Ευρίσκετο στην Πάτμο κάποιος μάγος που ονομαζόταν Κύνωψ, που κατοικούσε σ’ έρημο τόπο από αρκετά χρόνια μαζί με τα ακάθαρτα Δαιμόνια. Αυτόν τον μάγον όλοι όσοι κατοικούσαν στο νησί τον θεωρούσαν θεό, για τις φαντασίες και ενέργειες των Δαιμόνων που εγίνοντο απ’ αυτόν. Οι δε ιερείς του ψεύτικου θεού Απόλλωνος καθώς είδαν τον Ιωάννη που εδίδασκε με πολλή παρρησία την πίστη στον Χριστό, έτρεξαν στον Κύνωπα και τον παρακέλεσαν γονατιστοί να κινηθή κατά του Ιωάννου , επειδή αυτός ερήμωσε σχεδόν τον ναόν του Απόλλωνος και απεμάκρυνε όλους από τον σεβασμό και την Λατρεία των θεών.
Ο Κύμωψ λοιπόν όταν άκουσε αυτά υπερηφανεύθη και έκρινε ανάξιο της υπολήψεως του το να πάει στη χώρα. Αφ’ ενός μεν διό τι για διάστημα πολλών χρόνων βρισκόταν στην έρημο κλεισμένος. Αφ’ έτέρου δε επειδή αυτοί που βρισκόταν στην χώρα της Πάτμου αυτοί πήγαιναν σ’ αυτόν και όχι αυτός προς εκείνους. Γι’ αυτό υποσχέθηκε στους ιερείς ότι αυτός θα στείλει ένα πονηρόν Άγγελον στο σπίτι του Μύρωνος που πίστεψε, για να πάρει την ψυχή του Ιωάννου που έμενε εκεί και να την παραδώσει σε καταδίκη αιώνια.
Έστειλε λοιπόν ο Κύνωψ ένα άρχοντα των πονηρών Δαιμόνων προς τον Ιωάννη, όπως υποσχέθηκε. Ο Δαίμονας δε αφού πήγε στο σπίτι του Μύρωνος, στάθηκε στο μέρος εκείνο όπου ήταν ο Ιωάννης.
Μόλις όμως τον γνώρισε ο θείος Απόστολος του λέγει:
- Σου παραγγέλνω στο όνομα του Ιησού Χριστού να μη βγέις από τον τόπο που στέκεσαι εώς ότου μου φανερώσεις για ποια αιτία ήλθες σε μένα.
Και αμέσως με το λόγο του αποστόλου στάθηκε το δαιμόνιο δεμένο και απήντησε ως εξής πιεζόμενο από τη θεία δύναμι:
Οι ιερέις του Απόλλωνος ήλθαν στον Κύνωπα και είπαν πολλά εναντίων σου και τον παρακάλεσαν να έλθη εδώ στη χώρα και να σε θανατώσει. Ο Κύνωψ όμως δεν καταδέχτηκε λέγοντας. Είναι πολλά χρόνια που δεν βγήκα από τον τόπο αυτό και τώρα για έναν άνθρωπο μικρό και ασήμαντο να αφήσω την αγαπητή μου ερημιά και ζωή; Γυρίστε όμως πίσω και αύριο θα στείλω έναν άγγελον πονηρόν για να πάρει την ψυχή του Ιωάννου και να τη φέρει σε μένα και να την παραδόσω σε κρίσιν .
Και ο Ιωάννης του είπε: -Εστάλης ποτέ από τον Κύνωπα για να πάρεις ψυχή ανθρώπου και την πήγες σ’ αυτόν;
- Με έστειλε και θανάτωσα μεν άνθρωπο, αλλά ψυχή ανθρώπου ποτέ δεν παρέδωσα σε κόλασιν, αποκρίθηκε ο δαίμονας.
-Για ποιόν λόγο υπακούετε στον Κύνωπα; ρώτησε ο Ιωάννης.
-Όλη η δύμαμη του σατανά κατοικεί μέσα σ’ αυτόν. Και έχει συμφωνία αυτός μεν να είναι πάντα μαζί μας εμείς δε πάντα μαζί του. Και ο Κύνωψ ακούει εμάς τους δαίμονες, εμείς δε οι δαίμονες ακούμε τον Κύνωπα.
-Άκουσε πνεύμα πονηρό. Σε διατάζει ο Ιωάννης, ο Απόστολος του Υιού του Θεού, άλλη φορά να μην ενοχλήσεις άνθρωπο, ούτε να γυρίσεις στον τόπο σου. Αλλά να φύγεις έξω από αυτό το νησί και να περιπλανάσαι εδώ και κει.
Και αμέσως το πνεύμα έφυγε μακριά από το νησί.
Βλέποντας λοιπόν ο Κύνωψ ότι δεν επέστρεψες σ’αυτόν το πρώτο δαιμόνιο έστειλε και δεύτερο. Αλλά επειδή και αυτό έπαθε τα ίδια έστειλε ακόμη και άλλα δύο δαιμόνια από τα αρχοντικά , για να μπει το ένα στο σπίτι που έμενε ο Ιωάννης και το άλλο να σταθεί έξω και να ιδή αυτά που γίνοται και να γυρίσει να τα φανερώσει στο Κύνωνα. Επειδή λοιπόν πήγε το ένα δαιμόνιο και διόχθηκε από το νησί όπως διώχθηκαν και τα δύο πρώτα, εκείνο το δαιμόνιο που στεκόταν έξω γύρισε και φανέρωσε στον Κύνωπα αυτά που έγιναν. Οργίστηκε λοιπόν ο Κύνωψ και πήρε μαζί του όλα τα πλήθη των δαιμόνων και πήγε στο χώρα. Ηχολόγησε όλη ο χώρα και ταράχθηκε μόλις είδε τον Κύνωπα και όλοι τον προσκυνούσαν. Πρόφθασε δε τον Ιωάννη ο Κύνωψ, την ώρα που δίδασκε τον λαό, και κυριεύθηκε από θυμό πολύ και είπε στο λαό.
-Άνθρωποι ανόητοι και τυφλοί ακούστε. Αν είναι δίκαιος ο Ιωάννης και όσα λέγει αν είναι αλήθεια θα θεραπεύσει και σας και εμένα. Αν μπορεί να κάνει εκείνο που θα πω σ’ αυτόν τότε και εγώ θα πιστεύω σε όλα όσα λέγει
Αφού κράτησε λοιπόν ο Κύνωψ ένα νέον που ήταν εκεί του λέγει:
-Νέε, ζεί ο πατέρας σου;
-Ναυάγησε και πνίγηκε στον βυθό της θαλάσσης, απεκρίθηκε ο νέος.
Τότε λέγει ο Κύνωψ στον Ιωάννη:
-Να , δείξε πράγματι αν είναι αληθινά τα λόγια σου, και αφού ανεβάσεις από το βυθό της θαλάσσης τον πατέρα του νέου αυτού φέρε τον μπροστά σ’ όλους μας ζωντνό και υγιή.
Δεν με έστειλε ο Χριστός για να ανασταίνω νεκρούς, , αλλά για να διδάσκω τους πλανεμένους ανθρώπους.
Είπε λοιπόν ο Κύνωψ προς τον λαό.
-Τώρα λοιπόν να καταλάβετε και να πεισθήτε ότι αυτός είναι πλάνος και σας ξεγελά με μαγικές τέχνες. Κρατήστε τον λοιπόν μέχρι που να φέρω εγώ από την θάλασσα τον πατέρα του νέου και να τον παρουσιάσω ζωντανό.
Αφού κρατήθηκε ο Ιωάννη , άπλωσε τα χέρια του ο Κύνωψ και τα κτύπησε. Έγινε λοιπόν στην παραλία μεγάλος κρότος, ώστε όλοι φοβήθηκαν. Τότε ο Κύνωψ εξαφανίστηκε από τα μάτια όλα των ανθρώπων. Αμέσως όμως φώναξαν δυνατά και είπαν : «Μεγάλος είσαι Κύνωψ και εκτός από σένα δεν υπάρχει άλλος». Ξαφνικά λοιπόν βγήκε από την θάλασσα ο Κύνωψ έχοντας μαζί του ένα Δαίμονα που φαινόταν να μοιάζει στο πρόσωπο οου πνιγμένου πατέρα του νέου, και όλοι εθαύμασαν. Έπειτα λέγει προς τον νέον:
-Αυτός είναι ο πατέρας σου;
-Ναι, κύριε, απήντησε ο νέος.
Και έτσι όλοι προσκύνησαν τον Κύνωπα και ήθελαν να θανατώσουν τον Ιωάννη. Ο Κύνωψ όμως δεν άφησε να τον θανατώσουν λέγοντας: «Όταν δείτε μεγαλύτερα θαύματα απ’ αυτά τότε να τιμωρηθεί όπως του αξίζει».
Αφού κάλεσε λοιπόν πάλι άλλον άνθρωπο του είπε:
-Έχεις υιόν;
-Ναι , κύριε, είχα και κάποιος τον εφθόνησε και τον θανάτωσε, απεκρίθη εκείνος.
-Θα αναστηθεί ι υιός σου, του είπε ο Κύνοψ.
Και αμέσως κάλεσε με το όνομά και τον φονιά και τον φονευθέντα. Πράγματι και οι δυο μαζί παρουσιάστηκαν μπροστά . είπε λοιπόν ο Κύριος στον άνθρωπο:
-Αυτός είναι ο υιός σου; Και αυτός είναι εκείνος που τον εφόνευσε;
-Ναι , Κύριε, απεκρίθη ο άνθρωπο.
Τότε καυχόμενος ο Κύνωψ είπε στον Ιωάννη.
-Τι θαυμάζεις , Ιωάννη;
-Εγώ δεν θαυμάζω καθόλου γι’ αυτό.
-Όταν δείς μεγαλύτερα θαύματα απ’αυτά τότε θα θαυμάσεις είπε πάλι ο Κύνωψ.
-Τα θαύματά σου γρήγορα θα διαλύθούν, απήντησε ο Ιωάννης.
Όταν άκουσε αυτόν τον λίγο ο όχλος αμέσως όρμησε και άρχισε να κτυπά άγρια τον Ιωάννη και ολίγο έλειψε να τον αφήσει νεκρό. Επειδή όμως νόμισε ο Κύνωψ ότι πέθανε ο Ιωάννης είπε προς τον λαό. Αφήστε τον άταφο για να τον φάγουν τα όρνια. Μόλις πληροφορήθηκαν λοιπό όλοι ότι πέθανε ο Ιωάννης , έφυγαν απ’ εκεί με χαρά και επαίνους για τον Κύνωπα.
Ύστερα απ’ αυτά , όταν άκουσε ο Κύνωψ ότι ο Ιωάννης ζει και διδάσκει τον λαό σ’ ένα τόπο που ονομάζεται Λίθου Βολή, κάλεσε τον Δαίμονα εκείνον που χρησιμοποίησε για τις νεκρομαντείες. Αφού πήγε λοιπόν στον Ιωάννη του είπε:
-Εγω επειδή ήθελα να σου προξενήσω περισσότερη ντροπή και καταδίκη γι’ αυτό ως τώρα σε άφησα να ζείς. Αλλά έλα τώρα να πάμε στον γιαλό κι εκεί θα δεί την δύναμί μου και θα ντροπιαστείς. Τον ακολούθησαν όμως και οι τρεις δαίμονες εκείνοι που νομίσθηκαν ότι αναστήθηκαν εκ νεκρών.
Αφού λοιπόν κτύπησε τα χέρια του κι έκανε κρότο, έγινε άφαντος από τα μάτια των ανθρώπων αφού βυθίστηκε ξαφνικά στον βυθό της θάλασσα. Οι όχλοι πάλι φώναζαν : «Είσαι μεγάλος Κύνωψ, και δεν υπάρχει άλλος όπως εσύ». Ο Ιωάννης λοιπόν διέταξε τους δαίμονες , που στεκόταν μαζί με τον Κύνωπα σε σχήμα ανθρώπων , να μην κινηθούν απ’ την θέση τους. Και αμέσως προσευχήθηκε στον Θεό να μην φανεί πλέον ζωντανός ο Κύνωψ.
Όταν λοιπόν βυθίστηκε ο Κύνωψ έγινε μεγάλος θόρυβος στη θάλασσα. Το νερό όμως της Θάλασσα στράφηκε στο μέρος που βυθίστηκε ο Κύνωψ και δεν μπόρεσε πλέον ο άθλιος να βγεί από την θάλασσα. Οι Δαίμονες όμως που ήταν μέτο σχήμα των ανθρώπων που αναστήθηκαν διώχθηκαν απ’ τον Ιωάννη εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού μακριά από την Πάτμο και έγινα άφαντοι.
Επειδή λοιπόν ο λαός στάθηκε τρία ημερόνυχτα περιμένοντας να βγεί ο Κύνωψ απ’ την θάλασσα, από την νηστεία και τις φωνές που έβγαζαν και από τη ζέστη του ήλιου ξαπλώθηκαν στη γη άφωνοι οι περισσότεροι απ’ αυτούς ώστε και τρία παιδία πέθαναν. Εξ αιτίας αυτού τους λυπήθηκε ο μέγας Ιωάννης όλους αυτούς και τα μεν παιδιά που πέθαναν τα ανέστησε , τους δε παραλυμένους ανθρώπους τους δυνάμωσε. Και αφού είπε σ’ αυτούς πολλά για την πίστη, τους έπεισε όλους να πιστέψουν στον Χριστό και να βαπτιστούν, αφού ο άθλιος Κύνωψ καταποντίστηκε πια στη θάλασσα , όπως παλιά ο Φαραώ.
Από το βιβλιαράκι : Άγιος ο Ιωάννης ο Θεολόγος
Έκδοσις Ορθοδοξου Ιδρύματος ο Απόστολος Βαρνάβας».
Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009
Άγιος Νικήτας, πολιούχος Σερρών
Γράφει ο μοναχός Μωυσής, αγιορείτης
Το απόγευμα της Μεγάλης Δευτέρας του 1808, στις 30 Μαρτίου, πήγε στην πόλη των Σερρών, για πρώτη φορά, ο άγιος Νικήτας από το Άγιον Όρος.
Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, ξημερώνοντας Πάσχα, μαρτύρησε για το Χριστό από τους Τούρκους. Από τότε κατέστη πολιούχος των Σερρών, προστάτης και φύλακας άγγελος. Η μνήμη του κάθε χρόνο εορτάζεται πανηγυρικά στον νεόδμητο και περικαλλή ναό των Σρρών, που ολοκληρώθηκε πρόσφατα, κάθε Κυριακή του Θωμά.
Νέος ακολούθησε τον μοναχικό βίο κι εκάρη μοναχός στη σκήτη της Αγίας Αννης του Αγίου Όρους. Κατόπιν μετέβη και παρέμεινε στην ιερά μονή Αγίου Παντελεήμονος, όπου και χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς. Η μεγάλη του αγάπη για το Χριστό τον έκανε να φλέγεται από τον πόθο του μαρτυρίου. Μ’ ευχές Γερόντων αναχωρεί από το παμφίλτατο Περιβόλι της Παναγιάς για την πόλη των Σερρών.
Κατευθύνθηκε στη μονή Ηλιοκάλεως, για να παρακολουθήσει την ακολουθία του Νυμφίου. Την ίδια νύχτα εξομολογήθηκε στον εκεί ιερομόναχο Κωνσταντίνο. Το πρωί, κατά την Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων. Κηρύττοντας στους μουσουλμάνους για την αληθινότητα της Ορθόδοξης πίστης, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Όταν τον κάλεσαν να δικαστεί, τον θεώρησαν παράφρονα, παρά τις σοφές απαντήσεις που έδινε, και απορούσαν πολύ για το θάρρος και την τόλμη. Απτόητα, άφοβα και αδείλιαστα μιλούσε για τον Χριστό και παρακινούσε τους Τούρκους να πιστέψουν σε αυτόν. Αποτέλεσμα της επιμονής του ήταν να βασανιστεί για την πίστη του σκληρά και απάνθρωπα. Τελικά διετάχθη να τον κρεμάσουν. Κατά την παράδοση τόπος του μαρτυρίου του είναι ο χώρος που σήμερα είναι κτισμένος ο μητροπολιτικός ναός των Ταξιαρχών, στο κέντρο της πόλεως των Σερρών.
Το σώμα του ένδοξου ιερομάρτυρα έμεινε κρεμασμένο επί τρεις ημέρες, δίχως να πάθει καμία αλλοίωση. Το βράδυ της Τρίτης της Διακαινησίμου επετράπη στους χριστιανούς να θάψουν το μαρτυρικό σώμα του. Τα σημεία της θείας χάριτος ήταν έκδηλα επάνω του, που έκαναν πολλούς να συγκινηθούν και να θαυμάσουν.
Κατά τον ασχοληθέντα με τους νεομάρτυρες Ι.Μ. Περαντώνη: “Η εις Χριστόν πίστις, ίτις ετηρήθη εις τα ψυχάς των χριστιανών, μετά την πτώσιν των τειχών της Βασιλευούσης, σταθερά, ασφαλής και βεβαία, εξεδηλούτο και κατά τις δυσχερείς ταύτας του Έθνους περιστάσεις… ανέτελλεν εν τω σκότει της δουλείας, ως νέον φωτεινόν μετέωρον, το νέφος των Νεομαρτύρων”. Έτσι και ο ιερομάρτυρας Νικήτας. Περιφρόνησε το θάνατο, έμεινε απτόητος, γενναίος και θαρρετός μέχρι τέλους, δίχως να θελήσει να αρνηθεί την πατρώα πίστη. Το μαρτύριό του ενδυνάμωσε την πίστη και άλλων χριστιανών.
Ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος αφιέρωσε το τρέχον έτος στη μνήμη του αγίου Νικήτα με σειρά πνευματικών εκδηλώσεων, με τη συμπλήρωση διακοσίων ετών από του μαρτυρίου του. Οι μνήμες και οι εορτές αυτές σ’ εποχές ρηχές και φυγόπονες έχουν πολλά να πουν. Θα μπορούσε άνετα ο Νικήτας να παραμείνει στο Άγιον Όρος αγωνιζόμενος και ν’ αποφύγει το μαρτύριο. Η απόφασή του να μαρτυρήσει φαίνεται σήμερα αρκετά παράξενη, παράτολμη και όχι απαραίτητη. Η θερμή πίστη οδηγεί σε μία θεία τρέλα, σε μία υπέρλογη και ανεξήγητη κατάσταση. Σήμερα να διατηρήσει κανείς ειλικρίνεια και τιμιότητα είναι ένα μικρό μαρτύριο. Αυτοί οι κρυφοί μάρτυρες των ημερών μας θα έχουν εκτός από την ήρεμη συνείδηση και πλούσια ευλογία.
Μαι 11, 2008
www.makthes.gr
Το απόγευμα της Μεγάλης Δευτέρας του 1808, στις 30 Μαρτίου, πήγε στην πόλη των Σερρών, για πρώτη φορά, ο άγιος Νικήτας από το Άγιον Όρος.
Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, ξημερώνοντας Πάσχα, μαρτύρησε για το Χριστό από τους Τούρκους. Από τότε κατέστη πολιούχος των Σερρών, προστάτης και φύλακας άγγελος. Η μνήμη του κάθε χρόνο εορτάζεται πανηγυρικά στον νεόδμητο και περικαλλή ναό των Σρρών, που ολοκληρώθηκε πρόσφατα, κάθε Κυριακή του Θωμά.
Νέος ακολούθησε τον μοναχικό βίο κι εκάρη μοναχός στη σκήτη της Αγίας Αννης του Αγίου Όρους. Κατόπιν μετέβη και παρέμεινε στην ιερά μονή Αγίου Παντελεήμονος, όπου και χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς. Η μεγάλη του αγάπη για το Χριστό τον έκανε να φλέγεται από τον πόθο του μαρτυρίου. Μ’ ευχές Γερόντων αναχωρεί από το παμφίλτατο Περιβόλι της Παναγιάς για την πόλη των Σερρών.
Κατευθύνθηκε στη μονή Ηλιοκάλεως, για να παρακολουθήσει την ακολουθία του Νυμφίου. Την ίδια νύχτα εξομολογήθηκε στον εκεί ιερομόναχο Κωνσταντίνο. Το πρωί, κατά την Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων. Κηρύττοντας στους μουσουλμάνους για την αληθινότητα της Ορθόδοξης πίστης, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Όταν τον κάλεσαν να δικαστεί, τον θεώρησαν παράφρονα, παρά τις σοφές απαντήσεις που έδινε, και απορούσαν πολύ για το θάρρος και την τόλμη. Απτόητα, άφοβα και αδείλιαστα μιλούσε για τον Χριστό και παρακινούσε τους Τούρκους να πιστέψουν σε αυτόν. Αποτέλεσμα της επιμονής του ήταν να βασανιστεί για την πίστη του σκληρά και απάνθρωπα. Τελικά διετάχθη να τον κρεμάσουν. Κατά την παράδοση τόπος του μαρτυρίου του είναι ο χώρος που σήμερα είναι κτισμένος ο μητροπολιτικός ναός των Ταξιαρχών, στο κέντρο της πόλεως των Σερρών.
Το σώμα του ένδοξου ιερομάρτυρα έμεινε κρεμασμένο επί τρεις ημέρες, δίχως να πάθει καμία αλλοίωση. Το βράδυ της Τρίτης της Διακαινησίμου επετράπη στους χριστιανούς να θάψουν το μαρτυρικό σώμα του. Τα σημεία της θείας χάριτος ήταν έκδηλα επάνω του, που έκαναν πολλούς να συγκινηθούν και να θαυμάσουν.
Κατά τον ασχοληθέντα με τους νεομάρτυρες Ι.Μ. Περαντώνη: “Η εις Χριστόν πίστις, ίτις ετηρήθη εις τα ψυχάς των χριστιανών, μετά την πτώσιν των τειχών της Βασιλευούσης, σταθερά, ασφαλής και βεβαία, εξεδηλούτο και κατά τις δυσχερείς ταύτας του Έθνους περιστάσεις… ανέτελλεν εν τω σκότει της δουλείας, ως νέον φωτεινόν μετέωρον, το νέφος των Νεομαρτύρων”. Έτσι και ο ιερομάρτυρας Νικήτας. Περιφρόνησε το θάνατο, έμεινε απτόητος, γενναίος και θαρρετός μέχρι τέλους, δίχως να θελήσει να αρνηθεί την πατρώα πίστη. Το μαρτύριό του ενδυνάμωσε την πίστη και άλλων χριστιανών.
Ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος αφιέρωσε το τρέχον έτος στη μνήμη του αγίου Νικήτα με σειρά πνευματικών εκδηλώσεων, με τη συμπλήρωση διακοσίων ετών από του μαρτυρίου του. Οι μνήμες και οι εορτές αυτές σ’ εποχές ρηχές και φυγόπονες έχουν πολλά να πουν. Θα μπορούσε άνετα ο Νικήτας να παραμείνει στο Άγιον Όρος αγωνιζόμενος και ν’ αποφύγει το μαρτύριο. Η απόφασή του να μαρτυρήσει φαίνεται σήμερα αρκετά παράξενη, παράτολμη και όχι απαραίτητη. Η θερμή πίστη οδηγεί σε μία θεία τρέλα, σε μία υπέρλογη και ανεξήγητη κατάσταση. Σήμερα να διατηρήσει κανείς ειλικρίνεια και τιμιότητα είναι ένα μικρό μαρτύριο. Αυτοί οι κρυφοί μάρτυρες των ημερών μας θα έχουν εκτός από την ήρεμη συνείδηση και πλούσια ευλογία.
Μαι 11, 2008
www.makthes.gr
Η Αγία Παρασκευή
Η Αγία Παρασκευή
Να ειπούμε και για την καλήν γήν. Η αγία Παρασκευή ήτο δώδεκα χρονών κόρη από γένος ευγενικόν. Μείνασα ορφανή εμοίρασεν όλην της την περιουσίαν εις τους πτωχούς, και με αυτά ηγόρασε τον παράδεισον. Και μετεχειρίζετο ως φτιασίδια τα δάκρυα, ενθυμούμενη τας αμαρτίας της. Ως σκουλαρίκια είχε τα ώτα της ανοικτά διά ν’ ακούει τας Αγίας Γραφάς. Ως κορδόνι είχε τας πολλάς νηστείας, όπου έκαμνον τον λαιμόν της και έλαμπεν ως ο ήλιος. Ως δακτυλίδια τους κόμβουςτων δακτύλων της από τας πολλάς μετανοίας όπου έκαμνεν. Ως χρσούν ζωνάριον την παρθενίαν όπου εφύλαξεν εις όλην της την ζωή. Ως φόρεμα την εντροπήν όπου είχεν εις τον εαυτόν της και ο φόβος του Θεού όπου την εσκέπαζε. Έτσι εστολίζετο η Αγία. Ανίσως και είνε κανένα κορίτσι και θέλει να στολίζεται , ας στοχσθή τι έκανεν η Αγία, να κάμνει και εκείνη, αν θέλει να σωθή. Έτσι , αδελφοί μου , η αγία Παρασκευή έμαθε γράμματα και έγινε σοφωτάτη. Και διά την καθαρότητα της την ηξίωσεν ο Θεός και έκαμνε και θαύματα. Ιάτρευε τυφλούς , κωφούς∙ ανέστηνε νεκρούς. Δύο Εβραίοι, τέκνα του διαβόλου , βλέποντες την Αγίαν να κάμνη θαύματα, την εφθόνησαν και την διέβαλον εις τον βασιλεά Αντωνίνον ως χριστιανήν. Την κράζει λοιπόν ο βασιλεύς και της λέγει ν’ αρνηθή τον Χριστόν και να προσκυνήση τους θεούς, να την κάμη βασίλισσαν. Λέγει η Αγία: Εγώ δεν είμαι ανόητη ωσάν εσένα, να αρνηθώ τον Χριστόν μου και να υπάγω εις τον θάνατον. Άμποτε να άφηνες και συ το σκότος και να ήρχεσο εις το φώς. Ακούετε, αδελφοί μου , ένα κορίτσι να ομιλή με τοιαύτην παρησίαν εμπρός εις τον βασιλέα; Όστις έχει τον Χριστόν μέσα εις την καρδιάν του , δεν φοβείται όλον τον κόσμον. Ανίσως θέλωμεν και ημείς να μη φοβούομεθα μήτε ανθρώπους μήτε δαίμονας, να έχωμεν τον Θεόν εις την καρδίαν μας. Λέγει ο βασιλεύς της Αγίας: Σου δίδω τρείς ημέρες διορίαν∙ αν δεν μου υπακούσης, θα σε θανατώσω. Λέγει του η Αγία: Βασιλεύ, εκείνο όπου θέλεις να κάμης εις τρείς ημέρας, κάμε το τώρα, διότι εγώ δεν αρνούμαι τον Χριστόν μου. Τότε προστάζει ο βασιλεύς και άναψαν μίαν μεγάλην πυρκαϊάν και βάνουν ένα καζάνι γεμάτο πίσσαν και θειάφι και βράζει καλά. Βλέπουσα η Αγία το καζάνι εχαίρετο, ότι έμελλε ν’ αναχωρήσιε από τούτον τον ψεύτικον κόσμον και να υπάγει εις εκείνον τον αληθινόν και αιώνιον. Προστάζει ο βασιλεύς να βάλουν την Αγίαν εις τον καζάνι διά να καή. Η Αγία έκαμε τον σταυρόν της και εμβαίνει μέσα. Περιμένει δύο τρείς ώρας ο βασιλεύς και βλέπων όπου δεν καίεται η Αγία της λέγει: Παρασκευή, διατί δεν καίεσαι; Λέγει του η Αγία: Διότι ο Χριστός εδρόσισε το νερό και δεν καίομαι. Λέγει της ο βασιλεύς: Ράντισον με και εμέ διά να ίδω, καίει; Επήρε η Αγία με τας δύο της χείρας και του ρίπτει εις το πρόσωπον και ευθύς, ω του θαύματος! Ετυφλώθη και εγδάρθη το πρόσωπον του. Φωνάζει ο βασιλεύς: Μέγας ο Θεός των χριστιανών και είς αυτόν πιστεύω και εγώ∙ και έβγα να με βαπτίσης. Εβγήκεν η Αγία και τον εβάπτισε με όλον του το βασίλειον. Έπειτα την απεκεφάλισεν άλλος βασιλεύς και υπήγεν εις τον παράδεισον να χαίρεται πάντοτε. Αυτή η Αγία έκαμε τα εκατόν κατά τον λόγο του Κυρίου.
Διδαχή του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
Να ειπούμε και για την καλήν γήν. Η αγία Παρασκευή ήτο δώδεκα χρονών κόρη από γένος ευγενικόν. Μείνασα ορφανή εμοίρασεν όλην της την περιουσίαν εις τους πτωχούς, και με αυτά ηγόρασε τον παράδεισον. Και μετεχειρίζετο ως φτιασίδια τα δάκρυα, ενθυμούμενη τας αμαρτίας της. Ως σκουλαρίκια είχε τα ώτα της ανοικτά διά ν’ ακούει τας Αγίας Γραφάς. Ως κορδόνι είχε τας πολλάς νηστείας, όπου έκαμνον τον λαιμόν της και έλαμπεν ως ο ήλιος. Ως δακτυλίδια τους κόμβουςτων δακτύλων της από τας πολλάς μετανοίας όπου έκαμνεν. Ως χρσούν ζωνάριον την παρθενίαν όπου εφύλαξεν εις όλην της την ζωή. Ως φόρεμα την εντροπήν όπου είχεν εις τον εαυτόν της και ο φόβος του Θεού όπου την εσκέπαζε. Έτσι εστολίζετο η Αγία. Ανίσως και είνε κανένα κορίτσι και θέλει να στολίζεται , ας στοχσθή τι έκανεν η Αγία, να κάμνει και εκείνη, αν θέλει να σωθή. Έτσι , αδελφοί μου , η αγία Παρασκευή έμαθε γράμματα και έγινε σοφωτάτη. Και διά την καθαρότητα της την ηξίωσεν ο Θεός και έκαμνε και θαύματα. Ιάτρευε τυφλούς , κωφούς∙ ανέστηνε νεκρούς. Δύο Εβραίοι, τέκνα του διαβόλου , βλέποντες την Αγίαν να κάμνη θαύματα, την εφθόνησαν και την διέβαλον εις τον βασιλεά Αντωνίνον ως χριστιανήν. Την κράζει λοιπόν ο βασιλεύς και της λέγει ν’ αρνηθή τον Χριστόν και να προσκυνήση τους θεούς, να την κάμη βασίλισσαν. Λέγει η Αγία: Εγώ δεν είμαι ανόητη ωσάν εσένα, να αρνηθώ τον Χριστόν μου και να υπάγω εις τον θάνατον. Άμποτε να άφηνες και συ το σκότος και να ήρχεσο εις το φώς. Ακούετε, αδελφοί μου , ένα κορίτσι να ομιλή με τοιαύτην παρησίαν εμπρός εις τον βασιλέα; Όστις έχει τον Χριστόν μέσα εις την καρδιάν του , δεν φοβείται όλον τον κόσμον. Ανίσως θέλωμεν και ημείς να μη φοβούομεθα μήτε ανθρώπους μήτε δαίμονας, να έχωμεν τον Θεόν εις την καρδίαν μας. Λέγει ο βασιλεύς της Αγίας: Σου δίδω τρείς ημέρες διορίαν∙ αν δεν μου υπακούσης, θα σε θανατώσω. Λέγει του η Αγία: Βασιλεύ, εκείνο όπου θέλεις να κάμης εις τρείς ημέρας, κάμε το τώρα, διότι εγώ δεν αρνούμαι τον Χριστόν μου. Τότε προστάζει ο βασιλεύς και άναψαν μίαν μεγάλην πυρκαϊάν και βάνουν ένα καζάνι γεμάτο πίσσαν και θειάφι και βράζει καλά. Βλέπουσα η Αγία το καζάνι εχαίρετο, ότι έμελλε ν’ αναχωρήσιε από τούτον τον ψεύτικον κόσμον και να υπάγει εις εκείνον τον αληθινόν και αιώνιον. Προστάζει ο βασιλεύς να βάλουν την Αγίαν εις τον καζάνι διά να καή. Η Αγία έκαμε τον σταυρόν της και εμβαίνει μέσα. Περιμένει δύο τρείς ώρας ο βασιλεύς και βλέπων όπου δεν καίεται η Αγία της λέγει: Παρασκευή, διατί δεν καίεσαι; Λέγει του η Αγία: Διότι ο Χριστός εδρόσισε το νερό και δεν καίομαι. Λέγει της ο βασιλεύς: Ράντισον με και εμέ διά να ίδω, καίει; Επήρε η Αγία με τας δύο της χείρας και του ρίπτει εις το πρόσωπον και ευθύς, ω του θαύματος! Ετυφλώθη και εγδάρθη το πρόσωπον του. Φωνάζει ο βασιλεύς: Μέγας ο Θεός των χριστιανών και είς αυτόν πιστεύω και εγώ∙ και έβγα να με βαπτίσης. Εβγήκεν η Αγία και τον εβάπτισε με όλον του το βασίλειον. Έπειτα την απεκεφάλισεν άλλος βασιλεύς και υπήγεν εις τον παράδεισον να χαίρεται πάντοτε. Αυτή η Αγία έκαμε τα εκατόν κατά τον λόγο του Κυρίου.
Διδαχή του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ
Α
Ὁσιομάρτυς Ἀββακούμ· ἐμαρτύρησε στίς 6 Αὐγούστου 1628 στή Θεσσαλονίκη γιά τήν πίστη.
Ὁσιομάρτυς Ἀγαθάγγελος ὁ Ἐσφιγμενίτης· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο σέ ἡλικία 19 ἐτῶν στή Σμύρνη, στίς 19 Ἀπριλίου 1818.
Ἅγιος Ἀγγελῆς ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, τήν 1 Σεπτεμβρίου 1680.
Ἅγιος Ἀγγελῆς ἰατρός ἀπό τό Ἄργος· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 3 Δεκεμβρίου 1813.
Ἅγιος Ἀγγελῆς, ἐκ Μελάμπων Ρεθύμνης Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη στίς 28 Ὀκτωβρίου 1824, πρό τῆς Μεγάλης Πόρτας Ρεθύμνης.
Ἅγιος Ἀθανάσιος ἀπό τήν Κίο· ἐμαρτύρησε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 24 Ἰουλίου 1670 (ἀποκεφαλισμός).
Ἅγιος Ἀθανάσιος ἀπό τήν Ἀττάλεια· ἀπεκεφαλίσθη στήν Σμύρνη, στίς 7 Ἰανουαρίου 1700.
Ἅγιος Ἀθανάσιος ἱερομόναχος ἀπό τή Σπάρτη τῆς Ἀττάλειας· ἐμαρτύρησε στίς 29 Ὀκτωβρίου 1653 "ἐν Μουντανίοις".
Ἅγιος Ἀκάκιος ἀπό τήν Μακεδονία· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, τήν 1 Μαΐου 1815.
Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπό τήν Θεσσαλονίκη, ὁ Δερβίσης· ἐμαρτύρησε στήν Σμύρνη, στίς 26 Μαΐου 1794.
Ἅγιος Ἀναστάσιος Πανέρης ἀπό τήν Μυτιλήνη· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στόν Κασαμπᾶ τῆς Μ. Ἀσίας, στίς 11 Αὐγούστου 1816.
Ἅγιος Ἀναστάσιος ἀπό τό Ροδοβίσιο τῆς Βουλγαρίας· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στίς 8 Αὐγούστου 1794, στή Θεσσαλονίκη.
Ἅγιος Ἀναστάσιος ἀπό τό Ναύπλιο· ἐμαρτύρησε τήν 1 Φεβρουαρίου 1655 στό Ναύπλιο.
Ἅγιος Ἀναστάσιος ἱερομάρτυς ἀπό τόν Ἅγιο Βλάσιο Ἰωαννίνων· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 8 Ἰουλίου 1743.
Ἅγιος Ἀνδρέας Ἀργέντης ἀπό τήν Χίο· ἐμαρτύρησε στίς 29 Μαΐου 1465 γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη.
Ἅγιοι Ἀνώνυμοι τρεῖς μάρτυρες ἀπό τήν Πελοπόννησο· ἀπαγχονίσθηκαν στό Βραχώρι τό 1786.
Ἅγιος Ἀπόστολος ἀπό τόν Ἅγιο Λαυρέντιο Πηλίου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 16 Αὐγούστου 1686.
Ἅγιος Ἀργύρης ἤ Ἀργυρός ἀπό τήν Ἀπανομή Μακεδονίας· ἀπαγχονίσθηκε στήν Θεσσαλονίκη, στίς 11 Μαΐου 1806.
Ἁγία Ἀργυρῆ ἀπό τήν Προύσσα· παρέδωσε τό πνεῦμα, κατόπιν πολυχρονίων δεινῶν, στό Χάσκιόϊ Κωνσταντινουπόλεως, στίς 5 Ἀπριλίου 1721.
Ἅγιος Ἀχμέδ Κάλφας· ἀπαγχονίσθηκε στίς 3 Μαΐου 1682, στό Κεάτχανε Μπαξέ τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ἅγιος Αὐξέντιος ἀπό τήν Βελλᾶ· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 25 Ἰανουαρίου 1720.
Γ
Ἅγιος Γαβριήλ ἐν Αἰγύπτῳ· ἐμαρτύρησε στήν Αἴγυπτο, στίς 18 Ὀκτωβρίου 1522.
Ἅγιος Γαβριήλ, Οἰκουμενικός Πατριάρχης· ἀπαγχονίσθηκε στήν Προύσσα, στίς 3 Δεκεμβρίου 1659.
Ἅγιος Γαβριήλ, Ἀρχιεπίσκοπος Πεκίου· ἀπαγχονίσθηκε στήν Προύσσα, στίς 13 Δεκεμβρίου 1652.
Ἅγιος Γαβριήλ ἐξ Ἀλλώνης τῆς Προκοννήσου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 2 Φεβρουαρίου 1676.
Ὁσιομάρτυς Γεδεών ἐκ Θεσσαλίας· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στόν Τύρναβο, στίς 30 Δεκεμβρίου 1818.
Ὁσιομάρτυς Γεννάδιος· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 6 Ἀπριλίου 1818.
Ὁσιομάρτυς Γεράσιμος ὁ Καρπενησιώτης· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη στίς 3 Ἰουλίου 1812.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Καράτοβα τῆς Σερβίας· ὑπέστη τόν διά πυρός θάνατο, στίς 11 Φεβρουαρίου 1515, στήν Σόφια τῆς Βουλγαρίας.
Ἅγιος Γεώργιος ὁ Μυτιληνιαῖος, ὁ Παϊζάνος· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 14 Φεβρουαρίου 1693.
Ἅγιος Γεώργιος (Χατζῆ Γεώργιος) ἐκ Φιλαδελφείας· ἀπεκεφαλίσθη ἐν Καρατζασοῦ, στίς 2 Ὀκτωβρίου 1794.
Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεαπολίτης· ἀπεκεφαλίσθη στίς 3 Νοεμβρίου 1797.
Ἅγιος Γεώργιος ἐξ Ἐφέσου· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο δι' ἀποκεφαλισμοῦ στίς 5 Ἀπριλίου 1801, στήν Ἔφεσο.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Χίου· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στίς Κυδωνίες, στίς 26 Νοεμβρίου 1807.
Ἅγιος Γεώργιος ἐξ Ἀτταλείας· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στίς 25 Ἰουνίου 1823.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Γρεβενῶν· ἀπαγχονίσθηκε στά Ἰωάννινα, στίς 17 Ἰανουαρίου 1838.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στίς 7 Φεβρουαρίου 1867.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Ραψάνης· ἀπεκεφαλίσθη στόν Τόρναβο, στίς 5 Μαρτίου 1818.
Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ε´, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 10 Ἀπριλίου 1821.
Δ
Ὁσιομάρτυς Δαβίδ ἐκ Κυδωνιῶν· ἀπαγχονίσθηκε στή Θεσσαλονίκη, στίς 26 Ἰουνίου 1813.
Ἅγιος Δαμασκηνός μοναχός ἐκ Κωνσταντινουπόλεως· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 13 Νοεμβρίου 1681.
Ἅγιος Δαμιανός, μοναχός ἐκ Ριχόβου Ἀγράφων· ὑπέστη τόν διά ἀπαγχονισμοῦ θάνατον στή Λάρισα, στίς 14 Φεβρουαρίου 1568.
Ἅγιος Δημήτριος Τορναρᾶς· ἀπετμήθη τήν κεφαλή γιά τήν εὐσέβειά του, στίς 19 Μαρτίου 1564.
Ἅγιος Δημήτριος ἐκ Φιλαδελφείας· ἐμαρτύρησε στή Φιλαδέλφεια, στίς 2 Ἰουνίου 1657.
Ἅγιος Δημήτριος ἐκ Γαλατᾶ Κωνσταντινουπόλεως· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 27 Ἰανουαρίου 1784.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Πελοποννήσιος· ἀπεκεφαλίσθη στήν Τρίπολη, στίς 28 Μαΐου 1794.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Χιοπολίτης· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο δι' ἀποκεφαλισμοῦ στίς 29 Ἰανουαρίου 1802.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Πελοποννήσιος, ἐκ Τριφυλίας· ἐμαρτύρησε δι' ἀποκεφαλισμοῦ στήν Τρίπολη, στίς 14 Ἀπριλίου 1803.
Ἅγιος Δημήτριος Μοναχός, ἐκ Σαμαρίνης τῆς Πίνδου· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στά Ἰωάννινα, στίς 17 Αὐγούστου 1808.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Μπεγάζης, ἐκ Μυτιλήνης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 11 Αὐγούστου 1816.
Ἅγιος Διονύσιος ὁ Φιλόσοφος, Μητροπολίτης Λαρίσης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στά Ἰωάννινα, τό 1611.
Ἅγιος Δούκας, ράπτης ἐκ Μυτιλήνης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 24 Ἀπριλίου 1564.
Ε
Παρθενομάρτυς Εἰρήνη· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Λέσβο, στίς 9 Ἀπριλίου 1463.
Ὁσιομάρτυς Εὐθύμιος ἀπό τήν Δημητσάνα· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 22 Μαρτίου 1814.
Ζ
Ἅγιος Ζαχαρίας, Μητροπολίτης Κορίνθου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κόρινθο, στίς 30 Μαρτίου 1684.
Ἅγιος Ζαχαρίας ἀπό τήν Ἄρτα· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο διά ραβδισμοῦ στήν Πάτρα, στίς 20 Ἰανουαρίου 1782.
Ἅγιος Ζαχαρίας ἀπό τήν Προύσσα· ἀπεκεφαλίσθη στήν Προύσσα, στίς 28 Μαΐου 1802.
Η
Ἅγιος Ἠλίας Ἀρδούνης ἀπό τήν Καλαμάτα· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς μαρτυρικό θάνατο στήν Καλαμάτα, στίς 31 Ἰανουαρίου 1686.
Θ
Ἅγιος Θεόδωρος· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στά Δαρδανέλια, στίς 2 Αὐγούστου 1690.
Ἅγιος Θεόδωρος ἀπό τήν Μυτιλήνη· ἀπαγχονίσθηκε στή Μυτιλήνη, στίς 30 Ἰανουαρίου 1784.
Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Βυζάντιος, ἐκ Νεοχωρίου· ἀπαγχονίσθηκε στίς 17 Φεβρουαρίου 1795, στήν Μυτιλήνη.
Ἅγιος Θεοφάνης· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στήν Κωνσταντινούπολη γιά τήν πίστη, στίς 8 Ἰουνίου 1559.
Ἅγιος Θεόφιλος ἐκ Ζακύνθου· ἐμαρτύρησε στή Χίο, στίς 24 Ἰουλίου 1635.
Ι
Ἅγιος Ἰάκωβος ἀπό τήν Καστοριά· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στήν Ἀνδριανούπολη, τήν 1 Νοεμβρίου 1520.
Ἅγιος Ἰάκωβος, ἱεροδιάκονος· ἀπαγχονίσθηκε στήν Ἀδριανούπολη τήν 1 Νοεμβρίου 1520.
Ὁσιομάρτυς Ἰγνάτιος· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 8 Ὀκτωβρίου 1814.
Ὁσιομάρτυς Ἱλαρίων ἀπό τό Ἡράκλειο Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 20 Σεπτεμβρίου 1804.
Ἅγιος Ἰορδάνης ἀπό τήν Τραπεζούντα· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 2 Φεβρουαρίου 1650.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τήν Τραπεζούντα· ἀπεκεφαλίσθη στό Ἀσπρόκαστρο, στίς 2 Ἰουνίου 1492.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τά Ἰωάννινα· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 18 Ἀπριλίου 1526.
Ὁσιομάρτυς Ἰωάννης Κουζικᾶς· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια, στίς 18 Ἀπριλίου 1564.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κάλφας· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 26 Φεβρουαρίου 1575.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τά Σφακιά Κρήτης· ἀπαγχονίσθηκε στή Ν. Ἔφεσο, στίς 15 Σεπτεμβρίου 1811.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τή Θάσο· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στίς 20 Δεκεμβρίου 1652, στήν Κωνσταντινούπολη.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βλάχος· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Μαΐου 1662.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ναύκληρος· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς θάνατο στήν Κῶ, στίς 8 Ἀπριλίου 1669.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τή Βουλγαρία· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 5 Μαρτίου 1784.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσοχόος, ἀπό τή Βουλγαρία· ἀπεκεφαλίσθη στίς 14 Μαΐου 1802.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τή Θεσσαλονίκη· ἀπεκεφαλίσθη στή Σμύρνη, στίς 29 Μαΐου 1802.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τήν Κόνιτσα· ἀπεκεφαλίσθη στό Βραχώριο, στίς 23 Σεπτεμβρίου 1814.
Ὁσιομάρτυς Ἰωάσαφ· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 26 Ὀκτωβρίου1536.
Ἅγιος Ἰωσήφ ὁ Χαλεπλῆς· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 4 Φεβρουαρίου 1686.
Κ
Ἅγιος Κοσμᾶς· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια, λίγο μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ἅγιος Κυπριανός ἀπό τά Ἄγραφα· ἀπεκεφαλίσθη στό Φανάρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στίς 5 Ἰουλίου 1679.
Ὁσιομάρτυς Κύριλλος ἀπό τήν Θεσσαλονίκη· ἄθλησε γιά τήν πίστη, στίς 6 Ἰουλίου 1566.
Ἅγιος Κυρμιδώλης· ὑπέστη φρικτό μαρτύριο γιά τήν πίστη στήν Αἴγυπτο, στίς 18 Ὀκτωβρίου 1522.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ρῶσσος· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 26 Δεκεμβρίου 1743.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἀπό τήν Μυτιλήνη· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 2 Ἰουνίου 1819.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στή Ρόδο, στίς 14 Νοεμβρίου 1800.
Λ
Ἅγιος Λάζαρος ἀπό τήν Βουλγαρία· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στήν Πέργαμο, στίς 23 Ἀπριλίου 1802.
Ἅγιος Λάμπρος· ἄθλησε γιά τήν πίστη στή Μάκρη, στίς 2 Ἰουλίου 1838.
Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς ἀπό τήν Ἀδριανούπολη· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στήν Μυτιλήνη, στίς 23 Μαρτίου 1802.
Μ
Ὁσιομάρτυς Μακάριος· ἀπεκεφαλίσθη στή Θεσσαλονίκη, στίς 14 Σεπτεμβρίου 1527.
Ὁσιομάρτυς Μακάριος ἀπό τή Βιθυνία· ἐμαρτύρησε στήν Προύσα, στίς 6 Ὀκτωβρίου 1590.
Ὁσιομάρτυς Μαλαχίας ἀπό τή Ρόδο· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς θάνατο στά Ἱεροσόλυμα, στίς 29 Σεπτεμβρίου 1500.
Ἅγιος Μανουήλ ἀπό τά Σφακιά Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 15 Μαρτίου 1792.
Ἁγία Μαρία· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη τόν Μάϊο τοῦ 1826.
Ἅγιος Μᾶρκος ἀπό τήν Κρήτη· ἐμαρτύρησε στήν Σμύρνη, στίς 14 Μαΐου 1643.
Ἅγιος Μᾶρκος ἀπό τήν Σμύρνη· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στή Χίο, στίς 5 Ἰουνίου 1801.
Ἅγιος Μῆτρος (ἤ Δημήτριος) ὁ Πελοποννήσιος· ἐμαρτύρησε στήν Τρίπολη, στίς 28 Μαΐου 1794.
Ἅγιος Μιχαήλ ἐξ Ἀγράφων· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Θεσσαλονίκη, στίς 21 Μαρτίου 1544.
Ἅγιος Μιχαήλ ὁ Μαυροειδής, ἀπό τήν Ἀδριανούπολη· ἀπεκεφαλίσθη στήν Ἀδριανούπολη, στίς 17 Φεβρουαρίου, τέλη 15ου αἰώνα.
Ἅγιος Μύρων ἀπό τήν Κρήτη· ἀπαγχονίσθηκε στό Ἡράκλειο Κρήτης, στίς 20 Μαρτίου 1794.
Ν
Ἅγιος Νεκτάριος ἐκ Βρυούλλων· ἀπεκεφαλίσθη στίς 11 Ἰουλίου 1820.
Ὁσιομάρτυς Νικόδημος ἐκ Μετεώρων· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 16 Αὐγούστου 1551.
Ἅγιος Νικόδημος ἐξ Ἑλβασάν· ἀπεκεφαλίσθη στό Ἑλβασάν, στίς 11 Ἰουλίου 1722.
Ἅγιος Νικήτας ὁ Νισύριος· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 21 Ἰουνίου 1732.
Ἅγιος Νικήτας ἐξ Ἠπείρου· ἀπαγχονίσθηκε στίς Σέρρες, στίς 4 Ἀπριλίου 1808.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Θεσσαλονίκης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Λέσβο, στίς 9 Ἀπριλίου 1463.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Κορίνθου· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς θάνατον στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 14 Φεβρουαρίου 1554.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Μετσόβου· ἐμαρτύρησε στά Τρίκαλα, στίς 17 Μαΐου 1617.
Ἅγιος Νικόλαος Καραμάνος· ἀπαγχονίσθηκε στή Σμύρνη, στίς 6 Δεκεμβρίου 1657.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Καρπενησίου· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 23 Σεπτεμβρίου 1672.
Ἅγιος Νικόλαος· ἐμαρτύρησε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Νοεμβρίου 1732.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Μαγνησίας· ὑπέστη φρικτά βασανιστήρια γιά τήν πίστη, στίς 24 Ἀπριλίου 1796.
Ο
Ἅγιος Ὀνούφριος ἐκ Βουλγαρίας· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 4 Ἰανουαρίου 1818.
Π
Ἅγιος Πέτρος, ἱερομάρτυς· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια, λίγο μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στήν Τραπεζοῦντα.
Ἅγιος Παρθένιος Γ´, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 24 Μαρτίου 1657.
Ἅγιος Παρασκευᾶς ἐκ Τραπεζοῦντος· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, τήν 1 Μαρτίου 1659.
Ἅγιος Παῦλος ὁ Ρῶσος· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 3 Ἀπριλίου 1683.
Ὁσιομάρτυς Παχώμιος· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη, στίς 21 Μαΐου 1732.
Ἅγιος Πολύδωρος ἐκ Λευκωσίας· ὑπέστη τό δι' ἀπαγχονισμοῦ μαρτύριο στή Ν. Ἔφεσο, στίς 3 Σεπτεμβρίου 1794.
Ὁσιομάρτυς Προκόπιος ἐκ Βάρνας· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στήν Σμύρνη, στίς 25 Ἰουνίου 1810.
Ὁσιομάρτυς Παῦλος ἐκ Πελοποννήσου· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 22 Μαΐου 1818.
Ἅγιος Παναγιώτης· ἀπεκεφαλίσθη στήν Ἰερουσαλήμ, μεταξύ τῶν ἐτῶν 1827 - 1838.
Ρ
Ἅγιος Ραφαήλ ἐξ Ἰθάκης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Λέσβο, στίς 9 Ἀπριλίου 1463.
Ὁσιομάρτυς Ρωμανός ἐκ Καρπενησίου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 5 Ἰανουαρίου 1694.
Ἅγιος Ρωμανός ἱερομάρτυς· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 6 Ἰανουαρίου 1695.
Σ
Ἅγιος Σεραφείμ ἱερομάρτυς, ἐπίσκοπος Φαναρίου· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 4 Δεκεμβρίου 1601.
Ἅγιος Συμεών ἐκ Τραπεζοῦντος· ὑπέστη μαρτυρικό τέλος στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 14 Αὐγούστου 1653.
Ἅγιος Σταμάτιος ἐκ Βόλου· ἐσφαγιάσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 16 Αὐγούστου 1680.
Ἅγιοι Σταμάτιος, Ἰωάννης καί Νικόλαος ἐκ Σπετσῶν· ἀπεκεφαλίσθησαν γιά τήν πίστη στή Χίο, στίς 3 Φεβρουαρίου 1822.
Ἅγιος Σάββας Νιγδελῆς· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Νοεμβρίου 1726.
Τ
Ἅγιος Τριαντάφυλλος ἐκ Ζαγορᾶς· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 8 Αὐγούστου 1680.
Ὁσιομάρτυς Τιμόθεος ὁ Ἑσφιγμενίτης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 29 Ὀκτωβρίου 1820.
Φ
Ἁγία Φιλοθέη ἡ Ἀθηναία· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Ἀθήνα, στίς 19 Φεβρουαρίου 1589.
Χ
Ἅγιος Χρῆστος ὁ Κηπουρός· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Φεβρουαρίου 1748.
Ἁγία Χρυσῆ ἡ Παρθενομάρτυς· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 13 Ὀκτωβρίου 1795.
Ὁσιομάρτυς Χριστοφόρος ἐξ Ἀδριανουπόλεως· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 16 Ἀπριλίου 1818.
Α
Ὁσιομάρτυς Ἀββακούμ· ἐμαρτύρησε στίς 6 Αὐγούστου 1628 στή Θεσσαλονίκη γιά τήν πίστη.
Ὁσιομάρτυς Ἀγαθάγγελος ὁ Ἐσφιγμενίτης· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο σέ ἡλικία 19 ἐτῶν στή Σμύρνη, στίς 19 Ἀπριλίου 1818.
Ἅγιος Ἀγγελῆς ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, τήν 1 Σεπτεμβρίου 1680.
Ἅγιος Ἀγγελῆς ἰατρός ἀπό τό Ἄργος· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 3 Δεκεμβρίου 1813.
Ἅγιος Ἀγγελῆς, ἐκ Μελάμπων Ρεθύμνης Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη στίς 28 Ὀκτωβρίου 1824, πρό τῆς Μεγάλης Πόρτας Ρεθύμνης.
Ἅγιος Ἀθανάσιος ἀπό τήν Κίο· ἐμαρτύρησε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 24 Ἰουλίου 1670 (ἀποκεφαλισμός).
Ἅγιος Ἀθανάσιος ἀπό τήν Ἀττάλεια· ἀπεκεφαλίσθη στήν Σμύρνη, στίς 7 Ἰανουαρίου 1700.
Ἅγιος Ἀθανάσιος ἱερομόναχος ἀπό τή Σπάρτη τῆς Ἀττάλειας· ἐμαρτύρησε στίς 29 Ὀκτωβρίου 1653 "ἐν Μουντανίοις".
Ἅγιος Ἀκάκιος ἀπό τήν Μακεδονία· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, τήν 1 Μαΐου 1815.
Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπό τήν Θεσσαλονίκη, ὁ Δερβίσης· ἐμαρτύρησε στήν Σμύρνη, στίς 26 Μαΐου 1794.
Ἅγιος Ἀναστάσιος Πανέρης ἀπό τήν Μυτιλήνη· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στόν Κασαμπᾶ τῆς Μ. Ἀσίας, στίς 11 Αὐγούστου 1816.
Ἅγιος Ἀναστάσιος ἀπό τό Ροδοβίσιο τῆς Βουλγαρίας· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στίς 8 Αὐγούστου 1794, στή Θεσσαλονίκη.
Ἅγιος Ἀναστάσιος ἀπό τό Ναύπλιο· ἐμαρτύρησε τήν 1 Φεβρουαρίου 1655 στό Ναύπλιο.
Ἅγιος Ἀναστάσιος ἱερομάρτυς ἀπό τόν Ἅγιο Βλάσιο Ἰωαννίνων· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 8 Ἰουλίου 1743.
Ἅγιος Ἀνδρέας Ἀργέντης ἀπό τήν Χίο· ἐμαρτύρησε στίς 29 Μαΐου 1465 γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη.
Ἅγιοι Ἀνώνυμοι τρεῖς μάρτυρες ἀπό τήν Πελοπόννησο· ἀπαγχονίσθηκαν στό Βραχώρι τό 1786.
Ἅγιος Ἀπόστολος ἀπό τόν Ἅγιο Λαυρέντιο Πηλίου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 16 Αὐγούστου 1686.
Ἅγιος Ἀργύρης ἤ Ἀργυρός ἀπό τήν Ἀπανομή Μακεδονίας· ἀπαγχονίσθηκε στήν Θεσσαλονίκη, στίς 11 Μαΐου 1806.
Ἁγία Ἀργυρῆ ἀπό τήν Προύσσα· παρέδωσε τό πνεῦμα, κατόπιν πολυχρονίων δεινῶν, στό Χάσκιόϊ Κωνσταντινουπόλεως, στίς 5 Ἀπριλίου 1721.
Ἅγιος Ἀχμέδ Κάλφας· ἀπαγχονίσθηκε στίς 3 Μαΐου 1682, στό Κεάτχανε Μπαξέ τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ἅγιος Αὐξέντιος ἀπό τήν Βελλᾶ· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 25 Ἰανουαρίου 1720.
Γ
Ἅγιος Γαβριήλ ἐν Αἰγύπτῳ· ἐμαρτύρησε στήν Αἴγυπτο, στίς 18 Ὀκτωβρίου 1522.
Ἅγιος Γαβριήλ, Οἰκουμενικός Πατριάρχης· ἀπαγχονίσθηκε στήν Προύσσα, στίς 3 Δεκεμβρίου 1659.
Ἅγιος Γαβριήλ, Ἀρχιεπίσκοπος Πεκίου· ἀπαγχονίσθηκε στήν Προύσσα, στίς 13 Δεκεμβρίου 1652.
Ἅγιος Γαβριήλ ἐξ Ἀλλώνης τῆς Προκοννήσου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 2 Φεβρουαρίου 1676.
Ὁσιομάρτυς Γεδεών ἐκ Θεσσαλίας· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στόν Τύρναβο, στίς 30 Δεκεμβρίου 1818.
Ὁσιομάρτυς Γεννάδιος· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 6 Ἀπριλίου 1818.
Ὁσιομάρτυς Γεράσιμος ὁ Καρπενησιώτης· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη στίς 3 Ἰουλίου 1812.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Καράτοβα τῆς Σερβίας· ὑπέστη τόν διά πυρός θάνατο, στίς 11 Φεβρουαρίου 1515, στήν Σόφια τῆς Βουλγαρίας.
Ἅγιος Γεώργιος ὁ Μυτιληνιαῖος, ὁ Παϊζάνος· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 14 Φεβρουαρίου 1693.
Ἅγιος Γεώργιος (Χατζῆ Γεώργιος) ἐκ Φιλαδελφείας· ἀπεκεφαλίσθη ἐν Καρατζασοῦ, στίς 2 Ὀκτωβρίου 1794.
Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεαπολίτης· ἀπεκεφαλίσθη στίς 3 Νοεμβρίου 1797.
Ἅγιος Γεώργιος ἐξ Ἐφέσου· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο δι' ἀποκεφαλισμοῦ στίς 5 Ἀπριλίου 1801, στήν Ἔφεσο.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Χίου· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στίς Κυδωνίες, στίς 26 Νοεμβρίου 1807.
Ἅγιος Γεώργιος ἐξ Ἀτταλείας· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στίς 25 Ἰουνίου 1823.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Γρεβενῶν· ἀπαγχονίσθηκε στά Ἰωάννινα, στίς 17 Ἰανουαρίου 1838.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στίς 7 Φεβρουαρίου 1867.
Ἅγιος Γεώργιος ἐκ Ραψάνης· ἀπεκεφαλίσθη στόν Τόρναβο, στίς 5 Μαρτίου 1818.
Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ε´, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 10 Ἀπριλίου 1821.
Δ
Ὁσιομάρτυς Δαβίδ ἐκ Κυδωνιῶν· ἀπαγχονίσθηκε στή Θεσσαλονίκη, στίς 26 Ἰουνίου 1813.
Ἅγιος Δαμασκηνός μοναχός ἐκ Κωνσταντινουπόλεως· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 13 Νοεμβρίου 1681.
Ἅγιος Δαμιανός, μοναχός ἐκ Ριχόβου Ἀγράφων· ὑπέστη τόν διά ἀπαγχονισμοῦ θάνατον στή Λάρισα, στίς 14 Φεβρουαρίου 1568.
Ἅγιος Δημήτριος Τορναρᾶς· ἀπετμήθη τήν κεφαλή γιά τήν εὐσέβειά του, στίς 19 Μαρτίου 1564.
Ἅγιος Δημήτριος ἐκ Φιλαδελφείας· ἐμαρτύρησε στή Φιλαδέλφεια, στίς 2 Ἰουνίου 1657.
Ἅγιος Δημήτριος ἐκ Γαλατᾶ Κωνσταντινουπόλεως· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 27 Ἰανουαρίου 1784.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Πελοποννήσιος· ἀπεκεφαλίσθη στήν Τρίπολη, στίς 28 Μαΐου 1794.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Χιοπολίτης· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο δι' ἀποκεφαλισμοῦ στίς 29 Ἰανουαρίου 1802.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Πελοποννήσιος, ἐκ Τριφυλίας· ἐμαρτύρησε δι' ἀποκεφαλισμοῦ στήν Τρίπολη, στίς 14 Ἀπριλίου 1803.
Ἅγιος Δημήτριος Μοναχός, ἐκ Σαμαρίνης τῆς Πίνδου· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στά Ἰωάννινα, στίς 17 Αὐγούστου 1808.
Ἅγιος Δημήτριος ὁ Μπεγάζης, ἐκ Μυτιλήνης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 11 Αὐγούστου 1816.
Ἅγιος Διονύσιος ὁ Φιλόσοφος, Μητροπολίτης Λαρίσης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στά Ἰωάννινα, τό 1611.
Ἅγιος Δούκας, ράπτης ἐκ Μυτιλήνης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 24 Ἀπριλίου 1564.
Ε
Παρθενομάρτυς Εἰρήνη· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Λέσβο, στίς 9 Ἀπριλίου 1463.
Ὁσιομάρτυς Εὐθύμιος ἀπό τήν Δημητσάνα· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 22 Μαρτίου 1814.
Ζ
Ἅγιος Ζαχαρίας, Μητροπολίτης Κορίνθου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κόρινθο, στίς 30 Μαρτίου 1684.
Ἅγιος Ζαχαρίας ἀπό τήν Ἄρτα· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο διά ραβδισμοῦ στήν Πάτρα, στίς 20 Ἰανουαρίου 1782.
Ἅγιος Ζαχαρίας ἀπό τήν Προύσσα· ἀπεκεφαλίσθη στήν Προύσσα, στίς 28 Μαΐου 1802.
Η
Ἅγιος Ἠλίας Ἀρδούνης ἀπό τήν Καλαμάτα· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς μαρτυρικό θάνατο στήν Καλαμάτα, στίς 31 Ἰανουαρίου 1686.
Θ
Ἅγιος Θεόδωρος· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στά Δαρδανέλια, στίς 2 Αὐγούστου 1690.
Ἅγιος Θεόδωρος ἀπό τήν Μυτιλήνη· ἀπαγχονίσθηκε στή Μυτιλήνη, στίς 30 Ἰανουαρίου 1784.
Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Βυζάντιος, ἐκ Νεοχωρίου· ἀπαγχονίσθηκε στίς 17 Φεβρουαρίου 1795, στήν Μυτιλήνη.
Ἅγιος Θεοφάνης· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στήν Κωνσταντινούπολη γιά τήν πίστη, στίς 8 Ἰουνίου 1559.
Ἅγιος Θεόφιλος ἐκ Ζακύνθου· ἐμαρτύρησε στή Χίο, στίς 24 Ἰουλίου 1635.
Ι
Ἅγιος Ἰάκωβος ἀπό τήν Καστοριά· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στήν Ἀνδριανούπολη, τήν 1 Νοεμβρίου 1520.
Ἅγιος Ἰάκωβος, ἱεροδιάκονος· ἀπαγχονίσθηκε στήν Ἀδριανούπολη τήν 1 Νοεμβρίου 1520.
Ὁσιομάρτυς Ἰγνάτιος· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 8 Ὀκτωβρίου 1814.
Ὁσιομάρτυς Ἱλαρίων ἀπό τό Ἡράκλειο Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 20 Σεπτεμβρίου 1804.
Ἅγιος Ἰορδάνης ἀπό τήν Τραπεζούντα· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 2 Φεβρουαρίου 1650.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τήν Τραπεζούντα· ἀπεκεφαλίσθη στό Ἀσπρόκαστρο, στίς 2 Ἰουνίου 1492.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τά Ἰωάννινα· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 18 Ἀπριλίου 1526.
Ὁσιομάρτυς Ἰωάννης Κουζικᾶς· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια, στίς 18 Ἀπριλίου 1564.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κάλφας· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 26 Φεβρουαρίου 1575.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τά Σφακιά Κρήτης· ἀπαγχονίσθηκε στή Ν. Ἔφεσο, στίς 15 Σεπτεμβρίου 1811.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τή Θάσο· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στίς 20 Δεκεμβρίου 1652, στήν Κωνσταντινούπολη.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βλάχος· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Μαΐου 1662.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ναύκληρος· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς θάνατο στήν Κῶ, στίς 8 Ἀπριλίου 1669.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τή Βουλγαρία· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 5 Μαρτίου 1784.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσοχόος, ἀπό τή Βουλγαρία· ἀπεκεφαλίσθη στίς 14 Μαΐου 1802.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τή Θεσσαλονίκη· ἀπεκεφαλίσθη στή Σμύρνη, στίς 29 Μαΐου 1802.
Ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τήν Κόνιτσα· ἀπεκεφαλίσθη στό Βραχώριο, στίς 23 Σεπτεμβρίου 1814.
Ὁσιομάρτυς Ἰωάσαφ· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 26 Ὀκτωβρίου1536.
Ἅγιος Ἰωσήφ ὁ Χαλεπλῆς· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 4 Φεβρουαρίου 1686.
Κ
Ἅγιος Κοσμᾶς· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια, λίγο μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ἅγιος Κυπριανός ἀπό τά Ἄγραφα· ἀπεκεφαλίσθη στό Φανάρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στίς 5 Ἰουλίου 1679.
Ὁσιομάρτυς Κύριλλος ἀπό τήν Θεσσαλονίκη· ἄθλησε γιά τήν πίστη, στίς 6 Ἰουλίου 1566.
Ἅγιος Κυρμιδώλης· ὑπέστη φρικτό μαρτύριο γιά τήν πίστη στήν Αἴγυπτο, στίς 18 Ὀκτωβρίου 1522.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ρῶσσος· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 26 Δεκεμβρίου 1743.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἀπό τήν Μυτιλήνη· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 2 Ἰουνίου 1819.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στή Ρόδο, στίς 14 Νοεμβρίου 1800.
Λ
Ἅγιος Λάζαρος ἀπό τήν Βουλγαρία· ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο στήν Πέργαμο, στίς 23 Ἀπριλίου 1802.
Ἅγιος Λάμπρος· ἄθλησε γιά τήν πίστη στή Μάκρη, στίς 2 Ἰουλίου 1838.
Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς ἀπό τήν Ἀδριανούπολη· ἀπαγχονίσθηκε γιά τήν πίστη στήν Μυτιλήνη, στίς 23 Μαρτίου 1802.
Μ
Ὁσιομάρτυς Μακάριος· ἀπεκεφαλίσθη στή Θεσσαλονίκη, στίς 14 Σεπτεμβρίου 1527.
Ὁσιομάρτυς Μακάριος ἀπό τή Βιθυνία· ἐμαρτύρησε στήν Προύσα, στίς 6 Ὀκτωβρίου 1590.
Ὁσιομάρτυς Μαλαχίας ἀπό τή Ρόδο· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς θάνατο στά Ἱεροσόλυμα, στίς 29 Σεπτεμβρίου 1500.
Ἅγιος Μανουήλ ἀπό τά Σφακιά Κρήτης· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 15 Μαρτίου 1792.
Ἁγία Μαρία· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη τόν Μάϊο τοῦ 1826.
Ἅγιος Μᾶρκος ἀπό τήν Κρήτη· ἐμαρτύρησε στήν Σμύρνη, στίς 14 Μαΐου 1643.
Ἅγιος Μᾶρκος ἀπό τήν Σμύρνη· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στή Χίο, στίς 5 Ἰουνίου 1801.
Ἅγιος Μῆτρος (ἤ Δημήτριος) ὁ Πελοποννήσιος· ἐμαρτύρησε στήν Τρίπολη, στίς 28 Μαΐου 1794.
Ἅγιος Μιχαήλ ἐξ Ἀγράφων· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Θεσσαλονίκη, στίς 21 Μαρτίου 1544.
Ἅγιος Μιχαήλ ὁ Μαυροειδής, ἀπό τήν Ἀδριανούπολη· ἀπεκεφαλίσθη στήν Ἀδριανούπολη, στίς 17 Φεβρουαρίου, τέλη 15ου αἰώνα.
Ἅγιος Μύρων ἀπό τήν Κρήτη· ἀπαγχονίσθηκε στό Ἡράκλειο Κρήτης, στίς 20 Μαρτίου 1794.
Ν
Ἅγιος Νεκτάριος ἐκ Βρυούλλων· ἀπεκεφαλίσθη στίς 11 Ἰουλίου 1820.
Ὁσιομάρτυς Νικόδημος ἐκ Μετεώρων· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 16 Αὐγούστου 1551.
Ἅγιος Νικόδημος ἐξ Ἑλβασάν· ἀπεκεφαλίσθη στό Ἑλβασάν, στίς 11 Ἰουλίου 1722.
Ἅγιος Νικήτας ὁ Νισύριος· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 21 Ἰουνίου 1732.
Ἅγιος Νικήτας ἐξ Ἠπείρου· ἀπαγχονίσθηκε στίς Σέρρες, στίς 4 Ἀπριλίου 1808.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Θεσσαλονίκης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Λέσβο, στίς 9 Ἀπριλίου 1463.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Κορίνθου· ὑπέστη τόν διά πυρᾶς θάνατον στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 14 Φεβρουαρίου 1554.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Μετσόβου· ἐμαρτύρησε στά Τρίκαλα, στίς 17 Μαΐου 1617.
Ἅγιος Νικόλαος Καραμάνος· ἀπαγχονίσθηκε στή Σμύρνη, στίς 6 Δεκεμβρίου 1657.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Καρπενησίου· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 23 Σεπτεμβρίου 1672.
Ἅγιος Νικόλαος· ἐμαρτύρησε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Νοεμβρίου 1732.
Ἅγιος Νικόλαος ἐκ Μαγνησίας· ὑπέστη φρικτά βασανιστήρια γιά τήν πίστη, στίς 24 Ἀπριλίου 1796.
Ο
Ἅγιος Ὀνούφριος ἐκ Βουλγαρίας· ἀπεκεφαλίσθη στή Χίο, στίς 4 Ἰανουαρίου 1818.
Π
Ἅγιος Πέτρος, ἱερομάρτυς· ἐμαρτύρησε γιά τήν εὐσέβεια, λίγο μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στήν Τραπεζοῦντα.
Ἅγιος Παρθένιος Γ´, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως· ἀπαγχονίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 24 Μαρτίου 1657.
Ἅγιος Παρασκευᾶς ἐκ Τραπεζοῦντος· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, τήν 1 Μαρτίου 1659.
Ἅγιος Παῦλος ὁ Ρῶσος· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 3 Ἀπριλίου 1683.
Ὁσιομάρτυς Παχώμιος· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη, στίς 21 Μαΐου 1732.
Ἅγιος Πολύδωρος ἐκ Λευκωσίας· ὑπέστη τό δι' ἀπαγχονισμοῦ μαρτύριο στή Ν. Ἔφεσο, στίς 3 Σεπτεμβρίου 1794.
Ὁσιομάρτυς Προκόπιος ἐκ Βάρνας· ἀπεκεφαλίσθη γιά τήν πίστη στήν Σμύρνη, στίς 25 Ἰουνίου 1810.
Ὁσιομάρτυς Παῦλος ἐκ Πελοποννήσου· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 22 Μαΐου 1818.
Ἅγιος Παναγιώτης· ἀπεκεφαλίσθη στήν Ἰερουσαλήμ, μεταξύ τῶν ἐτῶν 1827 - 1838.
Ρ
Ἅγιος Ραφαήλ ἐξ Ἰθάκης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στή Λέσβο, στίς 9 Ἀπριλίου 1463.
Ὁσιομάρτυς Ρωμανός ἐκ Καρπενησίου· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 5 Ἰανουαρίου 1694.
Ἅγιος Ρωμανός ἱερομάρτυς· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 6 Ἰανουαρίου 1695.
Σ
Ἅγιος Σεραφείμ ἱερομάρτυς, ἐπίσκοπος Φαναρίου· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 4 Δεκεμβρίου 1601.
Ἅγιος Συμεών ἐκ Τραπεζοῦντος· ὑπέστη μαρτυρικό τέλος στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 14 Αὐγούστου 1653.
Ἅγιος Σταμάτιος ἐκ Βόλου· ἐσφαγιάσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 16 Αὐγούστου 1680.
Ἅγιοι Σταμάτιος, Ἰωάννης καί Νικόλαος ἐκ Σπετσῶν· ἀπεκεφαλίσθησαν γιά τήν πίστη στή Χίο, στίς 3 Φεβρουαρίου 1822.
Ἅγιος Σάββας Νιγδελῆς· ἐσφαγιάσθη γιά τήν πίστη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Νοεμβρίου 1726.
Τ
Ἅγιος Τριαντάφυλλος ἐκ Ζαγορᾶς· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 8 Αὐγούστου 1680.
Ὁσιομάρτυς Τιμόθεος ὁ Ἑσφιγμενίτης· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 29 Ὀκτωβρίου 1820.
Φ
Ἁγία Φιλοθέη ἡ Ἀθηναία· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη στήν Ἀθήνα, στίς 19 Φεβρουαρίου 1589.
Χ
Ἅγιος Χρῆστος ὁ Κηπουρός· ἀπεκεφαλίσθη στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 12 Φεβρουαρίου 1748.
Ἁγία Χρυσῆ ἡ Παρθενομάρτυς· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 13 Ὀκτωβρίου 1795.
Ὁσιομάρτυς Χριστοφόρος ἐξ Ἀδριανουπόλεως· ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη, στίς 16 Ἀπριλίου 1818.
Απο το βίο του Οσίου Ανδρέα τον δια Χριστώ σαλό.
Ο μάγος Βιργίνιος
Το θύμα του
Μια γυναίκα πολύ ευλαβής και θεοφοβούμενη, που κατοικούσε στο Νεώριο (Ναύσταθμο), είχε άνδρα πολύ σκληρό και φιλήδονο. Σύχναζε στα πορνοκαπηλεία και σπαταλούσε εκεί την περιουσία του.
Η γυναίκα του ήταν πολύ λυπημένη και ανήσυχη. Δεν ήξερε με τι τρόπο θα τον κάνει να σταματήσει την αμαρτωλή του συνήθεια. Τέλος σκέφθηκε να βρεί κάποιον άνθρωπο του Θεού…κάποια γυναίκα της υπέδειξε τον Βιργίνιο.
-Ο άνδρας μου έχει παραδοθεί στην αμαρτία. Γυρίζει από καταγώγιο σε καταγώγιο. Σαν να μην έφθανε αυτό ,μου έφερε τώρα τελευταία στο σπίτι και μια άσεμνη νέα. Ήρθα σ’ εσένα , γιατί έμαθα πως είσαι θεοφοβούμενος και έχει σώσει πολλούς που κινδύνευαν. Βοήθησέ με αν μπορείς, κι εγώ θα σε ανταμείψω όσο γίνεται καλύτερα.
-Ότι ζητήσεις , θα το λάβεις, της είπε εκείνος. Μπορώ , αν θέλεις, να μαράνω την επιθυμία του για τις γυναίκες. Μπορώ να τον οδηγήσω και στον θάνατο, μπορώ να τον παραδώσω σε πονηρό πνεύμα. Διάλεξε τι θέλεις απ’ όλα και πες μου.
Τίποτε άλλο δεν επιθυμώ, κύριέ μου, παρά μόνο να εγκαταλείψει τις άλλες γυναίκες και να αγαπά μόνο εμένα.
-Θα κάνω ό,τι μου ζητήσεις, υποσχέθηκε εκείνος.
Έπειτα της φανέρωσε όλες τις αμαρτίες, που είχε κάνει απ’ τη νεαρή της ηλικία. Η γυναίκα τα έχασε και μαζεύτηκε ταραγμένη στη θέση της.
-Tώρα σήκω, της είπε εκείνος, πήγαινε στο σπίτι σου και ετοίμασε μου καντήλι, νερό ,λάδι, λαμπάδα, μια ζώνη και φωτιά. Την Τετάρτη να με περιμένεις.
Πραγματικά την Τετάρτη την επισκέφθηκε ο Βιργίνιος. Ζήτησε το λάδι και το νερό, και τα έβαλε στο καντήλι. Πήρε τη λαμπάδα, άναψε μ’ αυτή το καντήλι και το έβαλε μπροστά στις εικόνες. Τέλος πήρε τη ζώνη, ψιθύρισε κάτι, έκανε τέσσερις κόμπους και την έδωσε στη γυναίκα να τη ζωστεί κατάσαρκα.
-Δώσε μου τώρα, της λέει ,ένα χρυσό νόμισμα να το μοιράσω στους φτωχούς για τη σωτηρία της ψυχής σου.
Εκείνη το έδωσε και υποσχέθηκε να του δώσει και άλλα, αν εξεπλήρωνε την επιθυμία της. Πραγματικά ο άνδρας της από την ώρα εκείνη σταμάτησε τις παράνομες σχέσεις. Αγαπούμε μόνο τη γυναίκα του και φρόντιζε για τις ανάγκες του σπιτιού του.
Δαιμονικές ερωτοτροπίες.
Μετά από έξι ημέρες βλέπει η γυναίκα στον ύπνο της πως βρισκόταν σε μια πεδιάδα μόνη. Την πλησίασε τότε ένας γέρος αράπης και άρχισε να αστειεύεται , να την αγκαλιάζει και να τη φιλάει.
-Καλώς σε βρήκα , κυρία μου! Της έλεγε. Έλα αγάπη μου α κοιμηθούμε μαζί , μια και είμαστε νεόνυμφοι. Πολύ σ’ επιθυμούσα και ζητούσα ευκαιρία για να σε πάρω. Τώρα λοιπόν, ωραία μου συμβία, έλα να πλαγιάσουμε μαζί , ώστε κι εσύ να με απολύσεις, αλλά κι εγώ να χορτάσω την ομορφιά σου.
Εκείνη η δυστυχισμένη βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση και μέσα στον τρόμο της άρχισε να τον καταριέται και να τον εξορκίζει.
-Φύγε από κοντά μου, εγώ έχω δικό μυ άνδρα, δεν συνέρχομαι με άλλον!
Πάνω σ’ αυτή την πάλη και την αγωνία ξύπνησε. Ένοιωθε τρομερά κουρασμένη και συνήλθε με δυσκολία. Έφερε τότε στον νού της το όνειρο και προσπάθησε να το εξηγήσει. Κατάλαβε βέβαια ότι εκείνος ο αράπης ήταν ο πονηρός δαίμονας. Πως όμως απέκτησε τόσο θάρρος μαζί της;
Ενώ έκανε αυτές τις σκέψεις, την πήρε πάλι ο ύπνος. Και να! Ένας μεγάλος σκύλος μαύρος και αδιάντροπο της αγκάλιασε και τη φιλούσε σαν άνθρωπος. Ξύπνησε τρομαγμένη και είπε:
-Αλλοίμονο σ’ εμένα την ταλαίπωρη , την αμαρτωλή! Με ερωτεύθηκε ο διάβολος και δεν ξεκολλάει από πάνω μου. Τι να κάνω1 πως έπαθα τέτοια συμφορά;
Άλλη νύχτα είδε ότι βρισκόταν στον ιππόδρομο. Εκεί ασπαζόταν τα αγάλματα παρακινημένη από την πορνική επιθυμία να συνέλθει μαζί τους. Άλλοτε είδε ένα σκύλο να την αρπάζει και να φεύγει, ενώ άλλοτε είδε πως έτρωγε βάτραχο ή φίδι, ερπετά και άλλα πιο αηδιαστικά. Έτσι βασανιζόταν η καημένη και δεν έκανε ποτέ γλυκόν ύπνο. Τέλος απελπισμένη άρχισε να προσεύχεται και να νηστεύει , για να της φανερώσει ο Θεός την αιτία της συμφοράς και τι οφείλει να κάνει για να απαλλαγεί από τα όνειρα.
Βλέπει λοιπόν στον ύπνο της σαν να ήσαν οι εικόνες της στραμμένες προς τη δύση . ήταν κι αυτή στραμμένη προς την ίδια κατεύθυνση και προσευχόταν σαν επιληπτική και παράλυτη. Την πλησιάζει τότε ένας νέος και της λέει:
-Επειδή με εξιλέωσες με τη νηστεία , ήρθα να σου πως για ποιο λογο τα έπαθες αυτά.
Και δείχνοντας της τις εικόνες συνέχισε:
-Κοίτα τι σου έκανε εκείνος ο καταραμένος μάγος
Η γυναίκα πρόσεξε τις εικόνες και είδε πως ήσαν ολόκληρες αλειμμένες με ανθρώπινες ακαθαρσίες και ανέδιδαν ανυπόφορη δυσωδία. Μπροστά σ’ αυτό το θέμα τα έχασε. Γυρίζει προς τον νέο και του λέει:
Πες μου , σε παρακαλώ, ποιός τα έκανε αυτά;
Ο Βιργίνιος, απάντησε εκείνος , ο φαρμακός και μάγος, ο καταραμένος και αποξενωμένος από τον Θεό. Τα έκανε αυτά ,γιατί εσύ του έδωσε το δικαίωμα. Τώρα δεν υπάρχει πάνω στις εικόνες σου άλλο, παρά χρώματα και ακαθαρσίες, ξύλα και δαιμονικά σχήματα. Η χάρη του Θεού δεν μπορούσε να υποφέρει τη δυσωδία και τον εξευτελισμό και έφυγε.
Ενώ μιλούσε ο νέος, βλέπει η γυναίκα το καντήλι γεμάτο από ούρα σκύλου . Βλέπει επίσης πάνω στη λαμπάδα γραμμένο το όνομα του αντίχριστου και πάνω απ’ αυτό, στον αέρα ,τις λέξεις: «θυσία δαιμόνων». Εκείνη τη στιγμή ο νέος εξαφανίστηκε και η γυναίκα ξύπνησε. Σκεπτόταν σαστισμένη το όνειρα και κατηγορούσε μ’ αυτά τα λόγια τον εαυτό της.
-Αλλοίμονο μου τι έπαθα η αμαρτωλή! Νόμιζα ότι πήγαινα σε ποιμένα , αλλά έπεσα σε λύκο. Νόμιζα ότι θα βρώ τη σωτηρία , αλλά βρήκα την καταστροφή. Μέσα στον θρήνο της προβληματιζόταν ακόμη τι να κάνει με τις μολυσμένες εικόνες· να τις κρατήσει ή να τις πετάξει; Πάνω στην αμηχανία της θυμήθηκε τον Επιφάνειο και αποφάσισε να του εμπιστευτεί το πρόβλημα της.
Πως ενεργούν τα μάγια
Το σπίτι του Επιφάνειου ήταν κοντά στο δικό της και γνώριζε καλά την αρετή του νέου. Παραφύλαξε λοιπόν και , την ώρα που έβγαινε από τον ναό της αγίας Σοφίας, τον πλησίασε εκεί στην πύλη , έπεσε στα πόδια του και του εξιστόρησε με κάθε λεπτομέρεια τη συμφορά της. Ο Επιφάνειος αναστέναξε βαθιά και δάκρυσε.
-Ανάθεμά σε διάβολε, μουρμούρισε. Δεν παύει να επιβουλεύεσαι τους ανθρώπους!
Συλλογίσθηκε κατόπιν την περίπτωση και είπε στη γυναίκα :
-Πήγαινε και κάψε καλά τη ζώνη. Το καντήλι και τη λαμπάδα να τα καταστρέψεις. Τις εικόνες να τις φέρεις σ’ εμένα και ο Θεός βοηθός. Ξέρω ότι ο δαίμονας επάνω μου θα ξεσπάσει, αλλά δεν τον φοβάμαι. Έχω βοηθό μου τον Χριστό , και σκέπη την ευχή του πνευματικού μου οδηγού. «Ου φοβηθήσομαι κακά, ότι αυτός μετ, έμου εστί».
Η γυναίκα έκανε όμως της είπε· του έδωσε και τις εικόνες. Το ίδιο βράδυ βλέπει στον ύπνο της ότι ήρθε στην πόρτα της ένας γυμνός αράπης κατακαμμένος, αλλά δεν τολμούσε να περάσει μέσα. Στεκόταν έξω και έκλαιγε σπαρακτικά. Κάποιος άλλος αράπης, που περνούσε απ’ εκεί, βλέποντας τον έτσι ρώτησε πως έπαθε αυτά τα εγκαύματα.
-Ο πονηρός Επιφάνειος , αποκρίθηκε εκείνος, αυτός είπε σ’ εκείνη την ταλαίπωρη πώς να με κάψει καλύτερα και τώρα δεν υποφέρω τους πόνους. Ήμουν δεμένος στη ζώνη της με τέσσερις κόμπους και είχα εντολή από τον Βιργίνιο να μη φύγω. Τώρα όμως κάηκε η ζώνη, λύθηκα και αναγκάσθηκα να φύγω. Τώρα λοιπόν δεν ξέρω πώς να εκδικηθώ τον πονηρό Επιφάνειο, που μου έκανε τέτοιο κακό κα με χώρισε από τη σύζυγό μου. Αλλοίμονό σου Επιφάνιε! Θα σε πολεμήσω! Πάνω σου θα ξεχύσω το αλμυρό ποτήριο της οργής μου!
Το πρωί η γυναίκα ανέφερε στον νέο αυτά που είδε. Εκείνος χαμογέλασε και είπε:
-Καλά , καλά, ας τολμήσει ο κλέφτης να πάει στο αμπέλι του Κυρίου για σταφύλια και θα δει τι έχει να πάθει από τον δραγάτη: θα τον πιάσει και θα τον ρίξει στη φυλακή . ξέρω καλά τη δύναμη του προστάτου μου.
Εκείνη τη νύχτα, γύρα στα μεσάνυχτα, παίρνει ο διάβολος μαζί του – κατά παραχώρηση Θεού- πολλούς απ’ τους κοκκινωπούς δαίμονες της πορνείας και κάνει επίθεση στον Επιφάνειο. Ο Θεός άνοιξε την ακοή του δούλου του και έτσι άκουσε την οχλαγωγία τους. Δεν φοβήθηκε όμως, γιατί είχε ακράδαντη πίστη. Άρχισαν λοιπόν οι δαίμονες να του βάζουν αισχρούς λογισμούς και να τον καταφλέγουν με τη σαρκική πύρωση. Εκείνος όμως ο σεμνός έκανε υπομονή ,περιμένοντας την επίσκεψη του Κυρίου. Οι αλητήριοι τον φοβέριζαν μεταμορφωμένοι σε θηρία και δράκοντες , σε οχιές και σκορπιούς και ορμούσαν να τον κατασπαράξουν. Είχαν βάλει όλη τους τη δύναμη να τον τρομοκρατήσουν. Ο Επιφάνειος παρατηρώντας την αναίδειά σου είπε:
-Μάταια κοπιάζετε και με πολεμάτε. Να , αρπάζω κι εγώ το ξίφος που μου χάρισε ο Χριστός και ορμώ εναντίον σας!
Κι αμέσως σηκώνει τα χέρια σε σχήμα σταυρού και αρχίζει να δάκρυα ν’ απαγγέλει τον ένατο ψαλμό. Όταν έφθασε στους στίχους: «Επετίμησας έθνεσι και απώλετο ο ασεβής· το όνομα αυτού εξήλειψας εις τέλος… Απώλετο το μνημόσυνον αυτού μετ’ ήχου», ακούσθηκε ξαφνικά από τον ουρανό βροντή. Αμέσως παρουσιάσθηκε ένα δίχτυ σαν αστραπή , που ανάγκασε όλους τους δαίμονες να σκορπιστούν φωνάζοντας «Αλλοίμονο». Έτσι ελευθερώθηκε ο Επιφάνειος και δόξασε τον Θεό που δεν τον εγκατέλειψε.
Το πρωΐ βγήκε ο νέος αναζητώντας τον όσιο. Τον συνάντησε τότε εκείνη η γυναίκα και του λέει:
-Τώρα κατάλαβα ότι ο Θεός εσένα χρησιμοποίησε και εξαφάνισε τους εχθρούς μου.
Και του φανέρωσε όσα είχε δει τη νύχτα.
-Αυτή την ευλογία σου τη χορήγησε η πίστη σου η αγαθή , απάντησε ο νέος. Εμείς είμαστε άνθρωποι αμαρτωλοί κι έχουμε ανάγκη από το έλεος του Κυρίου.
Αυτά είπε και έφυγε. Μπροστά στα «χαλκοπρατεία» συναντά τον μακάριο Ανδρέα να παίζει και να κλωτσάει. Μόλις είδε τον νέο , τον πλησίασε και του χαρούμενος.
-Είδες , του είπε , πως φυλάει ο δραγάτης το αμπέλι του Κυρίου και πως διώχνει τις κουρούνες και τους κόρακες;
-Είδα, πάτερ, και φοβήθηκα. Είδες όμως κι εσύ την πύρωση και τα δεινά που μου προξένησαν τα νοητά θηρία;
-Τα περισσότερα απ’ αυτά τα λιγόστεψε ο Κύριος είπε ο μακάριος. Αν δεν γινόταν έτσι, πως θα ελευθερωνόταν η γυναίκα από τη συμφορά της; Πως θα νεκρώνονταν οι κουρούνες και τα ερπετά; Πως θα εκμηδενιζόταν ο αράπης; Έγινε ακόμη αυτό , και για να μάθεις τι σημαίνει το «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε» (Γαλ. στ΄2).
-Πες μου σε παρακαλώ, επειδή όλα τα γνωρίζεις, τι ήταν το καντήλι και η ζώνη με τους τέσσερις κόμπους της; Ρώτησε ο νέος. Τι ήταν το νερό, το λάδι και η λαμπάδα; Και γιατί ο διάβολος χρησιμοποίησε αυτά τα μέσα και τον μάγο, για να επιδράσει πάνω στη γυναίκα;
- Αφού με ρωτάς, άκουσε λοιπόν, είπε ο όσιος. Θα σου τα εξηγήσω όλα με λεπτομέρεια: Ο διάβολος έχει τη συνήθεια πρώτα να διώχνει τη χάρη του Θεού από τους ανθρώπους και ύστερα να μπαίνει μέσα τους ανεμπόδιστα. Η χάρη όμως δεν φεύγει , επειδή φοβάται τον διάβολο, αλλά επειδή αποστρέφεται και σιχαίνεται τη δυσωδία της αμαρτίας. Αλλά και ο δαίμονας δεν οδηγεί τον άνθρωπο στην αμαρτία τυραννικά. Ο άνθρωπος αμαρτάνει αυτοπροαίρετα. Ο σατανάς απλώς τον πειράζει , τον ερεθίζει και του φέρνει πονηρούς λογισμούς. Αν ο άνθρωπος δεν υποφέρει την ενόχληση , τότε γλιστρά στην αμαρτία, οπότε δίνει στον διάβολο το δικαίωμα να τον κατηγορήσει δικαιολογημένα ότι αμαρτάνει με τη θέλησή του . με αυτόν τον τρόπο φεύγει η χάρη του Θεού.
Το ίδιο έκανε ο εχθρός και στην περίπτωση της γυναίκας. Την έβλεπε πάντοτε να αγαπά ολόψυχα τον Θεό, αλλά δεν εύρισκε τρόπο να τη βλάψει. Χρησιμοποίησε λοιπόν την ασωτία του συζύγου της και την τύλιξε με τα μάγια, όταν με τη θέλησή της πρόστρεξε σ’ εκείνον τον απατεώνα. Η γυναίκα ζητά από τον μάγο να εκπληρωθεί ο πόθος της και χάνει την ψυχή της. Πρόσεξε τώρα: για να μπορέσει ο διάβολος να καταστρέψει την ψυχή της και να κατοικήσει μέσα της , την κατάφερε, ώστε να του δώσει η ίδια με τη θέλησή της τα απαραίτητα για τη μαγεία. «Ετοίμασέ μου, της είπε ο μάγος, καντήλι, λάδι, λαμπάδα, ζώνη και φωτιά». Με τον τρόπο αυτό σκόπευε να απομακρύνει από πάνω της τη χάρη του αγίου βαπτίσματος. Χρησιμοποίησε λοιπόν το καντήλι αντί για την κολυμβήθρα, το νερό αντί για το αγιασμένο εκείνο νερό, το λάδι αντί για το άγιο μύρο, ενώ τη λαμπάδα και τη φωτιά αντί για τα κεριά που ήσαν αναμμένα στη βάπτιση της. Τη ζώνη τέλος τη χρησιμοποίησε αντί για τη ζώνη που είχε ζωστεί την ώρα του μυστηρίου. Παίρνοντας αυτά ο μάγος με δόλιο τρόπο, τη γύμνωσε από το σωτήριο βάπτισμα. Γι’ αυτό της έλεγε ο αράπης ότι ήταν δική του γυναίκα, ότι δεν ανήκε στον Χριστό.
Το ίδιο συνέβη και με τις εικόνες. Έδιωξε απ’ αυτές τη χάρη αλείβοντάς τες με ξερές ακαθαρσίες , που έριξε κατόπιν κρυφά μέσα στο καντήλι. Έτσι λοιπόν αφιέρωσε αυτά στον σατανά σαν δική της προσφορά για θυσία. Όσο για τους τέσσερις κόμπους της ζώνης, ήταν εκεί δεμένος ο σατανάς και δεν μπορούσε να φύγει μέχρι που κάηκε η ζώνη. Την πρόσταξε μάλιστα να τη φορά κατάσαρκα, για να έχει τον σατανά τυλιγμένο στη μέση της.
-Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Θεού που όλα σου τα φανέρωσε , είπε ο Επιφάνειος. Τίποτε δεν ξέφυγε την προσοχή σου . πως όμως γνώριζε ο μάγος τις αμαρτίες που από νέα είχε κάνει;
- Δεν ξέρεις, αποκρίθηκε ο όσιος, ότι οι δαίμονες παρακολουθούν όλους τους χριστιανούς; Γι’ αυτό ακριβώς γνωρίζουν και τα έργα τους. Όταν κάποιος πάει σε μάγο, ρωτάει ο μάγος τν δαίμονα που ακολουθεί τον άνθρωπο: «Πες μου , τι έχει κάνει από την παιδική του ηλικία μέχρι τώρα;». τότε εκείνος, σαν αχώριστος ακόλουθος που είναι, τα φανερώνει όλα. Όπως οι άγγελοι αποκαλύπτουν σ’ εμάς πολλά μυστήρια του Θεού , έτσι και οι δαίμονες όσα γνωρίζουν , τα λένε στους μάγους.
Ο Επιφάνειος τα άκουσε αυτά με θαυμασμό και δόξασε τον Θεό. Ύστερα ασπάσθηκε τον όσιο και έφυγε.
Το θύμα του
Μια γυναίκα πολύ ευλαβής και θεοφοβούμενη, που κατοικούσε στο Νεώριο (Ναύσταθμο), είχε άνδρα πολύ σκληρό και φιλήδονο. Σύχναζε στα πορνοκαπηλεία και σπαταλούσε εκεί την περιουσία του.
Η γυναίκα του ήταν πολύ λυπημένη και ανήσυχη. Δεν ήξερε με τι τρόπο θα τον κάνει να σταματήσει την αμαρτωλή του συνήθεια. Τέλος σκέφθηκε να βρεί κάποιον άνθρωπο του Θεού…κάποια γυναίκα της υπέδειξε τον Βιργίνιο.
-Ο άνδρας μου έχει παραδοθεί στην αμαρτία. Γυρίζει από καταγώγιο σε καταγώγιο. Σαν να μην έφθανε αυτό ,μου έφερε τώρα τελευταία στο σπίτι και μια άσεμνη νέα. Ήρθα σ’ εσένα , γιατί έμαθα πως είσαι θεοφοβούμενος και έχει σώσει πολλούς που κινδύνευαν. Βοήθησέ με αν μπορείς, κι εγώ θα σε ανταμείψω όσο γίνεται καλύτερα.
-Ότι ζητήσεις , θα το λάβεις, της είπε εκείνος. Μπορώ , αν θέλεις, να μαράνω την επιθυμία του για τις γυναίκες. Μπορώ να τον οδηγήσω και στον θάνατο, μπορώ να τον παραδώσω σε πονηρό πνεύμα. Διάλεξε τι θέλεις απ’ όλα και πες μου.
Τίποτε άλλο δεν επιθυμώ, κύριέ μου, παρά μόνο να εγκαταλείψει τις άλλες γυναίκες και να αγαπά μόνο εμένα.
-Θα κάνω ό,τι μου ζητήσεις, υποσχέθηκε εκείνος.
Έπειτα της φανέρωσε όλες τις αμαρτίες, που είχε κάνει απ’ τη νεαρή της ηλικία. Η γυναίκα τα έχασε και μαζεύτηκε ταραγμένη στη θέση της.
-Tώρα σήκω, της είπε εκείνος, πήγαινε στο σπίτι σου και ετοίμασε μου καντήλι, νερό ,λάδι, λαμπάδα, μια ζώνη και φωτιά. Την Τετάρτη να με περιμένεις.
Πραγματικά την Τετάρτη την επισκέφθηκε ο Βιργίνιος. Ζήτησε το λάδι και το νερό, και τα έβαλε στο καντήλι. Πήρε τη λαμπάδα, άναψε μ’ αυτή το καντήλι και το έβαλε μπροστά στις εικόνες. Τέλος πήρε τη ζώνη, ψιθύρισε κάτι, έκανε τέσσερις κόμπους και την έδωσε στη γυναίκα να τη ζωστεί κατάσαρκα.
-Δώσε μου τώρα, της λέει ,ένα χρυσό νόμισμα να το μοιράσω στους φτωχούς για τη σωτηρία της ψυχής σου.
Εκείνη το έδωσε και υποσχέθηκε να του δώσει και άλλα, αν εξεπλήρωνε την επιθυμία της. Πραγματικά ο άνδρας της από την ώρα εκείνη σταμάτησε τις παράνομες σχέσεις. Αγαπούμε μόνο τη γυναίκα του και φρόντιζε για τις ανάγκες του σπιτιού του.
Δαιμονικές ερωτοτροπίες.
Μετά από έξι ημέρες βλέπει η γυναίκα στον ύπνο της πως βρισκόταν σε μια πεδιάδα μόνη. Την πλησίασε τότε ένας γέρος αράπης και άρχισε να αστειεύεται , να την αγκαλιάζει και να τη φιλάει.
-Καλώς σε βρήκα , κυρία μου! Της έλεγε. Έλα αγάπη μου α κοιμηθούμε μαζί , μια και είμαστε νεόνυμφοι. Πολύ σ’ επιθυμούσα και ζητούσα ευκαιρία για να σε πάρω. Τώρα λοιπόν, ωραία μου συμβία, έλα να πλαγιάσουμε μαζί , ώστε κι εσύ να με απολύσεις, αλλά κι εγώ να χορτάσω την ομορφιά σου.
Εκείνη η δυστυχισμένη βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση και μέσα στον τρόμο της άρχισε να τον καταριέται και να τον εξορκίζει.
-Φύγε από κοντά μου, εγώ έχω δικό μυ άνδρα, δεν συνέρχομαι με άλλον!
Πάνω σ’ αυτή την πάλη και την αγωνία ξύπνησε. Ένοιωθε τρομερά κουρασμένη και συνήλθε με δυσκολία. Έφερε τότε στον νού της το όνειρο και προσπάθησε να το εξηγήσει. Κατάλαβε βέβαια ότι εκείνος ο αράπης ήταν ο πονηρός δαίμονας. Πως όμως απέκτησε τόσο θάρρος μαζί της;
Ενώ έκανε αυτές τις σκέψεις, την πήρε πάλι ο ύπνος. Και να! Ένας μεγάλος σκύλος μαύρος και αδιάντροπο της αγκάλιασε και τη φιλούσε σαν άνθρωπος. Ξύπνησε τρομαγμένη και είπε:
-Αλλοίμονο σ’ εμένα την ταλαίπωρη , την αμαρτωλή! Με ερωτεύθηκε ο διάβολος και δεν ξεκολλάει από πάνω μου. Τι να κάνω1 πως έπαθα τέτοια συμφορά;
Άλλη νύχτα είδε ότι βρισκόταν στον ιππόδρομο. Εκεί ασπαζόταν τα αγάλματα παρακινημένη από την πορνική επιθυμία να συνέλθει μαζί τους. Άλλοτε είδε ένα σκύλο να την αρπάζει και να φεύγει, ενώ άλλοτε είδε πως έτρωγε βάτραχο ή φίδι, ερπετά και άλλα πιο αηδιαστικά. Έτσι βασανιζόταν η καημένη και δεν έκανε ποτέ γλυκόν ύπνο. Τέλος απελπισμένη άρχισε να προσεύχεται και να νηστεύει , για να της φανερώσει ο Θεός την αιτία της συμφοράς και τι οφείλει να κάνει για να απαλλαγεί από τα όνειρα.
Βλέπει λοιπόν στον ύπνο της σαν να ήσαν οι εικόνες της στραμμένες προς τη δύση . ήταν κι αυτή στραμμένη προς την ίδια κατεύθυνση και προσευχόταν σαν επιληπτική και παράλυτη. Την πλησιάζει τότε ένας νέος και της λέει:
-Επειδή με εξιλέωσες με τη νηστεία , ήρθα να σου πως για ποιο λογο τα έπαθες αυτά.
Και δείχνοντας της τις εικόνες συνέχισε:
-Κοίτα τι σου έκανε εκείνος ο καταραμένος μάγος
Η γυναίκα πρόσεξε τις εικόνες και είδε πως ήσαν ολόκληρες αλειμμένες με ανθρώπινες ακαθαρσίες και ανέδιδαν ανυπόφορη δυσωδία. Μπροστά σ’ αυτό το θέμα τα έχασε. Γυρίζει προς τον νέο και του λέει:
Πες μου , σε παρακαλώ, ποιός τα έκανε αυτά;
Ο Βιργίνιος, απάντησε εκείνος , ο φαρμακός και μάγος, ο καταραμένος και αποξενωμένος από τον Θεό. Τα έκανε αυτά ,γιατί εσύ του έδωσε το δικαίωμα. Τώρα δεν υπάρχει πάνω στις εικόνες σου άλλο, παρά χρώματα και ακαθαρσίες, ξύλα και δαιμονικά σχήματα. Η χάρη του Θεού δεν μπορούσε να υποφέρει τη δυσωδία και τον εξευτελισμό και έφυγε.
Ενώ μιλούσε ο νέος, βλέπει η γυναίκα το καντήλι γεμάτο από ούρα σκύλου . Βλέπει επίσης πάνω στη λαμπάδα γραμμένο το όνομα του αντίχριστου και πάνω απ’ αυτό, στον αέρα ,τις λέξεις: «θυσία δαιμόνων». Εκείνη τη στιγμή ο νέος εξαφανίστηκε και η γυναίκα ξύπνησε. Σκεπτόταν σαστισμένη το όνειρα και κατηγορούσε μ’ αυτά τα λόγια τον εαυτό της.
-Αλλοίμονο μου τι έπαθα η αμαρτωλή! Νόμιζα ότι πήγαινα σε ποιμένα , αλλά έπεσα σε λύκο. Νόμιζα ότι θα βρώ τη σωτηρία , αλλά βρήκα την καταστροφή. Μέσα στον θρήνο της προβληματιζόταν ακόμη τι να κάνει με τις μολυσμένες εικόνες· να τις κρατήσει ή να τις πετάξει; Πάνω στην αμηχανία της θυμήθηκε τον Επιφάνειο και αποφάσισε να του εμπιστευτεί το πρόβλημα της.
Πως ενεργούν τα μάγια
Το σπίτι του Επιφάνειου ήταν κοντά στο δικό της και γνώριζε καλά την αρετή του νέου. Παραφύλαξε λοιπόν και , την ώρα που έβγαινε από τον ναό της αγίας Σοφίας, τον πλησίασε εκεί στην πύλη , έπεσε στα πόδια του και του εξιστόρησε με κάθε λεπτομέρεια τη συμφορά της. Ο Επιφάνειος αναστέναξε βαθιά και δάκρυσε.
-Ανάθεμά σε διάβολε, μουρμούρισε. Δεν παύει να επιβουλεύεσαι τους ανθρώπους!
Συλλογίσθηκε κατόπιν την περίπτωση και είπε στη γυναίκα :
-Πήγαινε και κάψε καλά τη ζώνη. Το καντήλι και τη λαμπάδα να τα καταστρέψεις. Τις εικόνες να τις φέρεις σ’ εμένα και ο Θεός βοηθός. Ξέρω ότι ο δαίμονας επάνω μου θα ξεσπάσει, αλλά δεν τον φοβάμαι. Έχω βοηθό μου τον Χριστό , και σκέπη την ευχή του πνευματικού μου οδηγού. «Ου φοβηθήσομαι κακά, ότι αυτός μετ, έμου εστί».
Η γυναίκα έκανε όμως της είπε· του έδωσε και τις εικόνες. Το ίδιο βράδυ βλέπει στον ύπνο της ότι ήρθε στην πόρτα της ένας γυμνός αράπης κατακαμμένος, αλλά δεν τολμούσε να περάσει μέσα. Στεκόταν έξω και έκλαιγε σπαρακτικά. Κάποιος άλλος αράπης, που περνούσε απ’ εκεί, βλέποντας τον έτσι ρώτησε πως έπαθε αυτά τα εγκαύματα.
-Ο πονηρός Επιφάνειος , αποκρίθηκε εκείνος, αυτός είπε σ’ εκείνη την ταλαίπωρη πώς να με κάψει καλύτερα και τώρα δεν υποφέρω τους πόνους. Ήμουν δεμένος στη ζώνη της με τέσσερις κόμπους και είχα εντολή από τον Βιργίνιο να μη φύγω. Τώρα όμως κάηκε η ζώνη, λύθηκα και αναγκάσθηκα να φύγω. Τώρα λοιπόν δεν ξέρω πώς να εκδικηθώ τον πονηρό Επιφάνειο, που μου έκανε τέτοιο κακό κα με χώρισε από τη σύζυγό μου. Αλλοίμονό σου Επιφάνιε! Θα σε πολεμήσω! Πάνω σου θα ξεχύσω το αλμυρό ποτήριο της οργής μου!
Το πρωί η γυναίκα ανέφερε στον νέο αυτά που είδε. Εκείνος χαμογέλασε και είπε:
-Καλά , καλά, ας τολμήσει ο κλέφτης να πάει στο αμπέλι του Κυρίου για σταφύλια και θα δει τι έχει να πάθει από τον δραγάτη: θα τον πιάσει και θα τον ρίξει στη φυλακή . ξέρω καλά τη δύναμη του προστάτου μου.
Εκείνη τη νύχτα, γύρα στα μεσάνυχτα, παίρνει ο διάβολος μαζί του – κατά παραχώρηση Θεού- πολλούς απ’ τους κοκκινωπούς δαίμονες της πορνείας και κάνει επίθεση στον Επιφάνειο. Ο Θεός άνοιξε την ακοή του δούλου του και έτσι άκουσε την οχλαγωγία τους. Δεν φοβήθηκε όμως, γιατί είχε ακράδαντη πίστη. Άρχισαν λοιπόν οι δαίμονες να του βάζουν αισχρούς λογισμούς και να τον καταφλέγουν με τη σαρκική πύρωση. Εκείνος όμως ο σεμνός έκανε υπομονή ,περιμένοντας την επίσκεψη του Κυρίου. Οι αλητήριοι τον φοβέριζαν μεταμορφωμένοι σε θηρία και δράκοντες , σε οχιές και σκορπιούς και ορμούσαν να τον κατασπαράξουν. Είχαν βάλει όλη τους τη δύναμη να τον τρομοκρατήσουν. Ο Επιφάνειος παρατηρώντας την αναίδειά σου είπε:
-Μάταια κοπιάζετε και με πολεμάτε. Να , αρπάζω κι εγώ το ξίφος που μου χάρισε ο Χριστός και ορμώ εναντίον σας!
Κι αμέσως σηκώνει τα χέρια σε σχήμα σταυρού και αρχίζει να δάκρυα ν’ απαγγέλει τον ένατο ψαλμό. Όταν έφθασε στους στίχους: «Επετίμησας έθνεσι και απώλετο ο ασεβής· το όνομα αυτού εξήλειψας εις τέλος… Απώλετο το μνημόσυνον αυτού μετ’ ήχου», ακούσθηκε ξαφνικά από τον ουρανό βροντή. Αμέσως παρουσιάσθηκε ένα δίχτυ σαν αστραπή , που ανάγκασε όλους τους δαίμονες να σκορπιστούν φωνάζοντας «Αλλοίμονο». Έτσι ελευθερώθηκε ο Επιφάνειος και δόξασε τον Θεό που δεν τον εγκατέλειψε.
Το πρωΐ βγήκε ο νέος αναζητώντας τον όσιο. Τον συνάντησε τότε εκείνη η γυναίκα και του λέει:
-Τώρα κατάλαβα ότι ο Θεός εσένα χρησιμοποίησε και εξαφάνισε τους εχθρούς μου.
Και του φανέρωσε όσα είχε δει τη νύχτα.
-Αυτή την ευλογία σου τη χορήγησε η πίστη σου η αγαθή , απάντησε ο νέος. Εμείς είμαστε άνθρωποι αμαρτωλοί κι έχουμε ανάγκη από το έλεος του Κυρίου.
Αυτά είπε και έφυγε. Μπροστά στα «χαλκοπρατεία» συναντά τον μακάριο Ανδρέα να παίζει και να κλωτσάει. Μόλις είδε τον νέο , τον πλησίασε και του χαρούμενος.
-Είδες , του είπε , πως φυλάει ο δραγάτης το αμπέλι του Κυρίου και πως διώχνει τις κουρούνες και τους κόρακες;
-Είδα, πάτερ, και φοβήθηκα. Είδες όμως κι εσύ την πύρωση και τα δεινά που μου προξένησαν τα νοητά θηρία;
-Τα περισσότερα απ’ αυτά τα λιγόστεψε ο Κύριος είπε ο μακάριος. Αν δεν γινόταν έτσι, πως θα ελευθερωνόταν η γυναίκα από τη συμφορά της; Πως θα νεκρώνονταν οι κουρούνες και τα ερπετά; Πως θα εκμηδενιζόταν ο αράπης; Έγινε ακόμη αυτό , και για να μάθεις τι σημαίνει το «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε» (Γαλ. στ΄2).
-Πες μου σε παρακαλώ, επειδή όλα τα γνωρίζεις, τι ήταν το καντήλι και η ζώνη με τους τέσσερις κόμπους της; Ρώτησε ο νέος. Τι ήταν το νερό, το λάδι και η λαμπάδα; Και γιατί ο διάβολος χρησιμοποίησε αυτά τα μέσα και τον μάγο, για να επιδράσει πάνω στη γυναίκα;
- Αφού με ρωτάς, άκουσε λοιπόν, είπε ο όσιος. Θα σου τα εξηγήσω όλα με λεπτομέρεια: Ο διάβολος έχει τη συνήθεια πρώτα να διώχνει τη χάρη του Θεού από τους ανθρώπους και ύστερα να μπαίνει μέσα τους ανεμπόδιστα. Η χάρη όμως δεν φεύγει , επειδή φοβάται τον διάβολο, αλλά επειδή αποστρέφεται και σιχαίνεται τη δυσωδία της αμαρτίας. Αλλά και ο δαίμονας δεν οδηγεί τον άνθρωπο στην αμαρτία τυραννικά. Ο άνθρωπος αμαρτάνει αυτοπροαίρετα. Ο σατανάς απλώς τον πειράζει , τον ερεθίζει και του φέρνει πονηρούς λογισμούς. Αν ο άνθρωπος δεν υποφέρει την ενόχληση , τότε γλιστρά στην αμαρτία, οπότε δίνει στον διάβολο το δικαίωμα να τον κατηγορήσει δικαιολογημένα ότι αμαρτάνει με τη θέλησή του . με αυτόν τον τρόπο φεύγει η χάρη του Θεού.
Το ίδιο έκανε ο εχθρός και στην περίπτωση της γυναίκας. Την έβλεπε πάντοτε να αγαπά ολόψυχα τον Θεό, αλλά δεν εύρισκε τρόπο να τη βλάψει. Χρησιμοποίησε λοιπόν την ασωτία του συζύγου της και την τύλιξε με τα μάγια, όταν με τη θέλησή της πρόστρεξε σ’ εκείνον τον απατεώνα. Η γυναίκα ζητά από τον μάγο να εκπληρωθεί ο πόθος της και χάνει την ψυχή της. Πρόσεξε τώρα: για να μπορέσει ο διάβολος να καταστρέψει την ψυχή της και να κατοικήσει μέσα της , την κατάφερε, ώστε να του δώσει η ίδια με τη θέλησή της τα απαραίτητα για τη μαγεία. «Ετοίμασέ μου, της είπε ο μάγος, καντήλι, λάδι, λαμπάδα, ζώνη και φωτιά». Με τον τρόπο αυτό σκόπευε να απομακρύνει από πάνω της τη χάρη του αγίου βαπτίσματος. Χρησιμοποίησε λοιπόν το καντήλι αντί για την κολυμβήθρα, το νερό αντί για το αγιασμένο εκείνο νερό, το λάδι αντί για το άγιο μύρο, ενώ τη λαμπάδα και τη φωτιά αντί για τα κεριά που ήσαν αναμμένα στη βάπτιση της. Τη ζώνη τέλος τη χρησιμοποίησε αντί για τη ζώνη που είχε ζωστεί την ώρα του μυστηρίου. Παίρνοντας αυτά ο μάγος με δόλιο τρόπο, τη γύμνωσε από το σωτήριο βάπτισμα. Γι’ αυτό της έλεγε ο αράπης ότι ήταν δική του γυναίκα, ότι δεν ανήκε στον Χριστό.
Το ίδιο συνέβη και με τις εικόνες. Έδιωξε απ’ αυτές τη χάρη αλείβοντάς τες με ξερές ακαθαρσίες , που έριξε κατόπιν κρυφά μέσα στο καντήλι. Έτσι λοιπόν αφιέρωσε αυτά στον σατανά σαν δική της προσφορά για θυσία. Όσο για τους τέσσερις κόμπους της ζώνης, ήταν εκεί δεμένος ο σατανάς και δεν μπορούσε να φύγει μέχρι που κάηκε η ζώνη. Την πρόσταξε μάλιστα να τη φορά κατάσαρκα, για να έχει τον σατανά τυλιγμένο στη μέση της.
-Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Θεού που όλα σου τα φανέρωσε , είπε ο Επιφάνειος. Τίποτε δεν ξέφυγε την προσοχή σου . πως όμως γνώριζε ο μάγος τις αμαρτίες που από νέα είχε κάνει;
- Δεν ξέρεις, αποκρίθηκε ο όσιος, ότι οι δαίμονες παρακολουθούν όλους τους χριστιανούς; Γι’ αυτό ακριβώς γνωρίζουν και τα έργα τους. Όταν κάποιος πάει σε μάγο, ρωτάει ο μάγος τν δαίμονα που ακολουθεί τον άνθρωπο: «Πες μου , τι έχει κάνει από την παιδική του ηλικία μέχρι τώρα;». τότε εκείνος, σαν αχώριστος ακόλουθος που είναι, τα φανερώνει όλα. Όπως οι άγγελοι αποκαλύπτουν σ’ εμάς πολλά μυστήρια του Θεού , έτσι και οι δαίμονες όσα γνωρίζουν , τα λένε στους μάγους.
Ο Επιφάνειος τα άκουσε αυτά με θαυμασμό και δόξασε τον Θεό. Ύστερα ασπάσθηκε τον όσιο και έφυγε.
Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009
Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009
Όπως στο βιβλίο των θρησκευτικών
Σ’ ένα από τα δύο Νοσοκομεία παίδων της Αθήνας η μάνα νύχτα – μέρα βρίσκεται στο προσκέφαλο του παιδιού της που το μετέφεραν επειγόντως από την Πάτρα γιατί η χρόνια πάθησή του, παράλυση των κάτω άκρων ( ο φάκελος του έχει όλες τις έρευνες, τα εργαστήρια αποτελέσματα) επιδεινώθηκε τις τελευταίες ημέρες. Στο Νοσοκομείο όπως επί χρόνια επαναλαμβάνεται η μόνιμη γνωστή θεραπεία (λείπει ασβέστιο από τον οργανισμό του παιδιού
Ένα απόγευμα που ο ήλιος έγερνε και οι λιγοστές ακτίνες του φώτιζαν το δωμάτιο του Νοσοκομείου, η μάνα θυμήθηκε που πήγαινε σε εξωκκλήσι της Παναγίας, ψηλά, έξω απ’ την Πάτρα και προσευχόταν ανάβοντας τα καντηλάκια, πότε με το σύζυγό της, πότε με τα παιδιά. Ο νους της πλανιέται στο εξωκκλήσι. Νοερά προσεύχεται: Παναγιά μου, Μάνα γλυκιά που πόνεσες, βοήθησέ μου το παιδί. Παναγία μου, στείλε μου έναν άγιο, δες το καημένο μου πως παλεύει στη ζωή να σταθεί στα πόδια του. Βοήθησε το πονεμένο μου παλληκάρι.
Μητέρα, τι λες , με ποιόν μιλάς; Γιωργάκη παιδί μου, θυμάσαι που διάβαζες στα θρησκευτικά σου πως ο Κύριος μας όταν ζούσε εκεί στην Παλαιστίνη, γιάτρεψε δαιμονισμένους, άνοιξε τα μάτια σε τυφλούς, σήκωσε παράλυτους και περπάτησαν ,ανάστησε νεκρούς; Πέστου , Γιωργάκη μου, και συ που είσαι καλό παιδί και σε ακούει, πες του να σε κάνει ο Χριστούλης μας καλά.
Τ ’ανήμπορο παιδί με το αθώο βλέμμα του κοιτάζει την μάνα , τον ήλιο που πάει να βασιλέψει , κοιτάζει ψηλά , το βλέμμα του χάνεται στους ουρανούς.
Μεσάνυχτα περασμένα ο Γιωργάκης βλέπει στ’ όνειρό του ένα ωραίο καβαλάρη μ’ ένα γερό περήφανο άλογο . Σταματάει μπροστά του και του λέει:
-Σήκω πάνω Γιωργάκη, δώσε ένα σάλτο , ανέβα στ’ άλογο μου!
-Μα εγώ είμαι παράλυτος, τα πόδια μου δεν με σηκώνουν να με κρατήσουν όρθιο.
-Δώσ’ μου το χέρι σου Γιωργάκη , ανέβα στ’ άλογο μου, είμαι ο Άγιος Ιωάννης από τη Ρωσία μ’ έστειλε ο Κύριος να σου μεταφέρω την χάρη Του και την θεραπευτικη Του δύναμη.
Ο μικρός παλεύει μισοξυπνημένος, ξυπνάει η μάνα και πιάνει το παιδί να μην της πέσει από το κρεββάττι. Μητέρα πιάσε με, ο Άγιος Ιωάννης από τη Ρωσία μου είπε να σηκωθώ. Το πρωΐ όταν το νυχερινό προσωπικό είπε στον καθηγητή πως το παράλυτο παιδί από την Πάτρα περπάτησε τη νύχτα, με το σφυρά κι στα χέρια χτυπάει τα γόνατα του παιδιού, τσιμπάει με βελόνα τα πόδια και αντιδρά σωστά ο οργανισμός. Πηγαίνετε, λέει ο καθηγητής, έχει να κάνει ο Θεός μαζί σας.
17-8-77
Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Βερνέζου
Από το βιβλίο : Βίος και Νέα Θαύματα του Οσίου Ιωάννου του Ρώσσου
Ένα απόγευμα που ο ήλιος έγερνε και οι λιγοστές ακτίνες του φώτιζαν το δωμάτιο του Νοσοκομείου, η μάνα θυμήθηκε που πήγαινε σε εξωκκλήσι της Παναγίας, ψηλά, έξω απ’ την Πάτρα και προσευχόταν ανάβοντας τα καντηλάκια, πότε με το σύζυγό της, πότε με τα παιδιά. Ο νους της πλανιέται στο εξωκκλήσι. Νοερά προσεύχεται: Παναγιά μου, Μάνα γλυκιά που πόνεσες, βοήθησέ μου το παιδί. Παναγία μου, στείλε μου έναν άγιο, δες το καημένο μου πως παλεύει στη ζωή να σταθεί στα πόδια του. Βοήθησε το πονεμένο μου παλληκάρι.
Μητέρα, τι λες , με ποιόν μιλάς; Γιωργάκη παιδί μου, θυμάσαι που διάβαζες στα θρησκευτικά σου πως ο Κύριος μας όταν ζούσε εκεί στην Παλαιστίνη, γιάτρεψε δαιμονισμένους, άνοιξε τα μάτια σε τυφλούς, σήκωσε παράλυτους και περπάτησαν ,ανάστησε νεκρούς; Πέστου , Γιωργάκη μου, και συ που είσαι καλό παιδί και σε ακούει, πες του να σε κάνει ο Χριστούλης μας καλά.
Τ ’ανήμπορο παιδί με το αθώο βλέμμα του κοιτάζει την μάνα , τον ήλιο που πάει να βασιλέψει , κοιτάζει ψηλά , το βλέμμα του χάνεται στους ουρανούς.
Μεσάνυχτα περασμένα ο Γιωργάκης βλέπει στ’ όνειρό του ένα ωραίο καβαλάρη μ’ ένα γερό περήφανο άλογο . Σταματάει μπροστά του και του λέει:
-Σήκω πάνω Γιωργάκη, δώσε ένα σάλτο , ανέβα στ’ άλογο μου!
-Μα εγώ είμαι παράλυτος, τα πόδια μου δεν με σηκώνουν να με κρατήσουν όρθιο.
-Δώσ’ μου το χέρι σου Γιωργάκη , ανέβα στ’ άλογο μου, είμαι ο Άγιος Ιωάννης από τη Ρωσία μ’ έστειλε ο Κύριος να σου μεταφέρω την χάρη Του και την θεραπευτικη Του δύναμη.
Ο μικρός παλεύει μισοξυπνημένος, ξυπνάει η μάνα και πιάνει το παιδί να μην της πέσει από το κρεββάττι. Μητέρα πιάσε με, ο Άγιος Ιωάννης από τη Ρωσία μου είπε να σηκωθώ. Το πρωΐ όταν το νυχερινό προσωπικό είπε στον καθηγητή πως το παράλυτο παιδί από την Πάτρα περπάτησε τη νύχτα, με το σφυρά κι στα χέρια χτυπάει τα γόνατα του παιδιού, τσιμπάει με βελόνα τα πόδια και αντιδρά σωστά ο οργανισμός. Πηγαίνετε, λέει ο καθηγητής, έχει να κάνει ο Θεός μαζί σας.
17-8-77
Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Βερνέζου
Από το βιβλίο : Βίος και Νέα Θαύματα του Οσίου Ιωάννου του Ρώσσου
Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009
Αγίου Βασιλείου:Ο Φθόνος.
Ο Φθόνος! Το πάθος της ψυχής που γεννά ο εγωϊσμός και υπεκκαίει ο εχθρός της σωτηρίας μας ο διάβολος. Η αρρώστια η δυσθεράπευτος και καταστρεπτική , από την οποία υποφέρει και βασανίζεται μέγα μέρος ανθρώπων. Η ζηλοτυπία, που, όταν αναπτυχθεί στη ψυχή, την κάνει να λειώνει, και να μαραίνεται. Αυτό το πάθος έχει ως αντικείμενο, λόγος σχετικός του Μ. Βασιλείου. Τι είναι ο φθόνος; Ποια είναι τα φοβερά του αποτελέσματα; Ποιος ο τρόπος της θεραπείας του; Σε αυτά τα ερωτήματα απαντά ο άγιος Πατήρ. Ας τον παρακολουθήσουμε.
«Τι είναι ο φθόνος;» ρωτά. Και απαντά: «Φθόνος είναι η λύπη της του πλησίον ευπραγίας». Δηλαδή, η λύπη που δοκιμάζουμε, όταν βλέπουμε τον άλλο να βρίσκεται σε κατάσταση ευτυχίας. Δεν είναι μικρό και ασήμαντο το πάθος.» δεν υπάρχει άλλο πάθος από όσα φυτρώνουν στη ψυχή κανένα καταστρεπτικότερο από το πάθος του φθόνου. Αυτός, ενώ τους έξω, τους φθονουμένους δηλαδή, ελάχιστα λυπεί, στο φθονερό γίνεται πρώτο και δικό του κακό. Όπως δηλαδή η σκουριά κατατρώει το σίδερο, του την γέννησε, έτσι και ο φθόνος κατατρώει τη ψυχή που κατέχεται από αυτόν. Μάλλον όμως, όπως λένε για την οχιά, ότι για να γεννηθεί κατατρώει την κοιλιά της μητέρας της, έτσι και ο φθόνος είναι φυσικό να κατατρώει την ψυχή που τον κυοφορεί και τον γεννά. Και γι’ αυτό από τον φθονερό δεν λείπουν ποτέ οι ανησυχίες , οι λύπες, οι στενοχώριες. Ευφόρησε το κτήμα του πλησίον; Είναι γεμάτο από όλα τα εισοδήματα που χρειάζονται για την ζωή το σπίτι του άλλου; Είναι πάντοτε ευχαριστημένος ο άλλος; Όλα αυτά γίνονται τροφή στο πάθος του φθόνου και προσθέτουν πόνο στον φθονερό… Είναι ο άλλος ανδρείος και έχει υγεία πλήρη; Αυτό πληγώνει τον φθονερό. Έχει ο άλλος περισσότερη ομορφιά, άλλη αυτή πληγή για τον φθονερό. Ο τάδε υπερέχει στα προτερήματα της ψυχής; Τον θαυμάζουν και τον ζηλεύουν για την φρόνηση και την δύναμη των λόγων; Είναι ο άλλος πλούσιος και γενναιόδωρος και ευεργετικός προς τους πτωχούς και ακούγεται γι’ αυτόν πολύς έπαινος από τους ανθρώπους που ευεργετούνται; Όλα αυτά είναι πληγές και τραύματα που κτυπούν τον φθονερό κατάκαρδα. Και το φοβερό σύμπτωμα της ασθένεια αυτής του φθόνου είναι , ότι δεν μπορεί ούτε να την φανερώσει και να την ομολογήσει. Αλλά σκύβει από τη μία το κεφάλι και είναι κατηφής και περίλυπος και γεμάτος σύγχυσι και οδύρεται και φθείρεται από το κακό∙ όταν όμως το ρωτούν για την κατάσταση αυτή,κοκκινίζει και ντρέπεται να φανερώσει την συμφορά και παθαίνει. Δεν μπορεί να ομολογήσει: Είμαι φθονερός και πικρός και με κατατρώγουν τα καλά του φίλου και οδύρομαι για την ευθυμία του αδελφού».
…
Και αφού τέτοιο κακό είναι ο φθόνος, τι πρέπει να κάνουμε για να θεραπευτούμε από αυτόν ; να ποια μέσα υποδεικνύει ο ιερός Πατήρ. «Πρώτον , εάν δεν θεωρούμε κανένα πράγμα ανθρώπινο μεγάλο και έκτακτο. Εάν δεν δίνουμε μεγάλη σημασία ούτε στο πλούτο των ανθρώπων , ούτε στη δόξα, ούτε στην ευρωστία και την υγεία του σώματος…διότι όλα αυτά δεν έχουν μόνα τους καμιά εξαιρετική αξία, αλλά είναι όργανα αρετής και ωφέλειας σε κείνους που τα χρησιμοποιούν καλώς.
Έπειτα «σήκωσε τον νούν σου από τα ανθρώπινα και στρέψε τον για να δεις το αληθηνό καλό και επαινετό, και τότε δεν θα νομίζεις ποτέ αξιοζήλευτο και αξιομακάριστο κάθε άνθρωπο που έχει φθαρτά και γήϊνα αγαθά. Όταν όμως σκέπτεσαι κατά τέτοιο τρόπο και δεν σου κάνουν εντύπωση τα κοσμικά, όταν δεν τα θεωρείς μεγάλα και σπουδαία, τότε είναι αδύνατον να σε καταλάβει ποτέ ο φθόνος». Και τέλος ο αγώνας και η προσπάθεια για την απαλλαγή της ψυχής από την φοβερά νόσο. «Εφ’ όσον τόσα θλιβερά μας δημιούργησε ο φθόνος, ας υπακούσουμε στα λόγια που παραγγέλλει το Πνεύμα το Άγιον διά του Αποστόλου∙ «μη γινώμεθα κενόδοξοι αλλήλους προκαλούμενοι, αλλήλοις φθονούντες», αλλά «χρηστοί, εύσπλαγχνοι, χαριζόμενοι εαυτοίς, καθώς και ο Θεός εν Χριστώ εχαρίσατο ημίν» (Γαλάτ.ε΄ 26,Εφες.δ΄32)
Αρχιμ. Γεωργίου Δημόπουλου
Ο Φωστήρ της Καισαρείας
(Ο Μέγας Βασίλειος)
«Τι είναι ο φθόνος;» ρωτά. Και απαντά: «Φθόνος είναι η λύπη της του πλησίον ευπραγίας». Δηλαδή, η λύπη που δοκιμάζουμε, όταν βλέπουμε τον άλλο να βρίσκεται σε κατάσταση ευτυχίας. Δεν είναι μικρό και ασήμαντο το πάθος.» δεν υπάρχει άλλο πάθος από όσα φυτρώνουν στη ψυχή κανένα καταστρεπτικότερο από το πάθος του φθόνου. Αυτός, ενώ τους έξω, τους φθονουμένους δηλαδή, ελάχιστα λυπεί, στο φθονερό γίνεται πρώτο και δικό του κακό. Όπως δηλαδή η σκουριά κατατρώει το σίδερο, του την γέννησε, έτσι και ο φθόνος κατατρώει τη ψυχή που κατέχεται από αυτόν. Μάλλον όμως, όπως λένε για την οχιά, ότι για να γεννηθεί κατατρώει την κοιλιά της μητέρας της, έτσι και ο φθόνος είναι φυσικό να κατατρώει την ψυχή που τον κυοφορεί και τον γεννά. Και γι’ αυτό από τον φθονερό δεν λείπουν ποτέ οι ανησυχίες , οι λύπες, οι στενοχώριες. Ευφόρησε το κτήμα του πλησίον; Είναι γεμάτο από όλα τα εισοδήματα που χρειάζονται για την ζωή το σπίτι του άλλου; Είναι πάντοτε ευχαριστημένος ο άλλος; Όλα αυτά γίνονται τροφή στο πάθος του φθόνου και προσθέτουν πόνο στον φθονερό… Είναι ο άλλος ανδρείος και έχει υγεία πλήρη; Αυτό πληγώνει τον φθονερό. Έχει ο άλλος περισσότερη ομορφιά, άλλη αυτή πληγή για τον φθονερό. Ο τάδε υπερέχει στα προτερήματα της ψυχής; Τον θαυμάζουν και τον ζηλεύουν για την φρόνηση και την δύναμη των λόγων; Είναι ο άλλος πλούσιος και γενναιόδωρος και ευεργετικός προς τους πτωχούς και ακούγεται γι’ αυτόν πολύς έπαινος από τους ανθρώπους που ευεργετούνται; Όλα αυτά είναι πληγές και τραύματα που κτυπούν τον φθονερό κατάκαρδα. Και το φοβερό σύμπτωμα της ασθένεια αυτής του φθόνου είναι , ότι δεν μπορεί ούτε να την φανερώσει και να την ομολογήσει. Αλλά σκύβει από τη μία το κεφάλι και είναι κατηφής και περίλυπος και γεμάτος σύγχυσι και οδύρεται και φθείρεται από το κακό∙ όταν όμως το ρωτούν για την κατάσταση αυτή,κοκκινίζει και ντρέπεται να φανερώσει την συμφορά και παθαίνει. Δεν μπορεί να ομολογήσει: Είμαι φθονερός και πικρός και με κατατρώγουν τα καλά του φίλου και οδύρομαι για την ευθυμία του αδελφού».
…
Και αφού τέτοιο κακό είναι ο φθόνος, τι πρέπει να κάνουμε για να θεραπευτούμε από αυτόν ; να ποια μέσα υποδεικνύει ο ιερός Πατήρ. «Πρώτον , εάν δεν θεωρούμε κανένα πράγμα ανθρώπινο μεγάλο και έκτακτο. Εάν δεν δίνουμε μεγάλη σημασία ούτε στο πλούτο των ανθρώπων , ούτε στη δόξα, ούτε στην ευρωστία και την υγεία του σώματος…διότι όλα αυτά δεν έχουν μόνα τους καμιά εξαιρετική αξία, αλλά είναι όργανα αρετής και ωφέλειας σε κείνους που τα χρησιμοποιούν καλώς.
Έπειτα «σήκωσε τον νούν σου από τα ανθρώπινα και στρέψε τον για να δεις το αληθηνό καλό και επαινετό, και τότε δεν θα νομίζεις ποτέ αξιοζήλευτο και αξιομακάριστο κάθε άνθρωπο που έχει φθαρτά και γήϊνα αγαθά. Όταν όμως σκέπτεσαι κατά τέτοιο τρόπο και δεν σου κάνουν εντύπωση τα κοσμικά, όταν δεν τα θεωρείς μεγάλα και σπουδαία, τότε είναι αδύνατον να σε καταλάβει ποτέ ο φθόνος». Και τέλος ο αγώνας και η προσπάθεια για την απαλλαγή της ψυχής από την φοβερά νόσο. «Εφ’ όσον τόσα θλιβερά μας δημιούργησε ο φθόνος, ας υπακούσουμε στα λόγια που παραγγέλλει το Πνεύμα το Άγιον διά του Αποστόλου∙ «μη γινώμεθα κενόδοξοι αλλήλους προκαλούμενοι, αλλήλοις φθονούντες», αλλά «χρηστοί, εύσπλαγχνοι, χαριζόμενοι εαυτοίς, καθώς και ο Θεός εν Χριστώ εχαρίσατο ημίν» (Γαλάτ.ε΄ 26,Εφες.δ΄32)
Αρχιμ. Γεωργίου Δημόπουλου
Ο Φωστήρ της Καισαρείας
(Ο Μέγας Βασίλειος)
Αγίου Βασιλείου: Η απροσδόκητη καταιγίδα- οργή και θυμός
Η ωφέλεια από τις ιατρικές συμβουλές φαίνονται μετά την εφαρμογή τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τις πνευματικές διδασκαλίες. Η σοφία και η ωφέλεια τους για τη διόρθωση της ζωής και την τελειοποίηση των πιστών ακροατών φαίνεται μετά την έμπρακτη εφαρμογή τους.
Έτσι και εμείς. Αφού ακούσουμε τον κατηγορηματικό στίχο των Παροιμιών, «Η οργή καταστρέφει κι αυτούς ακόμα τους φρόνιμους» (Παροιμ. 15: 1)∙ αφού ακούσουμε την αποστολική προτροπή , «Διώξτε μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια , θυμό, οργή , κραυγή , κατηγόρια, καθώς και κάθε άλλη κακότητα» (Εφ.4:31)∙ αφού, ακούσουμε ακόμα τον Κύριο να λέει, «Όποιος οργίζεται ενάντια του αδελφού του χωρίς λόγο, πρέπει να δικαστεί» (Ματθ. 5: 12)∙ κι αφού αποκτήσουμε πείρα αυτού του πάθους, που δεν προέρχεται από τη θέλησή μας, αλλά σαν απροσδόκητη καταιγίδα μας προσβάλει απ’ έξω, μπορούμε καλύτερα να γνωρίσουμε το μεγαλείο των θείων εντολών.
«Ο θυμώδης άνθρωπος έχει αποκρουστική συμπεριφορά και εμφάνιση» (Παροιμ. 11:14). Από τη στιγμή που το πάθος αυτό θα διώξει τη λογική και θα κυριέψει μια ψυχή , αποθηριώνει ολοκληρωτικά τον άνθρωπο. Τον κάνει απάνθρωπο , γιατί δεν τον κατευθύνει πια η λογική.
Όπως το δηλητήριο στα φαρμακερά φίδια , έτσι είναι ο θυμός στους οργισμένους. Λυσσούν σαν τα σκυλιά, ορμούν σαν τους σκορπιούς, δαγκώνουν σαν τα φίδια. Ο θυμός κάνει τις γλώσσες αχαλίνωτες και τα στόματα απύλωτα. Ασυγκράτητα χέρια, βρισιές, κοροϊδίες, κακολογίες, πληγές και άλλα αναρίθμητα κακά προέρχονται από την οργή και το θυμό.
Εξαιτίας του θυμού , ξίφη ακονίζονται , δολοφονίες τολμώνται , αδέρφια χωρίζουν και συγγενείς ξεχνούν τον συγγενικό δεσμό τους. Οι οργισμένοι αγνοούν πρώτα τους εαυτούς τους κι έπειτα όλους τους οικείους. Όπως οι χείμαρροι παρασύρουν κατεβαίνοντας το καθετί, έτσι και η βίαιη κι ασυγκράτητη ορμή των οργισμένων δεν υπολογίζει τίποτα. Οι θυμωμένοι δεν σέβονται τους γέροντες, την ενάρετη ζωή , τη συγγένεια, τις προηγούμενες ευεργεσίες, ούτε τίποτ’ άλλο σεβαστό και έντιμο. Ο θυμός είναι μια πρόσκαιρη τρέλα.
Ποιος θα μπορούσε να περιγράψει αυτό το κακό; Πως μερικοί είναι τόσο ευέξαπτοι , που με την παραμικρή αφορμή θυμώνουν; Φωνάζουν και αγριεύουν και ορμούν πιο αδίσταχτα κι από τα άγρια θηρία. Δεν σταματούν προτού ξεθυμάνει η οργή τους σ΄ ένα μεγάλο και ανεπανόρθωτο κακό. Ούτε το σπαθί ούτε η φωτιά ούτε κανένα άλλο φόβητρο είναι ικανό να συγκρατήσει την ψυχή που έγινε μανιακή από την οργή. Οι οργισμένοι δεν διαφέρουν από τους δαιμονισμένους σε τίποτα, ούτε στην εξωτερική μορφή ούτε στην εσωτερική κατάσταση.
Βράζει μέσα στην καρδιά το αίμα εκείνων που διψούν για εκδίκηση. Ταράζεται και κοχλάζει με τη φλόγα του πάθους. Όταν βγει στην επιφάνεια , αλλάζει την όψη του οργισμένου. Μεταβάλλει σαν θεατρική προσωπίδα τη συνηθισμένη και γνώριμη σ’ όλους μορφή του. Αγνώριστη γίνεται η γνωστή όψη των ματιών του. Το βλέμμα του είναι παράφορο και ξαναμμένο. Τρίζει τα δόντια σαν τους χοίρους που συμπλέκονται . Το πρόσωπο του φουντώνει και μελανιάζει . ολόκληρο το σώμα του παραμορφώνεται. Οι φλέβες τεντώνονται , λές και θα σπάσουν , καθώς η ψυχή του συγκλονίζεται από την εσωτερική ταραχή. Η φωνή γίνεται σκληρή και άγρια. Τα λόγια άναρθρα , ασυνάρτητα, άτακτα, απρόσεκτα και ακατανόητα.
Όταν μάλιστα ανάψει η οργή σε βαθμό ανεξέλεγκτο, όπως η φλόγα που τροφοδοτείται με άφθονα ξύλα, τότε προπαντός βλέπει κανείς θέαμα που ούτε με λόγια περιγράφεται ούτε με έργα παριστάνεται. Βλέπει κανείς χέρια να σηκώνονται εναντίον συνανθρώπων και να πέφτουν σε κάθε σωματικό μέλος. Βλέπει ακόμα πόδια να χτυπούν άσπλαχνα ευαίσθητα σημείο. Βλέπει το καθετί να γίνεται όπλο της μανίας. Κι αν τύχει να κυριεύεται κι ο αντίπαλος από το ίδιο πάθος, δηλαδή από παρόμοια οργή και μανία, τότε συμπλέκονται και παθαίνουν όσα είναι φυσικό να πάθουν οι υποδουλωμένοι σ’ ένα τέτοιο δαίμονα. Αναπηρίες ή και θάνατος αποκομίζουν πολλές φορές οι συμπλεκόμενοι σαν βραβείο της οργής τους.
Άρχισε κάποιος τις χειροδικίες. Ο άλλος αμύνθηκε. Ανταπέδωσε ο πρώτος. Δεν υποχώρησε ο δεύτερος. Κι ενώ το σώμα κομματιάζεται από τα χτυπήματα, ο θυμός λιγοστεύει την αίσθηση του πόνου. Η αίσθηση αυτή ατονεί και δεν τους κάνει να σταματήσουν , γιατί ολόκληρη η ψυχή έχει κυριευθεί από την εκδικητικότατα.
Μην προσπαθείς να θεραπεύσεις το ένα κακό με άλλο κακό. Μην επιχειρείς να ξεπεράσεις τον αντίπαλο στις συμφορές. Γιατί στους κακούς ανταγωνισμούς ο νικητής είναι αθλιότερος , αφού αποχωρεί με τη μεγαλύτερη ευθύνη της αμαρτίας.
Σ’ έβρισε ο οργισμένος; Σταμάτησε το πάθος με τη σιωπή . μη σε διδάξει ο εχθρός να ζηλέψεις αυτό που , όταν το βλέπεις στον άλλο, το αποστρέφεσαι. Είναι κατακόκκινος ο αντίπαλος από την οργή; Αλλά μήπως κι εσύ δεν κοκκίνισες; Τα μάτια του είναι γεμάτα αίμα; Τα δικά σου , πές μου, βλέπουν ήρεμα; Η φωνή του είναι άγρια; Αλλά και η δική μου είναι γλυκιά;
Ο αντίλαλος , στην ησυχία, δεν επιστρέφει τόσο τέλειος σ’ αυτόν που φώναξε, όσο οι βρισιές σ’ αυτόν που έβρισε. Ή μάλλον , ενώ ο ήχος επιστρέφει αυτούσιος, οι βρισίες επιστρέφουν με προσθήκες.
Και τι λένε μεταξύ τους όσοι βρίζονται; Ο ένας λέει: ‘‘ Είσαι τιποτένιος. Καταγίνεσαι με τιποτένιους’’. Ο άλλος απαντάει: ‘‘Είσαι άχρηστος δούλος’’. Ο πρώτος τον λέει ψωμοζήτη. Ο δεύτερος αλήτη. Ο ένας αγράμματο. Ο άλλος τρελό. Έτσι συνεχίζουν μέχρι να εξαντλήσουν όλο το υβρεολόγιο. Και μετά τις βρισιές, προχωρούν και στις χειροδικίες.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο θυμός προκαλεί τη διαμάχη, η διαμάχη τις βρισιές, οι βρισιές τα χτυπήματα, τα χτυπήματα τα τραύματα, τα τραύματα πολλές φορές το θάνατο.
Ας διώξουμε λοιπόν με κάθε τρόπο την οργή από την ψυχή μας. Έτσι θα μπορέσουμε να ξεριζώσουμε και πάρα πολλά άλλα πάθη , που γεννιούνται απ’ αυτήν.
Σ’ έβρισε κάποιος; Εσύ παίνεψέ τον. Σε χτύπησε; Εσύ δείξε υπομονή. Σε φτύνει και σ’ εξευτελίζει ; Εσύ σκέψου ποιος είσαι , ότι δηλαδή από τη γη προέρχεσαι και στη γη θα καταλήξεις. Όποιος με τέτοιο τρόπο προετοιμαστεί, θα θεωρήσει μικρή κάθε προσβολή. Έτσι δείχνοντας τον εαυτό σου άτρωτο στις βρισιές, όχι μόνο θα φέρεις σε αμηχανία τον αντίπαλο, αλλά και θ’ αναδειχθείς άξιος για μεγάλο στεφάνι. Η μανία του άλλου θα γίνει αφορμή δικού σου επαίνου.
Σε ονόμασε άσημο και άδοξο ο οργισμένος αντίπαλός σου; Εσύ σκέψου ότι είσαι «χώμα και στάχτη» (Γεν . 18:27) γιατί δεν είσαι ανώτερος από τον Αβραάμ, που ονόμαζε έτσι τον εαυτό του. Σε ονόμασε αγράμματο και φτωχό και τιποτένιο; Εσύ σκέψου ότι είσαι σκουλήκι και ότι προέρχεσαι από την κοπριά, όπως γράφει κι ο Δαβίδ (Ψαλμ.21:7).
Πρόσθεσε σ’ αυτά και το παράδειγμα του Μωυσή, που , όταν τον έβρισαν ο Ααρών και η Μαριάμ, δεν παραπονέθηκε στο Θεό εναντίον τους, αλλά προσευχήθηκε γι’ αυτούς (Αριθ.12:1-13).
Θέλεις να είσαι μαθητής αυτών των φίλων του Θεού ή εκείνων που είναι γεμάτο από πνεύμα πονηρίας;
Όταν νιώσεις τον πειρασμό να βρίσεις , σκέψου ότι δοκιμάζεσαι: Θα πάς με το μέρος του Θεού, δείχνοντας μακροθυμία , ή θα τρέξεις προς το διάβολο , δείχνοντας οργή; Μη χάσεις την ευκαιρία να διαλέξεις την αγαθή μερίδα. Γιατί ή θα ωφελήσεις και τον αντίπαλο ακόμα με το παράδειγμα της πραότητός σου ή θα ζημιωθείτε κι οι δύο με τον εγωισμό σου. σκέψου επίσης, ότι τίποτα δεν είναι οδυνηρότερο στον εχθρό από το να βλέπει τον αντίπαλό του ανώτερο από τις προσβολές που του έκανε.
Σου προκαλεί ταραχή η κατηγόρια της φτώχειας; Θυμήσου ότι «γυμνός ήρθες στον κόσμο τούτο, γυμνός και πάλι α φύγεις». (πρβλ. Ιωβ 1:21). Ποιος όμως είναι φτωχότερος από τον γυμνό; Ποιος, άλλωστε, οδηγήθηκε ποτέ στη φυλακή για τη φτώχεια του; Δεν είναι ντροπή η φτώχεια. Ντροπή είναι να μην υποφέρεις με αξιοπρέπεια τη φτώχεια. Θυμίσου ότι ο Κύριος «ήταν πλούσιος κι έγινε για χάρη μας φτωχός» (Β΄Κορ. 8:9)
Αλλά κι αν ο αντίπαλος σου σε αποκαλέσει ανόητο και αγράμματο, θυμήσου τις βρισιές των Ιουδαίων εναντίον της αληθινής Σοφίας: «Είσαι Σαμαρίτης και δαιμονισμένος» (Ιω. 8: 4Cool. Αν οργιστείς, θα επιβεβαιώσεις τις βρισιές. Γιατί τι υπάρχει πιο ανόητο από την οργή; Αν όμως δεν οργιστείς, θα ντροπιάσεις αυτόν που σε βρίζει , δείχνοντας έμπρακτα τη σωφροσύνη σου.
Σε ράπισε ο αντίπαλος; Σκέψου ότι και τον Κύριο ράπισαν. Σ’ έφτυσε; Σκέψου ότι και τον Κύριο μας έφτυσαν. Και μάλιστα «δεν έκρυψε το πρόσωπο του για ν’ αποφύγει τον εξευτελισμό από τα φτυσίματα» (πρβλ. Ησ. 50:6). Συκοφαντήθηκες; Το ίδιο έπαθε κι ο Κύριος. Σου ξέσκισαν τα ρούχα; Αφαίρεσαν και του Κυρίου τα ενδύματα οι στρατιώτες και τα μοίρασαν μεταξύ τους (Ιω. 19:24). Εσύ όμως δεν καταδικάστηκες ακόμα. Ούτε σταυρώθηκες. Πολλά σου λείπουν για να μιμηθείς τον Κύριο.
Η φλόγα της οργής θα υποχωρήσει με τις σκέψεις αυτές. Παρόμοιες προετοιμασίες και προδιαθέσεις επαναφέρουν τη γαλήνη στο νου και αναιρούν τα άτακτα σκιρτήματα της καρδιάς. Αυτό σημαίνουν και τα λόγια του Δαβίδ: «Προετοιμάστηκα και δεν κλονίστηκα» (Ψαλμ. 118: 60).
Η μνήμη των παραδειγμάτων των μακαρίων ανδρών της Αγίας Γραφής αναχαιτίζει το μανιακό ξέσπασμα της οργής. Ππως π.χ. ο μέγας Δαβίδ ανέχθηκε με πραότητα τις προσβολές του Σεμεΐ!... δεν κυριεύθηκε από την οργή , αλλά ύψωσε στο Θεό τη σκέψη και στοχάστηκε: «Ο Κύριος του είπε να με καταριέται» (Β΄ Βασ. 16:10). Έτσι , ενώ άκουγε να τον βρίζει φονιά και παράνομο, δεν οργιζόταν εναντίον του, αλλά ταπείνωνε τον εαυτό του θεωρώντας αληθινή την προσβολή.
Δύο λοιπόν πράγματα κι εσύ ν’ αποφεύγεις: Να μη θεωρείς τον εαυτό σου άξιο για επαίνους και να μη νομίζεις κανέναν κατώτερό σου. με τον τρόπο αυτό ποτέ δεν θ’ ανάψει μέσα σου ο θυμός για τις προσβολές που σου γίνονται.
Κάθε φορά , άλλωστε , που οργίζεσαι εναντίον του αδελφού σου, κάνεις μια μεγάλη αδικία. Γιατί άλλος είναι στην πραγματικότητα εκείνος που σου προκαλεί το θυμό. Έτσι μοιάζεις με το σκύλο που δαγκώνει την πέτρα, ενώ δεν πειράζει αυτόν που του την έριξε. Το θυμό σου να τον στρέφεις εναντίον του ανθρωποκτόνου διαβόλου, που είναι ο πατέρα του ψεύδους και ο πρόξενος κάθε αμαρτίας. Να είσαι όμως σπλαχνικός με τον αδελφό σου , γιατί, αν συνεχίσει ν’ αμαρτάνει, θα παραδοθεί στο αιώνιο πύρ μαζί με τον διάβολο.
Όπως διαφέρουν οι λέξεις θυμός και οργή, έτσι διαφέρουν και οι σημασίες τους. Θυμός είναι μια έντονη έξαψη κι ένα ξέσπασμα του πάθους. Ενώ οργή είναι μια μόνιμη λύπη και μια διαρκής τάση για εκδίκηση , σαν να φλέγεται η ψυχή από τον πόθο ν’ ανταποδώσει το κακό. Οι άνθρωποι αμαρτάνουν και με τις δυο καταστάσεις. Άλλοτε ορμούν απερίσκεπτα να χτυπήσουν όσους τους προκάλεσαν , και άλλοτε καιροφυλακτούν δόλια να εκδικηθούν όσος τους λύπησαν. Εμείς και τα δυο πρέπει να τ’ αποφεύγουμε.
Πως μπορούμε να δαμάσουμε το πάθος αυτό; αν προηγουμένως ασκηθούμε στην ταπεινοφροσύνη, που ο Κύριος δίδαξε και με τα λόγια και με τα έργα. Με τα λόγια είπε: «Όποιος θέλει να είναι πρώτος, θα πρέπει να γίνει ο τελευταίος απ’ όλους» (Μάρκ. 9:35).
Αλλά και έμπρακτα δίδαξε την πραότητα, όταν ήρεμα ανέχθηκε το ράπισμα του δούλου. Ο Δεσπότης και Δημιουργός τ’ ουρανού και της γης, Αυτός που προσκυνείται απ’ ολόκληρη την ορατή και αόρατη κτίση, Αυτός που «συγκρατεί το σύμπαν με τη δύναμη του λόγου Του» (Εβρ. 1:13), δεν επιτρέπει ν’ ανοίξει η γη και να καταπιεί ζωντανό τον ασεβή δούλο ούτε τον στέλνει στον άδη , αλλά τον νουθετεί και τον διδάσκει: «Αν είπα κάτι κακό, πες ποιο ήταν αυτό∙ αν όμως μίλησα σωστά , γιατί με χτυπάς; (Ιω. 18:23).
Αν συνηθίσεις να είσαι πάντοτε ο έσχατος, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, υπάρχει περίπτωση ν’ αγανακτήσει στις άδικες κατηγορίες; Όταν σε βρίζει ένα μικρό παιδί , θεώρησε τα λόγια του σαν αφορμή για γέλιο. Αλλά κι όταν κανείς μεγάλος κυριευθεί από μανία και ξεστομίζει ατιμωτικά λόγια, να τον θεωρείς άξιο συμπαθείας μάλλον παρά μίσους. Δεν είναι τα λόγια που μας λυπούν . είναι η υπεροψία μας απέναντι στον υβριστή και η μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας. Αν λοιπόν αφαιρέσεις από μέσα σου αυτά τα δύο, τότε τα λόγια μόνα τους είναι ένας κούφιος θόρυβος.
«Πάψε να οργίζεσαι και άφησε το θυμό σου» (Ψαλμ. 36:Cool, ώστε να γλυτώσεις την οργή που εκδηλώνεται από τον ουρανό , για να τιμωρήσει κάθε ασέβεια και αδικία των ανθρώπων» (Ρωμ. 1:1Cool. Αν με τη σύνεση μπορέσεις να κόψεις την πικρή ρίζα του θυμού , θα ξεριζώσεις μαζί της πολλά άλλα πάθη. Γιατί η δολιότητα, η υποψία, η θρασύτητα, η απιστία, η κακοήθεια, η επιβουλή και όλα τα συγγενικά πάθη είναι γεννήματα αυτής της κακίας.
Ας μην κρύβουμε μέσα μας ένα τόσο μεγάλο κακό, είναι αρρώστια της ψυχής, σκοτείνιασμα του νου, αποξένωση από το Θεό, αιτία φιλονικίας αφορμή συμφοράς, πονηρό δαιμόνιο που κυριαρχεί στην ψυχή και αποκλείει την είσοδο του Αγίου Πνεύματος. Γιατί όπου είναι έχθρες, φιλονικίες, θυμοί , φατρίες, διαμάχες, που διαρκώς ταράζουν την ψυχική γαλήνη, εκεί το πνεύμα της πραότητος δεν αναπαύεται.
Ας συμμορφωθούμε λοιπόν, με την εντολή του αποστόλου Παύλου, «Διώξτε μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια, θυμό , οργή , κραυγή, κατηγόρια, καθώς και κάθε άλλη κακότητα» (Εφ. 4:31), και ας περιμένουμε την εκπλήρωση της υποσχέσεως που έδωσε ο Κύριος στους πράους: «Μακάριοι είναι οι πράοι , γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη της επαγγελίας» (Ματθ. 5:5).
Φωνή των Πατέρων
Ιερά μονή Παρακλήτου
Ωρωπός Αττικής
Έτσι και εμείς. Αφού ακούσουμε τον κατηγορηματικό στίχο των Παροιμιών, «Η οργή καταστρέφει κι αυτούς ακόμα τους φρόνιμους» (Παροιμ. 15: 1)∙ αφού ακούσουμε την αποστολική προτροπή , «Διώξτε μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια , θυμό, οργή , κραυγή , κατηγόρια, καθώς και κάθε άλλη κακότητα» (Εφ.4:31)∙ αφού, ακούσουμε ακόμα τον Κύριο να λέει, «Όποιος οργίζεται ενάντια του αδελφού του χωρίς λόγο, πρέπει να δικαστεί» (Ματθ. 5: 12)∙ κι αφού αποκτήσουμε πείρα αυτού του πάθους, που δεν προέρχεται από τη θέλησή μας, αλλά σαν απροσδόκητη καταιγίδα μας προσβάλει απ’ έξω, μπορούμε καλύτερα να γνωρίσουμε το μεγαλείο των θείων εντολών.
«Ο θυμώδης άνθρωπος έχει αποκρουστική συμπεριφορά και εμφάνιση» (Παροιμ. 11:14). Από τη στιγμή που το πάθος αυτό θα διώξει τη λογική και θα κυριέψει μια ψυχή , αποθηριώνει ολοκληρωτικά τον άνθρωπο. Τον κάνει απάνθρωπο , γιατί δεν τον κατευθύνει πια η λογική.
Όπως το δηλητήριο στα φαρμακερά φίδια , έτσι είναι ο θυμός στους οργισμένους. Λυσσούν σαν τα σκυλιά, ορμούν σαν τους σκορπιούς, δαγκώνουν σαν τα φίδια. Ο θυμός κάνει τις γλώσσες αχαλίνωτες και τα στόματα απύλωτα. Ασυγκράτητα χέρια, βρισιές, κοροϊδίες, κακολογίες, πληγές και άλλα αναρίθμητα κακά προέρχονται από την οργή και το θυμό.
Εξαιτίας του θυμού , ξίφη ακονίζονται , δολοφονίες τολμώνται , αδέρφια χωρίζουν και συγγενείς ξεχνούν τον συγγενικό δεσμό τους. Οι οργισμένοι αγνοούν πρώτα τους εαυτούς τους κι έπειτα όλους τους οικείους. Όπως οι χείμαρροι παρασύρουν κατεβαίνοντας το καθετί, έτσι και η βίαιη κι ασυγκράτητη ορμή των οργισμένων δεν υπολογίζει τίποτα. Οι θυμωμένοι δεν σέβονται τους γέροντες, την ενάρετη ζωή , τη συγγένεια, τις προηγούμενες ευεργεσίες, ούτε τίποτ’ άλλο σεβαστό και έντιμο. Ο θυμός είναι μια πρόσκαιρη τρέλα.
Ποιος θα μπορούσε να περιγράψει αυτό το κακό; Πως μερικοί είναι τόσο ευέξαπτοι , που με την παραμικρή αφορμή θυμώνουν; Φωνάζουν και αγριεύουν και ορμούν πιο αδίσταχτα κι από τα άγρια θηρία. Δεν σταματούν προτού ξεθυμάνει η οργή τους σ΄ ένα μεγάλο και ανεπανόρθωτο κακό. Ούτε το σπαθί ούτε η φωτιά ούτε κανένα άλλο φόβητρο είναι ικανό να συγκρατήσει την ψυχή που έγινε μανιακή από την οργή. Οι οργισμένοι δεν διαφέρουν από τους δαιμονισμένους σε τίποτα, ούτε στην εξωτερική μορφή ούτε στην εσωτερική κατάσταση.
Βράζει μέσα στην καρδιά το αίμα εκείνων που διψούν για εκδίκηση. Ταράζεται και κοχλάζει με τη φλόγα του πάθους. Όταν βγει στην επιφάνεια , αλλάζει την όψη του οργισμένου. Μεταβάλλει σαν θεατρική προσωπίδα τη συνηθισμένη και γνώριμη σ’ όλους μορφή του. Αγνώριστη γίνεται η γνωστή όψη των ματιών του. Το βλέμμα του είναι παράφορο και ξαναμμένο. Τρίζει τα δόντια σαν τους χοίρους που συμπλέκονται . Το πρόσωπο του φουντώνει και μελανιάζει . ολόκληρο το σώμα του παραμορφώνεται. Οι φλέβες τεντώνονται , λές και θα σπάσουν , καθώς η ψυχή του συγκλονίζεται από την εσωτερική ταραχή. Η φωνή γίνεται σκληρή και άγρια. Τα λόγια άναρθρα , ασυνάρτητα, άτακτα, απρόσεκτα και ακατανόητα.
Όταν μάλιστα ανάψει η οργή σε βαθμό ανεξέλεγκτο, όπως η φλόγα που τροφοδοτείται με άφθονα ξύλα, τότε προπαντός βλέπει κανείς θέαμα που ούτε με λόγια περιγράφεται ούτε με έργα παριστάνεται. Βλέπει κανείς χέρια να σηκώνονται εναντίον συνανθρώπων και να πέφτουν σε κάθε σωματικό μέλος. Βλέπει ακόμα πόδια να χτυπούν άσπλαχνα ευαίσθητα σημείο. Βλέπει το καθετί να γίνεται όπλο της μανίας. Κι αν τύχει να κυριεύεται κι ο αντίπαλος από το ίδιο πάθος, δηλαδή από παρόμοια οργή και μανία, τότε συμπλέκονται και παθαίνουν όσα είναι φυσικό να πάθουν οι υποδουλωμένοι σ’ ένα τέτοιο δαίμονα. Αναπηρίες ή και θάνατος αποκομίζουν πολλές φορές οι συμπλεκόμενοι σαν βραβείο της οργής τους.
Άρχισε κάποιος τις χειροδικίες. Ο άλλος αμύνθηκε. Ανταπέδωσε ο πρώτος. Δεν υποχώρησε ο δεύτερος. Κι ενώ το σώμα κομματιάζεται από τα χτυπήματα, ο θυμός λιγοστεύει την αίσθηση του πόνου. Η αίσθηση αυτή ατονεί και δεν τους κάνει να σταματήσουν , γιατί ολόκληρη η ψυχή έχει κυριευθεί από την εκδικητικότατα.
Μην προσπαθείς να θεραπεύσεις το ένα κακό με άλλο κακό. Μην επιχειρείς να ξεπεράσεις τον αντίπαλο στις συμφορές. Γιατί στους κακούς ανταγωνισμούς ο νικητής είναι αθλιότερος , αφού αποχωρεί με τη μεγαλύτερη ευθύνη της αμαρτίας.
Σ’ έβρισε ο οργισμένος; Σταμάτησε το πάθος με τη σιωπή . μη σε διδάξει ο εχθρός να ζηλέψεις αυτό που , όταν το βλέπεις στον άλλο, το αποστρέφεσαι. Είναι κατακόκκινος ο αντίπαλος από την οργή; Αλλά μήπως κι εσύ δεν κοκκίνισες; Τα μάτια του είναι γεμάτα αίμα; Τα δικά σου , πές μου, βλέπουν ήρεμα; Η φωνή του είναι άγρια; Αλλά και η δική μου είναι γλυκιά;
Ο αντίλαλος , στην ησυχία, δεν επιστρέφει τόσο τέλειος σ’ αυτόν που φώναξε, όσο οι βρισιές σ’ αυτόν που έβρισε. Ή μάλλον , ενώ ο ήχος επιστρέφει αυτούσιος, οι βρισίες επιστρέφουν με προσθήκες.
Και τι λένε μεταξύ τους όσοι βρίζονται; Ο ένας λέει: ‘‘ Είσαι τιποτένιος. Καταγίνεσαι με τιποτένιους’’. Ο άλλος απαντάει: ‘‘Είσαι άχρηστος δούλος’’. Ο πρώτος τον λέει ψωμοζήτη. Ο δεύτερος αλήτη. Ο ένας αγράμματο. Ο άλλος τρελό. Έτσι συνεχίζουν μέχρι να εξαντλήσουν όλο το υβρεολόγιο. Και μετά τις βρισιές, προχωρούν και στις χειροδικίες.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο θυμός προκαλεί τη διαμάχη, η διαμάχη τις βρισιές, οι βρισιές τα χτυπήματα, τα χτυπήματα τα τραύματα, τα τραύματα πολλές φορές το θάνατο.
Ας διώξουμε λοιπόν με κάθε τρόπο την οργή από την ψυχή μας. Έτσι θα μπορέσουμε να ξεριζώσουμε και πάρα πολλά άλλα πάθη , που γεννιούνται απ’ αυτήν.
Σ’ έβρισε κάποιος; Εσύ παίνεψέ τον. Σε χτύπησε; Εσύ δείξε υπομονή. Σε φτύνει και σ’ εξευτελίζει ; Εσύ σκέψου ποιος είσαι , ότι δηλαδή από τη γη προέρχεσαι και στη γη θα καταλήξεις. Όποιος με τέτοιο τρόπο προετοιμαστεί, θα θεωρήσει μικρή κάθε προσβολή. Έτσι δείχνοντας τον εαυτό σου άτρωτο στις βρισιές, όχι μόνο θα φέρεις σε αμηχανία τον αντίπαλο, αλλά και θ’ αναδειχθείς άξιος για μεγάλο στεφάνι. Η μανία του άλλου θα γίνει αφορμή δικού σου επαίνου.
Σε ονόμασε άσημο και άδοξο ο οργισμένος αντίπαλός σου; Εσύ σκέψου ότι είσαι «χώμα και στάχτη» (Γεν . 18:27) γιατί δεν είσαι ανώτερος από τον Αβραάμ, που ονόμαζε έτσι τον εαυτό του. Σε ονόμασε αγράμματο και φτωχό και τιποτένιο; Εσύ σκέψου ότι είσαι σκουλήκι και ότι προέρχεσαι από την κοπριά, όπως γράφει κι ο Δαβίδ (Ψαλμ.21:7).
Πρόσθεσε σ’ αυτά και το παράδειγμα του Μωυσή, που , όταν τον έβρισαν ο Ααρών και η Μαριάμ, δεν παραπονέθηκε στο Θεό εναντίον τους, αλλά προσευχήθηκε γι’ αυτούς (Αριθ.12:1-13).
Θέλεις να είσαι μαθητής αυτών των φίλων του Θεού ή εκείνων που είναι γεμάτο από πνεύμα πονηρίας;
Όταν νιώσεις τον πειρασμό να βρίσεις , σκέψου ότι δοκιμάζεσαι: Θα πάς με το μέρος του Θεού, δείχνοντας μακροθυμία , ή θα τρέξεις προς το διάβολο , δείχνοντας οργή; Μη χάσεις την ευκαιρία να διαλέξεις την αγαθή μερίδα. Γιατί ή θα ωφελήσεις και τον αντίπαλο ακόμα με το παράδειγμα της πραότητός σου ή θα ζημιωθείτε κι οι δύο με τον εγωισμό σου. σκέψου επίσης, ότι τίποτα δεν είναι οδυνηρότερο στον εχθρό από το να βλέπει τον αντίπαλό του ανώτερο από τις προσβολές που του έκανε.
Σου προκαλεί ταραχή η κατηγόρια της φτώχειας; Θυμήσου ότι «γυμνός ήρθες στον κόσμο τούτο, γυμνός και πάλι α φύγεις». (πρβλ. Ιωβ 1:21). Ποιος όμως είναι φτωχότερος από τον γυμνό; Ποιος, άλλωστε, οδηγήθηκε ποτέ στη φυλακή για τη φτώχεια του; Δεν είναι ντροπή η φτώχεια. Ντροπή είναι να μην υποφέρεις με αξιοπρέπεια τη φτώχεια. Θυμίσου ότι ο Κύριος «ήταν πλούσιος κι έγινε για χάρη μας φτωχός» (Β΄Κορ. 8:9)
Αλλά κι αν ο αντίπαλος σου σε αποκαλέσει ανόητο και αγράμματο, θυμήσου τις βρισιές των Ιουδαίων εναντίον της αληθινής Σοφίας: «Είσαι Σαμαρίτης και δαιμονισμένος» (Ιω. 8: 4Cool. Αν οργιστείς, θα επιβεβαιώσεις τις βρισιές. Γιατί τι υπάρχει πιο ανόητο από την οργή; Αν όμως δεν οργιστείς, θα ντροπιάσεις αυτόν που σε βρίζει , δείχνοντας έμπρακτα τη σωφροσύνη σου.
Σε ράπισε ο αντίπαλος; Σκέψου ότι και τον Κύριο ράπισαν. Σ’ έφτυσε; Σκέψου ότι και τον Κύριο μας έφτυσαν. Και μάλιστα «δεν έκρυψε το πρόσωπο του για ν’ αποφύγει τον εξευτελισμό από τα φτυσίματα» (πρβλ. Ησ. 50:6). Συκοφαντήθηκες; Το ίδιο έπαθε κι ο Κύριος. Σου ξέσκισαν τα ρούχα; Αφαίρεσαν και του Κυρίου τα ενδύματα οι στρατιώτες και τα μοίρασαν μεταξύ τους (Ιω. 19:24). Εσύ όμως δεν καταδικάστηκες ακόμα. Ούτε σταυρώθηκες. Πολλά σου λείπουν για να μιμηθείς τον Κύριο.
Η φλόγα της οργής θα υποχωρήσει με τις σκέψεις αυτές. Παρόμοιες προετοιμασίες και προδιαθέσεις επαναφέρουν τη γαλήνη στο νου και αναιρούν τα άτακτα σκιρτήματα της καρδιάς. Αυτό σημαίνουν και τα λόγια του Δαβίδ: «Προετοιμάστηκα και δεν κλονίστηκα» (Ψαλμ. 118: 60).
Η μνήμη των παραδειγμάτων των μακαρίων ανδρών της Αγίας Γραφής αναχαιτίζει το μανιακό ξέσπασμα της οργής. Ππως π.χ. ο μέγας Δαβίδ ανέχθηκε με πραότητα τις προσβολές του Σεμεΐ!... δεν κυριεύθηκε από την οργή , αλλά ύψωσε στο Θεό τη σκέψη και στοχάστηκε: «Ο Κύριος του είπε να με καταριέται» (Β΄ Βασ. 16:10). Έτσι , ενώ άκουγε να τον βρίζει φονιά και παράνομο, δεν οργιζόταν εναντίον του, αλλά ταπείνωνε τον εαυτό του θεωρώντας αληθινή την προσβολή.
Δύο λοιπόν πράγματα κι εσύ ν’ αποφεύγεις: Να μη θεωρείς τον εαυτό σου άξιο για επαίνους και να μη νομίζεις κανέναν κατώτερό σου. με τον τρόπο αυτό ποτέ δεν θ’ ανάψει μέσα σου ο θυμός για τις προσβολές που σου γίνονται.
Κάθε φορά , άλλωστε , που οργίζεσαι εναντίον του αδελφού σου, κάνεις μια μεγάλη αδικία. Γιατί άλλος είναι στην πραγματικότητα εκείνος που σου προκαλεί το θυμό. Έτσι μοιάζεις με το σκύλο που δαγκώνει την πέτρα, ενώ δεν πειράζει αυτόν που του την έριξε. Το θυμό σου να τον στρέφεις εναντίον του ανθρωποκτόνου διαβόλου, που είναι ο πατέρα του ψεύδους και ο πρόξενος κάθε αμαρτίας. Να είσαι όμως σπλαχνικός με τον αδελφό σου , γιατί, αν συνεχίσει ν’ αμαρτάνει, θα παραδοθεί στο αιώνιο πύρ μαζί με τον διάβολο.
Όπως διαφέρουν οι λέξεις θυμός και οργή, έτσι διαφέρουν και οι σημασίες τους. Θυμός είναι μια έντονη έξαψη κι ένα ξέσπασμα του πάθους. Ενώ οργή είναι μια μόνιμη λύπη και μια διαρκής τάση για εκδίκηση , σαν να φλέγεται η ψυχή από τον πόθο ν’ ανταποδώσει το κακό. Οι άνθρωποι αμαρτάνουν και με τις δυο καταστάσεις. Άλλοτε ορμούν απερίσκεπτα να χτυπήσουν όσους τους προκάλεσαν , και άλλοτε καιροφυλακτούν δόλια να εκδικηθούν όσος τους λύπησαν. Εμείς και τα δυο πρέπει να τ’ αποφεύγουμε.
Πως μπορούμε να δαμάσουμε το πάθος αυτό; αν προηγουμένως ασκηθούμε στην ταπεινοφροσύνη, που ο Κύριος δίδαξε και με τα λόγια και με τα έργα. Με τα λόγια είπε: «Όποιος θέλει να είναι πρώτος, θα πρέπει να γίνει ο τελευταίος απ’ όλους» (Μάρκ. 9:35).
Αλλά και έμπρακτα δίδαξε την πραότητα, όταν ήρεμα ανέχθηκε το ράπισμα του δούλου. Ο Δεσπότης και Δημιουργός τ’ ουρανού και της γης, Αυτός που προσκυνείται απ’ ολόκληρη την ορατή και αόρατη κτίση, Αυτός που «συγκρατεί το σύμπαν με τη δύναμη του λόγου Του» (Εβρ. 1:13), δεν επιτρέπει ν’ ανοίξει η γη και να καταπιεί ζωντανό τον ασεβή δούλο ούτε τον στέλνει στον άδη , αλλά τον νουθετεί και τον διδάσκει: «Αν είπα κάτι κακό, πες ποιο ήταν αυτό∙ αν όμως μίλησα σωστά , γιατί με χτυπάς; (Ιω. 18:23).
Αν συνηθίσεις να είσαι πάντοτε ο έσχατος, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, υπάρχει περίπτωση ν’ αγανακτήσει στις άδικες κατηγορίες; Όταν σε βρίζει ένα μικρό παιδί , θεώρησε τα λόγια του σαν αφορμή για γέλιο. Αλλά κι όταν κανείς μεγάλος κυριευθεί από μανία και ξεστομίζει ατιμωτικά λόγια, να τον θεωρείς άξιο συμπαθείας μάλλον παρά μίσους. Δεν είναι τα λόγια που μας λυπούν . είναι η υπεροψία μας απέναντι στον υβριστή και η μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας. Αν λοιπόν αφαιρέσεις από μέσα σου αυτά τα δύο, τότε τα λόγια μόνα τους είναι ένας κούφιος θόρυβος.
«Πάψε να οργίζεσαι και άφησε το θυμό σου» (Ψαλμ. 36:Cool, ώστε να γλυτώσεις την οργή που εκδηλώνεται από τον ουρανό , για να τιμωρήσει κάθε ασέβεια και αδικία των ανθρώπων» (Ρωμ. 1:1Cool. Αν με τη σύνεση μπορέσεις να κόψεις την πικρή ρίζα του θυμού , θα ξεριζώσεις μαζί της πολλά άλλα πάθη. Γιατί η δολιότητα, η υποψία, η θρασύτητα, η απιστία, η κακοήθεια, η επιβουλή και όλα τα συγγενικά πάθη είναι γεννήματα αυτής της κακίας.
Ας μην κρύβουμε μέσα μας ένα τόσο μεγάλο κακό, είναι αρρώστια της ψυχής, σκοτείνιασμα του νου, αποξένωση από το Θεό, αιτία φιλονικίας αφορμή συμφοράς, πονηρό δαιμόνιο που κυριαρχεί στην ψυχή και αποκλείει την είσοδο του Αγίου Πνεύματος. Γιατί όπου είναι έχθρες, φιλονικίες, θυμοί , φατρίες, διαμάχες, που διαρκώς ταράζουν την ψυχική γαλήνη, εκεί το πνεύμα της πραότητος δεν αναπαύεται.
Ας συμμορφωθούμε λοιπόν, με την εντολή του αποστόλου Παύλου, «Διώξτε μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια, θυμό , οργή , κραυγή, κατηγόρια, καθώς και κάθε άλλη κακότητα» (Εφ. 4:31), και ας περιμένουμε την εκπλήρωση της υποσχέσεως που έδωσε ο Κύριος στους πράους: «Μακάριοι είναι οι πράοι , γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη της επαγγελίας» (Ματθ. 5:5).
Φωνή των Πατέρων
Ιερά μονή Παρακλήτου
Ωρωπός Αττικής
Η προσευχή ενός οικογενειάρχη
Ένας πιστός οικογενειάρχης απευθυνόταν στις δύσκολες στιγμές στο Θεό με αυτά τα απλά πλην γεμάτα θέρμη,πίστη λόγια..
«Θεέ μου
Τι θα γίνει με τα οικονομικά μου;;;
Από σένα κρέμομαι.
Μ’ένα Σου νεύμα,
με μια αδιόρατη κίνησή Σου τα πάντα θα μεταβληθούν.
Μη βραδύνεις.
Είναι επείγουσα ανάγκη μου.
Χρειάζομαι την άμεση επέμβασή Σου.
Σώσε με από το οικονομικό αδιέξοδο.
Λύτρωσέ με από τα νύχια της απελπισίας.
Συντηρείς έναν ολόκληρο κόσμο,ένα αχανές σύμπαν
και θ’αφήσεις άλυτο το οικονομικό πρόβλημά ενός παιδιού σου;;;’’
Και στα απλά αυτά λόγια η απάντηση ερχόταν πάντοτε θαυμαστή…
Απο
ΔΑΦΝΗ
«Θεέ μου
Τι θα γίνει με τα οικονομικά μου;;;
Από σένα κρέμομαι.
Μ’ένα Σου νεύμα,
με μια αδιόρατη κίνησή Σου τα πάντα θα μεταβληθούν.
Μη βραδύνεις.
Είναι επείγουσα ανάγκη μου.
Χρειάζομαι την άμεση επέμβασή Σου.
Σώσε με από το οικονομικό αδιέξοδο.
Λύτρωσέ με από τα νύχια της απελπισίας.
Συντηρείς έναν ολόκληρο κόσμο,ένα αχανές σύμπαν
και θ’αφήσεις άλυτο το οικονομικό πρόβλημά ενός παιδιού σου;;;’’
Και στα απλά αυτά λόγια η απάντηση ερχόταν πάντοτε θαυμαστή…
Απο
ΔΑΦΝΗ
H Ανάστασις των πεθαμένων
Α΄Θεσ. 4,13-18
13 Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα. 14 εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι ᾿Ιησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ. 15 τοῦτο γὰρ ὑμῖν λέγομεν ἐν λόγῳ Κυρίου, ὅτι ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας· 16 ὅτι αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ' οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον, 17 ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ ἐσόμεθα. 18 ῞Ωστε παρακαλεῖτε ἀλλήλους ἐν τοῖς λόγοις τούτοις.
Απόδοση.
Δεν θέλουμε, αδελφοί , να αγνοήτε όσον αφορά εκείνους που κοιμούνται, διά να μη λυπήσθε όπως και οι λοιποί που δεν έχουν ελπίδα. Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός διά του Ιησού θα φέρη μαζί του εκείνους που κοιμήθηκαν. Διότι σας λέγομεν επί τη βάσει λόγου του Κυρίου τα εξής, ότι εμείς οι ζώντες που θα παραμείνωμεν μέχρι της ελεύσεως του Κυρίου , δεν θα φθάσωμεν προτήτερα από εκείνους που κοιμήθηκαν , διότι αυτός ο Κύριος με παράγγελμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατεβή από τον ουρανόν και πρώτοι οι νεκροί εν Χριστώ θα αναστηθούν , έπειτα εμείς όσοι ζούμε, οι οποίοι απομένομεν , θα αρπαχθούμε μαζί με αυτούς μέσα σε νεφέλες προς προϋπάντηση του Κυρίου εις τον αέρα, και έτσι θα είμεθα πάντοτε μα τον Κύριο. Ώστε παρηγορείτε ο ένας τον άλλον με τα λόγια αυτά.
13 Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα. 14 εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι ᾿Ιησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ. 15 τοῦτο γὰρ ὑμῖν λέγομεν ἐν λόγῳ Κυρίου, ὅτι ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας· 16 ὅτι αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ' οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον, 17 ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ ἐσόμεθα. 18 ῞Ωστε παρακαλεῖτε ἀλλήλους ἐν τοῖς λόγοις τούτοις.
Απόδοση.
Δεν θέλουμε, αδελφοί , να αγνοήτε όσον αφορά εκείνους που κοιμούνται, διά να μη λυπήσθε όπως και οι λοιποί που δεν έχουν ελπίδα. Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός διά του Ιησού θα φέρη μαζί του εκείνους που κοιμήθηκαν. Διότι σας λέγομεν επί τη βάσει λόγου του Κυρίου τα εξής, ότι εμείς οι ζώντες που θα παραμείνωμεν μέχρι της ελεύσεως του Κυρίου , δεν θα φθάσωμεν προτήτερα από εκείνους που κοιμήθηκαν , διότι αυτός ο Κύριος με παράγγελμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατεβή από τον ουρανόν και πρώτοι οι νεκροί εν Χριστώ θα αναστηθούν , έπειτα εμείς όσοι ζούμε, οι οποίοι απομένομεν , θα αρπαχθούμε μαζί με αυτούς μέσα σε νεφέλες προς προϋπάντηση του Κυρίου εις τον αέρα, και έτσι θα είμεθα πάντοτε μα τον Κύριο. Ώστε παρηγορείτε ο ένας τον άλλον με τα λόγια αυτά.
Μέριμνα και εμπιστοσύνη στον Θεό
Ματθ. 6.26-34
Γι’ αυτό σας λέγω, Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας τι θα φάγετε ή τι θα πιείτε, ούτε για το σώμα σας τι θα φορέσετε. Δεν αξίζει η ζωή περισσότερο από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα; Κοιτάξτε τα πτηνά του ουρανού , ούτε σπείρουν ούτε θερίζουν ούτε αποθηκεύουν ,και ο Πατέρας ο ουράνιος τα τρέφει. Δεν έχετε εσείς μεγαλύτερη αξία από αυτά; Ποιός από εσάς, όσο και αν φροντίσει , μπορεί να προσθέσει στο ανάστημά του ένα πήχη. Και γιατί μεριμνάτε για ενδύματα; Παρατηρήστε τα κρίνα του αγρού πως αυξάνουν, ούτε κοπιάζουν, ούτε γνέθουν, αλλά σας λέγω, ότι ούτε ο Σολομών σε όλη του τη δόξα δεν ντύθηκε σαν ένα από αυτά. Εάν το χορτάρι του αγρού , που σήμερα υπάρχει και αύριο το ρίχνουν στον φούρνο, ο Θεός το ντύνει, τόσο ωραία, πόσο περισσότερο εσάς, ολιγόπιστοι; Μη μεριμνάτε λοιπόν και μη λέγετε, ‘‘τι θα φάμε ή τι θα πιούμε ή τι θα ντυθούμε;’’. Διότι όλα αυτά τα επιδιώκουν οι εθνικοί. Γνωρίζει ο Πατέρας σας ο ουράνιος ότι έχετε ανάγκη απ’ όλα αυτά. Ζητάτε πρώτα την βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη του και τότε όλα αυτά θα σας χορηγηθούν. Μη μεριμνάτε λοιπόν για την αυριανή ημέρα, διότι η αυριανή ημέρα θα φροντίσει για τα δικά της πράγματα. Φθάνει η στενοχώρια της ημέρα.
Γι’ αυτό σας λέγω, Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας τι θα φάγετε ή τι θα πιείτε, ούτε για το σώμα σας τι θα φορέσετε. Δεν αξίζει η ζωή περισσότερο από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα; Κοιτάξτε τα πτηνά του ουρανού , ούτε σπείρουν ούτε θερίζουν ούτε αποθηκεύουν ,και ο Πατέρας ο ουράνιος τα τρέφει. Δεν έχετε εσείς μεγαλύτερη αξία από αυτά; Ποιός από εσάς, όσο και αν φροντίσει , μπορεί να προσθέσει στο ανάστημά του ένα πήχη. Και γιατί μεριμνάτε για ενδύματα; Παρατηρήστε τα κρίνα του αγρού πως αυξάνουν, ούτε κοπιάζουν, ούτε γνέθουν, αλλά σας λέγω, ότι ούτε ο Σολομών σε όλη του τη δόξα δεν ντύθηκε σαν ένα από αυτά. Εάν το χορτάρι του αγρού , που σήμερα υπάρχει και αύριο το ρίχνουν στον φούρνο, ο Θεός το ντύνει, τόσο ωραία, πόσο περισσότερο εσάς, ολιγόπιστοι; Μη μεριμνάτε λοιπόν και μη λέγετε, ‘‘τι θα φάμε ή τι θα πιούμε ή τι θα ντυθούμε;’’. Διότι όλα αυτά τα επιδιώκουν οι εθνικοί. Γνωρίζει ο Πατέρας σας ο ουράνιος ότι έχετε ανάγκη απ’ όλα αυτά. Ζητάτε πρώτα την βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη του και τότε όλα αυτά θα σας χορηγηθούν. Μη μεριμνάτε λοιπόν για την αυριανή ημέρα, διότι η αυριανή ημέρα θα φροντίσει για τα δικά της πράγματα. Φθάνει η στενοχώρια της ημέρα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)