Απόδοση στη νέα ελληνική: Ευανθία Χατζή
Επιμέλεια κειμένου-επίμετρο: Γιώργος Μπάρλας
Ἡ Σωτηρία κατορθώνεται καὶ μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴ θέληση τοῦ ἀνθρώπου
Παρὰ
τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ θεία φιλανθρωπία εἶναι ἄπειρη, καὶ πλούσια ἡ Χάρη τοῦ
Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἐντούτοις ἡ σωτηρία εἶναι ἀδύνατη
χωρὶς τὴ συγκατάθεση καὶ τὴ συνεργασία τοῦ ἀνθρώπου. Πρῶτος αὐτὸς
ὀφείλει νὰ συναισθανθεῖ ὅτι ἁμάρτησε · νὰ μεταμεληθεῖ, νὰ ἐπιθυμήσει καὶ
νὰ ἐπιζητήσει τὴ σωτηρία του καὶ ἔτσι ἡ Χάρη νὰ τὸν ἐπιβραβεύσει μὲ
αὐτήν. Διότι ἡ συναίσθηση καὶ ἡ μεταμέλεια, ὁ πόθος τῆς σωτηρίας καὶ ἡ
ἀναζήτησή της, εἶναι ἔνδειξη τῆς ἐπιστροφῆς πρὸς τὸν Θεό, εἶναι σημεῖο
ἀποστροφῆς τῆς ἁμαρτίας καὶ διάθεση ἀσκήσεως στὴν ἀρετή, εἶναι κατά
κάποιο τρόπο ἐπίκληση τῆς θείας εὐσπλαχνίας, ἡ ὁποία βιάζεται νὰ ἐλεήσει τὸν παραπλανημένο. Ὥστε γιὰ νὰ μᾶς σώσει ἡ Χάρη, πρέπει νὰ θέλουμε νὰ σωθοῦμε. Γι’ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια δίνουν μαρτυρία οἱ θεῖοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέει: «ἡ Χάρη, παρότι εἶναι Χάρη, σώζει μόνο αὐτοὺς ποὺ τὸ θέλουν». Ἐπίσης καὶ ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος βεβαιώνει: «τὸ νὰ σωθοῦμε προϋποθέτει καὶ τὴ δική μας συμμετοχή καὶ τοῦ Θεοῦ» · καὶ ὁ Ἰουστῖνος προσθέτει: «Ἂν καὶ ὁ Θεὸς ἔπλασε μόνος τὸν ἄνθρωπο, δὲν σώζει τὸν ἄνθρωπο δίχως τὴ συγκατάθεσή του». Πλανῶνται αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ σωθεῖ μόνο μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἢ μόνο μὲ τὴ δική
του
θέληση, δίχως τὴ θεία Χάρη. Γιατὶ ἡ μέν Χάρη, ὅπως ἐπισημάναμε, δὲν
σώζει παρὰ μόνο ὅσους μετανόησαν καὶ ἐπέστρεψαν στὸν Κύριο, ἐνῶ ἡ θέληση
χωρὶς τὴ Χάρη εἶναι ἀνεπαρκὴς γιὰ τὴ σωτηρία, γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ἀδυνατεῖ
ἀπὸ μόνος του νὰ δικαιώσει τὸν ἑαυτό του ἀπέναντι στὸν Θεό. Ὡστόσο, ἡ
ἀδυναμία του ἔχει διαπιστωθεῖ ἤδη στὰ πολλὰ χρόνια τῆς ὑποδουλώσεώς του
στὴν ἁμαρτίακαὶ
τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου, χρόνια κατὰ τὰ ὁποῖα παρέμενε ἐκεῖ
δουλεύοντας χωρὶς τὴ θέλησή του καὶ στενάζοντας καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν
κατάσταση δὲν μπόρεσε νὰ τὸν ἐλευθερώσει οὔτε ἡ ἐξέλιξή του οὔτε ἡ σοφία
του οὔτε τίποτα ἄλλο.
Γιὰ τὴ δύναμη τῆς ἀνθρώπινης θελήσεως ὡς μόνης ἱκανῆς γιὰ τὴ σωτηρία, πρῶτος ἐγνωμάτευσε ὁ Πελάγιος, κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου μ.Χ.
αἰώνα, καὶ οἱ Πελαγιανοί, ποὺ τὸν ἀκολούθησαν. Γιὰ τὴ δύναμη τῆς θείας
Χάριτος ὡς τῆς μόνης ποὺ σώζει τὸν ἄνθρωπο ἀποφάνθηκαν καταπολεμώντας
τὸν Πελάγιο δύο σπουδαῖοι Πατέρες τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἱερὸς
Αὐγουστῖνος καὶ ὁ Ἱερώνυμος, ζητώντας τὴν ἀποκήρυξη τῆς ἐσφαλμένης
διδασκαλίας τοῦ Πελαγίου. Ὡστόσο, σύνολη ἡ Ἐκκλησία, ἀφοῦ βάδισε τὴ μέση
ὁδό, κήρυξε καὶ τὶς δύο πλευρὲς λανθασμένες καὶ δογμάτισε ὅτι «ἡ
σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου κατορθώνεται μὲ τὴ θεία Χάρη καὶ μὲ τὴ θέληση καὶ
τὴ συνεργασία τοῦ ἰδίου». Ἡ γνώμη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ μόνη ὀρθὴ καὶ
σύμφωνη
μὲ τὶς Ἅγιες Γραφές. Ἀπὸ αὐτὲς τὶς Ἅγιες Γραφὲς παρουσιάζεται ὅτι
ἀπαιτοῦνται καὶ τά δύο, καὶ ἡ Χάρη καὶ ἡ συγκατάθεση τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ
τὴ σωτηρία του. Ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια τοῦ Σωτήρα θεωρεῖται δεδομένη ἡ
ἀνάγκη συνυπάρξεως καὶ τῶν δύο. Ὁ Κύριος ἐρχόμενος γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ
ἀνθρώπινου γένους, δὲν τοὺς ἔσωζε ὅλους, παρόλο ποὺ ἤθελε νὰ σωθοῦν ὅλοι
καὶ νὰ ἔλθουν στὴν ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ μόνο αὐτοὺς ποὺ τὸν
ἀκολουθοῦσαν∙ γι’ αὐτὸ ὅταν κήρυττε τοὺς ἔλεγε: «ὅποιος θέλει νὰ μὲ
ἀκολουθήσει, πρέπει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του» γιὰ τὴ σωτηρία ἀπαιτοῦσε
αὐταπάρνηση, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατον νὰ συμβεῖ δίχως τὴ συγκατάθεση καὶ
τὴν ἀτομικὴ θέληση. Ἐπίσης, κηρύττει σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀποδέχονται τὴ
σωτηρία ὡς προερχόμενη ἀπὸ τὴν ἐκτέλεση τῶν ἔργων τοῦ νόμου, δηλαδὴ ἀπὸ
τὴν ἀνθρώπινη θέληση καὶ μόνο, λέγοντας: «Ἐγὼ εἶμαι ἡ θύρα · ἀπὸ μένα
ἐὰν κάποιος εἰσέλθει θὰ σωθεῖ» ( Ἰωάν. ι΄ 9) καί «χωρὶς ἐμένα δὲν
μπορεῖτε τίποτα νὰ κάνετε» ( Ἰωάν. ιε΄ 5), ἀπὸ τὰ ὁποῖα φανερώνεται ἡ
ἀνάγκη τῆς συνυπάρξεως ἀμφοτέρων. Στὴ σωτηρία λοιπὸν τοῦ ἀνθρώπου
συνεργοῦν συγχρόνως καὶ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ μέν
Χάρη τοῦ Θεοῦ προσκαλεῖ, διαφωτίζει τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά, ἡ δὲ θέληση
συνεργεῖ στὴ διάνοιξη τῶν ὀφθαλμῶν καὶ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς. Ἡ
σωτηρία λοιπὸν ξεκινάει ἀπὸ τὴ Χάρη, μορφοποιεῖται ἀπὸ τὴ θέληση καὶ
τελειοποιεῖται ἀπὸ τὴ Χάρη ἡ ὁποία τὴ στεφανώνει.Ἡ παραβολὴ τοῦ Σπορέα
εἶναι πρόσφορο παράδειγμα. Ὁ σπορέας ἔσπειρε, ἡ ἀγαθὴ γῆ δέχθηκε, ὁ δὲ
Θεὸς αὔξησεκαὶ εὐλόγησε. Ὥστε εἶναι ἀνάγκη νὰ θέλουμε νὰ σωθοῦμε, γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἡ συνήθεια τοῦ νὰ ἁμαρτάνεις φέρνει θάνατο
Ἀπέναντι
στὴν ἁμαρτία ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε ἀνένδοτοι, γιατὶ καὶ μία φορὰ νὰ
ὑποκλέψει τὴ συγκατάθεσή μας, καθίσταται ἀληθινὸς κύριός μας. Πρόσφορο
παράδειγμα ποὺ ὑποδεικνύει τὸν ὕπουλο καὶ τυραννικὸ χαρακτήρα τῆς
ἁμαρτίας εἶναι ὁ τρόπος τῆς Σεμιράμιδος, μὲ τὸν ὁποῖο ὑφάρπαξε τὴ
βασιλεία καὶ ἔγινε αὐτοκράτειρα. Ἡ Σεμίραμις κατόρθωσε μὲ παντὸς εἴδους
θωπεῖες νὰ πείσει τὸν σύζυγό της Νῖνο, βασιλιὰ τῆς Ἀσσυρίας, νὰ
παραιτηθεῖ γιὰ μία μόνο ἡμέρα ἀπὸ τὸ ἀξίωμά του καὶ νὰ τῆς παραδώσει τὸ
σκῆπτρο τῆς βασιλείας. Ἀλλὰ ποιὸ ὑπῆρξε τὸ πρῶτο ἔργο τῆς νέας
αὐτοκράτειρας; Νὰ διατάξει νὰ φονευθεῖ ὁ Νῖνος ὁ βασιλιὰς καὶ σύζυγός
της, ὥστε νὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἐξουσία ἰσοβίως πρὸς ὄφελός της. Ἡ
παρομοίωση εἶναι πλήρης καὶ ταιριάζει σὲ ὅλα. Ἡ ἁμαρτία, ὅπως ἡ
Σεμίραμις ποὺ ἀγωνίζεται μὲ παντὸς εἴδους θωπεῖες νὰ πετύχει τὴ
συγκατάθεση τοῦ ἀνθρώπου, ἀμέσως μόλις κατορθώσει αὐτὸ ποὺ ποθεῖ,
κατακυριεύει, αἰχμαλωτίζει καὶ θανατώνει τὸ λογικό. Ἐγκαθιστᾶ τὸν θρόνο
της στὴν καρδιὰ καὶ τὴν κατευθύνει σὲ ὅλο τὸν βίο. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἁμαρτία,
αὐτὰ τὰ χαρακτηριστικά της. Ὄχι λοιπόν, ἂς μὴν ὑποχωρήσουμε ποτὲ στὶς
θωπεῖες της ∙ ἂς μὴν παραδώσουμε σ’ αὐτὴν τὴν ἐξουσία∙ ἂς μὴν πράξου με
ὅ,τι δὲν θέλει ἡ ἐσωτερική μας διάθεση ∙ ἂς μὴν ὑποδουλώσουμε τὴν
ἐλεύθερη θέλησή μας στὴ θέληση τῆς ἁμαρτίας ∙ ἂς μὴ συγκατατεθοῦμε σὲ
ὅ,τι εἶναι ἀντίθετο πρὸς τὸν ἠθικὸ νόμο. Τίποτα ἂς μὴν καταστήσει τὴν
καρδιά μας μαλ-
θακή.
Ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ δελεαστικὰ λόγια, ἂς ἀναδείξουν τὴν καρδιά μας
σκληρότερη ἀπὸ τὸν χάλυβα. Νὰ μὴ μᾶς κάνουν καμία ἐντύπωση τὰ δάκρυα, οἱ
στεναγμοί, οἱ ὑποσχέσεις, οἱ ἀπειλές. Νὰ μείνουμε σταθεροὶ καὶ
ἀκλόνητοι στὸ φρόνημά μας, ὥστε νὰ μὴ μᾶς συμβεῖ ὕστερα ἀπὸ λίγο τὰ
στεγνὰ μάγουλά μας νὰ τὰ μουσκέψουν δάκρυα ἄκαρπης μετάνοιας. Ἡ ἄνανδρη
ὑποχώρηση θὰ μᾶς προσκομίσει διπλὰ δεινά ∙ πρῶτα τὴ ντροπὴ καὶ ὕστερα τὴ
δυστυχία. Ἀντιθέτως, ἡ ἀνδρεία θὰ προσκομίσει τὸ θάρρος, τὴ δόξα καὶ
τὴν εὐτυχία. Τὰ πιὸ κατάλληλα παραδείγματα τὰ ὑποδεικνύει ἡ Ἁγία Γραφή.
Ἀπὸ μὲν τοὺς ἄνδρες, τὸν πάγκαλοἸωσήφ, ὁ ὁποῖος ὑπέμεινε κάθε
κακοπάθεια, ἀκόμη καὶ τὸν θάνατο, προκειμένου νὰ τηρήσει τὶς ἠθικές του
ἀρχές, νὰ
τηρήσει
τὴν ἠθική του ἐλευθερία, νὰ τηρήσει τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ δὲ τὶς
γυναῖκες, τὴν ἐνάρετη Σωσάννα, ἡ ὁποία προτίμησε τὸν θάνατο ἀπὸ τὴν
ἁμαρτία. Ἐὰν ὁ Νῖνος ἔμενε ἀνυποχώρητος στὶς θωπεῖες τῆς Σεμιράμιδος,
αὐτὴ θὰ ἔμενε ὑποταγμένη σ’ αὐτὸν γιὰ ὅλη της τὴ ζωή. Σταθερότητα λοιπὸν
καὶ ἀνδρεία, γιατὶ μόνο μὲ αὐτὰ θὰ διατηρήσουμε τὴν ἡγεμονία τοῦ
λογικοῦ καὶ τὴν ἠθική μας ἐλευθερία.
Τὸ
παράδειγμα τοῦ Νίνου μᾶς διδάσκει ὅτι ὄχι μόνο ἡ ἰσχυρὴ ἁμαρτωλὴ
συνήθεια, ἀλλὰ καὶ ἡ ἁμαρτία ποὺ διαπράχθηκε μία καὶ μόνο φορὰ εἶναι
κάτι ἐπικίνδυνο καὶ φοβερό. Ὡς ἐκ τούτου, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀποφεύγουμε
τὴν ἁμαρτία μέ ὅλη μας τὴ δύναμη. Ὡστόσο, ἐὰν ἁμαρτήσουμε, γρήγορα νὰ
μετανοήσουμε ὥστε νὰ μὴν ὑποδουλωθοῦμε. «Ἐὰν τὸ νὰ ἁμαρτήσει κανεὶς
εἶναι βαρύ», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «τὸ νὰ ἐπιμείνει στὴν ἁμαρτία πόσο
βαρύτερο εἶναι;»· καὶ ὁ θεῖος Χρυσόστομος προσθέτει: «δὲν εἶναι φοβερὸ
τὸ νὰ πέσεις, ἀλλὰ τὸ νὰ πέσεις καὶ νὰ μὴ σηκώνεσαι, τὸ νὰ κακοπαθεῖς μὲ
τὴ θέλησή σου καὶ νὰ ἔχεις ἀποβλακωθεῖ ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς τῆς
ἀπογνώσεως, προσπαθώντας νὰ κρύψεις τὴν ἀσθενική σου προαίρεση» · καὶ ἀμέσως:
«τὸ νὰ ἁμαρτάνει κανεὶς εἶναι ἴσως ἀνθρώπινο, τὸ νὰ ἐπιμένει ὅμως στὴν
ἁμαρτία δὲν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ ὁλωσδιόλου σατανικό».
Περὶ τῆς ἀληθινῆς μετάνοιας καὶ τῶν καρπῶν της
Ἡ
ἀληθινὴ μετάνοια καθιστᾶ καθαρὸ τὸν νοῦ ἐκείνου ποὺ μετανοεῖ, λέει ὁ
σοφὸς Δίδυμος.Ἐπίσης, ὁ ἅγιος Νεῖλος λέει ὅτι ἡ ἀγαθὴ μεταμέλεια ἔχει
μεγάλη δύναμη γιὰ τὴ σωτηρία, γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει συνεχῶς νὰ τὴν
καλλιεργοῦμε, ὥστε νὰ σωθοῦμε καὶ νὰ μὴ χαθοῦμε, γιατὶ ὅταν ἐπιστρέψεις
καὶ στενάξεις, τότε θὰ σωθεῖς, καθὼς λέει ὁ προφήτης Ἡσαΐας: «Ἡ κατὰ
Θεὸν λύπη ὁδηγεῖ στὴ μετάνοια καὶ κατεργάζεται ἔτσι τὴ σωτηρία». Κανεὶς
δὲν θὰ χαθεῖ, ἐὰν ὠφελεῖται ἀπὸ τὸ δραστικὸ φάρ-
μακο
τῆς μετάνοιας. Ὁ δὲ θεῖος Χρυσόστομος λέει: «Ἡ μετάνοια γίνεται
πρόξενος τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, εἴσοδος στὸν Παράδεισο καὶ ἀπόλαυση
αἰώνιας εὐδαιμονίας. Αὐτὸς ποὺ μετανόησε γιὰ τὰ δεινὰ ποὺ ἔπραξε, ἀκόμη
καὶ ἂν δὲν δείξει
μετάνοια ἄξια τῶν ἁμαρτημάτων του, ἔχει ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀνταπόδοση γι’
αὐτὴν τὴ μετάνοια ποὺ ἐπέδειξε». Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς τονίζει: «Ἡ
ἀληθινὴ μετάνοια ποτὲ πλέον δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο νὰ βρεθεῖ ἔνοχος στὰ
ἴδια, ἀλλὰ ξεριζώνει ἀπὸ τὴν ψυχή, ἐκ βάθους, τὰ ἁμαρτήματα, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων ἡ ψυχή του γνώρισε τὸν θάνατο»∙
καὶ ἀμέσως: «τὸ νὰ πάψεις νὰ βλέπεις πλέον πρὸς τὰ πίσω, σημαίνει ὅτι
πράγματι ξέφυγες ἀπὸ τὴν ἁμαρτία» · καὶ κάπου ἀλλοῦ: «Καλὸ μὲν εἶναι τὸ
νὰ μὴν ἁμαρτάνεις, ἀγαθὸ δὲ καὶ αὐτοὶ ποὺ ἁμαρτάνουν νὰ μετανοοῦν, ὅπως
εἶναι ἄριστο τὸ νὰ ὑγιαίνεις πάντοτε, καλὸ ὅμως καὶ ὅταν ἀναλαμβάνεις
μετὰ τὴν ἀσθένεια». Ἀκόμη, ὁ Μέγας Βασίλειος προτρέπει λέγοντας: «Μὴν
ἀπελπίζεσαι, οὔτε νὰ ἀφήνεις τὴν προσευχή, ἀλλὰ ἔλα ὅπως εἶσαι
ἁμαρτωλός, γιὰ νὰ δοξάσεις καὶ σὺ τὸν Δεσπότη καὶ νὰ προσφέρεις τὰ δικά
σου δῶρα ἀγάπης γιὰ τὴ συγχώρεση ποὺ σοῦ προσέφερε. Γιατὶ ἂν φοβηθεῖς νὰ
προσέλθεις, τότε ἐμποδίζεις νὰ ἔλθει σὲ σένα ἡ ἀγαθότητά Του καὶ
κωλύεις τὴν πλουσιοπάροχη δικαιοσύνη Του, ποὺ ὁπωσδήποτε θὰ σὲ
ἐπισκεπτόταν». Καὶ προσθέτει: «ὑποφέραμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, ἂς
γιατρευτοῦμε μὲ τὴ μετάνοια∙ ἀλλὰ μετάνοια χωρὶς νηστεία, μένει ἀκαλλιέργητη».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου