http://wwwilioudoron800.blogspot.com/2011/03/blog-post.html
Άγιον
Όρος, η χερσόνησος του Άθω, το Περιβόλι της Παναγίας. Λέξεις
ανυπότακτες σε ορισμούς, ωστόσο ενδεικτικές ενός τόπου και τρόπου ζωής.
Το
ταξίδι ενός προσκυνητή ή απλώς ενός περίεργου διαβάτη παίρνει
διαστάσεις συχνά ανύποπτες, καθώς το απρόσμενα θεϊκό συναπαντάται στις
απροσδιόριστες ατραπούς του Πνεύματος που με ανεκλάλητους στεναγμούς
επιθυμεί να μας γνωρίσει την αγάπη του Πατρός.
Το
πλοιάριο σαλπάρει από την Ουρανούπολη, από την πλευρά του Σιγγιτικού
και παραπλέει την όχθη της χερσονήσου. Αρσανάδες και μοναστήρια
φαίνονται από την πλώρη. Δοχειαρίου, Ξενοφώντος, Παντελεήμονος,
Ξηροποτάμου· αποβίβαση στη Δάφνη. Ο εκεί χώρος είναι η πρώτη αίσθηση της
ειρήνης του αναχωρητή και της βοής του κοσμικού σε μια συμπλοκή κίνησης
εισόδου και εξόδου.
Ο
ταξιδιώτης επιλέγει τον τόπο μετάβασής του είτε διά ξηράς είτε διά
θαλάσσης. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους πλησιάζει την αθωνική
πολιτεία, αναζητά κάτι διαφορετικό, και αυτή του το προσφέρει. Στο διάβα
του ο ξένος αρχίζει να αισθάνεται οικείος με το απόμακρο και άγνωστο
του τόπου και του τρόπου του βίου. Θα βρει φιλοξενία στο αρχονταρίκι (η
αίθουσα υποδοχής και γενικότερα ο χώρος φιλοξενίας των προσκυνητών), θα
ακούσει λόγο παρακλήσεως.
Ο
καφές με το ρακί και το λουκούμι εδώ και χρόνια ξεκουράζουν τον
προσκυνητή. Αισθάνεσαι ότι αυτή η προσφορά είναι μίμημα της δωρεάς και
θυσιαστικής αγάπης του Τριαδικού Θεού. Από την άλλη, η ομορφιά του
φυσικού τοπίου, το πράσινο, το ερημικό και βραχώδες, το γαλάζιο του
ουρανού και της θάλασσας συνδυάζονται αξιοθαύμαστα με τα ακίνητα μνημεία
που η ιστορία τους χάνεται πολλούς αιώνες πίσω.
Μυστικοί
ήχοι μας γυρίζουν στην εποχή του Φωκά και του Τσιμισκή, στις
Σταυροφορίες, τη διαμάχη ενωτικών και ανθενωτικών, στους Καταλανούς και
Σαρακηνούς πειρατές, στο ζυγό των Τούρκων. Μέσα σε αταλάντευτη ησυχία
ήχοι του παρελθόντος δένουν με τη συνέχεια της λατρευτικής παράδοσης,
του τυπικού, της Βυζαντινής ψαλμωδίας.
Ο
τόπος, συστατικό της κτιστής μας ύπαρξης, εδώ αναδίνει κάτι ξεχωριστό.
Από τα κελλιά στο ναό, από εκεί στην τράπεζα, έπειτα στα διακονήματα,
κάπου-κάπου και λίγη ξεκούραση της χοϊκής μας φύσης. Γεύεσαι την
ποικιλία του περιβόλου με τα υψωμένα τείχη, το στενόχωρο του κελλιού, τη
μόνωση του ησυχαστηρίου, την τραχύτητα του σπηλαίου· από τη Μεγίστη
Λαύρα στη Σιμωνόπετρα, στην Ξηροποτάμου, τη Νέα Σκήτη, το κελλί του
μακαριστού Γέροντος Παϊσίου, μέχρι τα Κατουνάκια και τα Καυσοκαλύβια. Ο
κάθε χώρος είναι ξεχωριστά χαριτωμένος. Όλα μαζί πάλι αφήνουν την ίδια
ευφραντική οσμή, τα συγκροτεί η μία επιστήμη του μοναχισμού, η μία
δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
καλοφτιαγμένο
κτίριο. Το Ιουλιανό ημερολόγιο, η Βυζαντινή ώρα εφάπτονται στα
ξεβαμμένα και φθαρμένα κτήρια, στις απαλές αποχρώσεις του
καστανοκίτρινου και ερυθρόλευκου, του συνεσταλμένου πορφυρού.
Έρχεται
η ώρα για τον εσπερινό, ακολουθεί τράπεζα με λακωνικές κουβέντες,
διδακτικές και θεοπρεπείς, μαζί και οι περισταλμένες φιγούρες των
μοναχών και το λιτοδίαιτο γεύμα. Προτού χωνέψεις, το τάλαντο μας συνάζει
για το απόδειπνο. Ακολουθεί η ανάπαυση ως προοίμιο της ενεργητικότητας
της επόμενης ημέρας. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ο ηγούμενος, ο εκκλησιάρχης
(μοναχός που φροντίζει για την ευπρέπεια του Καθολικού), οι ψάλτες, ο
παπάς, ο διάκος, ο κανονάρχης (μοναχός που υπηχεί κατά φράσεις ένα
τροπάριο πριν τη μουσική του εκτέλεση από τον ψάλτη) όλοι στη θέση τους.
Οι κινήσεις απροσποίητες, μια ανέκφραστη δραματουργία. Μετάνοιες,
σταυροκοπήματα, ασπασμός των εικόνων, των αγίων λειψάνων.
Όψεις
μιας ζωής που μαζί με άλλες αποτελούν την καθημερινότητα του εκεί βίου.
Η κοινότητα του βίου συντελεί αποτελεσματικά στην κοινωνία της εν
Χριστώ ζωής. Μια ποικιλομορφία διακονημάτων συστήνει την πρακτική πλευρά
της μοναχικής πολιτείας. Σαν ένα σώμα, ο μάγειρας, ο δοχειάρης (ο
υπεύθυνος μοναχός για την αποθήκη τροφίμων της μονής), ο τραπεζάρης, ο
βουρδουνάρης (μοναχός που φροντίζει τους σταύλους της μονής), ο κηπουρός
συλλειτουργούν. Όμως σ' ένα ζωντανό από το Πνεύμα οργανισμό η
καθημερινότητα δεν είναι ρουτίνα που προκαλεί μονοτονία ή ανία.
Απεναντίας, είναι αφορμή προσευχής, μετάνοιας, ταπείνωσης του φρονήματος
της σαρκός που ρέπει στην αυτονόμηση, ζητά την αυτοθέωση. Αυτό το
φρόνημα λησμονεί και πληγώνει την αγάπη του Θεού και Πατρός.
Ο
μοναχός ως επίγειος άγγελος και ουράνιος άνθρωπος επιλέγει τη σιγή από
τη φλυαρία. Γνωρίζει από την αψευδή μαρτυρία των προγενεστέρων του ότι η
σιωπή είναι η γλώσσα του μέλλοντος. Γνωρίζει, επίσης, ότι η ταπείνωση -
δώρο και τούτο της χάρης του Θεού - είναι το ένδυμα της θεότητας. Τα
μάτια της ψυχής του μοναχού έχουν στηλωθεί στο όραμα της βασιλείας του
Θεού. Οι σχέσεις του με το φυσικό κόσμο, τους ανθρώπους, δεν είναι
δουλικές αλλά μεταποιημένες από την άκτιστη χάρη του Θεού.
Το
κοινό όραμα της βασιλείας του Θεού φανερώνει την οικουμενικότητα του
Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας. Αλλόφυλλοι και αλλόγλωσσοι δεν είναι
απειλή, αλλά εν Χριστώ αδελφοί, προσδοκούν την κοινή ανάσταση,
αγωνίζονται σιωπηρά για τον ίδιο σκοπό. Ο τρόπος της ζωής του μοναχού
γίνεται αισθητός ως μια θαυμαστή ανάκραση χαράς και λύπης. Ζήση
φωρτωμένη με σταυρούς που βλέπει πέρα από το φθαρτό της ιστορίας, στην
αθανασία της βασιλείας, στο ανέσπερο φως της αναστάσεως. Σ' αυτό το
πλαίσιο ο πόνος και τα δάκρυα δεν είναι φορείς ψυχολογικής λύπης ή
κακομοιριάς αλλά πνοή αρχοντιάς. Ο άνθρωπος βιώνοντας καθημερινά τη θεία
λειτουργία, σε χρόνο αχνοφέγγοντος ηλίου, μαθαίνει να ζει με
απεριόριστες προοπτικές, με το όραμα της εκκλησιοποίησης ολάκερου του
κόσμου.
Η
προσευχή, η νηστεία, οι εκούσιες στερήσεις ρίχνουν τον άνθρωπο σ' έναν
ορίζοντα που βρίσκεται ακόμη μπροστά μας, περιμένουμε να ρθεί, του
νεκρώνουν το ατομικό θέλημα και έτσι μπορεί να προκόψει αληθινά με το να
προχωρήσει σε τόπο ολόφωτο, σε δίχως όρια απλωχωριά. Το σεμνό χαμόγελο,
το αγέρωχο και ειρηνικό βλέμμα, η απορροφημένη από το Πνεύμα του Θεού
όψη, όλα γίνονται δείκτες μιας άλλης βιοτής, μήνυμα και μαρτυρία, εικόνα
της μελλοντικής κατάστασης αυτού που πίστεψε και βαπτίστηκε σε τίποτε
λιγότερο από τη ζωή της Αγίας Τριάδος. Η ακατάσκευη και απλή ζωή του
ευαγγελίου είναι η ζωή του Χριστιανού· o μοναχός, είναι η εικαστικότερη και καλλιτεχνικότερη έκφρασή της.
Στο
Άγιον Όρος μαθαίνει κανείς πως τα πάντα συλλειτουργούν δοξάζοντας τον
Τριαδικό Θεό και την Κυρία Θεοτόκο. Εκεί, η ποικιλία των μορφών της
μοναχικής ζωής, η πλούσια βλάστηση, η ετερότητα του κάθε μοναχού, το
μέγεθος της ιστορικής κληρονομιάς που φυλάγεται, όλα κατορθώνουν και
συνυπάρχουν αρμονικά. Η ετερότητα και διαφορά δεν συνιστούν διαίρεση,
φθορά και αποτυχία της ζωής ως κοινωνίας. Γι' αυτό μπορεί να έχεις μια
βασιλική του 10ου αιώνα με τοιχογραφίες του 14ου από τους μαΐστορες της
Μακεδονικής σχολής, και φορητές εικόνες του 16ου αιώνα από τους
μαστόρους της Κρητικής σχολής, και όλα να δενουν. Και αυτό γιατί λένε το
ίδιο πράγμα, ακούμε την ίδια ομολογία.
Ο
μοναχός γεννιέται μέσα από μια περίοδο σκληρής και ευλογημένης
δοκιμασίας. Φτάνει στην κουρά του και λαμβάνει το αγγελικό σχήμα. Έτσι
απλά μαυροντυμένος και θα θαφτεί. Στο διακόνημα - ή στο εργόχειρό του αν
είναι ασκητής, ή κελλιώτης - μόνος με τον Θεό, προσεύχεται ακατάπαυστα.
Έχει αποταχθεί, έχει λησμονήσει τον κόσμο και έχει λησμονηθεί από
αυτόν. Αρκείται και χαίρεται με το να υπάρχει στη μνήμη του Θεού.
Γνωρίζει ότι η ανθρώπινη μνήμη είναι υπόθεση ψυχολογικών διαδικασιών
μιας ανθρώπινης ικανότητας φευγαλέας, και τελικά ανίκανης να τον
στηρίξει στη ζωή, να απαθανατίσει την ύπαρξή του. Η μνήμη του Θεού
αναδεικνύεται το σταθερό έδαφος για την ανθρώπινη ύπαρξη, σε έναν αιώνα
που σαλεύεται και φεύγει βιαστικά.
Στον
Άθω η προσευχή είναι ένας αδιάλειπτος αγώνας στο ναό, στον κήπο, στο
διακόνημα, στο φαγητό, ακόμη και στον ύπνο. Ο αγιορείτης μνημονεύει τον
Θεό ή μάλλον μνημονεύεται απ' Αυτόν με το να υπάρχει εν Χριστώ. Η
αγρυπνία γίνεται το κατεξοχήν έργο του. Μαθαίνει να συνομιλεί με το Θεό,
σιγά-σιγά γνωρίζει τα χούγια του, ψήνεται στη σχάρα της άσκησης και
γίνεται αναλώσιμος ευαρεστώντας το Θεό, τους αγγέλους, τον Γέροντά του,
καταπώς υποσχέθηκε. Ο μοναχός κρατάει το νου του στον άδη, αγγίζει την
εσχατιά του σκότους της ύπαρξής του, και μόλις το Πνεύμα του Θεού
πνεύσει ως ειρήνη που μένει σ' όλα τα μέλη του σώματος και τα μέρη της
ψυχής του, τότε αυτό το ένα Πνεύμα ως φως οδηγεί την ισχνή, εύθραυστη
ύπαρξή του σε προκοπή, μεγάλωμα, ανάβαση από δόξα σε δόξα.
Για
όλο τον κόσμο αλλά ιδιαίτερα για την Ελλάδα, σήμερα για μια ακόμη φορά
ακούγεται σωστά ο στίχος του ποιητή: «Μνήμη του λαού μου σε λένε Πίνδο,
και σε λένε Άθω» (Οδ. Ελύτης).
Αθανάσιος Α. Χύτας
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου