Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

π. Αντώνιος (Bloom): H Ὑπαπαντή του Χριστού



Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ· ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτή­ριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ» (Λκ. 2. 29­32)

Tὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Συ­μεών σημειώνουν τὸ τέλος μιᾶς μακρᾶς περιόδου, χι­λιάδων χρόνων κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὁποίων οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν χωρὶς τὸ Θεό· εἶχαν περάσει χιλιά­δες χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Ἀδὰμ εἶχε χύσει τὸ πρῶτο του δάκρυ, ἀπὸ τότε ποὺ εἶχε θρηνήσει γιὰ πρώτη φορὰ πάνω στὴ γῆ ἐκείνη στὴν ὁποία δὲν εὕρισκες πιὰ τὸ Θεὸ ἀνάμεσα στὰ πλάσματά Του.


Ὁλόκλη­ρη ἡ γῆ, ὅλο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ποθοῦσε τὴν ἡμέρα ἐκείνη ποὺ ἐπιτέ­λους θὰ συναντοῦσε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τὸ Θεό του πρόσωπο μὲ πρόσωπο. Νά λοιπὸν ποὺ ἡ μέρα ἐκείνη εἶχε φτάσει: ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος μέσα σὲ μιὰ φάτνη στὴ Βηθλεέμ· ὁ Αἰώνιος μπῆκε μέσα στὸ χρόνο· ὁ Ἀπεριχώρητος καὶ Ἀτελεύτητος ὑπάχθηκε στοὺς περιορισμοὺς τῆς κτιστῆς μας κατάστασης.

Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἁγιότητα μπῆκε στὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας τὴ μέρα τοῦ βα­πτίσματός Του μὲ τὸ νὰ βυθιστεῖ στὰ φοβερὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη μέσα στὰ ὁποῖα οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀποπλύ­νει τὰ ἁμαρτήματά τους· βυθίστηκε στὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ σὰν μέσα στὰ νεκρὰ νερὰ τῆς μυθολογίας καὶ τῶν παραμυθιῶν καὶ βγῆκε φορτισμένος μὲ τὴ νέκρα καὶ τὴ θνητότητα τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους εἶχε ἔλθει νὰ σώσει.

Σήμερα θυμόμαστε τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου, τὴ συνάντησή Του μὲ τὸ πρῶτο πρόσωπο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ Μη­τέρα Του, τὸ ὁποῖο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Τὸν εἶχε διαισθανθεῖ ὡς Θεό. Ἡ τραγωδία τῆς ἀποστέρησης τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποία βρίσκουμε στὴν Πα­λαιὰ Διαθήκη καὶ τὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο ἔχει τελειώσει· ὁ Κύριος εἶναι μαζὶ μὲ τὸ λαό Του· ἡ πληρότητα τῆς Θεότητας κατοικεῖ πάνω στὴ γῆ αὐτή.

Μιὰ νέα ὅμως τραγωδία ἀρχίζει, ἡ πορεία τοῦ Θεανθρώπου πρὸς τὸ Σταυρό. Ὁ Χριστὸς γεννήθηκε στὴ χώρα τοῦ θανάτου καὶ μὲ σκοπό Του νὰ πεθάνει. Γεννήθηκε μὲ σκοπό Του νὰ πεθάνει γιὰ χάρη μας. Ἂν προσέξατε τὰ ἀναγνώσμα­τα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τὰ ὁποῖα διαβάζονται γιὰ τὴ γιορτὴ αὐτὴ εἶναι πιθανὸ νὰ καταλάβατε τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους θεσπίστηκε.

Στὸ δέκατο τρίτο κεφάλαιο τῆς Ἐξόδου διαβάζουμε ὅτι ὁ Θεὸς ζήτησε ἀπὸ τὸ Μωυσῆ τὴν καθιέρωση τοῦ κάθε πρωτότοκου ἀγοριοῦ, τὴν προσφορὰ τοῦ παιδιοῦ σὰν μιὰ θυσία σὲ μνήμη τοῦ γε­γονότος ὅτι ὁ Ἰσραὴλ σώ­θηκε ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν Αἰγυπτίων μέσῳ τοῦ θανά­του ὅλων τῶν πρωτοτόκων τῆς Αἰγύπτου.

Ἡ παρουσί­αση αὐτὴ τοῦ κάθε πρω­τότοκου βρέφους στὸ Ναὸ δὲ σήμαινε μιὰ πλήρη ἀφι­έρωση στὸ Θεό: τὰ παιδιὰ αὐτὰ ἐπέστρεφαν στὴ συνέ­χεια πίσω στὴν καθημερινὴ κοσμικὴ ζωή. Ἡ παρουσία­ση σήμαινε τὴν ἄφεσή τους στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, σή­μαινε ὅτι ὁ Θεὸς εἶχε πάνω τους δικαίωμα ζωῆς καὶ θα­νάτου καὶ τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀναγνωριζόταν ἀπὸ τὸ ὅτι οἱ γονεῖς πλήρωναν γιὰ τὸ παιδὶ σὰν λύτρα ἕνα ἀμνὸ ἢ ἕνα ζεῦγος περιστεριῶν.

Ὁ πρωτότοκος ἦταν πραγ­ματικὰ μιὰ αἱματηρὴ θυσία ἡ ὁποία ἀναβαλλόταν ἀπὸ αἰώνα σὲ αἰώνα μέχρι τὴ μέρα ποὺ ὁδηγήθηκε στὸ ναὸ ὁ Μονογενὴς Γιὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχε γίνει Γιὸς τῆς Παρθένου, ὁ «υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου». Καὶ γιὰ πρώ­ τη φορὰ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία ἡ αἱματηρὴ αὐτὴ θυσία ἔγινε δεκτὴ ἀπὸ τὸ Θεὸ παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἀντικατάστατο τῆς θυσίας εἶχε προ­σφερθεῖ, αὐτὴ τὴ μοναδικὴ φορὰ ὁ Θεὸς Πατέρας δέχτηκε καὶ τὸν ἴδιο τὸ θάνατο τοῦ Βρέφους.

Ἡ θυσία ἔπρεπε νὰ περιμένει τὸν καιρό της· πέρασαν κάπου τριάντα χρόνια ἀπὸ τὴν παρουσίαση τοῦ βρέ­φους μέχρι τὸ θάνατο τοῦ ὥριμου Ἰησοῦ· ἡ θυσία ὅμως εἶχε γίνει δεκτὴ καί, ὅταν ἦλθε ὁ καιρός, τὸ βρέφος ποὺ εἶχε προσφερθεῖ ἀπὸ τὴν Παρθέ­νο Μαρία πέθανε στὸ Γολγοθὰ πάνω σ’ ἕνα σταυρό.

Ἐνῷ ὁ Ἅγιος Συμεὼν διακήρυττε τὴ λύτρωση τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴ μακραίωνη ἀποξένωσή του ἀπὸ τὸ Θεὸ ἔδινε ταυτόχρονα καὶ στὴ Θεομήτορα τὴ φοβερὴ προειδοποίη­ση ὅτι μιὰ ρομφαία θὰ διαπερνοῦσε καὶ τὴ δική της τὴν καρδιά, ὅτι ἡ θυ­σία ποὺ ἀναστελλόταν γιὰ τὴ στιγμὴ ἐκείνη θὰ φανερωνόταν κάποια μέρα σὰν θεϊκὴ βουλὴ καὶ θὰ ἀποτελοῦσε ἕνα τραγικὸ μονοπάτι γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ ἐκείνη (Λκ. 2. 34, 35).

Ὁ Χριστὸς ἀκολούθησε πραγμα­τικὰ τὸ τραγικὸ αὐτὸ μονοπάτι, τὸ μονοπάτι τῆς ἀνθρώπινης καὶ τῆς Θείας ἐγκατάλειψης, τὴν ὁδὸ πρὸς τὸν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καὶ τὸ θάνατο τοῦ Γολγοθᾶ. Ὁ θάνατός Του ἦταν μιὰ καταπάτηση τοῦ θανάτου ἐφ’ ὅσον ἀνα­στήθηκε ζωντανὸς ἀπὸ τὸ μνῆμα. Ἔπειτα ἀναλήφθηκε μὲ δόξα καὶ μᾶς ἔδωσε τὸ Ἅγιό Του Πνεῦμα καὶ ὅμως οὔτε καὶ τότε δὲν ἐξαλείφε­ται τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἡ τραγωδία τοῦ κόσμου δὲ φτάνει στὸ τέλος της.

Ὁ ἐγερθεὶς Χριστὸς ἔχει στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια Του τὰ σημάδια ἀπὸ τὰ καρφιά, στὴν πλευρὰ τὴν οὐλὴ ἀπὸ τὴ λόγχη καὶ στὸ μέ­τωπό Του τὰ σημάδια ἀπὸ τὴν κορώνα τὴν ὁποία Τοῦ εἶχαν φορέσει κοροϊδευ­τικά, τὸ στεφάνι ποὺ ἀντὶ νὰ εἶναι βασιλικὸ εἶχε γίνει ἀπὸ ἀγκάθια.

Γινόμαστε κι ἐμεῖς μέ­τοχοι τῆς σταυρικῆς αὐτῆς ὁδοῦ: ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς παρουσιάστηκε στὴν ἐκκλησία ὕστερα ἀπὸ τὸ Βάπτισμά του· τότε διαβά­στηκαν προσευχὲς γιὰ τὶς μητέρες μας καὶ γιὰ μᾶς καὶ ἡ ἐκκλησία ἐπικαλέστηκε τὸν Κύριο, τὸν Προστάτη τῶν νηπίων ποὺ εἶχε ὁ ἴδιος κρατηθεῖ στὶς ἀγκάλες τοῦ Ἁγ. Συμεών, ζητώντας ἔλεος καὶ συμπα­ράσταση.

Αὐτὸ ἔγινε κατ’ εἰκόνα τῆς παρουσίασης τοῦ Χριστοῦ· πρὶν ἀπὸ αὐτὸ εἴχαμε βαπτιστεῖ καὶ τὸ Βάπτισμα σύμφωνα μὲ τὸν Ἀπ. Παῦλο (Ρωμ. 6. 3­11) καὶ τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μιὰ καταβύθιση στὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ ὥστε νὰ τὸν κάνει δικό μας θάνατο, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ ἡ Ἀνά­στασή Του γίνεται δική μας ἀνάσταση.

Ἐμεῖς λοιπὸν ποὺ ἔχουμε πεθάνει μὲ τὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐγερθεῖ μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ὁδηγούμαστε στὸ ναὸ ὅπως εἶχε ὁδηγηθεῖ κι Ἐκεῖνος, αἰώνιοι καὶ ἐν τούτοις ὑποκείμενοι στὴν τραγωδία τοῦ χρόνου, ζωντανοὶ ἀλλὰ προορισμένοι γιὰ τὸ θάνατο. Ὁ Χριστὸς ἦταν ζωντανὸς στὴν αἰώνια θεότητά Του καὶ τὴν ἀθά­νατη ἀνθρώπινη σάρκα Του, ὅμως δέχτηκε τὸ θάνατο τῆς σάρκας Του γιὰ νὰ κοινωνήσει σὲ ὅλα μὲ τὴ δική μας ἁμαρτωλὴ σάρκα. Μὲ παρόμοιο τρόπο ὕστερα ἀπὸ τὴ συνανάστασή μας μαζί Του ὁ Χριστὸς μᾶς ἀποστέλ­λει – ὅπως προηγουμένως ὁ Πατέρας εἶχε στείλει Ἐκεῖνον – στὴ σφαίρα τῆς ἁμαρτίας γιὰ νὰ σηκώσουμε στὰ σώματα, τὶς ψυχὲς καὶ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή μας τὸ σταυρὸ τοῦ κόσμου ὁ ὁποῖος ἔχει πέσει καὶ ἐξαγοραστεῖ ἀλλὰ ποὺ δὲν ἔχει ἀπολυτρωθεῖ ἀκό­μα.

Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἀπ. Παύλου καλούμαστε νὰ ἀνταναπλη­ρώσουμε στὰ σώματά μας τὰ ὑστερή­ματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ (Κολ. 1. 24) – κι ἐπειδὴ εἴμαστε τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ εἴμαστε ἕνα μαζί Του, ἡ τραγωδία τὴν ὁποία ὁ ἐρχομός Του ἀπάλειψε ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Δια­θήκη καὶ τὸν κόσμο τῆς ἀρχαιότητας καὶ ἡ ὁποία ἔγινε κατόπιν ἡ δική Του τραγωδία συνεχίζεται μέσα σ’ ἐμᾶς σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες.

Ὁ Πατριάρχης Ἀλέξιος (1877­ 1970. Ἔγινε Πατριάρχης Μόσχας τὸ 1945) εἶχε πεῖ μιὰ φορὰ ὅτι ἡ Ἐκκλη­σία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τὸ ὁποῖο, ἐνῷ συνεχῶς οἱ ἄνθρωποι ἀπορρίπτουν, σταυρώνεται κατὰ τὴ διάρκεια τῶν αἰώνων γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸς εἶναι ὁ δικός μας ὁ δρόμος, αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα τὸ ὁποῖο μᾶς φέρνει ἡ ἔνδοξη μὰ τρο­ μακτικὴ αὐτὴ γιορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸ δίκαιο Συμεών.

Πλησιάζουμε στὶς ἑβδο­μάδες ἐκεῖνες οἱ ὁποῖες μᾶς προπαρασκευάζουν γιὰ τὴν Τεσσαρακοστή, τὴν Ἁγία Ἑβδομάδα καὶ τὴν Ἀνάσταση· εἴμαστε ἤδη κοινωνοὶ τοῦ Θανάτου καὶ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅμως ὀφεί­λουμε ξανὰ καὶ ξανὰ νὰ ἀκο­λουθήσουμε τὸ μονοπάτι· αὐτὸ τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ τὸ κάνουμε τρόπο ζωῆς μας πάντοτε, ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλη­σία, ὅπου καὶ ἂν συμβεῖ νὰ βρεθοῦμε: εἴμαστε τὸ σταυ­ ρωμένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τὸ ὁποῖο προσφέρεται ἀπὸ τὸ Θεό, τὸ ὁποῖο πέρα κι ἀπ’ αὐτό, καθ’ ὁμοίωση τοῦ Χρι­στοῦ, προσφέρει τὸ ἴδιο τὸν ἑαυτό του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου.
πηγή: Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἡμέρα Κυρίου», ἐκδ. Ἀκρίτας.


ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2011/02/bloom-h.html#ixzz1CoP9DCUL

Η ταινία OCTROV (το Νησί) πρβάλλεται σήμερα στην ΕΤ1


Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Περὶ σωτηρίας ψυχῆς


Ἀγαπητοὶ, ὅσοι τὰ τοῦ βίου μάταια καὶ ἀπολλύμενα πράγματα κατελίπετε,
ἀγωνίσασθε, ἵνα μὴ πάλιν ἐπ' αὐτὰ τὸν ὑμέτερον νοῦν ἐπιστρέψητε.
Ὁ γὰρ πλοῦτος παρέρχεται,
καὶ ἡ δόξα ἀπόλλυται,
καὶ τὸ κάλλος μαραίνεται,
καὶ πάντα ἀλλάσσονται,
καὶ ὡς καπνὸς ἀπόλλυνται,
καὶ ὡς σκιὰ παράγουσι,
καὶ ὡς ἐνύπνιον ἐξαφανίζονται.

∆ιὰ τοῦτο ἔλεγεν ὁ Σολομών·
Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης·
καὶ ὁ ∆αυῒδ λέγει·
Ἐν εἰκόνι διαπορεύεται ἄνθρωπος.
Πλὴν μάτην ταράσσονται πάντες οἱ τὰ τοῦ παρόντος βίου πράγματα ἀγωνιῶντες·
ὄντως μάτην ταράσσονται,
μάτην θορυβοῦνται,
μάτην χειμάζονται,
ἐπισυνάγοντες καὶ θησαυρίζοντες τὰ μετ' ὀλίγον καταλειπόμενα·
ἅπερ λαβεῖν μεθ' ἑαυτῶν οὐ δυνάμεθα, ἀλλὰ πάντα καταλιπόντες,
γυμνοὶ ὡς ἐγεννήθημεν πορευσόμεθα πρὸς τὸν φοβερὸν δικαστήν.

Κἂν πάντας τοὺς θησαυροὺς συνάξωμεν, γυμνοὶ, σκοτεινοὶ, ἐλεεινοὶ, σκυθρωποὶ, τετραχηλισμένοι, τεταπεινωμένοι, συντετριμμένοι, ἔμφοβοι, ἔντρομοι, κατηφεῖς, ὀδυνηροὶ, εἰς γῆν τὸ πρόσωπον ἔχοντες, καὶ τοῦτο μετ' αἰσχύνης συγκαλύπτοντες·
οὕτω πορευσόμεθα, οὕτως ἀναστησόμεθα,
οὕτω παραστησόμεθα εἰς ἐκεῖνο τὸ φρικτὸν καὶ πικρὸν ἀπροσωπόληπτον δικαστήριον,
ὅπου ἄγγελοι τρέμουσιν, ὅπου θρόνοι φοβεροὶ τίθενται,
ὅπου αἱ βίβλοι τῶν πράξεων ἀνοίγονται,
ὅπου ὁ ποταμὸς τοῦ πυρὸς τοῦ ἀσβέστου,
ὅπου ὁ ἀνήμερος σκώληξ, ὅπου τὸ ἀφώτιστον σκότος,
ὅπου ὁ ἀθέρμαντος τάρταρος, ὅπου ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων,
ὅπου τὸ ἀκατάπαυστον δάκρυον,
ὅπου ὁ ἀσίγητος στεναγμὸς, ὅπου τὸ ἀπαραμύθητον πένθος,
ὅπου οὐκ ἔστι γέλως, ἀλλὰ θρῆνος·
ὅπου οὐκ ἔστι χαρμοσύνη, ἀλλὰ στεναγμός·
ὅπου οὐκ ἔστι τρυφὴ, ἀλλὰ κρίσις·
ὅπου οὐκ ἔστι φθόγγος, ἀλλὰ τρόμος.

Φοβερὸν ὄντως ἀκοῦσαι, ἀγαπητοὶ,
φοβερώτερον δὲ τὸ ἰδέσθαι πᾶσαν τὴν κτίσιν ἱσταμένην,
καὶ ἀπολογουμένην ὑπὲρ λόγου, ὑπὲρ ἔργου, ὑπὲρ ἐννοιῶν,
τῶν ἐν νυκτὶ, τῶν ἐν ἡμέρᾳ, ὧν ἡμάρτομεν.

Μέγας ὁ φόβος, ἀδελφοὶ, τότε, μεγάλη ἡ ἀνάγκη,
οἵα οὐδέποτε ἐγένετο οὐδὲ γενήσεται ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης.

Τότε ἄγγελοι περιτρέχουσιν, αἱ σάλπιγγες βοῶσι, τὰ ἄστρα πίπτουσιν, ὁ ἥλιος σκοτίζεται, οἱ οὐρανοὶ εἱλίσσονται, ἡ γῆ σαλεύεται, αἱ δυνάμεις προτρέχουσι, τὰ Σεραφὶμ βοῶσι, τὰ ἄνω, τὰ κάτω, τὰ ἐπίγεια, τὰ καταχθόνια ταράσσονται, τὰ μνημεῖα ἀνοίγονται, τὰ σώματα ἀνίστανται καὶ συνάγονται, τὸ κριτήριον εὐτρεπίζεται.

Πολὺς ὁ φόβος, ἀδιήγητος ὁ τρόμος, ἀκατάληπτος ἡ ἀνάγκη ἡ τότε γινομένη·
μέγας ὁ χειμὼν ἐκεῖνος, μεγάλη ἡ ὀδύνη, χαλεπὴ ἡ περίστασις,
ἀκατάπαυστος ὁ θόρυβος, μέγας ὁ ὀλολυγμός.

Ἄκουε οὖν τοῦ ∆ανιὴλ λέγοντος·
Ἐθεώρουν ἐν ὁράματι τῆς νυκτὸς, ἕως οὗ θρόνοι ἐτέθησαν, καὶ Παλαιὸς ἡμερῶν ἐκάθισε.
Τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιὼν, ἡ θρὶξ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ καθαρὸν ὡς ἔριον·
ὁ θρόνος αὐτοῦ φλὸξ, οἱ τροχοὶ αὐτοῦ πῦρ φλέγον.
Ποταμὸς πυρὸς εἷλκεν ἔμπροσθεν αὐτοῦ·
χίλιαι χιλιάδες παρειστήκεισαν αὐτῷ, καὶ μύριαι μυριάδες ἐλειτούργουν αὐτῷ·
τὸ κριτήριον ἐκάθισε, καὶ βίβλοι ἠνεῴχθησαν.
Ἔφριξε τότε τὸ πνεῦμά μου.
Ἐγὼ ∆ανιὴλ εἶδον, καὶ ἡ ὅρασις τῆς κεφαλῆς μου συνετάραξέ με.

Βαβαί! ὁ προφήτης τὸ ὅραμα τῆς μελλούσης κρίσεως ἰδὼν ἔφριξε!
Καὶ τί ἄρα ἡμεῖς μέλλομεν ὑπομένειν, ὅταν εἰς αὐτὰ τὰ πράγματα ἔλθωμεν;
ὅταν ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου μέχρι δυσμῶν ἐπισυναγόμενοι παριστώμεθα γυμνοὶ,
καὶ τὸ φορτίον τῶν ἁμαρτιῶν ἐπὶ τοῦ τραχήλου πᾶσιν ἐπιδεικνύοντες;
Τότε τῶν βλασφήμων αἱ γλῶσσαι φλογίζονται, καὶ οὐκ ἔσται ὁ δροσίζων·
τότε τῶν καταλαλούντων οἱ ὀδόντες συντρίβονται ὑπὸ ἀποτόμων ἀγγέλων·
τότε τῶν φιλαργύρων αἱ χεῖρες κρεμάμεναι τρέμουσι, καὶ ξεόμεναι ὀδυνῶνται·
τότε τῶν φλυάρων τὰ στόματα ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἐμφράττονται·
τότε τῶν διανευόντων οἱ ὀφθαλμοὶ ἐξορύττονται ἀνιλεῶς.

Ποῦ τότε γονεῖς, ποῦ ἀδελφοὶ, ποῦ πατὴρ, ποῦ μήτηρ, ποῦ οἱ συγγενεῖς, ποῦ οἱ φίλοι;
ποῦ ἡ τῶν βασιλέων φαντασία, ποῦ τῶν ἀρχόντων ἡ ἐξουσία, ποῦ ἡ τῶν τυράννων ἀπόνοια, ποῦ ἡ τῶν δικαστῶν ὑπερηφανία;
ποῦ οἱ δοῦλοι, ποῦ αἱ δοῦλαι; ποῦ ὁ καλλωπισμὸς τῶν ἱματίων, ποῦ αἱ χροαὶ τῶν μαργάρων, ποῦ ἡ φαντασία τοῦ χρυσίου, ποῦ ὁ κτύπος τοῦ ἀργυρίου;
ποῦ ἡ κόσμησις τῶν δακτυλίων, ποῦ τῶν ποδῶν τὸ περισφῖγγον ὑπόδημα,
ποῦ τὰ σηρικὰ ἱμάτια, ποῦ τὰ βύσσινα;
ποῦ τὰ κρέα, ποῦ τὰ μύρα καὶ τὰ μάταια καπνίσματα;
ποῦ οἱ φυλασσόμενοι θησαυροί;
ποῦ αἱ κεκοσμημέναι κλῖναι;
ποῦ οἱ παρορῶντες τοὺς πένητας;
ποῦ οἱ παραβλέποντες τοὺς ἐν ἀνάγκῃ;
ποῦ οἱ νομίζοντες εἶναι σοφοί;
ποῦ οἱ μετὰ τυμπάνων καὶ χορῶν τὸν οἶνον πίνοντες;
ποῦ οἱ διαπαντὸς γελῶντες, καὶ τοὺς εὐλαβεῖς ἐκμυκτηρίζοντες;
ποῦ οἱ τοὺς δούλους καταπονοῦντες, καὶ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ καταφρονοῦντες;
ποῦ εἰσὶν ἀπιστοῦντες τὴν κόλασιν, καὶ ὡς ἀθάνατοι διακείμενοι;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, Φάγωμεν καὶ πίωμεν·
αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, ∆ός μοι τὴν σήμερον, καὶ λάβε τὴν αὔριον;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, Ἀπολαύσωμεν τῶν ὧδε, καὶ περὶ τῶν ἐκεῖ βλέπωμεν;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, Φιλάνθρωπός ἐστιν ὁ Θεὸς, καὶ οὐ κολάζει τοὺς ἁμαρτωλούς;

Ὢ πόσα μετανοήσουσιν οἱ τὰ τοιαῦτα λέγοντες!
πόσα κόψονται, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἐλεῶν αὐτούς!
πόσα στενάξουσι, καὶ οὐδεὶς ὁ λυτρούμενος!
πόσα ἑαυτοὺς κατακόπτοντες εἴπωσιν, Οὐαὶ, οὐαὶ, ὅτι ἑαυτοὺς ἐχλευάσαμεν!
οὐαὶ, ὅτι ἑαυτοὺς ἀπωλέσαμεν!

Ἐδιδασκόμεθα, καὶ οὐ προσείχομεν·
ἐνουθετούμεθα, καὶ κατεφρονοῦμεν· διεμαρτύραντο δὲ ἡμῖν, καὶ οὐκ ἐπιστεύομεν·
τῶν Γραφῶν ἀκούοντες ἑαυτοὺς ἐπλανῶμεν.
∆ικαία ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ·
ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν.

Οὐαὶ ἡμῖν, ὅτι διὰ πρόσκαιρον ἡδονὴν αἰωνίως κολαζόμεθα,
διὰ μικροῦ χρόνου ἀμέλειαν τῷ αἰωνίῳ πυρὶ καταποντιζόμεθα,
διὰ δόξαν ματαίαν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐξεπέσαμεν,
διὰ μικρὰν τρυφὴν τῆς τοῦ παραδείσου τρυφῆς ἐστερήθημεν,
διὰ πλοῦτον ἀπολλύμενον τὸν πλοῦτον τῆς βασιλείας ἀπωλέσαμεν!

Ἐν τῷ ματαίῳ αἰῶνι ἡμεῖς ἀπηλαύσαμεν, ἀλλ' ἐν αὐτῷ οἱ μὴ ἀπολαύσαντες εὐφραίνονται.
Νῦν οἱ νηστεύοντες τρυφῶσιν, οἱ ἀγωνισάμενοι εἰς τὸν οὐράνιον νυμφῶνα χορεύουσιν, οἱ σκορπίσαντες τὸν πλοῦτον ἐν ἀγαλλιάσει θερίζουσιν, οἱ κλαύσαντες αἰωνίως ἀγάλλονται, οἱ καταφρονήσαντες τῶν ἐπιγείων ἀπέλαβον τὰ οὐράνια·

μόνοι δὲ ἡμεῖς οἱ ἄθλιοι τῇ κολάσει ἀξίως παρεδόθημεν·
καὶ νῦν κράζομεν, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἐλεῶν·
στενάζομεν, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ σώζων.

Ἵνα οὖν μὴ καὶ ἡμεῖς μετ' ἐκείνων τῶν ἀφρόνων τὰ τοιαῦτα ῥήματα ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι εἴπωμεν, δεῦτε προφθάσωμεν τὸν κλέπτην τῶν ψυχῶν ἡμῶν·
δράμωμεν, ἕως καιρὸν ἔχομεν·
στενάξωμεν, μετανοήσωμεν, ἐξυπνισθῶμεν, παρακαλῶ, ἐκ τοῦ ὕπνου τῆς ῥᾳθυμίας ἡμῶν, ἐκ τοῦ βάρους τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῆς ἀμελείας ἡμῶν·
ὑψώσωμεν χεῖρας πρὸς τὸν δυνάμενον σῶσαι ἡμᾶς, καὶ εἴπωμεν·
Κύριε, σῶσον ἡμᾶς, ἀπολλύμεθα.

Σπεύσωμεν μόνον πρὶν ἢ ἥλιος δύσῃ, πρὶν ἢ θύρα ἀποκλεισθῇ, πρὶν ἢ νὺξ καταλάβῃ.
Ἐπὰν γὰρ ἡ πανήγυρις λυθῇ, οὐδεὶς πραγματεύεται·
ἐπὰν τὸ θέατρον λυθῇ, οὐδεὶς στεφανοῦται, οὐδεὶς ἀγωνίζεται.

∆ιὸ δράμωμεν·
δρόμου γὰρ χρεία, ἀδελφοὶ, καὶ δρόμου σφοδροῦ, ἵνα φθάσωμεν, ἵνα μὴ καὶ ἡμεῖς κρούσαντες ἀκούσωμεν·
Οὐκ οἶδα ὑμᾶς· ὀξυποδήσωμεν, μικρὸν αἰσχυνθῶμεν.

Πόσα τὸν ∆εσπότην ἀτιμάζομεν;
πόσα τὸν εὐεργέτην παροργίζομεν;
Αὐτὸς εὐεργετεῖ, καὶ ἡμεῖς καθ' ἑκάστην ἀγνοοῦμεν·
αὐτὸς οἰκτείρει, καὶ ἡμεῖς ἀθετοῦμεν, αὐτὸς τρέφει, σκέπων προνοεῖται,
καὶ ἡμεῖς τὰς αὐτοῦ ἐντολὰς καθ' ἑκάστην παραβαίνομεν, καὶ οὐκ αἰσχυνόμεθα.

Αἰσχυνθῶμεν λοιπόν·
ὁ γὰρ καιρὸς ἤγγικε, καὶ ἡ ἡμέρα ἔφθασε,
καὶ δεῖ ἡμᾶς λόγον ἀποδοῦναι ὑπὲρ ὅλου τοῦ βίου ἡμῶν.

Παυσώμεθα οὖν λοιπὸν τῆς ἀμέτρου τρυφῆς, καὶ τοῦ αἰσχροῦ γέλωτος, ἵνα μὴ ἐκεῖ κλαύσωμεν πικρῶς·
παυσώμεθα τοὺς ἀδελφοὺς λοιδοροῦντες καὶ μισοῦντες καὶ ἀδικοῦντες·
παυσώμεθα θησαυρίζοντες, σπαταλῶντες καὶ πορνεύοντες·
σχολάζωμεν ταῖς εὐχαῖς, ταῖς δεήσεσι, ταῖς ἀναγνώσεσι, ταῖς νηστείαις, ταῖς μετανοίαις· ἐπιδειξώμεθα βίον νέον, ἐξομολογησώμεθα, ἐπιστρέψωμεν·
ἐπιστροφῆς γὰρ ὁ καιρός.

Μετανοήσωμεν, δακρύσωμεν, ἐπιδειξώμεθα τῷ Θεῷ μετάνοιαν ἐμμέριμνον,
καὶ ἁμαρτίαν μισήσωμεν·
πονέσωμεν ὧδε, παρακαλῶ, μικρὸν, ἵνα μὴ κολασθῶμεν ἐκεῖ πολύ·
ἀγωνισώμεθα πρὸ καιροῦ, ἀδελφοὶ, ἵνα μὴ βασανισθῶμεν αἰωνίως.
Ὁ χρόνος μικρὸς, ἡ δὲ κρίσις μακρὰ,
καὶ τὸ τέλος ἐγγὺς, καὶ ὁ φόβος πολὺς, καὶ ὁ ἐλεῶν οὐδείς.

Ζητήσει γὰρ τὸν καιρὸν, ὃν κακῶς ἐδαπάνησεν ἕκαστος, καὶ οὐ μὴ εὕρῃ.
Οὐαὶ τῷ καταλαλοῦντι, ὅτι ζητήσει σταγόνας ὕδατος φλεγόμενος, καὶ οὐχ εὑρίσκει!
οὐαὶ τῷ ἀπιστοῦντι, ὅτι αἰωνίως κολασθήσεται!
οὐαὶ τῷ ἀμελοῦντι, ὅτι πρὸς αὐστηρὸν κριτὴν πορεύεται!
οὐαὶ τῷ μὴ ἀγωνιζομένῳ, ὅτι ἀποτόμοις ἀγγέλοις παραδίδοται,
Χρυσίον ὁ ἀπολλύων εὑρίσκει ἄλλο·
χρόνον δὲ μετανοίας ἄλλον εὑρεῖν οὐ δύναται.

Μὴ φεισώμεθα, ἀδελφοὶ, τῶν ἑαυτῶν σωμάτων,
ἀλλὰ ταῦτα κατατρίψωμεν, ἐπειδὴ Μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες,
μακάριοι οἱ πενθοῦντες.

Τὸ γὰρ σῶμα πηλός ἐστι·
καὶ ἐλεύσεται ὥρα καὶ ἡμέρα φοβερὰ καὶ πονηρὰ καὶ ἀπαραίτητος, καὶ εἰς γῆν ἡ γῆ πορεύσεται, καὶ ἡ κόνις πάλιν κόνις γίνεται.

Νήψωμεν, ἀγαπητοὶ, δυσωπῶ, ὁδοιπορήσωμεν, ἀνανεύσωμεν·
ἐλεύσεται γὰρ ἡ ὥρα, καὶ ὄντως ἐλεύσεται, τῆς ἐξόδου ἡμῶν·
καὶ μὴ ἑαυτοὺς ἀπατήσωμεν.

Ἔστω, ἀγαπητοὶ, κατατρυφῶμεν, ἔστω καὶ πλουτῶμεν πεντήκοντα ἢ καὶ ἑκατὸν ἔτη·
καὶ μετὰ ταῦτα νόσος καὶ γῆρας, καὶ μετὰ ταῦτα τί;
Ἀδυναμία καὶ θάνατος, καὶ ἡ φρικτὴ ὥρα ἐκείνη ἡ προσδοκωμένη καὶ φριττομένη καὶ ἀμελουμένη.
Μέγας φόβος τότε γίνεται, ἀδελφοί·
μέγα δὲ ἰδέσθαι ψυχὴν χωριζομένην τοῦ σώματος·
μεγάλη ἀνάγκη τῆς ὥρας ἐκείνης, ὅταν ἡ γλῶσσα καθαρῶς τὸν λόγον εἰπεῖν οὐ δύναται,
ὅταν στρέφωμεν τοὺς ὀφθαλμοὺς ὧδε καὶ ὧδε συνεχῶς,
καὶ τοὺς παρεστῶτας ἡμῖν φίλους καὶ ἀδελφοὺς γνωρίζωμεν,
καὶ πρὸς αὐτοὺς φθέγξασθαι οὐ δυνώμεθα.

Τῶν θρηνούντων ἡμᾶς ἀκούομεν, καὶ τούτους παραμυθήσασθαι οὐ δυνάμεθα·
τὰ τέκνα ὀδυρόμενα καὶ δακρύοντα βλέπομεν καὶ τὸν πόνον αὐτῶν ἔχοντες πορευόμεθα.
Καὶ τί λέγω τέκνα;
Ἐν γὰρ τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ οὐκ ἔστι μεριμνῆσαι τέκνων, οὐκ ἀδελφῶν,
οὐδὲ ἄλλη φροντὶς συνέχει ἡμᾶς, εἰ μὴ τῶν ἡμετέρων παραπτωμάτων ἔννοια,
καὶ τὸ πῶς ἀπαντήσωμεν τῷ κριτῇ, καὶ ποίαν ἀπόφασιν λάβωμεν,
καὶ ποῖος ἄρα τόπος δέξεται ἡμᾶς.
Εἶτα ὡς ταῦτα ἐνθυμούμεθα, ἐξαίφνης ἐφίστανται ἡμῖν ἄγγελοι ἀπότομοι.

Τότε ἡμεῖς τούτους θεωροῦντες, ἐὰν ἀνευτρέπιστοι εὑρεθῶμεν, πῶς μέλλομεν ταράττεσθαι,
καὶ τῆς κλίνης φεύγειν δοκιμάζοντες μὲν, μὴ δυνάμενοι δὲ, προσέχοντες πρὸς αὐτοὺς ἐλεεινοῖς ὀφθαλμοῖς, καὶ στυγνῷ τῷ προσώπῳ παρακαλοῦντες, δυσωποῦντες, ἱκετεύοντες καὶ λέγοντες·
Ἐλεήσατέ με, ἄγγελοι καὶ φοβεροὶ παραστάται τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, καὶ μή με ἄκαρπον καὶ ἀκάθαρτον πρὸς τὸν Κριτὴν ἀπενέγκητε·
μή με ἁμαρτωλὸν τοῦ σώματος χωρίσητε·
μὴ, δέομαι, παρακαλῶ, παρακλήθητε, δυσωπήθητε, καὶ ἐάσατέ με ὀλίγον χρόνον μετανοῆσαι, στενάξαι, πενθῆσαι, ἐλεημοσύνας ποιῆσαι, ἐπειδὴ κακῶς τὸν ἐμαυτοῦ βίον ἐδαπάνησα καὶ ἀνήλωσα.

Ταῦτα ἀκούσαντες οἱ ἄγγελοι, λέγουσι πρὸς ἡμᾶς·
Ὦ ψυχὴ ταλαίπωρε, πάσας τὰς ἡμέρας σου ἐν ἀμελείᾳ ἔζησας, καὶ ἄρτι μετανοῆσαι θέλεις;
ὦ ἀθλία ψυχὴ, ὁ ἥλιός σου ἔδυνεν, ὁ χρόνος σου τετέλεσται·
ὁ Θεὸς ἐκέλευσεν ἐκ τοῦ σώματός σου χωρίσαι σε.
∆εῦρο καὶ καταδικάζου ἐν πυρὶ αἰωνίῳ κατὰ τὰς πράξεις σου·
οὐ γὰρ ἔστι σοι λοιπὸν ἐλπὶς σωτηρίας, ἀλλὰ αἰώνιος τιμωρία.

Ταῦτα ἀκούσαντες, ἀγαπητοὶ, καὶ πιστεύσαντες,
ὅτι ἀληθῆ εἰσι καὶ οὐ μῦθοι, ἀγωνισώμεθα πρὸ τῆς ὥρας ἐκείνης·
κἂν ἐσυνηθήσαμεν ἁμαρτάνειν, ἀλλ' ἐκκόψωμεν ταύτας διὰ τῆς μετανοίας.

Μὴ πλανηθῶμεν, ἀδελφοὶ, κρίσις ἐστὶ καὶ κόλασις αἰώνιος, πῦρ ἄσβεστον καὶ σκώληξ ἀτελεύτητος, σκότος ἐξώτερον καὶ τάρταρος, βρυγμὸς ὀδόντων καὶ κλαυθμὸς μέγας,
ὡς ὁ Κύριος ἐν τοῖς Εὐαγγελίοις ἐμνημόνευσεν·
ἀψευδὴς γάρ ἐστιν ὁ εἰπὼν, Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσεται,
οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι.
∆ιὸ φοβηθῶμεν καὶ φρίξωμεν, πάντες οἱ ἐν ἁμαρτίαις ζήσαντες,
καὶ σπουδάσωμεν μετὰ τῶν ἁγίων εὐρηθῆναι διὰ τῆς μετανοίας.

Μὴ εἴπῃς, Ἔκλεψα, ἐφόνευσα, ἐπόρνευσα, καὶ οὐ δέχεταί με ὁ Θεός·
μηδὲν τούτων εἴπῃς·
δέχεται γὰρ πάντας, ὡς τὸν λῃστὴν, ὡς τὸν τελώνην καὶ ὡς τὴν πόρνην·
μόνον μὴ ἀπογνῶμεν, παρακαλῶ, μὴ ῥᾳθυμήσωμεν.
Κρούσωμεν διὰ μετανοίας καὶ εἴπωμεν·
Ἄνοιξον ἡμῖν, Κύριε, τοῖς ἀναξίοις καὶ ἁμαρτωλοῖς·
διὰ τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον μὴ ἀποστραφῇς ἡμᾶς, ἀλλὰ δυσωπήθητι,
καὶ μὴ στερήσῃς ἡμᾶς τῆς βασιλείας σου.

Σὺ γὰρ εἶ Θεὸς τῶν ἀπηλπισμένων, καὶ σωτηρία πάντων τῶν καταφευγόντων εἰς σέ·
καὶ σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα σὺν τῷ ἀνάρχῳ Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.

Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας

http://www.orthodoxfathers.com

20 ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ!!!


Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Κ. Αναγνωστοπούλου

- "Θέλετε να σας πω μερικούς τρόπους; Απλούς θα σας πω. Απλούς. Να σας τους πω για να έλθουμε στο πρακτικό μέρος."
  1. Σε ξέχασαν; Δε σε πήραν ούτε ένα τηλέφωνο; Δεν πειράζει. Και προπαντός μην παραπονείσαι.
  2. Σε αδίκησαν; Ξέχασέ το.
  3. Σε περιφρόνησαν; Να χαίρεσαι.
  4. Σε κατηγορούν; Μην αντιλέγεις.
  5. Σε κοροϊδεύουν; Μην απαντάς.
  6. Σε βρίζουν; Σιωπή και προσευχή.
  7. Σου αφαιρούν το λόγο; Σε διακόπτουν; Μη λυπάσαι.
  8. Σε κακολογούν; Μην αντιμάχεσαι.
  9. Σου μεταδίδουν ευθύνες τα παιδιά σου; Οι συγγενείς σου, οι δικοί σου οι άνθρωποι; Μη διαμαρτύρεσαι.
  10. Θυμώνουν μαζί σου; Να παραμένεις ήρεμος.
  11. Σου κλέβουν φανερά; Κάνε τον τυφλό.
  12. Σε ειρωνεύονται; Να μακροθυμείς.
  13. Δεν ακούνε τις συμβουλές σου; Ιδίως δεν ακούνε τις συμβουλές σου τα παιδιά σου; Πέσε στα γόνατα και κάνε προσευχή.
  14. Εκνευρισμός στο αντρόγυνο; Εσύ φταις. Κι εσύ φταις. Όχι ο άλλος.
  15. Έφταιξες; Ζήτησε συγγνώμη.
  16. Δεν έφταιξες; Πάλι ζήτησε συγγνώμη.
  17. Έχεις υγεία; Δόξαζε τον Θεόν.
  18. Έχεις αρρώστια; Έχεις καρκίνο, ταλαιπωρείσαι, υποφέρεις, βασανίζεσαι, πονάς; Δόξαζε τον Θεόν.
  19. Γκρίνια, ανεργία, φτώχεια μέσα στο σπίτι; Νήστευσε. Αγρύπνησε. Κάνε προσευχή.
  20. Για όλους και για όλα προσευχή. Πολλή προσευχή. Πολλή προσευχή. Νηστεία και προσευχή διότι "τούτο το γένος των παθών και των δαιμόνων ουκ εκπορεύεται παρά μόνο με νηστεία και προσευχή".
"Είθε αδελφοί μου, να ακολουθήσουμε όλοι μας, και πρώτος εγώ, τις ταπεινές αυτές συμβουλές, και να είστε βέβαιοι ότι θα σωθούμε."

«Μόνο στην Ελλάδα θα μπορούσε να δοθεί…»


Ο μεγάλος Γερμανός συγγραφέας Έρχαρτ Κέστνερ έκανε την εξής εξομολόγηση. «Στα 1952 πήγα για πρώτη φορά μετά το πόλεμο, στην Αθήνα. Η γερμανική πρεσβεία, όταν άκουσε πως είχα πρόθεση να πάω στη Κρήτη, μου συνέστησε, επειδή ήταν πολύ νωρίς ακόμα και οι πληγές από τη γερμανική κατοχή ανεπούλωτες, να λέω πως είμαι Ελβετός. Αλλά εγώ τους ήξερα τους Κρήτες. Από την πρώτη στιγμή είπα πως ήμουν Γερμανός και όχι μόνο δεν κακόπαθα, αλλά ξανάζησα παντού όπου πέρασα τη θρυλική κρητική φιλοξενία.

»Ένα σούρουπο, καθώς ο ήλιος βασίλευε, πλησίασα το γερμανικό νεκροταφείο, έρημο με μόνο σύντροφο τις τελευταίες ηλιαχτίδες. Έκανα όμως λάθος. Υπήρχε εκεί και μια ζωντανή ψυχή, ήταν μια μαυροφορεμένη γυναίκα. Με μεγάλη μου έκπληξη την είδα ν’ ανάβει κεριά στους τάφους των Γερμανών νεκρών του πολέμου και να πηγαίνει μεθοδικά από μνήμα σε μνήμα. Την πλησίασα και τη ρώτησα. Είστε από εδώ; Μάλιστα. Και τότε γιατί το κάνετε αυτό; Οι άνθρωποι αυτοί σκότωσαν τους Κρητικούς». Και γράφει ο Κέστνερ. «Η απάντηση, μόνο στην Ελλάδα θα μπορούσε να δοθεί». Απαντά η γυναίκα.

«Παιδί μου, από τη προφορά σου φαίνεσαι ξένος και δεν θα γνωρίζεις τι συνέβη εδώ στα 41 με 44. Ο άντρας μου σκοτώθηκε στη μάχη της Κρήτης κι έμεινα με το μονάκριβο γιο μου. Μου τον πήραν οι Γερμανοί όμηρο στα 1943 και πέθανε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, στο Σαξενχάουζεν. Δεν ξέρω πού είναι θαμμένο το παιδί μου. Ξέρω όμως πως όλα τούτα ήταν τα παιδιά μιας κάποιας μάνας, σαν κι εμένα. Και ανάβω στη μνήμη τους, επειδή οι μάνες τους δεν μπορούν να ‘ρθουν εδώ κάτω. Σίγουρα μια άλλη μάνα θα ανάβει το καντήλι στη μνήμη του γιού μου»…

Σωστά έγραψε ο Γερμανός, ότι «Μόνο στην Ελλάδα θα μπορούσε να δοθεί η απάντηση αυτή». Λέμε εμείς. Ναι, στην Ελλάδα την ταλαιπορημένη και απ’ όλους αδικημένη.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ
Σωτήρα Αμμοχώστου

http://vatopaidi.wordpress.com

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Ευλογημένα Κορίτσια

http://anastasiosds.blogspot.com
Έχω τη μέγιστη χαρά να παρουσιάζω σήμερα σε τούτο το ιστολόγιο ένα σύντομο βίντεο (16’) με θέμα: «Ευλογημένα Κορίτσια» («Lucky Girls»). Το βίντεο (το οποίο τραβήχτηκε από αμερικανούς εθελοντές τον Ιανουάριο του 2009) αναφέρεται στο Ελληνορθόδοξο Ορφανοτροφείο της Καλκούτα στην Ινδία. Την ευθύνη του Ορφανοτροφείου έχει σήμερα η ευλαβεστάτη μοναχή Νεκταρία, η οποία είναι συν-ιδρύτρια του σπουδαίου αυτού ιδρύματος, μαζί με τον τότε ιερομόναχο π. Ιγνάτιο, που είναι σήμερα Επίσκοπος Μαδαγασκάρης.

Ευλογημένα Kορίτσια from Lucky Girls on Vimeo.


 Παλαιότερα το καθημερινό Νηπιαγωγείο της Κοινότητάς μας στο ΒΔ Λονδίνου είχε συνδράμει οικονομικά, σε κάποιες περιπτώσεις, το εν λόγω Ορφανοτροφείο. Έτσι έχουμε χαρά που το βλέπουμε τώρα να έχει αναπτυχθεί τόσο πολύ και να έχει αυτή τη σημαντική προσφορά στο χώρο που βρίσκεται.

Η μητέρα του εδειξε το δρόμο της σωτηρίας

Στίς δώδεκα τα μεσάνυχτα, χτύπησαν την πόρτα στην Εκκλησία. Ηταν μια γριούλα. Καί ζητούσε παπά, να πάει να κοινωνήσει έναν άρρωστο.

Ό παπάς ετοιμάστηκε και βγήκε αμέσως μαζί της. Πλησιάζουν σε ένα φτωχό σπιτάκι, τύπου παράγκας. Ή γριούλα ανοίγει την πόρτα καί μπάζει τον ιερέα σε ένα δωμάτιο.

Καί να ξαφνικά ό παπάς ευρίσκεται εκεί μόνος με μόνο τον άρρωστο.

Ό άρρωστος του δείχνει με χειρονομίες την πόρτα καί σκούζει.

- Φύγε από εδώ! Ποιος σε

έκάλεσε; Εγώ είμαι άθεος. Καί

άθεος θα πεθάνω.

Ό παπάς τα έχασε.

- Μα δεν ήλθα από μόνος μου! Με έκάλεσε ή γριά!


- Ποια γριά; Εγώ δεν ξέρω

καμμιά γριά!


Ό παπάς, καθώς στέκει άπέναντί του, βλέπει επάνω από το κεφάλι του άρρωστου, μια φωτογραφία με την γυναίκα πού τον έκάλεσε.

Του λέει, ενώ του δείχνει το πορτραίτο.

- Να αύτη!

- Ποια αυτή, Ξέρεις, τί λες,

παπά; Αυτή είναι ή μάνα μου.

Καί έχει πεθάνει χρόνια τώρα!

Για μια στιγμή πάγωσαν καί οί δύο. Αισθάνθηκαν δέος. Ό άρρωστος άρχισε να κλαίει. Καί αφού έκλαψε, ζήτησε να έξομολογηθή. Καί μετά, έκοινώνησε.

Ή μητέρα του είχε φροντίσει από τον ουρανό, να του δείξει τον δρόμο της σωτηρίας. 


proskynitis.blogspot.com

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

ΙΩΒ ΤΑΛΑΤΣ «Στο Διάστημα βλέπεις τη χάρη του Θεού »

Ο Πατριάρχης Κύριλλος ξεναγείται στον διαστημικό σταθμό και στο πιλοτήριο ενός διαστημικού αεροσκάφους. «Οι πτήσεις στο Διάστημα ανταποκρίνονται στο θείο θέλημα, στο μέτρο που δίνουν στον άνθρωπο την ευκαιρία να βελτιωθεί» δήλωσε τον περασμένο Νοέμβριο
Ο Πατριάρχης Κύριλλος ξεναγείται στον διαστημικό σταθμό και στο πιλοτήριο ενός διαστημικού αεροσκάφους. «Οι πτήσεις στο Διάστημα ανταποκρίνονται στο θείο θέλημα, στο μέτρο που δίνουν στον άνθρωπο την ευκαιρία να βελτιωθεί» δήλωσε τον περασμένο Νοέμβριο
«ΣΥΝΑΝΤΗΣΑΤΕ τον Θεό εκεί που φθάσατε;». Το ερώτημα, ειρωνικά πολλές φορές, κάποτε με ειλικρίνεια και για κάποιους βασανιστικά, τέθηκε επανειλημμένα σε μέλη διαστημικών αποστολών, μετά την επιστροφή τους στη
Γη. Αμερικανοί αστροναύτες απάντησαν κάποτε, και τα λόγια τους έμειναν στην ιστορία, ότι... αντίκρισαν τα ίχνη Του. Οι σοβιετικοί κοσμοναύτες αντίθετα δεν σήκωναν ούτε έκαναν αστεία με τέτοια θέματα. Στην άθεη Σοβιετική Ενωση, όπου η θρησκεία ήταν «το όπιο των λαών», Θεός δεν υπήρχε. Ως
τη δεκαετία του ΄80. Σήμερα, στη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Οι ρώσοι κοσμοναύτες ομολογούν ότι έχουν τον δικό τους εξομολόγο, με τον οποίο επικοινωνούν ανά πάσα στιγμή, ακόμη και ενώ βρίσκονται στο Διάστημα, λίγο προτού βγουν για τον διαστημικό τους περίπατο.
Οι ατρόμητοι κοσμοναύτες, μαθητές της μεγάλης σχολής που δημιούργησε ο μύθος του Διαστήματος Γιούρι Γκαγκάριν, για τον ηγούμενο Ιώβ Τάλατς, είναι άνθρωποι με τoυς δικούς τους φόβους και τα δικά τους ερωτήματα. Και αυτοί απορούν «πώς δημιούργησε ο Θεός το Σύμπαν».
Εφημέριος του Ναού της Μεταμόρφωσης, στο Κέντρο Εκπαίδευσης Κοσμοναυτών «Γιούρι Γκαγκάριν» της Πόλης των Αστεριών, κοντά στη Μόσχα, επισκέπτεται συχνά το κοσμοδρόμιο του Μπαϊκονούρ, το ρωσικό Κανάβεραλ, στο γειτονικό Καζακστάν, απ΄ όπου ξεκινούν οι αποστολές για το Διάστημα. Εκεί προετοιμάζει πνευματικά τους κοσμοναύτες λίγο πριν από το μεγάλο τους ταξίδι και τους περιμένει πάντα κατά την επιστροφή τους για να ευχαριστήσουν, όπως λέει, όλοι μαζί τον Θεό. «Οταν ένας άνθρωπος είναι στο Διάστημα μπορεί να δει την αληθινή μεγαλοσύνη του Σύμπαντος και έτσι έρχεται κοντύτερα στον Δημιουργό» δηλώνει μιλώντας στο «Βήμα» από το Μπαϊκονούρ, όπου λίγη ώρα νωρίτερα είχε τελέσει τον αγιασμό των υδάτων, αφού το Πατριαρχείο Ρωσίας εορτάζει τα Θεοφάνια σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο.

«Είδα ίχνη του Θεού»
Ο ηγούμενος επικαλείται τον αμερικανό αστροναύτη Φρανκ Μπόρμαν, τον πρώτο άνθρωπο που είδε το φεγγάρι από κοντά, ο οποίος εκείνη την ώρα, έπειτα από μακρά σιωπή μέσα στο διαστημόπλοιο, είπε: «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην. Η δε γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος...». Ηταν «ο πρώτος στίχος από τη Γένεση,το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής. Πολλά μέλη του πληρώματος δεν μπορούσαν παρά να κλάψουν εκείνη τη στιγμή. Και όταν ο Μπόρμαν επέστρεψε στη γη,τον ρώτησε κάποιος:“... είδες τον Θεό όταν ήσουν στο Διάστημα;”. Και αυτός απάντησε:“Οχι, δεν είδα τον Θεό. Είδα όμως τα ίχνη της παρουσίας Του”» λέει ο κ. Τάλατς.

Αυτά τα ίχνη που είδε ο Φρανκ Μπόρμαν στο ξεκίνημα της «οδύσσειας» για τη γνωριμία του Σύμπαντος φαίνεται πλέον να ομολογούν και οι ρώσοι συνάδελφοί του τονίζει ο ιερέας. «Οι κοσμοναύτες με καλούν πριν βγουν να περπατήσουν στο Διάστημαζητώντας μου προσευχές και ευλογίες. Ο Υuri Lonchakov, διοικητής διαστημόπλοιου, διάβασε ολόκληρη τη Βίβλο στη διάρκεια της πτήσης του. Στις τελευταίες ώρες της πτήσης ήμασταν τακτικά σε επαφή, συζητώντας θεολογικά θέματα:πώς δημιούργησε ο Θεός τον κόσμο,γιατί τον δημιούργησε μ΄ αυτό τον τρόπο,πώς κατανοούσαν οι άγιοί μας τη φύση του Σύμπαντος. Ο Οleg Skripinchko, ενώ βρισκόταν σε τροχιά,τηλεφώνησε να μας συγχαρεί για την επίσκεψη του Πατριάρχη Κύριλλου στον Ναό της διαστημικής βάσης. Και ο ελληνικής καταγωγής Fyodor Υurchikhin που επέστρεψε πρόσφατα κατά τη διάρκεια της 6μηνης περιστροφής του γύρω από τη Γη είχε μαζί του τα λείψανα του Αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτη και του Θεοδώρου του Τύρωνος».
Αγιασμός πριν από την πτήση
Ο πατέρας Ιώβ επισκεπτόταν τους κοσμοναύτες με τους οποίους είχε πνευματικές συζητήσεις και ευλογούσε κάθε λογής τεχνικό εξοπλισμό πολύ προτού ιδρυθεί εκκλησιά μέσα στον σταθμό. Μετά, « με τη βοήθεια του Θεού,αποκτήσαμε την εκκλησία μας» λέει και συνεχίζει: «Τα τελευταία λίγα χρόνια έχει αναδυθεί μια ολόκληρη παράδοση. Ολα τα πληρώματα διαστημόπλοιων επισκέπτονται την Αγία Τριάδα πριν από την εκτόξευση για να προσκυνήσουν τα λείψανα του Αγίου Σεργίου και να συμμετάσχουν σε μια σύντομη δέηση στην εκκλησία του Αγίου Νίκωνος. Κατόπιν τους ευλογώ με αγιασμό και δίνω στον καθένα τους μικρά Ευαγγέλια τσέπης και εικόνες του Χριστού και της Θεοτόκου που τα παίρνουν μαζί τους στην πτήση. Τέσσερις μέρες πριν από την εκτόξευση πηγαίνω στο Μπαϊκονούρ για να τους εξομολογήσω και να τους μεταλάβω. Συζητούμε πνευματικά θέματα, διαβάζουμε μαζί το Ευαγγέλιο και μιλάμε για διάφορα σημαντικά ζήτημα. Οταν οι άνδρες επιστρέφουν στη Γηείμαι εκεί για να τους υποδεχτώ με μια ευχαριστήρια δέηση στον Θεό ».

Φόβος και γενναιότητα
«Και βέβαια αισθάνονται φόβο, όπως κάθε φυσιολογικός και ζωντανός άνθρωπος ενώπιον του κινδύνου που μπορεί να απειλήσει τη ζωή του» λέει ο ηγούμενος Ιώβ περιγράφοντας τα αισθήματα των κοσμοναυτών.

Οσο γι΄ αυτά που σκέφτονται όταν βρίσκονται έξω, στο Σύμπαν; «Το Διάστημα είναι ακόμη εχθρικό για τον άνθρωπο. Φανταστείτε ότι στον ήλιο η θερμοκρασία είναι +180 βαθμούς Κελσίου,ενώ στη σκιά-150. Αν ο άνθρωπος βρεθεί ξαφνικά χωρίς το σκάφανδρό του τον περιμένει βέβαιος θάνατος. Η γενναιότητά τους συνίσταται στο γεγονός ότι αισθανόμενοι τον φόβο μπορούν να τον ξεπερνούν. Η πλειονότητα με τη βοήθεια του Θεού ξεπερνάει τον φόβο και βλέποντας το έλεός Του προσεύχονται και κάνουν αυτό που πρέπει να κάνουν. Οταν βρίσκονται εκεί εργάζονται και ίσως δεν σκέφτονται και πολύ το εάν φοβούνται ή δεν φοβούνται. Προετοιμάζονται επί χρόνια για εκείνη τη στιγμή. Για να γίνει κάποιος κοσμοναύτης προετοιμάζεται επί δέκα χρόνια και γνωρίζουν τι τους περιμένει. Η προετοιμασία είναι πολύ καλή».
Φθάνει αυτό; «Εμείς στη Ρωσία έχουμε και μια παροιμία:“Να ελπίζεις στον Θεό,αλλά κάνε και ΄σύ κάτι”.Οταν ο άνθρωπος επιτελεί το έργο του σωστά και με πίστη στον Θεό τότε όλες οι δυσκολίες, εσωτερικές και εξωτερικές, ξεπερνιούνται,διότι μόνον ο Θεός μπορεί να στηρίξει, να δώσει ελπίδα, να νουθετήσει τον άνθρωπο ώστε να κάνει το σωστό σε δύσκολες καταστάσεις » λέει ο κ. Τάλατς.

Αμαρτίες στο Διάστημα
Μπορούν οι άνθρωποι να σωθούν από τις αμαρτίες στο Διάστημα ή θα υποπέσουν σε αυτές και εκεί; Ο πατέρας Ιώβ δεν δυσκολεύεται να απαντήσει. «Από τον εαυτό σου δεν μπορείς να ξεφύγεις. Η συσσώρευση των μειονεκτημάτων και των αδυναμιών- η οποία σε οδηγεί στην ανάπτυξη των παθών- συμβαίνει ανεξάρτητα από το πού βρίσκεται ο άνθρωπος. Οι Πατέρες της Εκκλησίαςλένε ότι αν δεν απελευθερωνόμαστε από την αμαρτωλότητα και το πάθοςτότε όλα αυτά θα τα πάρουμε στην αιώνια ζωή. Ο φθονερός και στην ουράνια ζωή θα παραμείνει φθονερός, αλλά εκεί η ζωή του θα είναι ανυπόφορη. Ετσι οι ανθρώπινες αδυναμίες υπάρχουν τόσο εδώ στη Γη όσο και στο Διάστημα. Στους κοσμοναύτες, όπως και σε κάθε άνθρωπο, εμφανίζονται και κακές σκέψεις και υπάρχουν και παράπονα και θυμός, όπως σε όλους τους ζωντανούς ανθρώπους. Δεν είναι ρομπότ. Είναι έξυπνοι, ταλαντούχοι και πολύπλευροι, αλλά και άνθρωποι, γι΄ αυτό και ζητούν τη βοήθεια του Θεού».
«Θεέ μου, γιατί γύρισα;»
Κάθε κοσμοναύτης κατά τον πατέρα Ιώβ αποκομίζει και μεταφέρει κατά την επιστροφή του τις δικές του εμπειρίες. «Δεν μπορείς να το εξηγήσεις.Δεν μπορείς να εξηγήσεις ποιος αισθάνεται τι,διότι οι άνθρωποι αποκομίζουν πολλές και διαφορετικές εμπειρίες.Ενας κοσμοναύτης,ο Βάλερι Ολιαγκόφ, έχει παραμείνει στο Διάστημα, εάν δεν κάνω λάθος,επί έναν χρόνο και τρεις μήνες,δηλαδή είναι κάτι σαν πρωταθλητής.Στη διάρκεια της παραμονής του στο Διάστημα γιόρτασε το Πάσχα.Εφτιαξε ο ίδιος ένα πασχαλιάτικο γλυκό και έψαλε το “Χριστός Ανέστη”, αλλά μετά όταν επέστρεψε εδώ σε μας υπήρχαν όλα τα καθημερινά προβλήματα.
Και όταν άρχισε να τα ξαναζεί και να τα βλέπει είπε μισοαστεία-μισοσοβαρά:“Θεέ μου,γιατί γύρισα;”».

Πηγή: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=1&artId=327247&dt=30%2F01%2F2011#ixzz1CYLUxirc

Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011

Προσευχή(ανέκδοτο)

Ο μικρός Γιωργάκης προσεύχεται:
-Θεέ μου, κάνε να γίνει η Θεσσαλονίκη πρωτεύουσα της Ελλάδας!
-Γιατί , χρυσό μου; ρωτάει η μαμά του.
-Γιατί έτσι έγραψα στο διαγώνισμα της Γεωγραφίας.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...