Παρασκευή 14 Απριλίου 2023

Ω γλυκύ μου έαρ

Η μητρική φωνή, ζωντανεμένη από τους στίχους του ποιητή των εγκωμίων της Μ.Παρασκευής, εκφράζει τον πόνο της μητρικής καρδιάς για την οποία ο γέροντας Συμεών είχε προφητεύσει ότι θα την διαπεράσει ρομφαία (Λουκ. 2,35).

“Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος;”

Και πως να μη πονέσει και να μη συντριβεί η μητρική καρδιά, όταν βλέπει το παιδί της να βυθίζεται κυριολεκτικά στο πέλαγος του πόνου, και να χάνει την εξωτερική του ωραιότητα, όπως είχε προφητεύσει σχετικά ο Ησαΐας: “Ουκ έστιν είδος αυτώ ουδέ δόξα· και είδομεν αυτόν, και ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος· αλλά το είδος αυτού άτιμον και εκλείπον παρά πάντας τους υιούς των ανθρώπων... 

Ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται, και ημείς ελογισάμεθα αυτόν είναι εν πόνω και εν πληγή υπό Θεού και εν κακώσει.” (Ησ. 53,2-4).

Αλλά εάν το τέκνο της Θεοτόκου έχασε το εξωτερικό του κάλλος, αυτό δεν σημαίνει ότι έπαψε να είναι “ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς...ο την φύσιν ωραΐσας του παντός”, όπως λέγει ο ίδιος ποιητής των εγκωμίων.

Συμβαίνει δε τούτο, όχι μόνο επειδή “και Κύριος βούλεται καθαρίσαι αυτόν από της πληγής.” (Ησ. 53, 10), αλλά διότι πίσω από την αφαίρεση του εξωτερικού κάλλους υπάρχει το θείο και απερίγραπτο κάλλος, “ότι εν αυτώ κατοικεί παν 
το πλήρωμα της θεότητας σωματικώς” (Κολ.2,9).

Το τέκνο της Παρθένου είναι ο απερίγραπτος Θεός Λόγος, ο Ένας της Τριάδος, το Φως του κόσμου, η ζωή και η ανάσταση. Γι’ αυτό στο κοντάκιο της Μ. Παρασκευής παρουσιάζεται η Θεοτόκος να λέγει: “Ει και σταυρόν υπομένεις, συ υπάρχεις ο υιός και Θεός μου”.

Ύστερα από το χειμώνα έρχεται η άνοιξη. Υστερα από το σταυρό ακολουθεί η ανάσταση, και ύστερα από τη λύπη έρχεται η χαρά. 

Ο Χριστός είναι πράγματι το γλυκύ έαρ, και όποιος επιθυμεί την άνοιξη την πνευματική και την αναγέννηση, δε μένει παρά να ενδυθεί Αυτόν. “Όσοι γαρ εις Χριστόν  εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε” (Γαλ. 3,27).

Έτσι το γλυκύ έαρ θα είναι πολύ κοντά του, και το πνευματικό κάλλος θα ωραΐζει την ύπαρξή του, η δε λύπη με τη χαρά θα γίνεται χαρμολύπη όμοια με αυτή τη χαρμολύπη που εκφράζεται και διαφαίνεται στο υπέροχο εγκώμιο: 
“Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον, που έδυ σου το κάλλος;” 

Ιωάννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών
G
M
T
Y
Η λειτουργία ομιλίας περιορίζεται σε 200 χαρακτήρες

Τετάρτη 12 Απριλίου 2023

H δύναμη της Θείας Κοινωνίας




Όταν αξιωθούμε να γίνουμε κοινωνοί των αχράντων μυστηρίων
Χριστού του Θεού οι ανάξιοι, τότε περισσότερον πρέπει ο νους μας
να είναι προσεκτικός ώστε να εξαλειφθεί κάθε αμαρτία μικρή ή
μεγάλη με τη φλόγα τη θεϊκή, δηλαδή το σώμα του Κυρίου Ιησού
Χριστού.
Εάν έτσι τηρήσουμε τον νουν με ακρίβεια και φυλάσσουμε την
είσοδο της καρδιάς μας, όταν πάλι αξιωθούμε να κοινωνήσουμε
περισσότερο θα λαμπρύνεται ο νους από τη θεία κοινωνία.

Ησύχιος, P.G. 93,1512 Α.

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ -Απόσπασμα από το βιβλίο του Ιωάννη Δήμου "ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ


 

Ας εξετάσουμε το θέμα με διαδοχικές ερωτήσεις και απαντήσεις.


Ερώτηση 1η 


Πώς έγινε ο Ιούδας μαθητής του Χριστού;
Απάντηση


Ο Ιούδας έγινε μαθητής του Χριστού διότι, όπως τους άλλους ένδεκα έτσι και αυτόν, τον διάλεξε ο Ίδιος ο Κύριος, και μάλιστα τους έδωσε σ’ Αυτόν ο Πατέρας Του, όπως φαίνεται από τα παρακάτω, «ουκ εγώ υμάς τους δώδεκα εξελεξάμην; και εξ υμών εις διάβολος εστίν» (Ιω.
στ ́, 70) και «ους δεδωκάς μοι εφύλαξα, και ουδείς εξ αυτών απώλετο ει μη ο υιός της απωλείας, ίνα η γραφή πληρωθή» (Ιω. Ιζ ́,12).



Ερώτηση 2η

Αφού ο Χριστός γνώριζε ότι ο Ιούδας ήταν αμαρτωλός, γιατί τον κά-
λεσε για μαθητή Του;

Απάντηση
Γιατί κανένας δεν ήταν αναμάρτητος, και μάλιστα ο Πέτρος είπε
στον Κύριο «έξελθε απ’ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε»
(Λουκ. ε ́, 8).


Ερώτηση 3η
Αφού ο Χριστός γνώριζε ότι ο Ιούδας θα τον προδώσει, γιατί τον
κάλεσε για μαθητή Του;


Απάντηση

Γιατί και για τον Πέτρο γνώριζε ότι θα τον αρνηθεί, και για τους άλ-
λους μαθητές ότι θα τον εγκαταλείψουν, και όμως τους κάλεσε. Άρα ο Χριστός δεν κάλεσε αγίους αλλά διαφορετικούς χαρακτήρες. Κά-
λεσε, για παράδειγμα, τον Ναθαναήλ για τον οποίον είπε «ίδε αλη-
θώς Ισραηλίτης εν ω δόλος ουκ εστί» (Ιω. α ́, 48). Κάλεσε τον Πέτρο
με όλες τις αδυναμίες του. Κάλεσε το Θωμά που ήθελε αποδείξεις
για να πιστέψει στην Ανάσταση Του. Από τα παραπάνω φαίνεται ότι
οι Απόστολοι αναδείχτηκαν από το Άγιο Πνεύμα άξιοι να επιτελέ-
σουν το έργο τους και δεν ήταν από τον εαυτό τους σπουδαίοι. Άλ-
λωστε, όταν αυτοκτόνησε ο Ιούδας αναδείχθηκε στη θέση του ο
Ματθίας. Αργότερα έγινε απόστολος ο Παύλος κατά τον γνωστό
τρόπο. Και οι συνεργάτες των Αποστόλων και αυτοί έργο αποστο-
λικό έκαναν. Συνεπώς βρίσκει ο Κύριος ανθρώπους για να τους κάνει Αποστόλους. Απλώς εκείνη την εποχή διάλεξε τους δώδεκα, όπως και τους εβδομήκοντα. Κάποτε είπε στους δώδεκα, όταν σκανδαλί- στηκαν από τα λόγια Του πολλοί, «μη και υμείς θέλετε υπάγειν;» (Ιω. στ’,67).
Έτσι λοιπόν σαν έναν διαφορετικό τύπο διάλεξε και τον Ιούδα να τον αναδείξει Απόστολο και θα το έκανε, εάν ο Ιούδας μετανοούσε, αλλά αυτό θα το δούμε στη συνέχεια.


Ερώτηση 4η

Αφού είχε προφητευθεί το κατάντημα του Ιούδα, μπο- ρούσε να κά-
νει διαφορετικά;

Απάντηση

Η προφητεία δεν καθόρισε ούτε δέσμευσε τη συμπεριφορά του Ι-
ούδα. Μακάρι ο Ιούδας να μην ήταν αυτός που ήταν και να μην έκανε  αυτό που έκανε, και τότε αυτό θα το προγνώριζε ο Θεός και δεν θα έγραφε τη Γραφή αυτή την προφητεία για τον Ιούδα. Τώρα όμως που έκανε αυτό που έκανε, δεν το έκανε, επειδή είχε προφητευθεί, αλλά προφητεύτηκε, επειδή θα το έκανε.


Ερώτηση 5η


Αν ο Ιούδας δεν πρόδιδε το Χριστό, τότε δεν θα καταδικαζόταν ο
Κύριος;


Απάντηση


Ο Χριστός θα καταδικαζόταν και χωρίς την προδοσία του Ιούδα,
γιατί ο φθόνος των αρχόντων των Ιουδαίων προς τον Κύριο ήταν
τόσο μεγάλος που θα εύρισκαν τρόπο να τον συλλάβουν. Άλλωστε
το ότι δεν συνελήφθη ο Χριστός μέχρι την προδοσία του Ιούδα οφεί-
λεται στο ότι δεν είχε έλθει η ώρα Του και στο ότι παραδόθηκε, όταν
θέλησε ο Ίδιος, αν και οι άρχοντες «δια φθόνον παρέδωκαν αυτόν»
(Ματ.κζ ́, 18).


Ερώτηση 6η


Αφού ο Χριστός θα παραδιδόταν και χωρίς την προδοσία του Ιούδα,
μήπως αυτό μειώνει την ευθύνη του Ιούδα;


Απάντηση

Όχι, γιατί η προδοσία αυτή καθ’ εαυτήν είναι σοβαρότατη και δια-
βολική πράξη. Αυτό το επιβεβαιώνει ο Κύριος, όπως φαίνεται παρα-
κάτω, «και εξ υμών εις διάβολός εστιν» (Ιω. στ ́, 70), «και ο μεν υιός
του ανθρώπου πορεύεται κατά το ωρισμένον, πλην ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι’ου παραδίδοται» (Λουκ. κβ ́, 22).


Ερώτηση 7η
Ο Ιούδας αποκλειστικά και μόνο για την προδοσία ευ- θύνεται;


Απάντηση

Όχι, γιατί αυτή ήταν το αποκορύφωμα της διαβολικής του συμπερι-
φοράς. Και προηγουμένως δεν ήταν εντάξει, αφού «κλέπτης ην, και
το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν» (Ιω. ιβ ́,6). Από
αυτό και από τα αργύρια που πήρε φαίνεται και το πάθος της φιλαρ-
γυρίας που είχε και στο οποίο δούλευε ο Ιούδας.

Ερώτηση 8η

Ο Χριστός που γνώριζε την κατάσταση του Ιούδα πως τον αντιμετώ-
πιζε;

Απάντηση


Ασφαλώς, και δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό, τον αντιμετώπιζε με
πολλή αγάπη και σοφία και παιδαγωγικό τρόπο, ώστε να μη τον θίξει
και τον μειώσει ένα- ντι των άλλων μαθητών. Για παράδειγμα ανα-
φέρουμε το εξής: «και προσκαλεσάμενος τους δώδεκα μαθητάς αυ-
τού έδωκεν αυτοίς εξουσίαν πνευμάτων ακαθάρτων ώστε εκβάλλειν
αυτά και θεραπεύειν πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν» (Ματθ.
ι ́,1). Εδώ βλέπουμε ότι δεν ξεχωρίζει τον Ιούδα αλλά μιλάει για δώ-
δεκα στους οποίους έδωσε την εξουσίαν να βγάζουν δαιμόνια και θα
θεραπεύουν.


Ερώτηση 9η

Αυτό που λέγεται ότι ο Χριστός ζήτησε από τον Ιούδα να τον παρα-
δώσει για να σωθεί ο κόσμος, είναι σωστό;

Aπάντηση
Δεν είναι σωστό, όπως φαίνεται από την απάντηση στην 5η ερώτηση
και επί πλέον, εάν συνέβαινε αυτό, δεν συμβιβάζεται με το θέλημα
του Θεού, καθόσον εμφανίζεται ο Χριστός ο αναμάρτητος να συνερ-
γάζεται με τον Ιούδα και να του ζητάει να κάνει την πράξη της προ-
δοσίας, που όπως αναφέρθηκε είναι διαβολική, αφού πριν την κάνει
 «εισήλθεν εις εκείνον ο σατανάς» (Ιω. ιγ’, 27). Σε καμία περίπτωση
δεν θα ήθελε ο Χριστός, ο μαθητής Του να γίνει όργανο του διαβόλου και να τον προδώσει. Άλλωστε, όπως αναφέρεται στην απάντηση της 5ης ερώτησης, ο Ιούδας δεν ήταν απαραίτητος για την καταδίκη του Χριστού.


