ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ
(Ματθ. δ΄ 12-17)
«Λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα»
Ἡ ἡμέρα τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ,
ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὀνομάσθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία μας «ἡμέρα τῶν Φώτων» γιά
τρεῖς κυρίως λόγους: Πρῶτον, γιατί ἀνέτειλε ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ
Σωτήρ τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος μέ τή διδασκαλία του ἐφώτισε τό γένος τῶν
ἀνθρώπων. Δεύτερον, γιατί ἐμφανίσθηκε τό ἅγιον Πνεῦμα «ἐν εἴδει
περιστερᾶς», καί τρίτον, γιατί τήν ἡμέρα ἐκείνη φωτίζονταν μέ τό ἅγιο
Βάπτισμα οἱ κατηχούμενοι. Ἡ ὑμνολογία μας τίς ἡμέρες αὐτές εὐρύτατα
κάμει λόγο περί τοῦ Φωτός. Ἐπιβάλλεται λοιπόν νά ἀσχοληθοῦμε σήμερα μέ
τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ καί νά ζήσουμε τόν τρόπο ἀποκτήσεώς του.
Τό φῶς τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Ἰησοῦς
Χριστός. «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου» ὁ ἴδιος διεκήρυξε (Ἰωάν. η΄ 12).
Μέ τήν ἐνανθρώπισή του ἔλαμψε στόν κόσμο («φῶς ἐκ φωτός ἔλαμψε τῷ κόσμῳ
Χριστός»). Ἐκεῖνος εἶναι τό φῶς πού καθαρίζει τή συνείδηση, θερμαίνει
τήν καρδιά, φωτίζει τή διάνοια. Χωρίς Αὐτόν δέν ὑπάρχει πνευματική ζωή,
ὅπως χωρίς τόν ἥλιο δέν ὑπάρχει φυσική ζωή. Πρίν ἀπ’ Αὐτόν ὑπῆρχε
σκότος. Ἐκεῖνος ἔδειξε τόν δρόμο τῆς σωτηρίας καί ἐφώτισε τόν ἄνθρωπο.
Ὁλόκληρη ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ ἦταν πλημμυρισμένη στό θεῖο Φῶς. Ἡ Γέννησή
Του προμηνύεται μέ τόν φωτεινό ἀστέρα. Στή βάπτισή Του σχίζονται οἱ
οὐρανοί καί κατέρχεται στήν κεφαλή Του τό Ἅγιον Πνεῦμα. Στό ὅρος τῆς
Μεταμορφώσεως ἐπισκιάζεται ἀπό τό οὐράνιο Φῶς. Στήν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του
οἱ ἀστραπές τῆς θεότητος καταισχύνουν τόν Ἅδη καί καταυγάζουν γῆ καί
οὐρανό.
Ἡ Ἐκκλησία μας πιστεύει, ὅτι ὅπου ὁ
Χριστός ἐκεῖ καί ὁ Θεός Πατήρ καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Καί τά τρία πρόσωπα
τῆς τρισηλίου θεότητος ὀνομάζει «Φῶς». «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς
καί τό Ἅγιον Πνεῦμα». Ὁδηγός τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό Φῶς, τό
ὁποῖο πέμπεται ἀπό τόν Πατέρα καί παραμένει στό Μυστικό Σῶμα τῆς
Ἐκκλησίας. Ἐνσαρκωτής τοῦ θείου Φωτός εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός
πού παρέχει στόν καθένα μας τό Φῶς τῆς ἀγάπης καί ἀλήθειάς Του.
Τά πάντα μέσα στήν Ἐκκλησία μᾶς μιλοῦν
γιά τό Φῶς καί μᾶς διδάσκουν αὐτή τήν ἀλήθεια, τήν ὁποία καί ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος τονίζει: «Ὡς τέκνα φωτός περιπατεῖτε» (Ἐφ. ε΄ 8). Ἡ ζωή μας
πρέπει νά εἶναι καθαρή σάν τό φῶς, θερμή σάν τό φῶς καί ἀκτινοβόλος σάν
τό φῶς. Αὐτή τήν ἀλήθειά μᾶς ὑπενθυμίζει τό κερί πού ἀνάβουμε μπροστά
στίς ἅγιες εἰκόνες. Ὅτι καλούμεθα νά γίνουμε φῶς πού θά καίγεται καί θά
λιώνει, γιά νά θερμαίνει καί νά φωτίζει ἐμᾶς καί τούς ἀδελφούς μας. Ἡ
ζωή μας μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι λουσμένη μέ τό Φῶς. Φωτεινός λευκός
χιτώνας στή Βάπτιση. Λευκά φωτεινά ἐνδύματα στό Γάμο. Λαμπρά χρυσά ἄμφια
οἱ ἱερεῖς. Κάθε γεγονός τῆς Ἐκκλησίας στολίζεται μέ τό λευκό καί τό
φωτεινό· πολυέλαιοι, κανδήλια, λαμπάδες εἶναι βασικά στοιχεῖα τῆς θείας
Λατρείας πού συνεχῶς μᾶς ὑπενθυμίζουν τήν ἀνάγκη ἐσωτερικῆς καί
ἐξωτερικῆς καθαρότητος καί ἁγιοπνευματικοῦ φωτισμοῦ.
Τελευταία γίνεται πολύς λόγος γιά τήν
κρίση πού διέρχεται ὁ κόσμος. Γεγονός εἶναι ὅτι ἡ κρίση δέν εἶναι οὔτε
οἰκονομική, οὔτε κοινωνική, οὔτε μορφωτική· εἶναι κρίση πνευματική καί
περιγράφεται μέ σαφήνεια ἀπό τόν Κύριο στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου. «Αὐτή
εἶναι ἡ κρίση, ὅτι τό φῶς ἦλθε στόν κόσμο καί οἱ ἄνθρωποι ἀγάπησαν
περισσότερο τό σκοτάδι ἀπό τό φῶς, διότι ἦταν πονηρά τά ἔργα τους» (Ἰω.
γ΄ 19). Γι’ αὐτό ὑποφέρει ὁ σημερινός ἄνθρωπος. Γιατί ζεῖ στό σκοτάδι
τοῦ μίσους καί τῆς ἀγνωσίας. Τό μῖσος τυφλώνει τήν ψυχή καί τῆς ἀφαιρεῖ
κάθε δυνατότητα χαρᾶς καί εὐτυχίας. Ἐκεῖνος πού μισεῖ μοιάζει μέ τυφλούς
πού δέν ξέρουν πού πορεύονται. Ἡ ἀγάπη εἶναι Φῶς. Ὅποιος ζεῖ τήν ἀγάπη
ἀποκτᾶ τή γνώση, ἀνακαλύπτει τήν ἀλήθεια. Ἡ ἀγάπη τοῦ φωτίζει τόν νοῦ
καί τοῦ παρέχει τή δυνατότητα ἀποτελεσματικῆς ἔρευνας τῶν Μυστηρίων τοῦ
Θεοῦ. «Ὁ ποιῶν τήν ἀλήθειαν ἔρχεται πρός τό φῶς» λέγει ὁ ἅγιος
Εὐαγγελιστής Ἰωάννης (γ΄ 19). Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ εἰλικρινά, ζεῖ τήν
ἀλήθεια καί ἀποκτᾶ τό Φῶς.
Γιά νά ἀποκτήσουμε τό θεῖο Φῶς ἔχουμε
ἀνάγκη ἐσωτερικοῦ καθαρισμοῦ. Ὅπου ὑπάρχουν σκοτεινά ἔργα, τό φῶς τοῦ
Θεοῦ ἀποστρέφει τίς ἀκτίνες του. Δέν εἶναι δυνατόν νά συνυπάρξει φῶς καί
σκοτάδι, πίστη καί ἀπιστία, ἀγάπη καί μῖσος. Ὁ Χριστός, «τό φῶς τό
ἀληθινόν», ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν ἀπόκτηση τοῦ Φωτός θεωρεῖ τήν
μετάνοια. Μ’ αὐτό τό κήρυγμα ἄρχισε τή διδασκαλία Του: «Μετανοεῖτε,
ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Χωρίς μετάνοια ὁ ἄνθρωπος μένει στό
σκοτάδι τῶν παθῶν. Τά δάκρυα καθαρίζουν τήν ψυχή καί προετοιμάζουν τόν
δρόμο ἐλεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μέ τήν μετάνοια γινόμαστε φωτοφόροι.
Μᾶς ἐπισκιάζει ἡ θεία Χάρη καί μᾶς καταυγάζει τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Οἱ ἅγιοί της Ἐκκλησίας μας, πού ἔζησαν
ζωή μετανοίας, ἐξέπεμπαν τό ἅγιο Φῶς τοῦ Θεοῦ καί συνοδεύοντο ἀπό τό
ἄκτιστο φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ φωτοστέφανος τῆς δόξης τῶν ἱερῶν
εἰκόνων τους ἐκφράζει αὐτόν ἀκριβῶς τόν ἐσωτερικό φωτισμό. Οἱ ἅγιοι
ζοῦσαν μέσα στό Φῶς.
Πηγή τοῦ φωτός εἶναι γιά μᾶς σήμερα ἡ
θεία Λειτουργία. Μέ τήν κοινωνία τοῦ Τιμίου Σώματος καί Ζωηροῦ Αἵματος
τοῦ Χριστοῦ παίρνουμε τό Φῶς. Στό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας
δοξολογοῦμε τόν δωρεοδότη Χριστό μ’ αὔτά τά λόγια: «Εἴδομεν τό Φῶς
τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ …».
Φωτισμένοι, ἀνακαινισμένοι καί δυναμωμένοι μέ τό Φῶς τῆς Ἀναστάσεως
ὕστερα εἰσερχόμαστε στόν καθημερινό στίβο τῆς ζωῆς, γιά νά μεταδώσουμε
τό φῶς καί στούς ἀδελφούς μας.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τό νά ἔχεις δίπλα
σου τό φῶς καί σύ νά ζεῖς στό σκοτάδι τοῦ ἐγωισμοῦ καί τοῦ μίσους εἶναι
ὅ,τι τραγικῶτερο στή ζωή. Βγές ἀπό τά σκοτεινά σπήλαια τῶν παθῶν νά
ἀπολαύσεις τήν ἀνατολή πού ἔφερε στή γῆ ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου. «Ἡ
νύξ προέκοψε, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὔν τά ἔργα τοῦ σκότους καί
ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός» (Ρωμ. ιγ΄ 12). Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως