Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
Η ανιστόρητη "ιστορικός" και η αγανάκτησή της, αλλά και η δική μας!
Πόσο πολύ ενοχλήθηκε από το κείμενο της Ιεράς Συνόδου η γνωστή συγγραφέας των ανιστόρητων συγγραμμάτων που ισχυριζόταν ότι υπήρξε συνωστισμός στη Σμύρνη, φαίνεται από το θλιβερό της κείμενο που δημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση του ΒΗΜΑΤΟΣ στις 24 Δεκεμβρίου 2010. Στα πολλά της ερωτήματα μπορούμε να απαντήσουμε τα εξής:
Οι αποσιωπήσεις της διακήρυξης, της Μ. Ρεπούση*
Κοινή βάση των πολιτικών παρεμβάσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι η αντίδραση σε κάθε αλλαγή που ενδέχεται να χρειάζονται η χώρα και οι πολίτες αλλά θεωρείται επιζήμια για τα δικά της συμφέροντα. Η Εκκλησία δεν είναι απλά μια δύναμη που παρεμβαίνει στα πολιτικά πράγματα, είναι μια αντιδραστική δύναμη που συντάσσεται σε πολλές περιπτώσεις με την οπισθοδρόμηση. Τρανό παράδειγμα η θέση της Εκκλησίας σε κάθε εκπαιδευτική αλλαγή που επιχειρεί να μεταρρυθμίσει το σχολείο και να λειτουργήσει κοινωνικοποιητικά για το σύνολο των μαθητών και μαθητριών που φοιτούν στα ελληνικά σχολεία, και που είτε δεν είναι ορθόδοξοι στο θρήσκευμα είτε δεν επιθυμούν να είναι θύματα της ορθόδοξης προπαγάνδας που γίνεται στα σχολεία. Οι ιεράρχες δεν απαιτούν μόνο να έχουν λόγο για τα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων, τα μαθήματα, τα σχολικά βιβλία, τις σχολικές γιορτές. Απαιτούν να μη γίνουν αλλαγές που κλονίζουν την κυρίαρχη θέση της Ορθοδοξίας στην εκπαίδευση. Το απαιτούν για να ελέγχουν το περιεχόμενο της ιδιότητας του Έλληνα πολίτη που καλλιεργείται στο σχολείο, για να διαιωνίζουν την ταύτιση της πολιτειότητας με την Ορθοδοξία και να διασφαλίζουν ένα μαζικό ποίμνιο, ένα πλήρωμα που είναι δικό τους, ομιλούν στο όνομά του και αντλούν πολιτική δύναμη από αυτό. Ακόμη και στην πρόσφατη παρέμβασή της με αφορμή την οικονομική κρίση, η Εκκλησία αυτόν τον ρόλο διεκδικεί για τον εαυτό της. Αναφέρεται και πάλι στην Εκπαίδευση. Αφού εκφράζει την ανησυχία της για «το νέο Λύκειο που ετοιμάζεται», αυτοαναγορεύεται εκπρόσωπος του Έλληνα πολίτη, γίνεται η δυνατή φωνή του. «Πιστεύουμε» , σημειώνουν ακόμη, «ότι όντως τα σχολικά βιβλία γράφονται με την ευθύνη της Πολιτείας,αλλά το περιεχόμενό τους αφορά και τον τελευταίο Έλληνα πολίτη που περιμένει από την Εκκλησία του να μεταφέρει με δύναμη τη δική του ταπεινή φωνή». Από τη μία στέκει η Πολιτεία και από την άλλη η Εκκλησία, η Εκκλησία ως εκπρόσωπος του πολίτη. Μια δύναμη που υπερασπίζεται τον λαό και τα συμφέροντά του απέναντι στην Πολιτεία, μια δύναμη που αντιστέκεται «στο πονηρό σύστημα αυτού του κόσμου». Μια Εκκλησία που, όπως ισχυρίζεται, δεν φοβάται να γίνει ιερομάρτυρας στον βωμό της αντίστασης. Στη δημιουργία αυτού του δίπολου, του Κακού και του Καλού, της Πολιτείας και της Εκκλησίας, της κοινωνίας των πολιτών και της κοινωνίας των πιστών, καθοριστική είναι η συμβολή της πολιτικής εξουσίας. Με την ανοχή ή και την υποστήριξή της η Εκκλησία της Ελλάδος έχει απειλήσει και καταφέρει πολλές φορές στο παρελθόν να γίνει «κράτος εν κράτει». Συχνά πυκνά επιβεβαιώνει τη δυνατότητά της να αντιπαρατίθεται και να βγαίνει νικήτρια.
Γιατί αυτή η συναίνεση; Γιατί η ελληνική Πολιτεία συνομιλεί με την Εκκλησία ως πόλο πολιτικής εξουσίας; Γιατί της αναγνωρίζει τον ρόλο του θεματοφύλακα του Ελληνισμού; Γιατί της επιτρέπει να παρεμβαίνει στην Εκπαίδευση; Γιατί εξακολουθεί να παραβιάζει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης; Γιατί δεν εφαρμόζει την ισότητα της μεταχείρισης ανάμεσα στους πολίτες διαφορετικού θρησκεύματος; Γιατί εξακολουθεί να πληρώνει το προσωπικό της Εκκλησίας με τα χρήματα των Ελλήνων, χωρίς μάλιστα να έχει τη συναίνεσή τους; Γιατί δεν αντιμετωπίζει την Εκκλησία ως μεγάλο ιδιοκτήτη; Γιατί οι πολιτικοί τής τότε αντιπολίτευσης έσπευδαν να φωτογραφηθούν υπογράφοντας για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες; Το πρόβλημα είναι της Πολιτείας, της πολιτικής, των πολιτικών και των πολιτών και όχι της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος. Ας αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Με τη με αριθμό 44 διακήρυξή της «Προς τον λαό» η Εκκλησία μας είπε πολλά για την κρίση, τους δανειστές και τα λάθη μας. Κάποια από αυτά μάς θύμισαν τον λόγο πολιτικών κομμάτων ή και ομάδων που επιχειρούν κερδοσκοπώντας να δημιουργήσουν ή και να αυξήσουν την πολιτική πελατεία τους στη βάση της βαθιάς κρίσης που περνάει η χώρα. Αυτό που η Εκκλησία δεν μας είπε στη με αριθμό 44 διακήρυξή της προς τον ελληνικό λαό είναι η δική της συμβολή σ΄ αυτή την κρίση. Η Εκκλησία αποσιώπησε τη φοροασυλία της, τη δική της συμβολή στην αύξηση του δημόσιου χρέους, τη σκληρή της διαπραγμάτευση για να διατηρήσει τα οικονομικά της προνόμια, τη δική της διαπλοκή. Δεν μας απάντησε επίσης γιατί δεν συμμετέχει κι εκείνη, όπως όλοι, στη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών της χώρας. Πού είναι, αλήθεια, το κρασί και το λάδι της;
*Η κυρία Μαρία Ρεπούση είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας και Ιστορικής Εκπαίδευσης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
ΠΗΓΗ: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=114&artid=374711&dt=24/12/2010
Μπράβο στην Εκκλησία
Η απάντηση στην κυρία καθηγήτρια είναι το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας ΠΑΡΟΝ (26-12-2010), με τίτλο επιτέλους μπροστάρης η Εκκλησία. Όταν όλα σχεδόν τα ΜΜΕ έπεσαν με μίσος πάνω στο κείμενο της Ιεραρχίας, η μόνη αντίθετη φωνή είναι το ακόλουθο άρθρο. Κανένα άλλο σχόλιο...
Επιτέλους μπροστάρης η ΕκκλησίαΜπράβο στην Εκκλησία.Επιτέλους κατάλαβε ποιος είναι ο ρόλος της. Ότι πρέπει να είναι δίπλα στον λαό και στα καθημερινά προβλήματά του. Συμπαραστάτης στον αγώνα του για την προστασία της ζωής του και τη βελτίωσή της. Στήριγμα στις δυσκολίες του. Αποκούμπι στην αγωνία του. Αλλά και παρούσα στο μετερίζι για τα ιερά και τα όσια της πατρίδας.
Όλα αυτά εκφράζει στις τέσσερις σελίδες του το φυλλάδιο με τον... εξάψαλμο κατά του Μνημονίου, για τα δεινά που έφερε και θα φέρει, πολύ περισσότερα ακόμη, στον τόπο και στον λαό.Και μόνο το γεγονός ότι καταθορύβησε την κυβέρνηση και εκείνους που θέλουν την Εκκλησία περιορισμένη στο «Κύριε ελέησον» και σε ιεροτελετουργίες και έσπευσαν να απαιτήσουν από τον Αρχιεπίσκοπο να αποσύρει... πάραυτα το φυλλάδιο, δείχνει πόσο σωστά έπραξε η Ιεραρχία. Αλλά είναι και παραδοχή της επιρροής που έχει η Εκκλησία στο πλήρωμά της...Αν το φυλλάδιο ήταν λιβανωτός για το Μνημόνιο, ασυγκράτητα θα ήταν τα χειροκροτήματα και τα ωσαννά...Έφτασαν στο σημείο να πουν ότι η Ιεραρχία σκανδαλίζει την κοινή γνώμη με την παρέμβασή της στην πολιτική ζωή. Ξαφνικά δε από κει που κατηγορούσαν την Εκκλησία για... Δεξιά του Κυρίου, ανακάλυψαν ότι χρησιμοποιεί αριστερό λόγο και εξανίστανται γιατί θα παρακολουθεί τα κοινωνικά προβλήματα. Θέλουν δηλαδή μια άφωνη Εκκλησία, άβουλο θεατή. Να μη χτυπάει το καμπαναριό για τη φωτιά που ανάβει... Να έχει λόγο ο... Ξηρός, αλλά όχι η Εκκλησία. Να μην ασχολείται με ό,τι απασχολεί τον κόσμο. Να μην ενδιαφέρεται για τα κοινά. Θέλουν την ψήφο της (έτσι δεν είναι, κύριοι βουλευτές κι εσείς κ. Πάγκαλε, αφού και η γυναίκα σας ζήτησε την ευχή του Αρχιεπίσκοπου για να εκλεγεί δήμαρχος, αλλά δεν έπιασε...), αλλά της απαγορεύουν να έχει άποψη. Δικαίωμα που έχει ο κάθε πολίτης...Πάλι καλά που δεν είπαν ότι η Εκκλησία φταίει για τη χρεοκοπία, για τους διορισμούς, για τις μίζες, τη Ζήμενς, για την κατάσταση της Παιδείας, και δεν την παρέπεμψαν και σε καμιά Εξεταστική Επιτροπή.Όλα αυτά σ' ένα και μόνο συμπέρασμα οδηγούν. Ότι φοβούνται τον λόγο της Εκκλησίας. Αν δεν ήταν έτσι, δεν θα ασχολούνταν καθόλου με το φυλλάδιο...http://paron.gr/v3/new.php?id=62487&colid=37&catid=26&dt=2010-12-26&search=%C5%F0%E9%F4%DD%EB%EF%F5%F2+%EC%F0%F1%EF%F3%F4%DC%F1%E7%F2+%E7+%C5%EA%EA%EB%E7%F3%DF%E1Αναρτήθηκε από Όπου Γης - Στις Ορθόδοξες Γειτονιές του Πλανήτη
Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010
Μάθε να πολεμάς
Μάθε να πολεμάς
Ή χριστιανική ζωή είναι ένας αγώνας. Τό πρώτο βήμα του χριστιανού είναι νά μάθει νά πολεμά. Από τήν ώρα πού ό χριστιανός θά θελήσει νά άκολουθήσει τόν Χριστό, άρχίζει ένας άγώνας, ένας πόλεμος.
Ό Απ. Παύλος γράφει: «οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Έφες. 6, 12). Καί ό Κύριος είπε: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἀλλὰ μάχαιραν.» (Ματθ. 10, 34) καί «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ» (Ματθ. 10, 36).
Είναι άνάγκη ό χριστιανός να μάθει νά πολεμά, νά άγωνίζεται έναντίον τών έχθρών του. Έχθροί τού χριστιανού δέν είναι οί άνθρωποι πού είναι γύρω του. Έχθροί τού χριστιανού είναι ό διάβολος, είναι ό κόσμος μέ τό άμαρτωλό φρόνημά του. Εχθρός τού χριστιανού είναι ό έαυτός του μέ τίς άδυναμίες καί τά πάθη του.
