ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ
- Τελώνου & Φαρισαίου -
(Λουκ. 18, 10-14)
«Καί ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστώς…»
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸ Θεὸ,
ἀγαπητοί ἀδελφοί, αἰσθάνεται πηγαία τὴν ἀνάγκη νὰ προσεύχεται πρὸς τὸν
Θεό. Ὅσο μάλιστα πιὸ δυνατὴ εἶναι ἡ πίστη, τόσο πιὸ μεγάλη εἶναι καὶ ἡ
ἀνάγκη γιὰ προσευχή. Ἡ προσευχὴ ἀγκαλιάζει ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξη τοῦ
πιστοῦ. Τὸν τρέφει καὶ τὸν ἀνακαινίζει.
Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς εἶναι πολὺ
μεγαλύτερη σήμερα, στὰ πλαίσια τῆς σύγχρονης ἐκκοσμικευμένης ἐποχῆς στὴν
ὁποία ζοῦμε. Ὁ πιστὸς αἰσθάνεται σήμερα τὴν ἀνάγκη τῆς προσευχῆς
περισσότερο ἀπ’ ὅτι στὸ παρελθόν, διότι μὲ τὴν προσευχὴ σώζεται ἀπὸ τὴν
ἀνυπόφορη μοναξιά του. Ἀντλεῖ δύναμη γιὰ τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα ποὺ
καλεῖται καθημερινὰ νὰ διεξαγάγει.
Ὡστόσο, ὀφείλουμε νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ἡ
πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων σήμερα δὲν προσεύχεται πιά. Ἢ προσεύχεται πολὺ
σπάνια καὶ πάλι σὲ στιγμὲς ἐξαιρετικές. Ἡ κρίση τῆς πίστεως ποὺ
κυριαρχεῖ γύρω μας γίνεται καὶ κρίση τῆς προσευχῆς. Ἀκόμη καὶ ὅσοι
ἐπιθυμοῦμε νὰ ἀνήκουμε στὸ στρατόπεδο τῶν πιστῶν δὲν προσευχόμαστε
συχνά. Δὲν προσευχόμαστε σωστά.
Τὸν ὀρθὸ τρόπο προσευχῆς μᾶς ὑποδεικνύει
ἡ σημερινὴ παραβολή, ποὺ ἀναγιγνώσκεται στοὺς ναούς μας κάθε χρόνο κατὰ
τὴν παροῦσα Κυριακή, πρώτη της ἱερῆς περιόδου τοῦ Τριωδίου. Ἡ γνήσια
καὶ θεάρεστη προσευχὴ ἐνσαρκώνεται ἀπὸ τὸν τελώνη τῆς παραβολῆς. Ὅπως
μᾶς βεβαιώνει ὁ Κύριος, ἡ προσευχή του εἰσακούστηκε ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ
τελώνης κατέβηκε στὸ σπίτι του δικαιωμένος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ τρόπος
ποὺ προσευχήθηκε –τρόπος ποὺ εἵλκυσε τὴν ἐπιδοκιμασία τοῦ Κυρίου– μπορεῖ
νὰ ἀποτελέσει ὑπόδειγμα καὶ γιὰ μᾶς. Νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ προσευχόμαστε
ὅσο γίνεται πιὸ σωστά.
Τὸ πρῶτο στοιχεῖο πού μᾶς ἐπισημαίνει ἡ
εὐαγγελικὴ ἀφήγηση εἶναι: «Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἐστῶς…». Ἡ προσευχή,
ὅσο κι ἂν ἀποτελεῖ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς καὶ κίνηση πνευματική του
ἀνθρώπου, δὲν πραγματοποιεῖται ἐρήμην τοῦ σώματός του. Στὸ ἔργο τῆς
προσευχῆς στρατεύεται ὁ ὅλος ἄνθρωπος. Μαζὶ μὲ τὴν ψυχὴ συμπράττει καὶ
συναγωνίζεται καὶ τὸ σῶμα. Ἡ στάση τοῦ σώματος ἐμπνέει καὶ βοηθᾶ τὴν
ψυχὴ κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς.