Ερώτηση 10η


Ο Ιούδας μετανόησε για την πράξη του;


Απάντηση


Ο Ιούδας δεν μετανόησε, γιατί ο διάβολος που είχε εισέλθη μέσα του
δεν ήταν δυνατόν να τον οδηγήσει σε μετάνοια αλλά σε απελπισία
και αυτοκτονία. Η μεταμέλεια λοιπόν του Ιούδα δεν είναι μετάνοια,
γιατί αν ήταν μετάνοια θα έτρεχε στον Χριστό να του ζητήσει συγ-
χώρεση και δεν θα αυτοκτονούσε, πράγμα που αποτελεί το επισφρά-
γισμα της αμετανοησίας του.

Ερώτηση 11η


Αν μετανοούσε ο Ιούδας, θα τον δεχόταν ο Χριστός;


Απάντηση


Και βέβαια θα τον δεχόταν, όπως δέχτηκε και τον Πέτρο που και
αυτός αμάρτησε σοβαρά με το να αρνηθεί τον Κύριο του τρεις φορές
και με όρκο. Μακάρι να μετανοούσε ο Ιούδας και θα αποτελούσε
παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους ομοίους του κάθε εποχής.

Τώρα όμως αποτελεί παράδειγμα, προς αποφυγήν όχι μόνο της προ-
δοσίας και της εν γένει δόλιας συμπεριφοράς του, αλλά και της
απελπισίας του με αποτέλεσμα την αυτοκτονία, η οποία αυτοκτονία
αποτελεί φαινόμενο κάθε εποχής.

Ο Χριστός δίδαξε την προσευχή με το παράδειγμά του



Όταν ακούς το δάσκαλο να αναφέρεται σε απλοϊκά πράγματα, δεν
λες ότι αυτός αγνοεί και ρωτάει για να μάθει ο ίδιος αλλά, επειδή
θέλει να μορφώσει τον μαθητευόμενο.
Έτσι και ο Χριστός, αν και δεν είχε ανάγκη από προσευχή όμως
ο ίδιος προσευχόταν, επειδή ήθελε με τον τρόπο αυτό να διδάξει
τους ακροατές του για να προσεύχονται συνεχώς και αδιαλείπτως με
νηφαλιότητα και αγρυπνία.
Αγρυπνία βέβαια δεν είναι μόνο το να ξυπνάει κανείς τη νύχτα
για να προσευχηθεί αλλά και το να προσεύχεται την ημέρα με
επαγρύπνηση.-

Ιωάν. Χρυσοστόμου, ΕΠΕ τ.25, σελ.230.

Τρίτη 11 Απριλίου 2023

Δωρεάν Βιβλία για ανάγνωση από τον Ιωάννη Χ. Δήμο με επιλογή στην εικόνα




 



 









Έλα, κύριε Ιησού Χριστέ

 


 

Δεν αποκλείεται, κάποιος που διαβάζει επιλεκτικά την Αποκάλυψη του Ιωάννη, να δίνει μεγαλύτερη σημασία σε κάποια λόγια της, και άλλα να τα παραβλέπει ή και να τα αγνοεί. Για παράδειγμα, μπορεί να παίρνει στα σοβαρά, και πολύ  καλά κάνει,  τον αριθμό χξς’,  αλλά να μη δίνει σημασία  στα εξής λόγια, « Λέγει ο μαρτυρών ταύτα· ναι έρχομαι ταχύ. αμήν, ναι έρχου, Κύριε Ιησού » (Απ. κβ’, 20).

Αυτά τα λόγια που βρίσκονται στο τέλος της Αποκάλυψης, ίσως κάποιος και να τα αγνοεί τελείως. Έτσι, ενώ  ο Χριστός λέει, «ναι έρχομαι ταχύ», αυτός να μη του λέει «έρχου, Κύριε Ιησού », αλλά να τον αφήνει έξω να χτυπάει την πόρτα, σύμφωνα με το, «ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω· εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ᾿ αυτού και αυτός μετ᾿ εμού »( Απ. γ’, 20). Πώς θα γλυτώσει ο άνθρωπος από τον αριθμό του  θηρίου, αν δεν  καλέσει το Χριστό μέσα του, αλλά τον κρατάει σε απόσταση;

Είναι πολύ καλό να προφέρει  κανείς το Όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού, αλλά, γιατί από το «έρχου, Κύριε Ιησού », να αφαιρεί το «έρχου», και  να αναφέρει μόνο το Όνομά Του,  με όποια άλλα, ασφαλώς σωστά και  θεμιτά, συμπληρώματα δικά του;  Αυτή η αφαίρεση του «έρχου»,  δηλαδή του έλα, δεν έρχεται σε αντίθεση, κατά κάποιο τρόπο, με τα λόγια της Αποκάλυψης,  «  και εάν τις αφέλη από των λόγων του βιβλίου της προφητείας ταύτης……»( Απ. γ’, 19); Μήπως έχει άλλον στην καρδιά του και δε θέλει το Χριστό κοντά του; Μήπως θέλει να υποδεικνύει αυτός στο Χριστό τι να κάνει, και  έτσι δεν του λέει, έλα Κύριε Ιησού Χριστέ και κάνε  ό, τι θέλεις;  Μήπως ακούει άλλους διδασκάλους και όχι, « τι το Πνεύμα λέγει ταις εκκλησίαις » ( Απ. γ’, 22);

Όταν  στην Αποκάλυψη αναφέρεται,  « Και το Πνεύμα και η νύμφη λέγουσιν· έρχου. και ο ακούων ειπάτω· έρχου »( Απ. κβ’, 17), ποιος θα τολμήσει να πει ότι δε χρειάζεται το «έρχου»; Ποιος θα διδάξει τους άλλους να μη καλούν το Χριστό να έρθει στην καρδιά τους για να ακούσουν τα λόγια Του, αλλά να του λένε μόνο τα λόγια τα δικά τους;  Τα λόγια τα δικά τους βεβαίως  και  πρέπει να τα λένε, γιατί είναι  λόγια προσευχής, το «έρχου» όμως  στην προκειμένη περίπτωση είναι  εντολή του Κυρίου, σύμφωνα με τα λόγια Του,  « Εγώ Ιησούς έπεμψα τον άγγελόν μου μαρτυρήσαι υμίν ταύτα επί ταις εκκλησίαις »( Απ. κβ’, 16). Το  «έρχου», όπως γράφεται εδώ στην  Αποκάλυψη, δεν είναι μόνο πρόσκληση και προσευχή  προς το Χριστό για να έρθει, αφού  ούτως ή άλλως έρχεται, σύμφωνα με τα λόγια Του, «έρχομαι ταχύ», αλλά είναι κυρίως αποδοχή του ερχομού του και υποδοχή του Ιδίου, αφού λέει, «έρχομαι ταχύ».

Έτσι το «έρχου», δεν  είναι καθόλου ασήμαντο και περιττό ώστε να το παραβλέπει κανείς  και να μη το λέει, όταν προσεύχεται στο Χριστό. Μπορεί  βέβαια να ζητάει, με πολλά  ή λίγα λόγια,  ό, τι  έχει ανάγκη, αλλά  δεν υπάρχει λόγος  να   μη λέει το «έρχου». Το  «έρχου» δεν     αρέσει στο διάβολο, όπως φαίνεται από τα λόγια των δύο δαιμονισμένων της χώρας των Γεργεσηνών οι οποίοι, όταν  συνάντησαν  το Χριστό,     « έκραξαν  λέγοντες· τι ημίν και σοι, Ιησού υιέ του Θεού;»   ( Ματ. η’, 29). Το «έρχου»  δεν αρέσει στον ασεβή που λέει   στο Θεό,  «  απόστα απ᾿ εμού, οδούς σου ειδέναι ου βούλομαι »  ( Ιωβ. κα’, 14). Το «έρχου» όμως, με όλη τη σημασία της λέξεως και μάλιστα ως υποδοχή του Χριστού, άρεσε στο Ζακχαίο και το είπε έμπρακτα, αφού « υπεδέξατο αυτόν χαίρων», όταν ο Κύριος του είπε,  «  σήμερον  εν τω οίκω σου δει με μείναι » ( Λουκ. ιθ’,  5-6). Ύστερα από αυτά, αφού ποτέ δεν είναι αργά, όποιος θέλει το Χριστό κοντά του, ας λέει  μέσα απ’ την  καρδιά του,  έλα, Κύριε Ιησού Χριστέ. Αμήν.

 

Ιωάννης Χ. Δήμος  πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.

Πέμπτη 6 Απριλίου 2023

Ο Χριστός δε φορτώνει τους ανθρώπους

 

Το είπε ο Ίδιος με τα εξής λόγια, « ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν » ( Ματ. ια’, 29-30). Το είπε επίσης ο Απόστολος Πέτρος, όταν πήρε το λόγο στην Αποστολική Σύνοδος με τα εξής λόγια, « νῦν οὖν τί πειράζετε τὸν Θεόν, ἐπιθεῖναι ζυγὸν ἐπὶ τὸν τράχηλον τῶν μαθητῶν, ὃν οὔτε οἱ πατέρες ἡμῶν οὔτε ἡμεῖς ἰσχύσαμεν βαστάσαι; » (Πρ. ιε’, 10).

Ύστερα από αυτά, πόσο μεγάλο λάθος έκαναν οι νομικοί της εποχής του Χριστού στους οποίους ο Κύριος είπε, « καὶ ὑμῖν τοῖς νομικοῖς οὐαί, ὅτι φορτίζετε τοὺς ἀνθρώπους φορτία δυσβάστακτα, »( Λουκ. ια’, 46). Αλλά και σε κάθε εποχή ποσό μεγάλο λάθος είναι να παρουσιάζει κανείς στους άλλους το Χριστό όχι ως Σωτήρα, αλλά ως τιμωρό αγνοώντας τα λόγια του Πατέρα Του, « ἰδοὺ ὁ παῖς μου, ὃν ᾑρέτισα, ὁ ἀγαπητός μου, εἰς ὃν εὐδόκησεν ἡ ψυχή μου· θήσω τὸ πνεῦμά μου ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἀπαγγελεῖ·……..κάλαμον συντετριμμένον οὐ κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ σβέσει, ἕως ἂν ἐκβάλῃ εἰς νῖκος τὴν κρίσιν· καὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ ἔθνη ἐλπιοῦσι » (Ματ. ιβ’, 18- 21).

Η αμαρτία είναι που κάνει τον άνθρωπο δούλο της σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου, « πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁματίας »( Ιω. η’, 34). Αντιθέτως ο Χριστός ελευθερώνει σύμφωνα με τα λόγια του Ιδίου, « ἐὰν οὖν ὁ υἱὸς ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ, ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε »( Ιω. η’, 36).

 Ιωάννης Χ. Δήμος  πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.

Γιατί το Θωρηκτό Αβέρωφ δεν βούλιαξε ποτέ


Παρασκευή 31 Μαρτίου 2023

Θεόν ανθρώποις ιδείν αδύνατον

 Όταν ο Μωυσής είπε στο Θεό, « ἐμφάνισόν μοι σεαυτόν», ο Θεός του είπε, «οὐ δυνήσῃ ἰδεῖν τὸ πρόσωπόν μου· οὐ γὰρ μὴ ἴδῃ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται » ( Εξ. λγ’, 18-20). Άρα δικαιώνεται ο παραπάνω τίτλος, Θεόν ανθρώποις ιδείν αδύνατον. Εννοείται βέβαια ότι πρόκειται για τους σωματικούς οφθαλμούς του ανθρώπου. Ευτυχώς όμως που ο Κύριος είπε, « Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν »(Λουκ. ιη’, 27). Έτσι και αυτό το αδύνατο για τους ανθρώπους, δηλαδή να δουν το Θεό, ο Θεός το έκανε δυνατό. Αυτό λέγεται στη συνέχεια του τροπαρίου το οποίο αρχίζει με τα παραπάνω λόγια, Θεόν ανθρώποις ιδείν αδύνατον. Λέει λοιπόν, διὰ σοῦ δὲ Πάναγνε ὡράθη βροτοῖς, Λόγος σεσαρκωμένος.

Αυτό ο Παύλος το χαρακτηρίζει μεγάλο μυστήριο με τα εξής λόγια, « καὶ ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ »( Α’ Τιμ. γ’, 16). Αλλά και ο Ίδιος ο Κύριος αποκάλυψε αυτή την αλήθεια, όπως φαίνεται στον εξής διάλογο που είχε με τον Φίλιππο, «Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Τοσοῦτον χρόνον μεθ' ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε; ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα; οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ· ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα »(Ιω. ιδ’, 8- 10).

Αλλά το βάρος δεν πέφτει στα σαρκικά μάτια, όπως είπε ο Κύριος στο Θωμά, « Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντε ς καὶ πιστεύσαντες »( Ιω. κ’, 29). Το βάρος πέφτει στην καρδιά, όπως πάλι είπε ο Κύριος, « μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται »( Ματ. ε’, 8).Τώρα, ποιοι είναι « οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ », ο Θεός τους γνωρίζει. Οι άλλοι, δε μένει παρά να τους αγαπάνε, αν και δεν τους γνωρίζουν, γιατί χωρίς αγάπη, δεν είναι κανένας « καθαρός τῇ καρδίᾳ ». Είναι ασφαλέστερο να αγαπάει κανείς τα τέκνα του Θεού από του να λέει για τον εαυτό του, εγώ είμαι τέκνο του Θεού.

 Ιωάννης Χ. Δήμος  πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...