imsk.gr
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(Μρκ. ι΄, 32-45)
Φθάνουμε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, στὴν τελευταία ἑβδομάδα τῆς Μεγάλης
Τεσσαρακοστῆς. Κάνουμε ἕνα ταξίδι πνευματικοῦ ἀγώνα γιὰ νὰ ἀνέβουμε στὰ
Ἱεροσόλυμα μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητές Του.
Ὁ Κύριος ἀνεβαίνοντας στὰ Ἱεροσόλυμα γνωρίζει, ὡς Θεός, ὅτι πορεύεται
πρὸς τὸ πάθος Του, γι’ αὐτὸ προλέγει καθαρὰ στοὺς μαθητὲς Τοῦ «τὰ
μέλλοντα αὐτῶ συμβαίνειν». «Ἰδού», τοὺς λέγει, «ἀναβαίνομεν εἰς
Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ παραδοθῶ στοὺς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους γιὰ νὰ μὲ
δικάσουν καὶ νὰ μὲ καταδικάσουν, θὰ μὲ ἐμπαίξουν, θὰ μὲ μαστιγώσουν, θὰ
μὲ σταυρώσουν καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θὰ ἀναστηθῶ.» Ἐνῶ, λοιπόν, ὁ
Διδάσκαλος ξεκάθαρα τούς ἀποκαλύπτει τὸ οὐράνιο σχέδιο, μὲ τὸ ὁποῖο ἡ
σωτηρία τοῦ κόσμου ἔπρεπε νὰ περάσει μέσα ἀπὸ τὸ σταυρικό Του θάνατο, οἱ
μαθητὲς δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν τὰ λόγια του. Ἦταν ὅλοι τους Ἑβραῖοι
καὶ περίμεναν τὸν Μεσσία ὡς ἐθνικὸ ἀπελευθερωτή, νὰ ἐκδιώξει τοὺς
κατακτητὲς Ρωμαίους, νὰ λύσει τὰ κοινωνικά τους προβλήματα καὶ νὰ τοὺς
προσφέρει ἐπίγεια ἀγαθά. Ἐκεῖνος τοὺς ὁμιλεῖ γιὰ τὸ πάθος Του καὶ
ἐκεῖνοι ζητοῦν πρωτοκαθεδρία στὴ βασιλεία Του. Πρῶτα τὰ δύο ἀδέρφια, ὁ
Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, Τοῦ ζητοῦν νὰ καθίσουν ὁ ἕνας στὰ δεξιὰ καὶ ὁ
ἄλλος στὰ ἀριστερά Του, ὅταν ἀνέβη στὸ βασιλικὸ θρόνο. Μετὰ καὶ οἱ ἄλλοι
δέκα, οἱ ὁποῖοι «ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου».
Ἀγανάκτησαν καὶ τὰ ἔβαλαν μαζί τους γιατί ἤθελαν νὰ πάρουν τὴν ἐξουσία.
Οἱ μαθητὲς ζητοῦν ἀπὸ τὸ Χριστὸ δόξα νομίζοντας ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ
Θεοῦ εἶναι ἐγκόσμια. Σκέφτονται ἀνθρώπινα γιατί ἀκόμη δὲν τοὺς ἀλλοίωσε ἡ
χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ θὰ συμβεῖ ἀργότερα, τὴν ἡμέρα τῆς
Πεντηκοστῆς. Ἀγνοοῦν ἀκόμη ὅτι ὁ βασιλικὸς θρόνος γιὰ τὸν Ἰησοῦ εἶναι ὁ
Σταυρός.
Στὴν ἀπαίτηση τῶν μαθητῶν γιὰ πρωτοκαθεδρία ὁ Χριστὸς ἀπαντᾶ «οὐκ
οἴδατε τί αἰτεῖσθε», δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε. Ἐμεῖς σήμερα ξέρουμε τί
ζητᾶμε; Πορευόμαστε μαζὶ μὲ τὸ Χριστὸ πρὸς τὸ Πάθος; Ζητοῦμε νὰ γίνει
τὸ θέλημά Του; Στὴ συνέχεια τοὺς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ πραγματικὴ καὶ αἰώνια
δόξα περνάει μέσα ἀπὸ τὸ «ποτήριο» καὶ τὸ «βάπτισμα», μέσα δηλαδὴ ἀπὸ
τὰ Πάθη καὶ τὸ Σταυρό. Ἀνεβαίνει πρῶτα κανεὶς στὸ Γολγοθά, σηκώνει τὸ
Σταυρό του καὶ μετὰ ἀκολουθεῖ ἡ δόξα τῆς Ἀνάστασης. Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ
Σύρος διδάσκει: «Οὐδεὶς ἀνῆλθε στὸν οὐρανὸ μετὰ ἀνέσεως». Ἡ ὁδὸς τοῦ
Θεοῦ εἶναι ἕνας καθημερινὸς Σταυρός καὶ αὐτὸς μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ ἀγώνας
γιὰ νὰ νικήσουμε τὴν ἁμαρτία. Σταυρὸς μπορεῖ νὰ εἶναι τὰ βάσανα τῆς ζωῆς
ποὺ ὅλοι ἔχουμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε. Σταυρὸς εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ ὀφείλουμε
νὰ δείχνουμε στοὺς ἄλλους. Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε καὶ μᾶς ἔδειξε τὴν
ἀγάπη Του καὶ ἐμεῖς σταυρωνόμαστε καὶ δείχνουμε τὴν ἀγάπη μας στοὺς
ἄλλους.
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ κλείνει μὲ ἕνα μεγάλο μάθημα τοῦ Ἰησοῦ
πρὸς τοὺς μαθητές Του. «Αὐτοὶ ποὺ θεωροῦνται ἡγέτες τῶν ἐθνῶν, τοὺς
λέει, ἀσκοῦν ἀπόλυτη ἐξουσία ἐπάνω τους καὶ οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν τοὺς
καταδυναστεύουν. Σὲ ἐσᾶς ὅμως δὲν πρέπει νὰ συμβαίνει αὐτό, ἀλλὰ ὅποιος
θέλει νὰ γίνει μεγάλος ἀνάμεσα σας πρέπει νὰ γίνει ὑπηρέτης σας καὶ
ὅποιος ἀπὸ ἐσᾶς θέλει νὰ γίνει πρῶτος πρέπει νὰ γίνει δοῦλος ὅλων.»
Στὰ θεϊκὰ λόγια του Εὐαγγελίου βρίσκεται τὸ μήνυμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ
φέρνει σὲ ἀπόλυτη ἀντίθεση τὴν ἐκκλησία μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου. Οἱ
ἄνθρωποι τοῦ κόσμου ἐπιζητοῦν κοσμικὴ ἐξουσία, τοὺς ἀρέσει νὰ τοὺς
ὑπηρετοῦν, κυριαρχοῦν καὶ καταπιέζουν τὸ λαό. Ἐπιδιώκουν τὰ ἀξιώματα καὶ
τὴν ἐξουσία γιὰ νὰ μὴ θυσιάζουν- σταυρώνουν τὸν ἑαυτὸ τοὺς ἀλλὰ ὅλους
τους ἄλλους. Ἀπολαμβάνουν τὴ δόξα τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία ὅμως σβήνει, ὅταν
χάσουν τὴν ἐξουσία. Ἀντίθετα, ὅσοι ἐπιζητοῦν τὴ μόνιμη καὶ αἰώνια δόξα
ποὺ περνάει μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν προσφορὰ πρὸς τὸ συνάνθρωπο
ἀποδεικνύονται πραγματικοὶ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Μὲ ταπείνωση διακονοῦν
τὸν πλησίον καὶ ἔτσι πορεύονται τὸν ἀσφαλῆ δρόμο γιὰ τὴν κατάκτηση τοῦ
πραγματικοῦ μεγαλείου, τοῦ μεγαλείου ποὺ μετριέται μὲ τὸ πόσους κανεὶς
διακονεῖ καὶ ὄχι μὲ τὸ πόσους ἐξουσιάζει.
Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς βέβαια δὲ δίδαξε μόνο θεωρητικὰ αὐτὴν τὴν ἀλήθεια.
Τὴν ἐφάρμοσε στὴν πράξη καὶ μᾶς ἄφησε παράδειγμα «ἵνα ἐπακολουθήσωμεν
τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ». «Ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι ἀλλὰ
διακονῆσαι», εἶπε στοὺς μαθητές Του, δηλαδὴ «δὲν ἦλθα νὰ μὲ ὑπηρετήσουν
οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ νὰ ὑπηρετήσω ἐγὼ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ δώσω ἀντάλλαγμα
τὴ ζωή μου γιὰ ἐκείνους». Ὅλη Του ἡ ζωὴ ἦταν μία διακονία, μὲ ταπείνωση
πρόσφερε τὸν ἑαυτὸ Τοῦ μέχρι θανάτου, «θανάτου δὲ Σταυροῦ».
Αὐτὸν ἀκολούθησαν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ ὁποῖοι τελικὰ ἤπιαν τὸ ποτήρι τοῦ
μαρτυρίου τους, ὅλοι ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἰωάννη ποὺ πέθανε εἰρηνικὰ σὲ βαθιὰ
γεράματα. Ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοί της Ἐκκλησίας μας, μιμούμενοι τὸν
Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους, διακονοῦν τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀλλάζουν τὸν
κόσμο. Ἐμεῖς, ἀγαπητοὶ χριστιανοί, ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ
Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων, ἂς σηκώνουμε ὁ καθένας τὸ δικό του σταυρό, ἂς
διακονοῦμε τὸ συνάνθρωπο καὶ ἂς ἐλπίζουμε στὴν Ἀνάσταση. Ἀμήν.