Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Η Ελλάδα των ψυχών... οι ψυχές των Ελλήνων...


Η πίστη σε μια ζωή μετά τη ζωή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ελλάδα και ακρογωνιαίος λίθος για την επίγεια της υπόσταση. Πρώτο παράδειγμα του ρόλου που ανέκαθεν είχε στη ζωή ο κόσμος των κεκοιμημένων είναι η συμμετοχή του στην ίδια τη δημιουργία. Στην βαθιά πεποίθηση ότι υπάρχει Άλλος κόσμος (κάτω για τους αρχαίους, πάνω για τους σύγχρονους) και ότι αυτός ο κόσμος επικοινωνεί με τον δικό μας, στηρίχθηκε η ερμηνεία για την εναλλαγή των εποχών: το ταξίδι της νεκραναστημένης Περσεφόνης από την Άδη στη γη και από τη γη στον Άδη, γέννησε- λέει ο μύθος- το καλοκαίρι και το χειμώνα. Τόση είναι η πίστη σε τούτα τα μέρη ότι ο κόσμος των ψυχών είναι μακριά και συνάμα κοντά μας, που από τότε που υπάρχει η προϊστορία μας, όλοι οι μύθοι και όλες οι παραδόσεις και όλες οι νεκρικές συνήθειες στηρίζονται πάνω της: οι νεκροί των Ελλήνων δεν είναι άψυχοι, ούτε ανενεργοί. ... είναι ασώματοι, αλλά όχι άψυχοι... χωρίς γήινες αισθήσεις, αλλά όχι χωρίς ενέργεια.
Ακόμα και η πίστη στην Ανάσταση, είναι πολύ πιο παλιά από την χριστιανική της ολοκλήρωση: στα νερά της Στύγας, του ποταμού που δρόσιζε τον Άδη, βάφτισε(!) η Θέτιδα το νεογέννητο Αχιλλέα προκειμένου να του χαρίσει Αθανασία! (άντε τώρα να εξηγήσεις στον Βορειοευρωπαίο πόσο δεμένος με την ύπαρξή μας είναι ο νηπιοβαπτισμός). Αυτό το ποτάμι που νικούσε το θάνατο, βρισκόταν στο βασίλειο των νεκρών, γιατί μόνο μέσα από το σωματικό θάνατο, μπορούσε κανείς να λουστεί το νερό που τον νικούσε! Ένα ποτάμι Αθανασίας χώριζε τον Ελληνικό θάνατο από την Ελληνική ζωή... ένα ποτάμι που για να το διασχίσει η ψυχή έπρεπε να έφερε μαζί της τον οβολό, το νόμισμα για να πληρώσει τον βαρκάρη που θα την περνούσε απέναντι. Ακόμα και στο θάνατο, φακελάκι; Για τον Έλληνα, ναι... αλλά ακόμα και σ’ αυτή τη συνήθεια, φαίνεται η ζωντάνια του νεκρού και η συνεργασία του με τους ζώντες προκειμένου να αναπαυθεί: ο νεκρός στην Ελλάδα ανέκαθεν φέρει το θησαυρό του - νόμισμα για τους αρχαίους, καλές πράξεις για τους σύγχρονους - και με αυτό το θησαυρό πληρώνει τα τελώνια ( για κάθε ταξίδι πρέπει κανείς να λάβει υπόψη το τελωνείο). Δίπλα του, σύντροφος και οδηγός, ένας ψυχοπομπός, ο Ερμής για τους αρχαίους, ο Αρχάγγελος για τους χριστιανούς, καλύπτει το νεκρό στο ταξίδι του και αποτρέπει τις αδικίες. Μόνο ένας άνθρωπος κατόρθωσε να τρελάνει το βαρκάρη και να μπερδέψει αυτή την Τάξη: ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος, λέει ο Λουκιανός, κατόρθωσε να περάσει χωρίς τον οβολό, εκβιάζοντας το Χάροντα με λογικά επιχειρήματα και αποδεικνύονας τη ζωντάνια της ψυχής μετά το θάνατο: «Ουκ αν λάβεις παρά του μή έχοντος!». Υποπολλαπλάσιο του οβολού ήταν ο .. κόλλυβος! Χάλκινο νόμισμα, δώρο των ζώντων στον κεκοιμημένο, για να αγοραστεί το έδεσμα που θα γλυκάνει το ταξίδι του και θα του θυμίζει τα αγαθά της ζωής: στάρι, σύμβολο της γης, και της ζωής που γεννιέται μέσα στο χώμα (!), ρόδι, σαν αυτό που κέρασε ο Πλούτωνας την Περσεφόνη για να τη δελεάσει και σύμβολο ευδαιμονίας, καρποί σπόροι, παιδιά της ζωής που πεθαίνει και ανασταίνεται... το κόλλυβο, το γλυκό των νεκρών, βρήκε ξεχωριστή θέση στη χριστιανική Ελλάδα, γιατί ήταν κομμάτι της πολύ πιο παλιά. Τη θέση του διατήρησε και το νευκύσιο: μόνο που ο λαός, το ονομάζει πια μνημόσυνο: είναι τόσο μεγάλη η πίστη ότι οι νεκροί μας δεν είναι νεκροί που η λαϊκή παράδοση αρνήθηκε να ονομάσει την προσευχή της για εκείνους με παράγωγο του θανάτου. Προτίμησε να την ονοματίσει με παράγωγο της μνήμης, για να θυμάται το χρέος της προς αυτούς.
Ψυχοσάββατο σήμερα και η Ελλάδα θυμάται και προσεύχεται για τις ψυχές όσων έχουν φύγει: τις θυμάται και προσεύχεται και τους στέλνει δώρα, γιατί η ίδια της η ύπαρξη, η ιστορία της, η παράδοσή της, στηρίζονται σε μια αλήθεια που μοιάζει παράλογη για τον σύγχρονο κόσμο, μα που για μας είναι απολύτως αληθινή: μπορεί ο Χριστιανισμός να άνοιξε τις πύλες του παραδείσου και να έβγαλε κάποιες ψυχές από τα Τάρταρα, αλλά χρέος των ζώντων είναι να στείλουν τα δώρα τους στους νεκρούς τους, όπου κι αν βρίσκονται. Από άκρη σ’ άκρη του σύμπαντος: από τα Ουράνια, ως τα έγκατα της γης, οι δικοί μας άνθρωποι, όσοι γνωρίσαμε κι όσοι δε γνωρίσαμε, περιμένουν ένα χάδι, μια σταγόνας δροσιάς, δώρο της γης και της καρδιάς μας... Ψυχοσάββατο σήμερα, κι ακόμα κι αν ο Δυτικός πολιτισμός θεωρεί όλα αυτά γραφικά ή παράλογα, η αντοχή τους στους αιώνες αποδεικνύει τη γνησιότητα και την αξία τους στη δική μας ύπαρξη...
Μ. Σιδέρη

Ο Απόστολος της Κυριακής 6 Μαρτίου 2016

paulosΔὲν εἶναι οἱ τροφὲς
ποὺ θὰ καθορίσουν τὴ θέση μας
ἀπέναντι στὸν Θεό·
οὔτε ἂν δὲν φᾶμε
κάποια ἀπ’ αὐτὲς 
χάνουμε κάτι
οὔτε ἂν φᾶμε
ἀποκτᾶμε κάτι παραπάνω.

(Α´ Κορ. η´ 8 - θ´ 2)
Αδελφοί, βρῶμα ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύομεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα. Βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. ᾿Εὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; Καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾿ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. Οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω. 
Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; Οὐχὶ ᾿Ιησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; Οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.

Απόδοση σε απλή γλώσσα
Αδελφοί, δὲν εἶναι οἱ τροφὲς ποὺ θὰ καθορίσουν τὴ θέση μας ἀπέναντι στὸν Θεό· οὔτε ἂν δὲν φᾶμε κάποια ἀπ’ αὐτὲς χάνουμε κάτι οὔτε ἂν φᾶμε ἀποκτᾶμε κάτι παραπάνω. Προσέξτε ὅμως, μήπως τὸ ἐλεύθερο αὐτὸ δικαίωμά σας γίνει αἰτία νὰ σκοντάψουν καὶ νὰ πέσουν ἐκεῖνοι ποὺ ἡ πίστη τους εἶναι ἀδύνατη. Πράγματι, ἂν κάποιος, ἀπ’ αὐτοὺς δεῖ ἐσένα, ποὺ ἔχεις τὴ «γνώση», νὰ κάθεσαι στὸ τραπέζι ἑνὸς εἰδωλολατρικοῦ ναοῦ, ἡ συνείδησή του, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ἀδύνατος, δὲν θὰ παρασυρθεῖ ἀπὸ τὸ παράδειγμά σου καὶ δὲν θὰ παρακινηθεῖ νὰ τρώει τὰ εἰδωλόθυτα; ῎Ετσι, ἡ δική σου «γνώση» θὰ προκαλέσει τὸν χαμὸ αὐτοῦ τοῦ ἀδύνατου, τοῦ ἀδελφοῦ μας, γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ Χριστὸς ἔδωσε τὴ ζωή του. ῾Αμαρτάνοντας ὅμως μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ἀπέναντι στοὺς ἀδελφοὺς καὶ πληγώνοντας τὴ συνείδησή τους ποὺ εἶναι ἀδύνατη, ἁμαρτάνετε ἀπένατι στὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Γι’ αὐτό, ἂν κάποια τροφὴ μπορεῖ νὰ γίνεται αἰτία νὰ σκοντάφτει καὶ νὰ πέφτει ὁ ἀδελφός μου, ἐγὼ δὲν θὰ βάλω ποτὲ κρέας στὸ στόμα μου, γιὰ νὰ μὴ γίνω αἰτία νὰ πέσει ὁ ἀδελφός μου.
Πάρτε παράδειγμα ἐμένα. Δὲν εἶμαι ἀπόστολος; δὲν εἶμαι ἐλεύθερος; δὲν εἶδα ἀναστημένο τὸν ᾿Ιησοῦ, τὸν Κύριό μας; δὲν εἶστε ἐσεῖς ὁ καρπὸς τοῦ κόπου μου στὴν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου;


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 6 Μαρτίου 2016 - Απόκρεω

apokreoΣᾶς βεβαιώνω
πὼς ἀφοῦ
δὲν τὰ κάνατε αὐτὰ
γιὰ ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς
τοὺς ἄσημους ἀδελφούς μου,
δὲν τὰ κάνατε
οὔτε γιὰ μένα.

(Ματθ. κε´ 31-46)
Εἶπεν ὁ Κύριος· ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 
Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. ᾿Επείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· Κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 
Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. ᾿Επείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· Κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον. 

Απόδοση σε απλή γλώσσα
Εἶπε ὁ Κύριος· ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου μὲ ὅλη του τὴ μεγαλοπρέπεια καὶ θὰ τὸν συνοδεύουν ὅλοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, θὰ καθίσει στὸν βασιλικὸ θρόνο του. Τότε θὰ συναχθοῦν μπροστά του ὅλα τὰ ἔθνη, καὶ θὰ τοὺς ξεχωρίσει ὅπως ξεχωρίζει ὁ βοσκὸς τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια. 
Τὰ πρόβατα θὰ τὰ τοποθετήσει στὰ δεξιά του καὶ τὰ κατσίκια στ᾿ ἀριστερά του. Θὰ πεῖ τότε ὁ βασιλιὰς σ᾿ αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται δεξιά του·  “ἐλᾶτε, οἱ εὐλογημένοι ἀπ᾿ τὸν Πατέρα μου, κληρονομῆ-στε τὴ βασιλεία ποὺ σᾶς ἔχει ἑτοιμαστεῖ ἀπ᾿ τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου. Γιατί, πείνασα καὶ μοῦ δώσατε νὰ φάω, δίψασα καὶ μοῦ δώσατε νὰ πιῶ, ἤμουν ξένος καὶ μὲ περιμαζέψατε, γυμνὸς καὶ μὲ ντύσατε, ἄρρωστος καὶ μ᾿ ἐπισκεφθήκατε, φυλακισμένος κι ἤρθατε νὰ μὲ δεῖτε”. Τότε θὰ τοῦ ἀπαντήσουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ· “Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾶς καὶ σὲ θρέψαμε ἢ νὰ διψᾶς καὶ σοῦ δώσαμε νὰ πιεῖς; Πότε σὲ εἴδαμε ξένον καὶ σὲ περιμαζέψαμε ἢ γυμνὸν καὶ σὲ ντύσαμε; Πότε σὲ εἴδαμε ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ ἤρθαμε νὰ σὲ ἐπισκεφθοῦμε;” Τότε θὰ τοὺς ἀπαντήσει ὁ βασιλιάς· “σᾶς βεβαιώνω πὼς ἀφοῦ τὰ κάνατε αὐτὰ γιὰ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἄσημους ἀδελφούς μου, τὰ κάνατε γιὰ μένα”.
  ῞Υστερα θὰ πεῖ καὶ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται ἀριστερά του· “φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι· πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά, ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς δικούς του. Γιατί, πείνασα καὶ δὲν μοῦ δώσατε νὰ φάω, δίψασα καὶ δὲν μοῦ δώσατε νὰ πιῶ, ἤμουν ξένος καὶ δὲν μὲ περιμαζέψατε, γυμνὸς καὶ δὲν μὲ ντύσατε, ἄρρωστος καὶ φυλακισμένος καὶ δὲν ἤρθατε νὰ μὲ δεῖτε”. Τότε θὰ τοῦ ἀπαντήσουν κι αὐτοί· “Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε πεινασμένον ἢ διψασμένον ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμε;” Καὶ θὰ τοὺς ἀπαντήσει· “σᾶς βεβαιώνω πὼς ἀφοῦ δὲν τὰ κάνατε αὐτὰ γιὰ ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἄσημους ἀδελφούς μου, δὲν τὰ κάνατε οὔτε γιὰ μένα”. Αὐτοὶ λοιπὸν θὰ πᾶνε στὴν αἰώνια τιμωρία, ἐνῶ οἱ δίκαιοι στὴν αἰώνια ζωή».

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ – 6 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
(Μτθ. κε΄, 31-46) 
«Εἶπε ὁ Κύριος· ὅταν ἔλθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴ δόξα του καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μαζί του, τότε θὰ καθίση ἐπάνω σὲ θρόνο ἔνδοξο καὶ θὰ συναχθοῦν μπροστά του ὅλα τὰ ἔθνη, καὶ θὰ τοὺς χωρίση μεταξύ τους ὅπως χωρίζει ὁ βοσκὸς τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια, καὶ θὰ στήση τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ δεξιά του, καὶ τὰ κατσίκια ἀπὸ τὰ ἀριστερά. Τότε θὰ πῆ ὁ βασιλιὰς αὐτοὺς πού ἔβαλε στὰ δεξιά· Ἐλᾶτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατέρα μου, νὰ κληρονομήσετε τὴ βασιλεία, πού ἑτοιμάστηκε γιὰ σᾶς ἀπὸ τὴ θεμελίωση τοῦ κόσμου. Διότι πείνασα καὶ μοῦ δώσατε νὰ φάγω· δίψασα, καὶ μοῦ δώσατε νερὸ νὰ πιῶ· ἤμουν ξένος, καὶ μὲ συμμαζέψατε· γυμνός, καὶ μὲ ντύσατε· ἄρρωστος, καὶ μὲ ἐπισκευθήκατε· στὴ φυλακὴ ἤμουν, καὶ ἤλθατε σὲ μένα. Τότε θὰ ἀποκριθοῦν οἱ δίκαιοι σ’ αὐτὸν καὶ θὰ ποῦν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾶς καὶ σὲ δώσαμε ψωμί, ἢ νὰ διψᾶς καὶ σὲ δώσαμε νερό; πότε σὲ εἴδαμε ξένο καὶ σὲ συμμαζέψαμε; ἢ γυμνὸ καὶ σὲ ντύσαμε; πότε σὲ εἴδαμε ἄρρωστο ἢ στὴ φυλακή, καὶ ἤλθαμε σὲ σένα; Καὶ ὁ βασιλιὰς θὰ ἀποκριθῆ καὶ θὰ πῆ σ’ αὐτούς· Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ἀφοῦ τὸ κάνατε σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἀδέλφια μου αὐτὰ ἐδῶ τὰ ἐλάχιστα, σὲ μένα τὸ κάνατε. Τότε θὰ πῆ καὶ σ’ αὐτοὺς πού τοὺς ἔβαλε στ’ ἀριστερά· φύγετε ἀπὸ μένα, οἱ καταραμένοι, στὴ φωτιὰ τὴν αἰώνια, πού εἶναι ἑτοιμασμένη γιὰ τὸ διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του. Διότιπείνασα, καὶ δὲν μοῦ δώσατε νὰ φάγω· δίψασα, καὶ δὲν μοῦ δώσατε νερὸ νὰ πιῶ· Ξένος ἤμουν, καὶ δὲν μὲ συμμαζέψατε· γυμνός, καὶ δὲν μὲ ντύσατε· ἄρρωστος καὶ στὴ φυλακή, καὶ δὲν μὲ ἐπισκεφθήκατε. Τότε θὰ ἀποκριθοῦν αὐτοὶ σ’ αὐτὸν καὶ θὰ ποῦν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾶς ἢ νὰ διψᾶς ἢ ξένο ἢ γυμνὸ ἢ ἄρρωστο ἢ στὴ φυλακή, καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμε; Τότε θὰ ἀποκριθῆ σ’ αὐτοὺς καὶ θὰ πῆ· Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ἀφοῦ αὐτὸ δὲν τὸ κάνατε σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐλάχιστα ἀδέλφια μου αὐτὰ οὔτε σὲ μένα τὸ κάνατε. Καὶ θὰ πᾶνε αὐτοὶ στὴν αἰώνια κόλαση, καὶ οἱ δίκαιοι στὴν αἰώνια ζωή».
Καθαρὰ ἐδῶ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς ὁμιλῆ γιὰ αἰώνια κόλαση, καὶ γιὰ αἰώνια ζωή. Καὶ τὰ δύο εἶναι αἰώνια. Μετὰ τὸ θάνατο ὁ ἄνθρωπος πάει ἢ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ χαίρεται αἰώνια μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλους τους ἁγίους γιὰ τὰ καλά του ἔργα ποῦ ἔπραξε ἐδῶ στὴ γῆ, ἢ καταδικάζεται στὴ αἰώνια κόλαση γιὰ τὶς ἀδικίες καὶ τὶς ἁμαρτίες ποῦ ἔκαμε ἐδῶ καὶ δὲν μετανόησε γι’ αὐτές.
Ἡ αἰώνια κόλαση εἶναι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, πού δὲν ἔχουν ἀγάπη· καὶ ἡ αἰώνια ζωὴ γι’ αὐτοὺς πού δείχνουν ἔμπρακτα τὴν ἀγάπη τους. Ἡ ἀγάπη εἶναι ζωή· τὸ μίσος εἶναι κόλαση, τιμωρία, θάνατος. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, καὶ οἱ ἄνθρωποι ποῦ ἔχουν ἀγάπη εἶναι πάντα μὲ τὸ Θεό. Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι λόγια, ἀλλὰ ἔκφραση ἔμπρακτης συμπόνιας πρὸς τὸ νηστικό, τὸ διψασμένο, τὸ γυμνό, τὸν ἄρρωστο, τὸ φυλακισμένο ἄνθρωπο. Αὐτὸς ποῦ ἀγαπάει στ’ ἀλήθεια συμπάσχει καὶ βοηθάει τὸν πλησίον του· τοῦ δίνει ὅ,τι μπορεῖ γιὰ νὰ θεραπεύση τὶς ἀνάγκες του· δὲν στέκει ἀπαθὴς στὴ φτώχεια καὶ τὴ στέρηση τοῦ συνανθρώπου του, ἀλλὰ κάνει ὅ,τι μπορεῖ γι’ αὐτὸν πού πάσχει καὶ ὑποφέρει. Ἀγάπη χωρὶς πράξη εἶναι νεκρή· δὲν ἔχει μέσα ζωὴ καὶ δὲν προσφέρει τίποτα στὸν ἄνθρωπο.
Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀγάπη καὶ βοηθάει τὸν πάσχοντα συνάνθρωπό του, βοηθάει τὸν ἴδιο τὸ Θεό· «δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν». Καὶ αὐτὸς πού δὲν ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό του ἀπὸ τὸ φτωχό, οὔτε ὁ Θεὸς θὰ ἀποστρέψη τὸ πρόσωπο του ἀπ’ αὐτόν, λέει ὁ Τωβίτ. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος πού στέκει μὲ ἀπάθεια μπροστὰ στὸν πόνο καὶ στὴ στέρηση τοῦ ἀνθρώπου θὰ τιμωρηθῆ ἀπὸ τὸν Κύριο στὴν αἰώνια κόλαση, διότι δὲν βοήθησε τὸ συνάνθρωπό του, ὅταν εἶχε ἀνάγκη. Ὁ Κύριος εἶναι στὸν πλησίον μας· καὶ ὁ πλησίον μας εἶναι ὁ ἄρρωστος, ὁ γυμνός, ὁ νηστικός, ὁ φυλακισμένος. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀνάμεσά μας καὶ περιμένει τὴ δική μας ἐλεημοσύνη, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήση αὐτὸς μὲ τὴν αἰώνια ζωή του. Ὅποιος αὐτὸ δὲν τὸ πιστεύει καὶ δὲν τὸ ζῆ, θὰ τιμωρηθῆ στὴν αἰώνια κόλαση.
Ὅλοι μας μιὰ μέρα θὰ δώσωμε λόγο στὸ Θεὸ γιὰ ὅλες μας τὶς πράξεις, πού πράξαμε ἐπάνω δῶ στὴ γῆ, καὶ γιὰ κεῖνες ἀκόμα πού ἐμεῖς μόνο τὶς γνωρίζουμε. Κανεὶς δὲν θὰ ξεφύγη ἀπὸ τὸ μεγάλο αὐτὸ κριτήριο, πού θὰ στήση μία μέρα στὴ γῆ ἐπάνω ὁ Χριστὸς καὶ θὰ κρίνη ζωντανοὺς καὶ νεκρούς. Κριτήριο γιὰ τὸν δίκαιο καὶ ἀδέκαστο Κριτὴ θὰ εἶναι ἡ ἀγάπη μας πού δείξαμε γιὰ τὸ συνάνθρωπό μας, ὄχι μὲ λόγια, ἀλλὰ μὲ ἔργα. Στὸ πρόσωπο τοῦ συνανθρώπου μᾶς εἶναι τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ φτωχὸς, πού κάθε μέρα στέκει καὶ ζητᾶ τὴ δική μας βοήθεια εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Μᾶς τὸ εἶπε καθαρὰ αὐτὸ σήμερα· «ἀφοῦ αὐτὸ τὸ κάνατε σὲ ἕνα ἀπὸ τα’ ἀδέλφια μου αὐτὰ ἐδῶ τὰ ἐλάχιστα, τὸ κάνατε σ’ ἐμένα». «Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν.
π. Γ.Δ.Σ. 
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...