Ἄρθρο τοῦ κ. Φωτίου Ἀρ. Δημητρακοπούλου, καθηγητοῦ Βυζαντινῆς Φιλολογίας
στό Τμῆμα Φιλολογίας
τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Οἱ ἄνθρωποι
τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνάμεσά μας καί ἐμεῖς ὀφείλουμε νά ἔχουμε τά σωματικά καί τά
πνευματικά μάτια ἀνοιχτά γιά νά τούς ἐντοπίσουμε. Δέν ἀρκεῖ ὅμως νά τούς
βροῦμε, ἀλλά πρέπει καί νά τούς μιμηθοῦμε, ἀφοῦ ἡ ζωή τους ἦταν μία δοξολογία
στόν ἐν Τριάδι Θεό. Μελετώντας τήν ζωή τους ἐμβολιαζόμεθα ἀπό τήν πίστη, τήν
ἐλπίδα, τήν ἀγάπη τους. Τό ἀεικίνητο καί ἀδαπάνητο ποτάμι τῆς Θείας Χάριτος,
δέν ὁριοθετεῖται μόνο μέσα στήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη. Ποτίζει καί
ἀρδεύει τό ἴδιο νερό, ἀφοῦ προέρχεται ἀπό τήν ἴδια οὐράνια πηγή, τούς βίους τῶν
ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ἡ βιωτή τους δύναται νά ὀνομαστεῖ δεύτερο
Εὐαγγέλιο καί ἀειθαλές ἄνθος τοῦ παραδείσου. Γιατί μέσα ἀπό τήν ζωή τῶν
ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ ἐπαναλαμβάνεται ἔμπρακτα ὁλόκληρο τό Ἱερό Εὐαγγέλιο, ἀφοῦ ἡ
θαυμαστή ζωή τους εἶναι ἡ συνέχεια τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ μελετητής
τῆς βιωτῆς τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ ὅσο μελετᾶ μέ προθυμία, μέ ζῆλο καί μέ ἄδολη
ἀγάπη τήν ζωή καί τά ὑπεράνθρωπα κατορθώματα, θαύματα καί θαυμάσια ἔργα, τίς
διδαχές τους καί τούς λόγους τους, γίνεται ἕνας ἄλλος ζωγράφος. Γιατί, ὅπως οἱ
ζωγράφοι, ἀναφέρει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν θέλουν νά ἀντιγράψουν μία εἰκόνα ἀπό
τήν ἄλλη, βλέπουν συχνά τό πρωτότυπο, ἔτσι καί οἱ Χριστιανοί, ὅσοι θέλουν νά
μιμηθοῦν τίς ἀρετές τῶν χριστομίμητων ἀνθρώπων, μελετοῦν συχνά τό βίο τους.
Τό γεγονός ὅτι
ὅπως καί σέ παλαιότερες ἐποχές, ἔτσι καί στίς πτωχές ἀπό πνευματικότητα μέρες
μας ὑπάρχουν τέτοιες πνευματικές μορφές, ὅπως τό λευιτικό ζεῦγος Πέττα ἀπό τήν
Πάτρα, εἶναι παρήγορο καί ἐλπιδοφόρο.
Ὅπου καί ἄν
βρεθῶ πολλά ἀκούω γιά τήν δίκαιη καί θαυμαστή ζωή τους, μέσα ἀπό τίς ἀρχές καί
παραδόσεις πού κληρονόμησαν ἀπό τίς οἰκογένειές τους, ἀλλά καί ἀπό τούς
πνευματικούς τους διδασκάλους. Ἔτσι κατόρθωσαν μέσα ἀπό τήν καθημερινή ἄσκηση
καί τό ἀργό μαρτύριο πού ζεῖ κάθε ἀληθινά ἀγωνιζόμενος χριστιανός, νά ἀνέβουν τά
σκαλοπάτια πού ὁδηγοῦν στήν Θέωση!
Ἡ γνωριμία μου
μέ τόν ἡγιασμένο π.
