«Η
Κυριακή μεταβλήθηκε σε ημέρα της ανίας επειδή κανείς δεν έχει να κάμει τίποτα.»
Νίτσε
Πρόσφατα έγινε γνωστό ότι
κάποιοι ενοχλούνται από τον «θόρυβο» που προκαλούν στην πρωτεύουσα οι καμπάνες των
εκκλησιών και γι’ αυτόν τον σκοπό κατέφυγαν στους αρμοδίους , οι οποίοι και τους
δικαίωσαν , χωρίς όμως το όλο θέμα να προχωρήσει παραπέρα. Αναμενόταν μάλιστα η
απόφαση η οποία θα όριζε ποια θα είναι η ένταση με την οποία θα κτυπούν οι
καμπάνες… Αν και το ζήτημα προς το παρόν θα πάψει να μας απασχολεί, έχει όμως σημασία
να δούμε πώς σκέπτονται οι άνθρωποι σε σχέση με αυτό που θεωρούν ως «Εκκλησία»
στη χώρα μας.
Η Αθήνα καταρχάς, όπως σε όλα
τα θέματα τα σχετικά με το περιβάλλον, είναι η πρώτη πόλη στην Ευρώπη με
ηχορύπανση και στην οποία ο καθένας πραγματικά μπορεί να ενοχλεί τους άλλους με
όποιον τρόπο θέλει. Μουσική, γλέντια μέχρι πρωίας, μηχανάκια με κομμένη την
εξάτμιση, αυτοκίνητα- ντισκοτέκ με μουσική στη διαπασών και ό,τι άλλο μπορεί να
φανταστεί κανείς , κάνουν τη ζωή των πολλών αφόρητη. Μέσα σε όλα τούτα κάποιοι
σκέπτονται ότι πρέπει να σιγήσουν οι καμπάνες για να γίνει η ζωή μας πιο
υποφερτή.
Το θέμα αυτό δίνει πάντως την
ευκαιρία να θυμηθούμε ότι στις τελευταίες δεκαετίες οι Έλληνες αποφάσισαν πάση
θυσία να εκμοντερνιστούν και έτσι ό,τι μπορεί να τους θυμίζει την παράδοσή τους
και τον Θεό θέλουν να το βάλουν στην άκρη. Αυτό ήρθε ως αποτέλεσμα μιας
γενικότερης νοοτροπίας που συνοδεύει τον μοντέρνο πολιτισμό, αλλά υποβοηθήθηκε
και από επιμέρους συγκεκριμένες ενέργειες.
Το κακό με όλες τις προσπάθειες
των Νεοελλήνων είναι ότι όντως έβγαλαν από τη ζωή τους πολλά στοιχεία της χριστιανικής
τους παράδοσης, η οποία σε σχέση με τον δυτικό ορθολογισμό τους φαντάζει οπισθοδρομική
, χωρίς καν να τα αντικαταστήσουν με την επιστημονική εξέλιξη, την οργάνωση και
την πειθαρχία που χαρακτηρίζουν τη ζωή στη Δύση. Αν και το θέμα είναι μεγάλο,
καμιά φορά μοιάζει να σκέφτεται ο Έλληνας το εξής απλουστευτικό: οι Ευρωπαίοι
δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τη θρησκεία. Άρα αν κι εγώ κάνω το ίδιο , αμέσως
γίνομαι Ευρωπαίος. Αν πρέπει να κάνουμε κι άλλες αλλαγές, το σκεφτόμαστε
αργότερα. Επείγει η αποκοπή μας από τη
θρησκεία. Δεν είναι τυχαίο λ.χ. ότι τα κυριότερα προβλήματα της εκπαίδευσης στη
χώρα μας θεωρούνται η εξομολόγηση των μαθητών στα σχολεία και τα χριστιανικά σύμβολα
στις αίθουσες. Η αλήθεια είναι όμως ότι Ευρωπαίος δεν έγινε, όπως τουλάχιστον
φανταζόταν ότι θα γίνει. Όταν αποφάσισε ο άνθρωπος στη Δύση να μην ασχολείται
πλέον με τη θρησκεία, είχε συγκεκριμένους λόγους για να το κάνει αυτό και δεν μιμήθηκε
απλά κάποιους άλλους, όπως συνήθως κάνουμε εμείς. Αλλά το χειρότερο είναι τούτο:
φτιάξαμε τις πόλεις μας κακέκτυπα των ευρωπαϊκών, δεν φτάσαμε ούτε κατά φαντασίαν
στο επίπεδο ποιότητας ζωής ων Ευρωπαίων, οι οποίοι μη ασχολούμενοι τόσο με τον
Θεό, φρόντισαν τουλάχιστον να ασχοληθούν σοβαρά και υπεύθυνα με αυτήν εδώ τη
ζωή. Εμείς και τον Θεό εγκαταλείψαμε και τούτη τη ζωή χαλάσαμε. Ασχήμια,
χαοτικές καταστάσεις, έλλειψη αισιοδοξίας και ελπίδας για το μέλλον, διαφθορά
και ξιπασμός και πάει λέγοντας…
Οι καμπάνες, από την άλλη,
καλούν εμάς τους χριστιανούς να πάμε στην Εκκλησία για την κοινή λατρεία. Το
ρολόι που υπάρχει συνήθως πάνω στα καμπαναριά δεν ήταν παλιότερα άσχετο με την
προσευχή και τη λατρεία, πέρα από το ότι ενημέρωνε τους ανθρώπους, που δεν είχαν
ρολόι, για την ώρα. Το «ρολόι, λέει ένας κοινωνιολόγος, εξελίχθηκε στον ευρωπαϊκό
Μεσαίωνα, πιθανότατα για να συγχρονίζει τις ώρες προσευχής στα μοναστήρια».
Προφανώς σήμερα το τελευταίο που ρυθμίζουν τα ρολόγια, αλλά και οι καμπάνες
,είναι η προσευχή. Αν και είμαστε διαρκώς και εφ’ όρου ζωής δεσμευμένοι να
τηρούμε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, μέσα σ’ αυτά σπάνια δεσμευόμαστε να
θυμόμαστε τον Θεό.
Ας σκεφτούμε όμως πόσο
επηρεάζουν τους πολλούς χριστιανούς οι καμπάνες στην πνευματική τους ζωή.
Αλλιώς πόσο συχνά πηγαίνουμε στον όρθρο ή στον εσπερινό, γιατί οι καμπάνες
χτυπούν και καθημερινά, όχι μόνο Κυριακή και μεγάλες γιορτές…
Με άλλα λόγια, οι περισσότεροι
ακούγοντας την καμπάνα τις καθημερινές κάνουμε ενδεχομένως τον σταυρό μας κι
όχι μόνο δεν πάμε αλλά ούτε περνάει απ’ το μυαλό μας να πάμε στην Εκκλησία.
Ας αφήσουμε στην άκρη το
γεγονός ότι οι καμπάνες πλέον δεν ηχούν και τόσο παραδοσιακά, αφού με την προσθήκη
ηλεκτρονικών μέσων προσαρμόστηκαν στη μοντέρνα νοοτροπία…
Σήμερα μάλιστα αν κάποιοι
τοπικοί δωρητές αποφασίσουν να ασχοληθούν με τα καμπαναριά (δεν υπάρχει πια κι
αυτό το μεράκι) συνεισφέρουν για την ηλεκτρονική αυτοματοποίηση του κτυπήματος,
κάτι για το οποίο συνήθως υπερηφανεύεται ολόκληρη η ενορία ή το χωριό.
ΟΙ καμπάνες , επομένως, δεν
είναι κυρίως μνημειακό στοιχείο του πολιτισμού μας- γιατί αν είναι τέτοιο μόνο,
κάποτε θα σιγήσουν και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερες παρεμβάσεις των αρμοδίων – αλλά
ζωντανό στοιχείο της παράδοσής μας , την δε ζωντάνια του την καταλαβαίνουμε από
το πόσο επηρεάζει τη ζωή μας καθημερινά.
Αν οι καμπάνες πια δεν μας καλούν
για το αυτονόητο –την προσέλευσή μας στον Ναό- ίσως θα ‘πρεπε το άκουσμά τους να
αρχίσει να μας ενοχλεί λίγο συνειδησιακά.
Από το βιβλίο: «Φύλακας του
αδελφού μου
Κείμενα για την αγάπη και την
πίστη σήμερα»
Γιώργος Μπάρλας
Εκδόσεις: Αρχονταρίκι
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου