Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιοι και Πατέρες της Εκκλησίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιοι και Πατέρες της Εκκλησίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Πρεσβεία Θερμή

-Δέξαι δέησιν της μητρός σου Οικτίρμον.
-Τι μήτερ, αιτείς;
-Την βροτών σωτηρίαν.
-Παρώργισάν με.
-Συμπάθησον ,Υιέ μου.
-Αλλ' ουκ επιστρέφουσι.
-Και σώσον χάριτι.
-Έξουσι λύτρον.
-Ευχαριστώ σοι, Λόγε.

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

O Προφήτης Ελισσαίος και ο Νεεμάν ο Σύρος


Λουκ. 4-27 καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ ᾿Ελισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ ᾿Ισραήλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος.



Βασιλειών Δ' 
Καιφάλαιο 5

ΚΑΙ Ναιμὰν ὁ ἄρχων τῆς δυνάμεως Συρίας ἦν ἀνὴρ μέγας ἐνώπιον τοῦ κυρίου αὐτοῦ καὶ τεθαυμασμένος προσώπῳ, ὅτι ἐν αὐτῷ ἔδωκε Κύριος σωτηρίαν Συρίᾳ· καὶ ὁ ἀνὴρ ἦν δυνατὸς ἰσχύϊ, λελεπρωμένος. 2 καὶ Συρία ἐξῆλθον μονόζωνοι καὶ ᾐχμαλώτευσαν ἐκ γῆς ᾿Ισραὴλ νεάνιδα μικράν, καὶ ἦν ἐνώπιον τῆς γυναικὸς Ναιμάν. 3 ἡ δὲ εἶπε τῇ κυρίᾳ αὐτῆς· ὄφελον ὁ κύριός μου ἐνώπιον τοῦ προφήτου τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐν Σαμαρείᾳ, τότε ἀποσυνάξει αὐτὸν ἀπὸ τῆς λέπρας αὐτοῦ. 4 καὶ εἰσῆλθε καὶ ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ ἑαυτῆς καὶ εἶπεν· οὕτως καὶ οὕτως ἐλάλησεν ἡ νεᾶνις ἡ ἐκ γῆς ᾿Ισραήλ. 5 καὶ εἶπε βασιλεὺς Συρίας πρὸς Ναιμάν· δεῦρο εἴσελθε, καὶ ἐξαποστελῶ βιβλίον πρὸς βασιλέα ᾿Ισραήλ· καὶ ἐπορεύθη καὶ ἔλαβεν ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ δέκα τάλαντα ἀργυρίου καὶ ἑξακισχιλίους χρυσοῦς καὶ δέκα ἀλλασσομένας στολάς. 6 καὶ ἤνεγκε τὸ βιβλίον πρὸς τὸν βασιλέα ᾿Ισραὴλ λέγων· καὶ νῦν ὡς ἂν ἔλθῃ τὸ βιβλίον τοῦτο πρὸς σέ, ἰδοὺ ἀπέστειλα πρός σε Ναιμὰν τὸν δοῦλόν μου, καὶ ἀποσυνάξεις αὐτὸν ἀπὸ τῆς λέπρας αὐτοῦ. 7 καὶ ἐγένετο ὡς ἀνέγνω βασιλεὺς ᾿Ισραὴλ τὸ βιβλίον, διέρρηξε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ εἶπεν· ὁ Θεὸς ἐγὼ τοῦ θανατῶσαι καὶ ζωοποιῆσαι, ὅτι οὖτος ἀποστέλλει πρός με ἀποσυνάξαι ἄνδρα ἀπὸ τῆς λέπρας αὐτοῦ; ὅτι πλὴν γνῶτε δὴ καὶ ἴδετε ὅτι προφασίζεται οὗτός μοι. 8 καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ῾Ελισαιὲ ὅτι διέρρηξεν ὁ βασιλεὺς ᾿Ισραὴλ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἀπέστειλε πρὸς τὸν βασιλέα ᾿Ισραὴλ λέγων· ἱνατὶ διέρρηξας τὰ ἱμάτιά σου; ἐλθέτω δὴ πρός με Ναιμὰν καὶ γνώτω ὅτι ἐστὶ προφήτης ἐν ᾿Ισραήλ. 9 καὶ ἦλθε Ναιμὰν ἐν ἵππῳ καὶ ἅρματι καὶ ἔστη ἐπὶ θύρας οἴκου ῾Ελισαιέ. 10 καὶ ἀπέστειλεν ῾Ελισαιὲ ἄγγελον πρὸς αὐτὸν λέγων· πορευθεὶς λοῦσαι ἑπτάκις ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ, καὶ ἐπιστρέψει ἡ σάρξ σού σοι, καὶ καθαρισθήσῃ. 11 καὶ ἐθυμώθη Ναιμὰν καὶ ἀπῆλθε καὶ εἶπεν· ἰδοὺ εἶπον ὅτι πρός με πάντως ἐξελεύσεται καὶ στήσεται καὶ ἐπικαλέσεται ἐν ὀνόματι Θεοῦ αὐτοῦ καὶ ἐπιθήσει τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπὶ τὸν τόπον καὶ ἀποσυνάξει τὸ λεπρόν· 12 οὐχὶ ἀγαθὸς ᾿Αβανὰ καὶ Φαρφὰρ ποταμοὶ Δαμασκοῦ ὑπὲρ πάντα τὰ ὕδατα ᾿Ισραήλ; οὐχὶ πορευθεὶς λούσομαι ἐν αὐτοῖς καὶ καθαρισθήσομαι; καὶ ἐξέκλινε καὶ ἀπῆλθεν ἐν θυμῷ. 13 καὶ ἤγγισαν οἱ παῖδες αὐτοῦ καὶ ἐλάλησαν πρὸς αὐτόν· μέγα λόγον ἐλάλησεν ὁ προφήτης πρὸς σέ· οὐχὶ ποιήσεις; καὶ ὅτι εἶπε πρὸς σέ, λοῦσαι καὶ καθαρίσθητι. 14 καὶ κατέβη Ναιμὰν καὶ ἐβαπτίσατο ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ ἑπτάκις κατὰ τὸ ρῆμα ῾Ελισαιέ, καὶ ἐπέστρεψεν ἡ σάρξ αὐτοῦ ὡς σάρξ παιδαρίου μικροῦ, καὶ ἐκαθαρίσθη. 15 καὶ ἐπέστρεψε πρὸς ῾Ελισαιὲ αὐτὸς καὶ πᾶσα ἡ παρεμβολὴ αὐτοῦ, καὶ ἦλθε καὶ ἔστη ἐνώπιον αὐτοῦ καὶ εἶπεν· ἰδοὺ δὴ ἔγνωκα ὅτι οὐκ ἔστι Θεὸς ἐν πάσῃ τῇ γῇ, ὅτι ἀλλ᾿ ἢ ἐν τῷ ᾿Ισραήλ· καὶ νῦν λαβὲ τὴν εὐλογίαν παρὰ τοῦ δούλου σου. 16 καὶ εἶπεν ῾Ελισαιέ· ζῇ Κύριος, ᾧ παρέστην ἐνώπιον αὐτοῦ, εἰ λήψομαι· καὶ παρεβιάσατο αὐτὸν λαβεῖν, καὶ ἠπείθησε. 17 καὶ εἶπε Ναιμάν· καὶ εἰ μή, δοθήτω δὴ τῷ δούλῳ σου γόμος ζεῦγος ἡμιόνων, ὅτι οὐ ποιήσει ἔτι ὁ δοῦλός σου ὁλοκαύτωμα καὶ θυσίασμα θεοῖς ἑτέροις, ἀλλ᾿ ἢ τῷ Κυρίῳ μόνῳ· 18 καὶ ἱλάσεται Κύριος τῷ δούλῳ σου ἐν τῷ εἰσπορεύεσθαι τὸν κύριόν μου εἰς οἶκον Ρεμμὰν προσκυνῆσαι ἐκεῖ καὶ αὐτὸς ἐπαναπαύσεται ἐπὶ τῆς χειρός μου καὶ προσκυνήσω ἐν οἴκῳ Ρεμμὰν ἐν τῷ προσκυνεῖν αὐτὸν ἐν οἴκῳ Ρεμμάν, καὶ ἱλάσεται δὴ Κύριος τῷ δούλῳ σου ἐν τῷ λόγῳ τούτῳ. 19 καὶ εἶπεν ῾Ελισαιὲ πρὸς Ναιμάν· δεῦρο εἰς εἰρήνην. καὶ ἀπῆλθεν ἀπ� αὐτοῦ εἰς δεβραθὰ τῆς γῆς. 20 καὶ εἶπε Γιεζὶ τὸ παιδάριον ῾Ελισαιέ· ἰδοὺ ἐφείσατο ὁ κύριός μου τοῦ Ναιμὰν τοῦ Σύρου τούτου τοῦ μὴ λαβεῖν ἐκ χειρὸς αὐτοῦ ἃ ἐνήνοχε· ζῇ Κύριος ὅτι εἰ μὴ δραμοῦμαι ὀπίσω αὐτοῦ καὶ λήψομαι ἀπ᾿ αὐτοῦ τι. 21 καὶ ἐδίωξε Γιεζὶ ὀπίσω τοῦ Ναιμάν, καὶ εἶδεν αὐτὸν Ναιμὰν τρέχοντα ὀπίσω αὐτοῦ καὶ ἐπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ ἅρματος εἰς ἀπαντὴν αὐτοῦ καὶ εἶπεν· εἰρήνη· 22 ὁ κύριός μου ἀπέστειλέ με λέγων· ἰδοὺ νῦν ἦλθον πρός με δύο παιδάρια ἐξ ὄρους ᾿Εφραὶμ ἀπὸ τῶν υἱῶν τῶν προφητῶν· δὸς δὴ αὐτοῖς τάλαντον ἀργυρίου καὶ δύο ἀλλασσομένας στολάς. 23 καὶ εἶπε· λαβὲ διτάλαντον ἀργυρίου· καὶ ἔλαβε δύο τάλαντα ἀργυρίου ἐν δυσὶ θυλάκοις καὶ δύο ἀλλασσομένας στολὰς καὶ ἔδωκεν ἐπὶ δύο παιδάρια αὐτοῦ. καὶ ᾖραν ἔμπροσθεν αὐτοῦ. 24 καὶ ἦλθον εἰς τὸ σκοτεινόν, καὶ ἔλαβεν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν καὶ παρέθετο ἐν οἴκῳ καὶ ἐξαπέστειλε τοὺς ἄνδρας. 25 καὶ αὐτὸς εἰσῆλθε καὶ παρεστήκει πρὸς τὸν κύριον αὐτοῦ· καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ῾Ελισαιέ· πόθεν, Γιεζί; καὶ εἶπε Γιεζί· οὐ πεπόρευται ὁ δοῦλός σου ἔνθα καὶ ἔνθα. 26 καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ῾Ελισαιέ· οὐχὶ ἡ καρδία μου ἐπορεύθη μετὰ σοῦ, ὅτε ἐπέστεψεν ὁ ἀνὴρ ἀπὸ τοῦ ἅρματος εἰς συναντήν σοι; καὶ νῦν ἔλαβες τὸ ἀργύριον, καὶ νῦν ἔλαβες τὰ ἱμάτια καὶ ἐλαιῶνας καὶ ἀμπελῶνας καὶ πρόβατα καὶ βόας καὶ παῖδας καὶ παιδίσκας· 27 καὶ ἡ λέπρα Ναιμὰν κολληθήσεται ἐν σοὶ καὶ ἐν τῷ σπέρματί σου εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ἐξῆλθεν ἐκ προσώπου αὐτοῦ λελεπρωμένος ὡσεὶ χιών.


Απόδοση απο Βίβλος Εικονογραφημένη 
Β. Μουστάκη- Ι.Τιμαγένους 
Εκδόσεις Ι.Σιδέρης

Την εποχή του Ελισσαίου ζούσε ένας σπουδαίος στρατηγός του βασιλιά της Συρίας ο Νεεμάν. Αυτός έσωσε πολλές φορές τη Συρία από πολέμους. Ήταν λοιπόν πανίσχυρος αλλά άρρωστος. Έπασχε από φοβερή αρρώστια. Ήταν λεπρός. Αυτή η αρρώστια δύσκολα θεραπεύεται και σήμερα , όταν είναι στα πρώτα μόνο στάδια, αλλιώς είναι αγιάτρευτη. Τότε, λοιπόν , η κακή αυτή αρρώστια ήταν αγιάτρευτη σε όλα τα στάδιά της. Μία μέρα η μικρή υπηρέτρια του Νεεμάν, που του την είχαν φέρει οι στρατιώτες αιχμάλωτη από το Ισραήλ, λέει στην κυρία της:« Μακάρι να ήταν ο κύριό μου, ο Νεεμάν, στη Σαμάρεια που είναι ο προφήτης. Αυτός θα τον γιάτρευε από τη λέπρα».
Όταν το έμαθε ο Νεεμάν, πήγε στο βασιλιά και του είπε τα νέα που έμαθε από τη μικρή Ισραηλίτισσα.
« Να πας» , του είπε ο βασιλιάς της Συρίας, « κι εγώ θα στείλω και γράμμα στο βασιλιά του Ισραήλ».
Αναχώρησε , λοιπόν, ο Νεεμάν με δώρα και χρήματα και με την επιστολή και έφτασε στο Ισραήλ. Ο βασιλιάς του Ισραήλ, μόλις έλαβε το γράμμα, έσκισε τα ρούχα του.
«Τι είμαι εγώ, Θεος να σε θεραπεύσω; Μήπως ο βασιλιάς σου ζητάει πρόφαση;»είπε
Μόλις τα έμαθε ο Ελισσαίος αυτά, έστειλε μήνυμα προς το βασιλιά και είπε:
« Γιατί έσκισες τα ρούχα σου; Στείλ' τον σ' εμένα, για να μάθει ότι υπάρχει προφήτης στο Ισραήλ».
Τότε ο Νεεμάν με την ακολουθία και τα δώρα του πήγε στο σπίτι του προφήτη. Ο Ελισσαίος του παράγγειλε να πάει αμέσως και να λουστεί εφτά φορές στον Ιορδάνη και θα θεραπευτεί. Ο Νεεμάν θύμωσε πολύ και έφυγε λέγοντας:
« Εγώ περίμενα πως ο προφήτης θα έρθει να με συναντήσει και πως θα προσευχηθεί στο Θεό του και ότι θα βάλει το χέρι του στην άρρωστη σάρκα μου, για να με θεραπεύσει. Ο Αβάνα και ο Φαρφάρ, οι ποταμοί της Δαμασκού , είναι καλύτεροι από τα νερά του Ισραήλ. Μπορούσα να λουστώ σ' αυτούς και να καθαριστώ τελείως απ' τη λέπρα» .
Αμέσως όμως τον πλησίασαν οι δούλοι του και του είπαν:
«Πατέρα, αν ο προφήτης, για να σε καθαρίσει, σου' λεγε να κάνεις κάτι δύσκολο, θα το έκανες για χάρη της υγείας σου. Τώρα που σου λέει να λουστείς γιατί δεν το κάνεις;»
Άκουσε ο Νεεμάν τους δούλους του και λούστηκε εφτά φορές στον Ιορδάνη και το θαύμα έγινε. Η λέπρα έπεσε αμέσως από το κορμί του και ο Νεεμάν έγινε καλά.
Επέστρεψε τότε στον προφήτη και του είπε:
« Τώρα έμαθα πως σ' όλη τη γη δεν υπάρχει θεός, παρά μόνο ο Θεός του Ισραήλ. Τώρα λοιπόν, σε παρακαλώ δέξου τα δώρα μου» .
Ο Ελισσαίος όμως δε δέχτηκε τίποτα και είπε:
« Ζεί ο Θεός και είναι πάντα παρών. Δε δέχομαι δώρα»
Ο Νεεμάν τον παρακαλούσε να δεχτεί, αλλ' αυτός δεν ήθελε.
«Σε παρακαλώ», είπε τότε ο Νεεμάν, «ας μου δοθούν δυο φορτώματα απ' το χώμα αυτής της γης, γιατί δεν θα κάνω πια θυσίες σ' άλλους θεούς παρά μόνο στον αληθινό Θεό. Ζητώ μόνο την άδειά σου, για να βοηθώ το βασιλιά μου να πηγαίνει στο δικό του ναό να προσφέρει εκείνος τις θυσίες του» .
«Πήγαινε», είπε ο Ελισσαίος , «η ειρήνη να είναι μαζί σου».
Έφυγε αμέσως ο Νεεμάν υγιής και ευχαριστημένος.
Μόλις έφυγε ο Νεεμάν, ο υπηρέτης του Ελισσαίου, Γιεζεί, είπε μόνος του:« Ο κύριος μου ο Ελισσαίος δε θέλησε να πάρει τίποτα απ' τα δώρα που του 'φερε ο Νεεμάν. Εγώ όμως θα τρέξω αμέσως να τον προφτάσω και κατι θα μου δώσει»;
Έτρεξε , λοιπόν , ο Γιεζεί και πρόφτασε τον Νεεμάν. Μόλις ο Νεεμάν είδε τον υπηρέτη του προφήτη να τρέχει πίσω του, κατέβηκε απο το αμάξι του και ρώτησε:
«Είστε καλα»;
Καλά , απάντησε ο Γιεζει,«μ' έστειλε ο κύριος μου να σου πω πως ήρθαν απ' τον όρος Εφραίμ δυο γιοι προφητών .Σε παρακάλω, δώσε του δυο φορεσιές και λίγα χρήματα».
« Ευχαρίστως. Είπε ο Νεεμάν. Να πάρεις αμέσως και περισσότερα μάλιστα χρήματα».
Τα φόρτωσε όλα σε δυο δούλους του ο Νεεμάν και τους έστειλε μαζί με τον Γιεζεί.
Μόλις έφτασαν στο Οφήλ, τα πήρε όλα ο Γιαζεί και τα φύλαξε στο σπίτι του και έστειλε πίσω τους δούλους του Νεεμάν. Αυτός ήρθε στον Ελισσαίο.
« Από του έρχεσαι , Γιεζεί; »τον ρώτησε ο προφήτης.
«Πουθενά δεν πήγα, απάντησε αυτός».
Νομίζεις πως δε σε παρακολούθησα σ' αυτά που έκανες; Είναι καιρός για να μαζεύεις χρήματα και φορεσιές και χωράφια και αμπέλια και πρόβατα και βόδια και δούλους και δούλες; Γι' αυτό η λέπρα του Νεεμάν θα κολλήσει πάνω σε σένα και στους απογόνους σου αιώνια.
Ο Γιεζεί έφυγε από τον προφήτη γεμάτος λέπρα.




Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ ΛΑΡΙΣΑΣ



ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ AΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ ΛΑΡΙΣΑΣ,στα μέσα του 1450 μΧ οι Τούρκοι έχουν εισβάλει στην Βόρειο Ελλάδα και ετοιμάζονται να πλιορκήσουν τις 2 μεγάλες πόλεις,την Θεσσαλονίκη και τη Λάρισα.
Μερικοί Χριστιανοί που πήγαιναν προς την Θεσσαλονίκη,κάθισαν λίγο στην άκρη του δρόμου,να ξαποστάσουν.Βλέπουν τότε με τα μάτια τους έναν άνδρα με στρατιωτική στολή,έφιππο,να έρχεται από την πλευρά της Θεσσαλονίκης.Από την άλλη του δρόμου,βλέπουν έναν ηλικιωμένο,σεβάσμιο Ιερέα,έφιππο και αυτόν να έρχεται από την Λάρισα.
Όταν συναντήθηκαν,ο στρατιώτης προσκύνησε τον Ιερέα και είπε:

-Χαίρε,Αρχιερέα του Θεού Αχίλλιε.
Απαντώντας ο Ιερέας του είπε:

-Χαίρε κι εσύ κι εσύ,στρατιώτη του Χριστού Δημήτριε.
Οι Χριστιανοί κατάπληκτοι με αυτά που έβλεπαν και άκουγαν,έμειναν παράμερα και παρακολουθούσαν.Τότε ο στρατιώτης λέει πάλι στον Ιερέα:

-Από που έρχεσαι Αρχιερέα του Θεού και που πηγαίνεις;
Ο Άγιος Αχίλλιος δάκρυσε και του απάντησε:

-Με πρόσταξε ο Θεός,να φύγω από τη Λάρισα την οποία μέχρι τώρα προστάτευα και λόγω των πολλών αμαρτιών του λαού της αυτή θα παραδωθεί σταχέρια των Τούρκων.Έτσι και εγώ βγήκα και πηγαίνω όπου με προστάξει ο Κύριος.Εσύ όμως πες μου σε παρακαλώ από που έρχεσαι;
Δακρυσμένος και ο Αγιος Δημήτιος του λέει:

-Και σε εμένα το ίδιο συνέβη Αρχιερέα Αχίλλιε.Άπειρες φορές βοήθησα τους Θεσσαλονικείς.Από επιδημίες τους ελευθέρωσα,από ασθένειες τους γιάτρεψα και την πόλη πολλές φορές από αιχμαλωσίες γλίτωσα.Τώρα όμως για τις πολλές τους αμαρτίες ο Θεός τους τιμωρεί.Με διέταξε να εγκαταλείψω την πόλη και να την αφήσω να πέσει στα χέρια των Τούρκων.Έτσι κι εγώ πηγαίνω όπου Αυτός με διατάξει..
Έπειτα,έμειναν και οι δυό με σκυμμένα τα κεφάλια,κλαίγοντας για πολύ ώρα.Μετά λυπημένοι,ασπάστηκαν,αποχαιρετήθηκαν και χάθηκαν.
Οι Χριστιανοί,μετά από αυτό το θαύμα που παρακολούθησαν,δεν προχώρησαν προς την Θεσσαλονίκη μα γύρισαν πίσω και διηγούνταν τα όσα είδαν και άκουσαν.Δενπέρασε μήνας και τόσο η Θεσσαλονίκη όσο και η Λάρισα κυριεύτηκαν από τους Τούρκους.

Κυριακή 20 Μαρτίου 2011

Να κρατάτε την πίστη μας που είναι αιώνια και αναμφισβήτητη




Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας
Να κρατάτε την πίστη μας που είναι αιώνια και αναμφισβήτητη
* ...Ο πνευματικός κόσμος δεν ερευνάται με τις μεθόδους που ερευνούμε τον υλικό κόσμο. Οι μέθοδοι αυτές είναι εντελώς ακατάλληλες για να ερευνούμε μ' αυτές τον πνευματικό κόσμο.... Υπάρχουν φαινόμενα τα οποία η επιστήμη ποτέ δεν θα μπορέσει να τα εξηγήσει γιατί δεν χρησιμοποιεί τις κατάλληλες μεθόδους....
Μπορεί η επιστήμη να μας πει πώς ο μεγάλος προφήτης Ησαΐας 700 χρόνια πριν τη γέννηση του Χρίστου προείπε τα πιο σημαντικά γεγονότα της ζωής Του; Να μας εξηγήσει την διορατική χάρη που έχουν οι άγιοι και να μας πει, με ποιες φυσικές μεθόδους απέκτησαν οι άγιοι αύτη την χάρη και πώς μπορούσαν μόλις έβλεπαν έναν άνθρωπο άγνωστο αμέσως να καταλαβαίνουν την καρδιά του και να διαβάζουν τις σκέψεις του; Χωρίς να περιμένουν από τον επισκέπτη ε­ρώτηση έδιναν απάντηση σ' αυτά που τον προ­βλημάτιζαν. Ας μας εξηγήσουν με ποιον τρόπο προέλεγαν οι άγιοι τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα τα οποία με τον καιρό πραγματοποιούνταν α­κριβώς όπως τα είχαν προφητέψει....
.... Μην σκανδαλίζεστε όταν ακούτε αυτά που λένε κατά της πίστεως. Αφού αυτοί που τα λένε δεν καταλαβαίνουν την ουσία της... Ε­σείς να θυμάστε πάντα την βασική αρχή που γνώριζαν πολύ καλά οι πρώτοι χριστιανοί. Αυτοί θεωρούσαν δυστυχισμένο τον άνθρωπο που γνωρίζει όλες τις επιστήμες, δεν γνωρίζει όμως τον Θεό. Και αντίθετα θεωρούσαν μακάριο αυτόν που γνωρίζει τον Θεό, έστω και να μην γνώ­ριζε απολύτως τίποτα από τα ανθρώπινα.
Να φυλάγετε αυτή την αλήθεια σαν το μεγα­λύτερο θησαυρό της καρδίας σας, προχωράτε ευθεία και μην κοιτάζετε δεξιά και αριστερά. Ας μην μας κάνουν, αυτά που ακούμε κατά της Θρησκείας, να χάνουμε τον προσανατολισμό μας. Να κρατάμε την πίστη μας που είναι αλήθεια αιώνια και αναμφισβήτητη. Αμήν.
Διδαχές Αγίου Λουκά Κριμαίας
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"
Θεσσαλονίκη

ΠΗΓΗ: IΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΟΧΩΡΙΟΥ

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Περί ταπεινοφροσύνης



1. Ο αββάς Αντώνιος βυθίζοντας κάποια φορά βαθιά τη σκέψη του στου Θεού τα κρίματα ζήτησε να μάθει:
«Κύριε, είπε, πώς μερικοί ζούν λίγα χρόνια και πεθαίνουν, ενώ άλλοι φτάνουν στα βαθιά γεράματα;
Γιατί κάποιοι ζουν μέσα στη φτώχεια και άλλοι πλουτίζουν;
Και πώς συμβαίνει άδικοι να πλουτίζουν και δίκαιοι άνθρωποι να ΄ναι φτωχοί;»
Άκουσε τότε μια φωνή να του λέει:
«Αντώνιε, τον εαυτό σου πρόσεχε. Αυτά είναι κρίματα Θεού και δεν σου συμφέρει να τα μάθεις».
2. Είπε ο αββάς Αντώνιος στον αββά Ποιμένα ότι η σπουδαιότερη εργασία που έχει να κάνει ο άνθρωπος είναι να αναλαμβάνει την ευθύνη των σφαλμάτων του ενώπιον του Θεού και να αναμένει πειρασμό μέχρι τελευταίας του πνοής.
3. Είπε επίσης:
«Είδα όλες τις παγίδες του διαβόλου απλωμένες πάνω στη γη και στενάζοντας είπα:
Ποιος άραγε μπορεί να τις προσπεράσει αυτές;
Και άκουσα μια φωνή να μου λέει: Η ταπεινοφροσύνη».
4. Όποιος δεν δοκιμάσθηκε σε πειρασμούς -είπε άλλη φορά- δεν θα μπορέσει να μπει στη Βασιλεία του Θεού.
5. Επισκέφθηκαν κάποτε Γέροντες τον αββά Αντώνιο, μαζί τους ήταν και ο αββάς Ιωσήφ. Θέλοντας ο Γέροντας να τους δοκιμάσει, τους είπε ένα ρητό από την αγία Γραφή και άρχισε από τους νεώτερους να τους ρωτάει ποιο είναι το νόημά του. Ο καθένας έλεγε όπως το καταλάβαινε, και ο Γέροντας του απαντούσε:
«Δεν το βρήκες».
Τελευταίο απ΄όλους ρώτησε τον αββά Ιωσήφ:
«Εσύ τι νομίζεις ότι σημαίνει ο λόγος αυτός;»
«Δεν γνωρίζω» απάντησε εκείνος.
Λέει τότε ο αββάς Αντώνιος:
«Οπωσδήποτε ο αββάς Ιωσήφ βρήκε τον δρόμο, γιατί είπε: δεν γνωρίζω».
7. Έκαναν έφοδο κάποτε οι δαίμονες στον αββά Αρσένιο μέσα στο κελί του και τον ταλαιπωρούσαν. Έφθασαν κάποια στιγμή οι διακονητές του και καθώς ήσαν έξω από το κελί, τον άκουσαν να κραυγάζει προς τον Θεό και να λέει:
«Θεέ μου, μη με εγκαταλείψεις. Δεν έκανα τίποτε το καλό ενώπιόν σου αλλά βοήθησέ με κατά την αγαθότητά σου να βάλω αρχή».
23. Ρωτήθηκε ο αββάς Αμμωνάς τι είναι «η στενή και τεθλιμμένη οδός». Και αποκρίθηκε:
«Η στενή και τεθλιμμένη οδός είναι να πολεμάει ο άνθρωπος τους λογισμούς του και να κόβει τα δικά του θελήματα από αγάπη για τον Θεό. Και αυτό σημαίνει το ρητό: Εγκαταλείψαμε εμείς τα πάντα και σε ακολουθήσαμε».
28. Έλεγε ο μακαριστός Γρηγόριος ο Θεολόγος:
«Πώς θα κατέβουμε προς την σωτήρια ταπεινοφροσύνη, χωρίς να εγκαταλείψουμε τον ολέθριο όγκο της υπερηφανείας; Εάν παντοτνά επιδιώκουμε την ταπεινοφροσύνη και δεν αδιαφορούμε σε καμιά περίπτωση, με την ιδέα ότι τάχα δεν βλαπτόμαστε από αυτό. Διότι η ψυχή εξομοιώνεται προς το αντικείμενο με το οποίο ασχολείται και διαπλάθεται σύμφωνα μ΄αυτά που πράττει και παίρνει το ανάλογο σχήμα μ΄αυτά.
Για σένα λοιπόν και η εμφάνιση και το ένδυμα, το βάδισμα όσο και το κάθισμα, η τροφή και η όλη εικόνα της ζωής σου, ακόμη και το στρώσιμο του κρεβατιού και το σπίτι και τα αντικείμενα που υπάρχουν μέσα σ΄αυτό, όλα ας είναι προσαρμοσμένα για λιτή ζωη. Αλλά και η ψαλμωδία και το άσμα και η καλή συμπεριφορά προς τον πλησίον, και αυτά ας κλίνουν προς τη λιτότητα περισσότερο παρά στην υπερβολή.
Μην κομπάζεις, σε παρακαλώ, με λόγους επιδεικτικούς, ούτε με άσματα υπερβολικά καλλίφωνα, ούτε με συζητήσεις υπερήφανες και δυσνόητες, αλλά σε όλα να αφαιρείς από το μέγεθος.
Καλοσυνάτος μεταξύ των φίλων, ήπιος στον υπηρέτη, ανεξίκακος στους θρασείς, φιλάνθρωπος στους ανήμπορους, η παρηγοριά σ΄όσους υποφέρουν, παρών σ΄όσους θλίβονται, μ΄ένα λόγο μη παραβλέποντας κανέναν, γλυκύς όταν απευθύνεσαι σε κάποιον, ανοιχτόκαρδος στην εξυπηρέτηση, πρόθυμος και καταδεκτικός προς όλους.
30. Έλεγε ο αββάς Επιφάνιος:
«Η Χαναναία κραυγάζει και εισακούεται, η αιμορροούσα σωπαίνει και καλοτυχίζεται, ο Φαρισαίος μιλάει δυνατά και καταδικάζεται, ο Τελώνης ούτε ανοίγει το στόμα και δικαιώνεται».
31. Είπε ο αββάς Ευάγριος: Αρχή σωτηρίας είναι το να καταδικάζεις τον εαυτό σου.
40. Είπε επίσης ότι αυτός που έχει ταπείνωση δεν έχει γλώσσα να πει σε κάποιον ότι είναι αμελής ή να αντιμιλήσει σ΄εκείνον ο οποίος τον ταλαιπωρεί, ούτε έχει μάτια να δει ή να αντιληφθεί άλλου ανθρώπου ελαττώματα, ούτε αυτιά ν΄ακούσει πράγματα που δεν ωφελούν την ψυχή του. Στόμα δεν έχει να φανερώσει ελαττώματα κάποιου ή να θλίψει κάποιον με τα λόγια του ούτε έχει ενδιαφέροντα με κάποιον εκτός των δικών του αμαρτημάτων. Αντίθετα, είναι ειρηνικός προς όλους τους ανθρώπους, γιατί αυτό είναι εντολή του Κυρίου και όχι γιατί χαρίζεται κάποια άλλη αδυναμία.
Γιατί κι αν νηστεύει κανείς όλη την εβδομάδα και κάνει πολλούς κόπους έξω από την πορεία αυτή, πάνε χαμένοι όλοι οι κόποι του.
41. Είπε ο αββάς Ησαίας:
«Η συνειδητή παράδοση του εαυτού μας στον Θεό, και η υπακοή στις εντολές του με ταπείνωση, φέρνουν την αγάπη και η αγάπη φέρνει την απάθεια».
43. Ρώτησαν τον αββά Ησαία τι είναι ταπείνωση, κι εκείνος είπε:
«Ταπείνωση είναι να θεωρούμε τον εαυτό μας πιο αμαρτωλό απ΄όλους τους ανθρώπους και να εξουθενώνουμε τον εαυτό μας ότι τίποτε καλό δεν κάναμε ενώπιον του Θεού.
Και η εργασία της ταπείνωσης είναι η εξής: Να σιωπούμε, να μη ψηφίζουμε τον εαυτό μας σε καμιά περίπτωση, να μην είμαστε φιλόνικοι, να είμαστε έτοιμοι για υποταγή, με το βλέμμα χαμηλωμένο, τον θάνατο να έχουμε πρό οφθαλμών, να μην χρησιμοποιούμε το ψέμα και τον αργό λόγο. Να μην αντιμιλούμε στον μεγαλύτερο, να μη θέλουμε να περάσει ο λόγος μας, να υπομένουμε τις περιφρονήσεις, να μισήσουμε την ανάπαυση, να βιάζουμε τον εαυτό μας σε κάθε περίπτωση, να είμαστε νηφάλιοι, να κόψουμε το θέλημά μας, να μην προκαλούμε κανέναν και να μη φθονούμε κανένα».
46. «Ας μη μιλάει η γλώσσα σου -είπε άλλη φορά- αλλά η πράξη. Ο λόγος σου να΄ναι ταπεινός περισσότερο απ΄ό,τι η πράξη.
Μην μιλήσεις ερήμην της συνειδήσεώς σου και μη διδάξεις χωρίς ταπείνωση, για να δεχθεί η γη τον σπόρο σου».
49. Βρέθηκε κάποτε ο αββάς Θεόδωρος με αδελφούς και την ώρα που έτρωγαν, ευλαβικά έπαιρναν τα ποτήρια, αμίλητοι, αλλά δεν έλεγαν το «συγχώρησον». Είπε τότε ο αββάς Θεόδωρος: «Έχασαν οι μοναχοί την ευγένειά τους, να λένε: συγχώρησον».
50. Ο ίδιος είπε:
«Καμιά αρετή δεν μπορεί να συγκριθεί με το να μην εξουθενώνουμε τους άλλους».
59. Έλεγε ο αββάς Ιωάννης:
«Η πόρτα του ουρανού είναι η ταπείνωση.
Και οι Πατέρες μας, περνώντας με χαρά μέσα από πολλές καταφρονήσεις, μπήκαν στην πόλη του Θεού».
60. Είπε επίσης: «Η ταπεινοφροσύνη και ο φόβος του Θεού είναι πάνω απ΄όλες τις αρετές».
61. Ρώτησε κάποια φορά:
- «Ποιος πούλησε τον Ιωσήφ;»
- «Οι αδελφοί του» αποκρίθηκε ένας αδελφός.
- «Όχι» του λέει ο Γέροντας, «η ταπείνωσή του τον πούλησε, γιατί μπορούσε να πεί «είμαι αδελφός τους» και να αντιδράσει, αλλά σώπασε και χάρη στην ταπείνωση πούλησε τον εαυτό του. Και η ταπείνωσή του τον κατέστησε άρχοντα στην Αίγυπτο».
62. Είπε ο αββάς Ιωάννης:
«Αφήσαμε το ελαφρύ φορτίο, δηλαδή το να μεμφόμαστε τον εαυτό μας και κουβαλάμε το βαρύ, δηλαδή το να δικαιώνουμε τον εαυτό μας».
63. Ο ίδιος καθόταν στη σύναξη και στέναξε μη γνωρίζοντας ότι κάποιος είναι πίσω του.
Όταν το κατάλαβε, έβαλε μετάνοια λέγοντας: «Συγχώρεσέ με, αββά, είμαι ακόμη ακατήχητος».
76. Ρώτησε αδελφός τον αββά Κρόνιο:
- «Με ποιόν τρόπο φθάνει ο άνθρωπος στην ταπεινοφροσύνη;»
- «Με τον φόβο του Θεού» απαντά ο Γέροντας.
- «Και τι κάνοντας -ρωτάει πάλι ο αδελφός- φθάνει στον φόβο του Θεού;»
- «Όπως τα βλέπω εγώ -λέει ο Γέροντας- με το να περιμαζεύει τον εαυτό του από κάθε τι και να τον δίνει σε κόπο σωματικό με όση δύναμη έχει, και να θυμάται την έξοδό του από τον κόσμο αυτό και την κρίση του Θεού».
81. Ρώτησαν τον αββά Λογγίνο:
- «Ποια απ΄όλες τις αρετές είναι μεγαλύτερη, πάτερ;»
Και ο Γέροντας είπε:
- «Σκέφτομαι ότι όπως η υπερηφάνεια είναι η χειρότερη απ΄όλες τις αμαρτίες, αφού κι από τον ουρανό έριξε κάποιους, αντίστοιχα και η ταπεινοφροσύνη έχει τη δύναμη και απ΄αυτά τα απύθμενα βάθη να ανεβάσει πάνω τον άνθρωπο, έστω κι αν έχει αμαρτήσει όσο και ο διάβολος. Γι΄αυτό και ο Κύριος μακαρίζει αυτούς που έχουν ταπεινό φρόνημα».
84. Πήγαινε κάποτε ο αββάς Μακάριος από το Έλος στο κελί του κρατώντας βλαστούς.
Και ξαφνικά τον συναντάει ο διάβολος πάνω στον δρόμο μ΄ένα δρεπάνι στο χέρι.
Έκανε να τον χτυπήσει αλλά δεν το κατόρθωσε και του λέει:
- «Πολλή αντίσταση υπάρχει σε σένα, Μακάριε, γιατί η δύναμή μου δεν ενεργεί επάνω σου.
Ό,τι κάνεις, κάνω κι εγώ, εσύ νηστεύεις, νηστεύω κι εγώ, εσύ αγρυπνείς, εγώ δεν κοιμάμαι καθόλου.
Ένα πράγμα μόνο είναι στο οποίο με νικάς».
- «Και ποιο είναι αυτό;» τον ρωτάει ο αββάς Μακάριος.
- «Η ταπείνωσή σου -απαντά- και γι΄αυτό δεν μπορώ να σε νικήσω».
93. Είπε ο αββάς Μωυσής:
- «Εάν ο άνθρωπος δεν κρατά μέσα στην καρδιά του ότι είναι αμαρτωλός, ο Θεός δεν τον εισακούει».
- «Και τι σημαίνει -ρωτάει ο αδελφός- να κρατάς στην καρδιά σου ότι είσαι αμαρτωλός;»
Και απαντά ο Γέροντας:
- «Εκείνος που σηκώνει συνειδητά τις αμαρτίες του, δεν βλέπει τις αμαρτίες του πλησίον».
94. Αδελφός ρώτησε τον αββά Μωυσή:
- «Σε κάθε κόπο που κάνει ο άνθρωπος, τι είναι αυτό που θα τον βοηθήσει;»
- «Ο Θεός, -του απαντά ο Γέροντας- είναι αυτός πού βοηθάει, διότι είναι γραμμένο στη Γραφή: Ο Θεός είναι καταφυγή και δύναμή μας και βοηθός πανίσχυρος στις θλίψεις πού μας βρίσκουν».
- «Και οι νηστείες -ξαναρωτά ο αδελφός- και οι αγρυπνίες που κάνει ο άνθρωπος, τι σκοπό έχουν;»
- «Αυτές -του λέει ο Γέροντας- ταπεινώνουν την ψυχή. Και η Γραφή λέει:
Δές την ταπείνωσή μου και τον κόπο μου και συγχώρεσε όλες τις αμαρτίες μου. Και εάν η ψυχή θα φέρει τους καρπούς αυτούς, θα την σπλαχνιστεί ο Θεός χάρη σ΄αυτά».
96. Είπε ο αββάς Ματώης:
«Όσο περισσότερο προσεγγίζει ο άνθρωπος τον Θεό, τόσο πιο πολύ αμαρτωλό χαρακτηρίζει τον εαυτό του. Ο προφήτης Ησαϊας όταν είδε τον Θεό αποκαλούσε τον εαυτό του ταλαίπωρο και βρωμερό».
97. Έλεγε επίσης:
«Όταν ήμουν νέος, είχα τον λογισμό ότι ίσως κάποια καλή εργασία κάνω. Τώρα όμως που γέρασα, βλέπω ότι καμιά καλή εργασία δεν έχω κάνει».
98. Αδελφός επισκέφθηκε τον αββά Ματώη και του λέει:
- «Πώς οι Σκητιώτες έκαναν περισσότερα απ΄αυτά πού λέει η Γραφή αγαπώντας τους εχθρούς τους παραπάνω από τον εαυτό τους;»
Και ο αββάς Ματώης του είπε:
- «Εγώ μέχρι τώρα ακόμη δεν έχω καταφέρει να αγαπώ σαν τον εαυτό μου εκείνον που με αγαπά».
102. Αδελφός ρώτησε τον αββά Ματώη:
- «Τι να κάνω πού με στενοχωρεί η γλώσσα μου, γιατί σαν βρεθώ ανάμεσα σε ανθρώπους, δεν μπορώ να την συγκρατήσω και τους κατακρίνω για κάθε καλή πράξη αλλά και τους ελέγχω. Τι να κάνω λοιπόν;»
Και ο Γέροντας αποκρίθηκε:
- «Εάν δεν μπορείς να κυριαρχήσεις στη γλώσσα σου, πάνε να ζήσεις μόνος, γιατί αυτό είναι αδυναμία σου. Αυτός που μένει μαζί με αδελφούς, δεν πρέπει να είναι τετράγωνος, αλλά στρογγυλός για να κυλάει προς όλους».
Και πρόσθεσε ο Γέροντας:
- «Το ότι ζω μόνος δεν είναι από αρετή αλλά από αδυναμία. Δυνατοί είναι αυτοί που βάζουν τον εαυτό τους ανάμεσα σε ανθρώπους».
107. Είπε ο αββάς Ξάνθιος:
«Το σκυλί είναι σε καλύτερη μοίρα από μένα, διότι και αγάπη έχει και δεν θα κριθεί».
112. Είπε ο αββάς Ποιμήν:
«Έχουμε πολλούς πειρασμούς, γιατί δεν αποδεχόμαστε την τάξη στην οποία είμαστε, καθώς και το όνομά μας, όπως μας λέει η Γραφή. Δεν βλέπουμε τη γυναίκα τη Χαναναία που αποδέχθηκε τον χαρακτηρισμό που της έκανε ο Κύριος και γι΄αυτό την ανέπαυσε; Επίσης την Αβιγαία που είπε στον Δαβίδ: Εγώ έφταιξα, κι εκείνος την άκουσε και την αγάπησε; Η Αβιγαία εκπροσωπεί την ψυχή και ο Δαβίδ την Θεότητα. Εάν λοιπόν η ψυχή μεμφθεί τον εαυτό της ενώπιον του Κυρίου, ο Κύριος την αγαπά».
113. Είπε ο αββάς Ποιμήν:
«Μην έχεις περί πολλού τον εαυτό σου, αλλά να προσκολληθείς σε άνθρωπο που η ζωή του είναι σωστή».
114. Αδελφός ρώτησε τον αββά Ποιμένα:
- «Το υψηλό φρόνημα τι είναι;»
Και ο Γέροντας του είπε:
- «Το να υπεραμύνεσαι το δίκιο σου».
121. Αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα:
- «Εάν πέσω σε ελεεινό παράπτωμα, με κατατρώει ο λογισμός μου κατηγορώντας με «πώς έγινε και έπεσες;»
Και ο Γέροντας του λέει:
- «Όποια ώρα πέσει ο άνθρωπος σε κάποιο σφάλμα και πεί «ήμαρτον», αμέσως παύει ο λογισμός».
125. Είπε ο αββάς Ποιμήν:
«Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από την ταπεινοφροσύνη και τον φόβο του Θεού όλη την ώρα, όπως συμβαίνει με την αναπνοή από τη μύτη του».
127. Είπε επίσης:
«Το να είναι παραδομένος κανείς στον Θεό με απόλυτη εμπιστοσύνη, το να μην έχει περί πολλού τον εαυτό του και το να παραιτείται από το θέλημά του, αυτά είναι εργαλεία της ψυχής».
129. Είπε ο αββάς Ποιμήν ότι ο μακάριος αββάς Αντώνιος έλεγε:
«Η μεγάλη δύναμη του ανθρώπου είναι το να αναλαμβάνει την ευθύνη των σφαλμάτων του ενώπιον του Κυρίου και να αναμένει πειρασμό μέχρι τελευταίας του αναπνοής».
133. Είπε πάλι:
«Να μην κάνεις το θέλημά σου. Ανάγκη είναι να ταπεινώνεις τον εαυτό σου για χάρη του αδελφού σου».
135. Είπε επίσης:
«Αυτό που γνωρίζει ένας άνθρωπος και πού δεν το τήρησε πώς μπορεί να το διδάξει στον άλλον;»
163. Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Σισόη:
- «Ποια είναι η οδός που οδηγεί στην ταπείνωση;»
Και του απαντά ο Γέροντας:
- «Η οδός που οδηγεί στην ταπεινοφροσύνη είναι:
η εγκράτεια, η προσευχή στον Θεό και ο αγώνας να έχει κανείς τον εαυτό του κατώτερο από οποιονδήποτε άνθρωπο».
165. Είπε ο αββάς Σαρματάς:
«Προτιμώ άνθρωπο πού αμάρτησε, εάν κατάλαβε ότι αμάρτησε και μετανοεί, παρά άνθρωπο πού δεν αμάρτησε και έχει τον εαυτό του για ενάρετο».
172. Είπε κάποιος Γέροντας:
«Μη λές μόνο λόγια ταπείνωσης, αλλά να έχεις φρόνημα ταπεινό, γιατί χωρίς ταπεινοφροσύνη είανι αδύνατον να υψωθείς στην κατά Θεόν εργασία».
177. Ρώτησαν κάποιον Γέροντα πώς αποκτά η ψυχή ταπείνωση.
Και απάντησε:
«Όταν νοιάζεται μόνον για τα δικά της σφάλματα».
179. Είπε Γέροντας:
«Η ταπείνωση δεν οργίζεται, ούτε κάνει κάποιον να οργιστεί».
182. Είπε Γέροντας:
«Αυτόν που τον τιμούν ή τον επαινούν περισσότερο απ΄ότι αξίζει, πολύ ζημιώνεται, ενώ εκείνος που δεν τιμάται καθόλου από τους ανθρώπους, θα δοξασθεί από τον Θεό».
187. Είπε Γέροντας:
«Σε κάθε πειρασμό μην κατηγορείς τους ανθρώπους αλλά μόνο τον εαυτό σου λέγοντας: εξαιτίας των αμαρτιών μου μου συμβαίνουν αυτά».
193. Είπε Γέροντας:
«Μην πιστέψεις μέσα σου πώς επαγρυπνείς για την σωτηρία σου πιο πολύ απ΄τον αδελφό σου και πώς είσαι πιο ασκητικός απ΄αυτόν, αλλά μ΄ένα πνεύμα πτωχείας εν Χριστώ και με αγάπη ανυπόκριτη, να είσαι υποταγμένος στη χάρη του Χριστού για να μην σε βρει πνεύμα υπερηφάνειας και χάσεις τον κόπο σου. Γιατί έχει γραφεί: Αυτός που νομίζει ότι στέκεται καλά στα πόδια του, ας προσέξει μην πέσει. Να είναι αρτυμένη η ζωή σου με αλάτι μέσα στο πνεύμα του Κυρίου».
194. Είπε Γέροντας:
«Ουδέποτε ξέφυγα απ΄τα μέτρα μου για ν΄ανεβώ ψηλότερα, ούτε πάλι ταράχθηκα, γιατί αναγκάστηκα να ταπεινωθώ. Η όλη φροντίδα μου είναι να παρακαλώ τον Θεό, ώσπου να με απαλλάξει απ΄τον παλαιό άνθρωπο».
197. Σε κάποιον απ΄τους αδελφούς παρουσιάστηκε ο διάβολος μετασχηματισμένος σε άγγελο φωτός και του ΄πε:
«Εγώ είμαι ο Γαβριήλ και στάλθηκα σε σένα».
Κι εκείνος απάντησε:
«Πρόσεξε μήπως στάλθηκες για κάποιον άλλον, γιατί εγώ δεν είμαι άξιος».
Κι εκείνος αμέσως έγινε άφαντος.
198. Έλεγαν οι Γέροντες ότι κι αν ακόμη σου παρουσιαστεί πραγματικός άγγελος, μην το πιστέψεις, αλλά ταπεινώσου λέγοντας:
«Δεν είμαι άξιος να δω άγγελο, μια που ζω μέσα στην αμαρτία».
199. Έλεγαν για κάποιο Γέροντα ότι εκεί που καθόταν στο κελί του κι έκανε τον αγώνα του, έβλεπε φανερά μπροστά του τους δαίμονες και τους εξευτέλιζε. Βλέποντας ο διάβολος τον εαυτό του να νικιέται απ΄τον Γέροντα, πήγε και παρουσιάστηκε λέγοντας:
«Εγώ είμαι ο Χριστός».
Μόλις τον είδε ο Γέροντας έκλεισε τα μάτια του. Του λέει τότε ο διάβολος:
«Γιατί κλείνεις τα μάτια σου; Εγώ είμαι, ο Χριστός».
Του αποκρίθηκε ο Γέροντας:
«Εγώ δεν θέλω να δω εδώ τον Χριστό».
Και μόλις τ΄άκουσε ο διάβολος έγινε άφαντος.
200. Σ΄άλλο Γέροντα έλεγαν οι δαίμονες:
«Θέλεις να δείς τον Χριστό;»
Κι εκείνος τους είπε:
«Να χαθείτε και σεις και αυτά που λέτε. Εγώ πιστεύω στον Χριστό μου πού είπε: Εάν σας πει κάποιος, να, εδώ ο Χριστός, να, εκεί ο Χριστός, να μην πιστέψετε». Κι αμέσως εξαφανίστηκαν.
208. Κάποιος αδελφός ρώτησε ένα Γέροντα:
- «Ποια είναι η προκοπή του ανθρώπου που τη θέλει κι ο Θεός;»
Κι απάντησε ο Γέροντας:
- «Η προκοπή του ανθρώπου είναι η ταπείνωση, γιατί όσο κάποιος κατεβαίνει προς την ταπείνωση, τόσο ανεβαίνει σε προκοπή».
210. Είπε Γέροντας:
«Εάν πεις σε κάποιον, συγχώρησέ με, ταπεινώνοντας τον εαυτό σου, καίς τους δαίμονες».
213. Ρωτήθηκε κάποιος Γέροντας τι είναι ταπείνωση.
Κι απάντησε:
«Η ταπείνωση είναι μεγάλο και Θεϊκό έργο, ο δρόμος που οδηγεί στην ταπείνωση είναι οι σωματικοί κόποι και το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του πιο αμαρτωλό απ΄όλους και κατώτερο όλων».
Και είπε ο Γέροντας:
«Αυτό στην πράξη σημαίνει να μην προσέχει κανείς ξένες αμαρτίες, αλλά πάντοτε τις δικές του και διαρκώς να παρακαλεί τον Θεό».
214. Παρακάλεσε κάποιος αδελφός ένα Γέροντα:
«Πές μου -του είπε- κάτι που να το τηρήσω και να σωθώ μ΄αυτό».
Και του λέει ο Γέροντας:
«Εάν μπορείς να βαστάξεις όταν σε βρίσουν, αυτό είναι το μεγαλύτερο απ΄όλες τις αρετές».
215. Είπε Γέροντας:
«Σώζεται εκείνος που μπορεί να σηκώσει εξουθένωση και βρισιές και ζημία».
220. Είπε Γέροντας:
«Μην κατηγορήσεις μέσα σου τον αδελφό σου για οποιοδήποτε πράγμα».
224. Είπε λοιπόν ο Γέροντας:
«Αυτό είναι που θεραπεύει τον άνθρωπο και αυτό θέλει ο Θεός, να αναλάβει δηλαδή ο άνθρωπος την ευθύνη των σφαλμάτων του ενώπιον του Θεού».
236. Κάποιος ρώτησε έναν Γέροντα:
- «Τι να κάνω πού η κενοδοξία μου με θλίβει;»
Και του απαντά ο Γέροντας:
- «Καλά κάνεις, μια και σύ έκανες τον ουρανό και τη γη».
Και απ΄αυτό κατανύχθηκε ο αδελφός και έβαλε μετάνοια λέγοντας:
- «Συγχώρεσέ με, γιατί τίποτε τέτοιο δεν έκανα».
Και του είπε ο Γέροντας:
- «Αν αυτός που τα εδημιούργησε αυτά, ήρθε μέσα σε ταπεινοφροσύνη, εσύ που είσαι πηλός, γιατί κενοδοξείς;
Ποιο είναι, λοιπόν, το έργο σου, δυστυχισμένε;»
254. Είπε κάποιος Γέροντας:
«Αν μπροστά σου κατηγορήσει κάποιος αδελφός έναν άλλο αδελφό, πρόσεξε μην τον ντραπείς και πείς:
«Ναι, έτσι είναι», αλλά ή σιώπα ή πές του: «Εγώ αδελφέ, είμαι καταδικασμένος και δεν μπορώ να κρίνω άλλον».
Και έτσι σώζεις και τον εαυτό σου και εκείνον».