Νικόλαο ἔχει γίνει μέ τρόπο μοναδικό καί ἀποκαλυπτικό. Τόν γνώρισα καί συνεχίζω
νά τόν γνωρίζω κάθε φορά καί σήμερα, ἀπό τήν ἀληθινή ζωή, ἀφοῦ συχνά μοῦ ἑρμηνεύει καί μέ καθοδηγεῖ στήν
πνευματική πρόοδο. Θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά μήν γράψω κάτι παραπάνω γι’ αὐτό πού
βιώνω, πάντως εἶναι μοναδικό καί μοῦ τό ἔχουν ἐμπιστευτεῖ ὡς παρόμοιο γεγονός,
σεβάσμιοι κληρικοί καί ἀγωνιστές λαϊκοί. Νά ἔχει δόξα ὁ Θεός πού τόν ἡγιασμένο π. Νικόλαο καί τήν
πολύαθλο Πρεσβυτέρα του Ἀνθή τούς ἔχει ἀναπαύσει καί ἀπολαμβάνουν ὡς
Οὐρανοπολίτες τήν Ἄνω Ἱερουσαλήμ.
Πολλά θαυμαστά
καί ἐξαίσια ἔχω ἀκούσει ἀπό αὐτόπτες μάρτυρες πού ἔζησαν τίς κοιμήσεις καί τίς
ἐξοδίους στιγμές τοῦ εὐλογημένου ζεύγους αὐτοῦ, γεγονότα πού συναντῶνται σέ
ἁγίες μορφές. Ἕνας βυζαντινός βίος τοῦ
Ἁγίου Κυρίλλου τοῦ Φιλεώτη (+ 2 Δεκεμβρίου 1110), εἶναι παράλληλος μέ τήν ζωή
τοῦ ζεύγους Πέττα. Στή μοναδική λεπτομέρεια πού διαφοροποιεῖται εἶναι ὅτι ἡ
πρεσβυτέρα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου διαφωνοῦσε μέ τήν ἐπιθυμία τοῦ Ἁγίου νά μονάσει,
ἐνῶ στό ζεῦγος Πέττα ἡ πρεσβυτέρα Ἀνθή δέν ἔφερνε ποτέ ἀντιρρήσεις στόν π.
Νικόλαο, ἀλλά τόν ἀκολουθοῦσε σέ ὅλη τήν πνευματική του πορεία μέ μεγάλο
σεβασμό.
Μάλιστα ἡ
παρακάτω κατανυκτική προσευχή τοῦ Ὁσίου Κυρίλλου, τήν ὁποία ὁ ἅγιος ἔλεγε
ἔνδακρυς καθημερινά, περικλείει καί τόν βίο καί τήν ἀκράδαντη πίστη τοῦ
λευιτικοῦ ζεύγους Πέττα. Ἡ προσευχή αὐτή λέει: «Ἐλέησον, ἐλέησον, ἐλέησόν με, Χριστέ μου καρδιογνώστα, ἥμαρτον, μή με
καταδικάσης. Πρόσδεξαι τόν κλαυθμόν μου ἐκ τῆς πικρίας τῆς ψυχῆς μου, τήν
ὁποίαν ὁ ἰός, οἴμοι, τῆς ἁμαρτίας ἐνέβαλε. Τοῖς πάθεσί σου Κύριε, ἴασαι τά πάθη
τῆς ψυχῆς μου. Τοῖς τραύμασί Σου, τά τραύματα θεράπευσον τοῦ νοός μου. Τῶ τιμίῳ
Αἵματί Σου τό ἐμόν αἷμα καθάγνισον, ὡς γνωρίζεις, καί μέτοχον ποίησόν με τοῦ
θείου Σώματός Σου. Ἡ χολή τήν ὁποίαν παρά τῶν ἐχθρῶν ἐποτίσθης, Χριστέ μου, ἄς
μέ λυτρώση τό ταχύτερον ἐκ τῆς πικρίας τοῦ ὄφεως. Τό Σῶμά Σου τό τανυσθέν ἐπί
τοῦ ξύλου τοῦ Σταυροῦ Σου, ἀς ἀναπετάση τόν νοῦν μου πρός τήν Σήν θεωρίαν. Ἡ
κεφαλή Σου, τήν ὁποίαν ἔκλινας ἐπί τοῦ Σταυροῦ, αὐτή ἄς ὑψώση τήν κεφαλήν
μου κατά τῶν ἀντιπάλων. Αἱ καθηλωθεῖσαι παναμώμητοι χεῖρές Σου, ἄς
μέ ἀναγάγουν ἐκ τοῦ λάκκου τῆς ἀπωλείας, καί ἄς μέ ὡδηγήσουν
ἐνώπιόν Σου.
Τό ῥαπισθέν καί ἐμπτυσθέν ὑπό τῶν καταράτων πρόσωπόν Σου τό Ἅγιον, αὐτό ἄς μοῦ στιλβώση τό πρόσωπον τό μιανθέν ὑπό τῆς ἀνομίας. Ἡ ψυχή Σου, τήν ὁποίαν ἐπί τοῦ Σταυροῦ παρέθεσες εἰς τόν Πατέρα
Σου, αὐτή ἄς μέ ὁδηγήση πρός Σέ διά τῆς Χάριτός Σου, ὅπως
ἐκλυτρωθῶ τῆς γλυκυπίκρου τροφῆς, εἰς τήν ὁποίαν οἱ ὡς ἐμέ χοῖροι, μετ’
εὐχαριστήσεως ἐντρυφῶσιν. Ἀξιωθῶ δέ διά Σοῦ, νά τραφῶ, ὦ Χριστέ μου, μέ τό
θέλημά Σου τό ἅγιον νῦν καί εἰς τούς αἰῶνας».
Στήν πόλη πού
εἶδα τό φῶς τῆς ζωῆς, στήν Πάτρα, ἀλλά καί σέ ἄλλες περιοχές τῆς Ἑλλάδας, μέχρι
καί τό Ἅγιο Ὅρος, ἀλλά καί στό ἐξωτερικό, ἀκούω ἀπό ἔγκριτα πρόσωπα, λαϊκῶν καί
κληρικῶν γιά τούς ἀγῶνες τοῦ ζεύγους αὐτοῦ, τίς δυσκολίες πού περνοῦσαν καί πού
ἔλπιζαν μόνο στόν Χριστό, τήν ἀναγνώριση καί καταξίωση πού εἶχαν ἀπό τούς
γνήσιους ἀνθρώπους, εὐρισκόμενοι ἀκόμα ἐν ζωῇ. Ἀλλά καί τόν φθόνο καί τό
ἀδικαιολόγητο μίσος ἀπό ἀνθρώπους πού ὑπηρετοῦσαν τό σκότος.
Ὅπως καί σέ
ἄλλες περιπτώσεις, σάν τόν Κωστή Μπαστιά πού ἔγραφε σέ φυλλάδες ἐφημερίδων τόν
«Παπουλάκο», ἔτσι καί τώρα κάποιοι
πνευματικοί ἄνθρωποι πού γνώριζαν τό ζευγάρι καί ἔχουν ἔγκυρα καί ἰσχυρά
ἀκούσματα καί γραπτές μαρτυρίες γιά τό διάβα τους ἀπό αὐτή τήν ζωή, θά
παρουσιάσουν πρός δόξα Θεοῦ καί μήνυμα αἰσιοδοξίας στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς
μας, τόν βίο αὐτό τῶν εὐλαβῶν Νικολάου ἱερέως καί Ἀνθῆς πρεσβυτέρας. Ἡ πνευματική αὐτή συντροφιά θά
καταγράφει ὅλα αὐτά μέ τήν ὀνομασία «Φιλόκαλοι
Χριστιανοί».
Τελειώνοντας
θά κλείσω μέ τό ἱερό ἐγκώμιο πού ἐποίησε ὁ πανοσιολογιώτατος Πρωτεπιστάτης τοῦ
Ἁγίου Ὄρους, Γέρων Μάξιμος
Ἰβηρίτης στό ἱστορικό καί ἄκρο ἀποκαλυπτικό πόνημά του πού φέρει τόν τίτλο: «Νέαι ἡγιασμέναι μορφαί εἰς τόν ἀμπελῶνα τοῦ
Κυρίου: Ὁ π. Νικόλαος Πέττας
(1941-4.1.2000) καί ἡ πρεσβυτέρα του Ἀνθή (1943-6.12.2012)» στό ὁποῖο
ἀναφέρει ἀκριβῶς: «Χαῖρε καί ἀγάλλου
περιώνυμε πόλις τῶν Ἀχαιῶν, πόλις τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ
Πρωτοκλήτου, διότι ἐβλάστησας νέα ἀειθαλῆ δένδρα, χρυσίζοντα εἰς τόν ἥλιον,
χρυσίζοντα εἰς τούς αἰῶνας!».
Δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα τῆς Ἑλληνορθόδοξης Κοινωνίας Προσώπων:
ΔΙΨΩ, ἀρ.
φύλλου 189, Σεπτέβριος 2013, σ. 8.