Ιερά Μητρόπολις Σερβίων και Κοζάνης
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ
- τοῦ Ἀσώτου-
(Λκ. ιε΄, 11-32)
Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε
σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι γνωστή σὰν παραβολὴ τοῦ «ἀσώτου
υἱοῦ». Σὲ αὐτὴν ὁ Κύριος μίλησε ξεκάθαρα γιὰ τὴν ἀθλιότητα, στὴν ὁποία
φθάνει ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἁμαρτάνει καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τόν Θεό. Γιὰ τόν
λόγο δὲ ὅτι χρονικὰ βαδίζουμε πρὸς τήν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἡ
ὁποία εἶναι περίοδος πνευματικοῦ ἀγῶνα καὶ πνευματικῆς ἀνανήψεως,
καθόρισε ἡ Ἐκκλησία τήν σημερινὴ Κυριακὴ πρὶν τήν Ἀποκριά νὰ διαβάζεται ἡ
συγκεκριμένη περικοπή.
Τήν παραβολὴ θὰ μπορούσαμε κάλλιστα νὰ
τήν ὀνομάσουμε καὶ παραβολὴ τοῦ «εὐσπλαχνικοῦ πατέρα», ὁ ὁποῖος γεμᾶτος
καλωσύνη ἀνοίγει τήν ἀγκαλιά του γιὰ νὰ δεχθῆ τὸ παιδί του, τό ὁποῖο
εἶχε ζήσει μακριὰ ἀπὸ τήν πατρικὴ στέγη, σκορπίζοντας ὅλα τὰ ὑπάρχοντα
του «ζῶν ἀσώτως», ζοῦσε δηλαδὴ μέσα στὴν ἁμαρτία.
Ἕνα βασικὸ σημεῖο ὅμως ποὺ πρέπει νὰ
προσέξουμε εἶναι ἡ στιγμὴ κατὰ τήν ὁποία ὁ ἄσωτος υἱὸς συνέρχεται ἀπὸ
τόν λήθαργο τῆς ἁμαρτίας καὶ παίρνει τήν γενναία ἀπόφαση νὰ γυρίση στὸ
σπίτι τοῦ πατέρα του. Ὁ ἄσωτος υἱός, μᾶς λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς,
σώθηκε καὶ ξαναγεννήθηκε: «εἰς ἑαυτόν…ἐλθών…». Ἦλθε στὰ συγκαλά του,
συνῆλθε δηλαδὴ ἀπὸ τήν ἁμαρτωλὴ ζωὴ ποὺ βίωνε καὶ μετανόησε. Παραμέρισε
ντροπή, ἐγωϊσμό καὶ ὑπερηφάνεια καὶ ἐπέστρεψε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ πατέρα
του.
Ὁ πατέρας, γεμᾶτος καλωσύνη, τόν δέχεται
χωρὶς κἂν νὰ τοῦ ζητήση ἐξηγήσεις. Δὲν θέλει νὰ μάθη πῶς ἔζησε ὅλο αὐτὸ
τό διάστημα μακριά του. Τοῦ εἶναι ἀρκετὸ ὅτι τό παιδὶ του γύρισε στὸ
σπίτι ζωντανό, ὅτι ὁ γιὸς του ἐπέστρεψε μὲ ἀλλαγμένη τήν ἐσωτερικὴ
διαθέση καὶ συντετριμμένος τώρα ζητᾶ συγχώρεση.
Ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν μετανοεῖ, ξαναβρίσκει
τόν προορισμό του καὶ γίνεται ἅγιος. Ζεῖ στὴν μακαριότητα τοῦ Θεοῦ, καὶ
χαριτώνεται. Αὐτὸ τό βλέπουμε πρακτικὰ στοὺς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας,
οἱ ὁποῖοι τελειοποιοῦνται στὴν ἀρετή, ἐπειδὴ ἀγωνίζονται τόν καλὸ
πνευματικὸ ἀγῶνα καὶ βιώνουν συνεχῶς τήν μετάνοια. Ἔτσι ὅλη ἡ διδασκαλία
τῆς Ἐκκλησίας μας, σύμφωνα μὲ τούς Πατέρες, καρποφορεῖ μόνον ὅταν οἱ
ἄνθρωποι ὁδηγοῦνται στὴν εἰλικρινῆ καὶ χωρὶς ἐνδοιασμοὺς μετάνοια.
Μὲ τή μετάνοια ὁ πιστός ἀποκτᾶ ἐπίγνωση
τῶν πράξεων του, παραδέχεται τά σφάλματά του, νικᾶ τόν ἐγωϊσμό του καὶ
παραμερίζει τήν ὑπερηφάνεια. Πράττει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀγαπᾶ ὅλους
τοῦς ἀνθρώπους, διότι ζεῖ πλέον μέσα στὴν χάρη καὶ στή χαρὰ ποὺ τού
προσφέρει ὁ Θεός. Γι” αὐτὸ ἡ μετάνοια δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ τυπικὴ πράξη,
ἀλλὰ εἶναι τρόπος ζωῆς καὶ ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ζωὴ μετανοίας, δηλαδὴ
ζωὴ συντριβῆς καὶ ἀλλαγή στὸν τρόπο σκέψης καὶ πράξης.
Τὸ εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ
εἶναι κήρυγμα μετανοίας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, προαναγγέλλοντας
τὸν ἐρχομὸ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, κήρυττε καὶ ἔλεγε:
«Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἰησοῦς
Χριστός, ἄρχισε τὸ κήρυγμά Του προσκαλώντας τοὺς ἀνθρώπους στὴν
μετάνοια: «Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσει καὶ λέγειν: μετανοεῖτε,
ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἡ ἀρχὴ αὐτὴ τοῦ κηρύγματος τοῦ
Χριστοῦ φανερώνει τήν σπουδαιότητα τῆς μετάνοιας, ἡ ὁποία εἶναι τό μόνο
μέσον ποὺ διαθέτει ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ μπορέση νὰ ἀκούση τήν πρόσκληση τοῦ
Θεοῦ καὶ νὰ ἐνταχθῆ στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὅταν ὁ πιστός τό καταλάβει αὐτό
ἀποστρέφεται τό κακὸ, ποὺ εἶναι ἡ ἁμαρτία, καὶ στὸ νοῦ του ἔχει μόνο τό
καλὸ καὶ ἀγαθό. Μετανοεῖ γιὰ ὅλα τά παραπτώματα του, ζητᾶ συγχώρεση ἀπὸ
τό Θεὸ καὶ συμμετέχει στὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολόγησης, τό ὁποῖο
εἶναι ἀναπόσπαστα δεμένο μὲ τή μετάνοια. Μετανοιωμένος πλέον ὁ ἄνθρωπος
καὶ μὲ εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση ἀναγεννᾶται καὶ ἀναβαπτίζεται. Καθαρίζει ἡ
ψυχὴ του ἀπὸ τήν ἁμαρτία καὶ ξαναβρίσκει τόν προορισμὸ του ποὺ εἶναι ἡ
ἐπιστροφὴ πρὸς τόν Πατέρα, δηλαδὴ ἐπιστροφὴ στὴν ἁγία ζωή.
Ἡ σημερινὴ παραβολὴ εἶναι γεμάτη ἀπὸ
μεγαλεῖο θείας ἀγάπης καὶ μακροθυμίας. Αὐτὸ ἀποδεικνύεται καὶ στὸ ὅτι ὁ
Θεός ἀπέστειλε στὸν κόσμο τόν Μονογενῆ Του Υἱό, τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ
Ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἔπαθε γιὰ μᾶς προκειμένου νὰ «ἑνώσῃ τά πρὶν
διεστῶτα», νὰ συμφιλιώση τόν ἄνθρωπο μὲ τόν Θεό. Ἀποκατέστησε τή σχέση
τοῦ πατέρα μὲ τό παιδί, τή σχέση δηλαδὴ ποὺ εἶχε ὁ ἄνθρωπος μὲ τό Θεὸ
μέσα στὸν Παράδεισο πρὶν ἀπὸ τήν πτώση.
Ὁ Θεὸς, σὰν πατέρας, δέχεται κοντὰ Του
τόν ἄνθρωπο, ὅσο ἁμαρτωλὸς καὶ νὰ εἶναι, ἀρκεῖ νὰ ἐπιστρέψη κοντὰ Του
μετανοιωμένος. Ἡ φιλανθρωπία αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν θέλει νὰ χαθῆ
κανείς, ἀλλὰ ὅλοι νὰ “ρθοῦνε σὲ ἐπίγνωση ἀληθείας καὶ νὰ σωθοῦν, ὄχι
μόνο δέχεται τήν μετάνοια αὐτῶν ποὺ πραγματικὰ μετανοοῦν, ἀλλὰ προσκαλεῖ
σὲ μετάνοια γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ ὅσους ἀπὸ ἀναισθησία καὶ πόρωση λόγῳ τῆς
ἁμαρτίας βασανίζονται.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Ὁ ἄσωτος υἱὸς τῆς παραβολῆς «εἰς
ἑαυτόν…ἐλθών…», γύρισε πίσω στὸν πατέρα του, ζήτησε συγχώρεση καὶ
συγχωρέθηκε. Αὐτὸ πρέπει νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς. Ἀφοῦ συναισθανθοῦμε τήν
ἁμαρτωλότητά μας ἂς τρέξουμε μετανοιωμένοι κοντὰ στὸν Θεὸ. Μᾶς
περιμένει. Ἂς κλάψουμε γιὰ τά ἁμαρτήματά μας ὅσο ἔχουμε καιρό, γιὰ νὰ
λυτρωθοῦμε καὶ νὰ μποῦμε στὸ πατρικὸ μας σπίτι τήν Ἐκκλησία. Μέσα στὴν
Ἐκκλησία καὶ μὲ τά μυστήρια, μὲ τά ὁποία μᾶς καθαγιάζει, θὰ βροῦμε
ἀνακούφιση ἀπὸ τούς πειρασμούς, γαλήνη στὴ συνείδηση καὶ σωτηρία στὴν
ψυχή μας. Ἀμήν.
π. Π.Ι.Β.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως