Τρίτη 31 Μαΐου 2022

Γει­το­νι­κές πλήν ἄ­γνω­στες Σφρα­γί­δες

 


Να­τά­σα Κε­σμέ­τη

ΠΟΛΥ ΗΣΥΧΟΣ ἄν­θρω­πος. Τήν πρώ­τη φο­ρά πού μᾶς μί­λη­σε ἦ­ταν ὅ­ταν ἦρ­θε καί μᾶς ζή­τη­σε νά κά­νου­με κά­τι μέ τή Σίλ­κυ πού ἐ­νο­χλοῦ­σε τά βρά­δια τήν γυ­ναί­κα του. Ἡ Σίλ­κυ ἦ­ταν ὁ σκύ­λος μας πού γαύ­γι­ζε στίς σκι­ές, στά πε­τού­με­να καί ἔ­τρε­χε πά­νω-κά­τω στήν αὐ­λή. Ἡ κρε­βα­το­κά­μα­ρά τους ἔ­βλε­πε στόν ἀ­κά­λυ­πτο. Τήν πυ­ρό­ξαν­θη Σίλ­κυ τήν ἄ­κου­γαν, ἰ­δί­ως τά κα­λο­και­ρι­νά βρά­δια, ὅ­ταν ἔ­στρω­ναν νά κοι­μη­θοῦν στό μπαλ­κό­νι τους. Ἀ­κό­μα τό­τε, δη­λα­δή μέ­σα στά 1980, οἱ λη­στεῖ­ες καί οἱ μα­φί­ες δέν εἶ­χαν κα­τα­τρο­μά­ξει τόν κό­σμο.

        Ἦ­ταν πο­λύ ἥ­συ­χος ἄν­θρω­πος. Μό­νον ἡ γυ­ναί­κα του ἀ­κου­γό­ταν, ἀλ­λά ὁ τό­νος τῆς φω­νῆς της πλη­ρο­φο­ροῦ­σε λά­θος. Οὔ­τε σκλη­ρή, οὔ­τε κα­κό­τρο­πη ἦ­ταν. Εἶ­χε ὑ­πεύ­θυ­νη θέ­ση κά­που καί μᾶλ­λον γύ­ρι­ζε σπί­τι της ξε­θε­ω­μέ­νη. Φαί­νε­ται πώς καί οἱ δύ­ο ἀ­γα­ποῦ­σαν τήν ἡ­συ­χί­α, ἀλ­λά, ὡς συ­νή­θως, τά χα­ρί­σμα­τα δέν φαί­νον­ται, καί κυ­ρί­ως αὐ­τά πού ἀ­νή­κουν στούς «ἁ­πλούς καί κα­θη­με­ρι­νούς ἀν­θρώ­πους». Φα­νε­ρώ­νουν τί­πο­τα αὐ­τές οἱ ἀ­ρα­χνι­α­σμέ­νες λέ­ξεις; Ὅ­πως καί ἡ ἄλ­λη: συ­νη­θι­σμέ­νοι, δη­λώ­νουν μάλ­λον τήν ἀ­φη­ρη­μά­δα τῶν πα­ρα­τη­ρη­τῶν καί τήν ἀ­δι­α­φο­ρί­α τους. Δη­λα­δή τήν ἀ­φη­ρη­μά­δα καί τήν ἀ­δι­α­φο­ρί­α τῶν πε­ρισ­σό­τε­ρων ἀ­πό μᾶς. Τό ἀ­κρι­βέ­στε­ρο θά ἦ­ταν: ὅ­λων μας.

        Ὅ­ταν πέ­θα­νε ξαφ­νι­κά ἐ­κεῖ­νος, νέ­ος ἀ­κό­μα, ἔ­γι­νε γνω­στός ὁ θη­σαυ­ρός του καί σέ μᾶς, τούς γεί­το­νες. Τό μα­κρο­χρό­νιο με­ρά­κι του, τό μέ­γε­θος τῆς ὑ­πο­μο­νῆς καί τοῦ ἐν­δι­α­φέ­ρον­τος του, ἀλ­λά καί ὁ ἴ­διος ὁ θη­σαυ­ρός: μιά τε­ρά­στια συλ­λο­γή ἀ­πό κά­θε λο­γῆς χει­ρο­ποί­η­τη­τες σφρα­γί­δες ξυ­λό­γλυ­πτες ἤ σκα­λι­σμέ­νες σέ ἄλ­λα ὑ­λι­κά. Ἐ­ξαι­ρε­τι­κά με­γά­λες ἀλ­λά καί σέ μέ­γε­θος δα­χτυ­λή­θρας. Παμ­πά­λαι­ες, μαυ­ρι­σμέ­νες, χτυ­πη­μέ­νες, ἴ­σως καί μι­σο­κα­μέ­νες πού ὅ­μως ἔ­βρι­σκε τρό­πους νά τίς ἀ­πο­κα­θι­στᾶ καί νά τίς συν­τη­ρεῖ. Δι­α­βά­σα­με ξαφ­νι­α­σμέ­νοι:

Το Σάβ­βα­το 25 Ο­κτω­βρί­ου 2014 έ­φυ­γε ξαφ­νι­κά α­πό τη ζω­ή το ε­κλε­κτό μέ­λος του Σω­μα­τεί­ου των Φί­λων του Νο­μι­σμα­τι­κού Μου­σεί­ου, ο συλ­λέ­κτης Φρί­ξος Πι.

            Ὁ Φρί­ξος Πι. ή­ταν μέ­λος μας α­πό το 2002, άν­θρω­πος καλ­λι­ερ­γη­μέ­νος, λά­τρης της ι­στο­ρί­ας και της πα­ρά­δο­σης, φα­να­τι­κός συλ­λέ­κτης πα­λαι­ών αν­τι­κει­μέ­νων κα­θη­με­ρι­νής χρή­σης (σφρα­γί­δες άρ­του, κλει­διά, νο­μί­σμα­τα κ. ά.) και ά­ρι­στος γνώ­στης της ι­στο­ρι­κής τους α­ξί­ας, μι­λού­σε πάν­τα γι’ αυ­τά με α­γά­πη και πε­ρη­φά­νια.

            Ή­ταν άν­θρω­πος ευ­γε­νι­κός, δρα­στή­ριος , δη­μι­ουρ­γι­κός και α­κού­ρα­στος, παν­τα­χού πα­ρών στις εκ­δη­λώ­σεις του Σω­μα­τεί­ου, στις εκ­δρο­μές, στις δι­α­λέ­ξεις, στους αρ­χαι­ο­λο­γι­κούς πε­ρι­πά­τους με τον κα­λό το λό­γο για ό­λους και για ό­λα και πάν­τα με το χα­μό­γε­λο στο κα­λω­συ­νά­το πρό­σω­πό του.

            Εί­ναι μια με­γά­λη α­πώ­λεια για μας. Πραγ­μα­τι­κά θα μας λεί­ψει το α­μεί­ω­το εν­δι­α­φέ­ρον του για τις δι­α­χρο­νι­κές α­ξί­ες της ζω­ής, η αρ­χαι­ο­γνω­σί­α του, ο εν­θου­σια­σμός του και η α­γά­πη του για την πα­ρά­δο­ση, την ι­στο­ρί­α του τό­που μας, τα αρ­χαί­α μνη­μεί­α και τέ­χνερ­γα.

            Την πλού­σια συλ­λο­γή του σφρα­γί­δων άρ­του μπο­ρεί κα­νείς να θαυ­μά­σει στο Μου­σεί­ο Άρ­του των Α­λευ­ρό­μυ­λων Λού­λη στο Κε­ρα­τσί­νι. Τα μέ­λη του Δι­οι­κη­τι­κού Συμ­βου­λί­ου εκ­φρά­ζουν ει­λι­κρι­νή συλ­λυ­πη­τή­ρια στην οι­κο­γέ­νειά του

Εἶ­χε φρον­τί­σει λοι­πόν νά χα­ρί­σει τίς Εὐ­χα­ρι­στια­κές Σφρα­γί­δες του, πού δέν ἦ­ταν τό μό­νο του με­ρά­κι. Ὁ συλ­λε­κτι­κός του ἐν­θου­σια­σμός ἐ­πε­κτει­νό­ταν καί σέ πολ­λά ἄλ­λα πράγ­μα­τα μέ­σα σέ θαυ­μά­σι­ες βι­τρί­νες, τό­σο πού τό σπί­τι τους ἦ­ταν ἕ­να μι­κρό, ἀ­φα­νές, μου­σεῖ­ο. Τί­πο­τα ὡ­στό­σο δέν ἀ­γα­ποῦ­σε ὅ­σο τίς σφρα­γί­δες. Θά μπο­ροῦ­σε νά ἰ­σχύ­σει γι’ αὐ­τόν ὁ λό­γος τοῦ Ἄγ­γλου ζω­γρά­φου Eliot Hodgkin πώς τόν ἐν­δι­έ­φε­ραν ἐ­κεῖ­να πού κα­νείς δέ γυ­ρί­ζει νά δεῖ δυ­ό φο­ρές. Ἀλ­λά μά­θα­με πώς ἐ­κεῖ­νος εἶ­χε δώ­σει κά­πο­τε μιάν ἄλ­λη ἐ­ξή­γη­ση: ἡ μά­να του τόν ἔ­βγα­λε ἀ­πό τήν πυρ­κα­γιά τῆς Σμύρ­νης καί, ἀ­νά­με­σα στά ἐ­λά­χι­στα πού πρό­λα­βε νά πά­ρει ἀ­πό τό σπί­τι τους, ἦ­σαν δυ­ό πα­νάρ­χαι­ες ὅ­σο καί ἀ­συ­νή­θι­στες ξυ­λό­γλυ­πτες σφρα­γί­δες. Οὔ­τε εἰ­κό­νες, οὔ­τε χρυ­σα­φι­κά, οὔ­τε ροῦ­χα, οὔ­τε τί­πο­τα ἄλ­λο, ἐ­κτός ἀ­πό τό ἐγ­χά­ρα­κτο πά­νω τους Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός Νι­κᾷ. Ἰ­σχυ­ρι­ζό­ταν πώς αὐ­τές τούς ἔ­σω­σαν κι ἀ­πό τίς φλό­γες κι ἀ­πό τή σφα­γή.

Φίλοι καὶ ἐχθροί


[τοῦ Θεοδωράκη Κολοκοτρώνη]

«ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΑΝΗΝ τοῦ μα­κα­ρί­του Ἀ. Ζα­ΐ­μη, ἀ­κο­λου­θῶν­τας τὸ λεί­ψα­νον ὁ Κο­λο­κο­τρώ­νης ἔ­κλαι­γεν ἀ­πα­ρη­γό­ρη­τα. Ὁ Κύ­ριος Τ. ζη­λω­τὴς ν’ ἀ­κού­σῃ τὴν καρ­δί­αν του, τοῦ λέ­γει:

       — »Δὲν ἐν­θυ­μεῖ­σαι τὰς δι­χο­νοί­ας σας;

       »Ἀ­πε­κρί­θη:

       — »Ἐ­στα­θή­κα­μεν συ­χνὰ ἐ­χθροὶ ἀ­νά­με­σόν μας, ἀλ­λὰ δὲν τὸν ἐ­μί­ση­σα πο­τέ.

       »Δεί­χνον­τάς του συγ­χρό­νως ἄλ­λον ἔ­ξο­χον Ἀ­γω­νι­στὴν τῆς πα­τρί­δος, τοῦ εἶ­πεν:

       — »Ἐ­στα­θή­κα­μεν συ­χνὰ φί­λοι, ἀλ­λὰ δὲν τὸν ἀ­γά­πη­σα πο­τέ.»

11 Ιουνίου, Μνήμη Αγίου Λουκά του Ιατρού

 


Κυριακή 29 Μαΐου 2022

Για σένα που δίνεις εξετάσεις (π. Γεωργίου Χριστοδούλου)

 

Για σένα που δίνεις εξετάσεις.

Καλό μου παιδί, ξέρω, σε κυριεύει το άγχος και η αβεβαιότητα, σε πιάνει κόμπος στο στομάχι, ταχυκαρδία, αϋπνίες, πονοκέφαλος, φόβος, μελαγχολία, σκέψεις που στροβιλίζουν στο κεφάλι σου κι ένα σωρό άλλα προβλήματα. Λόγω εξεταστικής!

Μα θέλω να σου πω, πως και χίλιες σκέψεις να κάνεις στύβοντας το μυαλό σου για την εξεταστική και το μέλλον σου, δεν θα αλλάξει τίποτα. Ίσα ίσα το άγχος θα μειώσει την απόδοσή σου. Εσύ γνωρίζεις πόσο καλά προετοιμάστηκες στη μελέτη και πρέπει να το αποδεχτείς. Από κει και πέρα άστα όλα στα χέρια του Θεού. Το μέλλον δεν το γνωρίζει κανείς. Όλα αλλάζουν. Σημασία έχει να νιώθεις ελεύθερος και όχι ότι ακολουθείς κάποιο σύστημα που σε αναγκάζει να εργαστείς σε αυτό που σπούδασες διότι αυτό φέρνει χρήματα και κοινωνική αναγνωρισιμότητα. Κάπου θα περάσεις, σε ΙΕΚ, ΤΕΙ, ΑΕΙ, ιδιωτικό κολέγιο. Μα και να σταματήσεις τις σπουδές επειδή ίσως έχεις άλλα χαρίσματα, να θυμάσαι ότι μπορείς να κάνεις πολλά και να πετύχεις στόχους φοβερούς. Δεν μπορείς να φανταστείς μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος. Έχω γνωστούς με κινητικά προβλήματα που είναι πετυχημένοι κι ευτυχισμένοι. Γνωρίζω άνθρωπο με σύνδρομο down που τελείωσε πανεπιστήμιο. Έχω δει αδύναμους μαθητές να παίρνουν διδακτορικό και άριστους μαθητές να εγκαταλείπουν τις σπουδές τους. Φοβερό πράγμα η ψυχολογία του ανθρώπου.

Συζήτα με τον εαυτό σου τα παραπάνω και θα δεις ότι θα ηρεμήσεις. Μίλα και με τον Θεό, την Παναγία και τους αγίους. Άναψε ένα κεράκι στην εκκλησία για να έχεις και φυσική βοήθεια. Για εμάς τους χριστιανούς το υπερφυσικό, είναι φυσικό, διότι είναι αληθινό. Νιώσε, πως στην πραγματικότητα δεν είσαι εγκλωβισμένος από το αποτέλεσμα της εξεταστικής και σε αυτό που θα σπουδάσεις. Θα σου δώσω και τον εαυτό μου ως παράδειγμα. Οι σπουδές που έχω κάνει στη ζωή μου δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Όμως νιώθω ελεύθερος και χαρούμενος, διότι όλα συνετέλεσαν και με οδήγησαν σε αυτό που είμαι. Όλα τα επέλεξα συνειδητά. Άκουσα και τους γονείς και τους φίλους και τους συγγενείς και τους δασκάλους μου αλλά τελικά έκανα αυτό που ποθούσε η καρδιά μου κι ας έχασα σε οικονομικό και επαγγελματικό επίπεδο. Νιώθω όμως ελεύθερος. Κι αυτός που νιώθει ελεύθερος, πετυχαίνει, διότι η ελευθερία είναι κινητήριος δύναμις. Ελευθερία που δεν κάνει κακό στον άλλο και που το κύριο χαρακτηριστικό της δεν είναι η τεμπελιά και η ραθυμία.

Ο Θεός μαζί σου!

Με αγάπη,

π. Γεώργιος Χριστοδούλου


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...