Αὐτὸ βλέπουμε καὶ στὸν τελώνη τῆς
παραβολῆς. Ὁ τελώνης στέκεται μακριὰ ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο. Στέκεται
διακριτικά. Στέκεται μὲ δέος, μὲ φόβο Θεοῦ. Ἡ στάση μας κατὰ τὴν ὥρα ποὺ
προσευχόμαστε ἐκφράζει τὴν ποιότητα τῆς προσευχῆς μας. Μιὰ στάση ποὺ
τὴν διακρίνει ἡ εὐλάβεια, τὸ δέος καὶ ἡ συντριβὴ βοηθᾶ νὰ
ἐπικοινωνήσουμε πραγματικὰ μὲ τὸν Κύριο. Μᾶς κάνει νὰ συναισθανόμαστε
ὅτι βρισκόμαστε σ’ ἕναν ἱερὸ χῶρο, τόπο προσευχῆς καὶ λατρείας. Μᾶς
ὑπενθυμίζει ὅτι στεκόμαστε μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ συνδιαλεγόμαστε μαζί
Του. «Ἐν τῷ ναῷ ἐστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἐστᾶναι νομίζομεν…».
Ἡ ταπείνωση ἀποτελεῖ βασικὴ προϋπόθεση
τῆς προσευχῆς. Καὶ ὅταν λέμε ταπείνωση κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς
ἐννοοῦμε βαθιὰ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας. Αὐτὴ ἡ ταπείνωση
σφραγίζει καὶ τὴν προσευχὴ τοῦ τελώνη, ὁ ὁποῖος «οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς
ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπάραι»· δὲν ἤθελε, δηλαδή, οὔτε τὰ μάτια του
νὰ σηκώσει στὸν οὐρανό. Τὸ σκυμμένο κεφάλι καὶ τὸ χαμηλωμένο βλέμμα τοῦ
τελώνη μαρτυρεῖ τὴν ταπείνωση καὶ τὴ συντριβή του, ποὺ μεταποιεῖται σὲ
θερμὴ ἱκεσία, σ’ ἕνα πύρινο αἴτημα, ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἐλεήσει καὶ νὰ τὸν
συγχωρήσει.
Χωρὶς ταπείνωση καὶ χωρὶς συντριβὴ εἶναι
ἀδύνατο νὰ προσευχηθοῦμε. Ὁ Θεὸς ἐπιβλέπει «ἐπὶ τὴν προσευχὴν τῶν
ταπεινῶν» (Ψαλμ. 101, 18). Προσευχόμαστε μὲ ταπείνωση καὶ συντριβή;
Ἑλκύουμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος εἰσακούει τὴν προσευχή μας.
Προσευχόμαστε μὲ αὐτοπεποίθηση καὶ κομπασμό; Ὁ Θεὸς ἀπορρίπτει τὴν
προσευχή μας. Ἀρνεῖται νὰ δεχτεῖ τὴν ἱκεσία μας.
Ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας ὁδηγεῖ
στὴ συντριβὴ καὶ τὴ μετάνοια. Καὶ τὰ ἱερὰ αὐτὰ συναισθήματα ποὺ
συγκλονίζουν τὴν καρδιά του, ὁ τελώνης τὰ ἐκφράζει μὲ τὸ χτύπημα τοῦ
στήθους του: «ἀλλ’ ἔτυπτε τὸ στῆθος αὐτοῦ».
Τὸ στῆθος ἐμπερικλείει καὶ τὴν καρδιά
μας. Καὶ ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ἐὰν εἶναι ἡ καρδιὰ καθαρή, γίνεται ὁ τόπος
ὅπου ἐπαναπαύεται ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀντίθετα, ἂν ἡ καρδιὰ
κυριαρχεῖται ἀπὸ πάθη γίνεται κατασκότεινος ἅδης.
Ἡ προσευχή μας ἀπαιτεῖ συντριβὴ καρδιᾶς
καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια. Καὶ τὴν εἰλικρίνεια τῆς μετανοίας μας ἐκφράζει
καὶ τὸ χτύπημα τοῦ στήθους. Παράλληλα φανερώνει τὴν ἐσωτερικὴ διάσταση
τῆς προσευχῆς. Τὸ χρέος νὰ προσευχόμαστε «ἐν τῷ κρυπτῷ», ὅπως ἀλλοῦ
συνιστᾶ ὁ Κύριος μας (Ματθ. 6,6).
Ἡ προσευχὴ, ποὺ συνεχῶς (αὐτὸ φανερώνει ἡ
μετοχὴ «λέγων») ἀπηύθηνε πρὸς τὸν Θεὸ ὁ τελώνης, ἦταν: «ὁ Θεός,
ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Δηλαδή: Θεέ μου, σπλαχνίσου καὶ συγχώρεσέ με
τὸν ἁμαρτωλό. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ τελώνη μᾶς δείχνουν τὴν βαθιὰ αὐτογνωσία
ποὺ εἶχε. Γνώριζε καλὰ καὶ συναισθανόταν βαθιὰ τὴν ἁμαρτωλότητά του.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲ ζητᾶ τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ Θεὸ παρὰ νὰ τὸν σπλαχνιστεῖ καὶ
νὰ τὸν ἐλεήσει.
Τὴν προσευχή μας, κοντὰ στὰ ἄλλα, θὰ
πρέπει νὰ τὴ διακρίνει καὶ ἡ αὐτογνωσία. Χωρὶς συναίσθηση τῆς
ἁμαρτωλότητάς μας καὶ ἐπίγνωση τῆς ἀδυναμίας μας δὲν μποροῦμε νὰ
προσευχηθοῦμε σωστά. Ἡ ἔπαρση καὶ ἡ ἠθικὴ αὐτάρκεια ἀποτελοῦν τὴ
μεγαλύτερη ἀπειλή τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί, φυσικά, καὶ τῆς προσευχῆς.
Αὐτὸ δὲ ποὺ ἐπιβάλλεται νὰ ἀποτελεῖ τὸ κύριο αἴτημά μας στὴν προσευχὴ
εἶναι ὁ Κύριος νὰ μᾶς χαρίσει τὸ ἔλεός Του. Ὅταν ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ
Θεοῦ, ζητοῦμε τὰ πάντα. Καὶ ὅταν μᾶς δίνει ὁ Θεὸς τὸ μέγα ἔλεός Του, μᾶς
δίνει τὰ πάντα. Κάθε ἀγαθό. Ὅλες τὶς εὐλογίες Του.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ἀναφέρεται στὸ Γεροντικὸ πώς κάποτε
μερικοὶ μοναχοὶ ρώτησαν τὸν ἀββά Ἀγάθωνα: «Ποιὰ ἀρετή, πάτερ, τῆς
μοναχικῆς πολιτείας εἶναι αὐτὴ ποῦ ἔχει περισσότερο κόπο;». Καὶ ὁ ἀββάς
τοὺς εἶπε: «Συχωρήσατε μέ, ἀλλὰ θαρρῶ πὼς δὲν ὑπάρχει ἄλλος μεγαλύτερος
κόπος, ἀπὸ αὐτὸν ποὺ χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ προσευχηθεῖ στὸν Θεό.
Διότι πάντοτε, ὅταν ὁ ἄνθρωπος θέλει νὰ προσευχηθεῖ, οἱ δαίμονες θέλουν
νὰ τὸν ἀνακόψουν, ἐπειδὴ γνωρίζουν ὅτι μὲ τίποτε ἄλλο δὲν ἐμποδίζονται,
ὅσο μὲ τὴν προσευχὴ πρὸς τὸν Θεό. Καὶ κάθε ἀρετὴ τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς ποὺ
θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιδιώξει ὁ ἄνθρωπος, ἂν δείξει στὴν προσπάθειά του
ἐγκαρτέρηση, βρίσκει ἀνάπαυση. Ὅμως τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς μέχρι τὴν
ἔσχατη ἀναπνοή μας ἀπαιτεῖ ἀγώνα».
Ὅσο ὑψηλὸ ἔργο εἶναι ἡ προσευχή, τόσο
μεγαλύτερη προσπάθεια ἀπαιτεῖ. Γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε χρειάζεται ἀγῶνας.
Γιὰ νὰ ’ναι ἡ προσευχή μας γνήσια ἀπαιτεῖται προσοχή. Ὁ τελώνης τῆς
σημερινῆς παραβολῆς μᾶς προσφέρει ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ὑπέροχα ὑποδείγματα
ἀληθινῆς καὶ θεάρεστης προσευχῆς. Ἀμήν
π. Δ.Χ.Χ.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως