Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής-30 Νοεμβρίου 2014




ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΝΔΡΕΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἰω. 1, 35-52
 Σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέα. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο, ἡ σημερινὴ περικοπή, ἀναφέρεται στὴ συνάντηση τοῦ Ἀνδρέα μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Χωρὶς καμιὰ ἀμφιβολία, ἡ πιὸ εὐτυχισμένη στιγμὴ τῆς ζωῆς τοῦ Ἀνδρέα ἦταν ἐκείνη τῆς συναντήσεώς του μὲ τὸν Χριστό, τὴν ὁποία μας περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, μὲ ἕνα ὅμιλο μαθητῶν του βρισκόταν στὸν συνηθισμένο τόπο, στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη. Ἐνῶ συνομιλοῦσε, εἶδε τὸν Κύριο νὰ περπατᾶ καὶ εἶπε στοὺς δυὸ μαθητές του, στὸν Ἀνδρέα καὶ στὸν Ἰωάννη: «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ». Μόλις τό ἄκουσαν αὐτοὶ, ἄφησαν γιὰ λίγο τὸν Πρόδρομο καὶ Βαπτιστή καὶ ἀκολούθησαν τὸν Ἰησοῦ. Δὲν τολμοῦσαν οὔτε νὰ τὸν συνοδέψουν, οὔτε καὶ νὰ ρωτήσουν γι’ αὐτὰ ποὺ ἤθελαν νὰ μάθουν. Τὸν ἀκολουθοῦσαν δειλὰ ἀπὸ μακρυά. Ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ τοὺς δώσει τὴν εὐκαιρία νὰ τοῦ ποῦν τί ζητοῦσαν, στράφηκε πίσω, τοὺς εἶδε ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ τοὺς ρώτησε: «Τί ζητεῖτε;». Ἀμέσως ὁ Ἀνδρέας καὶ ὁ Ἰωάννης πῆραν θάρρος καὶ ρώτησαν: «Διδάσκαλε, ποῦ μένεις;». Μ’ ἄλλα λόγια, ποῦ μποροῦμε νὰ σὲ βροῦμε καὶ νὰ μιλήσουμε μαζί σου; «Ἔρχεσθε καὶ ἴδετε» τοὺς ἀπάντησε ὁ Χριστός. Καὶ ἐκεῖνοι πῆγαν καὶ εἶδαν τὴν ἁπλὴ κατοικία ποὺ φιλοξενοῦσε τὸν Κύριο καὶ ἔμειναν κοντὰ
του ὅλη ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ἀφοῦ ἤδη ἦταν ἀπόγευμα. «Ὥρα ἦν ὡς δεκάτη».
Αὐτὴ του τὴ χαρὰ καὶ τὴν εὐτυχία ὁ Ἀνδρέας δὲν τὴν κράτησε γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ μόνο. Σκέφθηκε καὶ τὸν Πέτρο, τὸν ἀδελφό του. Καὶ ἐκεῖνος περίμενε καὶ ἤθελε νὰ γνωρίσει τὸ Μεσσία, γιὰ τὸν ὁποῖο εἶχαν γράψει οἱ Προφῆτες. Βρίσκει λοιπὸν ὁ Ἀνδρέας πρῶτος τὸν ἀδελφό του τὸν Πέτρο, Σίμωνα τὸν λέγανε, καὶ τοῦ λέγει: «Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» καὶ τὸν ὁδήγησε στὸ Χριστό. Ὁ Ἀνδρέας δὲν κράτησε μόνο γιὰ τὸν ἑαυτὸ του τὸν θησαυρό, ἀλλὰ τρέχει καὶ στὸν ἀδελφό του γιὰ νὰ μεταδώσει τὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶχε λάβει, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Πρῶτος ἐγνώρισε τὸ Χριστό, ἀλλὰ καὶ πρῶτος ἀργότερα προσκλήθηκε ἀπὸ τὸ Χριστὸ στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάστηκε Πρωτόκλητος. Μὲ τὸν Κύριο εἶχε μεγάλη οἰκειότητα καὶ ἔλαβε τὸ θάρρος νὰ τοῦ ἀνακοινώσει κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ὅταν τοῦ τὸ ζήτησε ὁ Φίλιππος ὅτι τὸν ζητοῦσαν νὰ τὸν δοῦν Ἕλληνες.
Ἔτσι ἄρχισε ἡ προσωπικὴ γνωριμία τοῦ Ἀνδρέα καὶ τοῦ Ἰωάννη μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ συνάντηση αὐτὴ βέβαια δὲν ἔγινε τυχαῖα. Ἑτοιμάστηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό, ποὺ χρησιμοποίησε γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ τὸν Βαπτιστὴ Ἰωάννη. Μαθητὲς τοῦ Ἰωάννου καὶ οἱ δυό, ζοῦσαν μὲ τὴν προσδοκία τοῦ Μεσσία καὶ προετοιμάζονταν γιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη. Ὁ Ἰωάννης εἶναι ἐκεῖνος ποὺ τοὺς δείχνει τὸ Χριστὸ καὶ ἔγινε δείκτης πορείας πρὸς τὸ Χριστὸ γιὰ τοὺς μαθητές
του. Ἐκεῖνοι, συνεπαρμένοι ἀπὸ τὴ μαρτυρία τοῦ Προδρόμου, ἀκολουθοῦν σιωπηλοὶ τὸ Χριστὸ καὶ περιμένουν νὰ κάνει Αὐτὸς τὴν ἀρχὴ μιᾶς στενότερης γνωριμίας. Καὶ ὁ Χριστὸς γυρίζει γιὰ μία στιγμὴ καὶ τοὺς κοιτάζει.
Πόσα δὲν λέγει αὐτὴ ἡ στροφὴ τοῦ Χριστοῦ στοὺς δυὸ μαθητὲς τοῦ Ἰωάννου. Εἶναι ἡ ἴδια ἐκείνη ἐνέργεια, ποὺ κάνει ὁ Χριστὸς γιὰ τὸν καθὲνα ἀπό μᾶς, ὅταν εἰλικρινὰ Τὸν ζητοῦμε καὶ πραγματικὰ τὸν ποθοῦμε. Στρέφεται στὸν καθένα μας, καὶ πρὶν νὰ Τὸν ρωτήσουμε ἐμεῖς, μᾶς ἀπευθύνει ἐκεῖνος τὸ «λόγο», μὲ τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει, νὰ μᾶς συμπαρασταθεῖ, νὰ μᾶς σώσει. Ὁ Τριαδικὸς Θεός μας «ἔρχεται» συνεχῶς, κινεῖται ἀδιάκοπα νὰ συναντήσει τὸν ἄνθρωπο λυτρωτικά. Δὲν εἶναι ὅπως ὁ θεὸς τῶν φιλοσόφων, κάποιο ἀφηρημένο ὄν, μιὰ ἀπρόσωπη καὶ ἀφηρημένη «ἰδέα», ἀλλὰ ὁ «Ἐμμανουήλ», «μεθ’ ἠμῶν ὁ Θεός», ὁ Θεὸς ποὺ ἐνεργεῖ λυτρωτικὰ μέσα στὴν ἱστορία καὶ σώζει μέσα στὴν Ἐκκλησία Του.
Ὁ Ἀνδρέας καὶ ὁ Ἰωάννης τὴν πρόκληση τοῦ Χριστοῦ «ἔρχεσθε καὶ ἴδετε», ἐλάτε (τώρα) νὰ δεῖτε, τὴ δέχθηκαν χωρὶς καμιὰ ἀναβολή. Τὴν πρόσκληση αὐτὴ τὴν ἀπευθύνει συνεχῶς πρὸς ὅλους ὁ Χριστός. Ὅποιος ἀπὸ ἐμᾶς θέλει, ἀνταποκρίνεται καὶ Τὸν συναντᾶ. Ποῦ ὅμως μποροῦμε νὰ τὸν συναντήσουμε; Φυσικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία Του, τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς. Μέσα σ’ αὐτὴν ἀκούεται, ὁρᾶται, ψηλαφεῖται ὁ Χριστός. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ
ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ μέσα σ’ αὐτὴν ὁ πιστὸς μὲ τὴ συνειδητὴ συμμετοχή του στὰ μυστήρια ἐνδύεται τὸ Χριστό. Ἡ συνάντηση δὲν εἶναι ἐξωτερική, ἀλλὰ ἐσωτερική, ὀργανική, πνευματικὴ καὶ σωματική. Μέσα στὴν Ἐκκλησία δὲν συναντᾶμε μόνο τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Παντοκράτορα ἢ τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ Σῶμα Του καὶ τὸ Αἷμα Του, ποὺ σὲ κάθε θεία λειτουργία θυσιάζεται γιὰ τὴ σωτηρία τῶν πιστῶν. Ἡ στιγμὴ τῆς θείας κοινωνίας εἶναι ἡ στιγμὴ τῆς προσωπικῆς μας συναντήσεως μὲ τὸν Κύριο. Τότε αὐθόρμητα ἐπαναλαμβάνουμε τὸ λόγο τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα «Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν».
Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας δέχθηκε πρῶτος τὸ κάλεσμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία τὸν ὀνομάζει Πρωτόκλητο. Ἐκεῖνος μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν Πεντηκοστή, θυμόταν πάντοτε τὴν ὥρα, τὴν εὐτυχέστερη τῆς ζωῆς του, ποὺ γνώρισε τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ὁποῖο ἐκήρυξε, καὶ γιὰ τὸν ὁποῖο σταυρώθηκε. Ἡ μαρτυρία καὶ τὸ μαρτύριό του φανερώνουν ὅτι ὁ Κύριος εἶναι «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Πρόσκληση απο την Εστία Πατερικών Μελετών


Άντε παιδάκι μου πήγαινε, λέει, και τίποτα δεν έχεις κάνει μέχρι τώρα.


Μια παρθένος πήγε στον Αββά Παμβώ και του λέγει: «Αββά, εγώ νηστεύω πολύ και τρώω ανά επτά ημέρες. Κάνω και διάφορες άλλες ασκήσεις. Έχω αποστηθίσει τη Πάλαια και Καινή Διαθήκη. Τί μου υπολείπεται ακόμη να πράξω, ώστε να φθάσω στην τελειότητα;»
Ο σοφός γέροντας της λέει:
-Παιδί μου, όταν κανείς σε βρίσει, σε χλευάσει, σου φαίνεται μέσα σου σαν να σε επαινεί;
-Όχι.
-Όταν σε επαινεί κάποιος, σου φαίνεται μέσα σου σαν να σε βρίζει;
-Όχι Αββά.
-Άντε παιδάκι μου πήγαινε, λέει, και τίποτα δεν έχεις κάνει μέχρι τώρα.
[Γέροντας Εφραίμ Φιλοθειτης]

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Ιστολόγιο Τάλαντο: Η λύπη εξαντλεί τις ψυχικές και σωματικές μας δυνά...

Ιστολόγιο Τάλαντο: Η λύπη εξαντλεί τις ψυχικές και σωματικές μας δυνά...: Η λύπη εξαντλεί τις ψυχικές και σωματικές μας δυνάμεις Γέροντα, συχνά μου πονάει το στομάχι και δυσκολεύομαι να ανταποκριθώ στα πνευ...

Ιστολόγιο Τάλαντο: Σχεδόν όλα τα προβλήματα ξεκινούν από το στόμα {απ...

Ιστολόγιο Τάλαντο: Σχεδόν όλα τα προβλήματα ξεκινούν από το στόμα {απ...:     Σχεδόν όλα τα προβλήματα ξεκινούν από το στόμα {από το πώς μιλάς} και, επίσης, από το πόσο εξαρτάσαι από τα πάθη σου. - Να αγαπάς...

Ιστολόγιο Τάλαντο: για καθετί που σκέφτεσθε να κάνετε, να λέτε« αν θέ...

Ιστολόγιο Τάλαντο: για καθετί που σκέφτεσθε να κάνετε, να λέτε« αν θέ...: Και πάντα για καθετί που σκέφτεσθε να κάνετε, να λέτε « αν θέλη ο Θεός », μην πάθετε κι εσείς ό,τι έπαθε κάποιος μια φορά. Είχε αποφασίσ...

Ιστολόγιο Τάλαντο: Ένα συνεχιζόμενο θαύμα: δέντρα που αιμορραγούν

Ιστολόγιο Τάλαντο: Ένα συνεχιζόμενο θαύμα: δέντρα που αιμορραγούν: Σήμερα στο μέρος αυτό, κοντά στο χωριό Βούναινα, μισή ώρα έξω από τη Λάρισα, υπάρχει νέος προσκυνηματικός Ναός, εντός του οποίου βρίσκεται...

Ιστολόγιο Τάλαντο: Αμάρτησε;

Ιστολόγιο Τάλαντο: Αμάρτησε;: Αμάρτησε; Του Κων/νου Θεοτόκη Ήτανε μια δροσερή Απριλιάτικη αυγή: η αυγή της Λαμπρής. Ο ήλιος δεν είχε βγεί ακόμα, και οι καμπάνες της Εκ...

Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος περί Φιλανθρωπίας

Αφρων Πλούσιος
Πρός τούς εὐσεβεῖς χριστιανούς τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Λαέ τοῦ Θεοῦ Εὐλογημένε,
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, ἡ παραβολή τοῦ ἄφρονος πλουσίου -ὅπως τήν ὀνομάζουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας- διηγήθηκε τό περιστατικό ἐκεῖνο κατά τό ὁποῖο κάποιος πλούσιος ἦταν ἀνήσυχος διότι δέν εἶχε μέρος νά συγκεντρώσει καί νά φυλάξει τήν σοδειά πού τοῦ ἔδωσαν τά κτήματά του. Ἡ παραβολή αὐτή μᾶς δίδει ἀφορμή γιά μερικές σκέψεις σέ σχέση μέ τήν φοβερή οἰκονομική κρίση, πού μαστίζει τά τελευταῖα τέσσερα χρόνια τήν πατρίδα μας.
Δέν ἐξετάζουμε ποιός εὐθύνεται, δέν εἶναι καιρός γιά σχόλια! Εἶναι καιρός  προσπαθείας, περισυλλογῆς καί ἄνοιγμα ἀγαπώσης καρδίας πρός ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι στεροῦνται ἀκόμη καί τά βασικά ἀγαθά, οἱ ὁποῖοι βρίσκονται σέ κατάσταση πείνας. Εἶναι καιρός νά θυμηθοῦμε τόν Κύριό μας καί Θεό μας, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ καλός Σαμαρείτης καί μᾶς δίδαξε ὅτι εὐλογημένοι εἶναι ὅσοι ἐλεοῦν τόν συνάνθρωπό τους: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» (Ματθ. 5,7).
Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί εὐλογημένα, ἡ Ἱερά Μητρόπολις Σερβίων καί Κοζάνης, σ’ αὐτήν την περίοδο τῆς οἰκονομικῆς κρίσης, ἀθόρυβα καί χωρίς τυμπανοκρουσίες προσπαθεῖ νά ἀνταποκριθεῖ καί νά συμπαρασταθεῖ στούς πάσχοντες ἀδελφούς μας μέ ὅσες δυνάμεις διαθέτει ἀπό πλευρᾶς ὑλικῶν ἀγαθῶν:
1. Λειτουργεῖ τό Τιάλειον Ἐκκλησιαστικόν Γηροκομεῖον μέ ἰδίους πόρους, ὅπου περιθάλπονται πλέον τῶν πενήντα τροφίμων.
2. Λειτουργεῖ δύο «Κοινωνικά Παντοπωλεῖα», ἕνα στήν Κοζάνη καί ἕνα στά Σέρβια. Οἱ οἰκογένειες δέ, οἱ ὁποῖες ἱκανοποιοῦνται ἀπό τά δύο Κοινωνικά Παντοπωλεῖα, ἀνέρχονται πλέον τῶν πεντακοσίων.
3. Προσφέρει ἄλλες παροχές φιλανθρωπίας ὠφέλιμες καί χρήσιμες διά τούς ἔχοντες ἀνάγκη ἀδελφούς μας.
Σᾶς καλοῦμε, λοιπόν, ὅλους καί σᾶς προσκαλοῦμε νά ἀνταποκριθεῖτε κι ἐσεῖς χριστιανικά καί μέ πολλή ἀγάπη νά προσφέρετε, κατά τό μέτρον τοῦ δυνατοῦ, ὄχι χρήματα ἀλλά ἀπαραίτητα ἀγαθά, ὅπως:
- Τρόφιμα μακρᾶς διαρκείας (π.χ. λάδι, ἀλεύρι, ζάχαρη, ζυμαρικά, ὄσπρια, δημητριακά κ.ἄ.).
- Ἀπορρυπαντικά.
- Χαρτικά εἴδη καθαριότητας.
Παρακαλοῦμε πολύ, μήν συγκεντρώνετε ροῦχα καί παπούτσια.
Τά ἀγαθά θά συγκεντρώνονται στούς Ἱερούς Ναούς γιά μία ἑβδομάδα (ἕως καί τήν Κυριακή 30 Νοεμβρίου).
Ἔχοντες τήν βεβαιότητα ὅτι θά ἀνταποκριθεῖτε χριστιανικά καί ὅλοι θά γίνετε καλοί Σαμαρεῖτες σᾶς ἐπευλογοῦμε καί εὐχόμαστε ὁ Θεός νά πληθαίνει τά ὑπάρχοντά σας.
Μέ πατρικές εὐχές
Ὁ Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης σας
† Ο ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ ΠΑΥΛΟΣ

ΕΞΟΡΜΗΣΗ ΑΓΑΠΗΣ- ΙΝ Άγ Νικολάου Καλλιθέας

Από την Δευτέρα  1 Δεκεμβρίου 2014  έως  και την Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014 εν όψει των εορτών των Χριστουγέννων συγκεντρώνουμε στον Ναό μας τα παρακάτω είδη που πρόκειται να παραδώσουμε με επικεφαλής τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπό μας κ. Ιερώνυμο , στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Ανηλίκων Νέων Αυλώνα ( Φυλακές Αυλώνα ).

Ατομικά είδη ανάγκης : Σαμπουάν, αφρόλουτρα, οδοντόκρεμες, ξυραφάκια, τσατσάρες, απορρυπαντικά για ρούχα, χαρτί υγείας, υγρό σαπούνι χεριών, χλωρίνη, καθαριστικό για το πάτωμα, τηλεκάρτες (4 ή 10 ευρώ),
Ρουχισμός και υπόδηση : φόρμες γυμναστικής, φούτερ, τζιν, πουκάμισα, πετσέτες, σεντόνια, αθλητικά παπούτσια, σαγιονάρες,
Γραφική ύλη για το σχολείο τους : τετράδια, στυλό, μολύβια, χαρτί για φωτοτυπίες, επιτραπέζια παιχνίδια,
Για το χειμώνα : μικρά αερόθερμα ( μεγάλη ανάγκη ).
Παρακαλούμε πολύ τα είδη να είναι καινούργια, ή έστω αρίστης ποιότητος  και ήδη πακεταρισμένα όμορφα σε τσάντες ή κούτες.

http://www.agiosnikolaoskallitheas.gr/anakoinoseis/186-eksormisi-agapis

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Φώτης Κόντογλου - Ἅγιος Νίκων ὁ «Μετανοεῖτε»

Φώτης Κόντογλου - Ἅγιος Νίκων ὁ «Μετανοεῖτε»
(απὸ το Ασάλευτο Θεμέλιο, Ακρίτας 1996)
Αύριο 26 Νοεμβρίου, γιορτάζεται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Νίκωνος «τοῦ Μετανοεῖτε». Τὸν εἴπανε «Μετανοεῖτε», ἐπειδὴ ἔλεγε συχνὰ στοὺς ανθρώπους νὰ μετανοήσουνε, ὅπως ἔκανε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Πατρίδα τοῦ ἤτανε κάποια χώρα τοῦ Πόντου ποὺ τὴ λέγανε Πονεμωνιακή. Γεννήθηκε τὸν καιρὸ ποὺ βασίλευε στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς. Οι γονιοί του ἤτανε πλούσιοι, μα όχι μοναχὰ στα υλικὰ πλούτη μὰ καὶ στὰ πνευματικά. Γιὰ τοῦτο τὸν ἀναθρέψανε «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου». Καὶ ενώ τὰ ἄλλα τὰ ἀδέρφια του καὶ οἱ φίλοι του ήτανε παραδομένοι στὶς διασκεδάσεις καὶ στὰ ἱπποδρόμια, ο Νίκων αγαπούσε τὴ θρησκεία, κ᾿ ἤτανε ταπεινὸς καὶ φρόνιμος σε όλα,ο λιγόφαγος, ἁπλὸς στοὺς τρόπους, σεμνολόγος, φυλάγοντας τὰ μάτια του νὰ μὴν μπεῖ μέσα του ὁ σαρκικὸς πειρασμὸς ποὺ χαλᾶ τὴν ἁγνότητα τῆς νεότητος. Μιὰ μέρα τὸν έστειλε ὁ πατέρας του, ποὺ εἶχε πολλὰ κτήματα, να επιστατήσει ἀπάνω στοὺς ἐργάτες ποὺ δουλεύανε σ᾿ αὐτά, καὶ σὰν εἶδε τὸν κόπο καὶ τὸν ἱδρώτα ποὺ χύνανε αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, τόσο λυπήθηκε ἡ ψυχή του, ποὺ παράτησε παρευθὺς καὶ τὰ κτήματά του καὶ τοὺς γονιούς του καὶ τὴν πατρίδα τοῦ κ᾿ έφυγε χωρὶς νὰ γνωρίζει ποὺ πηγαίνει, ἀφοῦ γι᾿ αὐτὸν ὅλη ἡ οικουμένη ἤτανε τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὸ λόγο ποὺ λέγει «τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς».Αφοῦ πέρασε πολλοὺς τόπους ποὺ δὲν τὸν ἤξερε κανένας, έφταξε σ᾿ ἕνα βουνὸ ποὺ ἤτανε τὸ σύνορο ἀνάμεσα στὸν Πόντο καὶ στὴν Παφλαγονία καὶ ποὺ είχε κ᾿ ένα μοναστήρι λεγόμενο Χρυσὴ Πέτρα. Σὰν εἶδε τὸ μοναστήρι ὁ Νικήτας, ἔνοιωσε μεγάλη χαρά. Κι᾿ ὁ Θεὸς φώτισε τὸ γέροντα ἡγούμενο, ποὺ ἤτανε άγιος ἄνθρωπος, καὶ βγῆκε στὴν πόρτα καὶ καλωσόρισε τὸν Νικήτα καὶ τὸν ἀγκάλιασε σὰν πατέρας τὸ γυιό του καὶ τὸν κάλεσε μὲ τ`όνομά του. Ὁ Νικήτας σὰν άκουσε τὸ γέροντα νὰ τὸν φωνάζει μὲ τὄνομά του χωρὶς νὰ τὸν ἔχει δεῖ ποτέ, φτεροκόπησε η καρδιά του καὶ μπῆκε μαζὶ μὲ τὸν ἡγούμενο στὴν ἐκκλησία, καὶ τὴν ἴδια ὥρα τὸν κούρεψε μοναχὸ μὲ τὄνομα Νίκων. Ἀπὸ κείνη τὴν ἡμέρα ξέχασε ὁλότελα πιὰ πὼς ζεῖ σὲ τοῦτον τὸν κόσμο. Τὴ μέρα δούλευε στὴν ὑπηρεσία ποὺ τὸν ἔβαλε ὁ γέροντάς του, καὶ τὴ νύχτα δὲν κοιμότανε, ἀλλὰ αγρυπνούσε μὲ προσευχὴ καὶ μὲ δάκρυα, γιὰ νὰ μὴν αφήσει νὰ μολευθεῖ ἡ νεανικὴ ψυχή του ἀπὸ κανέναν ἄσχημο διαλογισμὸ κι᾿ ἀπὸ τὴν πονηριὰ ποὺ μπαίνει τόσο εὔκολα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ ἄλλοι ἀδελφοὶ τῆς μονῆς τὸν αγαπήσανε πολύ, γιατὶ ἤτανε ἀπερηφάνευτος, πρᾷος καὶ καλοκάγαθος. Δώδεκα χρόνια ἔζησε μέσα στὸ μοναστήρι τῆς Χρυσῆς Πέτρας. Στὸ μεταξὺ ὁ πατέρας του χάλασε τὸν κόσμο γιὰ νὰ τὸν βρεῖ, πλὴν μάταια κοπίασε. Ἐπειδὴ όμως δὲν ἔπαψε νὰ τὸν ψάχνει, ὁ ἅγιος παρακάλεσε τὸ γέροντά του νὰ τὸν ἀφήσει νὰ φύγει ἀπὸ τὸ μοναστήρι, ὅπως κ᾿ ἔγινε. Μὰ σὰν πέρασε τὸ ποτάμι Παρθένι, γύρισε κ᾿ εἶδε στὴν ἀντικρινὴ ἀκροποταμιὰ τὸν πατέρα του μὲ τὰ ἄλλα παιδιά του καὶ μὲ τὴ συνοδεία του, καὶ σὰν τὸν γνώρισε ὁ γέρος, ἄρχισε νὰ κλαίγει καὶ νὰ φωνάζει στὸν Νικήτα νὰ τὸν λυπηθεῖ καὶ νὰ γυρίσει στὸ σπίτι τους, κ᾿ ἤθελε νὰ πέσει στὸ ποτάμι. Μὰ τὸν μποδίσανε οἱ δικοί του, γιατὶ εἶχε φουσκώσει τὸ ρεύμα του ἀπὸ τὰ πολλὰ νερὰ ποὺ κατέβασε. Κι᾿ ὁ μακάριος Νίκων, σφίγγοντας τὴν καρδιά του, γύρισε κατὰ τὸν πατέρα του καὶ γονάτισε καὶ τὸν προσκύνησε, κ᾿ ὕστερα ἔστριψε πάλι καὶ τράβηξε τὸ δρόμο του. Πέρασε ἀπὸ βουνὰ ἔρημα, ἀπὸ κρεμνοὺς καὶ καταβόθρες. Τὰ ροῦχα του ἤτανε λερὰ καὶ τριμμένα, τὰ πόδια του ξυπόλητα. Βαστοῦσε μοναχὰ ἕνα ραβδὶ κ᾿ ἕνα σταυρό. Τρία χρόνια γυροβολοῦσε ἔτσι στὰ βουνὰ ποὺ ἤτανε λημέρια τῶν ληστῶν, κ᾿ ἔτρωγε χορτάρια. Πολλὲς φορὲς τὸν συναπαντούσανε αὐτοὶ οἱ φονηάδες καὶ τὸν κλωτσούσανε. Μὰ σὰν εἴδανε πὼς στὴν κακία τοὺς ἀποκρινότανε μὲ ἀγάπη καὶ μὲ ταπείνωση, τὸν ἀγαπήσανε κι᾿ αὐτοὶ καὶ τὸν τιμούσανε σὰν ἅγιο. Σὰν περάσανε τρία χρόνια ποὺ ἔζησε ἀπάνω στὰ βουνά, ἀποφάσισε νὰ κατέβει στὶς πολιτείες καὶ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴ μετάνοια. Ἤτανε τότε ὡς 36 χρονῶν, κατὰ τὰ 959 μ.X. Αφοῦ πέρασε βιαστικὰ τὰ μέρη τῆς Ἀνατολῆς, μπαρκάρησε σ᾿ ἕνα καράβι γιὰ νὰ πάγη στὴν Κρήτη, στὰ 961 μ.X., ἐπειδὴ οι Άραβες εἴχανε ἀλλαξοπιστήσει τοὺς χριστιανοὺς μὲ τὸ σπαθί. Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ μπόρεσε καὶ τοὺς γύρισε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, κ᾿ ὕστερα ἀπὸ ἑφτὰ χρόνια ἔφυγε ἀπὸ τὴν Κρήτη καὶ πήγε στὴν Ἐπίδαυρο στὰ μέρη τοῦ Δαμαλᾶ, κ᾿ ἐκεῖ κήρυξε τὴ μετάνοια κ᾿ ἔσωσε ψυχές. Ἀπὸ τὸν Δαμαλᾶ μπῆκε σ᾿ ἕνα καΐκι γιὰ νὰ πάγη στὴν Αθήνα. Μαζὶ μὲ τὸ καΐκι ποὺ μπῆκε ὁ ἅγιος, ταξίδευε κ᾿ ένα ἄλλο γιὰ τὴν Αθήνα, καὶ περνώντας ἀπὸ τὴ Σαλαμίνα βγήκανε οἱ ναῦτες νὰ πάρουνε νερό. Αὐτὸ τὸ νησὶ ἤτανε ἔρημο ἀπὸ τοὺς κουρσάρους.Ο άγιος εἶπε στοὺς καπετάνιους νὰ μὴ φύγουνε ἀκόμα ἀπὸ τὴ Σαλαμίνα, γιατὶ θὰ πάθουνε.Ο ἕνας καπετάνιος ποὖχε τἄλλο τὸ καΐκι δὲν τὸν ἄκουσε κ᾿ ἔφυγε, μὰ κεῖνος ποὖχε μέσα τὸν ἅγιο ἀπόμεινε. Μὰ τὸ καΐκι ποὺ ἔκανε πανιὰ τὸ πιάσανε οἱ κουρσάροι πρὶν φτάξει στὴν Αθήνα. Σὰν ἔφτασε ὁ ἅγιος σ᾿ αὐτὴν τὴν ἀρχαία πολιτεία, ποὺ ἦταν ἄλλη φορὰ φημισμένη στὸν κόσμο πλὴν τότε ἤτανε καταντημένη ἕνα χωριό, ἄρχισε τὸ κήρυγμα κ᾿ ἔφερε πολὺν καρπό, γιατὶ οἱ Αθηναῖοι ἤτανε θεοφοβούμενοι. Απὸ τὴν Αθήνα πῆγε στὴν Εὔβοια, καὶ μαζεύθηκε κόσμος πολὺς νὰ τὸν ἀκούσει. Καὶ μὲ τὴν ὀχλοβοή, ἕνα παιδὶ ποὺ εἶχε ἀνεβεῖ στὸ κάστρο μαζὶ μὲ τὸν ἄλλον κόσμο, παραπάτησε κ᾿ ἔπεσε, καὶ βάλανε τὶς φωνὲς κ᾿ ἔγινε μεγάλη σύγχυση κ᾿ οἱ γονιοὶ τοῦ παιδιοῦ καταριόντανε τὸν ἅγιο. Μὰ ἐκεῖνος δὲν ταράχθηκε, ἀλλὰ τοὺς εἶπε ἥσυχα: «Τὸ παιδὶ ζεῖ, δὲν πέθανε». Κι᾿ ἀλήθεια τὸ παιδὶ σηκώθηκε ἀπάνω γελαστὸ σὰν νὰ πήδηξε ἀπὸ τὸ μπιντένι, κι᾿ οἱ γονιοί του κι᾿ ὅλος ὁ κόσμος πέσανε καὶ προσκυνούσανε τὸν ἅγιο, καὶ τὸ παιδὶ τοὺς έλεγε πὼς σὰν γλύστρησε καὶ βρέθηκε στὸν ἀγέρα, εἶδε ἐκεῖνον τὸν καλόγερο ποὺ φώναζε «Μετανοεῖτε» νὰ πετᾶ καὶ νὰ τὸ πιάνει στὴν ἀγκαλιά του ως ποὺ τὸ κατέβασε μαλακὰ στὴ γῆ. Ὕστερα ἀπὸ τὸν Εύριπο, πῆγε στὶς Θῆβες, κι᾿ ἀπὸ κεῖ στὸ βουνὸ Κιθαιρῶνα, ποὺ τὸ λέγανε τότε ὄρος της Μυουπόλεως, κ᾿ ἐκεῖ ἀσκήτεψε μέσα σ᾿ ἕνα σπήλαιο, κοντὰ στὸ μέρος ποὺ βρίσκεται τὸ μοναστήρι, ποὺ ἔχτισε ὁ ὅσιος Μελέτιος ύστερα ἀπὸ χρόνια, κι᾿ αὐτὸς Ἀνατολίτης. Ἀπὸ κεῖ πῆγε στὴν Κόρινθο, στὸ Ἄργος, στὸ Ναύπλιο, κι᾿ ἀπ᾿ ὅπου περνοῦσε ἄναβε στὶς καρδιὲς τὸν πόθο τῆς θρησκείας κ᾿ ἔκανε πολλὰ θαύματα, προπάντων ἔγιαινε ἀρρώστους ἀνθρώπους.
Αφού πέρασε ὅλον τὸν Μοριᾶ, κ᾿ έφταξε ὡς τὴ Μάνη, πῆρε πάλι τὸ δρόμο γιὰ νὰ γυρίσει στὴ Σπάρτη, ἀπ᾿ ὅπου εἶχε περάσει. Μὰ πρὶν πάγει στὴ Σπάρτη, μπῆκε σ᾿ ἕνα σπήλαιο ποὺ βρισκότανε σὲ κάποιο ἔρημο μέρος ποὺ τὸ λέγανε «Μῶρον» καὶ κειτότανε ἄρρωστος καὶ θερμιασμένος. Σὲ λίγες μέρες μαθεύτηκε τὸ καταφύγιό του καὶ μαζεύθηκε κόσμος πολύς σὲ κεῖνο τὸ σπήλαιο γιὰ νὰ πάρει τὴν εὐλογία του, καὶ πολλοὶ ἄρρωστοι περιμένανε τὴ γιατρειά τους ἀπὸ τὸν ἄρρωστον. Σὰν σηκώθηκε απὸ τὴν ἀρρώστια, πῆγε στὸ Ἀμύκλι, κ᾿ ἐπειδὴ ἐκείνη ὅλη τὴν περιφέρεια τὴ ρήμαξε τὸ θανατικὸ ἀπὸ λοιμικὴ ἀρρώστια κ᾿ εἶχε πιάσει τὸν κόσμο φόβος καὶ τρόμος, μαζεύθηκε πολὺς λαὸς καὶ πήγανε καὶ τὸν παρακαλέσανε νὰ πάγει στὴ Σπάρτη. Ὁ ἅγιος τοὺς είπε πὼς θὰ παρακαλέσει τὸ Θεὸ νὰ πάψει τὴν ὀργή του, καὶ πὼς θὰ καθίσει στὴ Σπάρτη ὡς ποὺ νὰ πεθάνει. Σηκώθηκε λοιπὸν καὶ πήγε στὴ Σπάρτη, καὶ σὰν ἐμπῆκε στὴν πολιτεία, πὼς σὰν φανερωθεί ο ήλιος σκορπᾶ καὶ χάνεται ἡ ἀντάρα, ἔτσι καὶ σὰν φάνηκε ὁ ἅγιος ἔπαψε τὸ θανατικό, κι᾿ ὁ κόσμος ξεκουράσθηκε ἀπὸ τὴν ἀγωνία καὶ ἔπεσε σὲ μετάνοια. Ἀπὸ τότε δὲν ἔφυγε πιὰ ἀπὸ τὴ Σπάρτη ὁ ἅγιος, κ᾿ ἡ πολιτεία τούτη ἔγινε ἡ δεύτερη πατρίδα του. Ἔχτισε μία μεγάλη ἐκκλησία στὄνομα τοῦ Σωτῆρος, ποὺ βρεθήκανε τὰ θεμέλιά της κοντὰ στὸ κάστρο τῆς ἀρχαίας Σπάρτης, κι᾿ αὐτὴ ἡ διαβόητη πολιτεία ποὺ ἤτανε ξακουσμένη στὸν κόσμο γιὰ τὴν παλληκαριά της, καταστάθηκε ἡ καθέδρα τῆς Χριστιανοσύνης μὲ ἄρχοντά της τὸν πράον κ᾿ ἥμερον μαθητὴ τοῦ Κυρίου ποὺ δίδαξε στὸν κόσμο τὴν πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ τὴν εἰρήνη. Στὸ μεταξὺ βαφτιζόντανε οἱ Ἑβραῖοι, ποὺ ὑπήρχανε πολλοὶ σ᾿ αὐτὰ τὰ μέρη, καὶ πλήθαινε ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλὰ ἦρθε καὶ γιὰ τὸν ἅγιο Νίκωνα ἡ μέρα νὰ πληρώσει, σὰν ἄνθρωπος κι᾿ αὐτός, τὸ «κοινὸν χρέος τοῦ θανάτου», κι᾿ ἀρρώστησε. Μάζεψε λοιπὸν γύρω στὸ κλινάρι του τὰ πνευματικὰ τέκνα του, καὶ τὰ εὐλόγησε καὶ τοὺς εἶπε πὼς σιμώνει τὸ τέλος του, κι᾿ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε πολλὲς συμβουλὲς καὶ τοὺς στερέωσε στὴν ἐλπίδα τοῦ Χριστοῦ, εἶπε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός, εἰς χεῖρας σου παρατίθημι τὸ πνεῦμα μου» καὶ παρέδωσε τὴν καθαρὴ ψυχή του σ᾿ Ἐκεῖνον ποὺ γι᾿ αὐτὸν ὑπόφερε τόσους κόπους. Κοιμήθηκε στὰ 998 μ.X., στὶς 26 Νοεμβρίου, σὲ ἡλικία 75 χρονῶν.
Τὸ σκήνωμα γίνηκε προσκύνημα. Ὁ λαὸς τὸ τριγύρισε καὶ βούιζε ὅπως κάνουνε οἱ μέλισσες γύρω στὸ κουβέλι. Ὅλοι θέλανε νὰ πᾶνε κοντὰ στὸ λείψανο, καὶ πολλοὶ παίρνανε ἀπὸ εὐλάβεια κάποιο πρᾶγμα ἀπὸ πάνω του, ἄλλος ἕνα κομμάτι ροῦχο, ἄλλος λίγες τρίχες, ἄλλος ἔκοβε ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὴ ζώνη του νὰ τἄχουνε γιὰ φυλαχτό. Ὁ δεσπότης μὲ ὅλο τὸ ἱερατεῖο κηδέψανε τὸ τίμιο σκῆνος, ποὺ ἤτανε βαλμένο μέσα σὲ θήκη ἀκριβὴ κι᾿ ἀνάβρυσε ἅγιο μύρο, καὶ πολλοὶ ἄρρωστοι γιάνανε, τυφλοί, στηθικοί, ὑδρωπικοί, παράλυτοι κι᾿ ἄλλοι ποὺ βασανιζόντανε ἀπὸ διάφορες ἀρρώστιες. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ ἀπολυτίκιό του λέγει:
«Χαίρει ἔχουσα ἡ Λακεδαίμων
θείαν λάρνακα τῶν Σῶν λειψάνων
ἀναβρύουσαν πηγᾶς τῶν ἰάσεων
καὶ διασώζουσαν πάντας ἐκ θλίψεως
τοὺς Σοὶ προστρέχοντας, Πάτερ ἐκ Πίστεως.
Νίκων ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος».
Ἕνας εὐσεβὴς ἄρχοντας, λεγόμενος Μαλακηνός, τόσον ἀγαποῦσε τὸν ἅγιο Νίκωνα, ποὺ δὲν ἤθελε νὰ ζήσει χωρὶς νὰ βλέπει τὴν ὄψη του. Φώναξε λοιπὸν ἕνα ζωγράφο καὶ τοῦ παράγγειλε νὰ ζωγραφίσει τὸν ἅγιο, μὰ ἐπειδὴ ὁ ζωγράφος δὲν τὸν εἶχε δεῖ ποτέ, ὁ Μαλακηνὸς ἱστόρησε μὲ λόγια ὅσο μποροῦσε στὸ ζωγράφο τί λογῆς ἤτανε ἡ φυσιογνωμία του. Ὁ ζωγράφος πῆγε στὸ ἐργαστήρι του κ᾿ ἔπιασε νὰ κάνει τὴν εἰκόνα, ἀλλὰ κοπίασε πολὺ χωρὶς νὰ μπορέσει νὰ τὸν ἐπιτύχει τὸν ἅγιο ὅπως ἤτανε. Κ᾿ ἐκεῖ ποὺ καθότανε στενοχωρημένος, βλέπει νὰ μπαίνει ἕνας καλόγερος κοντός, νηστεμένος, μὲ μαλλιὰ μαῦρα κι᾿ ἀνακατεμένα, μὲ μαῦρα ἀχτένιστα γένια, μ᾿ ἕνα κουρελιασμένο παλιόρασο καὶ νὰ βαστᾶ ἕνα ραβδὶ μ᾿ ἕνα σταυρὸ στὴν ἄκρη, ποὺ τὸν ἔδωσε στὸ ζωγράφο νὰ τὸν φιλήσει. Ὕστερα τὸν ρώτησε γιατί εἶναι στενοχωρημένος. Σὰν τοῦ εἶπε ὁ ζωγράφος τὴν αἰτία, τοῦ λέγει ὁ καλόγερος: «Κοίταξέ με, ἀδελφέ, καὶ ζωγράφισε τὴν εἰκόνα, γιατὶ αὐτὸς ποὺ ἱστορίζεις μοιάζει μὲ μένα σὲ ὅλα». Σὰν τὸν κοίταξε καλὰ ὁ ζωγράφος ἀπόρησε, ἐπειδὴ ἤτανε ἴδιος ὅπως τὸν είχε περιγράψει ο Μαλακηνός. Γύρισε λοιπὸν τὸ πρόσωπό του κατὰ τὸ σανίδι ποὺ ζωγράφιζε νὰ δει αν μοιάζει μὲ τὸ πρόσωπο, ποὺ ἔκανε, καὶ βλέπει πὼς είχε τυπωθεί ο καλόγερος ποὺ τοῦ μιλοῦσε. Τὸν ἔπιασε φόβος καὶ φώναξε «Κύριε ἐλέησον», καὶ σὰν γύρισε νὰ τὸν ξαναδεῖ, δὲν εἶδε τίποτα.
Ὅπως τὸν είδε ο ζωγράφος, ἔτσι εἶναι ζωγραφισμένος ὁ ἅγιος Νίκων στὶς εἰκόνες ποὺ βρεθήκανε κανωμένες ἀπὸ παλιοὺς ἁγιογράφους. Ἡ πιὸ παλιὰ εἰκόνα του βρίσκεται στὸ μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ τῆς Λειβαδιᾶς ἱστορημένη μὲ ψηφιά, μὰ τὸν παριστάνει μὲ μαλλιὰ χτενισμένα. Φαίνεται ὅμως πὼς πιὸ σωστὰ παραστήσανε τὴ φυσιογνωμία του οἱ ζωγράφοι ποὺ τὸν ζωγραφίσανε σὲ ἐκκλησίες ποὺ βρίσκονται κοντὰ στὰ μέρη τῆς Σπάρτης, ὅπως εἶναι στὸ Παληομονάστηρο τῆς Κρίτσοβας, ζωγραφισμένος στὰ 1267, στὴν Παναγία τὴ Χρυσαφίτισσα στὰ Χρύσαφα, στὸν ἅγιο Νικόλαο τῆς Ἀναβρυτῆς, στὴν ἐκκλησιὰ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου στὸ χωριὸ Πέρπαινη, κι᾿ ἀλλοῦ. Μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ παλαιὲς καὶ μαστορικὲς εἰκόνες του εἶναι καὶ κείνη ποὺ βρῆκα στὴν Περίβλεπτο τοῦ Μυστρᾶ τὸν καιρὸ ποὺ δούλευα γιὰ νὰ καθαρίσω καὶ νὰ στερεώσω τὶς παλιὲς τοιχογραφίες. Βρίσκεται κοντὰ στὴ μικρὴ τὴν πόρτα ποὺ μπαίνει κανένας στὴν ἐκκλησιά. Ὁ άγιος είναι ζωγραφισμένος ὅπως τὸν ἱστορίζει τὸ συναξάρι του, μὲ βουλιασμένα τὰ μάγουλά του ἀπὸ τὴν κακοπάθηση, μὲ ζωηρὰ μάτια, μὲ μαῦρα μαλλιὰ ἀνακατεμένα κι᾿ ἀχτένιστα καὶ μὲ μαῦρα γένια. Ἔτσι τὸν γράφει κι᾿ ο Διονύσιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ στὴν «Ἑρμηνεία τῶν ζωγράφων»: «Νέος στρογγυλογένης, μακρότριχος, ἔχων τὰς τρίχας ἠγριωμένας». Λέγοντας «νέος» θέλει να πει μαυρομάλλης.

Πρόσκληση



Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...