Ήταν μια μάννα με οκτώ παιδιά.
Όμορφο δέμας με βουνίσιο και κρυστάλλινο πρόσωπο σαν τις πηγές της πατρίδας μας.
Είχε ανάπηρο σύζυγο , θύμα του καταραμένου πολέμου. Χρειάστηκε να δουλέψη
σκληρά το τσαπί και το δικέλλι, το ζευγάρι και το δρεπάνι, για να ταΐση την πολυμελή
φαμέλια της. Όταν γήρασε και την βρήκε το πάρκινσον από τις κακουχίες και τις κακοπάθειες,
μου έλεγε πάντα το δίστιχο:
«Το τσαπί και το δικέλλι
Η καρδιά μου δεν τα θέλει».
Ήτανε μάννα αγαπημένη
περισσότερο του δέοντος από τα παιδιά της. Θυμάμαι ακόμα την φωνή του γιού της,
όταν η αρρώστια την βύθιζε στην πόρτα του Κάτω Κόσμου: «Μάννα, ε μάννα, άνοιξε
τα μάτια σου».
Αυτή η μάννα, που ποτέ δεν είδε
πώς είναι το σχολειό από μέσα, όταν την επισκεπτόμουνα στο χωριό, πρώτα με
ρωτούσε:
-
Γέροντα τα ‘χεις ούλα τα παιδιά καλά; Μακάρι,
Παναγία μου.
Κι
έπειτα ρωτούσε για τον αγαπημένο της Θανάση και άφηνε διακριτικά να κυλήσουν
δυό κόμποι δάκρυα από τα πανέμορφα μάτια της.
-
Πόσο όμορφα μου τα λες, κυρά-Βαγγελιώ.
-
Γέροντα, η καρδιά της μάννας είναι για όλα τα
παιδιά ίδια. Όταν είχα τα πόδια μου, αυγό άφηνα στην εκκλησία, για να πάρω
κερί. Τώρα που έχω δραχμή να αφήσω στον Άγιο, δεν έχω τα πόδια μου. Δεν με
βοηθάνε να εκκλησιάζωμαι, που ήταν η μοναδική χαρά μου.
-
Μα συ βλάχα ήσουνα∙ πως καταλάβαινες την Λειτουργία
και το Ευαγγέλιο;
-
Φώτιζε ο Θεός.
Στα
παιδιά της δεν είχε τίποτε άλλο να αφήση κληρονομιά, εκτός από την ευχή της και
το καλό παράδειγμα της φιλεργίας και της φιλοτιμίας. Κληρονομιά που την
κράτησαν όλα τους μέχρι σήμερα με πολλή ακρίβεια.
Το
χωριό Παναγιά , κτισμένο στα σύνορα Θεσσαλίας και Ηπείρου, είχε όμορφους
ανθρώπους , χαρούμενους, υψίκορμους κι ανδρειωμένους. Τέτοια ήτανε κι η κυρά-
Βαγγελιώ, που μου γλυκαίνει την θύμηση αυτή την ώρα.
-
Προτιμώ, Γέροντα, εγώ να υποφέρω και να πάσχω
παρά ο άλλος.
Από το
βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Α’ έκδοση
Σεπτέμβριος 2010
Ιερά Μονή
Δοχειαρίου, Άγιον Όρος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου