|
Ημ. Εορτής:
|
15 Φεβρουαρίου
|
Ημ. Γέννησης:
|
1 / 7 / 1869 μ.Χ.
|
Ημ. Κοιμήσεως:
|
1960
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος, κατὰ κόσμο Ἀργύριος Κ. Βαγιάνος, γεννήθηκε τὴν 1η
Ἰουλίου 1869 στὴν περιοχὴ τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ Λιβαδίων. Οἱ εὐσεβεῖς καὶ
ἐνάρετοι γονεῖς του, Κωνσταντίνος καὶ Ἀργυρῶ, φρόντισαν νὰ δώσουν
Χριστιανικὴ ἀγωγὴ στὸ τέκνο τους. Καὶ ὁ νεαρὸς Ἀργύριος δωρεοδέκτης τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος, μὲ πνεῦμα σοφίας, ἦταν προορισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ
ἀναδειχθεῖ σκεῦος ἐκλογῆς καὶ νὰ γίνει μέγας παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν. Ἡ
ὅλη παιδιόθεν ἀνάπτυξη καὶ ἀνατροφή του τελοῦσε προφανῶς ὑπὸ τὴν ἰσχυρὴ
καὶ βαθιὰ ἐπίδραση τοῦ χριστιανικοῦ οἰκογενειακοῦ του περιβάλλοντος.
Γράμματα
δὲν ἔμαθε πολλά. Περιορίσθηκε στὶς ἁπλὲς γνώσεις τοῦ δημοτικοῦ
σχολείου. Ἔτσι χωρὶς τίς θεωρητικὲς γνώσεις τῆς ἐγκοσμίου καταξιώσεως,
ἀλλὰ μὲ εὐφυΐα καὶ διεισδυτικότητα πνεύματος καὶ μὲ ἰδιαιτέρως ἔντονη
τὴν ἐπιθυμία γιὰ βίο πνευματικό, προχωρᾶ ἀταλάντευτος στὴν ἐνάρετη ζωὴ
μὲ τὴν πολύτιμη δωρεὰ τῆς ἀκλόνητης πίστεως.
Ὁ
θεῖος ἔρως τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀπάρνηση τοῦ κόσμου καὶ τῆς βοῆς του καὶ στὴ
μοναχικὴ πολιτεία, ἀπὸ ὅπου ἐξέλαμψαν οἱ ἀρετές του. Ἀφορμὴ γιὰ νὰ
ἀκολουθήσει τὴν μοναχικὴ ὁδὸ ὑπῆρξε ἡ ἐπίσκεψή του στὴ Σκήτη τῶν Ἁγίων
Πατέρων τῆς Χίου γιὰ τὴν ἐπισκευὴ ἰδιόκτητης εἰκόνας τῆς Παναγίας. Μὲ
αὐτὴ τὴν εἰκόνα ἔκτοτε συνέδεσε ἄρρηκτα ὁλόκληρη τὴν ζωή του. Ἡ Παναγία
ἔγινε γιὰ ἐκεῖνον πηγὴ ἀνεξάντλητης δυνάμεως στοὺς μετέπειτα σκληροὺς
ἀγῶνες του, ἀλλὰ καὶ πηγὴ δροσιᾶς καὶ ἀνακουφίσεως. Ὁδηγός του στὸν
ἀσκητικὸ βίο ὑπῆρξε ὁ σεβάσμιος Γέροντας τῆς Σκήτης Παχώμιος, ἀπὸ τὸν
ὁποῖο ἐκάρη μικρόσχημος μοναχὸς καὶ μετονομάσθηκε Ἄνθιμος.
Ὑποτάσσεται
στὸν Γέροντα Παχώμιο καὶ μὲ τὶς ἀδιάλειπτες προσευχὲς καὶ νηστεῖες καὶ
μὲ τοὺς σκληροὺς ἀγῶνες του ἀναδεικνύεται, μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ,
μεγάλος στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή. Μὲ τὴν σωματικὴ καὶ πνευματική του
ὅμως αὐτὴ ἄσκηση ἐξαντλήθηκε καὶ ἀσθένησε. Τότε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ
Παχωμίου ἐπιστρέφει στὸ σπίτι του, ὅπου ἐγκαθίσταται γιὰ ἀνάρρωση. Ὅμως ὁ
Ὅσιος Ἄνθιμος δὲν ἐγκατέλειψε τὴν ἄσκηση. Μόλις ἀποκαταστάθηκε μερικῶς ἡ
ὑγεία του ἀποσύρθηκε σὲ μικρὸ ἀπομονωμένο κελὶ μέσα στὰ πατρικά του
κτήματα, στὰ Λιβάδια τῆς Χίου, συνεχίζοντας τοὺς πνευματικούς του
ἀγῶνες. Ἐκεῖ μόναζε ἀσκώντας ταυτοχρόνως καὶ τὴν τέχνη τοῦ
ὑποδηματοποιοῦ, γιὰ νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχοὺς γονεῖς του καὶ νὰ ἐλεεῖ τοῦ
πάσχοντες.
Στὸ
κελί του αὐτὸ μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη τοῦ βίου
μεγάλων ἀσκητῶν λάμβανε δύναμη, προέκοπτε σὲ πνευματικὴ οἰκοδομή, ἀλλὰ
καὶ προκαλοῦσε καὶ τὴ δαιμονιώδη λύσσα τοῦ πονηροῦ. Ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν
σκληρὰ καὶ ἀποτελεσματικά, διεξήγαγε πολυμέτωπους ἀλλὰ νικηφόρους ἀγῶνες
κατὰ τοῦ πονηροῦ μὲ τὴν πύρινη προσευχὴ καὶ καθημερινὰ ἀνερχόταν τὴν
εὐλογημένη κλίμακα τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς ἁγιότητας. Ἀργότερα, σὲ ἡλικία 40
ἐτῶν, τὸ ἔτος 1909, κείρεται μεγαλόσχημος μοναχὸς ἀπὸ τὸν διάδοχο τοῦ
Παχωμίου, Ἱερομόναχο Ἀνδρόνικο.
Ὁ
ἐνάρετος ὅμως ἀσκητὴς Ἄνθιμος ἦταν σκεῦος ἐκλογῆς καὶ ἕτοιμος γιὰ τὸ
ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης. Καλεῖται λοιπὸν στὸ Ἀδραμύττιο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας
ἀπὸ τὸν ἀνάδοχό του Στέφανο Διοματάρη τὸ 1910 γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό. Ἡ
χειροτονία τοῦ Ἁγίου δὲν ἦταν κάτι τὸ συνηθισμένο. Στὴν περίπτωσή του
εἴχαμε θεία συγκατάθεση ποὺ ἀπεκάλυψαν οἱ θεοσημίες εὐδοκίας κατὰ τὸ
τέλος τῆς χειροτονίας. Σεισμός, ἀστραπές, βροντές, κατακλυσμιαία βροχὴ
συμβαίνουν τὴν ἱερὴ ἐκείνη ὥρα. Τὰ κανδήλια τοῦ ναοῦ κινοῦνται, ἐνῷ ἕνα
ἀπὸ αὐτὰ καταπίπτει. Μετὰ δὲ τὴ χειροτονία ἐπικρατεῖ γαλήνη, ἠρεμία,
χαρὰ Θεοῦ. Τὰ φυσικὰ αὐτὰ φαινόμενα ἀποκαλύπτουν καὶ μαρτυροῦν τὴν
εὐαρέσκεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ θεία συγκατάνευση.
Ὅσο
καιρὸ παρέμενε στὸ Ἀδραμύττιο, ἀκτινοβολοῦσε ἐκθαμβωτικὰ μὲ τὴν ἀρετὴ
καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἡ ὁποία ἴσχυσε νὰ θεραπεύσει δαιμονιζόμενο τῆς
περιοχῆς, κάτι ποὺ δὲν κατόρθωσαν οἱ συλλειτουργοί του. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ
πνευματική του ἀκτινοβολία προκάλεσε τὸ πάθος τῆς ἀντιζηλίας τῶν
συλλειτουργῶν του. Ἐκεῖνος θέλοντας νὰ τοὺς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ πάθος
αὐτό, ἐγκατέλειψε τὸ Ἀδραμύττιο τὸ 1911 καὶ μετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου
οἱ Ἁγιορεῖτες μοναχοὶ τοῦ ἐπιδαψίλευσαν πολλὲς τιμές.
Ἐπιστρέψας
στὴ Χίο τοποθετήθηκε ὡς ἐφημέριος στὸ Λεπροκομεῖο. Ἐκεῖ ἄνοιξε τὸ νέο
στάδιο τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς ἀγαθοεργοῦ δράσεώς του. Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας
Ὑπαπαντῆς ἐπικεντρώνει τὴν ὅλη του εὐεργετικὴ δράση. Ἡ Κυρία Θεοτόκος
διὰ τῆς μεσιτείας καὶ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου ἐπιτελεῖ
ἀναρίθμητα θαύματα θεραπείας ἀσθενῶν ἐπωνύμων καὶ ἀνώνυμων πιστῶν. Τὸ
ἵδρυμα αὐτὸ μὲ τοὺς δυστυχεῖς λεπροὺς καθίσταται πνευματικὸ κέντρο
σωματικῆς καὶ πνευματικῆς ὑγείας. Ἡ ὅλη διακονία του στὸ Λεπροκομεῖο
καταδεικνύει τὴ βαθύτατη πίστη του καὶ τὴν πολύτιμη προσφορά του.
Ἐδῶ
φαίνεται καὶ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Ἁγίου. Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὡς ἐφημέριος τοῦ
ναοῦ συμπαρευρισκόταν, συνέτρωγε καὶ συνομιλοῦσε μὲ τοὺς λεπρούς, τοὺς
κοινωνοῦσε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία κατέλυε!
Τότε
μέσα σὲ ἐκείνη τὴν ἁγιάζουσα ἀτμόσφαιρα ὁραματίζεται τὴν ἵδρυση Μονῆς,
γιὰ νὰ στεγάσει πρόσφυγες καλόγριες προερχόμενες ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία. Καὶ
προχωρεῖ στὴν πραγμάτωση τῶν ὁραματισμῶν του. Ὑψώνει τὸν μεγαλοπρεπὴ
Ἱερὸ Παρθενῶνα τῆς Παναγίας Βοηθείας Χίου. Ἀπὸ τότε ἐγκαταστάθηκε στὴ
Μονὴ μὲ πλήρη ἀφοσίωση στὴν Παναγία καὶ ἐκεῖ κατηύγαζε μὲ
τὴν ἀσκητική του βιοτὴ τὸ πλῆθος τῶν ἀρετῶν καὶ τὴν ἁγιότητά του καὶ τὴ
μεσιτεία καὶ βοήθεια τῆς Θεοτόκου καὶ ποίμαινε μὲ πλεονάζουσα στοργὴ
καὶ ἀγάπη τὸ ποίμνιό του, ἐνίσχυε καὶ παρηγοροῦσε μὲ τὸν γλυκὺ καὶ ἁπλό
του λόγο καὶ θεράπευε ἀσθενεῖς καὶ πάσχοντες ποὺ κατέφευγαν κοντά του.
Μέσα
σὲ αὐτὴ τὴ διὰ βίου διακονία, ὥριμος πλέον, πλήρης ἡμερῶν, σὲ ἡλικία 90
ἐτῶν, μὲ ὁσιότητα ποὺ θύμιζε τοὺς μεγάλους ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου, τέλεσε
τὴν τελευταῖα Θεία Λειτουργία τὴν 27η Ἰανουαρίου 1960 καὶ λίγες ἡμέρες μετὰ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.