλα ήτανε τόσο καλά προμελετημένα , που δεν ξεύραμε τι κάνουμε. Προσωπικά ξεκρέμασα την εικόνα του Χριστού από το δεσποτικό και την πέταξα στο φορτηγό του κράτους. Όλα γίνονταν με τόσο γρήγορους ρυθμούς , σαν να μετακόμιζε ο ίδιος ο Θεός από την χώρα μας για άλλους τόπους. Την ώρα που άπλωσα τα χέρια μου να ξεκρεμάσω την εικόνα, τα μάτια μου διασταυρωθήκανε με του Χριστού τα μάτια. Ένιωσα παραπονιάρικα να με κοιτάζη, σαν να μου έλεγε : «Τί σου έκανα και με σφαλιαρίζεις;». Αλλά εγώ είπα καθ’ εαυτόν: «θέλεις-δεν θέλεις θα φύγης από την ζωή μου. Είναι εντολή του κράτους να εξαφανιστής από την Αλβανία».
Διάβηκαν τα χρόνια, έκανα οικογένεια. Όταν γεννήθηκε η Ευαγγελία μου, ευθύς ως την κοίταξα στα μάτια, είπα: «Γνώριμη μου είναι αυτή η ματιά. Που την είδα; που την απάντησα; Δεν θυμάμαι». Αργότερα που η Ευαγγελία φάνηκε αδικημένη από την φύση, την πήγα σε μια γιαγιά που έκανε γιατροσόφια. Όταν μου είπε «Αυτή είναι οργή Θεού∙ δεν θεραπεύεται», θυμήθηκα την ματιά του Χριστού στο δεσποτικό του χωριού μου και ανάπαυση από τότε δεν βρίσκω. Ντρέπομαι να κοιτάξω τα παραπονιάρικα μάτια του παιδιού μου. Αισθάνομαι σαν να μου λέγη: «Εσύ, πατέρα, έφαγες τα άγουρα σταφύλια μια φορά και σ’ εμένα έμειναν τα δόντια μουδιασμένα για πάντα»

Αυτά είναι τα «βρεθίκια», τα κέρδη του πνευματικού από την εξομολόγηση.



Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Α’ έκδοση Σεπτέμβριος 2010
Ιερά Μονή Δοχειαρίου, Άγιον Όρος





Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

Όταν ζητάμε από τον Θεό ταπείνωση, να δεχώμαστε και τις ταπεινώσεις


- Τι θα βοηθούσε, Γέροντα, πρακτικά να αποκτήσω ταπείνωση;
- Πώς αποκτά ταπείνωση κανείς; Όταν του λένε μια κουβέντα, να λέη δύο; Να μη σηκώνη μύγα στο σπαθί του; Ευλογημέν

η, όταν σου δίνεται ευκαιρία για ταπείνωση, να δέχεσαι την ταπείνωση. Έτσι αποκτιέται η ταπείνωση.
Το φάρμακο το δικό σου είναι να κινήσαι απλά, ταπεινά, να δέχεσαι όπως η γη και την βροχή και το χαλάζι και τα σκουπίδια και τα φτυσίματα, εάν θέλης να ελευθερωθής από τα πάθη σου. Οι εξωτερικές ταπεινώσεις βοηθούν τον άνθρωπο να ελευθερωθή πολύ γρήγορα από τον παλιό εαυτό του, όταν τις δέχεται.
- Εγώ, Γέροντα, έχω ανάγκη από πολλή ταπείνωση.
- Να πας να αγοράσης. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που πουλούν την ταπείνωση και μάλιστα δωρεάν , αρκεί να την θέλης…
- Ποιοι είναι αυτοί, Γέροντα;
- Είναι οι άνθρωποι που, όταν δεν έχουν καλή πνευματική κατάσταση, φέρονται αδιάκριτα και με την συμπεριφορά τους μας ταπεινώνουν.
Η ταπείνωση δεν αγοράζεται από τον μπακάλη όπως τα ψώνια. Όταν λέμε: « δώσ’ μου, Θεέ μου, ταπείνωση», ο Θεός δεν θα πάρη την σέσουλα και θ’ αρχίση: «πάρε ένα κιλό ταπείνωση εσύ», «μισό κιλό ταπείνωση εσύ», «μισό κιλό εσύ», αλλά θα επιτρέψη να έρθη λ.χ. κάποιος άνθρωπος αδιάκριτος να μας φερθή σκληρά ή θα πάρη από άλλον την Χάρη Του και θα έρθη να μας βρίση. Έτσι θα δοκιμασθούμε και θα εργασθούμε , εάν θέλουμε να αποκτήσουμε την ταπείνωση. Αλλά εμείς δεν σκεφτόμαστε ότι ο Θεός επιτρέπει να γίνη ο αδερφός μας κακός, για να βοηθηθούμε εμείς, και θυμώνουμε με τον αδελφό. Και, ενώ ζητάμε από τον Θεό ταπείνωση, δεν δεχόμαστε τις ευκαιρίες που μας στέλνει, για να ταπεινωθούμε, αλλά δυσανασχετούμε. Κανονικά θα έπρεπε να χρωστάμε ευγνωμοσύνη σ’ αυτόν που μας ταπεινώνει, γιατί αυτός είναι ο μεγαλύτερος ευεργέτης μας. Όποιος ζητάει στην προσευχή του ταπείνωση από τον Θεό, αλλά δεν δέχεται τον άνθρωπο που του στέλνει ο Θεός, για να τον ταπεινώση, δεν ξέρει τι ζητάει.
Όταν ήμουν στην μονή Στομίου, ήταν κάτω στην Κόνιτσα ένας παπάς που με αγαπούσε από λαϊκό ακόμη. Μια Κυριακή είχα κατεβή να λειτουργηθώ στην Κόνιτσα. Η εκκλησία ήταν γεμάτη κόσμο. Την στιγμή που έμπαινα, όπως συνήθιζα, στο Ιερό, είπα μέσα μου: «Θεέ μου, βάλε όλους αυτούς τους πιστούς στον Παράδεισο κι εμένα, αν θέλης, βάλε με σε μια ακρούλα». Όταν πλησίασε η ώρα της Θείας Κοινωνίας ενώ αυτός ο παπάς πάντα με κοινωνούσε μέσα στο Ιερό, γύρισε προς το μέρος μου και φώναξε δυνατά: «Βγες από το Ιερό να κοινωνήσης απ’ έξω τελευταίος, γιατί είσαι ανάξιος». Βγήκα έξω, χωρίς να πω τίποτε. Πήγα στο αναλόγιο και άρχισα να διαβάζω την ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως. Ύστερα, καθώς πήγαινα τελευταίος να κοινωνήσω, είπα μέσα μου: «Ο παπάς φωτίσθηκε από τον Θεό και μου αποκάλυψε ποιος είμαι. Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησέ με, το κτήνος». Μόλις κοινώνησα, αισθάνθηκα μέσα μου μεγάλη γλυκύτητα. Όταν τελείωσε η θεία Λειτουργία, με πλησιάζει ο παπάς συντετριμμένος: «Συγχώρεσέ με! μου λέει. Πώς το έκανα αυτό! Εγώ μπροστά σου δεν έβαζα ούτε τα παιδιά μου ούτε την παπαδιά, ούτε τον εαυτό μου. Τι ήταν αυτό που έπαθα!». Έπεφτε κάτω, μου έβαζε μετάνοια. Μου ζητούσε συγνώμη, προσπαθούσε να μου φιλήση τα χέρια. «Παπά μου, του λέω, μη στενοχωριέσαι. Δεν φταις εσύ˙ εγώ φταίω. Σε χρησιμοποίησε ο Θεός εκείνη την στιγμή, για να δοκιμάση εμένα». Ο παπάς δεν μπορούσε να καταλάβη τι του έλεγα και τελικά, νομίζω, δεν τον έπεισα. Όλα αυτά έγιναν εξαιτίας της προσευχής που είχα κάνει.
Κι εσείς, όταν βλέπετε μία αδελφή να παραφέρεται και να σας μιλάη άσχημα, να ξέρετε ότι τις περισσότερες φορές η αιτία είναι η προσευχή που κάνετε. Επειδή δηλαδή ζητάτε από τον Θεό να σας δώση ταπείνωση, αγάπη, κ.λπ., παίρνει ο Θεός για λίγο την Χάρη Του από την αδερφή και σας ταπεινώνει και σας στενοχωρεί. Έτσι σας δίνεται η ευκαιρία να δώσετε εξετάσεις στην ταπείνωση, στην αγάπη. Αν ταπεινωθήτε, θα ωφεληθήτε. Όσο για την αδερφή, θα λάβη διπλή την Χάρη του Θεού˙ και γιατί της πήρε ο Θεός την Χάρη, για να δοκιμάση εσάς, και γιατί ταπεινώθηκε με το σφάλμα της και ζήτησε συγχώρεση από τον Θεό. Οπότε και εσείς εργάζεσθε στην ταπείνωση και εκείνη γίνεται καλύτερη.


Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΠΆΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
2007
 
ΗΛΙΑΣ  ΧΑΙΝΤΟΥΤΗΣ  19 ΟΚΤ 2012 ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΥ ΕΥΧΗ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΑΓΙΕ ΓΟΝΤΑ !
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...