Δέν έχουμε καταλάβει πώς μοναδικός έχθρός καί πολέμιος είναι ό διάβολος. Ό Κύριος τόν ονόμασε "άνθρωποκτόνο", διότι φθονεί καί μισεί τόν άνθρωπο καί θέλει τήν άπώλειά του. Εκμεταλλεύεται τίς άδυναμίες καί τά πάθη πού έχουμε καί μάς πολεμά νύκτα καί μέρα. Είναι έχθρός ύπουλος καί πλάνος. Παρουσιάζεται άκόμη ώς "άγγελος φωτός", κατορθώνει νά κρύβεται, νά καμουφλάρεται άπό τά μάτια τών άνθρώπων γιά νά τούς πολεμά εύκολότερα.Χρησιμοποιεί μεθόδους καί τρόπους γιά νά μάς έξαπατήσει. Ειναι πνεύμα πονηρό καί μάς πολεμά μέ σκέψεις πονηρές καί άπατηλές. Υπόσχεται ήδονές, άπολαύσεις, γλέντια, διασκεδάσεις, πλούτο καί δόξα πολλή. Αύτό έκανε καί μέ τόν Κύριό μας στό όρος τών πειρασμών.
Αύτό τόν έχθρό καλούμαστε νά πολεμήσουμε μέ τή χάρη καί τή δύναμη τού Χριστού. Ό Κύριος είπε: «ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ» (Λουκ. 10,19).
Δεύτερος έχθρός έξίσου έπικίνδυνος είναι ό κόσμος πού μάς περιβάλλει, όχι βέβαια οί άνθρωποι, άλλα τό κοσμικό φρόνημα πού έπικρατεί μέσα στον κόσμο. Ό κόσμος θέλει νά έπιβάλει τή σφραγίδα του επάνω μας. Ό κόσμος είναι έχθρός τού Θεού· «ὅς ἄν βουληθῆ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ίακ. 4,4). Ό χριστιανός ζεί μέσα στόν κόσμο, άλλα δέν είναι έκ τού κόσμου.
Αλλά έχθρός τού χριστιανού είναι καί ό ίδιος ό εαυτός του. Είναι πιό έπικίνδυνος άπό τούς άλλους δύο. Τόν εαυτό μας τόν φέρουμε παντού, στό σπίτι, στό δρόμο, στήν εργασία μας καί στήν Εκκλησία άκόμα. Είναι ένας άχώριστος σύντροφος τής ζωής μας. Ό εαυτός μας μέ τίς άδυναμίες του, καί τά πάθη του, είναι ένας άντίπαλος στήν πνευματική μας ζωή. Καλούμαστε αύτόν τόν εαυτό μας νά τόν άπαρνηθούμε γιά νά άπαλλαγούμε άπ' αύτόν. Ό Κύριος είπε: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Ματθ. 16,24).
Ό εαυτός μας έχει ρίζες βαθιές καί θέλει καλό άγώνα γιά νά άπαλλαγούμε άπ' αύτόν. Αύτούς τούς τρεις έχθρούς καλείται ό πιστός νά πολεμήσει χωρίς συμβιβασμούς καί υποχωρήσεις, χρησιμοποιώντας όλα τά όπλα και τά μέσα τής χάριτος πού τού δίνει ό Θεός, γιά νά μείνει πιστός στό θέλημά του.
Π.Π.
Το χρυσωμένο ψέμα
Το χρυσωμένο ψέμα
Το ίδιο χρυσωμένο ψέμα προσέφερε και στους πρωτοπλάστους, λέγοντας ότι θα γίνουν «ως θεοί» και το επέτυχε. Έκτοτε παρατηρείται αυτό το φαινόμενο: ο άνθρωπος αρέσκεται στο ψεύδος, παρά στην αλήθεια. Από την αρχή της πορείας του ανθρώπου, η καρδιά του έχει κλίσι προς το ψέμα παρά προς την αλήθεια. Σήμερα ο κόσμος κολυμπά κυριολεκτικά μέσα στό ψέμα. Ψέμα στή δουλειά του και στις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους. Το ψέμα πέρνει και δίνει σε κάθε εκδήλωσι της ζωής του. Τό ψέμα κατάντησε επιστήμη, που χρησιμοποιείται ακόμη και στις πιό κρίσιμες στιγμές της ζωής του. Ψέμα στη πολιτική, ψέμα στη δικαιοσύνη, ψέμα στην επιστήμη. Το ψέμα κατήντησε το άλας στη ζωή των ανθρώπων.
Το ψέμα δέν περιορίστηκε μόνο στις κοινωνικές σχέσεις τών ανθρώπων, αλλά επεκτάθηκε και στις πνευματικές σχέσεις του ανθρώπου. Προτιμά ό άνθρωπος νά θρησκεύη, παρά νά πιστεύη. Τον ικανοποιεί το ότι εκτελεί ορισμένα θρησκευτικά καθήκοντα και τίποτε περισσότερο.
Η θρησκεία μόνη της χωρίς την πίστι και την μετάνοια, δέν μπορεί νά σώση τον άνθρωπο. Οι περισσότεροι χριστιανοί αναπαύονται πάνω στο μαξιλάρι που λέγεται θρησκεία. Πήγα στην Εκκλησία, άναψα το κερί μου, προσευχήθηκα, πήρα το αντίδωρό μου, έκανα τον αγιασμό μου και τώρα είμαι ικανοποιημένος.
Αν όμως τους μιλήσεις γιά μετάνοια, γιά εξομολόγησι, γιά αλλαγή ζωής, επαναστατούν και προτιμούν το ψέμα που τους επαναπαύει, παρά την αλήθεια που τους σώζει. Ευκολώτερα τους ικανοποιεί ο τύπος, παρά η αλήθεια. Πολύ σωστά το πνεύμα το Αγιο προείπε: «Εσται γάρ καιρός ότε της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται, αλλά κατά τας ίδιας επιθυμίας εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι την ακοήν, και από μεν της αληθείας την ακοήν αποστρέψουσιν, επί δε τους μύθους εκτραπήσονται» (Β' Τιμοθ.4,3-4).
Αλλά γιατί άραγε ο άνθρωπος αρέσκεται στό ψέμα και αποστρέφεται την αλήθεια; Διότι η αλήθεια ξεσκεπάζει, αποκαλύπτει, και ο άνθρωπος δεν θέλει την αλήθεια. Του αρέσει το ψέμα ότι εδώ είναι η κόλασι και ο Παράδεισος, παρά η αλήθεια, υπάρχει αιώνια ζωή, αιώνια κόλασι. Το ψέμα τον αναπαύει, τον βοηθά στα αμαρτωλά του σχέδια, το άλλο τον ταράζει, τον ανησυχεί. Του αρέσει το ψέμα, ότι όλα τελειώνουν στον τάφο, διότι με αυτό ναρκώνει τη συνείδησί του, ενώ η αλήθεια «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών» του δημιουργεί φόβο, ανησυχία, γι' αυτό προτιμά το ψέμα. Του αρέσει το ψέμα, ότι ο άνθρωπος δεν έχει ψυχή, ότι είναι ένα κτήνος, και τίποτε περισσότερο. Έτσι ευκολώτερα ικανοποιεί τη σάρκα και εφαρμόζει εκείνο που λεγαν οι Επικούρειοι: «φάγωμεν πίωμεν, αύριον γάρ απωθνήσκομεν». Του αρέσει το ψέμα ότι δεν υπάρχει Θεός, και μάλιστα προσπαθεί με επιχειρήματα να το σποδείξη, διότι έτσι αισθάνεται τον εαυτό του ελεύθερο, αδέσμευτο, και μοιάζει με την στρουθοκάμηλο, που κρύβει το κεφάλι της στην άμμο γιά να μη βλέπη τον κυνηγό.
Η άλήθεια είναι η μόνη δύναμι που μπορεί να μας σώση, να αλλάξη τη ζωή μας, να γκρεμίση και να ξανακτίση τον άνθρωπο πάνω σε θεμέλιο γερό. Ο Κύριος είπε «γνώσεσθε την αλήθειαν και η άλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωαν.8,32).
Αύτη την αλήθεια είναι ανάγκη να γνωρίσουμε, να ζητήσουμε, να εφαρμόσουμε στη ζωή μας, εάν θέλουμε να απαλλαγούμε από το ψεύδος, που τόσο έντεχνα ο διάβολος σκορπά, γιά να πλανήση τους άνθρώπους σκοτίζοντας την αλήθεια και το φώς.
Π.Π.
Διδαχές και Αποφθέγματα
Αγ.Ιωάννης Χρυσόστομος
Αφού είσαι φιλομαθής, γίνε και φιλόπονος. Διότι η γνώση απο μόνη της, κάνει τον άνθρωπο να φουσκώνει απο μεγάλη ιδέα για τον ευαυτό του.
Όσιος Ησύχιος ο Πρεσβύτερος
Ο Θεός όταν δει ότι εμείς δεν ενδιαφερόμαστε πλεον για τα υλικά αγαθά, τότε μας επιτρέπει να τα αποκτήσουμε και να τα χρησιμοποιούμε.Διότι τότε πλέον τα κατέχουμε σαν ελεύθεροι άνθρωπο και όχι όπως έχουν τα παιδά τα παιχνίδα τους.
Αγ.Ιωάννης Χρυσόστομος
Άνθρωπος είσαι, μη γίνεσαι θηρίο. Γι' αυτό σου δόθηκε το στόμα απο τον Θεό, όχι για να δαγκώνεις, αλλά για να παρηγορείς με τα λόγια σου.
Αγ.Ιωάννης Χρυσόστομος
Αν καλοταξιδεύεις , μην πεις μεγάλο λόγο προτού να δέσεις. Κοντά στο λιμάνι βούλιαξε καλοτάξιδο πλεούμενο και άλλοι σώθηκαν περνώντας μεγάλη τρικυμία. Να μια ασφάλεια: Μην περιγελάς τις τύχες των άλλων.
Αγ.Γρηγόριος Θεολόγος.
Ευσυνείδητε χριστιανέ, πρόσεχε! Και το μικρότερο παράπτωμα σου φαίνεται επάνω σου μεγάλο.Διότι οι λεκέδες είναι τόσο πιο εμφανείς όσο πιο καθαρό είναι το φόρεμα.
Αγ.Γρηγόριος Θεολόγος.
Μη νομίζεις ότι τις προσευχές, τη Θεία Μετάληψη και τους άλλους πνευματικούς σου αγώνες, τα χρησιμοποιείς για να πετάξεις το σταυρό απο πάνω σου, αλλά για να τον σηκώνεις με περισσότερη δύναμη και για μεγαλύτερη δόξα του Χριστού.
Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης
Η αγάπη της ατομικής φύσης μας είναι πολύ λεπτή και γι' αυτό σε λίγους γνωστή. Αυτή , λοιπόν, ζητάει κρυφά τα του εαυτού της και εμείς νομίζουμε ότι αρέσουν στον Θεο , η αλήθεια όμως δεν είναι έτσι.
Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης
Πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται κανείς τον άνεμο, που κινείται ακατάπαυστα, πιο σίγουρο είναι να εμπιστεύεται όσα χαράζουν τα παιδιά πάνω στην άμμο, όταν παίζουν , παρά την ανθρώπινη ευτυχία.
Αγ.Γρηγόριος Θεολόγος.
Εάν δεν δέχεσαι τον ξένο όπως θα δεχόσουν τον Χριστό, καλύτερα να μη τον δεχθείς καθόλου.Εάν όμως τον δέχεσαι σαν τον Χριστό, τότε μη ντραπείς να πλύνεις τα πόδια του Χριστού
Αγ. Ιωάννης Χυσόστομος.
Προσοχή! Ο Διάβολος ( για να σε παγιδέψει ) άλλαξε την σειρά των πραγμάτων και έδωσε την ντροπή στην μετάνοια και την παρρησία στην αμαρτία.
Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος.
Η αγάπη αλλάζει θετικά την φύση των πραγμάτων.
Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος.
Αν έχεις πολλά πλούτη τότε δεν έχεις αρκετή αγάπη.
Μ.Βασίλειος
Αυτός που αγαπά τον Θεό, πρώτα αγάπησε τον πλησίν. Διότι το δεύτερο είναι αναμφίβολα απόδειξη του πρώτου.
Αγ.Μάξιμος Ομολογητής.
Εστι δε χριστιανού το έργο ουδέν άλλο ή το μελετάν αποθνήσκειν
Αγ.Ιγνάτιος ο Θεοφόρος.
Εάν οι ορθοδοξοι χριστιανοί ήταν πιστοί ελεήμονες και πονόψυχοι, άπιστοι και αιρετικοί δεν θα υπήρχαν.
Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος.
Ποθεί η ψυχή μου τον Θεό και τον ζητώ, με δάκρυα. Εύσπλαχνε Κύριε, Συ βλέπεις την πτώση μου και τη θλίψη μου. Ταπεινά όμως παρακαλώ το έλεός Σου: Χορήγησέ μου, του αμαρτωλού , την χάρη του Αγίου Σου Πνεύματος. Η θύμησή της οδήγεί το νού μου να ξαναβρή την ευσπλαχνία Σου.
Αγ. Σιλουανός ο Αθωνίτης.
Όταν προσεύχεσαι μην αναφέρεις τις αμαρτίες των άλλων στο Θεό, για να μην σου υπενθυμίσει κι αυτός τις δικές σου.
Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος.
Όποιος κρατά στο χέρι του το ραβδί της προσευχής δεν θα σκοντάψει. Αλλά κι αν σκοντάψει δεν θα πέσει.
Άγ. Ιωάννης της Κλίμακος.
Αν είσαι θεολόγος θα προσευχηθείς αληθινά. και αν προσεύχεσαι αληθινά, τότε είσαι θεολόγος!
Αγ.Νείλος Ασκητής.
Στη διάρκεια της προσευχής προσπάθησε να ενώσεις το θέλημά σου με το θέλημα του Θεού και όχι να προσπαθήσεις να τραβήξεις το θέλημα του Θεού στο δικό σου θέλημα.
Αγ.Νικοδήμου Αγιορείτου
Όποιος αγαπάει τον Κύριο, σκέφτεται πάντα Εκείνον. Η θύμηση του Θεού γεννάει την προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε και δεν θα προσεύχεσαι και χωρίς την προσευχή, δεν θα παραμείνει η ψυχή στην αγάπη του Θεού , γιατί η χάρη του Αγίου Πνεύματος έρχεται με την προσευχή.
Αγ.Σιλουανός ο Αθωνίτης
Όταν ανακαλύπτεις την πύλη της καρδιάς σου, ανακαλύπτεις την πύλη του ουρανού.
Αγ.Ιωάννης Χρυσόστομός
Η προσευχή προφυλάσσει τον άνθρωπο απο την αμαρτία, γιατί ο νούς όταν προσεύχεται , είναι απασχολημένος με το Θεό και στέκεται με ταπεινό πνεύμα ενώπιον του Κυρίου, τον Οποίο γνωρίζει η ψυχή του προσευχόμενου.
Αγ.Σιλουανός ο Αθωνίτης.
Ευλογία
Ενορίας Σταυρού Βαρυπέτρου
Χανιά
2007
Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010
“Η εκκλησία έχει δικαίωμα να εκφράζει δημόσια την άποψή της”
Το δικαίωμα της εκκλησίας να εκφράζει δημόσια τη άποψή της για θέματα που αφορούν το λαό και ειδικά όταν πλήττεται, όπως σ’ αυτή συγκυρία, από την οικονομική κρίση, υπεραμύνεται ο μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλος.
Συνέντευξη στη Μαρία Καραούλη
Πρόκειται για έναν εκ των συγγραφέων της επιστολής που μοιράστηκε στους ναούς. Μιλώντας στη “ΜτΚ”, εκφράζει απερίφραστα την άποψη ότι η εκκλησία δικαιούται να παρεμβαίνει σε ένα τόσο σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα που αφορά όλους τους πολίτες της χώρας, αντικρούοντας την κριτική της κυβέρνησης περί του αντιθέτου. “Όσα γράφονται στη δημόσια επιστολή ειπώθηκαν από όλους πολιτικούς και μη. Γιατί λοιπόν δεν έχει δικαίωμα και η εκκλησία να μιλά;” αναρωτιέται ο ιεράρχης.
Να υπενθυμίσουμε ότι άμεση ήταν η αντίδραση της κυβέρνησης στο περιεχόμενο της επιστολής και διά του εκπροσώπου της Γιώργου Πεταλωτή διεμήνυσε ότι “το κείμενο ελάχιστη σχέση έχει με την πραγματικότητα. Το να έχουμε μια εκκλησία που κατανοεί τα προβλήματα είναι σημαντικό, αλλά πρέπει να έχουμε και μια εκκλησία που να βλέπει τα προστάγματα των καιρών”.
Σαφέστατος είναι ο κ. Παύλος και για τους λόγους που οδήγησαν τη χώρα μας στην οικονομική κρίση. “Οι ευθύνες είναι διαχρονικές και επιμερίζονται τόσο στις κυβερνήσεις όσο και στις συντεχνίες που δρούσαν προς ίδιο όφελος, αλλά και στην εκκλησία και στο λαό. Φταίμε όλοι”.
Η κατοχή μάς παραπέμπει και στην αντίσταση, μήπως η εκκλησία παροτρύνει το λαό σε άλλου είδους αντιδράσεις;
Κοιτάξτε, μιλάμε για κατοχή, διότι άλλοι μας επιβάλλουν σκληρά μέτρα. Δεν θέλω εγώ να πάρω αυτά τα μέτρα, αλλά μου τα επιβάλλουν άλλοι. Δεν το λέμε όλοι μας; Αν θέλουμε κάποια στιγμή σ’ αυτό το τόπο να καταλήξουμε κάπου, πρέπει να μη φοβηθούμε την αλήθεια και να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας.
“Το βασικό πρόβλημα με την κάρτα του πολίτη, που δεν αφορά μόνο την εκκλησία αλλά και την αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων, είναι να διασφαλιστεί η αξιοπρέπεια των ανθρώπων. Η επιτροπή της κυβέρνησης διαβεβαίωσε την αντίστοιχη της ιεράς συνόδου ότι δεν πρόκειται να θιγούν προσωπικά δεδομένα. Όταν όμως το σχέδιο νόμου αναρτήθηκε στο διαδίκτυο, διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν ασάφειες. Για παράδειγμα η αναγραφή του ΑΜΚΑ ενδεχομένως να παραπέμπει σε στοιχεία που αφορούν την υγεία του πολίτη. Εάν το τελικό νομοσχέδιο είναι σαφές και διασφαλίζει την αξιοπρέπεια του πολίτη, η εκκλησία δεν θα έχει καμιά αντίρρηση…”, ξεκαθάρισε ο κ. Παύλος.
Η δημιουργία (για παιδιά)
Από τη σειρά «Ιστορίες από την Παλαιά Διαθήκη» για παιδιά. Μετάφραση από τα ρωσικά: Ευγενία Τελιζένκο.
Επεξεργασία: Ἐνορία Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου 40 Εκκλησιών της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.
http://istologio.org/
Η Γέννηση
Ένα άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα. Χτύπησα την πόρτα και μπήκα.
Μου 'δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο σταυρό.
«Είδες - μου λέει - γεννήθηκε η ευσπλαχνία».
Έσκυψα τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ.
Γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες και δε θα 'χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ' αυτό.
Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010
Η Παρθένος σήμερον
Το χριστόψωμο
Μεταξὺ τῶν πολλῶν δημωδῶν τύπων, τοὺς ὁποίους θὰ ἔχωσι νὰ ἐκμεταλλευθῶσιν οἱ μέλλοντες διηγηματογράφοι μας, διαπρεπῆ κατέχει θέσιν ἡ κακὴ πενθερά, ὡς καὶ ἡ κακὴ μητρυιά. Περὶ μητρυιᾶς ἄλλωστε θὰ ἀποπειραθῶ νὰ διαλάβω τινά, πρὸς ἐποικοδόμησιν τῶν ἀναγνωστῶν μου. Περὶ μιᾶς κακῆς πενθερᾶς σήμερον ὁ λόγος.
Εἰς τί ἔπταιεν ἡ ἀτυχὴς νέα Διαλεχτή, οὕτως ὠνομάζετο, θυγάτηρ τοῦ Κασσανδρέως μπάρμπα Μανώλη, μεταναστεύσαντος κατὰ τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπανάστασιν εἰς μίαν τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου; Εἰς τί ἔπταιεν ἂν ἦτο στείρα καὶ ἄτεκνος; Εἶχε νυμφευθῆ πρὸ ἑπταετίας, ἔκτοτε δὶς μετέβη εἰς τὰ λουτρὰ τῆς Αἰδηψοῦ, πεντάκις τῆς ἔδωκαν νὰ πίη διάφορα τελεσιουργὰ βότανα, εἰς μάτην, ἡ γῆ ἔμενεν ἄγονος. Δυὸ ἢ τρεῖς γύφτισσαι τῆς ἔδωκαν νὰ φορέση περίαπτα θαυματουργὰ περὶ τὰς μασχάλας, εἰπούσαι αὐτῇ, ὅτι τοῦτο ἦτο τὸ μόνον μέσον, ὅπως γεννήσῃ, καὶ μάλιστα υἱόν. Τέλος καλόγηρός τις Σιναΐτης τῇ ἐδώρησεν ἡγιασμένον κομβολόγιον, εἰπῶν αὐτῇ νὰ τὸ βαπτίζῃ καὶ νὰ πίνῃ τὸ ὕδωρ. Τὰ πάντα μάταια.
Ἐπὶ τέλους μὲ τὴν ἀπελπισίαν ᾖλθε καὶ ἡ ἀνάπαυσις τῆς συνειδήσεως, καὶ δὲν ἐνόμιζεν ἐαυτὴν ἔνοχον. Τὸ αὐτὸ ὅμως δὲν ἐφρόνει καὶ ἡ γραῖα Καντάκαινα, ἡ πενθερά της, ἥτις ἐπέρριπτεν εἰς τὴν νύμφην αὐτῆς τὸ σφάλμα τῆς μὴ ἀποκτήσεως ἐγγόνου διὰ τὸ γῆρας της.
Εἶναι ἀληθές, ὅτι ὁ σύζυγος τῆς Διαλεχτῆς ἦτο τὸ μόνον τέκνον τῆς γραίας ταύτης, καὶ οὖτος δὲ συνεμερίζετο τὴν πρόληψιν τῆς μητρός του ἐναντίον τῆς συμβίας αὐτοῦ. Ἂν δὲν τῷ ἐγέννᾳ ἡ σύζυγός του, ἡ γενεὰ ἐχάνετο. Περίεργον, δέ, ὅτι πᾶς Ἕλλην τῆς ἐποχῆς μας ἱερώτατον θεωρεῖ χρέος καὶ ὑπερτάτην ἀνάγκην τὴν διαιώνισιν τοῦ γένους του.
Ἑκάστοτε, ὁσάκις ὁ υἱός της ἐπέστρεφεν ἐκ τοῦ ταξιδίου του, διότι εἶχε βρατσέραν, καὶ ἦτο τολμηρότατος εἰς τὴν ἀκτοπλοΐαν, ἡ γραῖα Καντάκαινα ἤρχετο εἰς προϋπάντησιν αὐτοῦ, τὸν ὡδήγει εἰς τὸν οἰκίσκον της, τὸν ἐδιάβαζε, τὸν ἐκατήχει, τοῦ ἔβαζε μαναφούκια, καὶ οὕτω τὸν προέπεμπε παρὰ τῇ γυναικὶ αὐτοῦ. Καὶ δὲν ἔλεγε τὰ ἐλαττώματά της, ἀλλὰ τὰ αὐγάτιζε, δὲν ἦτο μόνο «μαρμάρα», τουτέστι στείρα ἡ νύμφη της, τοῦτο δὲν ἤρκει, ἀλλ᾿ ἦτο ἄπαστρη, ἀπασσάλωτη, ξετσίπωτη κλπ. Ὅλα τὰ εἶχεν, «ἡ ποίσα, ἡ δείξα, ἡ ἄκληρη».
Ὁ καπετὰν Καντάκης, φλομωμένος, θαλασσοπνιγμένος, τὰ ἤκουεν ὅλα αὐτά, ἡ φαντασία του ἐφούσκωνεν, ἐξερχόμενος εἶτα συνήντα τοὺς συναδέλφους του ναυτικούς, ἤρχιζαν τὰ καλῶς ὤρισες, καλῶς σᾶς ηὕρα, ἔπινεν ἑπτὰ ἢ ὀκτὼ ρώμια, καὶ μὲ τριπλῆν σκοτοδίνην, τὴν ἐκ τῆς θαλάσσης, τὴν ἐκ τῆς γυναικείας διαβολῆς καὶ τὴν ἐκ τῶν ποτῶν, εἰσήρχετο οἴκαδε καὶ βάρβαροι σκηναὶ συνέβαινον τότε μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τῆς συζύγου του.
Οὕτως εἶχον τὰ πράγματα μέχρι τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 186… Ὁ καπετὰν Καντάκης πρὸ πέντε ἡμερῶν εἶχε πλεύσει μὲ τὴν βρατσέραν του εἰς τὴν ἀπέναντι νῆσον μὲ φορτίον ἀμνῶν καὶ ἐρίφων, καὶ ἤλπιζεν, ὅτι θὰ ἑώρταζε τὰ Χριστούγεννα εἰς τὴν οἰκίαν του. Ἀλλὰ τὸν λογαριασμὸν τὸν ἔκαμνεν ἄνευ τοῦ ξενοδόχου, δηλ. ἄνευ τοῦ Βορρᾶ, ὅστις ἐφύσησεν αἰφνιδίως ἄγριος καὶ ἔκλεισαν ὅλα τὰ πλοῖα εἰς τοὺς ὅρμους, ὅπου εὑρέθησαν. Εἴπομεν ὅμως, ὅτι ὁ καπετὰν Καντάκης ἦτο τολμηρὸς περὶ τὴν ἀκτοπλοΐαν. Περὶ τὴν ἑσπέραν τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων ὁ ἄνεμος ἐμετριάσθη ὀλίγον, ἀλλ᾿ οὐχ ἧττον ἐξηκολούθει νὰ πνέῃ. Τὸ μεσονύκτιον πάλιν ἐδυνάμωσε.
Τινὲς ναυτικοὶ ἐν τῇ ἀγορᾷ ἐστοιχημάτιζον, ὅτι, ἀφοῦ κατέπεσεν ὁ Βορρᾶς, ὁ καπετὰν Καντάκης θὰ ἔφθανε περὶ τὸ μεσονύκτιον. Ἡ σύζυγός του ὅμως δὲν ἦτο ἐκεῖ νὰ τοὺς ἀκούση καὶ δὲν τὸν ἐπερίμενεν. Αὕτη ἐδέχθη μόνο περὶ τὴν ἑσπέραν τὴν ἐπίσκεψιν τῆς πενθερᾶς της, ἀσυνήθως φιλόφρονος καὶ μηδιώσης, ἥτις τῇ εὐχήθῃ τὸ ἀπαραίτητον «καλὸ δέξιμο», καὶ διὰ χιλιοστὴν φορὰ τὸ στερεότυπον «μ᾿ ἕναν καλὸ γυιό».
Καὶ οὐ μόνον, τοῦτο, ἀλλὰ τῇ προσέφερε καὶ ἓν χριστόψωμο.
- Τὸ ζύμωσα μοναχή μου, εἶπεν ἡ θειὰ Καντάκαινα, μὲ γειὰ νὰ τὸ φᾶς.
- Θὰ τὸ φυλάξω ὡς τὰ Φῶτα, διὰ ν᾿ ἁγιασθῇ, παρετήρησεν ἡ νύμφη.
- Ὄχι, ὄχι, εἶπε μετ᾿ ἀλλοκότου σπουδῆς ἡ γραῖα, τὸ δικό της φυλάει ἡ κάθε μιὰ νοικοκυρὰ διὰ τὰ Φῶτα, τὸ πεσκέσι τρώγεται.
- Καλά, ἀπήντησεν ἠρέμα ἡ Διαλεχτή, τοῦ λόγου σου ξέρεις καλλίτερα.
Ἡ Διαλεχτὴ ἦτο ἀγαθωτάτης ψυχῆς νέα, οὐδέποτε ἠδύνατο νὰ φαντασθῇ ἢ νὰ ὑποπτεύσῃ κακό τι.
«Πῶς τὤπαθε ἡ πεθερά μου καὶ μοῦ ἔφερε χριστόψωμο», εἶπε μόνον καθ᾿ ἐαυτήν, καὶ ἀφοῦ ἀπῆλθεν ἡ γραῖα ἐκλείσθη εἰς τὴν οἰκίαν της καὶ ἐκοιμήθη μετὰ τίνος δεκαετοῦς παιδίσκης γειτονοπούλας, ἥτις τῇ ἔκανε συντροφίαν, ὁσάκις ἔλειπεν ὁ σύζυγός της. Ἡ Διαλεχτὴ ἐκοιμήθη πολὺ ἐνωρίς, διότι σκοπὸν εἶχε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν ἐκκλησίαν περὶ τὸ μεσονύκτιον. Ὁ ναὸς δὲ τοῦ Ἁγίου Νικολάου μόλις ἀπεῖχε πεντήκοντα βήματα ἀπὸ τῆς οἰκίας της.
Περὶ τὸ μεσονύκτιον ἐσήμαναν παρατεταμένως οἱ κώδωνες. Ἡ Διαλεχτὴ ἠγέρθη, ἐνεδύθη καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν. Ἡ παρακοιμωμένη αὐτὴ κόρη ἦτο συμπεφωνημένον, ὅτι μόνον μέχρι οὗ σημάνη ὁ ὄρθρος θὰ ἔμενε μετ᾿ αὐτῆς, ὅθεν ἀφυπνίσασα αὐτὴν τὴν ὡδήγησε πλησίον τῶν ἀδελφῶν της. Αἱ δυὸ οἰκίαι ἐχωρίζοντο διὰ τοίχου κοινοῦ.
Ἡ Διαλεχτὴ ἀνῆλθεν εἰς τὸν γυναικωνίτην τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ μόλις παρῆλθεν ἠμίσεια ὥρα καὶ γυνή τις πτωχὴ καὶ χωλὴ δυστυχής, ἥτις ὑπηρέτει ὡς νεωκόρος τῆς ἐκκλησίας, ἐλθοῦσα τῇ λέγει εἰς τὸ οὖς.
- Δόσε μου τὸ κλειδί, ἦλθε ὁ ἄντρας σου.
- Ὁ ἄντρας μου! ἀνεφώνησεν ἡ Διαλεχτὴ ἔκπληκτος.
Καὶ ἀντὶ νὰ δώσῃ τὸ κλειδὶ ἔσπευσε νὰ καταβῇ ἡ ἰδία.
Ἐλθοῦσα εἰς τὴν κλίμακα τῆς οἰκίας, βλέπει τὸν σύζυγόν της κατάβρεκτον, ἀποστάζοντα ὕδωρ καὶ ἀφρόν.
- Εἶμαι μισοπνιγμένος, εἶπε μορμυρίζων οὗτος, ἀλλὰ δὲν εἶναι τίποτε. Ἀντὶ νὰ τὸ ρίξωμε ἔξω, τὸ καθίσαμε στὰ ρηχά.
- Πέσατε ἔξω; ἀνέκραξεν ἡ Διαλεχτή.
- Ὄχι, δὲν εἶναι σοῦ λέω τίποτε. Ἡ βρατσέρα εἶναι σίγουρη, μὲ δυὸ ἄγκουρες ἀραγμένη καὶ καθισμένη.
- Θέλεις ν᾿ ἀνάψω φωτιά;
- Ἄναψε καὶ δόσε μου ν᾿ ἀλλάξω.
Ἡ Διαλεχτὴ ἐξήγαγε ἐκ τοῦ κιβωτίου ἐνδύματα διὰ τὸν σύζυγόν της καὶ ἤναψε πῦρ.
- Θέλεις κανένα ζεστό;
- Δὲν μ᾿ ὠφελεῖ ἐμένα τὸ ζεστό, εἶπεν ὁ καπετὰν Καντάκης. Κρασὶ νὰ βγάλῃς.
Ἡ Διαλεχτὴ ἐξήγαγεν ἐκ τοῦ βαρελίου οἶνον.
- Πῶς δὲν ἐφρόντισες νὰ μαγειρεύσῃς τίποτε; εἶπε γογγύζων ὁ ναυτικός.
- Δὲν σ᾿ ἐπερίμενα ἀπόψε, ἀπήντησε μετὰ ταπεινότητος ἡ Διαλεχτή. Κρέας ἐπῆρα. Θέλεις νὰ σοῦ ψήσω πριζόλα;
- Βάλε, στὰ κάρβουνα, καὶ πήγαινε σὺ στὴν ἐκκλησιά σου, εἶπεν ὁ καπετὰν Καντάκης. Θὰ ἔλθω κι ἐγὼ σὲ λίγο.
Ἡ Διαλεχτὴ ἔθεσε τὸ κρέας ἐπὶ τῆς ἀνθρακιᾶς, ἥτις ἐσχηματίσθη ἤδη, καὶ ἡτοιμάζετο νὰ ὑπακούσῃ εἰς τὴν διαταγὴν τοῦ συζύγου της, ἥτις ἦτο καὶ ἰδική της ἐπιθυμία, διότι ἤθελε νὰ κοινωνήσῃ. Σημειωτέον ὅτι τὴν φράσιν «πήγαινε σὺ στὴν ἐκκλησιά σου» ἔβαψεν ὁ Καντάκης διὰ στρυφνῆς χροιᾶς.
- Ἡ μάννα μου δὲ θὰ τὤμαθε βέβαια ὅτι ᾖλθα, παρετήρησεν αὖθις ὁ Καντάκης.
- Ἐκείνη εἶναι στὴν ἐνορία της, ἀπήντησεν ἡ Διαλεχτή. Θέλεις νὰ τῆς παραγγείλω;
- Παράγγειλέ της νὰ ἔλθῃ τὸ πρωί.
Ἡ Διαλεχτὴ ἐξῆλθεν. Ὁ Καντάκης τὴν ἀνεκάλεσεν αἴφνης.
- Μὰ τώρα εἶναι τρόπος νὰ πᾶς ἐσὺ στὴν ἐκκλησιά, καὶ νὰ μὲ ἀφήσεις μόνον;
- Νὰ μεταλάβω κι ἔρχομαι, ἀπήντησεν ἡ γυνή.
Ὁ Καντάκης δὲν ἐτόλμησε ν᾿ ἀντείπῃ τι, διότι ἡ ἀπάντησις θὰ ἦτο βλασφημία. Οὐχ ἧττον ὅμως τὴν βλασφημίαν ἐνδιαθέτως τὴν ἐπρόφερεν.
Ἡ Διαλεχτὴ ἐφρόντισε νὰ στείλη ἀγγελιοφόρον πρὸς τὴν πενθεράν της, ἕνα δωδεκαετῆ παῖδα τῆς αὐτῆς ἐκείνης γειτονικῆς οἰκογενείας, ἧς ἡ θυγάτηρ ἐκοιμήθη ἀφ᾿ ἑσπέρας πλησίον της, καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸν ναόν.
Ὁ Καντάκης, ὅστις ἐπείνα τρομερά, ἤρχισε νὰ καταβροχθίζῃ τὴν πριζόλαν. Καθήμενος ὀκλαδὸν παρὰ τὴν ἑστίαν, ἐβαρύνετο νὰ σηκωθῆ καὶ ν᾿ ἀνοίξη τὸ ἑρμάρι διὰ νὰ λάβη ἄρτον, ἀλλ᾿ ἀριστερόθεν αὐτοῦ ὑπεράνω τῆς ἑστίας ἐπὶ μικροῦ σανιδώματος εὑρίσκετο τὸ Χριστόψωμον ἐκεῖνο, τὸ δῶρον τῆς μητρός του πρὸς τὴν νύμφην αὐτῆς. Τὸ ἔφθασε καὶ τὸ ἔφαγεν ὁλόκληρον σχεδὸν μετὰ τοῦ ὀπτοῦ κρέατος.
Περὶ τὴν αὐγήν, ἡ Διαλεχτὴ ἐπέστρεψεν ἐκ τοῦ ναοῦ, ἀλλ᾿ εὗρε τὴν πενθεράν της περιβάλλουσαν διὰ τῆς ὠλένης τὸ μέτωπον τοῦ υἱοῦ αὐτῆς καὶ γοερῶς θρηνοῦσαν.
Ἐλθοῦσα αὕτη πρὸ ὀλίγων στιγμῶν τὸν εὗρε κοκκαλωμένον καὶ ἄπνουν. Ἐπάρασα τοὺς ὀφθαλμούς, παρετήρησε τὴν ἀπουσίαν τοῦ Χριστοψώμου ἀπὸ τοῦ σανιδώματος τῆς ἑστίας, καὶ ἀμέσως ἐνόησε τὰ πάντα. Ὁ Καντάκης ἔφαγε τὸ φαρμακωμένο χριστόψωμο, τὸ ὁποῖον ἡ γραῖα στρίγλα εἶχε παρασκευάσει διὰ τὴν νύμφην της.
Ἰατροὶ ἐπιστήμονες δὲν ὑπῆρχον ἐν τῇ μικρᾷ νήσῳ· οὐδεμία νεκροψία ἐνεργήθη. Ἐνομίσθη, ὅτι ὁ θάνατος προῆλθεν ἐκ παγώματος συνεπείᾳ τοῦ ναυαγίου. Μόνη ἡ γραῖα Καντάκαινα ἤξευρε τὸ αἴτιον τοῦ θανάτου. Σημειωτέον, ὅτι ἡ γραῖα, συναισθανθεῖσα καὶ αὐτὴ τὸ ἔγκλημά της, δὲν ἐμέμφθη τὴν νύμφην της. Ἀλλὰ τοὐναντίον τὴν ὑπερήσπισε κατὰ τῆς κακολογίας ἄλλων.
Ἐὰν ἔζησε καὶ ἄλλα κατόπιν Χριστούγεννα, ἡ ἄστοργος πενθερὰ καὶ ἀκουσία παιδοκτόνος, δὲ θὰ ἦτο πολὺ εὐτυχὴς εἰς τὸ γῆρας της.
(«Ἐφημερίς», 26 Δεκεμβρίου 1887)
Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010
Η αγιότητα και η γνώση
π. Αλέξανδεος Ελτσανίνωφ.