Ας αρχίσουμε την ανάπτυξη του θέματος με αυτό που αναφέρεται στους Ψαλμούς. «Είπεν άφρων εν καρδία αυτού· ουκ έστι Θεός» (Ψ. ιγ΄, 1).
Είπε «ουκ έστι Θεός», επειδή είναι άφρων ή επειδή είπε «ουκ έστι Θεός», είναι άφρων; Με άλλα λόγια, η αφροσύνη οδηγεί στην απιστία ή η απιστία στην αφροσύνη;
Αυτός που πιστεύει στο Θεό δεν είναι βέβαια άφρων, όπως ο προηγούμενος, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι καυχάται ενώπιον του Θεού ότι είναι φρόνιμός και καθαρός από αφροσύνη. Τουναντίον μάλιστα την ομολογεί λέγοντας «ο Θεός, συ έγνως την αφροσύνην μου, και αι πλημμέλειαί μου από σου ουκ απεκρύβησαν» (Ψ. ξη΄, 6).
Ο άφρων που είναι φορέας της αφροσύνης κάθε άλλο παρά σε καλή κατάσταση βρίσκεται, όπως φαίνεται και από τα εξής λόγια του Θεού. «είπε δε αυτώ ο Θεός· άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχή σου απαιτούσιν από σου· α δε ητοίμασας τίνι έσται;» (Λουκ. ιβ΄,
Είναι προφανές ότι η απιστία είναι αφροσύνη και η αφροσύνη θέτει σε κίνδυνο την πίστη, όπως τονίζει ο Απόστολος Παύλος, «έχων πίστιν και αγαθήν συνείδησιν, ην τινες απω- σάμενοι περί την πίστιν εναυάγησαν·» (Α΄ Τιμ. α΄, 19).
Έτσι μπορούμε να πούμε ότι απιστία, ολιγοπιστία και αφροσύνη μειώνονται καθόσον ο άνθρωπος πλησιάζει το Χριστό τον Οποίον ο Παύλος τον ονομάζει, «της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν» (Εβρ. ιβ΄, 2) και «Θεού δύναμιν και Θεού σοφί- αν·» (Α΄ Κορ. α΄,24).
Όταν λοιπόν λείπει η αφροσύνη, ο άνθρωπος γίνεται φρόνιμος, οπότε συμβαίνει πλέον αυτό που είπε ο Κύριος στους μαθητές Του, «γίνεσθε ουν φρόνιμοι ως και ακέραιοι ως αι περιστεραί» (Ματ. ι΄, 16).
Το θέμα λοιπόν άφρων και αφροσύνη οδηγεί στο θέμα, σώφρων και σωφροσύνη το οποίο μιλάει από μόνο του.
Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ.


