«καθάπερ λιμένας ἐν πελάγει, οὕτω τὰς ἐκκλησίας ἐν ταῖς πόλεσιν ἔπηξεν ὁ Θεὸς, ἵνα ἀπὸ τῆς ζάλης τῶν βιοτικῶν θορύβων ἐνταῦθα καταφεύγοντες, γαλήνης μεγίστης ἀπολαύωμεν. Οὐδὲ γὰρ κυμάτων ἔστιν ἐνταῦθα δεῖσαι τρικυμίαν, οὐ λῃστῶν ἐπιδρομὰς, οὐ κακούργων ἔφοδον, οὐ πνευμάτων βίας, οὐ θηρίων ἐπιβουλάς· λιμὴν γάρ ἐστιν ἁπάντων τούτων ἀπηλλαγμένος, λιμήν ἐστι ψυχῶν πνευματικός. Καὶ τῶν λεγομένων μάρτυρες ὑμεῖς. Εἰ γάρ τις ὑμῶν τὸ συνειδὸς ἀναπτύξειε νῦν, πολλὴν ἔνδον εὑρήσει τὴν ἡσυχίαν· οὐ θυμὸς γὰρ ἐνοχλεῖ, οὐκ ἐπιθυμία φλέγει, οὐ βασκανία τήκει, οὐκ ἀπόνοια φυσᾷ, οὐ κενοδοξίας ἔρως διαφθείρει, ἀλλὰ πάντα ταῦτα κατέσταλται τὰ θηρία…» (Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, M.G. 49, 363).
Απόδοση
Όπως το λιμάνι στο πέλαγος, το ίδιο ο Θεός στερέωσε μέσα στις πόλεις τις εκκλησίες, για να απολαύσουμε τη μέγιστη γαλήνη καταφεύγοντας σε αυτές, μακρυά απο τη ζάλη των βιοτικών θορύβων. Γιατί εδώ δεν υπάρχει ο φόβος της τρικιμίας, της επιδρομής ληστών, η έφοδος των κακούργων, η βία των πνευμάτων , οι επιβουλές των θηρίων. Γιατί η εκκλησία είναι λιμάνι απαλλαγμένο απο όλα αυτά, είναι πνευματικό λιμάνι ψυχών. Εμείς είμαστε οι μαρτυρες για αυτά που λεμε. Αν τώρα ερευνήσει κάποιος την συνείδησή σου θα βρεί πολύ ησυχία. Δεν τον ενοχλεί ο θυμός, δεν τον φλέγει η επιθυμία, δεν τον λιώνει η βασκανία, δεν φοβάται στην στέρηση του νού, δεν τον διαφθείρει ο έρωτας της κενοδοξίας, αλλά δαμάζει όλα αυτά τα θηρία...
Ο Ιούδας ήταν με το μέρος των μαθητών και ο ληστής με το μέρος των φονιάδων. Και -ω του θαύματος!- σε μια στιγμή πώς άλλαξαν θέση… (Ιω. Κλίμακος)