α) Ο Αβραάμ δεν κατηγόρησε στο Θεό τους κατοίκους των Σοδόμων αλλά ο Ίδιος ο Θεός του είπε και του αποκάλυψε ότι, « κραυγὴ Σοδόμων καὶ Γομόρρας πεπλήθυνται πρός με, καὶ αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα. καταβὰς οὖν ὄψομαι, εἰ κατὰ τὴν κραυγὴν αὐτῶν τὴν ἐρχομένην πρός με συντελοῦνται, εἰ δὲ μή, ἵνα γνῶ.» ( Γεν. ιη’, 20-21).
β) Ο Αβραάμ στη συνέχεια δε ζήτησε από το Θεό να καταστρέψει τους Σοδομίτες όπως φαίνεται από τα εξής λόγια του, « ἐὰν ὦσι πεντήκοντα δίκαιοι ἐν τῇ πόλει, ἀπολεῖς αὐτούς; οὐκ ἀνήσεις πάντα τὸν τόπον ἕνεκεν τῶν πεντήκοντα δικαίων, ἐὰν ὦσιν ἐν αὐτῇ; » ( στχ. 24 ).
γ) Ο Θεός δε θα κατέστρεφε τους Σοδομίτες, ένεκα των πενήντα δικαίων, αν υπήρχαν βεβαίως, όπως φαίνεται από τα εξής λόγια Του, « εἶπε δὲ Κύριος· ἐὰν ὦσιν ἐν Σοδόμοις πεντήκοντα δίκαιοι ἐν τῇ πόλει, ἀφήσω ὅλην τὴν πόλιν καὶ πάντα τὸν τόπον δι᾿ αὐτούς.» (στχ.26).
δ) Όχι μόνο ένεκα των πενήντα αλλά και ένεκα των δέκα όπως φαίνεται από τα εξής, « ἐὰν δὲ εὑρεθῶσιν ἐκεῖ δέκα; καὶ εἶπεν· οὐ μὴ ἀπολέσω ἕνεκεν τῶν δέκα.» ( στχ.32).
ε) Αλλά και ο Λωτ, όταν οι Σοδομίτες ξεδιάντροπα, « ἔλεγον πρὸς αὐτόν· ποῦ εἰσιν οἱ ἄνδρες οἱ εἰσελθόντες πρὸς σὲ τὴν νύκτα; ἐξάγαγε αὐτοὺς πρὸς ἡμᾶς, ἵνα συγγενώμεθα αὐτοῖς »(Γεν. ιθ’,5), δεν τους κατηγόρησε για τις αμαρτίες τους όπως φαίνεται από τα παρακάτω λόγια του: « εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· μηδαμῶς ἀδελφοί, μὴ πονηρεύσησθε. εἰσὶ δέ μοι δύο θυγατέρες, αἳ οὐκ ἔγνωσαν ἄνδρα· ἐξάξω αὐτὰς πρὸς ὑμᾶς, καὶ χρᾶσθε αὐταῖς, καθὰ ἂν ἀρέσκῃ ὑμῖν· μόνον εἰς τοὺς ἀνδρας τούτους μὴ ποιήσητε ἄδικον, οὗ εἵνεκεν εἰσῆλθον ὑπὸ τὴν σκέπην τῶν δοκῶν μου. »( στχ. 7-8 ).
στ) Αφού λοιπόν ο Θεός δεν θα κατέστρεφε τα Σόδομα όπως είπε ο Ίδιος, « οὐ μὴ ἀπολέσω ἕνεκεν τῶν δέκα.», και αφού ο Αβραάμ και ο Λωτ δεν επιθυμούσαν την καταστροφή τους, επόμενο είναι ο κάθε πιστός να μη προεξοφλεί την τιμωρία από το Θεό ενός συνόλου ανθρώπων για τις αμαρτίες τους, όποιες και να είναι αυτές ούτε να επιθυμεί την καταστροφή τους.
Αυτό γιατί, εκτός των άλλων, κανένας δε θεωρεί τον εαυτό του δίκαιο και τους άλλους αμαρτωλούς αφού, « ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διέκυψεν ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἰδεῖν εἰ ἔστι συνιὼν ἢ ἐκζητῶν τὸν Θεόν. πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν ἀγαθόν, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός.» ( Ψ. 52, 3-4).
ζ) Έτσι ήταν απόλυτη ανάγκη να έρθει στη γη ο μόνος δίκαιος, « ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ιω. α’, 29). Διαφορετικά, « καὶ καθὼς προείρηκεν Ἡσαΐας, εἰ μὴ Κύριος Σαβαὼθ ἐγκατέλιπεν ἡμῖν σπέρμα, ὡς Σόδομα ἂν ἐγενήθημεν καὶ ὡς Γόμοῤῥα ἂν ὡμοιώθημεν.¨»( Ρω. θ’, 29). Δόξα όμως τω Θεώ που, «πρὸ αἰώνων, εἰργάσατο σωτηρίαν ἐν μέσῳ τῆς γῆς » ( Ψ.73, 12).
Ιωαννης Χ. Δήμος πτχ. Θεολ. & Φιλοσ. Πανεπιστημίου Αθηνών.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου